Conclusio

Conclusio
Στο κατώφλι μιας νέας εποχής, γνωρίζοντας την ιστορία μας, ούσες και όντες υπερήφανοι για αυτήν, μπορούμε και να διεκδικούμε την προστασία της πολύτιμης ελευθερίας αλλά και να κατακτούμε την ευημερία, την προκοπή, την ωδή στη χαρά, τις οποίες κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας δικαιούνται.
‏‏‎ ‎
‏‏‎ ‎

ΜΕΡΟΣ Α

Το ενδιαφέρον των κοινωνικών επιστημών για τον αθλητισμό, παρά το γεγονός ότι χρονολογείται από τον 19ο αιώνα, βρήκε πεδίο έκφρασης στις πρόσφατες κοινωνιολογικές ερμηνείες του φαινομένου στην ολότητά του. Είναι τόσες οι πτυχές και οι προεκτάσεις του αθλητισμού, ώστε καθίσταται αδύνατον να περικλειστεί σε μονοσήμαντους κοινωνιολογικούς προβληματισμούς. Ο αθλητισμός είναι πια ουσιαστικά μια κοινωνική δραστηριότητα, ικανή να διαπλέκει την καθημερινότητα και ως εκ τούτου να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε όλες τις φύσεις των κοινωνικών σχέσεων. Μοιάζει δόκιμη η ανάλυση της «Σκέψης» του Βέμπερ, σύμφωνα με την οποία κάθε μορφής πρόοδος είναι πάντοτε στενά συνδεδεμένη με την εμφάνιση πολιτιστικών πρακτικών που έχουν καθιερωθεί ως συγκεκριμένες κοινωνικές θεματικές. Ο αθλητισμός είναι παρακολούθημα των κοινωνικών αλλαγών, προσδίδει κοινωνική και πολιτισμική ταυτότητα, του αποδίδεται ο χαρακτηρισμός του «τρόπου ζωής», στην ουσία όμως είναι μια έκφρασή της. Κατέστη πιο ελκυστικός, πιο δημοκρατικός, ακόμα και πιο “εκμεταλλεύσιμος” ως προς την κοινωνική και συγκεντρωτική λειτουργία του, πάντα με αφετηρία τις καλές και αμόλυντες προθέσεις. Ο αθλητισμός είναι σε θέση να εστιάσει την προσοχή στην κοινωνική και πολιτιστική πολυμορφία των πολιτικών θεσμών, να πραγματευτεί το θρησκευτικό και το πολιτιστικό πλαίσιο, να ακουμπήσει το νομικό και το ηθικό σκέλος εξοικειώνοντάς τα πλήρως με το οικονομικό και τις ιδιαίτερες μορφές παραγωγής και κατανάλωσης. Είναι μια καινούργια έννοια αστικολαϊκού γεγονότος, εξαιρετικά χρήσιμη στις δυτικές κοινωνίες πολλαπλών ταχυτήτων, ένα παιχνίδισμα συμβολισμών, ηθικών και οικονομικών κωδίκων, μια πλάστιγγα που αιωρείται μεταξύ συναισθηματισμού και παραγωγής επενδύσεων σε τεράστια μεγέθη. Στον αθλητισμό εκδηλώνονται σχέσεις, παράγονται ιδεολογίες, αναδεικνύονται ικανότητες, εκτυλίσσονται και πραγματώνονται θεωρίες, οι οποίες χαρακτηρίζουν και διέπουν ένα δεδομένο κοινωνικό και πολιτιστικό σύστημα. Πρόκειται για μια ενεργητική σκέψη, για μια ρυθμιζόμενη αλληλεπίδραση ατόμου και περιβάλλοντος που συνδέεται με την ιδέα της προσπάθειας, του ανταγωνισμού, της θυσίας, της εκπαίδευσης, της ακριβούς μέτρησης του αποτελέσματος και των επιδόσεων, ως συγκεκριμένης κοινωνικής καμπής υπό το περίβλημα της αναψυχής και της ευχαρίστησης. Στις αντιθέσεις του “παιχνιδιού” και του επαγγελματισμού, εντός αυτής της καθοριστικής διάκρισης, εμφιλοχωρεί και η κοινωνιολογική διάσταση. Ο αθλητισμός έγινε μια θεσμοθετημένη πρακτική δραστηριότητα, έπαψε να ανάγεται σε “χόμπι” και να απευθύνεται σε συγκεκριμένες τάξεις, αποτελεί ίσως την πλέον χαρακτηριστική “μεταλλασσόμενη δομή” της σύγχρονης κοινωνίας.

Η Ελλάδα κατόρθωσε να διαχειριστεί αυτού του είδους τον μετασχηματισμό ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και βαθμηδόν προσαρμόστηκε και προσάρμοσε τις κοινωνικές και πολιτιστικές δομές της μετά τη διοργάνωση των Αγώνων του 2004. Δεν έλυσε χρόνια και άλυτα κοινωνικά προβλήματα, όπως η δυσκολία της καθημερινότητας των ανθρώπων με ειδικές κινητικές ικανότητες, ενέταξε όμως με πολύ κόπο και άπειρη δουλειά τουλάχιστον τα στοιχειώδη προαπαιτούμενα, με όχημα και “φάρο” τον αθλητισμό. Η χώρα βίωσε κατά καιρούς δριμείες θεσμικές, οικονομικές και αξιακές κρίσεις, αλλά διά του αθλητισμού και του αγνού του περιβλήματος δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον εκσυγχρονισμό της νοοτροπίας και τον περιορισμό των ιδεοληψιών των κατοίκων της. Όχι σε θεωρητικό επίπεδο. Επί του πρακτέου. Έλληνες αθλητές συμμετέχουν στους Παραολυμπιακούς Αγώνες από το 1976, η χώρα μας ωστόσο λαμβάνει κανονικά μέρος στους Αγώνες, συντεταγμένα και με επίσημες εθνικές αποστολές, από το 1988. Δόθηκε η δυνατότητα σε αθλητές με αναπηρία να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους, να φτάσουν σε κορυφαίες επιδόσεις, να διακριθούν και να εμπνεύσουν. Από το Χάλκινο μετάλλιο του Μουζάκη το 1980 στο Άρνεμ έως το Χρυσό του Γκαραβέλα στο Τόκιο το 2021, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες Παραολυμπιονίκες απέδειξαν ότι με την ανθρώπινη θέληση και τις κατάλληλες συνθήκες γίνεται. Όχι μία και δύο φορές. Εκατόν τέσσερεις φορές γίνεται:

α/α

Ονοματεπώνυμο

Έτος

Πόλη

Μετάλλιο

Άθλημα

1

Γεώργιος Μουζάκης

1980

Άρνεμ

Χάλκινο

60μ. Στίβος

2

Κυριάκος Γριβέας

1988

Σεούλ

Ασημένιο

25μ. Ύπτιο

3

Κυριάκος Γριβέας

1988

Σεούλ

Χάλκινο

50μ. Ύπτιο

4

Χρήστος Αγγουράκης

1988

Σεούλ

Χάλκινο

Ακόντιο

5

Γεώργιος Τοπτσής

1988

Σεούλ

Χάλκινο

Άλμα εις μήκος

6

Χρήστος Αγγουράκης

1992

Βαρκελώνη

Ασημένιο

Ακόντιο

7

Γεώργιος Τοπτσής

1992

Βαρκελώνη

Ασημένιο

Άλμα εις μήκος

8

Χρήστος Αγγουράκης

1992

Βαρκελώνη

Χάλκινο

Σφαιροβολία

9

Δημήτριος Κωνσταντάγκας

1996

Ατλάντα

Χρυσό

Σφαιροβολία

10

Μάριος-Κωνσταντίνος Φύκας

1996

Ατλάντα

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

11

Στέφανος Αναργύρου

1996

Ατλάντα

Χάλκινο

Σφαιροβολία

12

Αντώνιος Γιαπουντζής

1996

Ατλάντα

Χάλκινο

50μ. Πεταλούδα

13

Γεώργιος Τοπτσής

1996

Ατλάντα

Χάλκινο

Άλμα εις μήκος

14

Μάριος-Κωνσταντίνος Φύκας

2000

Σίδνεϊ

Χρυσό

50μ. Ελεύθερο

15

Μάριος-Κωνσταντίνος Φύκας

2000

Σίδνεϊ

Χρυσό

100μ. Ελεύθερο

16

Στέφανος Αναργύρου

2000

Σίδνεϊ

Χρυσό

Σφαιροβολία

17

Αθανάσιος Μπαράκας

2000

Σίδνεϊ

Χρυσό

Άλμα εις μήκος

18

Ελένη Σαμαριτάκη

2000

Σίδνεϊ

Ασημένιο

200μ. Στίβος

19

Ελένη Σαμαριτάκη

2000

Σίδνεϊ

Ασημένιο

400μ. Στίβος

20

Ευάγγελος Μπακόλας

2000

Σίδνεϊ

Ασημένιο

Σφαιροβολία

21

Παράσχος Στογιαννίδης

2000

Σίδνεϊ

Ασημένιο

Άλμα εις ύψος

22

Μαρία Καλπακίδου

2000

Σίδνεϊ

Χάλκινο

50μ. Ύπτιο

23

Συμεών Παλτσανίδης

2000

Σίδνεϊ

Χάλκινο

Δισκοβολία

24

Παράσχος Στογιαννίδης

2000

Σίδνεϊ

Χάλκινο

Ακόντιο

25

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2004

Αθήνα

Χρυσό

100μ. Πεταλούδα

26

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2004

Αθήνα

Χρυσό

100μ. Ύπτιο

27

Χρήστος Ταμπαξής

2004

Αθήνα

Χρυσό

50μ. Ύπτιο

28

Χρήστος Ταμπαξής

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

29

Μάριος-Κωνσταντίνος Φύκας

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

30

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

31

Χρήστος Ταμπαξής

2004

Αθήνα

Ασημένιο

100μ. Ελεύθερο

32

Μάριος-Κωνσταντίνος Φύκας

2004

Αθήνα

Ασημένιο

100μ. Ελεύθερο

33

Αλέξανδρος Ταξιλδάρης

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ύπτιο

34

Μαρία Καλπακίδου

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

35

Μαρία Καλπακίδου

2004

Αθήνα

Ασημένιο

50μ. Ύπτιο

36

Γεώργιος Καραμηνάς

2004

Αθήνα

Ασημένιο

Σφαιροβολία

37

Ευθύμιος Καλαράς

2004

Αθήνα

Ασημένιο

Δισκοβολία

38

Ανθή Καραγιάννη

2004

Αθήνα

Ασημένιο

100μ. Στίβος

39

Ανθή Καραγιάννη

2004

Αθήνα

Ασημένιο

400μ. Στίβος

40

Ανθή Καραγιάννη

2004

Αθήνα

Ασημένιο

Άλμα εις μήκος

41

Γιάννης Κωστάκης

2004

Αθήνα

Χάλκινο

100μ. Ελεύθερο

42

Γεώργιος Καπελλάκης

2004

Αθήνα

Χάλκινο

50μ. Ύπτιο

43

Χρήστος Αγγουράκης

2004

Αθήνα

Χάλκινο

Σφαιροβολία

44

Παρασκευή Καντζά

2004

Αθήνα

Χάλκινο

100μ. Στίβος

45

Πασχάλης Σταθελάκος

2008

Πεκίνο

Χρυσό

Σφαιροβολία

46

Γεώργιος Καπελλάκης

2008

Πεκίνο

Χρυσό

50μ. Ελεύθερο

47

Χρήστος Ταμπαξής

2008

Πεκίνο

Χρυσό

50μ. Ύπτιο

48

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Χρυσό

100μ. Ύπτιο

49

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Χρυσό

100μ. Ελεύθερο

50

Ανθή Καραγιάννη

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

Άλμα εις μήκος

51

Γρηγόρης Πολυχρονίδης

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

Μπότσια

52

Αλεξάνδρα Δήμογλου

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

400μ. Στίβος

53

Παύλος Μάμαλος

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

Άρση Βαρών σε πάγκο

54

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

50μ. Ελεύθερο

55

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

100μ. Πεταλούδα

56

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

200μ. μεικτή ατομική

57

Γεώργιος Καπελλάκης

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

100μ. Ελεύθερο

58

Ανδρέας Κατσαρός

2008

Πεκίνο

Ασημένιο

50μ. Ύπτιο

59

Μαρία Σταματούλα

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

60

Ιωάννης Πρώτος

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

400μ. Στίβος

61

Αλεξάνδρα Δήμογλου

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

100μ. Στίβος

62

Αθανάσιος Μπαράκας

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

Άλμα εις μήκος

63

Αλεξάνδρα Δήμογλου

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

200μ. Στίβος

64

Τσε-Τζον Φερνάντες

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

65

Αναστάσιος Τσίου

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

66

Γεώργιος Καπελλάκης

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

200μ. Ελεύθερο

67

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

400μ. Ελεύθερο

68

Γεώργιος Καπελλάκης

2008

Πεκίνο

Χάλκινο

50μ. Ύπτιο

 

69

Γρηγόρης Πολυχρονίδης
Νικόλαος Πανανός
Μαρία-Ελένη Κορδαλή

2012

Λονδίνο

Χρυσό

Μπότσια ζευγάρια BC3

70

Πασχάλης Σταθελάκος

2012

Λονδίνο

Ασημένιο

Δισκοβολία

71

Αριστείδης Μακροδημήτρης

2012

Λονδίνο

Ασημένιο

50μ. Ύπτιο

72

Χρήστος Ταμπαξής

2012

Λονδίνο

Ασημένιο

50μ. Ύπτιο

73

Αριστείδης Μακροδημήτρης

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

100μ. Ελεύθερο

74

Αλεξάνδρα Δήμογλου

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

400μ. Στίβος

75

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

100μ. Ύπτιο

76

Πασχάλης Σταθελάκος

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

77

Αριστείδης Μακροδημήτρης

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

50μ. Ελεύθερο

78

Ανθή Καραγιάννη

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

Άλμα εις μήκος

79

Εμμανουήλ Στεφανουδάκης

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

Ακόντιο

80

Παύλος Μάμαλος

2012

Λονδίνο

Χάλκινο

Άρση Βαρών σε πάγκο

81

Αθανάσιος Κωνσταντινίδης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χρυσό

Σφαιροβολία

82

Εμμανουήλ Στεφανουδάκης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χρυσό

Ακόντιο

83

Παύλος Μάμαλος

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χρυσό

Άρση Βαρών

84

Τσε-Τζον Φερνάντες

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χρυσό

Σφαιροβολία

85

Δημοσθένης Μιχαλεντζάκης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χρυσό

100μ. Πεταλούδα

86

Δημήτριος Σενικίδης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Ασημένιο

Σφαιροβολία

87

Παναγιώτης Τριανταφύλλου

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Ασημένιο

Ξιφασκία-Σπάθη

88

Αθανάσιος Κωνσταντινίδης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Ασημένιο

Κορύνα Στίβος

89

Γρηγόρης Πολυχρονίδης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Ασημένιο

Μπότσια BC3

90

Δημήτριος Ζησίδης

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

91

Δημήτριος Μπακοχρήστος

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χάλκινο

Άρση Βαρών

92

Δήμητρα Κοροκίδα

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

 

93

Γρηγόρης Πολυχρονίδης
Νικόλαος Πανανός
Άννα Ντέντα

2016

Ρίο Ντε Τζανέιρο

Χάλκινο

Μπότσια μεικτό BC3

94

Παναγιώτης Τριανταφύλλου

2020

Τόκιο

Χάλκινο

Ξιφασκία-Σπάθη

95

Δημοσθένης Μιχαλεντζάκης

2020

Τόκιο

Χάλκινο

100μ. Ελεύθερο

96

Δημήτριος Μπακοχρήστος

2020

Τόκιο

Χάλκινο

Άρση Βαρών

97

Αθανάσιος Κωνσταντινίδης

2020

Τόκιο

Ασημένιο

Κορύνα Στίβος

98

Αντώνιος Τσαπατάκης

2020

Τόκιο

Χάλκινο

100μ. Πρόσθιο

99

Ευστράτιος Νικολαΐδης

2020

Τόκιο

Χάλκινο

Σφαιροβολία

100

Γρηγόρης Πολυχρονίδης

2020

Τόκιο

Ασημένιο

Μπότσια BC3

101

Αλεξάνδρα Σταματοπούλου

2020

Τόκιο

Χάλκινο

50μ. Ύπτιο

 

