Όταν ο Γιόζεπ Μπροζ Τίτο έφευγε από τη ζωή στις 4 Μαΐου του 1980, όλοι οι λαοί που απάρτιζαν τη χώρα ένιωσαν την ίδια ανασφάλεια.
Χωρίς τον αρχιτέκτονα της «Δεύτερης Γιουγκοσλαβίας» κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί με ηρεμία το μέλλον. Στη δεκαετία που ακολούθησε, κάθε χρόνος που περνούσε άφηνε ολοένα και πιο έντονη την οσμή του μπαρουτιού να πνίγει τον αέρα.
Η πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων ήταν από καιρό έτοιμη να εκραγεί. Αμέσως μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου (1989), Κροάτες, Βόσνιοι, Σλοβένοι, Σκοπιανοί και Σέρβοι βίωναν την εθνικιστική παλινόρθωσή τους, η οποία λίγο αργότερα θα έφερνε και το ξέσπασμα του δράματος, όπου αδέρφια θα σκότωναν τα αδέρφια τους.
Ο Πρόεδρος της ενωμένης ακόμη χώρας, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, είχε βγάλει φιρμάνι που απαγόρευε ρητά και κατηγορηματικά να γίνουν εκλογές στην Κροατία. Εκείνοι όμως τον παράκουσαν και τον Μάιο του 1990 ψήφισαν για ηγέτη τους τον αρχηγό των εθνικιστών, Φράνιο Τούτσμαν. Τα πάντα ήταν έτοιμα για το μεγάλο μπαμ.
Ακριβώς τρεις μέρες μετά τις εκλογές και υπό αυτό το πολεμικό κλίμα κλήθηκαν να κοντραριστούν στο Ζάγκρεμπ η Ντιναμό με τον Ερυθρό Αστέρα.
Μόνο που στο Maksimir μαζί με την ομάδα τους ταξίδεψαν 3.000 Σέρβοι εθνικιστές, οι διαβόητοι Delije («Ήρωες»), με μπροστάρη τον Ζέλικο Ραζανάτοβιτς. Αυτόν που όχι πολύ καιρό αργότερα ο κόσμος θα μάθαινε να ονομάζει «Αρκάν», καθώς θα γινόταν ο ηγέτης των παραστρατιωτικών Σέρβων -και μετέπειτα εγκληματίας πολέμου- στη Βοσνία. Φτάνοντας στο γήπεδο, τα συνθήματα που κυριαρχούσαν στην πλευρά των φιλοξενουμένων ήταν το «Ήρθαμε για να σκοτώσουμε τον Τούτσμαν» και το «Η Κροατία ανήκει στη Γιουγκοσλαβία». Εκεί τους περίμεναν όμως οι αντίστοιχα φανατισμένοι οπαδοί των γηπεδούχων και όχι μόνο. Μαζί με τους Bad Blue Boys είχαν συνασπιστεί όλοι οι Κροάτες.
Παρόλα αυτά, το παιχνίδι διατάχθηκε να διεξαχθεί κανονικά. Καθώς λοιπόν οι παίκτες των δύο ομάδων είχαν βγει για ζέσταμα, στις εξέδρες ξεκίνησε η μάχη με αντικείμενα αρχικά και εκατέρωθεν επιθέσεις στη συνέχεια.
Οι ποδοσφαιριστές έτρεξαν στα αποδυτήρια, αλλά ένας τους έμεινε στο χορτάρι. Ήταν ο 22χρονος τότε Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, ο οποίος απογειώθηκε και έπεσε με κλωτσιά και γονατιά πάνω σε έναν Σέρβο αστυνομικό, ο οποίος είχε πιάσει έναν οπαδό και τον ξάπλωσε στο χορτάρι.
Αυτό ήταν. Μόλις είδαν το συμβάν, οι αντίπαλοι οπαδοί όρμησαν μέσα και έγινε χαμός. Από εκείνον τον αγώνα, εκείνην την κλωτσιά, τίποτα δεν θα ήταν πλέον όπως πριν στη Γιουγκοσλαβία. Οι ταραχές δεν σταμάτησαν, γενικεύτηκαν, εμφανίστηκαν σε κάθε μορφή της κοινωνικής ζωής και περίπου έναν χρόνο μετά (31 Μαρτίου 1991) έπεσαν επισήμως οι πρώτες τουφεκιές. Ο πόλεμος διήρκεσε 4 χρόνια, 7 μήνες, 13 μέρες, διέλυσε μία χώρα, πόλεις, χωριά οικογένειες και σημάδεψε για πάντα τη ζωή και την καριέρα του Νταβόρ Σούκερ.
