Δεν μπορείς να ξεχάσεις κάτι τέτοιο. Δεν θέλω να το ξεχάσω.
Το ξεπέρασα. Ίσως να υπάρχουν ένα – δύο πράγματα που δεν θέλεις να δεις ή να βιώσεις ξανά, όμως είναι ένα από αυτά τα οποία με έκαναν αυτή που είμαι.
Ήταν καλοκαίρι του 2013 όταν υπέγραψα στην ουγγρική ομάδα μπάσκετ Ούνι Γκιόρ. Ήταν η πρώτη επαγγελματική ομάδα μου εκτός Η.Π.Α., έπειτα από τη θητεία μου στο πανεπιστήμιο του Ντέιτον.
Νωρίτερα, την ίδια χρονιά, είχα υπογράψει για το καμπ προετοιμασίας των άλλοτε πρωταθλητών WNBA, Σιάτλ Στορμ, δοκίμασα, αλλά ανυπομονούσα να παίξω στην Ουγγαρία, όπου έφτασα μερικές εβδομάδες αργότερα.
Στις 7 Σεπτεμβρίου 2013, το λεωφορείο της ομάδας μας ταξίδευε σε έναν δρόμο διπλής κατεύθυνσης, για ένα φιλικό στην πόλη Σοπρόν. Ξαφνικά, συγκρούστηκε πάνω μας ένα αυτοκίνητο από την αντίθετη λωρίδα. Από έναν οδηγό για τον οποίο στη συνέχεια είπαν ότι ήταν μεθυσμένος…
Ήμουν πάντα πρόθυμη να συζητήσω γι’ αυτό, είμαι άνθρωπος που μιλάει για το δυστύχημα, διότι με άλλαξε με πολλούς τρόπους.
Δεν με φοβίζει να κουβεντιάσω για ό,τι συνέβη. Έγινε και, ξέρετε, πρέπει να προχωράς μπροστά. Είναι σκληρό, όμως πρέπει να το ξεπερνάς και να προχωράς.
Κοίταζα την τότε συμπαίκτριά μου, Νατάσα Κοβάτσεβιτς από την Σερβία, η οποία έχασε το πόδι της, το οποίο ακρωτηριάστηκε από το γόνατο…
Κοιτάς τους δύο ανθρώπους της ομάδας μας που έχασαν τη ζωή τους, άλλους που τραυματίστηκαν σοβαρά και σκέφτεσαι πως απλώς πρέπει να συνεχίσεις.
Θυμάμαι καλά όλο το περιστατικό, γιατί δεν ήμουν αναίσθητη σε κανένα σημείο του και μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου κάθε δευτερόλεπτο του δυστυχήματος.
Η Νατάσα Κοβάτσεβιτς καθόταν ακριβώς μπροστά μου, στη δεξιά θέση.
Εγώ ήμουν μισοκοιμισμένη όταν το αυτοκίνητο μάς χτύπησε και πετάχτηκα, πιστεύοντας αρχικά ότι απλώς έσκασε ένα λάστιχο του λεωφορείου. Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα.
Το επόμενο που θυμάμαι είναι το πούλμαν να αναποδογυρίζει και οι σκέψεις που κατέκλυσαν το μυαλό μου ήταν τρελές. Αυτό μάλλον ήταν φυσιολογικό, όταν συμβαίνει κάτι αντίστοιχο.
Ένα κομμάτι γυαλί από το παράθυρο βρέθηκε στο μάτι μου. Έβαλα τα χέρια στο κεφάλι μου, πετάχτηκα έξω από το παράθυρο και βρέθηκα ξαπλωμένη σε ένα χαντάκι, όσο το λεωφορείο συνέχιζε να αναποδογυρίζει…
Βλέπεις συχνά πολλά πράγματα και καταστάσεις οι οποίες δεν εξηγούνται. Ή δεν χρειάζεται και δεν μπορείς να τις εξηγήσεις. Αλλά πρέπει να πω ότι πολλά πήγαν καλά για μένα, ώστε να μείνω ασφαλής.
