Εμφύλιος

Εμφύλιος
Μια αδιανόητη σπατάλη αίματος, η οποία κληροδότησε χιλιάδες εκκρεμότητες στις ανθρώπινες συνειδήσεις μαζί με φοβίες, ανασφάλειες, μίσος και μια αίσθηση “ανοιχτών λογαριασμών”. Η εμφύλια διαμάχη διέλυσε τη χώρα.
6
Κεφάλαιο

ΜΕΡΟΣ Α

Η πορεία και η ανάπτυξη του ελληνικού αθλητισμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία και την ανάπτυξη του Ελληνικού κράτους και την ανάσχεση των πολιτικών εξελίξεων, εν είδει δύο τεμνόμενων, συμπιπτουσών ή/και ενίοτε παράλληλων γραμμών. Τα ιστορικά γεγονότα, τα γεωγραφικά όρια, ο αριθμός και η σύνθεση του πληθυσμού, το συνταγματικό πλαίσιο, η εθνική οικονομία, η κοινωνική διαστρωμάτωση, οι νοοτροπίες, τα κυρίαρχα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της Ελλάδας αποτέλεσαν τα κύρια συστατικά αυτής της διαχρονικής σχέσης. Θα ήταν δόκιμο να ισχυριστεί κάποιος ότι ο αθλητισμός εν γένει καθ’ όλη την περίοδο των 200 ετών δεν είχε ποτέ αμιγώς αθλητικό περιεχόμενο αλλά πολιτικό και πολιτισμικό, μιας και εδράζετο στην αρχαιότητα. Από το χρονικό σημείο όπου ο ελληνικός αθλητισμός ξεκίνησε να κατοχυρώνεται και διά νομοθετικών πρωτοβουλιών, η ευθεία σχέση και συνάφειά του με τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δρώμενα της χώρας απέκτησε και εντελώς διαφορετική σημασία και προσανατολισμό.

Ούτως ή άλλως, μετά την πικρή ήττα στο μικρασιατικό μέτωπο και την επί της ουσίας καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού και τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να είναι ξανά ίδια. Εκτός από τις απότομες μεταβολές αριθμητικών μεγεθών, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών που τις ακολουθούσαν, και τις αναπόφευκτες πολιτισμικές ανασυνθέσεις, δημιουργήθηκε μια ιδιαίτερη υποκατηγορία (και) αθλητικής ιδεολογίας και πρακτικής. Εκείνος ο μαύρος Ιούλιος του ‘22 χτύπησε βάναυσα τον Ελληνισμό και ανάγκασε χιλιάδες ανθρώπους να καταφθάσουν στην Ελλάδα με όποιο μέσον μπορούσαν. Άλλοι εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, άλλοι βρήκαν καταφύγιο σε νησιά, άλλοι διασκορπίστηκαν σε βορρά, νότο, όπου τους έβγαλε ο δρόμος. Κάποιοι εξ αυτών κατόρθωσαν να φτάσουν στην Αθήνα.

Χτυπημένοι από τη συμφορά και τη μοίρα, ξεκληρισμένοι οι περισσότεροι, δεν άργησαν να αναζητήσουν την καθημερινότητα της Πόλης και της Σμύρνης. Τους έλειπαν, τις αναζητούσαν σε κάθε έκφανση της νέας τους ζωής. Δυο χρόνια μετά τον πόλεμο, οι ίδιοι άνθρωποι προσπάθησαν να βρουν μια αφορμή για να είναι μαζί, ενωμένοι, μονιασμένοι. Αποφάσισαν να αθληθούν, να παίξουν ποδόσφαιρο. Σε μια Ελλάδα φτωχική, πληγωμένη και καχύποπτη απέναντι στους πρόσφυγες. Σε έναν μικρό χώρο στα γραφεία της Χριστιανικής Αδελφότητας Νέων Αθηνών στο κέντρο της Αθήνας (η ΧΑΝΑ τότε στεγάζετο επί της οδού Μητροπόλεως) αποφάσισαν να αναστήσουν τη μεγάλη ιδέα που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, να βάλουν φωτιά στη φλόγα που σιγοέκαιγε μετά το δράμα του 1922. Έτσι, γεννήθηκε η Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως, η ΑΕΚ, η οποία, πριν καν περάσει ένα δίμηνο, στελεχώθηκε κατά συντριπτική πλειοψηφία από Κωνσταντινουπολίτες ποδοσφαιριστές. Από παιδιά της Πόλης που με την έναρξη του αιώνα έπαιζαν ποδόσφαιρο στα μοναδικά σωματεία που διέθεταν τότε ποδοσφαιρικό τμήμα. Τα ονόματά τους ήταν Πέρα Κλουμπ και Ένωσις Ταταύλων. Εκείνα τα πρώτα χρόνια το ποδόσφαιρο ήταν άκρως ερασιτεχνικό. Δεν υπήρχε καν Ομοσπονδία (συστάθηκε δύο χρόνια αργότερα, το 1926, όταν πρωτοπαραχωρήθηκε και η έκταση της Νέας Φιλαδέλφειας στην ΑΕΚ ως προπονητήριο) και η ΑΕΚ προπονείτο ακόμη στο ανοιχτό γήπεδο δίπλα στους στύλους του Ολυμπίου Διός.

Οι αγώνες δεν είχαν σημασία, το ζητούμενο ήταν οι μυρωδιές, οι θύμησες, η ιστορία. Τα μέλη όμως των Μικρασιατικών σωματείων και Σχολών συνέχισαν την γυμναστική και αθλητική δραστηριότητά τους, οι δυο δημοφιλείς ομάδες της Σμύρνης συνέχισαν την δραστηριότητα τους και στην Αθήνα. Ο Απόλλων Σμύρνης είχε ιδρυθεί από το 1891 μετά τη διάσπαση του Ορφέα Σμύρνης, διέθετε καλλιτεχνικά, πεζοπορικά και αθλητικά τμήματα και διεκρίνετο ιδιαιτέρως στην κωπηλασία. Διατηρούσε ιδιόκτητο γήπεδο στη Σμύρνη και ήταν πιο “λαϊκή” ομάδα από τον συντοπίτη και πιο “αστικό” Πανιώνιο. Ο Απόλλων ίδρυσε το ποδοσφαιρικό του τμήμα το 1910, έκτοτε σχεδόν μονοπωλούσε τις κατακτήσεις τίτλων, αλλά με τη συμφορά του ‘22 καταστράφηκε. Όπως και η ΑΕΚ, ξαναφτιάχτηκε στην Αθήνα ως προσφυγική ομάδα με την ονομασία Απόλλων Αθηνών, με έδρα αρχικά δίπλα στο Ολυμπιείο, αργότερα στο Ρουφ και τελικά στο γνωστό γήπεδο της Ριζούπολης. Συν τω χρόνω, άρχισε να κατακτά κάποια πρωταθλήματα Αθηνών, βαθμηδόν όμως έχασε αρκετή από τη δυναμική του.

Ο Πανιώνιος από την άλλη, ο οποίος προήλθε επίσης από τη διάσπαση του Ορφέα Σμύρνης, είναι επί της ουσίας το προϊόν της επανένωσης του Αθλητικού Συλλόγου «Γυμνάσιον» (εκ των ιδρυτικών σωματείων του ΣΕΓΑΣ) με τον Ορφέα. Ο Πανιώνιος Γυμναστικός Σύλλογος διατηρούσε 11 αθλητικά τμήματα, στίβου, γυμναστικής, ναυτικό (κωπηλασίας), κολύμβησης, σκοποβολής, ξιφασκίας, ποδηλασίας, τένις, ποδοσφαιρίσεως, βόλεϊ και μπάσκετ, είχε όμως ενεργά και τα καλλιτεχνικά και τα λεγόμενα «περιηγητικά» τμήματα. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, με έδρα τα αποδυτήρια του Παναθηναϊκού Σταδίου ο Πανιώνιος ξαναγεννήθηκε και το 1940 μεταφέρθηκε (μέχρι και σήμερα) στη φυσική του έδρα, τη Νέα Σμύρνη.

Γενικότερα, το πρώτο διάστημα (έως την ανάληψη της Κυβέρνησης από τον Βενιζέλο τον Ιούλιο του 1928) σημαδεύτηκε από γεγονότα, ενέργειες και φαινόμενα τάσεων που είχαν διαμορφωθεί νωρίτερα και εκ των πραγμάτων αποτέλεσαν εκδηλώσεις γενικότερων εξελίξεων και αφετηρία νέων δυναμικών που μοιραία επηρέασαν και την αντίληψη περί αθλητισμού. Η Ελλάδα μετά την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού και τον ξεριζωμό βρέθηκε για μια διετία αντιμέτωπη και με σωρεία θανάτων από τις μάστιγες της εποχής, τη φυματίωση και την ελονοσία. Υπό αυτές τις ασφυκτικά δύσκολες συνθήκες έπρεπε να συντελεστεί παράλληλα ο εκσυγχρονισμός και η μετάβαση της χώρας στη νέα εποχή. Η κατασκευή του φράγματος και της τεχνητής λίμνης στον Μαραθώνα από την αμερικανική εταιρεία ΟΥΛΕΝ, ο νομισματικός ελιγμός με την εκ νέου “διχοτόμηση” της δραχμής το 1926 και η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος την επόμενη χρονιά έδιναν έναν τόνο αισιοδοξίας για τα μελλούμενα, αλλά η συγκυρία της παγκόσμιας κρίσης στην οικονομία μετά το Κραχ στη Νέα Υόρκη το 1929 έφερε και πάλι τη χώρα προ καταστροφής. Την άνοιξη του 1932 η Ελληνική Κυβέρνηση δεν καταφέρνει να αποφύγει την αναστολή της μετατρεψιμότητας του εθνικού νομίσματος και ανέστειλε την εξυπηρέτηση των εξωτερικών της δανείων. Η συγκεκριμένη εξέλιξη οδήγησε τέσσερα χρόνια αργότερα στην κατάλυση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και την επιβολή της Δικτατορίας του Μεταξά με την ανοχή του Παλατιού.