Πεπρωμένο…
Οι πόνοι έγιναν έντονοι ξαφνικά και δεν πρόλαβε να φτάσει στο νοσοκομείο. Ούτε καν μέσα στο σπίτι την έβαλαν. Το πρώτο κλάμα το μωρό το έριξε στον κήπο του μικρού σπιτιού της οικογένειας στα περίχωρα του Όσιγιεκ. Καλύτερο δώρο δεν θα μπορούσε να φέρει η Πρωτοχρονιά του 1960 για τη Μίλκα και τον Τόμισλαβ.
Ο τελευταίος ήταν κορυφαίος σκοπευτής με Χρυσό μετάλλιο στην σκοποβολή στους Μεσογειακούς Αγώνες του 1959, ενώ η μεγαλύτερη αδερφή του νεογέννητου, Νεβένκα, έφτασε μέχρι την Εθνική βόλεϊ της Γιουγκοσλαβίας. Με τέτοια αθλητικά γονίδια ο μικρός Νταβόρ δεν θα μπορούσε να πάρει διαφορετική κατεύθυνση.
Αρχικά έμπλεξε με τον στίβο, αλλά δεν ήταν τόσο γρήγορος. Ο ίδιος προτιμούσε άλλωστε να χαζολογάει με το τόπι στις όχθες του ποταμού Ντράβα, όπου ξημεροβραδιαζόταν με τους φίλους του. Ήξερε μάλιστα από τότε ποια ομάδα θα αγαπούσε και πού θα ήθελε να παίξει: «Είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Όλοι μας ήμασταν ενωμένοι και χαρούμενοι. Μας ένοιαζε μόνο το παιχνίδι. Από πάντα θυμάμαι τον πατέρα μου να μου λέει ιστορίες για τη Ρεάλ Μαδρίτης του Αλφρέδο Ντι Στέφανο και του Φέρεντς Πούσκας. Του είχα πει κάποια στιγμή ότι θα έπαιζα κι εγώ εκεί και είχε βάλει τα γέλια».
Η πρώτη “Χρυσή Γενιά”
Παρά το γεγονός ότι εντάχθηκε στους μικρούς της Όσιγιεκ ως ταλαντούχος νεαρός, δεν φαινόταν πως προοριζόταν για την κορυφή.
Ήταν ένα πολύ αδύναμο παιδάκι, κουραζόταν εύκολα και δεν μπορούσε να κοντραριστεί καν με τους συνομίλικούς του. Το δεξί του πόδι ήταν αρχικά ατροφικό και δεν το χρησιμοποιούσε ποτέ. Μεγαλώνοντας όμως, καθώς δυνάμωνε, αποκαλυπτόταν και η μαγεία που κρυβόταν στο αριστερό του.
Ήταν τόση, ώστε μόλις στα 17 του να του δοθεί η πρώτη συμμετοχή με τους μεγάλους.
Έχοντας μια υπέρμετρα έξυπνη αίσθηση της θέσης και απαράμιλλη τεχνική, έγινε βασικός σέντερ φορ στα 18 του και μέχρι τα 21 μέτρησε 40 γκολ στη μεγάλη κατηγορία της χώρας. Στα 21 του αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ του Πρωταθλήματος (18 γκολ) και η Ντινάμο Ζάγκρεμπ, το σημαντικότερο club των Κροατών, δεν γινόταν να μην τον κάνει δικό της. Τον απέκτησε το 1989, κλέβοντάς τον ουσιαστικά από την Παρτιζάν, με την οποία είχε συμφωνήσει. Συνέβη στον γάμο ενός συμπαίκτη του, όπου ήταν καλεσμένος και ο Πρόεδρος της Ντινάμο.
«Με όσα ακολούθησαν και τον πόλεμο, δεν θα μου το συγχωρούσα ποτέ, εάν είχα επιλέξει να παίξω σε σερβική ομάδα».