Δεν είχα σπάσει εγώ το τζάμι του παραθύρου. Δεν προσγειώθηκα σε στάση που θα προκαλούσε σπάσιμο στον αυχένα μου και, στη συνέχεια, δεν έκανα κάτι ανόητο, όπως να κουνηθώ. Κάτι που θα χειροτέρευε την κατάστασή μου.
Είχα εξαρχής την κατάλληλη υποστήριξη και κάποιος από ψηλά, δεν ξέρω ακριβώς ποιος, με πρόσεξε. Επειδή, προφανώς, δεν είχα κανέναν έλεγχο σε ό,τι έγινε.
Είχα τρία κατάγματα στους αυχενικούς σπόνδυλους C3, C4 και C7, μερικά σπασμένα πλευρά, ένα σπασμένο πόδι και πολλά εγκαύματα σε όλο το κορμί μου…
Προσπάθησα να σηκωθώ αμέσως, διότι μία συμπαίκτριά μου αιμορραγούσε στο κεφάλι και αφού είδε το αίμα πανικοβλήθηκε.
Πρόσεξα το πόδι της και το εξωτερικό του αστραγάλου είχε σχεδόν εξαφανιστεί…
Η σκέψη μου ήταν να καλύψω τον αστράγαλό της προτού δει το αίμα και εκεί.
Επιχείρησα να περπατήσω προς εκείνη, όμως προσπαθώντας να σηκωθώ αισθανόμουν ένα τρέμουλο από την κορυφή ως τα νύχια και προς το πίσω μέρος του σώματός μου. Καταλάβαινα ότι κάτι δεν πάει καλά, όμως δεν ήξερα τι. Μπορούσα να δω τα πάντα, μπορούσα να κουνήσω όλα τα μέρη του κορμιού μου, αλλά δεν ήξερα τι μου έχει συμβεί.
Πονούσα αλλά δεν ήμουν σε κατάσταση σοκ. Δεν μπορούσα εκείνη τη στιγμή να διαπιστώσω τι με πονούσε.
Όσο χαμήλωνα και πάλι το σώμα μου και καθόμουν στο έδαφος, το τρέμουλο υποχωρούσε και άρχισα να σέρνομαι προς τη συμπαίκτριά μου, προκειμένου να βρω μία μπλούζα να καλύψω το πόδι της.
Κάποιος, όχι μέλος της ομάδας, υποθέτω ένας πολίτης που βρέθηκε στον τόπο του δυστυχήματος, με σταμάτησε και με ρώτησε αν τραυματίστηκα ή αν πονάω.
Μου ζήτησε να μην κινούμαι, με τοποθέτησε με ήρεμο τρόπο πίσω στο χαντάκι και από εκείνο το σημείο δεν κινήθηκα για ώρα.
Εκτός από τη δική μου σκέψη να καλύψω τον αστράγαλο της συμπαίκτριάς μου, κανένας άλλος δεν ζήτησε τη βοήθειά μου. Αντίθετα, με ρωτούσαν αν είμαι καλά.
Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον και ήμασταν σοκαρισμένοι.
Τότε, μία άλλη συμπαίκτριά μου από τη Σερβία, η Μιλίτσα Ιβάνοβιτς, ήρθε από την άλλη πλευρά του λεωφορείου και έλεγξε αν όλοι είναι καλά.
Στη δική μας πλευρά του πούλμαν ήμασταν σταθεροί. Είχαμε μερικά σπασμένα πλευρά, πονούσαμε στον αυχένα, όμως ήμασταν ασφαλείς.
Η Μιλίτσα, που ήταν μία από τις καλύτερες φίλες μου στην ομάδα, μου έδωσε το κινητό τηλέφωνό μου. Δεν ξέρω πού το βρήκε και απλώς το πέταξε προς το μέρος μου.
Της είπα ότι είμαι καλά και μου απάντησε ότι η Νατάσα δεν ήταν εντάξει. Πίστευε πως τα πράγματα είναι άσχημα… Η Μιλίτσα έμεινε μαζί της από τη στιγμή της σύγκρουσης μέχρι η Νατάσα να μπει στο ασθενοφόρο και να ταξιδέψει από την Ουγγαρία στη Σερβία, περίπου έναν μήνα αργότερα.