Όλο το κύμα των μεταρρυθμίσεων και της αναπτυξιακής τροχιάς της χώρας επιβραδύνθηκε, πλην όμως είχαν γίνει έστω τα απαραίτητα προκειμένου να υφίστανται θεμέλια για να αντέξει και να αναστηλωθεί το Ελληνικό κράτος. Η ίδρυση των Πανεπιστημιακών Σχολών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, πάνω απ’ όλα η ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών (συντακτική πράξη της 18ης Μαρτίου του 1926), με τις τρεις τάξεις των Θετικών Επιστημών, των Γραμμάτων και Τεχνών και των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών, προσέδωσαν στον αθλητισμό το εκπαιδευτικό-παιδαγωγικό περίγραμμα που είχε ανάγκη προκειμένου να παγιωθεί έστω ως παρακολούθημα της “δέον γενέσθαι” πολιτικής στην Ελλάδα. Μέχρι τότε είχε δημιουργηθεί το πρώιμο σωματειακό και ομοσπονδιακό πλέγμα και η βιτρίνα του ελληνικού αθλητισμού αντικατοπτριζόταν μέσω των ανά τετραετία διοργανώσεων των (Θερινών) Ολυμπιακών Αγώνων. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με τους νόμους ΙΩΚΓ’3923 και ΓΩΚΕ’3925 που χώρισαν το Πανεπιστήμιο σε δύο ιδρύματα, το Εθνικό και το Καποδιστριακό, καθόρισε τη λειτουργία των δύο τμημάτων του Πανεπιστημίου και επέτρεπε σε ορισμένες περιπτώσεις την παρέμβαση του Υπουργού στον διορισμό των καθηγητών. Έκτοτε, οι νόμοι αυτοί υπέστησαν πολλές τροποποιήσεις και συμπληρώσεις, ορισμένες από τις οποίες οφείλοντο στην εκάστοτε πολιτική συγκυρία, αλλά αναμφισβήτητα ο ν.2905 του 1922 αποτελεί το πρώτο ολοκληρωμένο σχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του οργανισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συντάχθηκε από τον καθηγητή της Νομικής και νομομαθή, Δ. Παππούλια, ενώ  σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου διαδραμάτισαν ο επίσης καθηγητής της Νομικής, Ν. Σαρίπολος, και ο πρώην Υπουργός Παιδείας, αστρονόμος, Δ. Αιγινήτης.  Διά του συγκεκριμένου νόμου, το Πανεπιστήμιο απέκτησε μια τυπική και ουσιαστική ενότητα καθώς και την πρώτη του τρόπον τινά αυτοτέλεια με τον ακριβή καθορισμό της λειτουργίας του. Θεσπίστηκε η διαδικασία εκλογής των καθηγητών, ο αριθμός των εδρών, εισήχθη η καινοτομία της εγγραφής φοιτητών κατόπιν επιτυχίας σε εισαγωγικές εξετάσεις και τέλος προβλέφθηκαν οι αντίστοιχες έδρες: 94 τακτικές (24 Ιατρικής, 22 Φιλοσοφικής, 18 Νομικής, 18 Φυσικομαθηματικών, 12 Θεολογικής) και 44 έκτακτες, μεταξύ των οποίων και η σχετιζόμενη με τη Φυσική Αγωγή. Η περίφημη Έκθεση του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Μονάχου, Κ. Καραθεοδωρή, το 1930 επιφέρει τα βελτιωτικά μέτρα των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης με σκοπό την αναδιοργάνωσή τους στα πρότυπα του Πολυτεχνείου του Μπρεσλάου, όπου ο Καραθεοδωρής είχε ήδη επιτελέσει το σχετικό έργο. Δημοσιεύεται η μελέτη με τίτλο «Η αναδιοργάνωσις του Πανεπιστημίου Αθηνών» και μέχρι το 1960 το Ελληνικό κράτος βαδίζει και στηρίζεται στην εν λόγω μεταρρύθμιση.

blank

ΜΕΡΟΣ Β

Το ζήτημα της διαμάχης για τη δημοτική έληξε με την επικράτηση των «Καθαρευόντων», η μόνη διέξοδος για τους Δημοτικιστές απέβη η Θεσσαλονίκη και η ίδρυση του Πανεπιστημίου της. Μια ομάδα γερμανοτραφών Δημοτικιστών προσπάθησε να εισαγάγει στην Ελλάδα το Νεοκαντιανισμό, προεξεχόντων του καθηγητή Φιλοσοφίας Δικαίου, Κωνσταντίνου Τσάτσου, του κοινωνιολόγου Παναγιώτη Κανελλόπουλου και του καθηγητή Φιλοσοφίας, Ιωάννη Θεοδωρακόπουλου. Στην Αθήνα το 1930 ιδρύεται η Ελευθέρα Σχολή Πολιτικών, Οικονομικών Επιστημών από την εταιρεία Εκπαιδευτική Αναγέννησις και επτά χρόνια αργότερα το ίδρυμα γίνεται εκπαιδευτικός οργανισμός δημοσίου δικαίου, η Σχολή χαρακτηρίζεται «Ανωτάτη» και το 1939 μετονομάζεται σε Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών και Δημοσίων Υπαλλήλων.

Ανάλογη ήταν και η “διαμάχη” των γυμναστών και καθηγητών Φυσικής Αγωγής εκείνη την εποχή. Οι καθηγητές Φυσικής Αγωγής και οι γυμναστές επικεντρώνουν το έργο τους στην παιδαγωγική διάσταση και το 1927 ο νομικός και γυμναστής της Αμπετείου Σχολής στο Κάιρο, Ευάγγελος Παυλίνης, εκπονεί το έργο «Η ιστορία της Γυμναστικής», το οποίο εισήχθη στο Διδασκαλείο Γυμναστικής Αθηνών και αποτέλεσε ουσιαστικά το πρώτο ιστορικής σημασίας ακαδημαϊκό σύγγραμμα. Επί δεκαετίες, το βιβλίο του Παυλίνη μαζί με εκείνο του Χρυσάφη αποτελούν ουσιαστικά τις μοναδικές πηγές της Ελληνικής Φυσικής Αγωγής. Τουλάχιστον μέχρι το 1962, όταν ο διατελέσας Πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ, Παύλος Μανιτάκης, εκδίδει τα «100 Χρόνια του Νεοελληνικού Αθλητισμού 1830-1930», τη σημαντικότερη ιστορική σύνθεση του ελληνικού αθλητισμού της “μοντέρνας” σχολής Χρυσάφη.

Είναι σαφές ότι εκτός των άλλων η “παραγωγή” νέων γυμναστών αντιμετώπισε τα μείζονα προβλήματα που προέκυψαν από τα εθνικά θέματα, με σοβαρές πολιτισμικές ανασυνθέσεις, απότομες μεταβολές αριθμητικών μεγεθών μαθητών και φοιτητών καθώς και την αναπόφευκτη για το εκπαιδευτικό σύστημα δημιουργία της άτυπης κατηγορίας των «διδασκάλων των δύο μαρτύρων». Πρόσφυγες που δήλωναν δάσκαλοι στους τόπους προέλευσής τους και αδυνατούσαν να προσκομίσουν τα ανάλογα δικαιολογητικά διορίζονταν με απλή ένορκη βεβαίωση δύο μαρτύρων, με αποτέλεσμα το διάστημα έως την ανάληψη της Κυβέρνησης από τον Βενιζέλο τον Ιούλιο του 1928 να σημαδευτεί από φαινόμενα διάφορων τάσεων που καθόρισαν εξελίξεις και αποτέλεσαν την αφετηρία νέας δυναμικής.

Εντός αυτού του ιδιαίτερου εθνικοκοινωνικού εκπαιδευτικού πλαισίου διαμορφώθηκε το πρόγραμμα του κόμματος των Φιλελευθέρων, το οποίο εν τέλει επέτρεψε στην Κυβέρνηση Βενιζέλου να προχωρήσει στην ανασύνθεση της εκπαιδευτικής πολιτικής και να κατοχυρώσει νομοθετικά (και) το αθλητικό πλαίσιο. Ήταν η πρώτη από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμιστικές προτάσεις έναν αιώνα μετά τη συγκρότηση του συστήματος που εν τέλει κυρώθηκε από τη Βουλή και έγινε νόμος του κράτους, η πρώτη που υποστηρίχθηκε από δύο διαδοχικούς Υπουργούς Παιδείας, τον Κωνσταντίνο Γόντικα και τον Γεώργιο Παπανδρέου, δίχως να μεταβληθεί ο κύριος προσανατολισμός της. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια από τις κορυφαίες τομές στην ιστορία του Ελληνικού κράτους, αφού εγκαθιδρύθηκε η μεικτή φοίτηση σε όλες τις βαθμίδες, επετράπη η οικοδόμηση πάνω από 3.000 σχολικών κτηρίων και εισήγαγε καινοτόμες ρυθμίσεις που παρέμειναν ζητούμενα και στις αρχές του 21ου αιώνα. Εν ολίγοις, η μεταρρύθμιση του 1929-32 αποτελεί τη σημαντικότερη τομή στην ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους.

Πρέπει να σημειωθεί και να συνεκτιμηθεί ωστόσο ότι όλη αυτή η αναδόμηση έγινε εντός ενός ευρύτερου πολιτικού και οικονομικού πλαισίου που εξέφραζε διαφορετικές ιδεολογικές προσεγγίσεις, δημιουργούσε αντιφάσεις, συμβιβασμούς και επέφερε κοινωνικές επιπτώσεις, παρά την πρόθεση να εξασφαλιστούν οι ισορροπίες. Στη μεγάλη εικόνα, το γενικό πνεύμα επικεντρώθηκε στην ελευθερία της διδασκαλίας, την κρατική προστασία της πνευματικής εργασίας και την παγκόσμια τάση για εκσυγχρονισμό. Δίχως αυτή τη μεταρρύθμιση ο ελληνικός αθλητισμός θα εξακολουθούσε να υπηρετεί το αυστηρό και παλαιολιθικό Γερμανοελβετικό μοντέλο και την εμμονή στον αρχαιοελληνικό (και μόνον) τρόπο αντίληψης του αθλητισμού. Δεν ήταν δυνατόν, ενόσω στη χώρα επικρατούσαν ο Εκλεκτισμός και νέα κινήματα σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους, ο αθλητισμός να παραμείνει προσκολλημένος σε μοντέλα του παρελθόντος. Η χώρα άλλαζε, ο αστικός χώρος διαφοροποιείτο, η γνώση προσχωρούσε σιγά-σιγά και στη μεσοαστική και στη μικροαστική τάξη, οι νέοι μάθαιναν να χειρίζονται με επιτυχία τη γνώση και ουσιαστικά να οικοδομούν τη χώρα από την αρχή σε όλους τους τομείς. Το κίνημα της επιστροφής στις ρίζες, φερειπείν, αφομοιώθηκε στην Ελλάδα ως αντίλαλος των αντίστοιχων επιστροφών στην παράδοση, σφραγίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι της λογοτεχνίας, της ποίησης, της μουσικής, της γλυπτικής, της ζωγραφικής, της αγιογραφίας, της αρχιτεκτονικής, όλων των τεχνών. Η απελευθέρωση των πόλεων, ο ερχομός των προσφύγων και η δύσκολη μεν σταδιακή δε ενσωμάτωσή τους στο Ελληνικό κράτος σήμανε και την αλλαγή σελίδας. Θεσπίστηκαν τομές και οι νέοι άνθρωποι, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα έπαψαν να θεωρούν τη ζωή τους αντιφατική και αλλοπρόσαλλη, απέκτησαν ενδιαφέροντα, προσπάθησαν να αυτοπροσδιοριστούν, απέκτησαν το δικαίωμα να εκφραστούν και να αναζητήσουν ατομική και συλλογική πραγμάτωση. Η Μικρασιατική Καταστροφή ανέτρεψε σταθερές και κρατούσες μορφές αυτοσυνειδησίας, ωθώντας τους νέους ανθρώπους σε μια αναγκαστική ιδεολογική και ψυχική αναστάτωση, οι οποίες επέτρεψαν τελικά και τη ρήξη με την κακώς εννοούμενη παράδοση. Επαναπροσδιορίστηκε η σχέση των Ελλήνων με το παρελθόν, μετατοπίστηκε το ενδιαφέρον από τον αγροτικό στον αστικό χώρο και μοιραία αναζητήθηκαν καινούργιοι τρόποι έκφρασης και εκτόνωσης.