Δύο χρόνια νωρίτερα ο νεαρός επιθετικός είχε φροντίσει ήδη να τον μάθει όλος ο καλός ποδοσφαιρικός κόσμος. Στο Μουντιάλ U19 του 1987, στα γήπεδα της Χιλής, η Γιουγκοσλαβία κατέκτησε το παγκόσμιο στέμμα, έχοντας στον βασικό κορμό της έξι Κροάτες. Σούκερ, Ρόμπερτ Προσινέτσκι, Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, Ιγκόρ Στίματς, Ρόμπερτ Γιάρνι και Ντουμπράβκο Πάβλιτσιτς θα αποτελούσαν και τη βάση για την πρώτη “Χρυσή Γενιά” της Κροατίας, η οποία θα σχημάτιζε τέσσερα χρόνια αργότερα την πρώτη Εθνική της.
Το εν λόγω παρεάκι μαζί με τον Σέρβο Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς έφτασαν μέχρι την κούπα, νικώντας στα πέναλτι τον Τελικό με τη Δυτική Γερμανία του Άντι Μέλερ. Εκεί ο Σούκερ θα ευστοχούσε στη δική του εκτέλεση και θα έκλεινε τέλεια ένα εκπληκτικό τουρνουά. Δεύτερος σκόρερ του με έξι γκολ και το νικητήριο στον ημιτελικό με την Ανατολική Γερμανία του Ματίας Ζάμερ, ψηφίστηκε δεύτερος καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης πίσω από τον κολλητό του μαέστρο, Προσινέτσκι.
Τρία χρόνια πιο μετά θα φτάσουν και στον Τελικό του Euro U21, όπου θα ηττηθούν και στα δύο ματς από τη Σοβιετική Ένωση, αλλά ο ίδιος θα αναδειχτεί κι εκεί πρώτος σκόρερ και MVP του τουρνουά.
Δάκρυα, Μαραντόνα και πεπόνια
Ως μέλος της ομάδας στα γεγονότα με τον Ερυθρό Αστέρα, επηρεάστηκε σε βαθμό που ένιωθε ότι δεν μπορούσε πλέον να παίξει ποδόσφαιρο εκεί. Τα 34 γκολ σε 60 αγώνες προκάλεσαν το ενδιαφέρον της Σεβίλλης. Παρά το ότι ο εμφύλιος στη Γιουγκολαβία είχε ήδη ξεκινήσει από το καλοκαίρι, ο ίδιος ο Πρόεδρος, Λουίς Κουέρβας, ταξίδεψε τον Οκτώβριο του 1991 με ιδιωτικό jet στο Βελιγράδι και τον πήρε μαζί του στον ισπανικό Νότο.
«Φανταστείτε κάποιον να βομβαρδίζει τον καθεδρικό της Σεβίλλης. Κάπως έτσι συνέβη και στην πατρίδα μου», θα είναι τα πρώτα λόγια του στην Ισπανία και θα βάλει τα κλάματα, καθώς εκείνη τη στιγμή οι Σέρβοι επιτίθονταν στο Ντουμπρόβνικ.
Το ντεμπούτο του στη La Liga θα είναι εκπληκτικό με δύο γκολ κόντρα στη Σοσιεδάδ και χατ τρικ στο Κύπελλο με την Εσπανιόλ στην πρώτη του εμφάνιση στο Sánchez Pizjuán. Ωστόσο, η συνέχεια δεν θα είναι παρεμφερής, αφήνοντάς τον στη σκιά του Ιβάν Ζαμοράνο και με μόλις έξι γκολ στο Πρωτάθλημα.
Το επόμενο καλοκαίρι όμως θα αναλάβει την ομάδα ο Κάρλος Μπιλάρδο. Ο κόουτς που οδήγησε την Αργεντινή στην κορυφή του κόσμου το 1986 θα ζητήσει άμεσα και την απόκτηση του Ντιέγκο Μαραντόνα. Ο «Θεός» βρίσκεται εκτός ποδοσφαίρου από την τιμωρία του για χρήση κοκαΐνης και οι Σεβιγιάνοι θα του δώσουν στέγη. Την ίδια στιγμή ο Ζαμοράνο θα πάρει προαγωγή για τη Ρεάλ Μαδρίτης και ο Σούκερ θα βρεθεί επιτέλους, αντί για τα πλάγια δεξιά, στο κέντρο της επίθεσης.