Ο μάνατζερ της ομάδας μας, ο Πέτερ Ταπόντι, σκοτώθηκε ακαριαία…
Ήταν περίπου 20 μέτρα μακριά μου και μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έχει γίνει. Ήταν προφανές ότι τον είχαμε χάσει. Δεν κινούνταν, δεν ανέπνεε.
Ο προπονητής μας, Φούζι Άκος, ήταν επίσης στην άλλη πλευρά του λεωφορείου. Ένα ελικόπτερο ήρθε να τον παραλάβει, ωστόσο δεν πρόλαβε ποτέ να φτάσει στο νοσοκομείο… Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν την απώλεια.
Όλα ήταν τελείως «θολά», όσο το λεωφορείο αναποδογύριζε.
Δεν πέρασε, όπως συνηθίζουν να λένε, όλη η ζωή μου μπροστά από τα μάτια μου, ή κάτι παρόμοιο.
Όσο ήμουν στο χαντάκι αλλά ήξερα πως είμαι καλά, κοίταξα ψηλά στον ουρανό. Τα σύννεφα κινούνταν, όμως και οι άνθρωποι στον τόπο του δυστυχήματος επίσηε κινούνταν και δεν υπήρχε στην πραγματικότητα χρόνος για να σκεφτείς.
Όσοι ήμασταν εντάξει προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε εκείνους που είχαν ανοιχτές πληγές.
Την ίδια στιγμή, ευχόμασταν ο επόμενος που θα σπρώξουμε για να γυρίσει να τον δούμε, δεν θα αιμορραγεί.
Τα πράγματα που μπορεί να περάσουν από το μυαλό σου είναι και καλά και άσχημα. Πιθανότατα, για μία στιγμή, να σκεφτείς κάτι ανόητο σαν «ωχ, η μητέρα μου θα με σκοτώσει».
Ρωτάς τον εαυτό σου «τι έχω κάνει;» και έχεις τέτοιου είδους απορίες.
Ένα δυστύχημα σαν αυτό μπορεί να αφαιρέσει τη ζωή σου, αλλά μπορεί και να την αλλάξει.
Όταν αποφοίτησα από το κολέγιο και έφτασα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού για να παίξω, όλη η ζωή μου ήταν το μπάσκετ.
Εντός και εκτός παρκέ, όλα ήταν πράγματα που πίστευα ότι είναι η ζωή μου. Νόμιζα πως το μπάσκετ ήταν το μόνο που είμαι εγώ.
Η ταυτότητά μου ήταν, θαρρεί κανείς, ο αριθμός στη φανέλα μου. Όμως, ο χρόνος που περνάς σε ένα νοσοκομείο ή στο κρεβάτι, πριν σου πουν ότι μπορείς να αγωνιστείς και πάλι, σε κάνει να αναρωτηθείς «κι τώρα τι θα κάνω;».
Όταν, επιτέλους, έμαθα ότι θα καταφέρω να παίξω και πάλι μπάσκετ, είχα πάνω από το κεφάλι μου τους υπόλοιπους να με ρωτούν διαρκώς: «Τι θα κάνεις τώρα;».
Αυτό με ενοχλούσε. Κάποιοι με πλησίασαν για να μου προσφέρουν ευκαιρίες εργασίας και να με βοηθήσουν.
Κάτι τέτοιο το εκτιμάς, αλλά ταυτόχρονα σκέφτεσαι ότι σε αποκόβουν πριν καν πάρεις το «πράσινο φως» για να παίξεις ξανά.
Αυτή η κατάσταση με προκάλεσε ουσιαστικά να γίνω κάτι περισσότερο από μία αθλήτρια και να προσπαθήσω να μάθω για άλλους τομείς της ζωής. Ήταν ευχάριστο να μπορώ να μιλήσω με ανθρώπους, όμως το μπάσκετ ήταν ακόμη αυτό που έκανα και δεν ήθελα να το πετάξω λόγω ενός τραυματισμού ή του φόβου.
Στο τέλος της ημέρας, δεν είχε χρειαστεί να υποβληθώ σε κάποια επέμβαση, αλλά σκεφτόμουν πως και να μην κατορθώσω να παίξω πάλι μπάσκετ, θα είμαι μία χαρά.