Ο αθλητισμός ανέκαθεν αποτελούσε τρόπο έκφρασης, απλώς οι συνθήκες και οι αγκυλώσεις δεν επέτρεπαν την εξέλιξή του στην καρδιά του Ελληνικού κράτους, ακόμα και ως απλή ερασιτεχνική ή φίλαθλη ασχολία. Κυρίως λόγω του ποδοσφαίρου και της λαοφιλίας του αλλά και εξαιτίας της ανόδου αφανών παραγόντων όπως η παγίωση και η βελτίωση της φωτογραφικής δραστηριότητας, το αθλητικό θέαμα διείσδυσε στη λαϊκή καθημερινότητα. Οι εικόνες δημιούργησαν είδωλα, οπτικοποίησαν όνειρα, προσέδωσαν στα παιδιά τα πρώτα μη ενοχικά σύνδρομα αφοσίωσης σε έναν τομέα που οι πρεσβύτεροι αδυνατούσαν να κατανοήσουν. Όταν οι ψυχές είναι αγνές και τα όνειρα ανέξοδα ευδοκιμεί ευλάβεια, αγάπη, μια μορφή λατρείας που περιλαμβάνει κάποια είδη εθιμοτυπίας και διάφορα τελετουργικά συνήθως πολύ προσωπικού χαρακτήρα. Η λατρεία του ειδώλου πάντοτε θα είναι μια επιφανειακή ταυτοποίηση, θα στηρίζεται σε άλματα λογικής, στη μίμηση και την απομίμηση, πάνω απ’ όλα στην αγνότητα. Ο αθλητισμός, τα σπορ έχουν προσφέρει άπειρα ερεθίσματα στην ανθρώπινη φαντασία, χαρίζουν τη δύναμη να διαπλάθεται ένας ολόκληρος κόσμος, να εξιδανικεύεται η πραγματικότητα. Τα ανομολόγητα όνειρα του καθενός και της καθεμίας, οι ήρωες, ο Ολυμπιονίκης, ο Παγκόσμιος Πρωταθλητής, η πάλη και οι μικρές νίκες που καταλήγουν στον θρίαμβο. Η εικόνα βοήθησε όσο τίποτ’ άλλο τον αθλητισμό, τον μετέφερε σε άλλη διάσταση. Ειδικά μετά την Καταστροφή του 1922 και τη συγκέντρωση των περισσότερων Ελλήνων στα όρια της Ελλάδας, μετά από μία γιγαντιαία επιχείρηση μετακίνησης πληθυσμών, η χώρα κράτησε τις ισορροπίες χάρη στα όνειρα και τον μόχθο των κατοίκων της, οι οποίοι στις περισσότερες των περιπτώσεων κλήθηκαν να τα φτιάξουν όλα από την αρχή. Η ομογενοποίηση, η ανάπτυξη, οι μεταρρυθμίσεις δημιούργησαν μηχανισμούς συνεργασίας και αλληλεγγύης, οι οποίοι είναι άγνωστο πού θα οδηγούσαν, εάν δεν ερχόταν ο πόλεμος.

ΜΕΡΟΣ Γ

blank

Όταν, τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός Πρέσβης στην Αθήνα επισκέφθηκε τον Ιωάννη Μεταξά στο σπίτι του στην Κηφισιά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο της Ιταλικής Κυβέρνησης, η οποία ζητούσε την ελεύθερη είσοδο των ιταλικών στρατευμάτων στην ελληνική επικράτεια, η χώρα ουσιαστικά τελούσε υπό κατοχή δίχως εγγυήσεις. Ο Μεταξάς στη σύντομη στιχομυθία του με τον Γκράτσι θρυλείται ότι απάντησε: «Alors cest la guerre», το οποίο στη λαϊκή ιστορία καταγράφηκε ως «Όχι». Ο πόλεμος αυτός ήταν ο πιο διαφορετικός απ’ όλους εκείνους που γνώρισε το Ελληνικό κράτος στον ήδη συμπληρωμένο αιώνα της ανεξαρτησίας του. Όλες οι προηγούμενες πολεμικές αναμετρήσεις ήταν σχεδόν επιθυμητές από μεγάλος μέρος της ελληνικής κοινωνίας με καύσιμο τον αλυτρωτισμό και τη Μεγάλη Ιδέα. Τούτη τη φορά ήταν αλλιώς. Σχεδόν καθολικά οι Έλληνες δεν επιθυμούσαν τη συμμετοχή στον τρομερό πόλεμο, οι μνήμες από τη Μικρασιατική Καταστροφή ήταν ακόμη νωπές, το διάστημα των 18 μόλις ετών ήταν πολύ μικρό και δεν μεταβολίστηκε ποτέ. Στις παραμονές του πολέμου, όλοι ίσως οι Έλληνες, πολιτική ηγεσία και απλοί άνθρωποι, επιθυμούσαν να μείνει η χώρα όσο το δυνατό πιο μακριά από τον τρομερό πόλεμο που είχε ξεκινήσει. Οι εικόνες από τις πόλεις που καίγονταν (τον Σεπτέμβριο κορυφώθηκε η γερμανική αεροπορική επίθεση ενάντια στο Λονδίνο), από τα πλοία που βυθίζονταν (οι πίσσες από τα τορπιλισμένα ιταλικά πλοία που χάνονταν στην προσπάθειά τους να φθάσουν στα Δωδεκάνησα είχαν γεμίσει το καλοκαίρι του ‘40 τις ελληνικές ακτές) τρόμαζαν, όπως ήταν αναμενόμενο, τους “μικρούς”, σε μία σύγκρουση που τόσο μάτωνε τους “μεγάλους”. Δεν είχαν περάσει εξάλλου παρά μόλις 18 χρόνια από την περιπέτεια της Μικρός Ασίας και τα θύματα της συμφοράς είχαν ακόμη νωπές τις μνήμες του πολέμου και της καταστροφής.

Με τον «Μεγάλο Πόλεμο» τα πάντα έμειναν πίσω, ανακόπηκε η πρόοδος, σκοτώθηκαν τα όνειρα. Είναι παράταιρο να γίνει λόγος για αθλητική δραστηριότητα, όταν η χώρα στέναζε από τη θηριωδία. Όταν, ανήμερα της 15ης Αυγούστου του 1940, το εύδρομο Έλλη τορπιλίστηκε έξω από το λιμάνι της Τήνου, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για μια από τις πιο ζοφερές περιόδους της ιστορίας του Ελληνικού κράτους. Δύο μήνες αργότερα, το Ιταλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού αποφάσισε την επίθεση και ακολούθησε η απόρριψη του τελεσιγράφου. Οι ιταλικές δυνάμεις εισέβαλαν στην ελληνοαλβανική μεθόριο και ακολούθησαν οι βομβαρδισμοί της Κέρκυρας, της Κορίνθου, της Πάτρας, της Λάρισας, της Θεσσαλονίκης. Οι ελληνικές δυνάμεις αντιστάθηκαν σθεναρά, τον Νοέμβριο του ‘40 οι ιταλικές μεραρχίες προελαύνουν στα παράλια της Ηπείρου και επιχειρούν διείσδυση στον ορεινό όγκο του Σμόλικα και του Γράμμου, αλλά αποκρούονται από τις ελληνικές δυνάμεις. Το έθνος αντιστέκεται σθεναρά, εκτοπίζει τα ιταλικά στρατεύματα από το ελληνικό έδαφος, διασπά την ιταλική γραμμή άμυνας και στις 22 Νοεμβρίου μονάδες του Γ’ Σώματος στρατού καταλαμβάνουν την Κορυτσά μαζί με πλούσιο πολεμικό υλικό που εγκατέλειψε ο ιταλικός στρατός. Ελληνικά τμήματα καταλαμβάνουν το Πόγραδετς, την Πρεμετή, τους Αγίους Σαράντα, το Δέλβινο, το Αργυρόκαστρο, τη Χειμάρα. Υπάρχουν όμως και οδυνηρές απώλειες. Ο Γιώργος Βατίκης, ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ, ήταν ο πρώτος Έλληνας αθλητής που έπεσε στο αλβανικό μέτωπο, τη 17η Νοεμβρίου 1940, σε ηλικία 22 ετών. Μετά θάνατον προήχθη σε Ανθυπολοχαγό και του απενεμήθη Αργυρούν Αριστείο Ανδρείας και Δίπλωμα Ευγνωμοσύνης της Πατρίδος. Ο Βασιλιάς Παύλος και ο Αρχιστράτηγος Παπάγος επισκέπτονται το μέτωπο, επιστολές αποστέλλονται στις οικογένειες που χάνουν τα παιδιά τους. Μία από αυτές αφορά σ’ έναν αθλητικό ήρωα της εποχής, τον θρυλικό «Μπρακ», τον Μίμη Πιερράκο:

«Κυρία,

Το Σύνταγμα με μεγάλην θλίψην λαμβάνει την τιμήν να σας αναγγείλει ότι ο προσφιλής υιός σας δεν ζη πλέον. Φονικόν βλήμα ανάνδρου εχθρού απεστέρησε την οικογένειάν του, το Σύνταγμα, την Πατρίδα, προσφιλούς και πολυτίμου τέκνου. Εις τα ψυχάς όλων ημών μένει αλησμόνητον το αγέρωχον παράστημα, η μεγαλειώδης ψυχραιμία και ο τίμιος ηρωϊσμός του εκλιπόντος υιού σας. Ήρωες, ωσάν τον Μίμη Πιερράκον δεν αποθνήσκουν, αλλά ζουν εις τα καρδίας όλων των Ελλήνων και ως λαμπρός φάρος καταυγάζουν την οδόν της Δόξης και της Νίκης της μεγάλης μας Πατρίδος. Ο Πανάγαθος Θεός ας απαλύνη την καρδίαν δεινώς τρωθείσης μητρός, αδελφών και συγγενών και ας ελαφρύνει την γηνήτις τον εδέχθη εις μνήνην αιωνίαν.

Εν ΤΤ 212 τη 16η Δεκεμβρίου 1940

Ο Διοικητής του Συντάγματος».

Με αυτήν την επιστολή ανακοινώθηκε από το Σ’ Σύνταγμα του Β’ Πυροβολικού ο θάνατος του Μίμη Πιερράκου. Είχε αριθμό πρωτοκόλλου 858, ο πόλεμος ήταν ακόμη στην αρχή, δεν τον είχε νιώσει η ελληνική κοινωνία στο πετσί της. Ο Μίμης Πιερράκος ήταν 31 ετών, είχε φύγει σχεδόν αμέσως για το μέτωπο, όπως τα περισσότερα παιδιά σε άριστη φυσική κατάσταση. Ήταν αθλητής, ποδοσφαιριστής στην ομάδα του Παναθηναϊκού. Υπάρχουν διαδρομές, αστάθμητοι παράγοντες, συνδυασμός γεγονότων που διαφοροποιούν το πεπρωμένο ορισμένων ανθρώπων, οι οποίοι καλούνται να επιβιώσουν κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, σε περιβάλλοντα εντελώς ξένα με τις σημερινές σταθερές και αντιλήψεις. Διεσώθη μια επιστολή του Πιερράκου, γραμμένη λίγες μόνο ημέρες αφού κατετάγη στο Σ’ Σύνταγμα Πυροβολικού. Έγραψε στον αδερφό του, τον Στέφανο:

«Αγαπητέ μου αδελφέ Στέφανε,

Σας έστειλα πέντε γράμματα. Δόξα τω Θεώ είμαι καλά. Στο προηγούμενο γράμμα μου σας έστειλα την σύστασίν μου, η οποία σήμερα άλλαξε, μην ανησυχείτε όμως διότι και με την παληά θα το λάβω. Τώρα η σύστασίς μου είναι: Σ΄ Σύνταγμα Βαρέως Πυροβολικού, 2α Μοίρα διοικήσεως Τ.Τ 212. Μη ξεχάσεις Στέφανε να μου στείλεις ένα πουλόβερ, μερικά ξυραφάκια, τσιγάρα και λίγο χαρτζιλίκι για κανένα καφεδάκι όταν μπαίνουμε σε κανένα χωριό και για κονιάκ. Σήμερα, όπως και κάθε μέρα μας επισκέφθηκαν εχθρικά αεροπλάνα. Έγινε αερομαχία. Τους ρίξαμε τρία. Το ένα από αντιαεροπορικό πυροβολικό. Από το ένα αεροπλάνο γλύτωσαν τρεις με αλεξίπτωτο. Τον έναν εξ αυτών τον έπιασα εγώ. Είχε πέσει 5 χιλιόμετρα μακρυά μας. Αν έβλεπε το τρέξιμό μου ο Σίμιτσεκ, σίγουρα θα με έβαζε στην εθνική για τα 5000μ. Τον έφερα στο Διοικητή. Επήρα το αλεξίπτωτο το οποίο είχε σχισθή από ένα δένδρο και το μοιράσαμε στους άνδρες για μαντηλάκια. Έχω φυλάξει για τη Μαρία. Έπειτα από τα σχετικά συγχαρητήρια κάθησα να σας γράψω με ένα φόβο μήπως αυτά που γράφω δεν εγκριθούν και δεν λάβετε το γράμμα μου, γι’ αυτό περιορίζομαι και δεν σας γράφω νέα του Μετώπου παρά μόνο πως πάμε υπερ-υπέροχα. Αν δεν είχα έλλειψι νέων σας θα νόμιζα πως βρίσκομαι σε εξοχή. Αυτό όμως με κάνει να ανησυχώ και να περιμένω με αγωνία γράμμα σας που να μου λες πως η Μαμά, η Μαρία κι ο Γιάννης είναι τελείως καλά. Φίλησέ μου τη Μαμά και τη Μαρία, πολλές φορές καθώς και τον Γιάννη, κι εγώ φιλώ εσένα, αδελφέ, μου Στέφανε.

Μαμακούλα μου, γειά σου. Είμαι πολύ καλά, να είσαι ήσυχη, πες το και της Μαρίας και δέξου ακόμα ένα φιλί.

Μαρία μου σε φιλώ και σε παρακαλώ να είσθε τελείως ήσυχοι. Γράψε στη Νίκη, αν σου είναι εύκολο, όχι όμως καλλιγραφικά.

ΜΙΜΗΣ».

Είναι συγκλονιστικό το γράμμα του Πιερράκου, σε λίγες γραμμές τα περικλείει όλα, την φρίκη, τον φόβο, την αγωνία και τη σπουδή να καθησυχαστούν όλοι εκείνοι που είχαν μείνει πίσω. Η ιστορία της οικογένειας Πιερράκου δεν διαφέρει από τις περισσότερες ιστορίες των ανθρώπων στις αρχές του περασμένου αιώνα. Ο Μίμης γεννήθηκε στο Γύθειο, αλλά από τριών ετών η οικογένεια είχε μετακομίσει στην Αθήνα. Το παιδί είχε έμφυτη κλίση στον αθλητισμό, του άρεσε πιο πολύ το ποδόσφαιρο, το πρωτοεμφανιζόμενο άθλημα που συνάρπαζε τα περισσότερα αγόρια εκείνη την εποχή. Πρωτοκλώτσησε τη μπάλα στον Ήφαιστο Αμπελοκήπων (που αργότερα έγινε Ένωση Αμπελοκήπων), εκεί τον εντόπισε ο Παναθηναϊκός για να τον εντάξει στο δυναμικό του. Έμοιαζε σαν όνειρο ο Παναθηναϊκός, το νεότευκτο και ήδη ανακαινισμένο από τον Δήμαρχο Αθηναίων, Κωνσταντίνο Κοτζιά, γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας εθεωρείτο μεγάλη ατραξιόν για όλους τους Αθηναίους, τους περισσότερους Έλληνες φίλους του αθλητισμού. Τότε προσδιορίζεται χρονικά και η “belle époque” του Παναθηναϊκού του θρυλικού Μαγυάρου μαέστρου, Γιόζεφ Κιούνσλερ, με τα ιερά τέρατα της ιστορίας του «Τριφυλλιού»: Κρητικός, Μηγιάκης, Μπαλτάσης. Πάνω απ’ όλους όμως εκείνος, ο Μίμης Πιερράκος, ίνδαλμα των πιτσιρικάδων της εποχής και εμβληματική φυσιογνωμία στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Από τα 17 με το Τριφύλλι στο πέτο, στην αρχή αναπληρωματικός, κατόπιν βασικό γρανάζι, ο ορισμός του πιονιέρου του αθλήματος, το πρώτο ίνδαλμα. Όταν καθιερώθηκε, ο Παναθηναϊκός κατέκτησε επτά Πρωταθλήματα στην ΕΠΣ Αθηνών, το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα του 1930, ένα Κύπελλο Ελλάδος. Μαζί με τον Μεσσάρη πρόκειται για τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες στα προπολεμικά χρόνια που πρωτογνώρισαν στο ποδόσφαιρο οι Έλληνες. Κανείς δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τη ροή των πραγμάτων και των γεγονότων, αν δεν είχε εμπλακεί η Ελλάδα στον Μεγάλο Πόλεμο.

blank

ΜΕΡΟΣ Δ

Τα γεγονότα εξακολουθούν να είναι καταιγιστικά, ενώ η χώρα τελεί υπό διάλυση. Πριν ολοκληρωθεί ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ (Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού), έχει ξεκινήσει η πρώτη δίκη των δοσιλόγων, αρχές Απριλίου του 1945 αποχωρεί από το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) η Σοσιαλιστική συνιστώσα, ενώ ορκίζεται η Κυβέρνηση του Ναυάρχου Βούλγαρη. Έναν μήνα αργότερα λαμβάνει χώρα η πρώτη ανοικτή συγκέντρωση στην Αθήνα μετά τα Δεκεμβριανά και επιστρέφει ο Νίκος Ζαχαριάδης. Μετά τον θάνατο του Βελουχιώτη, διεξάγεται η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, στην απόφαση της οποίας τονίζεται ότι «η τρομοκρατία της Δεξιάς επιβάλλει επιτακτικά και άμεσα την οργάνωση της Μαζικής Λαϊκής Αυτοάμυνας». Τον Σεπτέμβριο του ‘45 ακολουθεί μεγάλη συγκέντρωση του ΕΑΜ στο Παναθηναϊκό Στάδιο με αφορμή τη συμπλήρωση τεσσάρων ετών από την ίδρυσή του. Τον Οκτώβριο η δεύτερη Κυβέρνηση Βούλγαρη παραιτείται, μεταβατικός Πρωθυπουργός, πριν τον Κανελλόπουλο, αναλαμβάνει ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός. Η πολιτική κρίση στη χώρα είναι δριμύτατη, καταφθάνει ο Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών, Έκτωρ Μακνίλ, και εφευρίσκεται η λύση του Δημοκρατικού Κέντρου υπό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, με ταυτόχρονη δέσμευση για διεξαγωγή εκλογών την άνοιξη του 1946 και αναβολή του δημοψηφίσματος μέχρι το 1948. Στις 13 Ιανουαρίου του 1946 πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση στο γήπεδο του Παναθηναϊκού προκειμένου να επισφραγιστεί η συγκρότηση Εθνικού Μετώπου. Βενιζέλος, Κανελλόπουλος, Παπανδρέου, Γονατάς, Μαυρομιχάλης, Τσαλδάρης, Ζέρβας. Το ΕΑΜ “απαντά” τέσσερεις ημέρες αργότερα με συγκέντρωση στον ίδιο χώρο και κεντρικό ομιλητή τον Οθωναίο. Το ελληνικό ζήτημα είναι πλέον κάτι περισσότερο από δυσεπίλυτο. Ο Σοβιετικός αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, Αντρέι Γκρομίκο, ζητά από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας να συζητηθεί άμεσα η ελληνική κρίση, κατηγορώντας ευθέως την Βρετανία για ωμό παρεμβατισμό. Τα κόμματα του ΕΑΜ αποφασίζουν αποχή από τις επερχόμενες εκλογές, τον Μάρτιο ο Ζαχαριάδης συμμετέχει στο Συνέδριο του ΚΚΕ της Τσεχοσλοβακίας και, κατά κάποιες πηγές, συναντά στην Κριμαία και τον Ιωσήφ Στάλιν. Εν τέλει, οι εκλογές διεξάγονται την τελευταία ημέρα του Μαρτίου του 1946, ορκίζεται η Κυβέρνηση Τσαλδάρη, η Βουλή υιοθετεί το Γ’ Ψήφισμα (η απαρχή του λεγόμενου «Παρασυντάγματος») και με απόφαση του ΣτΕ ακυρώνεται το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ και καθαιρείται η Διοίκησή της. Η οσμή του Εμφυλίου γίνεται ακόμα πιο έντονη και “επισημοποιείται” από κεντρικό άρθρο του Νίκου Ζαχαριάδη στον Ριζοσπάστη με τίτλο «Τραβάμε για Εμφύλιο Πόλεμο».

Ο Πιερράκος δεν ξεψύχησε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, όπως οι περισσότεροι συμπατριώτες μας στο μέτωπο. Διεσώθη ακόμα και η αναφορά περί των συνθηκών του θανάτου του:

«Λαμβάνω την τιμήν ν’ αναφέρω ότι ο ασυρματιστής Πιερράκος Δημ, εφονεύθη υπό βομβαρδισμού εχθρικής αεροπορίας, υπό τας κάτωθι συνθήκας: Ο Σταθμός Ασυρμάτου ευρίσκετο προσωρινώς εγκατεστημένος εντός οικίας του χωρίου Διποταμιά. Την προηγούμενην ημέραν του θανάτου του ο Σταθμάρχης διετάχθη να μεταφέρη τον Σταθμόν εις χώρον όπισθεν της Πυροβολαρχίας Λοχ. Τσαταλού, αλλά ούτος δεν εξετέλεσε την διαταγήν και εκράτησε τον Σταθμόν εις Διποταμιάν μέχρις ώρας 11ης π.μ της άλλης ημέρας ότε διετάχθη συναγερμός. Την στιγμήν εκείνην ο Πιερράκος έγραφε επιστολήν εις την μητέρα του και παρά τας ρητάς διαταγάς της Μοίρας περί αποκρύψεως πάντων εις καταφύγια, ούτος παρέμεινεν γράφων. Πέριξ του χώρου αυτού έπεσαν πέντε βόμβαι. Όταν μετά το πέρας του συναγερμού οι άλλοι ασυρματισταί εξήλθον του καταφυγίου, εύρον τον Πιερράκον νεκρόν κτυπηθέντα εις την κεφαλήν από θραύσματα οβίδος».

