Ήμουν εννιά χρόνων, όταν μετακομίσαμε οικογενειακώς από τον Χολαργό στο Νέο Ψυχικό.
Η νέα “κολλητή” φίλη που έκανα στο σχολείο έπαιζε μπάσκετ στον Ποσειδώνα Νέου Ψυχικού.
Πολλές φορές τα απογεύματα, όταν της έλεγα να βρεθούμε για να παίξουμε, μου απαντούσε «δεν μπορώ, έχω προπόνηση».
Μια, δύο, τρεις φορές, αποφάσισα κι εγώ να πάω να τη δω στην προπόνηση. Έτσι κι αλλιώς, δεν είχα τίποτα να χάσω, ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μου.
Από εκείνο το απόγευμα το μικρόβιο του αθλητισμού μπήκε μέσα μου για τα καλά και δεν βγήκε ποτέ! Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ για… πλάκα, για την παρέα με τις φίλες μου, και κατέληξα να το ακολουθήσω επαγγελματικά για τα επόμενα χρόνια, μέχρι και σήμερα.
Προπονήτρια ή ψυχολόγος;
Όταν έφτασα στη Γ’ Λυκείου, υποψήφια στη Γ’ Δέσμη τότε, μιας και στα θεωρητικά μαθήματα ήμουν πολύ καλή, έπρεπε να διαλέξω τι θα σπουδάσω. Η Ψυχολογία δεν ήταν η αρχική μου επιλογή.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έλεγα ότι θέλω να πάω στη Γυμναστική Ακαδημία, για να γίνω γυμνάστρια και προπονήτρια μπάσκετ.
Η απόφαση να αλλάξω ρότα πάρθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, λίγο πριν από τις εξετάσεις.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Ήταν ίσως η μοναδική φορά στη ζωή μου που παρενέβη ο πατέρας μου, ο οποίος με συμβούλεψε «προπονήτρια μπορείς να γίνεις και μέσα από μια σχολή προπονητικής. Γιατί δεν δοκιμάζεις να σπουδάσεις κάτι άλλο, να έχεις και μια άλλη, μια εναλλακτική επιλογή;».
Προβληματίστηκα αρκετά και τελικά πείστηκα να δηλώσω κάτι άλλο. Επέλεξα την Ψυχολογία, έχοντας όμως πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου να ακολουθήσω τον κλάδο της Αθλητικής Ψυχολογίας, για να παραμείνω κοντά στον χώρο που αγαπούσα.
Όταν ξεκίνησαν τα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, είδα ότι η Αθλητική Ψυχολογία ήταν απλώς ένα μάθημα επιλογής στο τρίτο έτος σπουδών και χωρίς μάλιστα εκείνη τη στιγμή να υπάρχει διδάσκων καθηγητής. Απογοητεύτηκα.
Φτάνοντας στο τρίτο έτος, φυσικά και επέλεξα να το παρακολουθήσω και μάλιστα τον επόμενο χρόνο έκανα και την πτυχιακή μου εργασία πάνω σ’ αυτό το αντικείμενο.
Η Αθλητική Ψυχολογία εκείνα τα χρόνια όμως στην Ελλάδα ήταν ακόμη στα σπάργανα. Καμία ομάδα, σύλλογος ή Ομοσπονδία δεν ενδιαφερόταν να εντάξει ψυχολόγο στις τάξεις της. Έμοιαζε περιττό.
Άλλωστε, σε ολόκληρη τη χώρα υπήρχαν δύο, όλοι κι όλοι, αθλητικοί ψυχολόγοι. Η μία ήταν η Μαρία Ψυχουντάκη, η καθηγήτρια μου στη σχολή. Μας είχε εξιστορήσει σε κάποια από τις διαλέξεις της πόσο μεγάλο αγώνα είχε κάνει ώστε να ολοκληρώσει τις σπουδές της πάνω στο αντικείμενο.
Ήταν η εποχή που είχε αναλάβει την Εθνική ομάδα του ανσάμπλ στη ρυθμική αλλά και τοπ αθλητές σε διάφορα σπορ, όπως ο Νίκος Κακλαμανάκης.
