Στη συγγραφή του μοναδικού έργου της συγκλονιστικής «Θεογονίας», ο Ησίοδος, αφού ευχαριστεί τις Μούσες για την έμπνευση που του έδωσαν, εξηγεί ότι πρώτα, αυθόρμητα, εμφανίστηκε το Χάος.
Αυτό γέννησε την πρώτη θεϊκή Τριάδα, τη Γη, ως έννοια της ύλης, τον Τάρταρο, ως έννοια του χρόνου και του θανάτου, και τον Έρωτα, ως έννοια της δημιουργίας.
Στη συνέχεια, από το Χάος ξεπήδησαν το Έρεβος και η Νυξ. Από την ένωση της Νύχτας με το Έρεβος γεννήθηκαν ο Αιθέρας και η Ημέρα.
Η Γη με παρθενογένεση γέννησε τον Ουρανό, τα Oὔρεα (Όρη) και τον Πόντο. Ο Ουρανός ζευγάρωσε με τη Γαία και γεννήθηκαν 12 Τιτάνες (ο Ωκεανός, ο Κόιος, ο Κρείος, ο Υπερίων, ο Ιαπετός, η Θεία, η Ρέα, η Θέμις, η Μνημοσύνη, η Φοίβη, η Τηθύς και ο Κρόνος), 3 Κύκλωπες και τέλος 3 Εκατόγχειρες.
Αυτά βέβαια σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία. Επειδή, στην εκδοχή που κυριαρχεί κατά τον 21ο αιώνα στην Αργεντινή, υπήρξε και ένας 13ος Τιτάνας, ο Μαρτίν Παλέρμο.
Τα γάντια και ο Γκιγιέρμο
Ο Χόρχε Κάρλος Παλέρμο ήταν ένας σκληρός εργάτης εργοστασίου που δεν φοβόταν τίποτα. Έλειπε διαρκώς από το σπίτι, καθώς ήταν από τους τύπους στην πρώτη γραμμή κάθε διαδήλωσης και απεργίας. Από τα ’70s έως και την εισβολή του ΔΝΤ στη χώρα, ο πατέρας πάλευε κόντρα στο κατεστημένο και δεν είχε ποτέ του χρόνο για τα δύο αγόρια του.
Ο πιο μικρός όμως, ο Μαρτίν, είχε δίπλα του πάντα τη δόνα Μαρία Χουάνα Σκορπίνο. Η μαμά δεν έχανε κανένα από τα παιχνίδια του μπόμπιρά της. Μόλις στα έξι χρόνια του εκείνος -νόμιζε ότι- ήξερε τι ήθελε να γίνει.
Ένα ψηλότερο παιδί από τα συνομήλικά του στις γειτονιές της Λα Πλάτα, το οποίο φόραγε τα γάντια και παραφύλαγε στο τέρμα. Όχι όμως για να σκοράρει αλλά για να μην φάει γκολ η ομάδα του. Άλλωστε, στην επίθεση της Club Deportivo Vieytes de Magdalena η θέση ήταν καπαρωμένη από έναν δαίμονα, με τον οποίον θα τους συνέδεε η ποδοσφαιρική ζωή τους ολάκερη.
Με τον Γκιγιέρμο Μπάρος Σκελότο υπήρξε μία τεράστια κυκλική πορεία. Ξεκίνησαν κολλητοί, αλλά αυτό άλλαξε σύντομα.
Στα επτά του ο Μαρτίν βρέθηκε στην εστία της Εστουδιάντες, ομάδα που υποστήριζε φανατικά όλη η οικογένεια. Και στα 10 του αποφάσισε ότι δεν του άρεσαν πλέον τα γάντια. Πως ήθελε να σκοράρει κι εκείνος και, επειδή αυτό δεν του το επέτρεψαν στην Εστουδιάντες, μετακόμισε στην άσημη Club For Ever, όπου συναντήθηκε εκ νέου με τον Γκιγιέρμο και τον Γκουστάβο Σκελότο, με τους οποίους έγιναν κολλητοί.