Πλην των περιπτώσεων του Βατίκη και του Πιερράκου, στον πόλεμο χάθηκαν πάρα πολλοί αθλητές: ο τερματοφύλακας του ΠΑΟΚ, Νίκος Σωτηριάδης, Λοχίας του 50ού Συντάγματος Πεζικού. ο ιατρός στο επάγγελμα Κώστας Τριανταφυλλίδης, αθλητής στίβου στον Ορφέα Ξάνθης στα 400 και 800 μέτρα. ο Ιωάννης Κατροδαύλης «Καμάρας», κολυμβητής του Πανελληνίου Γ.Σ.. ο Ιωάννης Παπαρόδου, Ταγματάρχης του Πυροβολικού, ο οποίος υπήρξε χιονοδρομέας και ορειβάτης. ο παλαιστής Α. Βαρθολομαίος. ο τενίστας Γ. Σιφναίος. ο πυγμάχος Θ. Βενιέρης. ο οπλομάχος και Λοχαγός, Φ. Κωνσταντινίδης. ο γυμναστής Στ. Ντινόπουλος. αργότερα ο Σπύρος Κοντούλης της ΑΕΚ. ο Νίκος Γόδας του Ολυμπιακού. Η λίστα των αθλητών που έπεσαν υπέρ πατρίδος είναι μακροσκελής.

Το χρονολόγιο του πολέμου είναι καταιγιστικό, ένα από τα συγκλονιστικότερα της ιστορίας μας. Το 1941 οι ελληνικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Κλεισούρα και την 29η Ιανουαρίου, όταν καταλαμβάνεται και η Τρεμπεσίνα, ο Ιωάννης Μεταξάς αφήνει την τελευταία του πνοή. Η χώρα εν μέσω πολέμου έχει νέο Πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Κορυζή και τον Φεβρουάριο δέχεται τους βομβαρδισμούς του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Μετά και την κατάληψη του όρους Στεντελίου, εκδηλώνεται η εαρινή επίθεση στο αλβανικό μέτωπο. Είναι αρχές Απριλίου του 1941 και, παρόλο που αναχαιτίζεται η ιταλική επίθεση εκεί, ξεκινά η επέλαση των γερμανικών δυνάμεων στη Μακεδονία. Τα γερμανικά στρατεύματα προσβάλλουν κυρίως τη γραμμή Μπέλες-Νέστου και το οχυρό Ρούπελ, οι συγκρούσεις ήταν σφοδρότατες, αλλά τελικά δεν αποφεύγεται η είσοδος των γερμανικών δυνάμεων στο ελληνικό έδαφος από την μεθόριο στο ύψος της Δοϊράνης. Ανήμερα της 9ης Απριλίου γερμανικά τμήματα εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη και τέσσερεις ημέρες μόλις αργότερα τα ελληνικά στρατεύματα στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης παραδίδονται στον εχθρό, ενώ ακολουθεί και η εγκατάλειψη της Κορυτσάς. Η επερχόμενη λαίλαπα οδηγεί τον Αλέξανδρο Κορυζή στην αυτοκτονία. κατ’ άλλες πηγές, ο Έλληνας Πρωθυπουργός δολοφονήθηκε. Η ιστορία του παραμένει μια από τις πιο σκοτεινές στην ιστορία της χώρας. Στις 20 Απριλίου οι Στρατηγοί των τριών Σωμάτων στρατού με επικεφαλής τον Γ. Τσολάκογλου συνθηκολογούν με δική τους πρωτοβουλία και μια ημέρα μετά ορκίζεται η νέα Κυβέρνηση με Πρωθυπουργό τον Τσουδερό. Την ημέρα κατά την οποία ο Βασιλιάς, το Υπουργικό Συμβούλιο και ο Πρωθυπουργός αναχωρούν για την Κρήτη, εξυφαίνεται το σχέδιο ανάληψης της εξουσίας από τον Τσολάκογλου. Στις 23 Απριλίου υπογράφεται ανάμεσα στον Διοικητή του Γ’ Σώματος στρατού, Αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου, τον Επιτελάρχη της Βέρμαχτ, Α. Γιοντλ, και τον Ιταλό πληρεξούσιο το επίσημο κείμενο της συνθηκολόγησης, με το οποίο έληγαν τυπικά οι πολεμικές συγκρούσεις ανάμεσα στα ελληνικά, τα ιταλικά και τα γερμανικά στρατεύματα. Στις 27 Απριλίου τα γερμανικά στρατεύματα εισέρχονται στην Αθήνα και δυο ημέρες αργότερα σχηματίζεται η Κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ακολουθεί η γερμανική επίθεση στην Κρήτη, η κατάληψη της πόλης των Χανίων και του λιμανιού της Σούδας και, πριν μπει ο Ιούνιος, οι Συμμαχικές Δυνάμεις μαζί με τον Βασιλιά και την Κυβέρνηση Τσουδερού αποχωρούν για την Αίγυπτο. Με την «Οδηγία 31» ορίζονται οι περιοχές αρμοδιότητας των Κατοχικών Δυνάμεων, οι Γερμανοί ελέγχουν τις περιοχές αυξημένης στρατιωτικής και οικονομικής σημασίας (περί το 12% του ελληνικού εδάφους), οι Βούλγαροι τα παραγωγικά εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, οι Ιταλοί την υπόλοιπη Ελλάδα. Τον Δεκέμβριο του 1942 ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος διαδέχεται τον Τσολάκογλου και τον Απρίλιο του 1943 αναλαμβάνει ο Ιωάννης Ράλλης, το πρώτο κατεξοχήν πολιτικό πρόσωπο μετά από μια διετία. Η χώρα στέναζε από την επισιτιστική κρίση και την ανέχεια, το πρόβλημα ήταν οξύτατο και οι κατακτητές γίνονταν ολοένα και πιο αδίστακτοι, ειδικότερα στις περιοχές όπου δρούσαν αντάρτες. Δεν υπήρχε διαχωρισμός ανάμεσα σε ενόπλους και άμαχο πληθυσμό, οι συλλήψεις και οι κρατήσεις ήταν η πιο ήπια πρακτική. Εκτελέσεις, βαναυσότητες, θηριωδίες, σκληρά αντίποινα. Καλάβρυτα, Δίστομο, Κομμένο και άλλα χωριά έγιναν στόχος της ναζιστικής τρομοκρατίας, εκτός από τον γερμανικό στρατό δράση ανέλαβαν και υπηρεσίες αστυνόμευσης και ασφαλείας όπως η SD και τα SS. Η SD ανέλαβε καθήκοντα ποινικών υποθέσεων μαζί με την “εποπτεία” και την οργάνωση καταστροφής της εβραϊκής κοινότητας στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια του 1943-44 εφαρμόστηκε η «Τελική Λύση» με το εκτόπισμα και τη θανάτωση χιλιάδων Ελλήνων Εβραίων αρχής γενομένης από τη Θεσσαλονίκη, επιχείρηση που κατέληξε την άνοιξη του 1943 στη μεταφορά 46.000 Εβραίων στα ναζιστικά στρατόπεδα της Πολωνίας, όπου το 91% εξοντώθηκε. Η προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων τον Αύγουστο του ‘44 στα Βαλκάνια σήμανε την αρχή του τέλους της Κατοχής, τα γερμανικά στρατεύματα άρχισαν την αποχώρησής του τον Σεπτέμβριο, με τα τελευταία από αυτά να εγκαταλείπουν τη ρημαγμένη Ελλάδα το ξημέρωμα της 2ας Νοεμβρίου του 1944. Η Κυβέρνηση του Καΐρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου είχε ήδη επιστρέψει στη χώρα από τις 18 Οκτωβρίου, το ρήγμα όμως στην ελληνική κοινωνία ήταν δυσθεώρητο. Η Ελλάδα σχεδόν αμέσως μετά την απελευθέρωσή της ετέθη αντιμέτωπη με την τραγωδία του Εμφυλίου. Τα «Δεκεμβριανά», η εμφύλια μάχη των 33 ημερών παρά την άφιξη του ίδιου του Τσώρτσιλ τα Χριστούγεννα προς εξεύρεση λύσης, εξακολουθούν να αποτελούν ίσως την πιο μαύρη κηλίδα στη μεταπολεμική ιστορία του Ελληνικού έθνους. Η “παύση πυρός” ήλθε την 5η Ιανουαρίου του 1945, ακολούθησε η περιώνυμη Συμφωνία της Βάρκιζας μετά από μακρά διαβούλευση στις 12 Φεβρουαρίου.

blank

ΜΕΡΟΣ Ε

Η εμφύλια διαμάχη διαλύει τη χώρα. Αρχές Ιουλίου του ’46 ομάδα ανταρτών με τη συνεργασία κατοίκων του χωριού διαλύουν τον Λόχο στρατού που είχε εγκατασταθεί στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς. Στις 16 του ίδιου μήνα οι δύο πρώτες εκτελέσεις βάσει του Γ’ Ψηφίσματος στο Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης, έπονται η εκτέλεση της Ειρήνης Γκίνη στα Γιαννιτσά μαζί με έξι ακόμα ανθρώπους, η δολοφονία του Βιδάλη (πολιτικού συντάκτη του Ριζοσπάστη) από τη συμμορία του Σούρλα, η κατάληψη της Δεσκάτης από τους αντάρτες και η ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ (Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας) στην Τσούκα Αντιχασίων με επικεφαλής το Μάρκο Βαφειάδη. Η Ελληνική Κυβέρνηση καταγγέλλει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία για παροχή βοήθειας και χρηματοδότηση του ΔΣΕ και στις 29 Ιανουάριου του 1947 ο ΟΗΕ αποστέλλει Εξεταστική Επιτροπή για να διερευνήσει τις καταγγελίες. Τον Φεβρουάριο εγκρίνεται το σχέδιο «Τέρμινους» του ΓΕΣ, ενώ ο ΔΣΕ καταλαμβάνει την Σπάρτη. 19 Φεβρουαρίου ιδρύεται το στρατόπεδο της Μακρονήσου. Στις 12 Μαρτίου οι ΗΠΑ προσφέρουν οικονομική βοήθεια σε Ελλάδα και Τουρκία για την αντιμετώπιση των κομμουνιστικών δυνάμεων. είναι το περίφημο «Δόγμα Τρούμαν». Δολοφονείται το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Γιάννης Ζέβγος, και ο ΔΣΕ επιτίθεται σε Φλώρινα και Αμύνταιο. Ακολουθούν οι επιχειρήσεις σε Αλεξανδρούπολη, Διδυμότειχο και Σουφλί και τον Οκτώβριο η επίθεση στο Μέτσοβο. Στο μεσοδιάστημα, έχει απαγορευθεί η κυκλοφορία των εφημερίδων του ΚΚΕ («Ριζοσπάστης» και «Ελεύθερη Ελλάδα») και στις 24 Δεκεμβρίου αποφασίζεται ο σχηματισμός προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης με Πρωθυπουργό τον Μάρκο Βαφειάδη. Το ΚΚΕ τίθεται εκτός νόμου με τον αναγκαστικό νόμο 509, ξεκινούν απολύσεις δημόσιων υπαλλήλων, ο Εμφύλιος μαίνεται σε κάθε φλέβα του Ελληνικού κράτους. Το 1948 ξεκινά με την είσοδο του ΔΣΕ στην Αράχωβα και ακολουθούν οι μαζικοί φόνοι στη Μακρόνησο. Η Κυβέρνηση καταγγέλλει στον ΟΗΕ το “παιδομάζωμα” και στις 20 Απριλίου εξαγγέλλεται το σχέδιο «Μάρσαλ» με χορήγηση 106 εκατ. δολαρίων στην Ελλάδα. 30 Μαΐου ο Βαφειάδης προτείνει ανακωχή, 21 Αυγούστου ο στρατός καταλαμβάνει τον Γράμμο και ο ΔΣΕ μετατοπίζεται στο Βίτσι, όπου αποκρούει νέα επίθεση. Το φθινόπωρο οι δυνάμεις του ΔΣΕ εγκαταλείπουν τη Μουργκάνα και κινούνται προς το Βίτσι, ο ΔΣΕ μπαίνει στο Δομοκό και ακολουθούν η κατάληψη της Καρδίτσας και οι επιθέσεις σε Έδεσσα και Νάουσα. Παραμονή Χριστουγέννων ο ΔΣΕ επιτίθεται στη Θεσσαλονίκη και ανήμερα καταλαμβάνει τη Νιγρίτα.

