Ένας καλλιτέχνης οφείλει να στηρίζεται στην παρατήρηση, δίχως να ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες.
Ο ρεαλισμός είναι αδιαπραγμάτευτος κι ας έρχεται σε αντίθεση ακόμα και με εξιδανικευμένες σταθερές και προσεγγίσεις. Για τον Ρέμπραντ Χάρμενσον Φαν Ράιν ή απλώς Ρέμπραντ, η πεμπτουσία της τέχνης του ήταν το φως.
Το μελέτησε, τον απασχόλησε τόσο πολύ, ώστε δημιούργησε ολόκληρη σχολή και τεχνική, η οποία διδάσκεται ακόμα σε σχολές φωτογραφίας και καλών τεχνών. «Ο φωτισμός του Ρέμπραντ».
Στους πίνακες τού σπουδαίου Ολλανδού, το ένα μέρος του προσώπου φωτίζεται πλήρως, ενώ στο άλλο μισό υπάρχει μόνο μια μικρή, ανεπαίσθητη λωρίδα φωτός. Το παιχνίδι των σκιών, το παιχνίδι μιας συγκλονιστικά ρεαλιστικής επανάληψης της τελειότητας.
Η εμμονική επανάληψη τη προσποίησης τού Άριεν Ρόμπεν ήταν σαν το φως του Ρέμπραντ. Όπως ακριβώς φωτιζόταν πλήρως η μια πλευρά του πίνακα και στην άλλη δημιουργείτο ένα νοητά τέλειο γεωμετρικό σχήμα σκιάς και σκότους, έτσι γινόταν και με την κίνηση του Ρόμπεν.
Είσοδος στον προσομοιωτή: Προσποίηση κίνησης προς τα δεξιά (σημείο Α), στροφή προς τα αριστερά (σημείο Β), σουτ με εσωτερικά φάλτσα προς το πλαϊνό δίχτυ της εστίας (σημείο Γ). Η κατάληξη ήταν συνήθως ίδια με την έκπληξη των κριτικών τέχνης στη θέα ενός έργου του Ρέμπραντ: θάμβος και αποθέωση του ρεαλισμού της απλότητας.
Όλα έμοιαζαν στενά και πλατιά την ίδια στιγμή, όπως σε μια αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ, όταν ο ίδιος χρησιμοποιεί την τέχνη του για να επιβεβαιώσει την ελευθερία του. Το προσπαθούσε ο Ρόμπεν σε ολόκληρη την καριέρα του, διεκδικούσε την ελευθερία του εντός αγωνιστικού χώρου, πάλευε με τον εαυτό του, με συμπαίκτες κι αντιπάλους για να τον καταλάβουν.
Τον ήξεραν, όλοι τον ξέραμε. Αλλά δεν τον καταλάβαμε πραγματικά ποτέ.
Είχε το ίδιο στυλ, την ίδια κίνηση επί χρόνια ολόκληρα. Δεν μας άφηνε έκπληκτους για την προβλέψιμη (πια) κίνηση. Η έκπληξη που άγγιζε τα όρια του εκνευρισμού, έγκειτο στο γεγονός ότι όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον αναχαιτίσει.
Αυτή είναι η δική μας πλευρά, όλων των υπόλοιπων, εξωτερικών παρατηρητών, συμπαικτών και αντιπάλων. Για τον Ρόμπεν ήταν, όμως, ένας ατομικός πνευματικός χώρος, ο μοναδικός τρόπος να εκφραστεί ελεύθερα στον γεωμετρικό πανθεϊσμό του ποδοσφαίρου.
Το σύγχρονο ποδόσφαιρο -ως έκφραση- ακολουθεί στενά τον ορθολογισμό της φιλοσοφίας ενός άλλου σπουδαίου Ολλανδού, του Μπαρχούχ Σπινόζα. «Deus sive Naturae» («ο κόσμος μας είναι Θεός ή Φύση). η λογική σειρά του σύμπαντος, έξω δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο.
Ο Ρόμπεν, με αυτή την πεισματική εσωτερική υποχρέωση να επαναλαμβάνει τον εαυτό του, προσπάθησε να επιβεβαιώσει την ιδέα του για το ποδόσφαιρο. Η δική του επανάσταση ενείχε το αξίωμα της μετατροπής του εξεζητημένου βαθμηδόν σε φυσιολογικό.