102

Γρηγόρης Πολυχρονίδης

Αναστασία Πυργιώτη

Άννα Ντέντα

2020

Τόκιο

Χάλκινο

Μπότσια μεικτό BC3

103

Αθανάσιος Προδρόμου

2020

Τόκιο

Ασημένιο

Άλμα εις μήκος

104

Αθανάσιος Γκαραβέλας
(οδηγός Σωτήριος Γκαραγκάνης)

2020

Τόκιο

Χρυσό

100μ. Στίβος

blank
blank

ΜΕΡΟΣ Β

Όλες οι παραπάνω είναι 104 απτές αποδείξεις ότι ο αθλητισμός προσφέρει την ευκαιρία σε άτομα με αναπηρία να προσεγγίσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους, να διακριθούν, να νιώσουν τη χαρά και το δέος. Η ανάγνωση είναι πάντοτε διττή, συμπεραίνεται ότι μέσω του αθλητισμού, της διοργάνωσης των Παραολυμπιακών Αγώνων εν προκειμένω, επιτυγχάνονται η κοινωνικοποίηση και η ισότιμη ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία σε συνδυασμό με την πλήρη αποδοχή, αναγνώριση και ισότιμη αντιμετώπιση από την κοινωνία στο σύνολό της. Δεν υπάρχει άλλος αντίστοιχος κλάδος, πολύ δύσκολα συναντάται ανάλογο παράδειγμα σε όλες τις υπόλοιπες κρατικές δομές. Διότι ο αθλητισμός και ο πρωταθλητισμός απευθύνονται σε όλους, ανεξαρτήτως ικανοτήτων, χρώματος, ταυτότητας, σεξουαλικού προσανατολισμού.

Εννοείται ότι έχει παθογένειες και αντιφάσεις, κάθε δημοφιλής δραστηριότητα με κοινωνική, οικονομική και επικοινωνιακή δύναμη αντιμετωπίζει ζητήματα ηθικού και κανονιστικού πλαισίου, κάθε ευαίσθητος κοινωνικός τομέας τίθεται αντιμέτωπος με κρίσεις. Η αξιοπιστία του αθλητισμού άντεξε, παρότι βάλλεται πανταχόθεν, παρά τη διαρκή προσπάθεια απονομιμοποίησης των αθλητικών αρχών, παρά το υπαρκτό πρόβλημα του ντόπινγκ, τη βιομηχανοποίηση των σπορ υψηλής δημοφιλίας, τη διαφθορά και τη βίαιη επαγγελματοποίηση των ασκούμενων αθλητών. Η συμμόρφωση με τους κανόνες είναι γενικότερο πρόβλημα των δυτικών κοινωνιών, σε όλους τους τομείς έχουν διαπραχθεί προφανείς κανονιστικές παραβάσεις, οι οποίες άγγιξαν με μια σχεδόν υπόγεια και λεπτή διαδικασία και τις αθλητικές αρχές. Τα σπορ ως δραστηριότητα διέπονται αφ’ εαυτών από ένα άκαμπτο σύστημα κανόνων, όπου η έννοια της εξουσίας είναι κεντρική, καθότι αναδεικνύεται η ανάγκη ύπαρξης ενός κριτικού υποκειμένου, το οποίο πρέπει να αναγνωρίζεται από όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των αθλητών και των θεατών. Δίχως αυτό το υποκείμενο δεν παρέχεται νομιμότητα στο τελικό αποτέλεσμα και στις σύγχρονες κοινωνίες έχει ριζώσει ως κουλτούρα ένα αίσθημα αποστροφής προς τα υποκείμενα που αντιπροσωπεύουν την εξουσία. Η αμφισβήτηση και ο εκ του οπαδισμού ή της ιδιοτέλειας φανατισμός εκπορεύονται από μια ιδεαλιστική προσέγγιση περφεξιονισμού. Στον επαγγελματικό αθλητισμό είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός “Λεβιάθαν”, μιας Αρχής η οποία τακτοποιεί σχέσεις αντικρουόμενων ανθρώπων στη λογική του homo homini lupus. Μόνο εάν εκ των προτέρων προσδοθεί ένα καθαρά συμβατικό σχήμα “αυτοδικαίωσης” στην αθλητική πρακτική, θα παραχθεί θεμιτό αποτέλεσμα. Βασική αρχή του αθλητισμού είναι η καλή πίστη, η οποία δεν απορρέει αποκλειστικά από μονομερή έγκριση, αλλά αποτελεί κυκλική σχέση όλων των εμπλεκόμενων μερών. Είναι πολύ εύκολο να κλονιστούν η αμεροληψία, η αγαθή πρόθεση και η αίσθηση δικαίου σε αυτόν τον τύπο “διανεμητικής” δικαιοσύνης, ειδικότερα εκεί όπου η ποσοτικοποίηση του αποτελέσματος απαιτεί αξιολόγηση της παράστασης. Στην πραγματικότητα, σε έναν κόσμο τόσο υψηλού ανταγωνισμού ισχύει η αρχή της ισότητας και των ίσων ευκαιριών, αλλά αθλητές και κοινό είναι αδύνατον να συνθηκολογήσουν με την ως άνω διαπίστωση, διότι οι περισσότεροι εκ των υπόλοιπων εμπλεκόμενων φορέων υπηρετούν ένα μοντέλο παρασιτίας, απαξιώνοντας επί της ουσίας το ίδιο το αθλητικό σύστημα που τους θρέφει.

Η μοναδική περίπτωση κατά την οποία το σύστημα είναι έκθετο αφορά στις περιπτώσεις ντόπινγκ. Πρόκειται για μια καθαρά φορμαλιστική δομή αθλητικής οργάνωσης που βασίζεται στο σχήμα κανόνων-κυρώσεων, αλλά αποτυγχάνει να επιλύσει άπαξ τα προβλήματα που προκύπτουν, εξαιτίας του γεγονότος ότι εμπλέκονται ο ηθικός και ο αξιακός παράγοντας. Το ζήτημα του ντόπινγκ αποκαλύπτει ένα ζοφερό πεδίο όπου, αντί να παράγονται υποστηρικτικές ιατροφαρμακολογικές παρεμβάσεις προς βελτίωση της απόδοσης του αθλητή, τίθεται σε κίνδυνο η ίδια η υγεία του. Το ζήτημα της ατομικής ή της συλλογικής ευθύνης είναι κεφαλαιώδους σημασίας και δεν εναπόκειται ούτε στην κρατική πρόληψη και μέριμνα ούτε στις αδηφάγες απαιτήσεις κοινού και χορηγών για κορυφαίες επιδόσεις. Για έναν άνθρωπο που αυτοπροσδιορίζεται ως “μηχανή” ποιος μπορεί να είναι ο σκοπός του αθλητισμού; Για ένα κοινό που αδυνατεί να αναγνωρίσει τι είναι εγγενώς καλό και σωστό, ποια μπορεί να είναι η ηθική του; Κάθε άτομο είναι ελεύθερο να καθορίζει τα κριτήρια και τις παραμέτρους της ηθικής αναφοράς του για τον προσδιορισμό των μέσων και των σκοπών της αθλητικής του δράσης και ενασχόλησης. Το ζητούμενο είναι τα όρια και η λάθος αντίληψη περί αθλητισμού ως κουλτούρας των καιρών μας. Το ντόπινγκ, η νίκη με κάθε κόστος ή, πιο σωστά, η μη αποδοχή της ήττας είναι προϊόντα απάτης και μιας ευρύτερης κοινωνικής συνθήκης με την οποία ο άνθρωπος βομβαρδίζεται από τα παιδικά του χρόνια. Μια ξέφρενη κούρσα εγωκεντρισμού, μια διαρκής και ανεξέλεγκτη επιβεβαίωση του εαυτού, ο οποίος οφείλει πάντα να κερδίζει. Ο αθλητικός μύθος, το είδωλο, κινδυνεύει να συνοψιστεί αποκλειστικά στο ενδιαφέρον και την απαίτηση για τη νίκη, το ρεκόρ, το “τέλειο”.