Μαζί έκαναν πάταγο στις παιδικές κατηγορίες (ο Παλέρμο έβαλε 54 γκολ σε ένα έτος), υποχρεώνοντας τις δύο μεγάλες της Λα Πλάτα να τους πλησιάσουν και να τους χωρίσουν. Στα 12 του εκείνος θα επέστρεφε στην Εστουδιάντες και ο Γκιγιέρμο θα πήγαινε στη μισητή Χιμνάσια. Πλέον δεν θα μιλούσαν ξανά και θα ξεκινούσε μία σχέση ανταγωνισμού και μίσους, καθώς αμφότεροι ξεδίπλωναν τις αρετές τους.
Αν και αρχικά ο Μαρτίν δεν έπαιζε, σταδιακά πήρε το «9» και το 1990 οδήγησε τους «Φοιτητές» στον Τελικό του Πρωταθλήματος Νέων, όπου θα έπρεπε να νικήσουν τη Χιμνάσια του Σκελότο. Ο ίδιος έβαλε τρία γκολ στον διπλό Τελικό, χάρισε τον τίτλο στην ομάδα του, κάτι που αποτέλεσε το οριστικό εισιτήριό του για τους μεγάλους.
Αυτό όμως δεν ξεκίνησε καθόλου καλά. Μέχρι το 1994 είχε παίξει 12 φορές και γκολ δεν είχε βάλει. Τότε μάλιστα η Εστουδιάντες υποβιβάστηκε και παραδόξως ούτε εκεί του δόθηκε χρόνος συμμετοχής. Το 1996 είχε φτάσει 23 ετών και τίποτα δεν προμήνυε όσα θα ακολουθούσαν. Δεν τον είχε προσέξει κανείς και η Σαν Μαρτίν, η οποία είχε φτάσει κοντά, αποφάσισε ότι δεν ήθελε καν να πληρώσει 20.000 δολάρια για να τον αποκτήσει.
«Μεγάλωνα και τίποτα δεν πήγαινε καλά. Είχα σκεφτεί ακόμα και ότι ίσως δεν κάνω γι’ αυτή τη δουλειά, αλλά θυμόμουν πάντοτε τα λόγια του πατέρα μου που ήταν μαχητής: “Δεν σταματάμε ποτέ να παλεύουμε. Δεν σταυρώνουμε τα χέρια ανήμποροι και δεν παίρνουμε τα μάτια και τη σκέψη μας από τον στόχο”. Και αυτά ήταν που με κρατούσαν στο παιχνίδι, όταν όλα έμοιαζαν λάθος».
Τα πάντα άλλαξαν στα μισά του 1996, όταν ένας νέος προσωρινός προπονητής έριξε τον Μαρτίν και τον Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν στη φωτιά. Στον ενάμιση επόμενο χρόνο βρήκε δίχτυα 28 φορές και έστρεψε πάνω του τα πιο αστραφτερά μάτια της ιστορίας του ποδοσφαίρου.
Μαραντόνα και Μπιάνκι
Ο Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα ίδρωνε τη φανέλα της Μπόκα Τζούνιορς για τελευταία φορά. Στην Apertura του 1997 έπαιξε μία φορά και στην Clausura πέντε. Ωστόσο, έπεισε τη διοίκηση να κάνει δύο κινήσεις την ίδια στιγμή. Ο Παλέρμο και ο Σκελότο, εχθροί που μάλωναν σε κάθε «clásico» της Λα Πλάτα, του είχαν αρέσει πολύ. Η Μπόκα τους απέκτησε ταυτόχρονα και ο «Ντιεγκίτο» επέμεινε να μοιράζονται το δωμάτιο. Δεν άργησαν να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους και να σχηματίσουν μία από τις κορυφαίες φιλίες-συνεργασίες στην ιστορία της μπάλας στην Αργεντινή.