Σκέφτηκα λοιπόν ότι θα ήταν ουτοπικό να κάνω μια τέτοια εξειδίκευση και αποφάσισα να αλλάξω τομέα. Να ασχοληθώ με παιδιά και εφήβους που αντιμετωπίζουν αναπτυξιακές και μαθησιακές δυσκολίες.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Δουλεύοντας με ξεχωριστά παιδιά
Πάντα πίστευα ότι κάθε παιδί είναι ξεχωριστό. Ότι κάθε παιδί έχει απίστευτα περιθώρια βελτίωσης και εξέλιξης.
Αν λοιπόν στην παιδική και εφηβική ηλικία στηρίξεις το παιδί, θα αλλάξεις την ενήλικη ζωή του. Θα το βοηθήσεις να πατήσει πιο γερά στα πόδια του. Θα του δώσεις χαρά αλλά κυρίως αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση.
Όλο αυτό με τράβηξε λοιπόν να ακολουθήσω τον κλάδο της Αναπτυξιακής Παιδοψυχολογίας.
Ωστόσο, από το ξεκίνημα της επαγγελματικής μου καριέρας ένιωθα την ανάγκη να “παντρέψω” με κάποιο τρόπο τις δύο μεγάλες μου αγάπες, την ψυχολογία με τον αθλητισμό. Δεν ήθελα να… εγκαταλείψω το αρχικό μου όνειρο.
Έτσι ξεκίνησα να συνεργάζομαι με ομάδες και συλλόγους στους οποίους θέσεις ευθύνης είχαν άνθρωποι που με γνώριζαν ως αθλήτρια, από τα χρόνια που είχα περάσει στα παρκέ.
Οργάνωνα λοιπόν κάποια σεμινάρια σε προπονητές αλλά και γονείς, κάνοντάς τους αρχικά μια εισαγωγή στο κομμάτι της Αθλητικής Ψυχολογίας.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ήρθα σε επαφή με τους ανθρώπους του Χολαργού. Η αρχική ιδέα ήταν να έχω συμβουλευτικό ρόλο στα μπασκετικά καμπ που θα διοργάνωνε ο σύλλογος Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρι, στα διαστήματα δηλαδή των διακοπών των παιδιών.
Εκεί, θα βάζαμε και το κομμάτι της Ψυχολογίας, μιλώντας στους νεαρούς αθλητές για τον αθλητισμό.
Γιατί διάλεξαν το συγκεκριμένο άθλημα, τα κίνητρά τους, το άγχος που μπορεί να έχουν, είτε όταν βρίσκονται στο γήπεδο είτε γενικότερα στη ζωή τους, να τους μάθουμε τεχνικές διαχείρισης του στρες, να μιλήσουμε για τη ανάγκη της συνεργασίας, η οποία είναι απαραίτητη, όταν είσαι μέλος μιας ομάδας, και πολλά-πολλά ακόμα πάνω στην ψυχοσύνθεση και τον χαρακτήρα τους.
Ο τότε Πρόεδρος του Χολαργού, ο Φώτης Τσώνης, μου ζήτησε να έχουμε μια πιο σταθερή και στενή συνεργασία, όχι μόνο τις εβδομάδες των καμπς αλλά και μέσα στη χρονιά.
Να έρχομαι σε επαφή με τους προπονητές των τμημάτων αλλά και με τα παιδιά και να προσπαθούμε να λύνουμε ζητήματα που τυχόν θα προέκυπταν μέσα από την καθημερινή τριβή.
Δύο χρόνια αργότερα, με καλούν από τον σύλλογο για μια συνάντηση. Μαζί με τον κύριο Τσώνη βρίσκονται ο υπεύθυνος αναπτυξιακού προγράμματος του συλλόγου, ο Νίκος Λινοξυλάκης, και ένας ακόμα προπονητής ο Σπύρος Γιαννάτος, ο οποίος παράλληλα είναι ειδικός παιδαγωγός και ασχολείται με τον αυτισμό.
Κάπως έτσι, πέφτει στο τραπέζι η ιδέα να δημιουργήσει ο σύλλογος ένα τμήμα για παιδιά στο φάσμα.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά πόσο αγχωμένος ήταν ο Πρόεδρος για το πώς θα καταφέρουμε να υλοποιήσουμε την ιδέα. Ήταν λογικό να σκέφτεται έτσι, όταν έχει μπροστά του κάτι εντελώς καινούργιο, το οποίο παράλληλα αποτελεί μια διαφορετική πρόκληση, έξω από τα συνηθισμένα.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Κάθε παιδί είναι διαφορετικό
Εγώ ενθουσιάστηκα με την ιδέα. Έπρεπε ωστόσο να βάλουμε ένα πλαίσιο σωστά οργανωμένο εξαρχής.