Ο «Ντιεγκίτο» θα παίζει πίσω του και είναι αυτός που θα τον βοηθήσει να καταλάβει διαφορετικά τη θέση του και το ποδόσφαιρο γενικά. «Εκείνος ήταν που σε κάθε προπόνηση, σε κάθε ματς, με έπιανε και μου εξηγούσε πώς έπρεπε να κινηθώ, όταν είχε την μπάλα ή όταν τη χάναμε, και πού έπρεπε να πάω για να δημιουργήσω χώρους. Ήταν ο Μαραντόνα, το είδωλό μου και εγώ μαζί του έμαθα πράγματα που με απογείωσαν».
Αυτά ήταν που τον οδήγησαν συνολικά στα 76 γκολ Πρωταθλήματος και ειδικά στα 24 της σεζόν 1993-1994, έχοντας μόνο τον Ρομάριο της «Dream Team» του Γιόχαν Κρόιφ με περισσότερα.
Για να φτάσει στα 24 τέρματα, θα χρειαστεί βέβαια και ένα έξτρα κίνητρο: «Ο γείτονάς μου, Χοσέ Μπεγιόν, μου είχε υποσχεθεί ένα μεγάλο πεπόνι για κάθε φορά που θα έβρισκα δίχτυα. Ποτέ στη ζωή μου δεν έφαγα περισσότερα από εκείνην την χρονιά». Μαζί με τα πεπόνια θα έρθει και η ιστορική έξοδος στο Κύπελλο UEFA.
Οι επόμενες δύο σεζόν θα τον βρουν και πάλι στη δεύτερη θέση των σκόρερ, πίσω από Ζαμοράνο και Μέχο Κόντρο αντίστοιχα. Οι “Σειρήνες” της Μαδρίτης τον καλούν και δεν μπορεί να αντισταθεί.
Εκείνη η κουβέντα με τον πατέρα του, η πίστη στο παιδικό όνειρο, θα δικαιωνόταν. Κι ας είχε γελάσει τότε ο πατέρας, ο οποίος όμως δεν ζούσε πλέον για να τον καμαρώσει. «Μπαμπά, θυμάσαι; Τα κατάφερα!», θα πει και θα λυγίσει για ακόμα μία φορά σε παρουσίασή του.
Πριν από αυτά όμως φρόντισε να αφήσει ένα τέλειο κλείσιμο με τη Σεβίλλη και ένα ακόμα πιο μαγικό άνοιγμα με την Εθνική Κροατίας….
Δήμιος του Ολυμπιακού και όνειρο του «Καπετάνιου»
Στις 31 Οκτωβρίου 1995, για τον Γ’ Γύρο του UEFA, ο Ολυμπιακός προηγείται 2-0 των Σεβιγιάνων. Το πρώτο ματς έχει λήξει 1-0 για τους Ισπανούς, μα ο Ηλίας Σαπάνης έστειλε την πρόκριση στην παράταση και εκεί ο Γιουσκόβιακ έκανε το 2-0. Το Καραϊσκάκης φλεγόταν, αλλά ο Σούκερ φρόντισε να σβήσει τη φωτιά και το έκανε με μία σούπερ εκτέλεση φάουλ στην εστία του Ράντου και με τον Μανώλη Μαυρομάτη να φωνάζει με τον δικό του αξέχαστο τρόπο «τεχνικό μεν… και είναι το γκολ!».
Πηγαίνοντας στη Ρεάλ, θα σκοράρει ακόμα δύο φορές κόντρα στον Ολυμπιακό. Είναι στο 5-1 για τον όμιλο του Champions League τον Οκτώβρη του 1997.
Προκάλεσε τόση αίσθηση μάλιστα στους αντιπάλους, Παναθηναϊκούς, που για το αντίστοιχο ματς τον περίμεναν κατά εκατοντάδες στο αεροδρόμιο, ζητώντας του να ξανασκοράρει και μετά να πάει στη δική τους ομάδα.
