Είχε συμπληρωθεί σχεδόν ένα εικοσιτετράωρο από την ανακοίνωση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, στις 17 Μαρτίου 2020, με την οποία ενθάρρυνε τους αθλητές να συνεχίσουν κανονικά και απερίσπαστοι την προετοιμασία τους ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων…
Στην Ιαπωνία, σε συζήτηση της κοινοβουλευτικής επιτροπής της χώρας, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Taro Aso, ακούστηκε να λέει: «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, κάθε 40 χρόνια, φαίνεται πως “καταστρέφονται” από παγκόσμια γεγονότα!»
Κάτι ήξερε!
Πρώτα, ήταν το 1940, όταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ενώ αρχικά (1936) είχαν ανατεθεί στο Τόκιο, στη συνέχεια πήγαν στο Ελσίνκι, αλλά δεν διεξήχθησαν ποτέ, λόγω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μετά, ήταν το 1980, όταν η Ιαπωνία τάχθηκε υπέρ του μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων στην Μόσχα, ως ένδειξη διαμαρτυρίας προς την τότε Σοβιετική Ένωση για την εισβολή στο Αφγανιστάν, με αποτέλεσμα να μην στείλει την ομάδα της στη ρωσική πόλη.
Και τώρα, εν έτει 2020, οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Τόκιο, αναβάλλονται λόγω της εξάπλωσης του ιού COVID-19!
Δεν γνωρίζουμε αν το Τόκιο βρέθηκε -για άλλη μια φορά- σε δύσκολη θέση λόγω της «κακής του μοίρας», ή μίας απλής σύμπτωσης.
Η μίας «κατάρας», όπως είχε πει προ ημερών ο Taro Aso, αναφέροντας, πιθανόν μεταξύ σοβαρού κι αστείου, πως «οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Τόκιο είναι καταραμένοι!».
Θα μείνουμε στην ουσία. Και η ουσία είναι ό,τι οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Τόκιο, αναβλήθηκαν και μετατέθηκαν για το 2021.
Γυρίζοντας πίσω τον χρόνο, στο μακρινό 1936, οι Ιάπωνες γνώριζαν πως οι Ολυμπιακοί Αγώνες από την ίδρυσή τους αποτελούσαν σύμβολο της παγκόσμιας ειρήνης, της αλληλεγγύης και της φιλίας των λαών.
Ορμώμενοι από την επιθυμία τους να κάνουν άνοιγμα προς την Δύση, έθεσαν υποψηφιότητα για την ανάληψη της διοργάνωσης χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα το σκεπτικό ό,τι με η διεξαγωγή των Αγώνων στην Ιαπωνία, την πιο σύγχρονη χώρα του μη δυτικού κόσμου, το διεθνές ολυμπιακό κίνημα θα ήταν πιο ισχυρό.
Απόσπασμα του βιβλίου «The 1940 Tokyo Games: The Missing Olympics: Japan, the Asian Olympics and the Olympic Movement», αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Οι Ιάπωνες στην προσπάθειά τους να προωθήσουν την υποψηφιότητά τους, χρησιμοποίησαν διάφορες τακτικές. Μία εξ αυτών ήταν και η άσκηση πίεσης των διπλωματών της χώρας προς τις ξένες κυβερνήσεις, ιδιαίτερα εκείνης της Ιταλίας, ώστε να πείσει την Ολυμπιακή Επιτροπή της να αποσύρει την υποψηφιότητα της Ρώμης.
»Τον Ιανουάριο του 1935, ο Ιάπωνας πρέσβης στη ιταλική πόλη, Sugimura Yōtarō, που ήταν και μέλος της IOC της Ιαπωνίας, συναντήθηκε με τον Μουσολίνι και τον έπεισε να εγκαταλείψει την υποψηφιότητα της Ρώμης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1940, με αντάλλαγμα την υποστήριξη της Ιαπωνίας για την υποψηφιότητα της Ρώμης για τους αγώνες του 1944.
»Αυτό εξόργισε την Ιταλική Ολυμπιακή Επιτροπή, η οποία είχε το δικαίωμα να λάβει την απόφαση, αλλά έπρεπε να συμμορφωθεί με τη βούληση του ηγέτη της χώρας.