Στην ομάδα εντάσσεται και η Άρτεμις Παναγή, η οποία εργαζόταν ήδη στο πρόγραμμα One Team του Παναθηναϊκού για παιδιά με αναπτυξιακές δυσκολίες.
Οι τέσσερείς μας πιάσαμε αμέσως δουλειά. Πρώτη προτεραιότητα η εκπαίδευση των προπονητών που θα συμμετάσχουν. Έπρεπε να έχουν εικόνα των δυσκολιών που θα αντιμετωπίσουν στην πορεία αλλά και του τρόπου που θα τις διαχιεριστούν.
Αυτοί οι προπονητές, εκτός από τον Γιαννάτο και την Παναγή, ήταν η Καρολίνα Παπακωνσταντίνου και ο Θοδωρής Σωτηρόπουλος, ενώ αργότερα προστέθηκε ο Στρατής Σαραντίδης.
Εξίσου δύσκολο κομμάτι, ήταν να βρούμε χορηγούς που να στηρίξουν στο οικονομικό κομμάτι την προσπάθειά μας, γιατί από την αρχή θέλαμε αυτό το πρόγραμμα να παρέχεται δωρεάν στις οικογένειες που θα συμμετείχαν.
Επίσης έπρεπε να βρούμε τον ιδανικό χώρο για τις προπονήσεις των παιδιών. Όχι πολύ μεγάλο, όπως πχ ένα κανονικό γήπεδο μπάσκετ, όπου τα παιδιά θα “χάνονται”. Χωρίς μεγάλο αντίλαλο, ο οποίος ίσως να τα “τρομάξει”. Και φυσικά, χωρίς να κάνουν άλλα παιδιά προπόνηση στον ίδιο χώρο και να υπάρχει πολυκοσμία.
Τα παιδιά στο φάσμα του αυτισμού έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες, τις οποίες έπρεπε να σεβαστούμε και να κάνουμε τις καλύτερες επιλογές γι’ αυτά.
Το επόμενο, εξίσου δύσκολο βήμα, ήταν να το γνωστοποιήσουμε όλο αυτό, όχι μόνο στον Χολαργό αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, ακόμα και σε πιο μακρινούς Δήμους, ώστε να μάθουν οι γονείς ότι υπάρχει αυτό το δωρεάν πρόγραμμα και να φέρουν τα παιδιά τους.
Και κάπου εκεί, έρχεται η πανδημία του Covid και κλείνουν τα πάντα! Το πρόγραμμα “παγώνει”!
Όταν άρχισαν και πάλι σιγά-σιγά να ανοίγουν τα γήπεδα, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε αρχικά με ένα τμήμα και με παιδιά υψηλής λειτουργικότητας, ώστε να μπουν και οι προπονητές σιγά-σιγά στο κλίμα.
Το ένα τμήμα πολύ γρήγορα έφερε το δεύτερο και τελικά πολύ γρήγορα φτάσαμε στα τέσσερα τμήματα, δηλαδή συνολικά περισσότερα από 30 παιδιά.
Σε όλο αυτό το εγχείρημα, είχαμε την πολύτιμη βοήθεια δύο συναδέλφων μου, της Ρένας Πουλάκη και της Νατάσας Μπουλούμπαση, οι οποίες ειδικεύονται στο κομμάτι του αυτισμού και είχαν αναλάβει την εκπαίδευση των προπονητών.
Παράλληλα, η ομάδα μας έπρεπε να στελεχωθεί και με εργοθεραπευτή, πράγμα δύσκολο, σε μια εποχή που ήταν κλειστά σχεδόν τα πάντα. Και εδώ σταθήκαμε τυχεροί, βρίσκοντας την Κωνσταντίνα Μυρσιάδη.
Κάπως έτσι, φτιάχτηκε μια ομάδα οκτώ ατόμων που συμμετείχαμε στις προπονήσεις. Μπορεί ο αριθμός να φαίνεται μεγάλος, για ένα τμήμα 8-10 παιδιών, ωστόσο δεν είναι καθόλου έτσι. Εδώ οι συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές. Σε κάθε προπόνηση είχαμε τρεις-τέσσερεις προπονητές, εμένα και την εργοθεραπεύτρια.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Το πιο δύσκολο πράγμα από όλα ήταν να εφαρμόσουν οι προπονητές στην πράξη αυτά που είχαν μάθει. Είναι άλλο πράγμα η θεωρία, η θεωρητική εκπαίδευση, κι άλλο να τα εφαρμόζεις και να αντιμετωπίζεις τα παιδιά.