Δύο χρόνια αργότερα οι εφημερίδες στην Ελλάδα θα περάσουν κοντά ένα καλοκαίρι διασπείροντας την είδηση ότι υπήρχε πιθανότητα ο Σούκερ να μετακομίσει στον Παναθηναϊκό, μιας και ήταν η μεγάλη καψούρα του Γιώργου Βαρδινογιάννη. Κυκλοφορούσε και η φήμη ότι ο «Καπετάνιος» τον είχε πάρει τηλέφωνο, με τον Κροάτη να του απαντάει ότι θα ήθελε, μα προτιμούσε να παίξει στην Premier League.
Με την Κροατία στο μεγάλο κάδρο
Επιστρέφοντας ωστόσο, στο φινάλε της σεζόν 1995-1996, η Σεβίλλη είχε ακόμα ένα ματς για το Πρωτάθλημα. Ήταν όμως αδιάφορη στη 12η θέση και ο Σούκερ είχε λάβει ειδική άδεια να ενσωματωθεί στην προετοιμασία της Εθνικής για το Euro της Αγγλίας. Θα ήταν το ντεμπούτο των ανεξάρτητων Κροατών σε μεγάλη διοργάνωση.
O Μίροσλαβ Μπλάζεβιτς, ο οποίος νωρίτερα είχε περάσει ένα φεγγάρι από τον ΠΑΟΚ (1991-1992), θα παραλάβει εκείνη τη σπουδαία, παγκόσμια φουρνιά του 1987 και θα την εμπλουτίσει με το ταλέντο και τον δυναμισμό που προσδίδουν οι Γκόραν Βλάοβιτς, Αλιόσα Ασάνοβιτς, Σλάβεν Μπίλιτς, Αλέν Μπόκσιτς, Μάριο Στάνιτς, Νταρίο Σίμιτς, Ιγκόρ Τσβιτάνοβιτς.
Οι Κροάτες προετοιμάζονται με πάθος και την ίδια στιγμή ο Σούκερ ολοκληρώνει και τυπικά τη μετακίνησή του στη Ρεάλ Μαδρίτης. Θέλει όμως να αποχαιρετήσει την ομάδα που αγάπησε πραγματικά περισσότερο από κάθε άλλη. Το club τού ναυλώνει jet και εκείνος πετάει κοντά τους για το φινάλε της σεζόν. Σε ένα αντίο βγαλμένο από τα όνειρα των Ανδαλουσιανών περιηγητών, σκοράρει και τα τρία γκολ της νίκης και βάζει τα κλάματα. Μαζί του κλαίει όλο το γήπεδο, καθώς οι οπαδοί τον έχουν στους ώμους και κάνουν τον γύρο του θριάμβου τέσσερεις φορές, αναγνωρίζοντας ότι υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους (και μέχρι τότε αναμφίβολα ο σημαντικότερος ξένος) που φόρεσαν ποτέ την ερυθρόλευκη φανέλα.
Δεκαπέντε μέρες μετά στο μεγάλο Νησί θα τον λατρέψουν και οι υπόλοιποι. Στον όμιλο με Πορτογαλία, Δανία, Τουρκία, η Κροατία θα προκριθεί δεύτερη, νικώντας Τουρκία και Δανία.
Στο 3-0 με τους Δανούς θα βρει δίχτυα δύο φορές, με τη δεύτερη να μένει στην ιστορία ως ένα από τα πιο όμορφα τελειώματα του θεσμού. Είναι η στιγμή της δικής του απόλυτης εκφραστικότητας. Ένα είδος ποίησης και αλητείας της αλάνας μαζί.
Ο Ασάνοβιτς θα στείλει μία από τις κλασικές “30άρες” του, ο Σούκερ θα πάρει το κοντρόλ με το δεξί και με το αριστερό θα περάσει τη λόμπα πάνω από τον Σμάιχελ. «Όποτε και να με ρωτήσουν ποια είναι η πρώτη εικόνα που μου έρχεται πρώτη απ’ όλη την καριέρα μου, είναι εκείνο το γκολ. Είναι τέλειο και κόντρα στον κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου. Και το αγαπάω τόσο, επειδή τέτοια έβαζα στις αλάνες της γειτονιάς μου»!
Στον προημιτελικό θα σκοράρει ξανά, αλλά οι Γερμανοί περνάνε με 2-1 και τρέχουν για την κούπα. Εκείνος ωστόσο θα συμπεριληφθεί στην All Star 11άδα. Όσο για τους Γερμανούς, με δαύτους θα λογαριαστούν ξανά σε δύο χρόνια…
«Πατέρα, παίζω στη Ρεάλ»!