Ο κόσμος του αθλητισμού εντάσσεται σε μια προστατευμένη και καθορισμένη κοίτη της σύγχρονης κοινωνίας, δυστυχώς όμως είναι ενσωματωμένος και σε ένα οικονομικό σύστημα από το οποίο αντλεί έσοδα. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και δεδομένης της αδιαμφισβήτητης πρωτοκαθεδρίας της επικοινωνίας, δεν απέφυγε τη διάβρωση από έναν πολύπλοκο επικοινωνιακό μηχανισμό, ο οποίος διαρκώς παράγει συνέπειες. Η παρεμβατικότητα των Μέσων Επικοινωνίας και Κοινωνικής Δικτύωσης δημιούργησε μια ομογενοποιημένη γενιά άκρατων καταναλωτών αθλητικού θεάματος με παράλογες απαιτήσεις. Τα αθλητικά θεάματα μετατράπηκαν σε παθητικά αντικείμενα, πολλές φορές έγιναν το όχημα προσέλκυσης κοινού για άλλους σκοπούς, εκφυλίζοντας έναν μέχρι πρότινος αμόλυντο τομέα ψυχαγωγίας. Συνυπολογίζοντας το τεράστιο ζήτημα της διάσπασης προσοχής των νέων ανθρώπων, την ύπαρξη πολλαπλών εναλλακτικών επιλογών και την απορρόφηση εξωτερικών επιρροών αμφιβόλου ποιότητας, ο αθλητισμός κινδυνεύει να παραμείνει μεταμφιεσμένος σε κάτι απαθές, απροσδιόριστο και άνευ ενδιαφέροντος. Η βίαιη επαγγελματοποίηση, η αναγωγή των κορυφαίων αθλητών σε προϊόντα οικονομικής ανατροφοδότησης και η αλλοίωση του αθλητικού χαρακτήρα από τους παράγοντες που παρασιτούν απομάκρυναν το κοινό, απλούστατα διότι εναντιώνεται και απεχθάνεται αυτό το ολιγοπώλιο.

Γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα καινούργιο πλαίσιο ευθύνης, μια τακτοποίηση προς απάλειψη όλων αυτών των φαινομένων παρασιτίας, κυρίως μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας θεσμοθέτησης του μητρώου των αθλητικών σωματείων και φορέων (Ν.4373) καθώς και μέσω του εποπτικού ελέγχου της ΓΓΑ, η οποία ανέλαβε έναν αναβαθμισμένο ρόλο με σκοπό την ταχύτητα και την ακρίβεια στην επεξεργασία των στοιχείων, την πληρέστερη παρακολούθηση των αναγκών των σωματείων και τη δημιουργία μηχανογραφικής υποδομής για την ορθότερη αξιολόγησή τους και την κατανομή των κρατικών επιχορηγήσεων. Το 2020 θεσμοθετήθηκε και η πρώτη επίσημη καταγραφή του συνόλου των αθλητικών ερασιτεχνικών σωματείων στην Ελλάδα με Μητρώο, το οποίο, εξασφαλίζοντας όρους διαφάνειας και αξιοπιστίας, χρησιμοποιείται όπου απαιτείται να κριθεί το κατά πόσον ένα ερασιτεχνικό αθλητικό σωματείο είναι νόμιμο και ενεργό και όχι βιτρίνα άλλων επιδιώξεων. Προμετωπίδες ο ερασιτεχνικός αθλητισμός, η συλλογή και η καταγραφή των στοιχείων και εν τέλει η επιστροφή στις στέρεες βάσεις όλου του αθλητικού οικοδομήματος. Έπρεπε να δημιουργηθεί ένα νέο αίσθημα ευθύνης που μόνο η επιστροφή στην τάξη και την ηθική μπορούσε να εξασφαλίσει. Η πολυπλοκότητα της σχέσης μεταξύ αθλητισμού, θεσμών και επιχειρήσεων τοποθετεί το ηθικό πρόβλημα σε κεντρική θέση, ανακαλύπτοντας εκ νέου τον πυρήνα γύρω από τον οποίο περιστρέφονται όλα αυτά τα στοιχεία, δηλαδή τον άνθρωπο. Ειδικότερα σε καιρούς κατά τους οποίους η ανθρωπότητα δοκιμάστηκε, ήταν κάτι παραπάνω από αναγκαίο ένα όραμα προοπτικής για τον αθλούμενο και τον φίλαθλο, για τον άνθρωπο και τη διυποκειμενικότητά του. Δεν επρόκειτο για κάποια καινοτόμο εννοιολόγηση αλλά για κοινωνική επιταγή. Όλη αυτή η ηθική κοινωνική πτυχή συνδυάζεται στενά και συνεκτικά με όλες τις άλλες περιοχές του αθλητικού κόσμου, στοχεύοντας σε ένα είδος πολιτισμικής εγρήγορσης που δεν αφήνει περιθώρια παραδρομής, εξαιτίας της προοδευτικά αυξανόμενης διάστασης του αθλητισμού στις αναπτυγμένες οικονομίες. Είναι απόλυτα κατανοητή η διάρθρωση με κριτήρια κέρδους και σε λογικές “αγοράς”, πλην όμως υποκείμενο φαινόμενο αυτής της διαδικασίας υπήρξε η συνεχής μείωση του ελεύθερου χρόνου στις κοινωνίες υψηλού εισοδήματος.

Στην πραγματικότητα, από οικονομική άποψη, ο αθλητισμός της δυτικής ελίτ αντιπροσωπεύει μόνο την κορυφή του παγόβουνου σε μια πολύ ευρύτερη βάση οικονομικών δραστηριοτήτων που συνδέονται με τον ημιεπαγγελματικό αθλητισμό και κυρίως με την ερασιτεχνική δραστηριότητα. Με αυτόν τον τρόπο η οικονομία του αθλητισμού αποτελεί δικαίως μέρος της ευρύτερης οικονομίας αναψυχής, η οποία υπολογίζεται ότι αντιπροσωπεύει περί το 10% των συνολικών δαπανών των κατά κεφαλήν οικονομιών υψηλότερου εισοδήματος. Υπάρχουν δύο ορισμοί της οικονομίας του αθλητισμού. ο πρώτος, πιο περιορισμένος, οριοθετεί το πεδίο έρευνας στις οικονομικές επιπτώσεις του μεγάλου επαγγελματικού αθλητισμού και των μεγάλων γεγονότων. ο δεύτερος περιλαμβάνει και τις έμμεσες επιπτώσεις του αθλητισμού, όπως η προκαλούμενη αγορά αθλητικών ενδυμάτων και εξοπλισμού, ο αθλητικός τουρισμός, η αγορά εφημερίδων και αθλητικών εκδόσεων.

ΜΕΡΟΣ Γ

blank

Στην Ελλάδα, η αθλητική οικονομία συλλαμβάνεται συνήθως με την πρώτη έννοια, ολόκληρη η οικονομική ανάλυση του αθλητικού φαινομένου με την εφαρμογή των παραδοσιακών εργαλείων της νεοκλασσικής μικροοικονομικής θεωρίας όμως επεκτείνεται στην ευρύτατη έννοια του «αθλητικού προϊόντος». Η Γαλλική σχολή, επί παραδείγματι, εφαρμόζει τα παραδοσιακά εργαλεία της οικονομικής θεωρίας στον αθλητισμό με πολύ περισσότερη παρρησία και έστω και με λίγη καχυποψία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι, για την κατανόηση της οικονομικής της σημασίας, είναι απαραίτητη η χρήση εργαλείων από την Κοινωνιολογία, τη Δημογραφία και το Δίκαιο. Στην Ελλάδα θεωρητικά ισχύουν τα μοντέλα κέρδους και τα υποδείγματα χρησιμότητας που προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, δηλαδή από μια χώρα όπου τα τέσσερα πιο δημοφιλή αθλήματα έχουν οργανωθεί σύμφωνα με τα κριτήρια της αγοράς. Το αθλητικό φαινόμενο όμως παρουσιάζει ουσιαστικές διαφορές σε σχέση με τις συνήθεις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες πηγάζουν από οργανωτικές και παραγωγικές ιδιαιτερότητες. Το αθλητικό προϊόν είναι κοινό προϊόν, προκύπτει από τη συνεργασία/σύγκρουση δύο ομάδων που αποτελούν οικονομικά δύο διαφορετικές εταιρείες.  Το δεύτερο χαρακτηριστικό, απόρροια του πρώτου, είναι ότι το ενδιαφέρον του κοινού για το αθλητικό θέαμα είναι μεγαλύτερο όσο μεγαλύτερη είναι η αβεβαιότητα έκβασης του αποτελέσματος. Από αυτές τις δύο ιδιαιτερότητες του αθλητικού θεάματος γεννάται το τρίτο χαρακτηριστικό, το οποίο δεν συναντάται σε κανέναν άλλον τομέα οικονομικής δραστηριότητας. το μη συμφέρον μιας επιχείρησης (ομάδας) να γίνει μονοπώλιο στον τομέα. Οι μηχανισμοί που εγγυώνται την αβεβαιότητα του αποτελέσματος είναι για τους οικονομολόγους οι γνωστοί μηχανισμοί κατανομής της ανταγωνιστικής αγοράς. Το ευρωπαϊκό αθλητικό γίγνεσθαι και συνεπώς και το ελληνικό πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο στο αμερικανικό και ως εκ τούτου τα μοντέλα που περιγράφηκαν έχουν όλο και μεγαλύτερη ερμηνευτική εγκυρότητα στην τρέχουσα ευρωπαϊκή αθλητική πραγματικότητα.