Έτσι, στην αρχή η δική μου συμμετοχή ήταν πολύ πιο ενεργή και στο κομμάτι της ψυχολογικής υποστήριξης αλλά και της προπόνησης στο μπάσκετ.
Η αρχή ήταν δύσκολη και για έναν ακόμα λόγο, καθώς εγώ αλλά και η Άρτεμις ήμασταν σε περίοδο εγκυμοσύνης.
Υπήρχε ο κίνδυνος να μας χτυπήσει κάποιο παιδί άθελά του. Τα παιδιά στο φάσμα μπορεί στιγμιαία να γίνουν επιθετικά, μπορεί να χτυπήσουν τον διπλανό τους, χωρίς να θέλουν φυσικά να προκαλέσουν κακό, επειδή δεν μπορούν να εκφράσουν αυτό που θέλουν εκείνη τη στιγμή.
Όλη αυτή η προσπάθεια ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία και για τους γονείς. Έπρεπε να τους πείσουμε να μας εμπιστευτούν τα παιδιά τους.
Καταλαβαίναμε την αγωνία τους, γιατί από την αρχή τούς είχαμε εξηγήσει ότι δεν θέλουμε να είναι παρόντες. Οπότε οι περισσότεροι περίμεναν αναγκαστικά έξω από την πόρτα του γηπέδου, μήπως το παιδί τους χρειαστεί κάτι.
Αυτό σταδιακά βελτιώθηκε και πλέον την τρίτη χρονιά είτε άφηναν τα παιδιά και πήγαιναν κι εκείνοι μια βόλτα, αξιοποιώντας τον ελεύθερο αυτό χρόνο τους, κάτι που με παιδί στο φάσμα δεν υπάρχει και πολύ, είτε κάποιοι έπαιρναν μια μπάλα κι έπαιζαν κι αυτοί μπάσκετ έξω στο προαύλιο.
Είχαν δηλαδή τον χρόνο, σε αυτή τη μια ώρα που είχαμε εμείς τα παιδιά τους, να κάνουν κι εκείνοι κάτι πιο διασκεδαστικό και χαλαρό, γιατί πλέον ήξεραν πόσο καλά αλληλοεπιδρούσαν τα παιδιά μαζί μας και μπορούσαν πια να μας εμπιστευτούν.
Όσο περνούσε ο καιρός, τα πράγματα γίνονταν όλο και καλύτερα. Οι προπονητές αποκτούσαν περισσότερη εμπειρία, η δική μου συμβολή κατά τη διάρκεια της προπόνησης ήταν πλέον μικρότερη, τα παιδιά αποκτούσαν την οικειότητα που χρειαζόταν, γιατί τους άρεσε πολύ αυτό που έκαναν, οι γονείς ήταν με τη σειρά τους πιο άνετοι.
Κάθε προπόνηση είναι τροφή για σκέψη, για να κατανοήσεις τη διαφορετικότητα αυτών των παιδιών και το πόσο ξεχωριστή είναι η κάθε περίπτωση.
Ένα παιδί που είχαμε την πρώτη χρονιά στον Χολαργό είχε τεράστιο θέμα με τους δυνατούς ήχους.
Στην πρώτη προπόνηση -εσφαλμένα- κάναμε στο τέλος το κλασικό «1-2-3-ζντο», χωρίς να σκεφτούμε ότι αυτό ίσως σε κάποιο παιδί να προκαλούσε μια πολύ έντονη αντίδραση. Όταν λοιπόν έγινε αυτό, το συγκεκριμένο παιδί έκανε μια μεγάλη έκρηξη, άρχισε να κλαίει και να τρέχει γύρω-γύρω, να απομακρύνεται από το γήπεδο και την ομάδα.
Είχε μια τεράστια άρνηση να έρθει και πάλι στην προπόνηση, οπότε, σε συνεννόηση με τον πατέρα του, επειδή τον ενοχλούσε ακόμα και ο θόρυβος της μπάλας, αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί σε έναν ξεχωριστό χώρο που είχαμε.