»Η τακτική αυτή ως φαίνεται απέδωσε καρπούς, καθώς, η υποψηφιότητα της Ιαπωνίας, υποστηρίχθηκε, όχι μόνο από δυτικές χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, αλλά και από άλλες, όπως η Κίνα, η Ινδία, η Αίγυπτος και το Ιράν».
Στην 35η Σύνοδο του Βερολίνου, τον Ιούλιο του 1936, το Τόκιο υπερίσχυσε των υποψηφιοτήτων της Ρώμης, της Βαρκελώνης και του Ελσίνκι, και η ΔΟΕ ανέθεσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ιαπωνική πρωτεύουσα.
Ωστόσο, οι πολεμικές συρράξεις το καλοκαίρι του 1937 ανάμεσα στην Ιαπωνία και την Κίνα, (Β΄ Σινοϊαπωνικός Πόλεμος) έθεσαν ως προεταιρότητα της Ιαπωνίας την ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας, επενδύοντας ένα μεγάλο μέρος των οικονομικών πόρων της στην στρατιωτική της ενίσχυση.
Την ίδια ώρα, ο πόλεμος άρχισε να επισκιάζει τις διπλωματικές κινήσεις της Ιαπωνίας, με αποτέλεσμα να αρχίσει σταδιακά η απομόνωσή της και πολλές χώρες να σκέφτονται σοβαρά το ενδεχόμενο να μποϊκοτάρουν τους Αγώνες του Τόκιο.
Τον Μάρτιο του 1938, οι Ιάπωνες διαβεβαίωσαν στο Κάιρο τα μέλη της ΔΟΕ ό,τι ήταν προσηλωμένοι στην οργάνωση των Αγώνων. Ωστόσο, μερικούς μήνες αργότερα (Ιούλιο) αποσύρθηκαν από τη διοργάνωση με αποτέλεσμα αυτή να ανατεθεί στο Ελσίνκι.
Μόνο που η έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Σεπτέμβριο του 1939, τα άλλαξε όλα…
Ολική επαναφορά
Μετά τη λήξη του πολέμου κι ενώ η ανθρωπότητα προσπαθούσε να γιατρέψει τις βαθιές πληγές της, το ολυμπιακό κίνημα έκανε με την σειρά του την προσπάθειά να επανέλθει στην προτέρα κατάσταση.
Η αρχή έγινε με τη διεξαγωγή των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων το 1948 στο Λονδίνο, πόλη η οποία είχε αποφασιστεί το 1939 να φιλοξενήσει της διοργάνωση του 1944, αλλά δυστυχώς είχε πέσει και αυτή στη δίνη του πολέμου.
Απούσες στην αγγλική πόλη ήταν οι ομάδες της Σοβιετικής Ένωσης (προσκλήθηκε αλλά δεν πήγε) της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Οι δυο ηττημένες του πολέμου ήταν οι μόνες χώρες οι οποίες δεν προσκλήθηκαν από τους διοργανωτές, αλλά εμφανίστηκαν ξανά στη διοργάνωση το 1952 στο Ελσίνκι.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1956, οι Αγώνες πήγαν για πρώτη φορά στην Ωκεανία, με τη Μελβούρνη να γίνεται η πρώτη πόλη της Αυστραλίας που φιλοξένησε τη διοργάνωση.
Το 1960, οι Ολυμπιακοί επέστρεψαν στην Ευρώπη (Ρώμη) και το 1964 είχαν πλέον είχαν «ωριμάσει» οι συνθήκες για την πραγματοποίηση των Αγώνων στην Ιαπωνία.
Στις 26 Μαΐου 1959, κατά τη διάρκεια της 55ης συνόδου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής στο Μόναχο, τα μέλη της Επιτροπής επέλεξαν το Τόκιο (οι Βρυξέλλες και το Ντιτρόιτ ήταν οι άλλες υποψήφιες πόλεις) κι έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, οικοδέσποινα θα ήταν μία χώρα της Ασίας.