Η οικονομική σημασία του αθλητισμού, αμελητέα ως φαινόμενο της αγοράς μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960, εκρήγνυται, φτάνοντας στη σημερινή του σημασία, με τη δυνατότητα μετάδοσης αθλητικών γεγονότων ζωντανά στην τηλεόραση. Η σχέση αθλητισμού και τηλεόρασης ξεκίνησε ιστορικά στις 17 Μαΐου 1939, την ημέρα οπότε ένας αγώνας μπέιζμπολ μεταδόθηκε τηλεοπτικά για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρώπη ακολουθεί με καθυστέρηση άνω των 10 ετών. η άνθηση των ευρωπαϊκών εθνικών τηλεοράσεων χρονολογείται από τη δεκαετία του 1950. Στη συνέχεια, η Eurovision και το World Vision (που εγκαινιάστηκαν με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο το 1964) επικυρώνουν την οριστική επιβεβαίωση αυτού του μέσου επικοινωνίας. Στην Ελλάδα η σημασία του αθλητισμού εκδηλώνεται ως μια σωστά οικονομική δραστηριότητα από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, όταν η δημόσια τηλεόραση αποτέλεσε το βασικό ελατήριο για την ανάπτυξή του σε όγκο και αξία. Ο συνδυασμός τηλεόρασης και αθλητισμού παράγει θεατές, οι οποίοι, επηρεασμένοι από το τηλεοπτικό μήνυμα, γίνονται αγοραστές αγαθών και υπηρεσιών. Η αποτελεσματικότητα της διαφημιστικής καμπάνιας και της χορηγίας επηρεάζει τα αποτελέσματα των πωλήσεων των διαφημιζομένων και των χορηγών στις τελικές αγορές τους και από αυτές τις περίπλοκες οικονομικές σχέσεις προκύπτουν ροές και χρηματοοικονομικές σχέσεις. Το 1989, όταν γεννήθηκε η ιδιωτική τηλεόραση, ο ανταγωνισμός μεταξύ των τηλεοπτικών δικτύων έφερε την αύξηση των τιμών για τα δικαιώματα μετάδοσης κορυφαίων γεγονότων και με τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση εισήχθη το μοντέλο της συνδρομητικής τηλεόρασης, το οποίο εκτόξευσε τελειωτικά τα μεγέθη.

Ο αθλητισμός αναπτύχθηκε παράλληλα με την τηλεόραση και μάλιστα σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούσε η δημόσια. Ως εκ τούτου, ο αθλητισμός της χώρας μας είναι αποτέλεσμα δημόσιων και ιδιωτικών δραστηριοτήτων, με ποικίλους βαθμούς δημόσιας παρέμβασης ανάλογα την περίσταση. Η προέλευσή του εδράζεται στην κοινωνία των πολιτών, μετά από τεράστιες ιστορικές και πολιτικές μοχλεύσεις που ανέδειξαν από τις αρχές μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα εκατοντάδες συλλόγους πολυαθλητικών δραστηριοτήτων με πολλά διαφορετικά τμήματα. Ο δυτικός του προσανατολισμός, προσαρμοσμένος στις εσωτερικές ανάγκες και σταθερές, δέχτηκε τεράστια πίεση και από τα προηγμένα Ευρωπαϊκά μοντέλα αλλά και από την επέλαση του αμερικανικού οικονομικοαθλητικού επεκτατισμού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχοντας πλήρη επίγνωση αυτής της πίεσης, διείδε το πρόβλημα και προσπάθησε να θωρακίσει την ιδιόμορφη ευρωπαϊκή ιστορία και παράδοση, δεν κατόρθωσε όμως να αναχαιτίσει την υπόθεση Μποσμάν το 1995, διά της οποίας επήλθε η αλλοίωση του εθνικού χαρακτήρα των εγχώριων αθλητικών διοργανώσεων. Τα οφέλη της ενιαίας αγοράς και η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων από τη μία, η απώλεια της εθνικής αθλητικής ταυτότητας από την άλλη. Το σύστημα χρηματοδότησης του αθλητισμού στην Ευρώπη άλλαξε ριζικά και ξεκίνησε να εξαρτάται όλο και περισσότερο από τα έσοδα χορηγιών και άλλων μορφών εμπορικής επικοινωνίας και από τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Προέκυψε ο κίνδυνος να επιβιώσουν μόνο τα ελκυστικά εμπορικά αθλήματα και να εξαφανιστούν τα λεγόμενα “μικρά”, ενώ ταυτόχρονα η απόσταση μεταξύ επαγγελματιών και ερασιτεχνών αθλητών έγινε χαώδης. Κάποτε αρκούσαν τα ποσοστά από το ΠΡΟ-ΠΟ για το κράτος και τα σωματεία, πλέον η οικονομική πίεση είναι τεράστια και αδιέξοδη. Ειδικότερα μετά τη δριμεία οικονομική κρίση που έπληξε την ελληνική κοινωνία και οικονομία στις αρχές της δεκαετίας του 2010, ο αθλητισμός πραγματικά δοκιμάστηκε σε κάθε επίπεδο και συντελέστηκε ένα είδος μικρής “αθλοκτονίας”, η οποία οδήγησε στην ανάγκη θέσπισης νέων κανόνων (όρα Μητρώο Σωματείων και Φορέων) και αναζήτησης νέων πόρων και διεξόδων. Μία από αυτές υπήρξε και η προσφυγή στα μοντέλα αθλητικού τουρισμού, ενός τομέα που στη γενικότερή του προέκταση ευδοκιμεί στην πατρίδα μας.