Με διάφορους τρόπους και διάφορες τεχνικές, άρχισε να αντέχει τους ήχους και να ελέγχει το άγχος του, κάθε φορά που ερχόταν προπόνηση.
Έτσι, σιγά-σιγά μπήκε στο γήπεδο μαζί μου, αρχικά σε ασκήσεις που δεν χτυπούσαν μπάλες, μετά σε ασκήσεις που χτυπούσε μια μπάλα, μετά δύο μπάλες και σταδιακά, με υπομονή και δουλειά, τα καταφέραμε.
Είναι πλέον ένας έφηβος 13 ετών, ο οποίος συμμετέχει κανονικά σε όλη την προπόνηση. Ακόμα κι αν ακουστούν μπάλες ή κάποια κόρνα, δεν έχει πια κανένα πρόβλημα. Όσα παιδιά και να είναι δίπλα του, μπορεί να ανταποκριθεί και ανυπομονεί για την επόμενη προπόνηση.
Ένα άλλο κορίτσι είχε πολύ μεγάλη εμμονή με τα σκυλιά, τις ράτσες των σκύλων και τις συμπεριφορές τους. Ερχόταν στην προπόνηση και έκανε πως γαβγίζει. Προσπαθούσε να συμπεριφερθεί σαν σκύλος, σε πλησίαζε και έκανε ότι προσπαθούσε να σε μυρίσει ή έσκυβε το κεφάλι να τη χαϊδέψεις, όπως κάνουν τα σκυλιά.
Εκεί ήρθα εγώ σε επαφή με τους ψυχολόγους που δούλευαν μαζί της εκτός προπόνησης, ώστε να ακολουθήσουμε μια κοινή τακτική.
Ήταν πολύ δύσκολο να ελέγξουμε και τη συμπεριφορά των υπόλοιπων παιδιών, καθώς κάποια γελούσαν ή την κορόιδευαν. Έπρεπε λοιπόν να εκπαιδεύσουμε και την υπόλοιπη ομάδα στο πώς θα τη δεχτεί και πώς δεν θα δίνει σημασία σε αυτή την ιδιαίτερη συμπεριφορά που είχε.
Με τον καιρό καταφέραμε να την εντάξουμε στην ομάδα και μπορεί κάποιες φορές να επαναλαμβάνει πράγματα που έχει στο μυαλό της ή πράγματα που ακούει από μας, αλλά είναι πολύ πιο λειτουργική και μάλιστα είναι και πάρα πολύ καλή στο μπάσκετ.
Σε μία άλλη προπόνηση, είχαμε ειδοποιήσει τα παιδιά ότι θα έρθουν από κάποιο κανάλι να τραβήξουν κάποια πλάνα για ένα ρεπορτάζ.
Η προπόνηση άρχισε, όμως ακόμη δεν είχε έρθει κανείς. Ούτε κάμερες ούτε ρεπόρτερ. Την ώρα της προθέρμανσης, ένα παιδί έκανε ένα πολύ μεγάλο ξέσπασμα, τα έβαλε με τον προπονητή που έδειχνε τις ασκήσεις, του φώναζε να φύγει από μπροστά του, να μη στέκεται εκεί που στεκόταν, να πάει κάπου αλλού να δείξει τις ασκήσεις. Όλο αυτό ήταν ένα βίαιο ξέσπασμα.
Τον έβγαλα από το χώρο της προπόνησης για να καταλάβω τι είχε συμβεί. «Μα δεν καταλαβαίνεις;», μου έλεγε σε πολύ έντονο τόνο και εκτός εαυτού. «Μπαίνει μπροστά μου και δεν θα φαίνομαι στην τηλεόραση».
Ακούγοντας το παιδί ότι θα έρθει κάποιο κανάλι να τραβήξει την προπόνηση, θεώρησε ότι κάπου στον χώρο υπήρχαν στημένες κάμερες και ο προπονητής έμπαινε μπροστά του, τον έκρυβε και δεν θα φαινόταν, όταν θα έπαιζε στην τηλεόραση το ρεπορτάζ.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Κάθε παιδί στο φάσμα, ακόμα κι αν δεν έχει ποτέ δημιουργήσει κάποιο θέμα, μπορεί ανά πάσα στιγμή να επεξεργαστεί κάτι διαφορετικά απ’ ό,τι οι υπόλοιποι άνθρωποι και να κάνει ένα ξέσπασμα.