Χρησιμοποίησε τα γήπεδα σαν καμβά για να ζωγραφίσει την αθάνατη ποδοσφαιρική κοσμοθεωρία του, ένα προσωπικό κίνημα προς τα εμπρός, καθοδηγούμενο από την επιθυμία για κοσμική ελευθερία και απαγκίστρωση από την ακατανίκητη μηχανή της ολλανδικής σχολής, η οποία γεμίζει υποχρεώσεις όλους τους υπηρέτες της.
Το «Total Football» ήταν και παραμένει μια πολύ σπουδαία ποδοσφαιρική φιλοσοφία που πήγε το ποδόσφαιρο δεκαετίες μπροστά, αλλά δημιούργησε και άτεγκτες υποχρεώσεις. Τακτικός σεβασμός στα όρια του φόβου.
Γι’ αυτό και ο Ρόμπεν, από τα χρόνια της Μπέντουμ και της Γκρόνινγκεν, ήξερε ότι ο μόνος τρόπος, για να επιβληθεί, ήταν ο χρόνος. Το μεγαλύτερο ταλέντο του δεν ήταν η προσποίηση.
Πολλοί, σχεδόν όλοι, ξέρουν ή μαθαίνουν να τριπλάρουν και να προσποιούνται. Το παράθυρό του, η ευκαιρία του, ήταν ο χρονισμός και ο ίδιος ο χρόνος. Εξέλιξε και έμαθε να προλαβαίνει τους πάντες, κι ας ήξεραν κι εκείνοι ότι θα κάνει ακριβώς τη συγκεκριμένη προσποίηση.
Δεν μπορεί να είναι μόνο ταλέντο. ήταν σαν μια εσωτερική ροή εξιστόρησης του δικού του παραμυθιού, όπως ακριβώς το είχε φτιάξει στο κεφάλι του. Έπλαθε την ίδια σουρεαλιστική ιστορία στο μυαλό του και άλλαζε τους συμπρωταγωνιστές. Ήταν η μόνη του διέξοδος στο -περίπου θλιβερό- Μπέντουμ, όπου μεγάλωσε.
Φαίνεται στη μορφή του, στο πρόσωπό του ότι δεν είχε και τόσο συναρπαστικά παιδικά χρόνια. Ορισμένους ανθρώπους είναι πολύ εύκολο να τους διαβάσεις.
Από 20 χρονών ήταν σαν τον βετεράνο πυγμάχο που έμαθε να μετράει τις μέρες, όπως τις γροθιές στο σώμα του. Όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο, το 2019, ήταν μόνο 35 ετών και έμοιαζε με προχωρημένο συνταξιούχο. Ίδιο κι απαράλλακτο είχε παραμείνει μόνο το μαγικό του αριστερό πόδι.
Σταμάτησε πλήρης, κουβαλούσε, όμως, και τις λουθηρανικές αμαρτίες, οι οποίες θα τον κυνηγούν σε όλη του τη ζωή.
Η ευκαιρία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010, ένα βέβαιο γκολ, το οποίο έχασε μόνος του με τον Κασίγιας, στερώντας από την Ολλανδία τον Παγκόσμιο Τίτλο.
Το μοιραίο πέναλτι απέναντι στον Τσεχ, στον χαμένο Τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ του 2012.
Ακόμα ένα χαμένο πέναλτι στο ματς, το οποίο έκρινε τον τίτλο με τη Μπορούσια Ντόρτμουντ, πάλι το 2012. Και ακόμα χειρότερα, η αντίδρασή του και οι αχαρακτήριστες ύβρεις από τον Σούμποτιτς, οι οποίες έκαναν έκαναν το γύρο του κόσμου.
Βρήκε έναν μίνι εξαγνισμό στον Τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ του 2013 ξανά με την Ντόρτμουντ, όταν στα τελευταία λεπτά με ένα δικό του σόλο παρέλυσε την αντίπαλη άμυνα και σκόραρε το γκολ, το οποίο έφερε το τρόπαιο. Ναι, το έκανε με τη δική του προσποίηση, με τον δικό του τρόπο.
