Όταν ήμουν παιδάκι και ξεκίνησα να κλοτσάω την μπάλα με τους φίλους μου, στόχος μου ήταν να παίξω στην ΑΕ Φοίνικα, την ομάδα της γειτονιάς μου, του Φοίνικα Θεσσαλονίκης.
Ομάδα που έπαιξε μέχρι τη Δ’ Εθνική και πολλά παιδιά έφτασαν να αγωνιστούν ως την τότε Α’ Εθνική, ειδικά η δική μου φουρνιά. Εγώ έκανα δελτίο στα 17 και έπαιξα στην πρώτη ομάδα. Αγωνίστηκε και ο πατέρας μου εκεί και το παράδοξο ήταν ότι η μητέρα μου δεν με άφηνε να βγάλω δελτίο, το έκανα κρυφά!
Μεσολάβησε ο στρατός και έφυγα από την ΑΕ Φοίνικα στα 21 μου, για να κάνω το βήμα στη μεγάλη κατηγορία και τον Απόλλωνα Καλαμαριάς. Ιδιοκτήτης ήταν τότε ο Χάρρυ Κλυνν και προπονητής ο Βλάντιμιρ Ταμπόρσκι. Ήμουν τυχερός, γιατί είχα πάει να δοκιμαστώ, όταν ήταν στον Πανσερραϊκό, και με θυμήθηκε.
Ο Χάρρυ Κλυνν ήταν απίστευτος άνθρωπος. Στην πρώτη αποστολή στην Αθήνα, μένουμε σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο στη Συγγρού. Κατεβαίνω κάτω κάποια στιγμή και ρωτάω τη ρεσεψιόν πού θα γινόταν η θεωρεία. Μου λένε στο επίπεδο -2. Όταν φτάνω, ακούω γέλια από το βάθος. Λέω εδώ είμαστε. Βλέπω όλο το προσωπικό αλλά και την ομάδα να έχουν μαζευτεί γύρω από τον Χάρρυ Κλυνν και να ακούν τις ιστορίες του.
Εκείνη την χρονιά είχε μαζέψει αρκετούς νεαρούς, Μπορμπόκη, Αλεξίου, Βλαχούδη. Το πρώτο μου μεγάλο ματς ήταν στο ΟΑΚΑ με τον Παναθηναϊκό, στο οποίο αποσπάσαμε ισοπαλία. Ήταν και το πρώτο μεγάλο πριμ που πήρα από το ποδόσφαιρο, αλλά δεν θα ξεχάσω και την πορωτική ομιλία του Χάρρυ Κλυνν πριν το ματς.
Κάθισα τέσσερα χρόνια στην Καλαμαριά, αλλά τον δεύτερο ταλαιπωρήθηκα πολύ, γιατί έπαθα ρήξη πρόσθιου χιαστού και έχασα όλη την χρονιά. Τότε δεν κάναμε ούτε μια φυσικοθεραπεία. Τώρα την αγκύλωση την σπάνε στη δεύτερη μέρα. Εμένα μου πήρε τέσσερεις μήνες και ακόμη και σήμερα το πόδι μου ούτε τεντώνει ούτε κλείνει στο 100%. Την επέμβαση την έκανα Μάιο κι ευτυχώς με βοήθησε το κολύμπι το καλοκαίρι, στη θάλασσα περπάτησα πρώτη φορά χωρίς πατερίτσες.

Μάιος 1992: Ο Κώστας Κωνσταντινίδης μαρκάρει τον Βασίλη Δημητριάδα -δεξιά διακρίνεται ο Μαρίνος Ουζουνίδης- σε αναμέτρηση ΑΕΚ – Ξάνθη / Photo by: INTIME.
Ήμουν όμως από τους ποδοσφαιριστές που είχαν άγνοια κινδύνου. Όταν πήγα, αρχικά έπαιζα με τη δεύτερη ομάδα. Σε ένα φιλικό στην προετοιμασία με τους “μεγάλους” έπαιξα σε τρεις διαφορετικές θέσεις. Αυτό έκανε εντύπωση στον Ταμπόρσκι και με ανέβασε στην πρώτη ομάδα.
Άρπαξα την ευκαιρία αμέσως. Ήμουν από τα λίγα παιδιά που από το Α’ Τοπικό πήγαν κατευθείαν στην Α’ Εθνική και έπαιξα δίχως να καθίσω στον πάγκο. Από το πρώτο παιχνίδι ήμουν βασικός.
Έφυγα από τον Απόλλωνα και πήγα στον Πανσερραϊκό, στον οποίον είχε πάει ο Ταμπόρσκι, ο προπονητικός μου πατέρας. Όταν του είπα ότι έλυσα το συμβόλαιό μου, με πήρε αμέσως και ανέβηκα Βουλγαρία για προετοιμασία. Έκανα δυο γεμάτες χρονιές. Από τα 68 ματς έπαιξα στα 60.