Εκείνη τη μέρα λοιπόν ήταν μια ακόμα ένδειξη για μας ότι μπορεί να προκληθεί μια αναστάτωση στην ομάδα από το τίποτα, καθώς κάθε παιδί είναι απρόβλεπτο. Και κυρίως πως, ό,τι κι αν συμβεί, εμείς πρέπει να είμαστε εκεί και να το λύσουμε.
Έχουμε και παιδιά στην ομάδα τα οποία είναι μη λεκτικά, δεν έχουν λόγο. Έχουμε δύο παιδάκια τα οποία δεν μιλούν καθόλου και ένα παιδάκι που απλώς ηχολαλεί και επαναλαμβάνει λέξεις που ακούει από μας.
Αυτό λοιπόν το παιδί ερχόταν για σχεδόν ενάμιση χρόνο στην προπόνηση, χωρίς να θέλει να πάρει μέρος. Έβγαζε τα παπούτσια του και έτρεχε γύρω-γύρω ή πήγαινε στον πίνακα με τους κανόνες και ζωγράφιζε, γιατί ήταν εξαιρετικό στη ζωγραφική.
Επειδή ακριβώς δεν μπορούσε να μας επικοινωνήσει τι ήθελε, γινόταν πάρα πολύ επιθετικό. Εκεί που απλώς προσπαθούσες να αλλάξεις κάποιες πάσες μαζί του, δάγκωνε τα χέρια του, τσιμπιόταν ή έκανε τα ίδια σε σένα, ακόμα και να σε κουτουλήσει επιχειρούσε.
Μετά από αρκετή δουλειά, πολλή υπομονή και κατάλληλους χειρισμούς, κατάφερε να κάνει κανονικά προπόνηση, χωρίς μάλιστα να χρειάζεται να είναι κάποιος από μας δίπλα του.
Έφτασε στο σημείο να είναι πάρα πολύ χαρούμενο που έρχεται στην προπόνηση, να μας αγκαλιάζει, να μας φιλάει, να μειωθεί στο ελάχιστο η επιθετικότητά του και να ανήκει στα παιδιά με τη μεγαλύτερη πρόοδο σε σχέση με το πώς είχε ξεκινήσει.
Όλα αυτά είχαν επίδραση και αντίστοιχα στο σπίτι του, δηλαδή να είναι εξίσου ήρεμο, να χαίρεται, να ζητάει να έρθει στην προπόνηση, να μας χαμογελάει και να συμμετέχει κανονικά.
Όλα αυτά είναι παραδείγματα που δείχνουν το πώς ένα παιδί, αν δουλευτεί σωστά, μέσα σε ένα σωστά δομημένο πλαίσιο, μπορεί να αλλάξει πάρα πολύ και η εικόνα του να είναι στη συνέχεια τελείως διαφορετική.
Συντελούνται μικρά θαύματα κάθε εβδομάδα στις προπονήσεις μας, όσον αφορά στο κομμάτι των κοινωνικών δεξιοτήτων και της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Βλέπεις παιδάκια που αρχικά ήταν πιο μαζεμένα, πιο κλειστά, τώρα να έρχονται με πολύ περισσότερη διάθεση και χαμόγελο. Βλέπεις παιδιά που δεν μπορούσαν να διαχειριστούν το κομμάτι της αποτυχίας και της ήττας, με πολύ έντονα ξεσπάσματα, και πλέον να λειτουργούν πολύ καλύτερα.
Βλέπαμε στην αρχή παιδιά που έρχονταν με το ζόρι στην προπόνηση, γιατί αγχώνονταν. Ένας άνθρωπος, αν αγχώνεται με κάτι, πολλές φορές προσπαθεί να το αποφύγει. Το ξεπέρασαν όμως και τη θέση του άγχους πήρε η ανυπομονησία για την προπόνηση.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Συμπερίληψη
Από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε στον Χολαργό, είχαμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να “ανοίξουμε” το πρόγραμμα και σε άλλες ομάδες.
Αλλά αυτό έπρεπε να γίνει σωστά, να υπάρχουν δηλαδή κάποιοι σταθεροί πυλώνες πάνω στους οποίους θα στηριχθούμε.
Για καλή μας τύχη, ο τότε Πρόεδρος του Χολαργού, ο Φώτης Τσώνης, ήταν στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΚΑ ως Αντιπρόεδρος.