Ο πόλεμος συνεχίζεται αδιάκοπα. Ο ΔΣΕ καταλαμβάνει μετά τη Νάουσα και το Καρπενήσι, στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ αποφασίζεται να συνεχιστεί ο πόλεμος. Μετά τη μάχη της Φλώρινας, ο ΔΣΕ διενεργεί εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη Ρούμελη, ανακαταλαμβάνει τον Γράμμο και 5 Μαΐου αρχίζουν οι επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού στη Θεσσαλία. Τέλη Ιουνίου ορκίζεται η Κυβέρνηση Διομήδη και στις 10 Ιουλίου ο Στρατηγός Τίτο ανακοινώνει το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων. Οι δυο μάχες στο Βίτσι και στον Γράμμο (9-15 και 23-30 Ιουλίου αντίστοιχα) σήμαναν και το τέλος των εχθροπραξιών. Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1949 ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» αναγγέλλει τη λήξη των εχθροπραξιών. Η φρίκη του Εμφυλίου ολοκληρώνεται, αφήνει όμως ανεξίτηλες πληγές στο Ελληνικό έθνος.

Στον καταστροφικό Εμφύλιο σκοτώθηκαν 40.000 Αξιωματικοί και στρατιώτες, οι 15.000 στις γραμμές των κυβερνητικών δυνάμεων και οι 25.000 στις γραμμές του ΔΣΕ. Οι “ενδιάμεσες απώλειες” εξακολουθούν να παραμένουν άγνωστες, το αυτό και οι απώλειες του άμαχου πληθυσμού. Μια αδιανόητη σπατάλη αίματος, η οποία κληροδότησε χιλιάδες εκκρεμότητες στις ανθρώπινες συνειδήσεις μαζί με φοβίες, ανασφάλειες, μίσος και μια αίσθηση “ανοιχτών λογαριασμών”, η οποία φάνηκε να λήγει 25 ολόκληρα χρόνια αργότερα, το 1974.

Ο Εμφύλιος εμπόδισε την ανάδειξη των νεοελληνικών γραμμάτων, υποβάθμισε τη σημασία εμβληματικών μορφών της ελληνικής λογοτεχνίας, του Κάλβου, του Σολωμού, του Καρυωτάκη, του Καβάφη, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Καζαντζάκη. Θεοτοκάς, Βενέζης, Μυριβήλης, Καραγάτσης, Πετσάλης, Τερζάκης, Αθανασιάδης, Αλεξάνδρου, Αναγνωστάκης, Σαχτούρης, Πατρίκιος, Σινόπουλος, Ακρίτας, Ξεφλούδας. Η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να συμπορευθεί με τους σπουδαίους ανθρώπους της, πνίγηκε στις αντιφάσεις της. Πιθανότατα τη διέσωσε η εμφάνιση του κινηματογράφου, όπου ο Φιλοποίμην Φίνος πήρε την σκυτάλη από τα «Επίκαιρα» και χαρτογράφησε το ιδεολογικό στίγμα της εποχής. Οι ταινίες του Τσιφόρου, του Ψαθά, του Σακελλάριου, του Τζαβέλα (ο οποίος έκλεισε τον κύκλο με τον «Μεθύστακα» το 1950) βοήθησαν να πάψει να χαρακτηρίζεται καχεκτική και περιορισμένη η Ελληνική Δημοκρατία. Η εικόνα ανέκαθεν βοηθά τον νου, ειδικότερα από την στιγμή κατά την οποία ολόκληρος ο πλανήτης αντιμετώπιζε τη θηριωδία του πολέμου. Μοιραία οι Ολυμπιακοί Αγώνες και το 1940 και το 1944 δεν διεξήχθησαν ποτέ και ο πόλεμος, παρόλο που έληξε το 1945 με τους βομβαρδισμούς της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, άφησε ανεπούλωτες πληγές σε όλη την ανθρωπότητα. Το σινεμά και ο αθλητισμός βοήθησαν στην εξωστρέφεια, προσέδωσαν μια επίφαση κανονικότητας στην αντίληψη των ανθρώπων, διαμόρφωσαν μια ιδιότυπη σύζευξη γενικότερης πολιτιστικής ανάπτυξης. Στην Ελλάδα τα εθνικά πρωταθλήματα ξεκίνησαν ξανά δειλά μετά τη λήξη του πολέμου, με τον Εμφύλιο να μαίνεται και την οικονομική δυσπραγία να ταλαιπωρεί το κράτος όμως ήταν αδύνατον να αποτελέσουν σημεία αναφοράς. Το τέλος του Εμφυλίου απαιτούσε μια πολύ λεπτή διαχείριση, η οποία άρχισε να φέρνει τα πρώτα πραγματικά αποτελέσματα μετά από μια δεκαετία. Η χώρα δεν είχε ξεκαθαρίσει ούτε πολιτικά ούτε κοινωνικά τον τρόπο με τον οποίον έπρεπε να επαναπροσδιορίσει το μέλλον της, γεγονός που εν τέλει οδήγησε και στην θλιβερή παρένθεση της επταετίας. Η Βασιλεία είχε επιστρέψει μετά το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα, οι πολιτικές παλινωδίες με την ασυνεννοησία των πολιτικών δυνάμεων έδιναν την εντύπωση ότι η Ελλάδα αδυνατεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε μια από τις πιο δύσκολες εποχές του κόσμου, εκείνη της όξυνσης του Ψυχρού Πολέμου.

blank
blank

ΜΕΡΟΣ ΣΤ

Το Σύνταγμα του 1952 και η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ από την Κυβέρνηση Πλαστήρα τον Φεβρουάριο του ιδίου έτους και κυρίως η νομισματική μεταρρύθμιση του Απριλίου του 1953 έδωσαν στη χώρα μια αίσθηση εξόδου από το τέλμα, μιας και ήταν η πρώτη φορά οπότε σχηματίστηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα σταθερή μονοκομματική Κυβέρνηση. Η οικονομική ευμάρεια σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και η αδιατάρακτη διακυβέρνηση επί 11 συναπτά έτη από τον Συναγερμό και το διάδοχο σχήμα της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις) του Καραμανλή επέτρεψαν στα νέα μεσαία αστικά στρώματα να διαχειριστούν οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά την «Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη», βασικό κινητοποιητικό πρόγραμμα της δεκαετίας του ‘50. Ο φιλοαμερικανικός προσανατολισμός και η διχοτόμηση της δραχμής από τον Μαρκεζίνη (9 Απριλίου του ‘53 με το δολάριο να αντιστοιχεί σε 30 δραχμές) προκάλεσαν σημαντική άνοδο της βιομηχανικής και γεωργικής παραγωγής, εγκαινιάζοντας μία μακρόχρονη περίοδο που χαρακτηρίζεται από σταθερά υψηλούς ρυθμούς αύξησης του εθνικού εισοδήματος.

Τότε ξεκίνησαν και τα πρώτα ψήγματα αναστύλωσης του ελληνικού αθλητισμού, με τη δημοφιλία του ποδοσφαίρου στα ύψη και την τεχνογνωσία από το εξωτερικό να βοηθά και τους Έλληνες αθλητές στην προπόνηση, την προετοιμασία, σε όλους σχεδόν τους τομείς. Τη δεκαετία του ‘50 γεννήθηκε ο «Θρύλος» του Ολυμπιακού, μπήκαν οι βάσεις για τους μεγάλους αθλητές της δεκαετίας του ‘60, απέκτησαν τα σπορ το έρεισμα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και σε κάθε βαθμίδα.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια μακρά περίοδο κοινωνικών και οικονομικών εξελίξεων “μεταμόρφωσης” της Ελλάδας, η οποία όμως ήταν πολύ δύσκολο να βρει και πολιτική έκφραση και διέξοδο στο πλαίσιο ενός συστήματος που παρέμενε δέσμιο των παγιωμένων διαιρέσεων του Εμφυλίου και μιας αυταρχικής θεσμικής οργάνωσης της πολιτείας. Παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Καραμανλής είχε το όραμα της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ (9 Ιουλίου του 1961 υπεγράφη η σχετική Συμφωνία), τα ανοικτά μέτωπα στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας ήταν πάρα πολλά. Είναι ιστορικώς παραδεκτό ότι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου είχε τις ρίζες του σε μια πολύ μακρά προετοιμασία, αρχής γενομένης από την αποστασιοποίηση μιας ομάδας νέων Αξιωματικών από τον ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών), η οποία εν συνεχεία με επικεφαλής τον Ιωαννίδη συγκρότησε την ΕΕΝΑ (Ένωση Ελλήνων Νέων Αξιωματικών). Ο τότε Α/ΓΕΣ, Π. Νικολόπουλος, διείδε το πρόβλημα, αλλά η ήπια λύση της μετάθεσης ορισμένων εκ των “συνωμοτών” υπήρξε το λιγότερο ατυχής και ατελέσφορη. Τον Νοέμβριο του 1959 με την τοποθέτηση Καρδαμάκη στη θέση του Α/ΓΕΣ, η ΕΕΝΑ καταλαμβάνει καίριες θέσεις και αποκτά άμεσες προσβάσεις σε κρίσιμους τομείς που σχετίζονται με τον έλεγχο του στρατεύματος. Εκείνη την περίοδο, ο Γ. Παπαδόπουλος αναγνωρίζεται από τους υπόλοιπους ως ηγέτης της οργάνωσης.

Είναι μια χρονιά όπου τίποτε δεν προμηνύει τα μελλούμενα. Προωθείται επίλυση του Κυπριακού που ταλανίζει τη χώρα και την εξωτερική της πολιτική, οι δείκτες της οικονομίας καλπάζουν και σε αθλητικό επίπεδο εκδίδεται από τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη η «Ομάδα», το πρώτο σοβαρό αθλητικό έντυπο που πιάνει τον σφυγμό της εποχής και βάζει το αθλητικό (κυρίως ποδοσφαιρικό) θέαμα στη ζωή των Ελλήνων, μιας και η περίοδος 1959-60 είναι η παρθενική της διοργάνωσης του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου της Α’ Εθνικής κατηγορίας. Ενώ κυριαρχούσε η αίσθηση ότι η σύνδεση με την ΕΟΚ θα επέφερε την οργανική ενσωμάτωση της Ελλάδας στο δυτικοευρωπαϊκό οικονομικό και πολιτικό σύστημα, θα σταθεροποιούσε τη Δημοκρατία, θα σταματούσε την πληγή της μετανάστευσης ανθρώπινου δυναμικού κυρίως στη Γερμανία και θα ισχυροποιούσε τη χώρα στο διεθνές πεδίο, οι εκλογές του 1961 και το σχέδιο «Περικλής», στην υλοποίηση του οποίου συμμετείχαν ενεργά ο Α/ΓΕΣ και ο Παπαδόπουλος, οδήγησαν ξανά τη χώρα στην εσωστρέφεια. Τον Οκτώβριο του 1961 διεξάγονται οι εκλογές που μένουν στην ιστορία ως εκείνες της «βίας και νοθείας», με τον στρατό και τα Σώματα ασφαλείας (υπό την υψηλή εποπτεία της Κυβέρνησης) να κατηγορούνται ευθέως πως επικρότησαν ή επιδόθηκαν σε εκτεταμένα επεισόδια βίας κατά των σχηματισμών της ΕΚ (Ένωσης Κέντρου) και της ΕΔΑ (Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς). Ο Καραμανλής ορκίζεται Πρωθυπουργός στις 4 Νοεμβρίου και δέκα ημέρες αργότερα υπογράφεται η διακήρυξη του «Ανένδοτου Αγώνα» από την Ένωση Κέντρου. Η χώρα επί διετία ζει σε ένα επικίνδυνο εκκρεμές συγκρούσεων, με τον μανδύα της νοθείας να πλανάται πάνω από το εκλογικό αποτέλεσμα και μια Κυβέρνηση επισήμως μη αναγνωρισθείσα από (περίπου) το ήμισυ του εκλογικού σώματος. Αποδείχτηκε έμπρακτα ότι οι πληγές του Εμφύλιου Πολέμου δεν είχαν επουλωθεί ποτέ και οι καταγγελίες της ΕΔΑ για διακρίσεις σε βάρος της είχαν βάση.