Το ποδόσφαιρο συγχωρεί. Είναι αυστηρό και αδέκαστο, αλλά αναγνωρίζει έργα και δίνει δεύτερες και τρίτες ευκαιρίες. Διαθέτει μια ιδιότυπη δικαιοσύνη, η οποία αποδίδει στον Καίσαρα αυτά, τα οποία είναι δικά του.
Ο Ρόμπεν σκόραρε το τελευταίο γκολ της καριέρας του στο Τσάμπιονς Λιγκ, τον Νοέμβριο του 2018, σε ένα αδιάφορο παιχνίδι ομίλων με τη Μπενφίκα. Πέρασε τέσσερεις, έκανε αυτό το χαρακτηριστικό “slide” επάνω στο χορτάρι, πλάσαρε με εσωτερικά φάλτσα και έστειλε τη μπάλα εκεί, όπου έπρεπε να πάει, εκεί, όπου πήγαινε πάντα: στο πλαϊνό δίχτυ. Αυτή έπρεπε να είναι η τελευταία ανάμνηση, αυτό ήταν το δίκαιο.
Ταλαιπωρείτο ήδη αφάνταστα από τραυματισμούς και αφόρητους πόνους, γνώριζε πολύ καλά ότι τελειώνει.
Το γήρας δεν ήταν σωματικό κι ας εμμένουμε όλοι στις βαθιές ρυτίδες και το κουρασμένο βλέμμα. Είχε γεράσει ψυχολογικά, είχε πάψει να πλάθει πια το ίδιο όνειρο στο μυαλό του, διότι διέθετε την επίγνωση του γεγονότος ότι το σώμα έπαψε να ακολουθεί τον νου.
Ένα σώμα, το οποίο του επέτρεψε να αναπτύξει ταχύτητα 37 χιλιομέτρων την ώρα σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2010. Κανένας ποδοσφαιριστής δεν είχε αναπτύξει τέτοια ταχύτητα ως τότε. Η ταχύτητα και η έκρηξή του ήταν προϊόν της εγωκεντρικής του αναρχίας, καρπός ατέλειωτης προσωπικής δουλειάς και επεξεργασίας του ταλέντου του.
Κατέκτησε πολλά, σχεδόν τα πάντα. Πρωταθλήματα στη Γερμανία με τη Μπάγερν, Κύπελλα με την Τσέλσι, την Αϊντχόφεν, μόνο στη Ρεάλ δεν τα κατάφερε. Η Ρεάλ, όμως, είναι η μοναδική ομάδα στον πλανήτη που σκοτώνει υπέροχα.
Συνέθεσε με τον Φρανκ Ριμπερί ένα από τα σπουδαιότερα δίδυμα ακραίων στη σύγχρονη ποδοσφαιρική ιστορία, η συνύπαρξή τους υπήρξε συγκλονιστική. Δεν ήταν ποτέ φίλοι, δεν ταίριαξαν ποτέ σαν χαρακτήρες, παρόλ’ αυτά η χημεία τους στο χορτάρι θύμισε τις συγχορδίες των ντραμς τού Μπόναμ με την κιθάρα τού Πέιτζ.
Κάθε αγκαλιά, μετά από κάθε επιτυχημένη συνεργασία του Ρόμπεν με το Ριμπερί, έκανε το ποδόσφαιρο λιγότερο μίζερο, το έφερνε πιο κοντά στο κοινό, το οποίο λάτρεψε την ποδοσφαιρική αναρχία. Όσο ακανόνιστος ήταν εντός αγωνιστικού χώρου, τόσο τετράγωνος αποδείχτηκε εκτός.
Σταμάτησε και γύρισε στο Γκρόνινγκεν. Έχτισε σπίτι, δεν μετακόμισε αμέσως, απλώς επειδή τα παιδιά είχαν το σχολείο στο Μόναχο. Δεν ήθελε να το κόψει, ήταν το μοναδικό πράγμα, το οποίο ήξερε να κάνει καλά.