Εμένα η θέση μου ήταν στόπερ, αλλά, επειδή τότε οι προπονητές συνήθιζαν να παίζουν “man to man” τον καλύτερο παίκτης της αντίπαλης ομάδας, επειδή ήμουν αρκετά ψηλός, πολύ πειθαρχημένος και πολύ γρήγορος, έπαιξα αρκετά ματς στα χαφ αλλά και ως δεξί μπακ. Κάποιες φορές στο γήπεδό μας, όταν χρειαζόμασταν γκολ στο τέλος, με περνούσε και μπροστά για καμία κεφαλιά. Ήξερε ότι, όπου κι αν με έβαζε, θα έδινα το 100%. Αργότερα τον είχα προπονητή και στην Ξάνθη.
Εκεί πήγα, την χρονιά που έγινε το deal με τον Πανόπουλο, ο οποίος μέχρι τότε ήταν χορηγός. Θυμάμαι μάλιστα ότι έδινε δώρο ένα αυτοκίνητο SKODA στον ποδοσφαιριστή που θα έβγαινε με ψηφοφορία ο πολυτιμότερος της χρονιάς. Βγήκα εγώ πρώτος στην ψηφοφορία στο ποδοσφαιρικό τμήμα, παρότι τότε στην ομάδα ήταν παίκτες όπως ο Κωστένογλου, ο Ουζουνίδης, ο Κεχαγιάς, ο Μαρσέλο, ο Τζάτζος, οι οποίοι έκαναν μεγάλη καριέρα, αλλά και ο Βρύζας με τον Μαλαδένη, οι οποίοι ήταν στους μικρούς. Η εκδήλωση είχε γίνει στην Αθήνα και το δώρο μου ήταν ένα κάμπριο!
Όταν έφυγα, είχα προτάσεις από τον Πανηλειακό, ο οποίος ήταν Γ΄ Εθνική, αλλά είχε αρχίσει την ανοδική του πορεία με ιδιοκτήτη τον Σταυρόπουλο, από τον Πανιώνιο και τον Άρη.

Ιανουάριος 1994: Κώστας Κωνσταντινίδης εναντίον Βασίλη Μπορμπόκη σε αναμέτρηση Άρης – ΑΕΚ / Photo by: INTIME.
Όλοι στον χώρο του ποδοσφαίρου ήξεραν ότι ήμουν φανατικός οπαδός του Άρη από μικρός. Τότε ήταν ένας σύνδεσμος, ο ΣΦΑΧ, από τον οποίον παίρναμε τα εισιτήρια για τους αγώνες, δεν χάναμε ματς. Μέτρησε καθαρά το συναίσθημα, να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα, παρότι τα χρήματα που μου πρόσφεραν οι άλλοι ήταν καλύτερα.
Είχα μιλήσει με τον Φοιρό, ο οποίος ήταν προπονητής. Αν και πήγα ως τρίτος στόπερ, πίσω από Κολτσίδα και Μητσόπουλο, έπαιξα σε πολλά ματς βασικός μέσα στην χρονιά, μια χρονιά μαγική, γιατί μετά από 14 χρόνια βγήκε ξανά ο Άρης στην Ευρώπη.
Φοβερό συναίσθημα για μένα. Στο τελευταίο ευρωπαϊκό παιχνίδι του Άρη να είμαι στην κερκίδα και στο πρώτο του μετά από 14 χρόνια να φοράω τη φανέλα στο γήπεδο.
Με τη Χάποελ Μπερ Σεβά ήταν και το μοναδικό πέναλτι που εκτέλεσα στην καριέρα μου. Εκείνη την ημέρα ήμουν… σεληνιασμένος. Όταν ο Φοιρός μού είπε ότι θα ήμουν ένας από τους εκτελεστές, ήμουν σίγουρος ότι θα το βάλω. Είχα ντοπαριστεί από την κερκίδα.
Μετά το ματς οι φίλοι μου που ήταν στην κερκίδα μού εκμυστηρεύτηκαν ότι, μόλις με είδαν να πηγαίνω να εκτελέσω το πέναλτι, έκλεισαν τα μάτια τους. Ενώ ο Κωφίδης και ο Ιβάν, οι οποίοι ήταν οι καλύτεροι παίκτες μας, αστόχησαν. Άλλη μια απόδειξη το πόσο μεγάλο ρόλο παίζει η ψυχολογία στο ποδόσφαιρο. Εγώ, παρότι το έβαλα, δεν ξαναχτύπησα πέναλτι.