Όταν, τον Μάιο του 1963, στη Θεσσαλονίκη ο Γρηγόρης Λαμπράκης, Βουλευτής της ΕΔΑ, ξεκινούσε από το ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ για την εκδήλωση της Επιτροπής για την Ειρήνη, η Ελλάδα ζούσε και πάλι σε ρυθμούς Χιτών και Ταγματασφαλιτών. Ένταση, εκφοβισμοί, τραμπουκισμοί, η ΚΑΡΦΙΤΣΑ. Ο Λαμπράκης δολοφονείται 22 Μαΐου του 1963, διακομίζεται στο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση, καταλήγει στις 27 Μαΐου σε ηλικία 51 ετών και ο θάνατός του πυροδοτεί απίστευτες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στη χώρα.

Η ούτως ή άλλως αμφισβητηθείσα Κυβέρνηση σχεδόν διαλύεται, το καλοκαίρι είναι από τα θερμότερα όλων των εποχών. Προκηρύσσονται άμεσα εκλογές για τις 3 Νοεμβρίου, μόλις μια διετία μετά από τις προηγούμενες, με τις ζυμώσεις να βρίσκουν τον Γεώργιο Παπανδρέου της Ένωσης Κέντρου να διαφωνεί με τον μετριοπαθή Σοφοκλή Βενιζέλο, την ΕΡΕ να διοικείται από τριμελή Επιτροπή, την ΕΔΑ και τον Ιωάννη Πασαλίδη να ζητεί Οικουμενική Κυβέρνηση και να διαφωνεί ολοσχερώς με την απόφαση του Παύλου και την λύση της υπηρεσιακής Κυβέρνησης Πιπινέλη. Η ΕΡΕ χάνει σχεδόν 12 μονάδες, η Ένωση Κέντρου κερδίζει τις εκλογές με σχετική όμως πλειοψηφία, η ΕΔΑ ενισχύεται με έξι ολόκληρες μονάδες και “ακουμπάει” στο 14.5%. Νέο πολιτικό χάος χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Καραμανλής αποχωρεί για το Παρίσι μετά την απόφαση του Στέμματος να δώσει εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης (και όχι διερευνητική) στον Παπανδρέου, δηλώνοντας ότι «αποχωρεί οριστικώς και αμετακλήτως από τον πολιτικό στίβο».

ΜΕΡΟΣ Ζ

blank

Τα ιστορικής σημασίας και δραματικά γεγονότα που ακολουθούν είναι ακόμα και σήμερα αιτία διαφωνιών τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, με τις προσεγγίσεις να ποικίλλουν αναλόγως τον διατυπώνοντα την άποψη-εκδοχή για την πορεία των γεγονότων. Το βέβαιο είναι ότι η άνοδος της ΕΔΑ και ο “κίνδυνος” να παγιωθεί ως δεύτερο κόμμα (συνεπώς Αξιωματική Αντιπολίτευση) φόβιζε και το Παλάτι και την καθεστηκυία πολιτική τάξη της χώρας.

Το ιστορικό σκέλος της ανάγνωσης και η αλληλουχία των γεγονότων διδάσκουν πως η Κυβέρνηση Πιπινέλη αδυνατούσε να ασκήσει την οποιαδήποτε πολιτική, 26 Σεπτεμβρίου η Βουλή (ξανα)διαλύεται και ο Μαυρομιχάλης προκηρύσσει και διεξάγει άψογα τις πιο δύσκολες εκλογές μέχρι τότε, αφού ουσιαστικά ομιλούμε για αλλαγή του πολιτικού χάρτη της Ελλάδας. Επικρατεί, όπως προαναφέρθηκε, η Ένωση Κέντρου με ισχνή πλειοψηφία και με μια διαφαινόμενη συμμαχία με την ΕΔΑ, για την οποία ισχυρίζονταν οι ηττημένοι πως θα οδηγούσε στην «κομμουνιστοποίηση» της χώρας. Στις 7 Νοεμβρίου του ‘63 ο Γεώργιος Παπανδρέου ορκίζεται Πρωθυπουργός, τα πρώτα σημεία τριβής όμως κάνουν την εμφάνισή τους, όταν ο Παπανδρέου, για να ικανοποιήσει τις βουλές του Παλατιού, διατηρεί τον Δημήτριο Παπανικολάου στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης (παραδοσιακά “ανήκε” στο Παλάτι) και τον Γεώργιο Παπανικολόπουλο στο Υπουργείο Εσωτερικών. Στις πρώτες κινήσεις της Κυβέρνησης ανήκουν η απόλυση ορισμένων κρατουμένων, ο εκδημοκρατισμός των Σωμάτων ασφαλείας και το πρόγραμμα της «Δωρεάν Παιδείας». Στις 26 Νοεμβρίου ο Παπανδρέου συναντά τον Πρέσβη της Μεγάλης Βρετανίας, Σερ Ραλφ Μάρεϊ, με αντικείμενο το Κυπριακό, ενόσω ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Σοφοκλής Βενιζέλος, μαζί με τη Βασίλισσα Φρειδερίκη έχουν ταξιδέψει στις ΗΠΑ για την κηδεία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι. Την επομένη της συνάντησης Παπανδρέου-Μάρεϊ προτάσσεται στον Τύπο η συνάντηση Βενιζέλου με τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών, Ντην Ρασκ, και ο Βασιλιάς Παύλος, εκφωνώντας τον λεγόμενο «λόγο του θρόνου» στη Βουλή, κάνει λόγο για ομαλό πολιτικό βίο. Ο Παπανδρέου πιεζόμενος αρνείται την στήριξη της ΕΔΑ, αλλά δεν επιθυμεί και σύμπραξη με την ΕΡΕ. Θέλει εκλογές και το αποδεικνύει στην κρίσιμη ψηφοφορία.

Τα γεγονότα είναι συγκλονιστικά, η είδηση της παραίτησης Καραμανλή από την ηγεσία της ΕΡΕ πέφτει ως κεραυνός στην ελληνική κοινωνία και ο διάδοχός του, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, υψώνει ακόμα περισσότερο τους αντιπολιτευτικούς τόνους. Η κατάσταση στην Κύπρο είναι κάτι παραπάνω από κρίσιμη, η χώρα απειλείται ανοικτά και βρίσκεται στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης. Ο Παπανδρέου αλλάζει ρότα, ξηλώνει την στρατιωτική ηγεσία και αναλαμβάνει ο ίδιος το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, επιλέγοντας την πλήρη διαρραγή των σχέσεών του με το Παλάτι. Κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, η Κυβέρνηση λαμβάνει 167 θετικές ψήφους, 137 από την ΕΚ, δύο από τους δύο αποσχισθέντες της ΕΡΕ και 28 από την ΕΔΑ. Ο Παπανδρέου αρνείται: «Όχι μόνον ηδυνάμεθα, αλλά παρεκαλούμεθα να δεχθώμεν την ψήφον και των δύο άκρων της Βουλής, της ΕΡΕ και της ΕΔΑ, ώστε να καθίσταται δυνατόν το απίστευτον γεγονός της υπερψηφίσεως της κυβερνήσεως και από τους 300 βουλευτάς της Βουλής. Και ηρνήθημεν!». Μένει στην ιστορία η «Κυβέρνηση των 50 ημερών», προκηρύσσονται νέες εκλογές υπό την υπηρεσιακή Κυβέρνηση του Υποδιοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, Ιωάννη Παρασκευόπουλου, και στις 16 Φεβρουαρίου η Ένωση Κέντρου θριαμβεύει λαμβάνοντας το 58.2% των ψήφων και 171 έδρες. Η αυτοδύναμη Κυβέρνηση Παπανδρέου αντέχει σκάρτο πεντάμηνο και ο λόγος ήταν τα ύψιστης ιστορικής σημασίας «Ιουλιανά», η λεγόμενη «Αποστασία».