Μετά το δυστύχημα, μου έδωσαν εξιτήριο από το νοσοκομείο σε 24 ώρες. Η κατάστασή μου ήταν σταθερή, αλλά είχα μία μεγάλη πληγή στην πλάτη.
Μου πρόσφεραν ό,τι χρειαζόμουν για να την περιποιηθώ και αυτό με ταλαιπώρησε τις δύο πρώτες μέρες. Πονούσα, όμως έπρεπε να το περάσω.
Η μητέρα μου και ένας φίλος, ο διευθυντής μπάσκετ που είχα στο πανεπιστήμιο του Ντέιτον, ήρθαν στην Ουγγαρία πολύ γρήγορα. Η μαμά μου ταξίδεψε από τις Η.Π.Α. και εκείνος ήρθε από την Αυστρία, όπου εργαζόταν σε ένα αμερικανικό σχολείο.
Με πρόσεξε και με φρόντισε τις πρώτες 24 ώρες, πριν φτάσει και η μητέρα μου στην Ουγγαρία.
Θυμάμαι ότι ακόμη και την πρώτη εβδομάδα μετά το δυστύχημα, πολλά μέλη της ομάδας αποφάσισαν να κάνουν αστεία και να γελούν με τα πάντα ή με ό,τι μπορούσαν να σκεφτούν.
Αυτό με παραξένεψε. Αντιλήφθηκα πως ήταν ο τρόπος τους να ξεπεράσουν τον πόνο. Κάτι, πάντως, που δεν είναι συνηθισμένο στα μέρη μου. Δεν μπορείς να κάνεις χιούμορ με κάτι τόσο σοβαρό.
Η μητέρα μου τους άκουγε να γελούν και να κάνουν αστεία και είχε μία έκφραση απορίας, ρωτώντας: «Μπορούν να λένε τέτοια πράγματα; Είναι εντάξει να ακούς κάτι τέτοιο;».
Ήταν παράξενο, όμως άρχιζα να ακολουθώ το ρεύμα, επειδή μέσα τους ήθελαν να το ξεχάσουν άμεσα. Δεν γνώριζαν τι να κάνουν, όμως δεν ήθελαν και να κλάψουν γι’ αυτό.
Χρειάστηκε να περάσει ένας μήνας στην Ουγγαρία προκειμένου να μου δώσουν την άδεια να ταξιδέψω για την Αμερική, όταν πια οι γιατροί ήταν βέβαιοι πως τα κατάγματα στον αυχένα μου δεν είχαν χειροτερεύσει.
Ήταν κάτι δύσκολο, σωματικά και πνευματικά, να επιστρέψω στο παρκέ.
Μπορεί να γύρισα στο γήπεδο σχετικά γρήγορα, ωστόσο μου πήρε πολύ καιρό, ψυχολογικά, να ξεπεράσω τελείως ό,τι είχε συμβεί.
Μπορείς να προχωρήσεις τη ζωή σου και να αφήσεις πίσω σου το δυστύχημα, αλλά υπάρχουν πράγματα και σκέψεις που πονάνε και μένουν μαζί σου για αρκετό διάστημα. Η πνευματική ανάρρωσή μου κράτησε περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Αλλά από την αρχή, με όλα εκείνα τα αστεία και τη σκέψη των ανθρώπων που είχαν αποδειχθεί τόσο δυνατοί, σκεφτόμουν ότι ποτέ δεν θρήνησα.
Αυτό δεν με απέτρεψε από το να κοιτάξω μπροστά. Διότι αυτό ήταν που έπρεπε να κάνουμε.
Κάποια πράγματα κράτησαν περισσότερο από όσο έπρεπε, όμως η ζωή μου είχε μπει σε λειτουργία.
Η γυμνάστριά που είχα στο πανεπιστήμιο, η Τζέιμι Πότερ, ήρθε στην Καλιφόρνια και με φρόντισε.
Είχε τον έλεγχο και το πρόγραμμα για τα γεύματά μου, για την αποθεραπεία, για όλα. Εκείνη μου έσωσε τη ζωή.