Με αυτόν τον τρόπο ενημερώσαμε σχετικά με το πρόγραμμα όλα τα σωματεία της Αθήνας και διερευνήσαμε ποιες ομάδες ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν.
Θέσαμε εξαρχής πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις και όρους συμμετοχής, γιατί θέλαμε να οργανωθεί σωστά και να στελεχωθεί από ανθρώπους που μπορούν να το στηρίξουν.
Αρχικά, αρκετά σωματεία εκδήλωσαν ενδιαφέρον, ωστόσο στην πορεία μειώθηκαν, καθώς κατάλαβαν ότι η υλοποίηση δεν είναι κάτι τόσο εύκολο όσο ακούγεται.
Κάπως έτσι στήθηκε μέσω της Ένωσης των σωματείων της Αθήνας ένα πρόγραμμα στο οποίο τελικά συμμετέχουν οι ομάδες του Παπάγου, της Ηλιούπολης, του Αγίου Νικολάου Παλλήνης και η Eurohoops Academy Λεόντειος.
Έγινε και πάλι εκπαίδευση στους νέους προπονητές που θα συμμετείχαν, ψάξαμε ποιοι από τους ήδη έμπειρους προπονητές είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους πιο άπειρους αλλά και να στελεχώσουν τα νέα τμήματα που δημιουργήθηκαν.
Και κάπως έτσι μπήκε στα σκαριά και ξεκίνησε να υλοποιείται το πρόγραμμα της ΕΣΚΑ, «Μπάσκετ για όλους».
Θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο και μέσα από αυτό το ελπιδοφόρο πρόγραμμα θα μπορέσουμε να ανοίξουμε πολλές και περισσότερες πόρτες ώστε να κάνουμε πράξη τη συμπερίληψη των παιδιών που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού στην κοινωνία μας.
Για κάθε προπόνηση, προετοιμαζόμαστε διαφορετικά. Αρχικά ενημερωνόμαστε από τους γονείς πόσα και ποια παιδιά θα συμμετάσχουν, γιατί ανάλογα προσαρμόζουμε και την προπόνηση στις ιδιαίτερες ανάγκες που έχουν αυτά τα παιδιά.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Όταν είχε πρωτοξεκινήσει το πρόγραμμα, κάναμε κάθε εβδομάδα μίτινγκ για το ποιος προπονητής θα αναλάβει ποιο κομμάτι και ποιος θα είναι ο ρόλος του καθενός από εμάς.
Συζητούσαμε διεξοδικά πώς θα προσεγγίσουμε κάποιο παιδί που ενδεχομένως μας είχε προβληματίσει σε μια προηγούμενη προπόνηση. Δεν πάμε δηλαδή απλώς στο γήπεδο και κάνουμε κάποιες ασκήσεις. Είναι πολύ πιο σύνθετο απ’ ό,τι μπορεί να φανταστεί κάποιος.
Πολλοί με ρωτάνε πώς προλαβαίνω και πόσο δύσκολο είναι να συνεργάζομαι ταυτόχρονα σε τρεις ομάδες και να έχω όλο αυτό το πρότζεκτ της Ένωσης πάνω μου. Νομίζω πως είναι από τα πράγματα που μου δημιουργούν τα πιο ευχάριστα συναισθήματα στη δουλειά μου.
Είναι ένα κομμάτι πολύ κουραστικό μεν, αλλά με γεμίζει πάρα πολύ. Και η επαφή με τα παιδιά αλλά και η αλληλεπίδραση που έχω με τους γονείς. Με πολλούς από αυτούς γνωριζόμαστε ήδη αρκετό καιρό και εισπράττω πως μας αισθάνονται όλους πλέον ως μέλη των οικογενειών τους, δίχως ίχνος υπερβολής.
Έχει τύχει πολλές φορές τα παιδιά να κάνουν τα γενέθλιά τους την ώρα της προπόνησης ή να τα γιορτάσουν εκτός γηπέδου και να προσκαλέσουν κι εμάς.
Άλλες φορές γονείς ζητούν τη συμβουλή μου, μια δεύτερη γνώμη, για μια απόφαση που πρέπει να πάρουν σχετικά με το παιδί τους, παρότι ήδη παρακολουθούνται από άλλους συναδέλφους ιδιωτικά.