Όλα θα εξελίσσονταν διαφορετικά, εάν ο Βασιλιάς Παύλος λίγες μόλις ημέρες μετά την ορκωμοσία του Γεωργίου Παπανδρέου δεν υπέκυπτε στη βαρύτατη μορφή καρκίνου του στομάχου, μια ασθένεια που το Παλάτι είχε φροντίσει να κρατήσει σχεδόν μυστική όλο το προηγούμενο διάστημα, γεγονός που επεξηγεί αρκετά πράγματα σχετικά με τη φημολογούμενη “παρεμβατικότητα” της Βασίλισσας Φρειδερίκης στα πολιτικά δρώμενα. Ο Παύλος είχε μια πολύ καλή σχέση με το Γεώργιο Παπανδρέου, είχε στηρίξει την Ένωση Κέντρου και σε γενικότερο πλαίσιο η άτυπη συμφωνία του με τους πολιτικούς άρχοντες της χώρας περιορίζετο στον έλεγχο του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης από το Παλάτι. Ο Διάδοχος (και Ολυμπιονίκης) Κωνσταντίνος εστέφθη Βασιλιάς εν μία νυκτί. Ήταν ένας νεαρός (μόλις 25 ετών τότε) και άπειρος άνδρας με συμβούλους που αποδείχτηκαν καθοριστικοί. Οι τρεις επιστολές του στον Πρωθυπουργό εντάσσονται στα μνημειώδη σφάλματά του και εν προκειμένω μπορούν να χαρακτηρισθούν ως κύρια συστατικά του “βασιλικού πραξικοπήματος” κατ’ Ανδρέα Παπανδρέου. Αναφέρεται ο Ανδρέας, διότι ο ίδιος υπήρξε εκ των πρωταγωνιστών της βαθύτατης πολιτικής κρίσης της εποχής με την υπόθεση «Ασπίδα» και είναι και ο αφηγητής της ιστορίας: «Τις πρωινές ώρες της 5ης Αυγούστου καταψηφίστηκε η κυβέρνηση Νόβα με 166 ψήφους κατά και 131 υπέρ. Ο βασιλιάς απέτυχε. Αμέσως σχεδόν άρχισε η προετοιμασία του επόμενου βασιλικού πραξικοπήματος. Ο Γ. Παπανδρέου, αναγνωρίζοντας το αδιέξοδο στο οποίο έφτασαν οι σχέσεις του με τον βασιλιά, θα περιοριζόταν στο ρόλο του αρχηγού του κόμματος, ενώ ο Στεφανόπουλος θα αναλάμβανε την πρωθυπουργία με την έγκριση και υποστήριξη του Παπανδρέου. Έτσι, και η πίτα σωστή και ο σκύλος χορτάτος. Και η Ένωση Κέντρου θα διατηρούσε την ενότητά της και ο βασιλιάς θα έμενε ικανοποιημένος. Στις 6 Αυγούστου έγινε μια σύσκεψη στο Καστρί υπό την προεδρία του πατέρα μου. Παρόντες ήταν οι Στεφανόπουλος, Τσιριμώκος, Παπαπολίτης και Μπαλτατζής, που μόλις είχαν γίνει δεκτοί από τον βασιλιά στα Ανάκτορα. Στη σύσκεψη έλαβαν επίσης μέρος οι Λαμπράκης, Βελλίδης και ο εκδότης της «Αθηναϊκής», Παπαγεωργίου». Αυτή είναι η εκδοχή του Ανδρέα σχετικά με τα γεγονότα που οδήγησαν στην επιμήκυνση της βαθύτατης πολιτικής κρίσης και κατ’ επέκταση στη Χούντα των Συνταγματαρχών. Η αλήθεια ασφαλώς δεν είναι ακριβώς έτσι, θα ήταν πολύ βολικό άλλωστε για την πολιτική ηγεσία της εποχής να αποδοθεί αλλού η ευθύνη που, όπως σε όλες τις παγκόσμιες και ιστορικές κρίσεις, είναι συλλογική και ο καθένας κάνει τον καταμερισμό που τον εξυπηρετεί και προκρίνει ίδιες αναγνώσεις της ιστορίας. Το επιμύθιο όλης αυτής της τραγικής διετίας είναι ασφαλώς η Χούντα, με τον Ελληνικό λαό στα πρόθυρα νέας εμφύλιας σύρραξης, το Κυπριακό ανοικτό και τους Αμερικανούς πιο παρεμβατικούς απ’ ό,τι συνήθως, όπως αποδεικνύουν τα έγγραφα και οι μέχρι πρότινος απόρρητες εκθέσεις του State Department και του Foreign Office των ΗΠΑ. Πολιτικά η υπόδειξη ενόχων εκτός φάσματος ήταν η καλύτερη λύση, εξού και η πολυθρύλητη συγκέντρωση της Ένωσης Κέντρου στη Χρήστου Λαδά και η περίφημη έκρηξη του κοινού που έβαλε κατά του ΔΟΛ (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη), καίγοντας φύλλα εφημερίδων και βρίζοντας δικαίους και αδίκους.

Τα ιστορικά καταγεγραμμένα γεγονότα είναι πως τον Απρίλιο του 1963 ο Καρδαμάκης μετά την αποστράτευσή του βολιδοσκόπησε την Αμερικανική Πρεσβεία για σχεδιαζόμενο πραξικόπημα εν όψει της διαφαινόμενης κρίσης μεταξύ Πρωθυπουργού και Ανακτόρων και μετά την ανάληψη της Κυβέρνησης από την ΕΚ το 1964 ο Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης, Μιχ. Παπακωνσταντίνου, απομάκρυνε από τις κρίσιμες θέσεις που κατείχαν τους Αξιωματικούς της συνωμοτικής ομάδας, επιδιώκοντας την αποδιοργάνωσή της. Τον Μάιο του ‘65 δημοσιεύονται στο δημοσιογραφικό όργανο του ηγετικού στελέχους της ΕΡΕ, Κ. Ροδόπουλου, οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη και δράση στον στρατό της συνωμοτικής οργάνωσης ΑΣΠΙΔΑ και την εμπλοκή Α. Παπανδρέου και ο Στρατηγός εν αποστρατεία Ιορδανίδης δημοσιεύει στην εφημερίδα «Το Βήμα» άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο «Η χούντα», στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει: «Αι πλέον πρόσφαται ενδείξεις πείθουν ότι μια χούντα, η ίδια [δηλαδή ο ΙΔΕΑ] ή κάποια άλλη, παρασκευάζει με ευρύτατους ελιγμούς επιθέσεις κατά της Δημοκρατίας». Λιγότερο από έναν μήνα μετά, δημοσιοποιείται από εφημερίδες που πρόσκεινται στη Δεξιά η υποτιθέμενη «κομμουνιστική δολιοφθορά» σε μονάδες του Έβρου, σκευωρία που είχε οργανώσει ο ίδιος ο Παπαδόπουλος. Καταγγέλλοντας το γεγονός στη Βουλή, ο Ηλίας Ηλιού τόνισε προφητικά: «Ο αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος, ο υπ’αριθμόν 817760 πραξικοπηματίας του σχεδίου «Περικλής», η δεξιά χειρ του Νάτσινα, σκηνοθετεί δολιοφθοράν […] κινητοποιεί πίσω από την πλάτη της κυβερνήσεως αστυνομικόν μηχανισμόν και συλλαμβάνει δεκάδα πολιτών. […] και εάν αύριο κατονομάσωμεν όχι 10, αλλά 500, 1000, 10000 πολίτας […] είναι δυνατόν με αυτόν τον τρόπο να εγκαθιδρυθεί ξανά το βασίλειον του φόβου εις αυτόν τον τόπο»;

ΜΕΡΟΣ Η

blank

Σε μυστική συνάντηση του Κωνσταντίνου με τους ηγέτες της ΕΡΕ, Π. Κανελλόπουλο, Γ. Ράλλη και Π. Παπαληγούρα, εξετάζεται το ενδεχόμενο σχηματισμού Κυβέρνησης της ΕΡΕ και οι τελευταίοι δεσμεύονται, κατά την έκφραση του Δ. Μπίτσιου, «να επωμισθούν τις ευθύνες τους και να προστατεύσουν τον τόπο», κηρύσσοντας σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης ακόμα και στρατιωτικό νόμο, σύμφωνα με το άρθρο 91 του Συντάγματος του 1952. Στις 29 Μαρτίου, αφού δυο ημέρες νωρίτερα έχει αποστρατευθεί ο Α/ΓΕΕΘΑ, Στρατηγός Κ. Τσολάκας, ο Κωνσταντίνος βολιδοσκοπεί επισήμως τον Αμερικανό Πρέσβη, Φ. Τάλμποτ, για την επιβολή Δικτατορίας. Την ίδια ημέρα σημειώνεται εμπλοκή στη Βουλή κατά την ψήφιση του εκλογικού νόμου, η οποία οδηγεί σε παραίτηση την Κυβέρνηση Παρασκευόπουλου. Για την αντιμετώπιση της κυβερνητικής κρίσης, ο Βασιλιάς δέχεται σε ακρόαση τους πολιτικούς αρχηγούς, ενώ ο Τάλμποτ, απαντώντας στη βολιδοσκόπηση του Βασιλιά για συνταγματική εκτροπή, ανάβει ένα (τουλάχιστον) πορτοκαλί φως: «Εξήγησα στον βασιλέα ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν μπορεί να του δώσει εκ των προτέρων διαβεβαιώσεις ότι θα τον υποστηρίξει». Το πρωινό της 20ης Απριλίου ο Α/ΓΕΣ συγκαλεί σύσκεψη έξι Αντιστρατήγων, οι οποίοι αποφασίζουν να προχωρήσουν σε επιβολή Δικτατορίας, αφού προηγουμένως επικοινωνήσουν με το Βασιλιά. Για την απόφαση των Στρατηγών ενημερώνεται από τον Γ. Ζωιτάκη η Χούντα του Παπαδόπουλου, η οποία αποφασίζει να κινηθεί αυτόνομα το ίδιο κιόλας βράδυ. Ξημερώνει 21η Απριλίου και στην Ελλάδα συντελείται στρατιωτικό πραξικόπημα με επικεφαλής τους Συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο και τον Ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό. Τις επόμενες ώρες, το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου συλλαμβάνεται, ξεκινούν μαζικές συλλήψεις και εκτοπισμοί Αριστερών. Η Ελλάδα βυθίζεται στον γύψο.

Τον Ιούλιο ο Βασιλιάς αποπέμπει τον Πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου και 17 Σεπτεμβρίου του 1965 σχηματίζεται η τρίτη Κυβέρνηση «Αποστατών», με Πρωθυπουργό τον Στ. Στεφανόπουλο. Τον Οκτώβριο τοποθετείται Α/ΓΕΣ ο Σπαντιδάκης και τα περισσότερα μέλη της συνωμοτικής ομάδας επανέρχονται σταδιακά στην Αττική σε καίριες θέσεις για τον έλεγχο του στρατεύματος. Λίγους μήνες μετά, ο μετέπειτα θεωρητικός της Απριλιανής Δικτατορίας, Σάββας Κωνσταντόπουλος, δίνει τέσσερεις διαλέξεις στο Χίλτον με τον γενικό τίτλο «Ο φόβος της δικτατορίας», τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι «εάν βαδίζαμε προς τη λαϊκή ετυμηγορία με τα σημερινά δεδομένα […] η κάλπη θα έπαιρνε τη μορφή γκιλοτίνας». Οι New York Times δημοσιεύουν άρθρο του γνωστού για τις φιλικές του σχέσεις με τη βασιλική οικογένεια, Σάιρους Σουλτσμπέργκερ, όπου αναφέρεται ξεκάθαρα ότι ο Κωνσταντίνος αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο συνταγματικής εκτροπής, και τον Νοέμβριο του ‘66 ο Σπαντιδάκης δίνει εντολή να επικαιροποιηθεί το νατοϊκό σχέδιο έκτακτης ανάγκης «Προμηθεύς». Το επικαιροποιημένο σχέδιο ονομάζεται «Ιέραξ II», τη σύνταξή του αναλαμβάνουν ο Γ. Παπαδόπουλος και ο Ν. Μακαρέζος και για την ύπαρξή του ενημερώνεται η Αμερικανική Πρεσβεία. Στις 17 Δεκεμβρίου του 1966, σε μυστική συνάντηση στα Ανάκτορα παρουσία του Βασιλιά, ο Γ. Παπανδρέου και ο Π. Κανελλόπουλος καταλήγουν σε συμφωνία για τον σχηματισμό μεταβατικής Κυβέρνησης με Πρωθυπουργό τον Παρασκευόπουλο, η οποία θα οδηγούσε τη χώρα σε εκλογές στις 28 Μαΐου του 1967. Πέντε ημέρες αργότερα ορκίζεται η Κυβέρνηση Παρασκευόπουλου και τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου συνεδριάζει το “Επαναστατικό Συμβούλιο” της οργάνωσης των Συνταγματαρχών, με βασικό ομιλητή τον Γ. Παπαδόπουλο. Ενημερώνεται σχετικά η Ουάσινγκτον και ο Διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Βασιλιά, Πρέσβης Δ. Μπίτσιος, βολιδοσκοπεί τον σταθμάρχη της CIA, Τζον Μόρι, για το ενδεχόμενο Βασιλικής Δικτατορίας. Ο Σπαντιδάκης δίνει εντολή να προετοιμαστεί η εφαρμογή του σχεδίου Ιέραξ II, λίγες ημέρες αργότερα ενημερώνει σχετικά και τον σταθμό της CIA στην Αθήνα και αρχές Μαρτίου ο «Ελεύθερος Κόσμος», εφημερίδα που εκδίδει ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, προειδοποιεί ότι «τελικώς δεν θα στηθούν αι κάλπαι, διότι κάτι θα μεσολαβήσει».

blank