Ως «Αθλητικός Τουρισμός» νοείται κάθε ενεργητική και παθητική ανάμειξη σε αθλητικές δραστηριότητες εντασσόμενες στο πλαίσιο του τουρισμού ως επιλογή και με πρωτεύοντα στόχο την ψυχαγωγία και την ήπια άθληση και όχι τη συμμετοχή σε αθλητικά δρώμενα ή την προετοιμασία τους για αυτά. Οι σχετικές με τον τουρισμό αθλητικές δραστηριότητες περιλαμβάνουν την ενεργητική συμμετοχή του επισκέπτη σε ένα άθλημα ή σε αθλητικές εκδηλώσεις, την προσωπική εξέλιξη ή βελτίωση της κατάρτισης σε ένα άθλημα, την παρακολούθηση ενός αθλήματος ή μίας αθλητικής διοργάνωσης ως θεατή, την επίσκεψη σε τοποθεσίες και μέρη που σχετίζονται με την ιστορία, την πολιτιστική κληρονομιά, την κουλτούρα του αθλήματος ή ενός αθλητικού μύθου και ασφαλώς τη βελτίωση της υγείας, της φυσικής κατάστασης και της ευεξίας μέσω της αθλητικής δραστηριότητας. Προέκυψαν νέες κατηγορίες τουριστικού ενδιαφέροντος για την Ελλάδα, όπως ο Τουρισμός Αθλητικών Διοργανώσεων, ο οποίος περιλαμβάνει τόσο τους τουρίστες, οι οποίοι ταξιδεύουν για να παρακολουθήσουν αθλητικούς αγώνες, συνδυάζοντας χρονικά τις διακοπές τους µε τις αθλητικές διοργανώσεις, όσο και τις ομάδες αθλητών, τους μεμονωμένους αθλητές, τις αποστολές, τους τεχνικούς και τους δημοσιογράφους, οι οποίοι ταξιδεύουν για να συμμετέχουν σε αθλητικούς αγώνες και παρατείνουν χρονικά τη διαμονή τους στον τόπο διεξαγωγής του αθλητικού αγώνα. Έπειτα, υπάρχει ο Τουρισμός Αθλητικής Αναψυχής και Περιπέτειας, ο οποίος αναφέρεται είτε στον επισκέπτη που στο πλαίσιο των διακοπών του αποβλέπει παράλληλα και στη βελτίωση της υγείας, της φυσικής του κατάστασης και ευεξίας είτε σε εκείνον που επισκέπτεται έναν ασυνήθιστο, δυσπρόσιτο, απομονωμένο ή εξωτικό χώρο για τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων αναψυχής μέσω προγραμμάτων υπαίθριων αθλητικών δραστηριοτήτων, οι οποίες διακρίνονται σε ήπιες (πεζοπορία, ιππασία, τρέξιμο, τοξοβολία αναψυχής, ιστιοπλοΐα), έντονες (ράφτινγκ, θαλάσσιο σκι, ποδηλασία βουνού, αυτόνομη κατάδυση (scuba diving), αναρρίχηση, ιστιοσανίδα) και αυξημένης επικινδυνότητας («extreme sports», όπως η ελεύθερη πτώση (sky diving), το μπάντζι τζάμπινγκ, το κλιφ ντάιβινγκ). Άλλοι τομείς είναι ο Χειμερινός και Χιονοδρομικός Τουρισμός, ο οποίος θα μπορούσε να ισχύει υπό συγκεκριμένες κλιματολογικές συνθήκες (δεν ευνοούνται στην Ελλάδα), και ο Αεροπορικός Τουρισμός, ο οποίος αφορά σε τουριστικές επισκέψεις με ιδιόκτητο ή μισθωμένο πτητικό μέσο (αεροσκάφος, ελικόπτερο κ.α.), φαινόμενο πολύ πιο σπάνιο, μιας και περιλαμβάνει ακριβές και ιδιαίτερες δραστηριότητες, όπως η αεροπεριήγηση, η αεροπορική ξενάγηση τουριστών πάνω από ενδιαφέροντες τουριστικούς προορισμούς με αεροπλάνο, ελικόπτερο, αερόστατο κλπ, πτήση με αλεξίπτωτο πλαγιάς, ανεμόπτερο ή δελταπλάνο (ατομική ανεμοπορία), πτήση με ειδικό αλεξίπτωτο ή πτητική συσκευή, με απογείωση από πλαγιά σε ύψος, κάνοντας χρήση των ανοδικών ρευμάτων αέρα που βρίσκονται μπροστά στην πλαγιά και με απαιτούμενες τόσο την ύπαρξη ειδικού εξοπλισμού σύμφωνα με εξειδικευμένα πρότυπα ασφαλείας όσο και τη συνοδεία έμπειρων και εκπαιδευμένων πιλότων. Στην Ελλάδα αναπτύχθηκαν προγράμματα αθλητικής αναψυχής από ομάδες εμψυχωτών και προπονητές/γυμναστές σε μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες με ειδικές υποδομές (γυμναστήρια, σπα, γήπεδα, πισίνες, μαρίνα, κέντρο θαλάσσιων σπορ κ.α.) ή και σε θεματικά πάρκα και αθλητικές κατασκηνώσεις, προγράμματα τα οποία εισήγαγαν αθλητικές δραστηριότητες αναψυχής-περιπέτειας στη θάλασσα (όπως καταδύσεις, κάιτ σέρφινγκ, ιστιοσανίδα, ιστιοπλοΐα), σε λίμνες και ποτάμια (όπως κανό-καγιάκ, ράφτινγκ), σε ορεινές, ημιορεινές, πεδινές και αστικές ή ημιαστικές περιοχές (όπως ορειβασία, αναρρίχηση, ποδηλασία βουνού, εξοχής ή πόλης, ιππασία, γκολφ για αρχαρίους, δραστηριότητες με βάση το τρέξιμο, περιπατητικές εκδρομές (χάικινγκ, τρέκινγκ) σε φυσικά και τεχνητά μονοπάτια στην ύπαιθρο, τα δάση, τα χωριά), στον αέρα (ανεμόπτερο, «αετός», αλεξίπτωτο πλαγιάς), σε θεματικά πάρκα, αθλητικές κατασκηνώσεις, χιονοδρομικά κέντρα, παγοδρόμια και αναρριχητικά πεδία. Τέλος, έγινε μια προσπάθεια να ενταχθεί και ο Προπονητικός Τουρισμός, ο οποίος αφορά στην επίσκεψη επαγγελματικών ή και ερασιτεχνικών ομάδων σε έναν τόπο με βασικό κίνητρο τη συμμετοχή τους σε προγράμματα προετοιμασίας και αποθεραπείας, τα οποία πραγματοποιούνται ιδίως σε Κέντρα Προπονητικού Αθλητικού Τουρισμού, τελεί ωστόσο σε πολύ πρώιμο στάδιο.

Δεν είναι εύκολο να πετύχουν όλοι οι νεωτερισμοί ούτε να συμβούν όλα σε σύντομα χρονικά διαστήματα. Ο αθλητισμός είναι βαθιά ριζωμένος στην κουλτούρα των λαών και συχνά αποτελεί και ένα όχημα, έναν από τους τρόπους εκπροσώπησης των ιδανικών του. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η αθλητική παράδοση έχει αναπτυχθεί με πολύ διαφορετικό τρόπο από ό,τι στην ευρωπαϊκή πλευρά. Στην Ελλάδα δε αυτή η διαφορά είναι μεγαλύτερη ακόμα και σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η ελληνική ποικιλομορφία έχει μεταφραστεί σε διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης, ζωής, παραγωγής και κατανάλωσης. Παρά τους μετασχηματισμούς στον χώρο του αθλητισμού, το ελληνικό αθλητικό σύστημα (και το κοινό του) εξακολουθεί να πορεύεται με έντονους τοπικούς συνειρμούς και στο γενικότερο πλαίσιο να βασίζεται σε έναν αξιοκρατικό μηχανισμό προαγωγής-υποβιβασμού. Με δεδομένες τις βίαιες μεταρρυθμίσεις που συνέβαιναν στην αγορά επί σχεδόν μια δεκαετία, με την εκτόξευση των τιμών στο χρηματιστήριο ορισμένων (κυρίως) ποδοσφαιρικών συλλόγων στην υπόλοιπη Ευρώπη και με την παράταση της ύφεσης στο εγχώριο γίγνεσθαι, τα ελληνικά σωματεία, με ελάχιστες εξαιρέσεις, εμφανίζουν οικονομικές καταστάσεις με πολλά χρέη ή, τουλάχιστον, μακριά από κέρδη. Λαμβάνοντας ως παράδειγμα το πιο δημοφιλές άθλημα, ο μετασχηματισμός του ελληνικού ποδοσφαίρου προς την κατεύθυνση μιας πιο εξευρωπαϊσμένης οικονομικά αγοράς δεν έχει ολοκληρωθεί και η σημερινή δομή του είναι το αποτέλεσμα της κληρονομιάς, της παράδοσης και των οικονομικών ωθήσεων, σύμφωνα με το αρχέγονο μοντέλο χρηματοδότησης του πανίσχυρου ιδιοκτήτη. Οποιαδήποτε αλλαγή τούτη την εποχή θα έφερνε στο φως όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτιστικά, ανθρωπολογικά και ίσως και πολιτικά προβλήματα. Το κοινό έχει πάψει να παθιάζεται, να προσεγγίζει τον αθλητισμό με φίλαθλο πνεύμα, ο οπαδισμός με την παλιά ρομαντική έννοια τείνει να εκλείψει εντελώς. Τα σπορ, το “ματς”, ένα μεγάλο αθλητικό γεγονός είναι ευκαιρία για κοινωνικοποίηση, αλληλεπίδραση με τους συνομηλίκους, ανάγκη για συμμετοχή στις τάσεις. Η ελληνική πραγματικότητα βρίσκεται ενώπιον ενός μοντέλου ψυχαγωγίας ανάλογου με εκείνο των ΗΠΑ, όπου η έννοια της ενεργούς συμμετοχής του φιλάθλου/οπαδού είναι μηδαμινή. Ο παραδοσιακός αθλητισμός έπαψε να συγκινεί, έπαψε να αποτελεί προαπαιτούμενο στις παρέες των νέων ανθρώπων, γιατί ομοιάζει με άσκηση συγκέντρωσης προσοχής. Όλα τα λαοφιλή αθλήματα, όπως μάθαμε να τα κατηγοριοποιούμε, είναι πολύ βαρετά για έναν κόσμο που ταξιδεύει με πλευρικές ταχύτητες και ολοένα και απομακρύνεται εξαιτίας των προηγμένων συστημάτων επικοινωνίας.