Αυτή ήταν και η ευκαιρία της Ιαπωνίας να συνέλθει από την καταστροφή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Να δείξει ένα νέο πρόσωπο και να αποδείξει μέσα από τον αθλητισμό ότι δεν ήταν μια πολεμοχαρής χώρα, αλλά ένας λαός με θάρρος, φιλοδοξίες και δυνατότητες.
Μοναδική «παραφωνία» στη διοργάνωση ήταν η απουσία δυο χωρών, της Νότιας Αφρικής, για τη ρατσιστική πολιτική της, και της Ινδονησίας, που αρνήθηκε να δεχθεί ως διοργανώτρια χώρα των πανασιατικών αγώνων, το Ισραήλ και την Ταιβάν.
Τον Αύγουστο του 1964 πραγματοποιήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία η Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας κι όπως κάθε τελετή είχε περίπτοπτη θέση στα έντυπα της εποχής
Ανάλογη προβολή είχε και η τελετή έναρξης της διοργάνωσης στις 10 Οκτωβρίου στο Εθνικό Ολυμπιακό Στάδιο του Τόκιο, ημέρα, η οποία γιορτάζεται στην Ιαπωνία ως εθνική επέτειος, καθώς σηματοδότησε την έναρξη της εποχής που έδωσε στον λαό της την αίσθηση της αισιοδοξίας για ένα καλύτερο μέλλον.
Το μποϊκοτάζ του 1980 και ο πρόεδρος της ΔΟΕ Τόμας Μπαχ
Η Ιαπωνία άρχισε σταδιακά να βρίσκει την ηρεμία της, όχι όμως και οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο σύνολό τους, καθώς σχεδόν κάθε φορά επισκιάζονταν (και επισκιάζονται…) από σοβαρά γεγονότα.
Το 1968, πριν από την έναρξη της διοργάνωσης στο Μεξικό Σίτι, η διαμαρτυρία των Μεξικανών φοιτητών και τα επεισόδια που στοίχησαν τη ζωή δεκάδων ανθρώπων έκαναν το γύρο του Κόσμου.
Όπως επίσης και η διαμαρτυρία, κατά τη διάρκεια των αγώνων, των αφρο-αμερικανών αθλητών του στίβου, Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος, στην απονομή των μεταλλίων των νικητών των 200 μέτρων.
Το 1972 στο Μόναχο, οι Αγώνες αμαυρώθηκαν από την τρομοκρατική επίθεση κατά της αποστολής του Ισραήλ και το θάνατο 11 ανθρώπων, ενώ το 1980, η εισβολή της τότε Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν, δημιούργησε ένα κίνημα διαμαρτυρίας, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, και οδήγησε σε μαζικό μποϊκοτάζ των Αγώνων.
Ανάμεσα στις χώρες που δεν ταξίδεψαν στη Μόσχα, ήταν ο Καναδάς, η Νότια Κορέα, η (τότε) Δυτική Γερμανία και η Ιαπωνία.
Η Ιαπωνία επρόκειτο να συμμετάσχει στους Αγώνες με 178 αθλητές και η απόφαση να «μποϊκοτάρει» τη διοργάνωση, μάλλον δεν τους είχε βρει όλους σύμφωνους. Αυτό τουλάχιστον υποστήριξε πριν από λίγο καιρό το 82% των αθλητών που θα ήταν στην αποστολή του 1980.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της Δυτικής Γερμανίας.
Εκεί, όπου μεταξύ των αθλητών της ομάδας που θα την εκπροσωπούσε στην Μόσχα ήταν κι ένας νεαρός. Το όνειρο του οποίου ήταν να γίνει ποδοσφαιριστής, αλλά, η οικογένειά του τον προέτρεψε να ασχοληθεί με την ξιφασκία. Το όνομα αυτού, Τόμας Μπαχ.
Ο σημερινός πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, ο οποίος το 1976 πήρε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ και ήλπιζε να επαναλάβει την επιτυχία του και στην Μόσχα. Μόνο που υπολόγισε χωρίς τον ξενοδόχο. Κι όπου ξενοδόχος, βάλτε την Ολυμπιακή Επιτροπή της χώρας.
