Άλλος, τελείως, κόσμος. Ξεχασμένος. Παρότι δεν έχουν συμπληρωθεί ούτε τρεις δεκαετίες από τότε.
Ναι, η Premier League έτσι λεγόταν. Είχε ξεκινήσει να πηγαίνει… σχολείο μετά τη μετονομασία της, γιατί δαύτο, η αλλαγή δηλαδή ονόματος, ήταν ουσιαστικά το μόνο που ακόμη, αρχές 1997, διέκρινε το Αγγλικό Πρωτάθλημα από την πρότερη κλασική επωνυμία του.
Χαρακτηριστικό πως για τις μεταγραφές ίσχυε ακόμη το πατροπαράδοτο αγγλικό “παράθυρο”, χωρίς να ορίζεται από τις συμβατικές τρέχουσες ημερομηνίες για καλοκαίρι και Ιανουάριο. Έτσι, μετά το τέλος της χειμερινής περιόδου, ένας παντελώς άγνωστος 20χρονος μακρυκάνης ψιλολέλεκας περνούσε τον Ατλαντικό προκειμένου να δοκιμαστεί για τρεις εβδομάδες στην ΚΠΡ. Τέτοια η αδυναμία επαρκούς ενημέρωσης της εποχής που, όταν συστηνόταν λέγοντας ποια είναι η πατρίδα του, συναντούσε παντελή άγνοια.
Στα όρια του ανέκδοτου. Πάντα σνομπ ως προς την ποδοσφαιρική σύγκριση με το οτιδήποτε πέραν της Μάγχης οι Άγγλοι, οπότε μοιραία δεν θα είχαν -και πιθανότατα δεν έχουν και ακόμη- την παραμικρή ιδέα για το άθλημα στην Κόστα Ρίκα. Μέχρι όμως και το αν οι κάτοικοι της νησιωτικής χώρας έχουν και ζουν σε… σπίτι ρωτούσαν τον Πάουλο Γουαντσόπε.
Τρεις εβδομάδες δοκιμάστηκε στους Λονδρέζους. Έπαιξε σε τρία φιλικά μαζί με τον Διόσκουρό του, και κατοπινό γνωστό μας ελέω της θητείας του στον ΟΦΗ, Μαουρίσιο Σολίς, πέτυχε μισή ντουζίνα γκολ σε δαύτα, αλλά το ok δεν το πήρε. Δεν έπεισε, δεν συζητήθηκε η προοπτική απόκτησής του και έτσι επέστρεψε άπραγος στο νησί του.
Το ευρωπαϊκό όνειρο, το αγγλικό όνειρο, θα μπορούσε να περιμένει. Ίσως -όπως τον συμβούλευαν- θα ήταν και προτιμότερο να παραμείνει τέτοιο. Όνειρο. Δεν ήταν εποχές που ποδοσφαιριστές από το πουθενά κέρδιζαν θέση κάπου. Πόσο μάλλον δαύτος. Ναι, στο παρελθόν και στο dna το τόπι ξεχείλιζε. Ο πατέρας του, Βιθέντε, αλλοτινός διεθνής. Τα αδέρφια του επαγγελματίες, ενώ και η μητέρα του ήταν στα δικά της νιάτα αθλήτρια.
Ο ίδιος, για Κοσταρικανός, έχοντας το μπόι, μοίραζε τον χρόνο και τις προτιμήσεις του μεταξύ μπάσκετ και ποδοσφαίρου. Το πρώτο μάλιστα ήταν αυτό που του εξασφάλισε μια θέση στο Γυμνάσιο Vincent Memorial στο Καλέξικο της Καλιφόρνια. Και τα όσα έκανε στις τρεις τελευταίες του τάξεις τού έδωσαν και μια κολεγιακή υποτροφία.
Έλα όμως που αλλού ήταν η καρδιά. Στην ασπρόμαυρη. τότε μόνο τέτοιες κυκλοφορούσαν. Αρνήθηκε λοιπόν την υποτροφία και γύρισε στο σπίτι προκειμένου εκεί πλέον να συνεχίσει τις σπουδές του. Εντάχθηκε στην τοπική Ερεντιάνο και ξεκίνησε να δίνει πλέον βάρος στο ποδόσφαιρο. Η κλήση του στην Εθνική Νέων της Κόστα Ρίκα για το ηλικιακό Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1995 στο Κατάρ ήταν και ο καταλύτης της μονιμότητας της επιλογής του.
Μπάλα λοιπόν. Και έκτοτε τίποτ’ άλλο.
Παράλληλα με την καριέρα που φιλοδοξούσε να κάνει κλωτσώντας, ξεκίνησε και τη συλλογή των ενθυμίων του από γήπεδα, αντιπάλους, χώρες, όλα μέσα από την ποδοσφαιρική του διαδρομή. Το πρώτο-πρώτο λοιπόν ήταν από εκείνο το Παγκόσμιο Νέων, όταν, μένοντας στο ίδιο ξενοδοχείο με την Εθνική Ισπανίας, όχι μόνο συγχρωτιζόταν καθημερινά με τους Ίβηρες αλλά πήρε και ως σουβενίρ -ξεχωριστό ακόμη- μία από τις επικαλαμίδες του αστέρα της διοργάνωσης, του Ραούλ, του ήδη από τότε πρίγκιπα της Ρεάλ.
Και ο ίδιος ο Γουαντσόπε πάντως, αναλογικά εννοείται, εξέλιξη… πριγκιπική είχε. Την επόμενη κιόλας χρονιά (1996) είχε προβιβαστεί στην ανδρική Εθνική ομάδα, κάνοντας… χαμό στην Ερεντιάνο και το τοπικό Πρωτάθλημα. Pas mal για έναν ουσιαστικά teenager, με σκάρτες δύο σεζόν στην κάρτα ενσήμων του ως ποδοσφαιριστής.
Από αυτό όμως στη μετακόμιση στην Αγγλία, έστω και για ομάδα της δεύτερης τη τάξει κατηγορίας, έμοιαζε υπερβολικό, ένα άλμα που, όση πίστη (και όχι μόνο) να διέθετε, δεν θα μπορούσε να το ολοκληρώσει, χωρίς να γκρεμοτσακιστεί.
Παράσταση ζωής στο «Θέατρο»
Και όμως. Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο άνθρωπος που ουσιαστικά τον είχε ανακαλύψει, ο Μπράιν ΜακΝαμπ, παλιός ποδοσφαιριστής της Άρσεναλ, επανήλθε και, μετά το φιξάρισμα του ανεπιτυχούς trial στην ΚΠΡ, εμφανίστηκε με κάτι ακόμα πιο φιλόδοξο, κάτι τρελό. Έχοντας προσωπική φιλία με τον τότε τεχνικό της Ντέρμπι, Τζιμ Σμιθ, κανόνισε να περάσει το πουλέν του ακόμα ένα δοκιμαστικό. Σε ομάδα της Premiership.
Η πρώτη απόκριση του Γουαντσόπε ήταν, εύλογα, αρνητική. Και λογική. Πώς, ύστερα από το “κόψιμο” μιας ομάδας χαμηλότερης κατηγορίας, θα γινόταν δεκτός από μια άλλη ομάδα που αγωνιζόταν σε μεγαλύτερη; Κάτι όμως η επιμονή του ΜακΝαμπ, κάτι η άγνοια κινδύνου, κάτι -και πάλι- ο Σολίς, ο οποίος έμοιαζε τότε να είναι το βασικό αντικείμενο αυτού του δοκιμαστικού (με τον νεαρότερο συμπαίκτη του συμπλήρωμα…), ξαναμπήκε στο αεροπλάνο.
Όπως και με την ΚΠΡ έτσι και με την Ντέρμπι συμμετείχε σε τρία φιλικά. Με τους Ρέιντζερς είχε “γράψει” έξι φορές, με τα «Κριάρια» ούτε μία. Οι πρώτοι τον έκοψαν.
Οι δεύτεροι όμως του πρότειναν συμβόλαιο, πάντα στη λογική του συμπληρώματος του Σολίς, ο οποίος έμοιαζε πιο έτοιμος και παρουσιάστηκε ως η κύρια προσθήκη του club, με τον Γουαντσόπε μια κίνηση εξωτική, η οποία ερέθιζε τη φαντασία μεν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίστηκε ως κάτι περισσότερο από μια επένδυση, ένα λαχείο.
Και αυτό θα αγοραζόταν, μόνο αν εξασφαλιζόταν η περίφημη -και σε τελείως διαφορετικό, πολύ πιο αυστηρό, πλαίσιο- άδεια εργασίας στη Γηραιά Αλβιόνα. Ο Σολίς, για χρόνια διεθνής (33 συμμετοχές μετρούσε ως τότε), την εξασφάλισε άνετα. Για τον μικρό όμως χρειάστηκε υπομονή και αγωνία. Εν τέλει όμως, έστω και οριακά, μπήκε η σφραγίδα και έτσι η Ντέρμπι απέκτησε τους δύο Κοσταρικανούς, πληρώνοντας συνολικά 700.000 ευρώ.
Μεταγραφές που ολοκληρώθηκαν 27 Μαρτίου. Ενδεικτικό, ένα ακόμα, της άλλης εποχής. Και κόντρα στο οτιδήποτε προβλεπόμενο, στο οτιδήποτε σχεδιασμένο, το… λαχείο μπήκε γρήγορα, αμέσως προς κλήρωση. Την επόμενη κιόλας εβδομάδα των ανακοινώσεων, η Ντέρμπι αντιμετώπιζε στο Old Trafford τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Τη Γιουνάιτεντ που κάλπαζε για τον τέταρτο τίτλο της την τελευταία πενταετία. Τη Γιουνάιτεντ που προετοιμαζόταν για να αντιμετωπίσει λίγες μέρες αργότερα την Ντόρτμουντ στα ημιτελικά του Champions League. Τη Γιουνάιτεντ που όλες κι όλες είχε υποστεί μόλις πέντε εντός έδρας ήττες σε τεσσεράμισι χρόνια στο «Θέατρο των Ονείρων». Την Γιουνάιτεντ του Σμάιχελ, του Κιν, του Μπέκαμ, του Καντονά, του Γκιγκς.
Κόντρα σε όλους αυτούς, σε αυτό το περιβάλλον και ττις συνθήκες, ο Σμιθ αποφάσισε να συστήσει στο αγγλικό κοινό το τελευταίο του εξωτικό απόκτημα, τον 20χρονο από την Κόστα Ρίκα. Του το ανακοίνωσε μια μέρα νωρίτερα. Αυτονόητα, ο πιτσιρίκος άυπνος ξημέρωσε. Σαν να μην έφταναν όλα τούτα, θα έπαιζε δεξιά στην μεσοεπιθετική τριπλέτα. Ρόλος που, εκτός των υπολοίπων, απαιτούσε και ανασταλτική συνδρομή στο μαρκάρισμα του Γκιγκς. Ήρθε κι έδεσε.
Τι κι αν -κατόπιν σύστασης του Σμιθ, ο οποίος τον ρώτησε, πριν επιβιβαστούν στο λεωφορείο που θα μετέφερε την αποστολή στο γήπεδο, για το τι μουσική ακούει- όλη η διαδρομή για το Old Trafford ήταν υπό τους ήχους σάλσα; Ουδεμία χαλάρωση. Ούτε που αντιλήφθηκε τη λανθασμένη, αγγλική, προφορά του επιθέτου του (η οποία και καθιερώθηκε, λάθος, έκτοτε). Του πήρε ένα τέταρτο για να ακουμπήσει την μπάλα. Χαμένος, σαν κυνηγόσκυλο πίσω από ένα τόπι, το μόνο που έκανε ήταν ακριβώς αυτό, να την κυνηγάει.
Λίγο πριν το ημίωρο, δική του διεκδίκηση στον αέρα και κεφαλιά έφεραν τον Γουόρντ σε θέση βολής και με κόντρα στον Κιν το προβάδισμα. Κλισέ αλλά αληθινό. ‘Η, έστω, τακτικός στόχος. Η προϋπηρεσία του στο μπάσκετ είχε βοηθήσει τον Γουαντσόπε τόσο στο άλμα όσο -κυρίως- στο timing αυτών που έκανε στο παιχνίδι. Και έτσι, έγινε μέρος της επιθετικής προσέγγισης της Ντέρμπι (και φυσικά όχι μόνο στο ντεμπούτο του), να τον αναζητούν για να αξιοποιήσουν αυτήν του την ευχέρεια, προκειμένου να δημιουργήσει με τα “σπασίματα” και τις σπόντες του ευκαιρίες στους συμπαίκτες του.
Τη δεύτερη δεν την πήρε στον αέρα. Δεν ήρθε στα όρια της περιοχής. Δεν τον έψαξε κανείς για δαύτην. Μόνος του, έξι λεπτά αργότερα από το πρώτο γκολ των «Κριαριών», πήρε την μπάλα κάτω από το κέντρο και ξεκίνησε. Απομακρύνθηκε αρχικά από τον Νίκι Μπατ και, πλησιάζοντας την περιοχή, απέφυγε τον Φιλ Νέβιλ, ξεπέρασε τον Γκάρι Πάλιστερ και, πατώντας πλέον το «κουτί», ανάμεσα σε τέσσερεις κόκκινες φανέλες, πλάσαρε στέλνοντας την μπάλα να περάσει δίπλα από τα χέρια του Σμάιχελ, να χτυπήσει δοκάρι και να καταλήξει στα δίχτυα.
Έντεκα επαφές. Τόσες τού χρειάστηκαν για να φτάσει στην περιοχή των «Κόκκινων Διαβόλων». Δεξί πόδι, αριστερό πόδι, δεξί, δεξί, δεξί, δεξί, δεξί, αριστερό, αριστερό, δεξί, δεξί και άλλη μία, πάλι με το δεξί, για να κάνει εμφατική, απόλυτα θορυβώδη είσοδο σ’ έναν κόσμο που ως τότε μόνο ονειρευόταν.
Το 0-2 του ημιχρόνου έφερε κατευόδιο με γιούχα στο «Θέατρο». Και η επάνοδος διάθεση και ορμητικότητα για μια από τις συνηθισμένες της εποχής του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον ανατροπές της Γιουνάιτεντ. Και λίγο ήθελε, με τους «Κόκκινους διαβόλους» να ισοφαρίζουν (σε αυτό το παιχνίδι ο Ερίκ Καντονά σημείωσε το τελευταίο του γκολ στο Old Trafford), αλλά την Ντέρμπι να κλέβει στο φινάλε τη νίκη.
Ο Κοσταρικανός τα είχε δει όλα με το… welcome, αφού, πέραν του ντουμπλαρίσματος στον Γκιγκς, επιφορτίστηκε με το μαρκάρισμα του Πάλιστερ στις στατικές φάσεις. Το ξύλο που έπεφτε για μια καλύτερη τοποθέτηση ακόμη το θυμάται. Και ακόμη όλοι τον θυμούνται. Το γκολ του, μια δεκαπενταετία αργότερα (2012) ψηφίστηκε από τους οπαδούς της Ντέρμπι ως το κορυφαίο των 125 χρόνων του συλλόγου. Και ακόμη, ως και σήμερα, άλλο δεν έχει υπάρξει να το εκθρονίσει.
Τα γκολ στα Μουντιάλ και το φίδι στους πάγκους
Αυτό το γκολ ουσιαστικά χαρακτήρισε την καριέρα του Γουαντσόπε στα αγγλικά γήπεδα. Έδωσε υπόσταση στον… πουθενά από την Κόστα Ρίκα και καθοδήγησε την έκτοτε σταδιοδρομία του. Δύο σεζόν έβγαλε στα «Κριάρια», προτού πωληθεί στην Γουέστ Χαμ. Ρίο Φέρντιναντ, Φρανκ Λάμπαρντ, Μίκαελ Κάρικ, Τρεβόρ Σινκλέρ, ο φέρελπις τότε, Τζο Κόουλ, συμπαίκτες του.
Παρτενέρ του στην επίθεση των «Σφυριών» ο τρελό-Ιταλός, Πάολο Ντι Κάνιο. Ξεπέρασε το σοκ να τον βλέπει στα αποδυτήρια, πριν τη σέντρα, να μιλάει στα… πόδια του, ενθαρρύνοντάς τα και προκαταβολικά αποθεώνοντάς τα, συνθέτοντας ένα ιδιαίτερα ταιριαστό δίδυμο μαζί του. Όχι επαρκές για να τον κρατήσει όμως παραπάνω από μια σεζόν στο Λονδίνο, όπου -κι όμως- δεινοπάθησε, αφού όλη τη σεζόν την πέρασε ζώντας σε ξενοδοχείο. (είπαμε) Ω καιροί, ω ήθη. Άλλοι σίγουρα για τη Σίτι.
Μετακόμισε εκεί στην αυγή της χιλιετίας και πέρασε στο μπλε κομμάτι του Μάντσεστερ τα τελευταία πέτρινα χρόνια των «Πολιτών». Μακροβιότερος και παραγωγικότερος σταθμός της καριέρας του, έζησε υποβιβασμό και επιστροφή στα σαλόνια, προτού το κορμί του αρχίσει να τον προδίδει και η -οριστική- αλλαγή των σωματοδομικών απαιτήσεων της Premier League τον ξεπεράσει.
Όπως και είχε ξεπεράσει και τα δικά του καλά χρόνια. Μέχρι να κρεμάσει τα παπούτσια του, τρία χρόνια μετά την αποχώρησή του από τη Σίτι (2004), αγωνίστηκε σε έξι διαφορετικές ομάδες, σε Ευρώπη (Μάλαγα), Αραβική χερσόνησο (Αλ Γκαράφα), στην πατρίδα (Ερεντιάνο), Νότια Αμερική (Ροσάριο), Άπω Ανατολή (Τόκιο) και ΗΠΑ (Σικάγο).
Έβρισκε όμως και πάλι παιχνίδια, στιγμές για να συντηρεί και να εμπλουτίζει την ιστορία του. Το γκολ του κόντρα στη Νουμάνθια ψηφίστηκε το καλύτερο της La Liga για τη σεζόν που πέρασε εκεί (2004-2005). Σκόραρε κόντρα στην Βραζιλία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 και στο επόμενο, στην πρεμιέρα κόντρα στην οικοδέσποινα Γερμανία, πέτυχε άλλα δύο, αποσπώντας μεγαλύτερη προσοχή ακόμα και από την αναμενόμενη επικράτηση της «Nationalmannschaft».
Μαζί με τον -αλλοτινό φορ του ΟΦΗ- Ρόναλντ Γκόμες είναι οι μόνοι Κοσταρικανοί που έχουν σκοράρει σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα, ολοκληρώνοντας τη διεθνή του πορεία στη δεύτερη θέση της ιστορίας των σκόρερ των «Ticos».
Και εκεί, στο προπονητικό τους επιτελείο, αφού έκανε -fast track- τις προβλεπόμενες σπουδές, εντάχθηκε από το 2010. Και εκεί συνδέθηκε με την κορυφαία τους στιγμή, την πρόκριση κόντρα στην Εθνική μας, στα προημιτελικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 2014, όντας στο πλευρό του Χορχέ Λουίς Πίντο, τον οποίο και διαδέχτηκε αμέσως μετά το τέλος της διοργάνωσης, με τον Κολομβιανό προπονητή να τον κατηγορεί πως ούτε λίγο ούτε πολύ του έσκαβε τον λάκκο. «Τέσσερα χρόνια μοιραζόμουν έναν πάγκο, ένα γήπεδο μ’ ένα φίδι».
Δεν μακροημέρευσε, αφού η δημοσιοποίηση ενός ξυλοδαρμού ενός υπεύθυνου ασφαλείας στις εξέδρες ενός γηπέδου, όπου βρισκόταν για να παρακολουθήσει ένα παιχνίδι των Ελπίδων της Κόστα Ρίκα, τον ανάγκασε -τελικά- σε παραίτηση. Από τότε, καταπιάνεται με διάφορα. Άλλοτε ως προπονητής, άλλοτε ως Τεχνικός Διευθυντής, χωρίς να έχει ξεπεράσει τα σύνορα της νησιωτικής του πατρίδας και χωρίς προφανώς να δείχνει κάποια ιδιαίτερη δυναμική σε οτιδήποτε τον πληρώνει.
Όρκο με δαύτον όμως μην βιαστεί να πάρει κανείς…
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Αντώνη Οικονομίδη