Εκεί, εκτός από τον Μαραντόνα, βρήκαν τον Ρικέλμε και τους Σάμουελ, Κανίγια, Μπερμούδες, Κόρδοβα, Σολάνο. Μόνο που εκείνη η ομάδα ήταν προβληματική και δεν είχε κακτήσει τίποτα από το 1993. Ο Μαρτίν δυσκολεύτηκε τόσο που χρειάστηκε 452 λεπτά ώστε να βρει δίχτυα για πρώτη φορά. Γι’ ακόμα μία φορά η αμφισβήτηση ήταν εκεί. Στον Τύπο, στην εξέδρα, στον αέρα, παντού.
Μόνο που, όταν άπαντες δεν πίστευαν, έβαλε γκολάρα στο πρώτο του «Superclásico». Κάρφωσε την κεφαλιά μπροστά στους τρελούς της «La 12» και έκτοτε η πιο μεγάλη αγάπη γεννήθηκε. «Ήταν εκείνη η στιγμή που ενώθηκαν. Δεν ήταν το γκολ ή ο πανηγυρισμός μπροστά τους. Στον ωμό τρόπο που αγωνιζόταν έβλεπαν τον αυθεντικό τρόπο που υποστήριζαν την ομάδα. Ελάχιστοι πριν από εκείνον μπήκαν στις φάσεις τόσο δυναμικά, τόσο παθιασμένα, με τόση ανιδιοτέλεια», θα καταγράψει η «El Grafico». Τα πάντα έμελλε να απογειωθούν σε λίγους μήνες.
Τον Ιούλιο του 1998 η δουλειά δόθηκε στον Κάρλος Μπιάνκι, ο οποίος έστησε την κορυφαία δυναστεία που είδε το παιχνίδι στη χώρα του, στη Λατινική Αμερική και μία από τις σπουδαιότερες στον πλανήτη γενικότερα, με τον Παλέρμο να είναι η κορυφή του δόρατος στον μύθο που χτιζόταν. «Δεν υπάρχει άλλος κεντρικός επιθετικός στον κόσμο με τα τέλεια χαρακτηριστικά του Μαρτίν. Βρίσκεται πάντα εκεί που πρέπει. Το διαισθάνεται, το τελειοποιεί, ακόμα και όταν όλα μοιάζουν αρνητικά», θα πει ο Μπιάνκι και θα τον κατονομάσει ως τον «αισιόδοξο άνθρωπο των γκολ».
Στην πρώτη τους συνεργασία θα κατακτήσουν αήττητοι το Πρωτάθλημα, με τον σούπερ σκόρερ να σταματάει στα 20 γκολ σε 19 αγώνες και να ψηφίζεται κορυφαίος παίκτης της ηπείρου. Μαζί θα πάρουν δύο ακόμα διαδοχικά, αλλά το 1999 δεν θα καταγραφεί ως η αγαπημένη χρονιά της καριέρας του, καθώς θα του συμβούν δύο πολύ άσχημες καταστάσεις. Η πρώτη θα τον βάλει μάλιστα και στο βιβλίο «Guiness» και θα είναι για τον χειρότερο λόγο.
Στα τρία πέναλτι…
Στο Copa America ο Μαρσέλο Μπιέλσα θα του δώσει φανέλα βασικού. Στο μεγάλο ματς του ομίλου κόντρα στην Κολομβία μάλιστα εκείνος είναι που θα κερδίσει τρία πέναλτι. Θα αναλάβει να εκτελέσει το πρώτο, αλλά θα στείλει την μπάλα ψηλά. Οι Κολομβιανοί θα βάλουν δύο γκολ και ο Μαρτίν θα κληθεί από τον Μπιέλσα να πάρει και τη δεύτερη εκτέλεση. Αυτή τη φορά θα σημαδέψει το δοκάρι. Λίγο αργότερα η «Albiceleste» θα δεχτεί και τρίτο. Στο φινάλε ο Παλέρμο θα ξαναβάλει την μπάλα στα 11 βήματα και θα δει τον αντίπαλο πορτιέρο να τον νικάει.
