Το πιστώνεται, δικαιολογημένα και απόλυτα, ο Ουαλίντ Ρεγκραγκί. Σκάρτους τρεις μήνες εκλέκτορας, οδήγησε το Μαρόκο στην τετράδα του Παγκόσμιου Κυπέλλου. Αδιανόητο.
Τελεία, παύλα, αλλαγή παραγράφου. Οποιοσδήποτε τεχνικός θα πετύχαινε κάτι τέτοιο, θα δικαιούνταν να αναγνωριζόταν ως ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής. Πόσο μάλλον αυτός.
Θα μπορούσε να είναι ο υπέροχος Αζεντίν Ουναχί. Αυτός όμως κέρδισε την αναγνώριση του Λουίς Ενρίκε, αμέσως μετά το προηγούμενο σκαλπ που πήραν τα «Λιοντάρια» στη διοργάνωση, με τον τέως πλέον εκλέκτορα της Ισπανίας να τον αποθεώνει δημοσίως στη συνέντευξη Τύπου.
Θα μπορούσε να είναι ο αέρινος Ασράφ Χακίμι, ο κορυφαίος δεξιός μπακ του τουρνουά. Το αλά Πανένκα όμως πέναλτι που σφράγισε την πρόκριση των Βορειοαφρικανών επί των «Furia Rojas» στον προηγούμενο γύρο τον έφερε στο κέντρο της ιστορίας, χαρίζοντάς του μια καταδική του στιγμή στην αιωνιότητα.
Θα μπορούσε να είναι ο Γιασίν Μπόνο. Και τότε, στο προηγούμενο παιχνίδι με τις αποκρούσεις του από τη “βούλα”, αλλά και στον προημιτελικό με την Πορτογαλία, όποτε χρειάστηκε, έκανε αυτό που κάθε ομάδα που ποντάρει στην ανασταλτική της λειτουργία περιμένει από τον τερματοφύλακά της. Δεν μάσησε.
Θα μπορούσε να είναι ο Γιουσέφ Εν Νεσιρί. Έχει ξεχάσει από πότε έχει να σκοράρει στη Σεβίλλη, μα με το εθνόσημο το σκηνικό αλλάζει. Με άλμα στον Αλλάχ όχι μόνο πήρε παραμάζωμα Ντιόγκο Κόστα και Ρούμπεν Ντίας αλλά έφτασε τόσο ψηλά ώστε να μπορέσει να βρει σωστά την μπάλα και, στέλνοντάς την στα δίχτυα, με το δεύτερο του γκολ στη διοργάνωση, να προσυπογράψει νίκη και ανεπανάληπτη πρόκριση αφρικανικής ομάδας στα ημιτελικά.
Θα μπορούσε να είναι ο Γιαχία Ατιγιάτ Αλάχ. Πριν δύο χρόνια έπαιζε στα μέρη μας. Για ένα φεγγάρι, για μετρημένα παιχνίδια, στον Βόλο. Δεν ταίριαξε, δεν μας, δεν τους, δεν του ταίριαξε. Και έφυγε, άρον άρον, επιστρέφοντας στην πατρίδα του. Έτσι βρέθηκε στην Εθνική. Έτσι έφτασε στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Έτσι κλήθηκε, σε προημιτελικό παρακαλώ, να καλύψει το κενό του έτερου καλύτερου ακραίου μπακ του τουρνουά, του τραυματία Μαζράουι. Όχι μόνο δεν επέτρεψε φάση αλλά πιστώθηκε και την ασίστ του μοναδικού γκολ.
Είναι όμως, ασυζητητί και ξέχωρα ανταγωνισμού, ο Σοφιάν Άμραμπατ. Γιατί προσωποποιεί την ομάδα του. Τα χαρακτηριστικά της. Γιατί το “μόνος του και όλοι τους” για δαύτον δεν είναι σύνθημα. Είναι ρουτίνα. Επαναλαμβανόμενη.
Κόντρα στην Ισπανία χειροπόδαρα έδεσε ό,τι αντίπαλο περνούσε από το κέντρο. Το ίδιο έπραξε κόντρα και στους άλλους πολυδιαφημισμένους Ίβηρες.
Δεν ξεκίνησε έτσι, σε τέτοιο ρόλο, να παίζει ποδόσφαιρο. Ο μικρότερος γιος εξαμελούς οικογένειας, ακολούθησε τον μόνο αδερφό του -από τους τέσσερεις- που κλωτσούσε το τόπι, τον Νορντίν. Και έκανε, προσπαθούσε τουλάχιστον, ό,τι και αυτός. Άντε και το είδωλο του, ο Ζινεντίν Ζιντάν.
Δεν είναι εύκολο, ακόμα και κοπιάροντας. Μα, ακόμη και έτσι, παρουσίαζε ό,τι συνηθίζουμε να βλέπουμε, ό,τι συνηθίζουν να δείχνουν οι απανταχού Μαγκρέμπ (γιατί τέτοιος ήταν, παρότι γεννημένος και μεγαλωμένος στο Χάουζεν της Ολλανδίας, με την πατρογονεϊκή σκούφια του να πιάνει στο Μπεν Ταγέμπ, στο Βορειοανατολικό Μαρόκο). Ντρίμπλα, εφέ και επίδειξη.
Τάσεις και χαρακτηριστικά που δεν του έκοψαν τον δρόμο για τον επαγγελματισμό, ίσα-ίσα. Στην πορεία όμως δεν τον βοήθησε. Και κάθε στιγμή που έμοιαζε να κάνει upgrade (από Ουτρέχτη σε Φέγενορντ και μετά σε Μπριζ), κάτω από τον πήχη συνεχώς περνούσε, γυροβολώντας σε κάθε θέση και σε κάθε σημείο του γηπέδου.
Ακραίος χαφ, εξτρέμ, δεξιός μπακ (ως τέτοιος ντεμπούταρε και στο Μαρόκο, επιλέγοντας τελικά την πατρίδα των γονιών του για ποδοσφαιρική και αυτό, παρότι διεκδικήθηκε εντονότατα από τους «Oranje»), μεσοεπιθετικός, ως και στόπερ. Πουθενά δεν στέριωνε.
Η έμπνευση του Κροάτη τεχνικού, Ιβάν Γιούριτς, ο οποίος τον πήρε στη νεοφώτιστη τότε στη Serie A, Βερόνα, καλοκαίρι του ’19, δανεικό από τους Φλαμανδούς, να τον καθιερώσει στο κέντρο, αφεντικό και μετρονόμο, κόβοντάς του τα περιττά, παρά μόνο ζητώντας τα όσα τα πνευμόνια και τα… κάκκαλά του επέτρεπαν στο γήπεδο, άλλαξε την πορεία του.
Άλλαξε όμως κυρίως και τη μοίρα της Εθνικής του ομάδας. Έστω και τώρα, στη συναστρία που περίμενε (ή έφτιαξε) το Μαρόκο στο Κατάρ, όπου και του εμφανίστηκε ένα αφεντικό, ένα σημείο αναφοράς, ένας τύπος που δίνει τόνο και παράδειγμα, κρατώντας μπαγκέτα, μέτρα στο γήπεδο μα και γιαταγάνι, αν χρειαστεί, ορθώνοντας μόνος του θαρρείς τείχος αδιαπέραστο, αλλά και την ίδια στιγμή με την μπάλα στα πόδια αποτελώντας την αρχή των πάντων.
Έναν τύπο που τρέχει τόσο ώστε να χρειάζεται ενέσεις δις και τρις καθημερινά, καθ’ όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης, ώστε να παλέψει τους πόνους, χωρίς όμως ποτέ να διανοηθεί να λείψει. Έστω και στιγμή.
Γι’ αυτό λοιπόν σε αυτό το σημείο είναι ο Σοφιάν Άμραμπατ. Πρώτος μεταξύ πολλών ίσων στο -πιστέψτε το…- ημιφιναλίστ Παγκόσμιου Κυπέλλου πια Μαρόκο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: MUNDIAL 2022 | Faces: Ενέρ Βαλέντσια (Εκουαδόρ) / Κόντι Χάκπο (Ολλανδία) /
Ολιβιέ Ζιρού (Γαλλία) / Τακούμα Ασάνο (Ιαπωνία) / Ριτσάρλισον (Βραζιλία) /
Ρουζμπέχ Τσεσμί (Ιράν) / Λιονέλ Μέσι (Αργεντινή) / Τζαμάλ Μουσιάλα (Γερμανία) /
Κάρλος Κασεμίρο (Βραζιλία) / Καλιντού Κουλιμπαλί (Σενεγάλη) / Αλέξις Μακ Άλιστερ (Αργεντινή) /
Γιόσκο Γβάρντιολ (Κροατία) / Ρέμο Φρόιλερ (Ελβετία) / Ντένζελ Ντούμφρις (Ολλανδία) /
Τζουντ Μπέλινγκχαμ (Αγγλία) / Ντόμινικ Λιβάκοβιτς (Κροατία) / Κριστιάνο Ρονάλντο (Πορτογαλία) /