Κριτική Σκέψη είναι η νοητική και συναισθηματική λειτουργία κατά την οποία το άτομο αξιολογεί την αξιοπιστία των πληροφοριών και αποφασίζει τι να σκεφτεί ή τι να κάνει μέσω συλλογισμών που γίνονται με βάση όλα τα δυνατά στοιχεία που μπορεί να έχει στη διάθεσή του (Βικιπαίδεια).
Η κριτική είναι μια φυσιολογική διαδικασία και πολλές φορές αρκετά χρήσιμη που απαντάται ανέκαθεν στο ανθρώπινο είδος ως μια τάση έκφρασης της γνώμης. Μια μικρή βόλτα στο διαδίκτυο είναι αρκετή ώστε να γίνουμε μάρτυρες αυτής της ανθρώπινης ανάγκης.
Τις περισσότερες φορές, βέβαια, μας αρέσει να καταθέτουμε απόψεις με πιο επικριτικό χαρακτήρα, και συχνά συμβαίνει, όσο πιο προκλητική και επιθετική είναι μια κριτική, τόσο μεγαλύτερη απήχηση να έχει. Για αυτό και συνήθως τα άρθρα με επικριτικό περιεχόμενο είναι πιο ελκυστικά στο κοινό.
Ωστόσο, δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια αντίδραση στην κριτική. Αθλητές, πολιτικοί, ηθοποιοί και μουσικοί είναι οι πιο αγαπητοί στόχοι του κοινού και των δημοσιογράφων για κριτική. Ίσως γιατί η δουλειά τους είναι εμφανής στο κοινό και αυτό καθιστά πιο εύκολο για εμάς να έχουμε «άποψη» και να κρίνουμε τους ίδιους, την δουλειά τους και πολλές φορές την προσωπική τους ζωή.
Ας προσπαθήσουμε, όμως, να ρίξουμε λίγο φως στην κριτική που συνήθως όλοι εμείς ασκούμε στους αθλητές.
Αν και οι περισσότεροι από εμάς, φίλαθλοι, ακροατές, κτλ. δεν είμαστε ειδικοί, έχουμε την δυνατότητα να γράφουμε την γνώμη μας και να την εκφράζουμε δημοσίως. Ταυτόχρονα, κάποιοι άλλοι έχουμε την αχόρταγη επιθυμία να την διαβάσουμε και να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε παίρνοντας πάλι το αυθαίρετο δικαίωμα της ανελέητης κριτικής.
Για πολλούς αθλητές, όμως, είναι δύσκολο να διαχειριστούν αυτά τα σχόλια. Και γίνεται ακόμη δυσκολότερο χάρη στο γεγονός ότι ακούν σχόλια και γνώμες από άτομα που, τις περισσότερες φορές, δε σχετίζονται με το χώρο του αθλητισμού. Άτομα τα οποία δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει να είσαι επαγγελματίας αθλητής και τι σημαίνει να αγωνίζεσαι κάθε φορά στο μέγιστο των δυνατοτήτων σου. Μάλιστα, τα προνόμια της ζωής των αθλητών (χρηματικά, προσωπικά κλπ.) χρησιμοποιούνται συχνά ως δικαιολογία και ως «κάθαρση» από τους επίδοξους «κριτές», για να εντείνουν και να οξύνουν την κριτική τους που συνοδεύεται από σκληρούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο του κρινόμενου αθλητή.
Παράλληλα όμως με αυτά τα πλεονεκτήματα που κατά πολλούς έχουν οι αθλητές, οι περισσότεροι βιώνουν και μια μεγάλη έκθεση από τα media, όσον αφορά τις επιδόσεις τους στο γήπεδο αλλά και την προσωπική τους ζωή. Πολλοί αθλητές γίνονται κυριολεκτικά στόχοι μέσω των ΜΜΕ.
Είτε κερδίσουν είτε χάσουν, η απόδοσή τους αλλά και οι ζωές τους εκτίθενται σε μεγάλο βαθμό στο ευρύ κοινό. Στη νίκη, τα σχόλια συνήθως είναι αποθεωτικά, γεμάτα προσδοκίες. Στην αποτυχία τα σχόλια γίνονται αρνητικά και η κριτική ακόμα πιο αυστηρή και ακραία.
Αυτή η πρακτική ασκείται από όλους εμάς, που αποτελούμε διάφορα είδη επαγγελματιών, γιατρών, δημοσιογράφων, τραπεζικών υπαλλήλων, οδηγών ταξί κλπ. και χρειάζεται επειγόντως αναθεώρηση. Γι’ αυτό ας έρθουμε στην θέση ενός επιτυχημένου αθλητή και ας αναλογιστούμε πώς θα αισθανόμασταν αν, μετά από μια δική μας επαγγελματική αποτυχία, δεχόμασταν αρνητική κριτική και μάλιστα δημοσίως.
Ωστόσο ας δούμε σε αγωνιστικό επίπεδο κάποιες από τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει σε έναν αθλητή η αρνητική κριτική που του ασκείται.
Arousal and Anxiety
Η θεωρία του Multidimensional Anxiety Theory (Martens et al. 1990) υποστηρίζει ότι όσο το γνωστικό άγχος αυξάνεται τόσο η αθλητική απόδοση μειώνεται. Η συγκεκριμένη θεωρία στηρίζεται σε βασικούς άξονες, στο γνωστικό και το σωματικό άγχος. Το γνωστικό άγχος περιλαμβάνει περισπασμούς που επηρεάζουν αρνητικά την συγκέντρωση, την ικανότητα της εστιασμένης προσοχής και την ανησυχία του αθλητή σχετικά με την απόδοση του. Επιπροσθέτως, το σωματικό άγχος σχετίζεται με αυξημένο καρδιακό ρυθμό και δυσκολία στην αναπνοή.
Mood
Οι Lane and Terry (2000), ανέπτυξαν μια θεωρία η οποία εξετάζει τη σχέση της ψυχικής διάθεσης πριν τον αγώνα, με την απόδοση. Η καταθλιπτική διάθεση προκαλεί έντονο θυμό, σύγχυση, κόπωση και ένταση και ως εκ τούτου επηρεάζει αρνητικά την απόδοση του αθλητή. Η συγκεκριμένη αρνητική ψυχική διάθεση δημιουργεί αρνητική εικόνα στον αθλητή για τον εαυτό του σχετικά με το παρελθόν, το παρόν και μελλοντικές κοινωνικές εμπειρίες.
Το παράδειγμα του Mike Tyson
Ο Iron Mike έγινε πολύ γρήγορα ένας από τους κορυφαίους boxer και αυτό τον έκανε έναν από τους πιο πολυδιαφημισμένους αθλητές στην ιστορία του αθλήματος. Έως τις αρχές του 1990, ο Tyson, για πολλούς θαυμαστές του, έμοιαζε ανίκητος. Κατέκτησε πολλούς τίτλους, όπως το World Boxing Council (WBC) Heavyweight Title, το World Boxing Association (WBA) Heavyweight Title και το International Boxing Federation (IBF) Heavyweight Title.
Παρ’όλα αυτά, διάφορα σκάνδαλα στην προσωπική του ζωή, έστρεψαν σχεδόν όλα τα ΜΜΕ εναντίον του και ταυτόχρονα έχασε όλους τους τίτλους που είχε κερδίσει μέχρι τότε.
Η απότομη πτώση της απόδοσής του συνδέθηκε από πολλούς αθλητικούς ψυχολόγους με την έντονη κριτική που δεχόταν τόσο από τα media αλλά και από διάφορους πρώην υποστηρικτές του.
Πριν τον πρώτο αγώνα επιστροφής του στο ρινγκ, σε μια συνέντευξή του, ερωτώμενος τι είχε να πει για όλη αυτή την κριτική που δέχθηκε, η απάντησή του ήταν «Η δουλειά μου είναι να χτυπάω τους αντιπάλους μου και να κερδίζω παιχνίδια και η δουλειά τους είναι να πουλάνε εφημερίδες. ‘Ο,τι ήταν να ειπωθεί για τον Mike Tyson έχει ήδη ειπωθεί. Πλέον δεν το παίρνω τόσο προσωπικά όσο το έπαιρνα». Από αυτήν την δήλωση μπορούμε να καταλάβουμε πόσο οι αρνητικές κριτικές από τους φαν αλλά και από τα ΜΜΕ επηρέασαν την απόδοσή του. Ήταν το ίδιο βράδυ που ο Iron Mike βγήκε knock out στον τέταρτο γύρο και αυτός ήταν και ο τελευταίος αγώνας της καριέρας του.
Στην περίπτωση του Mike Tyson, το Multidimensional Anxiety Theory και η Θεωρία του Lane and Terry σχετικά με την ψυχική διάθεση σε συνδυασμό με την απόδοση, αποδεικνύουν πόσο σχετίζεται η αρνητική κριτική των ΜΜΕ αλλά και γενικότερα του κόσμου με την απόδοση του αθλητή.
Η έλλειψη συγκέντρωσης ως αποτέλεσμα του γνωστικού άγχους, επηρέασαν την προπόνηση του Tyson. Επίσης, κατά την διάρκεια των αγώνων τόσο το σωματικό άγχος που βίωνε όσο και η καταθλιπτική ψυχική διάθεση, ο αυξημένος θυμός, η αυξημένη κόπωση και η σύγχυση στη σκέψη ως αποτέλεσμα του γενικού άγχους τον οδήγησαν σε πτώση της απόδοσης του.
Όλα τα παραπάνω παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η αρνητική κριτική τόσο των ΜΜΕ αλλά και των φιλάθλων έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην απόδοση ενός αθλητή με αποτέλεσμα να τον αφήνει με δύο επιλογές: να υποκύπτει στην αρνητική κριτική ή να μάθει να την διαχειρίζεται προς όφελός του.
Την επόμενη φορά που θα αποφασίσουμε να “σφυροκοπήσουμε” την ομάδα μας ή κάποιον αθλητή, ας θυμηθούμε ότι δεν έχουμε τις γνώσεις για να το κάνουμε. Κανένας αθλητής δεν έχει ανοσία στην κριτική και στην πίεση. Όμως, ο τρόπος που θα αντιμετωπίζουμε την πίεση είναι αυτό που θα ξεχωρίζει στο μέλλον τους μεγάλους αθλητές από όλους τους υπόλοιπους.
Ο Howard Ferguson στο βιβλίο του «The Edge», γράφει ότι «Η κριτική μπορεί εύκολα να αποφευχθεί με το να μη λες τίποτα, να μη κάνεις τίποτα, να μην είσαι τίποτα. Ο μέτριος άνθρωπος παίζει εκ του ασφαλούς και αποφεύγει την κριτική με κάθε κόστος. Οι πρωταθλητές όμως ρισκάρουν την έκθεσή τους στην κριτική κάθε φορά που αγωνίζονται».
Ίσως, αν μαθαίναμε να μην περιμένουμε να ακούσουμε θετικά σχόλια για εμάς από τα media και από τους φιλάθλους, τότε να μας ενοχλούσαν λιγότερο τα αρνητικά.
Η λύση δεν βρίσκεται στο κυνήγι της καλής γνώμης, αλλά στην επιμονή μας στον στόχο και στα όνειρά μας. Η γνώμη των άλλων έχει ουσία όταν γίνεται με την μορφή της ανατροφοδότησης και όχι με την μορφή της κριτικής, η γνώμη των άλλων έχει σημασία όταν ο άλλος είναι γνώστης του αντικειμένου και μας μιλάει αυτοπροσώπως και όχι πίσω από την ασφάλεια του μικροφώνου ή του πληκτρολογίου.
Τότε και μόνο τότε, το κίνητρό του είναι το ίδιο με το δικό μας: η ψυχική μας υγεία και η βελτίωση της απόδοσής μας.
Ο Αμερικανός ποιητής Arthur Guiterman κάποτε έγραψε: «Οι πέτρες που οι επικριτές με μίσος ρίχνουν σε εμάς, είναι αρκετές για να χτίσουμε ένα μνημείο».