«Δοκίμασα τα πάντα, πήγα παντού, σε όποιον ειδικό μπορούσα, αλλά οι πόνοι ήταν εκεί, δεν έφευγαν με τίποτα. Συμμετείχα σε κάποιες προπονήσεις με τους συμπαίκτες μου, τις καλές μέρες ήλπιζα ότι μπορώ να επιστρέψω, είχα την ψευδαίσθηση ότι δεν θα τελειώσει ποτέ. Στην επόμενη υποτροπή βγήκα ξανά νοκ άουτ. Δεν καταλάβαινα πια τί μου συμβαίνει, είχα αρχίσει να αμφισβητώ τον εαυτό μου». Ειλικρινής και απόλυτα ευθύς.
Στις 4 Ιουλίου του 2019 ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει. Δεν το εννοούσε, απλώς είχε κουραστεί τόσο πολύ, με αποτέλεσμα να θέλει να βγάλει και τη Μπάγερν από τη δύσκολη θέση. Αποχαιρέτισε με 201 συμμετοχές στη Μπουντεσλίγκα, με 99 γκολ. Αθόρυβα, γιατί μέσα του δεν είχε σβήσει η φλόγα.
Τον Ιούνιο του 2020, τον κάλεσε πίσω η ομάδα, στην οποία ξεκίνησε την καριέρα του, η Γκρόνινγκεν. Χτυπημένη από τα κρούσματα Covid-19, του ζήτησαν ευγενικά να βοηθήσει. Δεν είπε όχι. Επέστρεψε γεμάτος όρεξη, για ένα διάστημα πίστεψε ότι του προσφέρθηκε η τελευταία ευκαιρία.
Έπαιξε σε όλα τα φιλικά, σιγά-σιγά ξεθάρρευε, ανά διαστήματα θύμιζε και τον Ρόμπεν, όπως τον έχουμε κρατήσει στο νου. Το παραμύθι διήρκησε 28 λεπτά, όταν στο ντεμπούτο εναντίον της PSV για το πρωτάθλημα, αποχώρησε τραυματίας.
Τον είχαν πει «εξωγήινο», «Alien Robben», σε μια απ’ αυτές τις παραφράσεις που για κάποιον λόγο εξακολουθούν να γοητεύουν κοινό και -κυρίως- δημοσιογράφους. Κι όμως, δεν ήταν ποτέ «εξωγήινος». Ήταν μια σύνθετη μεγαλοφυΐα με αχίλλειο πτέρνα, ένας καλλιτέχνης που κατάλαβε νωρίς ότι το φως έχει σημασία, όταν του δίδεται προοπτική κι ας είναι μονοδιάστατο.
Έργα του Ρέμπραντ έχουν προσπαθήσει πάρα πολλοί να αντιγράψουν. Η «Νυχτερινή Περίπολος» εξακολουθεί να παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της τέχνης. η περίπλοκη εικονογραφία της πρακτικά αποκαλύπτει την πλεκτάνη, την οποία είχαν στήσει μέλη της πολιτοφυλακής εναντίον του δημιουργού.
Είναι μια εικόνα γεμάτη θόρυβο, ταυτόχρονα, όμως, διαθέτει τις πιο αριστουργηματικές φωτοσκιάσεις, οι οποίες είναι εκεί για να υπενθυμίσουν ότι ο καλλιτέχνης δεν μένει ποτέ υποταγμένος στις απαιτήσεις των άλλων και θα βρει τον τρόπο να εξωτερικεύσει το ιδιαίτερό του γνώρισμα.
Ο Άριεν Ρόμπεν πάντοτε έβρισκε τον τρόπο. Και στην ακμή και στην παρακμή του, και στη νιότη και στα στερνά του. Επιμήκυνε μια καριέρα που άλλα χρόνια θα είχε ολοκληρωθεί πολύ νωρίτερα, δουλεύοντας το διπλάσιο από τους υπόλοιπους. Θέτοντας εαυτόν στη δοκιμασία και στο μαρτύριο των χειρουργείων, της αποθεραπείας, της ενδυνάμωσης.
Επέστρεφε κατά το δυνατόν ο ίδιος, διαφύλαττε σαν κόρη οφθαλμού το πιο σπουδαίο βέλος στη φαρέτρα του ταλέντου του.
Στη γραμμή, γιατί “γραμμικός” ήταν πάντα κι ας ίσχυε φαινομενικά το αντίθετο.
Προσποίηση δεξιά, στροφή αριστερά, περίτεχνα φάλτσα και η μπάλα στο πλαϊνό δίχτυ.
Φως.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro