Θα μπορούσε να μην είχε παίξει. Να είχε πάρει ρεπό.
Να έβλεπε το ματσάκι από τα επίσημα και να κατέβαινε -αν χρειαζόταν, αν προέκυπτε, αν το ήθελε- στην απονομή μόνο. Ή ακόμα να μην το έβλεπε καθόλου, να έκανε περατζάδα στο Κατάρ, στα Εμιράτα, όπου του έκανε κέφι. Έχει άλλωστε την άνεση πια να κυνηγήσει ό,τι γούστο ήθελε. Κοντολογίς, θα μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε, να περάσει όπως ήθελε το σαββατιάτικο απόγευμά του.
Τι να του πει ένας μικρός Τελικός Παγκόσμιου Κυπέλλου; Στο προηγούμενο αυτός οδήγησε την Κροατία στον Τελικό και έτσι αναγορεύτηκε ο ίδιος κορυφαίος και του τουρνουά και του πλανήτη εκείνης της χρονιάς. Στον λόγο που έβγαλε τότε, παίρνοντας την Χρυσή Μπάλα (αλλιώς δεν υπήρχε περίπτωση να στηθεί σε μικρόφωνο), αφιέρωσε ομαδική πορεία και ατομική διάκριση στην «Hrvatska» που ενέπνευσε τη δική του γενιά, στην Τριταθλήτρια κόσμου του 1998 και στον τότε αρχηγό της, τον Ζβόνε Μπόμπαν, και ελπίζοντας πως η δική του -με τον ίδιο μπροστάρη- θα εμπνεύσει τις επόμενες.
Δεν ήταν απλώς ευχή. Τα 2/3 της τρέχουσας Εθνικής ομάδας της Κροατίας δεν έχουν τριανταρίσει. Έχουν λοιπόν βιολογικά τουλάχιστον άλλες δύο μεγάλες διοργανώσεις μπροστά τους.
Ο Λούκα Μόντριτς, ίσως, πιθανώς, όχι. Θα μπορούσε να είχε αφήσει το κληροδότημά του, έχοντας σφαλίσει ανεξίτηλα το δικό του, αμέσως μετά τη δεύτερη θέση στη Ρωσία. Δεν το έκανε.
Πώς λοιπόν θα απουσίαζε από το τελευταίο παιχνίδι των Βαλκάνιων σε τούτο το Παγκόσμιο Κύπελλο, ίσως, πιθανώς και το δικό του τελευταίο στη διοργάνωση, ίσως, πιθανώς και γενικότερα;
Έπαιξε λοιπόν. Και όχι μόνο έπαιξε. Σκύλιασε. Δεν σκόραρε, δεν έδωσε ασίστ, γενικά νούμερα σε αυτή τη διοργάνωση δεν έγραψε. Τίποτα, κανένα, νιέντε. Νούμερα και αριθμοί από δαύτα που πιάνουν τα μάτια των πολλών, που τσουβαλιάζουν οι στατιστικολόγοι για να μετρήσουν μέσα από εκείνα τη συνεισφορά εκάστου στο γήπεδο.
Πώς όμως υπολογίζεται το βλέμμα ενός πατημένου 37άρη, όταν βλέπει, στην παράταση του παιχνιδιού της φάσης των «16» με την Ιαπωνία, πως αντικαθίσταται; Βλέμμα όχι μανούρας ή νεύρων αλλά ειλικρινούς, βουβής απορίας, ακόμα και ενός συναισθήματος προκαταβολικής ενοχής για την αδυναμία του, όπως τουλάχιστον αυτή κρίνεται από τον πάγκο, να βοηθήσει περισσότερο.
Τα κουλούρια σε γκολ και ασίστ υπερισχύουν της λύσσας; Σε “αδιάφορο”, χωρίς νόημα ουσιαστικό παιχνίδι, να τρέξει να καλύψει σε αντεπίθεση αντιπάλων την προώθηση του κεντρικού αμυντικού; Που θα είναι φάρος στο κέντρο, ορίζοντας μέτρα σε άμυνα και επίθεση; Που σαν 20άρης καμικάζι θα πεταχτεί στο τρίτο του αντιπάλου για repress μετά από μια απώλεια μπάλας για να κόψει όχι την αντεπίθεση αλλά τις προϋποθέσεις της;
Πώς “μετρούνται” αυτά; Πώς “υπολογίζονται”; Πώς “αναδεικνύονται στατιστικά” και αναλόγως αξιολογούνται;
Δεν, δεν και… δεν.