Η σημερινή κοινωνία έχει αναδείξει τον χρόνο σε κύριο και αληθινά μοναδικό ανθρώπινο πόρο. Στα αθλήματα με αόριστη διάρκεια, όπως φερειπείν το τένις, η κατάσταση γίνεται δραματική, ειδικά για τους νέους ή τους περιστασιακούς θεατές. Παιδιά, τα οποία διαδρούν και αποφασίζουν τα ίδια για την έκβαση των αγώνων στους προσομοιωτές και τις παιχνιδομηχανές, πρέπει να αφιερώσουν πάνω από ένα τρίωρο για μια παράσταση που είναι το λιγότερο βαρετή στα μάτια και το μυαλό τους. Εκείνες οι ρομαντικές εποχές, όταν ο πατέρας έπιανε το παιδί από το χέρι, το πήγαινε στο γήπεδο και το μυούσε στην ιεροτελεστία και την κουλτούρα του αγώνα, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν συμβαίνει πια, τουλάχιστον όχι με τη συχνότητα του παρελθόντος. Όχι μόνο επειδή τα παιδιά δεν θέλουν ή δεν ενδιαφέρονται, αλλά πλέον υπάρχει υπερπροσφορά δραστηριοτήτων, μια ποικιλία άνευ προηγουμένου και η απόλυτη ανάγκη για κάτι το ξεχωριστό και πιθανόν πιο παραγωγικό. Σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις, γονείς μπαίνουν στη διαδικασία επικοινωνίας με τα παιδιά τους μέσω των βιντεοπαιχνιδιών. Βρίσκουν διαύλους σε μια βιομηχανία που δεν τους θέλει, γιατί η διείσδυση ενός ενήλικα σε μια αυτόνομη οικονομία της τάξης των 240 δισεκατ. δολαρίων είναι επικίνδυνη για τα έσοδα. Το κλειδί και εδώ είναι ο χρόνος. Ο ανταγωνισμός πάντοτε αφορά στον χρόνο και οι στιγμές πια είναι λιγοστές και πολύτιμες. Είναι φύσει αδύνατον να παρακολουθήσει ένας ενήλικας τους ρυθμούς ενός ζωντανού παιδιού και να ελέγχει τις δραστηριότητές του. Πολλές από αυτές αδυνατεί και να τις καταλάβει. Τα παιδιά πλέον διαθέτουν την ικανότητα να αφιερώνουν μικρά τμήματα από τον χρόνο τους με απίστευτη προσαρμοστικότητα σε διαφορετικά αντικείμενα. Παίζουν σε μια οθόνη το αγαπημένο τους παιχνίδι και επικοινωνούν μέσω της κονσόλας με τον φίλο τους, γνωρίζουν ένα άλλο παιδί που είναι συνδεδεμένο από την άλλη άκρη του κόσμου, λένε τα νέα τους από το σχολείο, κρατώντας ένα χειριστήριο ή ένα σμαρτ φόουν στο χέρι. Ο κόσμος των αθλητικών επιχειρήσεων έχει προσπαθήσει να πλησιάσει αυτόν τον απίθανο καινούργιο κόσμο με τον ηλεκτρονικό αθλητισμό, τα «esports». Η ομάδα, η πραγματική ομάδα, το έμβλημα, η ιστορία της, είναι το όχημα για να προκληθεί το ενδιαφέρον. Η ουσία όμως παραμένει. όλα ανάγονται σε μια εικονική πραγματικότητα. Το σύστημα εμπλουτίστηκε από μια εμπορική ανάγκη που δεν αναγνωρίζει πλέον την ομάδα ως σύμβολο ενός αθλητικού συλλόγου αλλά ως κερδοσκοπική εταιρεία. Η συγκεκριμένη μετατόπιση δεν αλλοιώνει απλώς την ταυτότητα της ομάδας, πάνω απ’ όλα θέτει σε κίνδυνο τον ρόλο που διαδραματίζει σε κοινωνικό επίπεδο. Οι ομοσπονδίες, οι λίγκες, ολόκληρος ο μηχανισμός εντός και πέριξ του αθλητισμού προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει τρόπους προσέλκυσης των νέων. Λειτουργούν οι ακαδημίες, αντέχουν οι δραστηριότητες και ο σχολικός αθλητισμός, αλλά σε λίγα χρόνια η κοινωνία θα στερέψει από ανθρώπους πρόθυμους να παρακολουθήσουν αθλητικό θέαμα. Διενεργείται μια προσπάθεια να γίνει το προϊόν πιο ελκυστικό στις νέες γενιές με διάφορα εκδηλώσεις και δρώμενα που πλησιάζουν στις εικόνες των βιντεοπαιχνιδιών, αλλά η πλειοψηφία έχει στεφθεί με αποτυχία. Σε πολλές προηγμένες ευρωπαϊκές πραγματικότητες έχουν τεθεί επί τάπητος και ρηξικέλευθα, επαναστατικά σχέδια με κανονιστικές αλλαγές που θα βελτιώσουν την απόλαυση του θεάματος. Οι πρεσβύτεροι αγαπούν και σκαρφίζονται κανόνες, οι νέοι όμως είναι φτιαγμένοι για τις εξαιρέσεις. Η έλλειψη ιδεών, η απουσία φαντασίας, η λάθος προσέγγιση με μοναδικό κριτήριο τον οικονομικό προσπορισμό είναι από μόνα τους σκληρά παράδοξα που μας οδήγησαν στο αδιέξοδο του σήμερα. Ο αθλητισμός γέρασε, ακριβώς επειδή προσπάθησε να “νεάσει”. Πλησίασε πιο κοντά στις συνήθειες των νέων, χωρίς να τους έχει μελετήσει, δίχως να εξετάσει τα πραγματικά αίτια της κουλτούρας τους και τους λόγους της αποστασιοποίησής τους. Ο μεγάλος φόβος είναι ότι χάνεται το ενδιαφέρον για τον αθλητισμό γενικά. για όσα συμβολίζει, για το συναίσθημα που εκκρίνει, για όλα τα παράπλευρα που γεννά και στα οποία αφορά. Το ζήτημα δεν είναι ο αθλητισμός ως δραστηριότητα αλλά η αθλητική κουλτούρα εν γένει σε πολύ δύσκολους καιρούς για την ανθρωπότητα σε υγειονομικό και κοινωνικό επίπεδο, στην εποχή των στιγμών, σε μια εποχή όπου όλα ανατρέπονται, στην εποχή του «όλα ή τίποτα», στην εποχή του «αμέσως ή ποτέ». Ο αγώνας είναι πολύ μεγάλος και πολύπλευρος. Με τον δυτικό κόσμο να βρίσκεται αντιμέτωπος με έννοιες όπως η παιδική παχυσαρκία, η ακινησία και η αδυναμία εύρεσης δραστηριοτήτων στα αστικά κέντρα, η εύρεση τρίτων οδών για να εξάψουμε το ενδιαφέρον των νέων είναι το μεγάλο στοίχημα. Δεν αρκούν οι δυο ώρες Φυσικής Αγωγής στο σχολείο, τις οποίες οι περισσότεροι μαθητές αντιμετωπίζουν σαν “ελεύθερη ώρα”. Δεν είναι δυνατόν να απαιτείται από τους γονείς η προσαρμογή του ήδη φορτωμένου προγράμματός τους στις ανάγκες μιας εξωσχολικής δραστηριότητας του παιδιού τους και μάλιστα με σεβαστό οικονομικό αντίτιμο τις περισσότερες των περιπτώσεων. Εδώ και πολλά χρόνια καλλωπίζονται τα κλαδιά, αντί να ποτίζονται οι ρίζες. Τα παιδιά παρασύρονται από εικόνες που επιβλήθηκαν, κυνηγούν ανέφικτα μοντέλα “Superman” και “Wonderwoman”, πνίγουν το μεγαλύτερο όπλο στη φαρέτρα τους, τη φαντασία. Αυτό είναι το φίλτρο που αποστερεί η εικονική πραγματικότητα και σε αυτό οφείλει να εστιαστεί θεσμικά η σπουδή των ειδικών. Τα σπορ του μέλλοντος πρέπει να είναι απτά, πραγματικά, όχι σε εικονική μορφή. Δεν είναι νοσταλγική ή ξεπερασμένη αντίληψη, είναι ο μόνος τρόπος να εφευρεθεί ένα ελιξίριο νεότητας για μια πραγματικότητα που γερνάει επικίνδυνα.