Όλη αυτή η αλληλεπίδραση αλλά και η πρόοδος που βλέπω να συντελείται στα παιδιά μάς κάνουν αισιόδοξους ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης σε αρκετούς τομείς.
Συνεπώς, ναι μεν είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα, αλλά από την άλλη είναι κάτι το οποίο με γεμίζει απίστευτα και με κάνει καλύτερο άνθρωπο, καλύτερο επαγγελματία στον τομέα μου και -πάνω απ’ όλα- καλύτερη μαμά. Νομίζω πως η συμμετοχή μου δηλαδή σε όλο αυτό βελτιώνει κι εμένα σε όλα τα επίπεδα.

Photo by: Προσωπικό Αρχείο Φάννυς Ροΐδου.
Με το βλέμμα στο μέλλον
Όλο αυτό το πρόγραμμα λοιπόν που έχουμε ξεκινήσει από το 2021 έχει ως στόχο την ένταξη στον χώρο του αθλητισμού και του μπάσκετ όσο περισσότερων παιδιών που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού.
Δεν μένουμε όμως μόνο εκεί. Με κοινές δράσεις και κοινές προπονήσεις των δικών μας παιδιών με τα τμήματα τυπικής ανάπτυξης που έχει ο κάθε σύλλογος, επιδιώκουμε να εκπαιδεύσουμε ουσιαστικά όλα τα υπόλοιπα παιδιά στο να καταλάβουν τι είναι ο αυτισμός, πώς μπορούν να βοηθήσουν ένα παιδί στο φάσμα και ποια πρέπει να είναι η δική τους η στάση και συμπεριφορά απέναντι σε αυτά τα παιδιά.
Η κοινωνία πρέπει να εκπαιδευτεί για να καταφέρει να εντάξει στους κόλπους της αυτά τα παιδιά και να τα αποδεχτεί.
Θέλουμε να καταφέρουμε κάποια στιγμή να διοργανώσουμε ένα Πρωτάθλημα στο οποίο θα συμμετέχουν ομάδες παιδιών στο φάσμα του αυτισμού.
Είναι μια ανάγκη που τη βλέπουμε στα μεγαλύτερα παιδιά μας, αυτά που είναι στην εφηβεία. Είναι κάτι που το ζητάνε.
Στον ΑΣ Παπάγου, για παράδειγμα, η Εφηβική ομάδα των Happy Heroes, των παιδιών στο φάσμα, έκανε κοινή προπόνηση με το Παμπαιδικό τμήμα.
Είχαμε μιλήσει νωρίτερα και στους μεν και στους δε, κυρίως στα παιδιά του Παμπαιδικού, τους είχα προετοιμάσει για το πώς να υποδεχθούν τα δικά μας παιδιά. Έκαναν όλοι μαζί ζέσταμα, έπαιξαν ένα μεικτό διπλό και όλο αυτό πήγε ανέλπιστα καλά.
Ήταν από τις πιο συγκινητικές στιγμές που έχω ζήσει σε όλη αυτή την ενασχόλησή μου. Να βλέπω αυτά τα παιδιά που, όταν ξεκίνησαν, δεν μπορούσαν ούτε τη μπάλα να ντριπλάρουν, τα ίδια παιδιά τώρα να παίζουν διπλό κανονικά με αθλητές σαφώς υψηλότερου επιπέδου δεξιοτήτων και εμπειρίας.
Ήταν εξίσου συγκινητικό και το πώς η ομάδα των Παμπαίδων αγκάλιασε τα παιδιά στο φάσμα. Ήταν πολύ βοηθητικοί και υποστηρικτικοί σε όλα. Ήταν μια πάρα πολύ όμορφη στιγμή, τέτοιες στιγμές θέλουμε να βλέπουμε.
Αυτό είναι το νόημα του αθλητισμού. Και αυτό είναι το μπάσκετ. Δεν αποκλείει κανέναν, έχει χώρο για όλους. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε.
Ότι το μπάσκετ είναι για όλους και αποτελεί έναν τρόπο ώστε να αισθανθούν και αυτά τα παιδιά ότι έχουν χώρο μέσα σε αυτή την κοινωνία που όλοι ζούμε.
Η Φάννυ Ροΐδου είναι ψυχολόγος, με ειδίκευση στην Αναπτυξιακή Παιδοψυχολογία.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ντέλροϊ Τζέιμς: Για τον Τζέιλεν