Ο Λούκα Μόντριτς είναι one of a kind. Από πάστα εκλεκτή από την οποία βγήκαν μετρημένοι μόνο στα δάχτυλα δυο χεριών στην ιστορία του αθλήματος και του ενός στα χρόνια που ο ίδιος πατάει στο χορτάρι.
Γι’ αυτό και δεν θα μπορούσε ποτέ να λείψει από έναν μικρό Τελικό Παγκόσμιου Κυπέλλου. Από ένα οποιοδήποτε παιχνίδι. Είτε αποδειχτεί πως ήταν το τελευταίο του στη διοργάνωση (ή πόσο μάλλον και με το εθνόσημο στο στήθος) είτε όχι.
Το μεράκι προφανώς το έχει για να συνεχίσει. Στην περίπτωσή του όμως πια, το σημαντικότερο δεν είναι ούτε το μεράκι, ούτε τα πνευμόνια, ούτε τα κουράγια, ούτε και η θέληση.
Αυτά, για την ελίτ, για τους απόλυτα κορυφαίους της, υπάρχουν δεδομένα, δεν αμφισβητούνται, χωρίς ποτέ να μπαίνει στην εξίσωση ο χρόνος και τα νούμερα σε ένα πιστοποιητικό γέννησης. Τρανή απόδειξη όχι μόνο ότι αγωνίστηκε κόντρα στο Μαρόκο αλλά ο τρόπος που αγωνίστηκε καθρέφτισμα της εικόνας του, της προσαρμογής του σε όλο το τουρνουά.
Καθρέφτισμα που πλέον υπογραμμίζει πως το σημαντικότερο για τον Λούκα Μόντριτς είναι η διάνοια. Που του επιτρέπει να μηχανεύεται τρόπους όχι μόνο να είναι εκεί, να παίζει, να ακολουθεί πάντα και τα πάντα, αλλά να μην διανοείται κανείς να αμφισβητήσει τη μοναδικότητά του, τη συνεισφορά του, την ηγεσία και την καθοδήγησή του. Ακόμα και έχοντας ξεκινήσει να περπατάει στα 38.
Αν ο μικρός Τελικός του Παγκόσμιου Κυπέλλου ήταν το αντίο του, ταιριαστό απόλυτα ήταν. Ακριβώς επειδή δεν είχε ούτε γκολ ούτε ασίστ. Αλλά γιατί είχε εξυπνάδα, είχε μυαλό, είχε λύσσα. Και ας μην ήταν το διακύβευμα μια κορυφή. Σε τούτους τους εκλεκτούς αρκεί και το ψηλότερα. Το όποιο ψηλότερα μπορούν να φτάσουν.
Οπότε, τα λεφτά αν είναι να πονταριστούν σε μια μπίλια, ας είναι χίλιες φορές στο πώς θα βρει τρόπο, τρόπους, να κυνηγήσει και άλλα τέτοια ψηλότερα.
Γι’ αυτό απόψε δεν λέμε αντίο. Αλλά εις το επανιδείν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: MUNDIAL 2022 | Faces: Ενέρ Βαλέντσια (Εκουαδόρ) / Κόντι Χάκπο (Ολλανδία) /
Ολιβιέ Ζιρού (Γαλλία) / Τακούμα Ασάνο (Ιαπωνία) / Ριτσάρλισον (Βραζιλία) /
Ρουζμπέχ Τσεσμί (Ιράν) / Λιονέλ Μέσι (Αργεντινή) / Τζαμάλ Μουσιάλα (Γερμανία) /
Κάρλος Κασεμίρο (Βραζιλία) / Καλιντού Κουλιμπαλί (Σενεγάλη) / Αλέξις Μακ Άλιστερ (Αργεντινή) /
Γιόσκο Γβάρντιολ (Κροατία) / Ρέμο Φρόιλερ (Ελβετία) / Ντένζελ Ντούμφρις (Ολλανδία) /
Τζουντ Μπέλινγκχαμ (Αγγλία) / Ντόμινικ Λιβάκοβιτς (Κροατία) / Κριστιάνο Ρονάλντο (Πορτογαλία) /
Ναουέλ Μολίνα (Αργεντινή) / Σοφιάν Άμραμπατ (Μαρόκο) / Χουλιάν Άλβαρεζ (Αργεντινή) /