ΜΕΡΟΣ Δ

blank

ΜΕΡΟΣ Ε

blank

Σίγουρα στο μέλλον το σύστημα αθλητισμού θα ανατραπεί, σύμφωνα όμως με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προφυλαχθεί και να επιτευχθεί με κάθε τρόπο ο ενιαίος χαρακτήρας και η ενότητα των Ευρωπαϊκών χωρών, με σκοπό τη διαφύλαξη και την υλοποίηση των ιδανικών και των αρχών που αποτελούν την κοινή τους κληρονομιά και τη διευκόλυνση της οικονομικής και κοινωνικής προόδου κάθε χώρας ξεχωριστά. Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι, παρά τις ιστορικές της θύελλες, παρά το ισχνό οικονομικό της στάτους στην παγκόσμια οικονομία και την γλίσχρα επιρροή της στις παραδοσιακές Μεγάλες Δυνάμεις, δύναται να διαδραματίζει πολύ σπουδαίο ρόλο στο παγκόσμιο αθλητικό γίγνεσθαι. Μάχεται αποτελεσματικά για την πρόληψη του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της φυλετικής μισαλλοδοξίας στον αθλητισμό. Παλεύει για τη βελτίωση της φυσικής αγωγής και του αθλητισμού για παιδιά και νέους σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης στον αθλητισμό, σεβόμενη την αρχή της αυτονομίας του στην Ευρώπη. Προωθεί την ακεραιότητα του αθλητισμού έναντι της χειραγώγησης των αποτελεσμάτων, ιδίως των στημένων αγώνων, υιοθετώντας καινοτόμους και πολλές φορές υπέρ το δέον σκληρούς κανονισμούς. Στεκόμενη ενώπιον των δεδομένων, επαγρυπνά για την προστασία των παιδιών και των νεαρών αθλητών και αθλητριών από κινδύνους που συνδέονται με τη μετανάστευση. Δειλά ξεκίνησε και τις δράσεις σχετικά με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στον αθλητισμό, σταθερά προωθεί τη χρηστή διακυβέρνηση. Με κληρονομιά το Ολυμπιακό Ιδεώδες που η ίδια αναβίωσε και τη ζηλευτή δημοκρατική της παράδοση, είναι σημαντική αρωγός μιας νέας και πρωτοπόρας ευρωπαϊκής προσέγγισης στις αθλητικές πολιτικές και την εφαρμογή τους. Σεβόμενη απόλυτα τα ανθρώπινα δικαιώματα στον αθλητισμό, έχοντας κατά νου ότι είναι απαραίτητο να συμφωνηθεί ένα κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ανάπτυξη του αθλητισμού στην Ευρώπη, βασισμένο στις αρχές της πλουραλιστικής Δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και τονίζοντας ότι ο αθλητισμός μπορεί να συμβάλει στην προώθηση της ατζέντας για τη βιώσιμη ανάπτυξη, η Ελλάδα, συμπληρώνοντας 200 χρόνια ανεξαρτησίας, προσλαμβάνει θεμελιώδη ρόλο στην υλοποίηση του στόχου. Πάντοτε σεβόμενη την Ευρωπαϊκή Χάρτα Αθλητισμού, όπως αναθεωρήθηκε στην Σύνοδο της 13ης Οκτωβρίου 2021, ενισχύοντας τους δεσμούς μεταξύ των λαών και αναπτύσσοντας την ευαισθητοποίηση της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Ο αθλητισμός μπορεί να συμβάλει ποικιλοτρόπως στην προσωπική ευημερία και την κοινωνική ανάπτυξη,  μιας και η σωματική άσκηση βοηθά ιδιαίτερα στην προώθηση τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής ευεξίας, δεδομένου ότι υπάρχει στενή αλληλεπίδραση μεταξύ των υγιών περιβαλλοντικών συνθηκών, των αθλητικών δραστηριοτήτων και της ανάγκης ενσωμάτωσης της αρχής βιώσιμης ανάπτυξης στον αθλητισμό. Κεντρική κατεύθυνση είναι ο συνδυασμός προτύπων για την ανάπτυξη του αθλητισμού και την αθλητική ηθική σε ένα ενιαίο πρότυπο αναφοράς για ολόκληρο το αθλητικό κίνημα, προκειμένου να προωθηθούν οι αξίες και τα οφέλη του. Η δομή του ανταγωνιστικού αθλητισμού, η οποία βασίζεται κυρίως σε μια εθνική διαμόρφωση με αγώνες σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, έχει ήδη αποφέρει οφέλη όσον αφορά στη συνεκτική ανάπτυξη του αθλητισμού και της διεθνούς αλληλεγγύης. Τα πολλαπλά ατομικά και κοινωνικά οφέλη του αθλητισμού, ιδίως για την υγεία, την κοινωνικοποίηση και την εκπαίδευση, προάγουν τις αξίες των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, οδηγούν σε μια ανάπτυξη δίχως κοινωνικούς αποκλεισμούς, όπου καθένας έχει την ευκαιρία να ψυχαγωγηθεί, να ξεπεράσει τα προσωπικά του όρια, να κυνηγήσει οποιοδήποτε επίτευγμα με ηθικό και υπεύθυνο τρόπο. Αυτές είναι οι αξίες στις οποίες βασίζεται το οικοδόμημα και οι οποίες συμβάλλουν στην ενίσχυση συμπεριφορών διά των οποίων διασφαλίζεται η ακεραιότητα και η περιστασιακή ή η οργανωμένη συμμετοχή, οι οποίες αποσκοπούν στη διατήρηση ή τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης και της ψυχικής ευεξίας, τη δημιουργία κοινωνικών σχέσεων ή την επίτευξη υψηλών επιδόσεων σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Όλες οι αρμόδιες Αρχές για τον αθλητισμό, την εκπαίδευση, την υγεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες, τον αστικό και περιφερειακό σχεδιασμό, τον πολιτισμό, τη δικαιοσύνη, το περιβάλλον διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην ανάπτυξη του ήθους και ενθαρρύνουν προγράμματα αλληλεγγύης, εφαρμόζοντας πολιτικές μηδενικής ανοχής για τη βία και κάθε μορφή διάκρισης, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή σε άτομα και κοινωνικές ομάδες που τελούν υπό ευάλωτες καταστάσεις, όπως τα παιδιά, οι μετανάστες και τα άτομα με αναπηρία. Η ακεραιότητα, η ισότητα, η ειλικρίνεια, η αριστεία, η δέσμευση, το θάρρος, το ομαδικό πνεύμα, ο σεβασμός, το πνεύμα αλληλεγγύης, τα οποία προωθούνται σε όλες τις αθλητικές δραστηριότητες, αποτελούν αποκύημα της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας και της ελληνικής παράδοσης. «Η μνήμη», γραφεί ο Διονύσιος Κόκκινος στη συγκλονιστική «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», «υπήρξε το μέγα πρώτο κεφάλαιο του νοούντος ανθρώπου διά την κατάκτηση των νέων του δρόμων. Από την ανάγκη της αναπτύξεως του όπλου τούτου εδημιουργήθη η Ιστορία. Είναι η γνώσις των δοκιμασμένων δυνάμεων ενός λαού και των εκδηλωμένων του δυνατοτήτων και ιδιοτήτων στα εμπόδια, τις δοκιμασίες και τις κατακτήσεις κατά το πέρασμα των αιώνων. Χωρίς την γνώσιν του παρελθόντος, είναι αδύνατον να μετρήσουμε τας δυνάμεις του παρόντος, ούτε να ατενίσουμε προς το μέλλον». Το «Fair Play», όπως αποκαλείται σε ολόκληρο τον κόσμο, ενσωματώνει τις έννοιες της φιλίας, του σεβασμού στον αντίπαλο, της αίσθησης της συναναστροφής. «εὖ ἀγωνίζεσθαι».

Στο κατώφλι μιας νέας εποχής, γνωρίζοντας την ιστορία μας, ούσες και όντες υπερήφανοι για αυτήν, μπορούμε και να διεκδικούμε την προστασία της πολύτιμης ελευθερίας αλλά και να κατακτούμε την ευημερία, την προκοπή, την ωδή στη χαρά, τις οποίες κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας δικαιούνται.

blank