Έναν χρόνο μετά το δυστύχημα, επέστρεψα στην Ουγγαρία για να παίξω σε μία άλλη ομάδα.. Έμοιαζε με ένα ψεύτικο συναίσθημα για μένα. Είχα βιώσει κάτι τραυματικό, που ήθελα να το αφήσω πίσω μου και να προχωρήσω και όλοι με καταλάβαιναν.
Έχω διατηρήσει επαφές με κάποιες συμπαίκτριές μου από τη Γκιόρ.
Με τη Νατάσα Κοβάτσεβιτς έχουμε επικοινωνία, συγχαίρουμε η μία την άλλη για τα επιτεύγματά μας και βεβαιωνόμαστε ότι είμαστε καλά.
Μετά το δυστύχημα έγινα λιγότερο ομιλητική στα αποδυτήρια.
Λατρεύω να είμαι ηγέτης, όμως κάθε ομάδα έχει ανάγκη από διαφορετικό τύπο ηγέτη. Πάντα ήθελα να ηγούμαι, ειδικά από το κολέγιο κι έπειτα.
Το περιστατικό της 7ης Σεπτεμβρίου 2013 με έκανε λίγο πιο συγκρατημένη, πιο επιφυλακτική και το μπάσκετ δεν είναι το μοναδικό στο οποίο εστιάζω.
Έκανα ένα βήμα πίσω και δεν ήθελα πια να το παίρνω τόσο σοβαρά, αλλά να το διασκεδάζω λίγο παραπάνω και αυτό μου έκανε καλό.
Όφειλα να αντιμετωπίσω και να διαχειριστώ αυτή τη λεπτή ισορροπία, επειδή ήθελα να περνάω καλά και στη ζωή μου έξω από το γήπεδο. Χρειάστηκα λίγο χρόνο για να επανέλθω ολοκληρωτικά στο «αν αυτό είναι που θέλω να κάνω, πρέπει να δουλέψω σκληρά».
Πάντα δούλευα σκληρά στο μπάσκετ, όμως δεν είχα αυτή την ισορροπία και τη συγκέντρωση στο παρελθόν.
Πολλές συμπαίκτριές μου, μαθαίνοντας για το δυστύχημα, θέλουν να μιλήσουν μαζί μου γι’ αυτό. Υπάρχουν και άλλες που αντιδρούν λέγοντας ότι «έχω ακούσει την ιστορία, αλλά δεν θέλω να το συζητήσω».
Ενδεχομένως να είναι κάτι που τις τρομάζει και τις κάνει να αισθάνονται άβολα. Ή, απλώς, δεν θέλουν να με φέρουν σε δύσκολη θέση.
Για μένα δεν έχει σημασία. Είναι κάτι με το οποίο ζω, είναι εδώ, μαζί μου. Αλλά δεν θέλω να το κάνω μεγάλο ζήτημα.
Όσο περνούν τα χρόνια συνειδητοποιώ ότι είναι θεραπευτικό να μιλάω γι’ αυτό, να λέω την ιστορία της Νατάσα Κοβάτσεβιτς.
Τα δύο πρώτα χρόνια επιθυμούσα να το αναφέρω παντού, σε όλους, όχι για να λέω κάτι σαν «κοιτάξτε με, είμαι σπουδαία».
Κυρίως, ήθελα να το βγάλω από μέσα μου και να πω σε κάθε άνθρωπο να μην λαμβάνει τίποτε ως δεδομένο.
Η Σαμάνθα ΜακΚέι είναι επαγγελματίας παίκτρια μπάσκετ και αγωνίζεται στην Νίκη Λευκάδας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
THE ENGLISH VERSION: “Life Rebound” / Samantha MacKay
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Νατάσα Κοβάτσεβιτς: «Μην φοβάσαι κανένα άλμα» / Σαμάνθα ΜακΚέι: «Αναζητώντας Ισορροπία»
Παναγιώτης Κοντογιάννης: Αθλητές, Όχι Ήρωες / Ιωάννα Χρονοπούλου: Ο ίδιος άνθρωπος
Στέλιος Μαλακόπουλος: «Δεύτερη Ευκαιρία!» / Ανδρέας Κουτσούρης: «Πέρα Από Τα Όρια»