Ο Μάιος του 1996 θα βρει τη Ρεάλ στην ταπεινωτική έκτη θέση.
Η κλήση του Φάμπιο Καπέλο είναι ένα ρίσκο. Ο Ιταλός, πηγαίνοντας, θα ζητήσει μεταγραφές. Η πρώτη είναι του Μιγιάτοβιτς από τη Βαλένθια και ακολουθεί ο Σούκερ. Μαζί με τον Καπέλο θα ταξιδέψουν από την Ιταλία οι Ρομπέρτο Κάρλος, Κλάρενς Ζέεντορφ, ενώ έχουν μόλις ξεπεταχτεί από την ακαδημία οι Ραούλ, Γκούτι. Οι «Merengues» έμοιαζαν να κυοφορούν κάτι φανταστικό, με τον Κροάτη να αναμένεται να γίνει το πρώτο βιολί σε μία τόσο μονάκριβα υποσχόμενη γραμμή κρούσης. Σούκερ και Μιγιάτοβιτς θα καθαρίσουν την Μπαρτσελόνα στο el clásico, με τη Ρεάλ να δίνει το στίγμα του τι θα επακολουθούσε. Και αυτό θα ήταν ο τίτλος, με τον ίδιο να σταματάει στα 24 γκολ. Παρά το τρόπαιο, ο Καπέλο θα απολυθεί, επειδή θα θεωρηθεί ότι η ομάδα δεν έπαιξε φαντεζί ποδόσφαιρο.
Η επόμενη χρονιά με τον Γιουπ Χάινκες θα ξεκινήσει με το Ισπανικό Super Cup. Και, ενώ εγχώρια δεν θα πάει εξίσου καλά, το φινάλε θα βρει τη «Βασίλισσα» αγκαλιά με το Champions League, το έβδομο έπειτα από 32 χρόνια αναμονής, με τον Σούκερ να συμβάλει με τέσσερα τέρματα σε αυτήν τη διαδρομή, αλλά να κάθεται και αρκετά συχνά πλέον στον πάγκο.
Τα προβλήματα στην πρωτεύουσα έχουν ξεκινήσει και κυκλοφορεί η φήμη ότι ο Πρόεδρος, Λορένθο Σανθ, έχει βάλει ντετέκτιβ και παρακολουθεί την προσωπική ζωή και τα νυκτοπερπατήματά του. Για πρώτη φορά ο Σούκερ έχει βάλει σε δεύτερη μοίρα το παιχνίδι. Το ενδιαφέρον του έχει επικεντρωθεί στο χρυσό κορίτσι της ισπανικής τηλεόρασης. Η σχέση του με την Άνα Ομπρεγόν παίρνει περισσότερα πρωτοσέλιδα απ’ ό,τι τα γηπεδικά κατορθώματά του.
Το καλοκαίρι όμως έχει σειρά η Εθνική και η πρώτη της φορά σε Μουντιάλ. Με το εθνόσημο πάντοτε σοβαρεύεται. Η “Χρυσή Γενιά” έχει μπροστά της το μεγάλο ραντεβού κι εκείνος είναι ο κορυφαίος παίκτης της χώρας για έξι χρονιές (1992, 1994, 1995, 1996, 1997, 1998), επίδοση που θα ξεπεράσει μόνο ο θρυλικός πλέον Λούκα Μόντριτς (10 φορές).
Παγκόσμιος…
Στα γήπεδα της Γαλλίας η Κροατία αγγίζει το θαύμα. Την οδηγεί εκείνος. Θα σκοράρει στα δύο ματς του ομίλου με Τζαμάικα, Νότια Αφρική (ήττα από Αργεντινή) και στους «16» θα καθαρίσει τους βαμμένους ξανθούς Ρουμάνους. Στα προημιτελικά τους περιμένουν οι Γερμανοί. Μόνο που αυτή τη φορά Γιάρνι, Βλάοβιτς και Σούκερ θα σοκάρουν τον πλανήτη, διαλύοντάς τους με 3-0. Στα ημιτελικά το ραντεβού είναι με τους οικοδεσπότες. Ο Σούκερ θα τους βάλει μπροστά, αλλά ο Λιλιάν Τιράμ στο κορυφαίο βράδυ της ζωής του θα σκοράρει από το πουθενά δύο φορές και θα τους στερήσει το όνειρο.