Όταν έφυγα από τον Άρη, αποφάσισα να αγωνιστώ σε χαμηλότερες κατηγορίες. Αρχικά στον Ναυπακτιακό Αστέρα, με προπονητή τον Δημήτρη Σκούνα, ο οποίος ήταν κι εκείνος που με πήρε τηλέφωνο. Την ομάδα την είχε ένας εφοπλιστής, ο Φίλιππος Σφαέλος, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Ναύπακτο και είχε τρέλα με το ποδόσφαιρο και τον τόπο του, είχε όραμα.
Έτσι από την Α’ Εθνική και την Ευρώπη με τον Άρη βρέθηκα στο ξερό γήπεδο της Δ’ Εθνικής. Στο πρώτο παιχνίδι έπαθα σοκ. Πήγαμε και παίξαμε σε ένα γήπεδο με αποδυτήρια 2×3. Όταν γυρίσαμε, ανέβηκα στο κάστρο της Ναυπάκτου για να κάνω διαλογισμό. Όταν είδα τη θέα και εφόσον είχα δώσει τον λόγο μου και η ομάδα είχε στηρίξει το πλάνο της πάνω μου, αποφάσισα να μείνω.

Δεκέμβριος 1994: Ο Κώστας Κωνσταντινίδης μαρκάρει τον Κριστόφ Βαζέχα σε αναμέτρηση Παναθηναϊκός – Άρης / Photo by: INTIME.
Πέρασα εκπληκτικά με την οικογένειά μου και δεν το μετάνιωσα. Εγώ ως χαρακτήρας προσαρμόζομαι εύκολα και κάνω γρήγορα φίλους. Η γυναίκα μου ήταν δασκάλα και ήρθε με απόσπαση και με… κλάματα στη Ναύπακτο. Στο τέλος, όταν φύγαμε, πάλι έκλαιγε, αυτή τη φορά όμως γιατί είχαμε κάνει πολλές παρέες και ήταν δύσκολος ο αποχωρισμός. Ακόμη και σήμερα έχω φίλους εκεί.
Είναι αυτό το μαγικό που σου αφήνει το ποδόσφαιρο. Να σε μνημονεύουν πάντα, ειδικά αν είσαι σωστός στο πέρασμά σου από κάπου. Το βλέπω και στη σημερινή μου δουλειά.
Χωρίς υπερβολή, η γυναίκα μου, καμιά φορά ακόμη και σήμερα που καθόμαστε και βλέπουμε κανένα ματς στην τηλεόραση, μου λέει ότι παρά τις συνεχείς μετακομίσεις θα το έκανε ξανά με κλειστά μάτια.
Η ομάδα ήταν Δ’ Εθνική και ο Σφαέλος έκανε ένα μπάτζετ πάνω από 100 εκατ., νούμερο ασύλληπτο για την εποχή και την κατηγορία. Η ομάδα έσπασε όλα τα ρεκόρ της Δ’ Εθνικής, καλύτερη επίθεση, καλύτερη άμυνα, ενώ πήραμε και την άνοδο με διαφορά 15 βαθμών -δεν ήταν καν ομάδα Γ’ Εθνικής.
Ακολούθησε μια διετία στην Κέρκυρα και στα 37 μου πια είχα σχεδόν αποφασίσει να σταματήσω. Έκλεισα την καριέρα μου στην Κασσάνδρα, κάνοντας σε κάποια ματς και τον προπονητή, παρότι είχα αποφασίσει ότι δεν θα ακολουθήσω την προπονητική. Ανεβάσαμε την ομάδα στη Δ’ Εθνική, αλλά εγώ σταμάτησα. Έναν χρόνο μετά στη Γ’ Εθνική ανέλαβα Τεχνικός Διευθυντής και κάθισα περίπου τέσσερα χρόνια.
Στον Άρη επέστρεψα ως μέλος του ΔΣ του Ερασιτέχνη αλλά και ως μέλος της υπό εκκαθάριση ΠΑΕ, τη σεζόν 2014-2015, μαζί με τον Λάκη Κλεώπα και τον Λάζαρο Παπαδόπουλο. Για πολλούς, ήταν μια τρέλα η απόφαση αυτή. Ευτυχώς πήγαν όλα καλά, παρότι καθυστέρησε αρκετά να γίνει η εκκαθάριση.
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου αφανή ήρωα. Βοήθησα σε μια δύσκολη στιγμή που η ομάδα είχε συμπληρώσει και τα 100 χρόνια της. Ξεκινούσε η επόμενη εκατονταετία και θέλαμε να συνεχίσει να υπάρχει ο Άρης. Δεν συνηθίζω να το κουβεντιάζω και πολύ, αυτοί που ξέρουν… ξέρουν!
Ο Κώστας Κωνσταντινίδης είναι παλαίμαχος επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξης Σαββόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Δημήτρης Μπουγιουκλής: Ο κόσμος δεν ήξερε τι περνούσαμε
Γιώργος Κολτσίδας: Έτσι έπρεπε να ήμουν