Ποτέ κανείς νωρίτερα δεν είχε χάσει τρία πέναλτι στο ίδιο παιχνίδι.
Μετά τη λήξη ζήτησε να μιλήσει στον Τύπο, ανέλαβε την ευθύνη και στο αμέσως επόμενο παιχνίδι μπήκε και σκόραρε με την Ουρουγουάη, εξασφαλίζοντας την πρόκριση.
Ωστόσο, εκείνο το τουρνουά θα ήταν παραδόξως το πρώτο και το τελευταίο του για τα 11 επόμενα χρόνια. Δεν θα τον ξανακαλούσε κανείς εκλέκτορας σε αυτό το διάστημα και αυτό δεν μπορούσε να έχει καμία ποδοσφαιρική εξήγηση.
Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, στην αναμέτρηση με την Κολόν Σάντα Φε, θα υποστεί ρήξη χιαστών. Θα μείνει όμως για λίγα λεπτά ακόμα στο παιχνίδι, θα παλέψει και θα σκοράρει με διαλυμένο γόνατο. Αυτό θα τον αφήσει εκτός δράσης για έξι μήνες και θα χαλάσει τη μεταγραφή του στη Λάτσιο, η οποία ήταν κλεισμένη για τον Γενάρη.
Ρίβερ και Ρεάλ
Θα επιστρέψει νωρίτερα από κάθε πρόβλεψη, για να γράψει ιστορία. Είναι παραμονές του μεγάλου ραντεβού με τη Ρίβερ Πλέιτ στα προημιτελικά του Copa Libertadores. Οι φήμες οργιάζουν ότι θα παίξει και ο αντίπαλος προπονητής, Αμέρικο Γκαγιέγο, δηλώνει ειρωνικά: «Εάν βάλουν τον Παλέρμο, θα βάλω και εγώ τον Έντσο» (ο εκ των κορυφαίων στην ιστορία της Ρίβερ, Φραντσέσκολι, ο οποίος είχε αποσυρθεί τρία χρόνια νωρίτερα).
Η Ρίβερ έχει νικήσει 2-1 στο πρώτο ματς και η ρεβάνς είναι στο 1-0, όταν ο Μπιάνκι κάνει νόημα στον Παλέρμο να μπει. Θα δώσει την ασίστ στο δεύτερο και θα σκοράρει στο τρίτο. Λίγο αργότερα, στον Τελικό με την Παλμέιρας θα ευστοχήσει στο δικό του πέναλτι και η Μπόκα θα κατακτήσει το τρόπαιο του 2000, το πρώτο έπειτα από 22 χρόνια.
Μετά την κορυφή της Νοτίου Αμερικής, τον περιμένει και εκείνη του κόσμου. Η Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία μόλις έχει ψηφιστεί η κορυφαία ομάδα του 20ού αιώνα, αποτελεί το μεγάλο φαβορί. Ο Ρικέλμε όμως είναι εκεί για να ενορχηστρώσει κάτι φανταστικό. Ο Μαρτίν θα βρει δίχτυα δύο φορές στα πέντε πρώτα λεπτά και μαζί θα μοιραστούν το βραβείο του MVP του Παγκόσμιου Τελικού.
Στο τέλος της σεζόν θα πάρει ακόμα ένα Πρωτάθλημα και με 92 γκολ σε 121 αγώνες είναι έτοιμος να διασχίσει τον Ατλαντικό. Τσέλσι, Ατλέτικο Μαδρίτης, Νάπολι και Γουέστ Χαμ δίνουν τη μάχη τους, αλλά η Βιγιαρεάλ πλειοδοτεί, με τον ίδιο τον Μαραντόνα να θυμώνει μαζί του: «Μα είναι ο καλύτερος στον κόσμο και θα πάει εκεί»;
Το… τοιχάκι της Ευρώπης
Η πρώτη σεζόν του εκεί είναι αδιάφορη, αλλά η δεύτερη ξεκινάει δυναμικά με τρία γκολ σε τέσσερεις αγωνιστικές. Το πιστεύει, έχει έρθει η στιγμή του. Και εκεί συμβαίνει το αδιανόητο.