Ακόμα κι έτσι όμως ο Σούκερ θα χριστεί και πάλι πρώτος σκόρερ και δεύτερος κορυφαίος της διοργάνωσης, πίσω από το «Φαινόμενο». Είναι 30 ετών και βρίσκεται στο σημείο της απόλυτης καταξίωσής του. Ο Ρονάλντο θα τον αφήσει δεύτερο στη Χρυσή Μπάλα, ενώ θα λάβει κάθε είδους αγωνιστική τιμή και δόξα.
«Ήταν κάτι μαγικό. Ένα μοναδικό ταξίδι που το βιώσαμε σαν όνειρο. Μας ρώτησαν πολλές φορές έκτοτε για το πώς το πετύχαμε. Η απάντηση είναι πάντα η ίδια. Είναι στο DNA μας. Γενετικά είμαστε Πρωταθλητές. Περάσαμε δεκαετίες υποφέροντας σιωπηλά και δεν μας λύγισε. Περάσαμε πολέμους, δυσκολίες και γίναμε πιο δυνατοί. Όποιος θέλει να μας νικήσει θα πρέπει να μας νικήσει σε βάθος», θα πει κατά τη βράβευσή του.
Ο αρκούδος στο Λονδίνο
Μετά την απόλυτη κορυφή θα ακολουθήσουν τα προβλήματα.
Σε ένα ταξίδι στο Λονδίνο θα αγοράσει στην Ομπρεγόν έναν αρκούδο από τα Harrods, αξίας 16 λιρών. Ο κόουτς της Ρεάλ, Τζον Τόσακ, θα ασχοληθεί υποτιμητικά με το ζήτημα: «Μία τέτοια γυναίκα αξίζει κάτι πιο ακριβό». Το γυαλί θα ραγίσει για τα καλά.
Ο ίδιος δεν θα μιλήσει δημόσια, ενώ θα πάρει και ελάχιστη συμμετοχή, με τον Ραούλ να έχει καθιερωθεί βασικός. Θα απαντήσει όμως το κορίτσι του: «Ο Τόσακ είναι ένας κλόουν που θα έπρεπε να περνάει τον χρόνο του περισσότερο με τον Νταβόρ στο γήπεδο παρά με τα δώρα μου. Από τη στιγμή που δεν τον βάζει να παίζει και δεν αμείβεται όπως θα έπρεπε, πώς θα μπορούσε να μου αγοράσει κάτι πιο ακριβό, όπως ένα διαμαντένιο δακτυλίδι»;
Η απόφαση πλέον έχει ληφθεί, θα πρέπει να απομακρυνθεί και ο προορισμός θα είναι το Λονδίνο. Ο Αρσέν Βενγκέρ μόλις έχει μοσχοπουλήσει τον Νικολά Ανελκά στους Μαδριλένους και με τα χρήματά τους έχει αποκτήσει τον πιτσιρικά Τιερί Ανρί. Ο Σούκερ θέλει απεγνωσμένα να παίξει στην Αγγλία και δέχεται τεράστια μείωση στην αμοιβή του. Μόνο που τα πράγματα δεν εξελίσσονται ιδανικά στους «Gunners», μιας και δεν βρίσκει χώρο ανάμεσα στους Νουάνκο Κανού, Ντένις Μπέργκαμπ. Θα παίξει λίγο και στο φινάλε της σεζόν θα μπει στην παράταση στον Τελικό του UEFA κόντρα στη Γαλατάσαραϊ. Εκεί θα αστοχήσει για πρώτη του φορά σε μεγάλο πέναλτι και η Άρσεναλ θα χάσει την ευρωκούπα.
Πλέον έχει μεγαλώσει. Ένα μικρό πέρασμα από Γουέστ Χαμ και Μόναχο 1860 και έπειτα το τέλος. Το 2002 θα βρεθεί για 64 λεπτά στο χορτάρι του Μουντιάλ της Ασίας. Φαίνεται ότι είναι κουρασμένος. Θα εγκαταλείψει την Εθνική με το αξεπέραστο ρεκόρ των 45 γκολ. Το 2003 είναι 35 ετών και δεν θέλει να παίξει άλλο ούτε να αποδεχτεί εξωτικές προτάσεις για να βγάλει χρήματα. Ό,τι, όσα έχει ζήσει του είναι αρκετά.