«Το 1980 ήμουν εκπρόσωπος όλων των Δυτικογερμανών αθλητών. Πάλεψα πάρα πολύ, ώστε να αγωνιστούμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά λόγω της μεγάλης πίεσης από την κυβέρνηση, η Ολυμπιακή Επιτροπή της χώρας, αποφάσισε να μποϊκοτάρει τους αγώνες», είχε αναφέρει παλαιότερα σε συνέντευξή του ο Γερμανός παράγοντας.
Ο Μπαχ, μάλιστα, ομολόγησε πως αυτή η δυσάρεστη εμπειρία ήταν η αφορμή για να αποφασίσει να ασχοληθεί με τα διοικητικά των Ολυμπιακών Αγώνων.
«Ήταν μια καθοριστική περίοδος για μένα γιατί τότε αποφάσισα, από αθλητής που ήμουν, να μπω στην πολιτική του αθλητισμού. Αποδέχτηκα να γίνω μέλος της γερμανικής Ολυμπιακής Επιτροπής επειδή ήθελα να αποφύγω την κατάσταση όπου μια μελλοντική γενιά αθλητών θα υπέφερε με τον ίδιο τρόπο. Φιλοδοξία του κάθε αθλητή είναι να αγωνιστεί σε Ολυμπιακούς Αγώνες και το 1980 ήταν η μόνη ευκαιρία».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως η μέχρι πρότεινος στάση του Τόμας Μπαχ και η επιμονή του να εξαντλήσει κάθε χρονικό περιθώριο πριν αποφασιστεί η αναβολή των Ολυμπιακών Αγώνων, οφειλόταν κατά ένα ποσοστό και σε εκείνη την δυσάρεστη εμπειρία που είχε στο παρελθόν.
Ως αθλητής, γνώριζε πως είναι για κάποιον που κοπιάζει σκληρά για τέσσερα χρόνια, να βλέπει τους κόπους του και τις δεκάδες ωρών σκληρής προπόνησης να χάνονται σε μία μέρα και γι αυτον (και για πολλούς ακόμα) τον λόγο ίσως προσπάθησε να κερδίσει χρόνο.
Το όνειρο έγινε «εφιάλτης»
Ο χρόνος, όμως, για την αναβολή των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, είχε αρχίσει να μετράει αντίστροφα, καιρό τώρα.
Από τότε που η εμφάνιση για πρώτη φορά (τον Νοέμβριο) του ιού COVID-19 στην πόλη Wuhan της Κίνας, η αναφορά πληθώρας κρουσμάτων πνευμονίας, στη συνέχεια (τον Δεκέμβριο) και δυστυχώς, ο πρώτος θάνατος την πρώτη εβδομάδα του 2020, σήμανε συναγερμό στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Μέχρι εκείνο το σημείο, ουδείς πίστευε πως η κατάσταση, που σήμερα έχει ως τραγική συνέπεια τον θάνατο περίπου 19.000 ανθρώπων παγκοσμίως, κυρίως σε Κίνα και Ιταλία και χιλιάδες κρούσματα σε όλον τον κόσμο, (όπως φαίνεται στον χάρτη του iMEdD) θα οδηγούσε (και) την παγκόσμια αθλητική κοινότητα στη λήψη πρωτοφανών αποφάσεων.
Η διακοπή του πρωταθλήματος μπάσκετ ΝΒΑ στις Ηνωμένες Πολιτείες (έπειτα από το κρούσμα κορονοϊού του Γάλλου σέντερ των Γιούτα Τζαζ, Ρούντι Γκομπέρ), η απόφαση της UEFA να αναβάλλει και να μεταθέσει για το 2021 το προγραμματισμένο για τον προσεχή Ιούνιο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, η αναβολή της έναρξης των αγώνων του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Formula 1, η μετάθεση του Γαλλικού Όπεν τένις (Rolland Garros) το φθινόπωρο, καθώς και η μετάθεση των πρώτων μίτινγκ του Diamond League του Στίβου, είναι μόνο μερικά από τα «πλακίδια» που «έπεσαν» πρώτα στο τεράστιο ντόμινο.
Το μόνο «πλακίδιο» που έμενε όρθιο μέχρι πριν τις 24/3/20, αντέχοντας στους κλυδωνισμούς, ήταν αυτό των Ολυμπιακών Αγώνων.