Σκοράρει και τρέχει να πανηγυρίσει με τους οπαδούς. Πατάει σε ένα τοιχάκι και όλοι πέφτουν πάνω του. Κατεβαίνοντας, η πινακίδα πίσω του θα υποχωρήσει από το βάρος και θα διαλύσει την κνήμη και την περόνη του ποδιού του.
Το όνειρο θα χαλάσει για τα καλά. Θα επιστρέψει μετά από μήνες, αλλά δεν θα βρει ρυθμό και η Βιγιαρεάλ θα τον αποδεσμεύσει.
Θέλει να επιμείνει, δεν το βάζει κάτω. Θα πάει στην Μπέτις (2003), αλλά δεν θα του βγει και στα μισά της σεζόν θα δοθεί δανεικός στην Αλαβές. Μόνο που αυτή αγωνίζεται στη Segunda Division. Και πάλι δεν θέλει να εγκαταλείψει ηττημένος την Ισπανία. Θα το κάνει αναγκαστικά στο τέλος της χρονιάς, με τον Μπιάνκι να μην βρίσκεται πλέον εκεί, αλλά αυτό να μην τον εμποδίζει να μεγαλουργήσει με τους «Xeneizes» για ακόμα μία φορά.
Επιστροφή
To 2007 θα επιστρέψει και ο Ρικέλμε και μαζί θα οδηγήσουν την Μπόκα σε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες. Στην κατάκτηση του Copa Libertadores του 2007 θα σκοράρει έξι φορές και συνολικά μέχρι το 2011, όταν και θα αποφασίσει να κλείσει τη φανταστική καριέρα του, θα προσθέσει στην τροπαιοθήκη του club τρία ακόμα Πρωταθλήματα και από δύο Copa Sudamericana και Recopa Sudamericana.
Ενδιάμεσα, θα σκοράρει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Θα εκτελέσει άθελά του πέναλτι με τα δύο πόδια και με κεφαλιά από 40 μέτρα θα μπει για ακόμα μία φορά στο βιβλίο των ρεκόρ «Guiness», αυτή τη φορά για θετικό λόγο. Κανείς δεν μπορεί να τον νικήσει, όταν μπαίνει με όλη του την ορμή στις φάσεις. Στον αέρα είναι τυφώνας και σουτάρει με κάθε ευκαιρία, χρησιμοποιώντας εξίσου ιδανικά και τα δύο πόδια. Βάζει γκολ με την πλάτη, το γόνατο, το πρόσωπο, πεσμένος στο έδαφος ή πιο ψηλά απ’ όλους.
Ο Ρικέλμε ξέρει ακριβώς πού να τον βρει και, ακόμα και για ένα διάστημα που δεν μιλιούνται, στο γήπεδο συνθέτουν το απόλυτο δίδυμο. Και ο Σκελότο όμως είναι εκεί, δίπλα του, λίγο πιο πίσω, λίγο πιο πλάγια, να τον… ταΐζει ασταμάτητα, σημαδεύοντας οι τρεις τους μία εκπληκτική εποχή.
Εθνόσημο με Ντιεγκίτο
Το 2009 θα πάθει ξανά ρήξη χιαστών, αλλά θα επιστρέψει το ίδιο παθιασμένος. Ακόμα και όταν μαθαίνει ότι το παιδί του που γεννήθηκε μόνο λίγες ώρες πριν δεν μπόρεσε να παραμείνει στη ζωή, θα ζητήσει να παίξει κανονικά. Θα βρει δίχτυα, θα κοιτάξει στον ουρανό και θα συνεχίσει τη μάχη.