Θαύμα και φασισμός
Αυτά βέβαια για τη δράση του μέσα στα ματς. Επειδή το 2012 αποφασίζει ότι θέλει να ηγηθεί του κροατικού ποδοσφαίρου. Θα επιμεληθεί του κροατικού θαύματος. Ως Πρόεδρος της Ομοσπονδίας της χώρας θα είναι εκείνος που θα επιλέξει τον Ζλάτκο Ντάλιτς για το τιμόνι της «Hrvatska». Και θα του βγει μαγικά. Οι ημιτελικοί του Μουντιάλ του 1998 και του 2022 θεωρούνται και δικές του επιτυχίες. Κι ας εκδιώχτηκε το 2021 κακήν κακώς από τη θέση. Διάφορα σκάνδαλα και έντονες κριτικές για δικτατορική διαχείριση, ακόμα και απειλές προς δημοσιογράφους οδήγησαν στην καθαίρεσή του.
Η αλήθεια είναι ότι ο Σούκερ είναι αμφιλεγόμενη περσόνα. Ελάχιστοι εκφράζονται με καλά λόγια για τον χαρακτήρα του, ενώ το χειρότερο όλων είναι η κλίση του προς τον φασισμό, κάτι που ο ίδιος θεωρεί ότι εκφράζει τον κροατικό εθνικισμό. Φωτογραφίες του στον τάφο του διαβόητου αρχηγού των Ustaše, Άντε Πάβελιτς, ο οποίος συνεργάστηκε με τους Ναζί και έστειλε στο απόσπασμα χιλιάδες Γιουγκοσλάβους, αποτελούν τη χείριστη έξωθεν μαρτυρία.
Το ίδιο και οι κατά καιρούς σχετικές τοποθετήσεις του. Εξίσου άσχημη εντύπωση άφησε ένα περιστατικό από το 2011, όταν βρήκε ένα πορτοφόλι και, αντί να το επιστρέψει, κράτησε τα χρήματα και κάποια σπάνια ιστορικά νομίσματα. Τον εντόπισαν, επειδή τα δώρισε στην κοπέλα του κι εκείνη πήγε να τα πουλήσει.
Η φήμη του εκτός γηπέδου είναι επομένως κάτι περισσότερο από αρνητική. Ωστόσο, εξετάζοντας αποκλειστικά το αγωνιστικό πρίσμα, υπηρέτησε το παιχνίδι και την πατρίδα του με έναν μοναδικό τρόπο και μόνο ο Μόντριτς μπορεί να θεωρεί ότι τον έχει ξεπεράσει. Υπήρξε η πιο αναγνωριστική φιγούρα ενός έθνους που αναδυόταν και ο ηγέτης στα πρώτα βήματα της γέννησής της Κροατίας. Στη χώρα του τον αποκαλούν «Godfather» της μπάλας και ίσως να έχουν απόλυτο δίκιο. Χάρη στην εκλεπτυσμένη μορφή και την κατευθυνόμενη τροχιά που έπαιρνε το τόπι, όταν αποχωριζόταν από το μαγικό αριστερό του, οι Κροάτες βρήκαν το όχημα για τη νέα υπόστασή τους. Κάτι που συνεχίστηκε με τις προεδρικές αποφάσεις του.
Εάν λοιπόν υποθέσουμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης, και οι περισσότεροι τρέμουν στην ιδέα της ανάληψής της, ο Νταβόρ Σούκερ ήταν πάνω απ’ όλα ένας γενναίος και ελεύθερος πιονέρος. Σε όλες τις περιπτώσεις βγήκε μπροστά, το πήρε πάνω του και στο τέλος αυτό που απομένει είναι η αναντικατάστατη φαντασία του παιχνιδιού του που λείπει από το χορτάρι, στο διηνεκές…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, ο τέταρτος των Καραμαζόφ
Ρόμπερτ Προσινέτσκι: Στο άδειο μου πακέτο
Η δεισιδαιμονία του Μαρτσέλο Μπρόζοβιτς