Κυρίως, λόγω της επιμονής της Οργανωτικής Επιτροπής του Τόκιο, του Τόμας Μπαχ και κατ’ επέκτασην την Ολυμπιακής Επιτροπής, που επιθυμούσαν να εξαντλήσουν κάθε χρονικό περιθώριο και αρχικά σκοπεύοντας να περιμένουν μέχρι τον Μάιο, οπότε ήταν προγραμματισμένο το επόμενο συμβούλιο.
Δεν πάει μάλιστα καιρός από τότε (4/3/20) που ο γερμανός «Αθάνατος», δήλωνε μετά τη σύσκεψη του διοικητικού συβουλίου της ΔΟΕ πως σε αυτό «δεν αναφέρθηκαν καν οι λέξεις ματαίωση ή αναβολή». Κι ας είχαν προηγηθεί αποφάσεις για την αναβολή αρκετών διεθνών διοργανώσεων, μεταξύ αυτών το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου στην Νανζίνγκ και προ-ολυμπιακά τουρνουά.
Η κατάσταση, όμως, άρχισε να αλλάζει με ταχύτητα τέτοια που όλα έδειχναν πως ο Μάιος που είχε ορίσει η ΔΟΕ ως χρονικό περιθώριο για να πάρει την τελική απόφασή της ήταν πολύ… μακριά.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας που από τα τέλη του Ιανουαρίου είχε κρούσει ήδη τον κώδωνα του κινδύνου, στις 11 Μαρτίου κήρυξε πανδημία. Έπειτα από αυτό, ήταν σχεδόν βέβαιο πως πρωτίστως οι αθλητές και μετά οι χώρες που συμμετέχουν στους Αγώνες, δεν θα άφηναν την ΔΟΕ να τηρήσει στάση αναμονής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν οι δηλώσεις της Ελληνίδας παγκόσμιας πρωταθλήτριας στο άλμα επί κοντώ και χρυσής Ολυμπιονίκη Κατερίνας Στεφανίδη.
«Δεν υπάρχει αναβολή, ούτε ακύρωση. Αλλά η ΔΟΕ μας βάζει σε κίνδυνο», είπε η ελληνίδα αθλήτρια, απαντώντας στην ΔΟΕ, η οποία υποστήριζε με ανακοίνωσή της στις 17 Μαρτίου πως «πάνω από όλα είναι η υγεία των αθλητών».
Την ίδια στιγμή βέβαια δεν έκανε κανέναν λόγο για αναβολή η ματαίωση της διοργάνωσης. Αντίθετα, δήλωνε πως «είμαστε πλήρως αφοσιωμένοι στους Ολυμπιακούς Αγώνες Τόκιο 2020»
Ώσπου στις 21/3/20, η πίεση άρχισε να γίνεται… αφόρητη.
Από τη μία η Εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές διαφόρων χωρών που ζητούσαν με ανακοινώσεις τους την αναβολή των Αγώνων (μεταξύ αυτών και των Αμερικανών), από την άλλη οι επίσημες τοποθετήσεις από προέδρους ομοσπονδιών, και στο τέλος η «ηρωϊκή έξοδος» αρχικά του Καναδά και στην συνέχεια της Αυστραλίας, οδήγησαν την ΔΟΕ και την Οργανωτική Επιτροπή στην απόφαση της αναβολής.
«Η κατάσταση συναγερμού σε όλο τον κόσμο μάς υποχρεώσε να προχωρήσουμε σε αναβολή των Αγώνων, θέτοντας σε προτεραιότητα την υγεία των αθλητών», εξήγησε στο δίκτυο NBC ο κ. Μπαχ.
Το μόνο πια που έμεινε και θα παραμείνει να «σιγοκαίει» στην πόλη του Τόκιο μέχρι το 2021, είναι η Ολυμπιακή Φλόγα που άναψε στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου 2020 και παραδόθηκε στου ιάπωνες στις 19/3.
Και μαζί με αυτή, θα «σιγοκαίει» πάντα η ευχή όλων μας: Υγεία και μόνο υγεία!