Και όχι απλώς θα επιστρέψει από τον σοβαρό τραυματισμό αλλά θα κυνηγήσει το τελευταίο όνειρο που έχει ανεκπλήρωτο. Είναι 36 ετών, όταν ο Μαραντόνα, ο οποίος έχει αναλάβει την Εθνική, θα τον καλέσει να τον βοηθήσει. Η Αργεντινή δεν τα πάει καθόλου καλά στα προκριματικά και κινδυνεύει πραγματικά να χάσει το Μουντιάλ.
Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που φόρεσε τη φανέλα της «Albiceleste» και, όταν λαμβάνει την κλήση, βάζει τα κλάματα σαν μικρό παιδί.
Σε ένα φιλικό με τη Γκάνα σκοράρει δύο φορές. Ακολουθεί ο “τελικός” με το Περού. Χωρίς νίκη χάνεται η πρόκριση. Με το σκορ στο 1-1, ο Ντιέγκο τον ρίχνει στο ματς. Τίποτα δεν πάει καλά. Υπό καταρρακτώδη βροχή, στο 90’+3’, στην ύστατη στιγμή εμφανίζεται εκείνος. Και είναι η στιγμή που θα δικαιολογήσει για πρώτη φορά με το εθνόσημο το όνομα με το οποίο τον φωνάζουν άπαντες στη χώρα. Ο «Τιτάνας» μπαίνει με όλα στη φάση και γράφει το 2-1.
Είναι πραγματικότητα, ο Μαραντόνα θα τον πάρει μαζί του στα γήπεδα της Νοτίου Αφρικής. Εκεί όπου τα πράγματα δεν θα κυλήσουν καλά, αλλά εκείνος θα μπορέσει να πανηγυρίσει ένα γκολ σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Και τα “θύματά” του θα είναι η Ελλάδα και ο Αλέξανδρος Τζόρβας.
Φινάλε
Έναν χρόνο αργότερα θα ακολουθήσει το φινάλε. Ένα τέλος που δεν του χάρισε τη δόξα που προφανώς θα του άξιζε με την Εθνική, αλλά που σε συλλογικό επίπεδο τον τοποθέτησε στο Πάνθεον. Το τελευταίο του παιχνίδι έμελλε να είναι κόντρα στην πιο μισητή παιδική αντίπαλό του. Η Χιμνάσια Λα Πλάτα θέλει νίκη για να μην υποβιβαστεί. Ο Μαρτίν θα της βάλει γκολ και η ισοπαλία θα την καταδικάσει.
Είναι το Νο 236 με τους «Xeneizes», για τους οποίους είναι έκτοτε ο πρώτος σκόρερ της ιστορίας τους, κάτι που ισχύει και στις διεθνείς διοργανώσεις (43 τέρματα), ενώ σε συμμετοχές βρίσκεται στην τέταρτη θέση (404 αγώνες). Συνολικά θα σταματήσει στα 298 συλλογικά σε 613 παιχνίδια.
«Ιδανικά ήθελα να παίζω για πάντα. Το να μην βάζω γκολ είναι σα να με έχουν χωρίς νερό και φαγητό. Δεν μπορώ να ζήσω, αλλά θα το κάνω υποχρεωτικά», θα πει στο “αντίο” του.
Θα γίνει προπονητής αμέσως. Αναζητά το… υποκατάστατο μέσω των πάγκων. Εκεί όμως δεν είναι το ίδιο καλός. Από το 2012 ταξιδεύει αδιάκοπα σε Μεξικό, Χιλή και στις μικρότερες κατηγορίες της Αργεντινής, δίχως κάποιο σημαντικό επίτευγμα.
Τιτάνας
Ελάχιστοι έξω από την Αργεντινή γνωρίζουν ότι κάθεται στους πάγκους. Για τους περισσότερους, η εικόνα του με το κοστούμι ή με το πιο συνηθισμένο look του με το πουλοβεράκι και τον γιακά του πουκαμίσου να εξέχει μοιάζει παράταιρη.
Και ειδικά για τους οπαδούς που τον λάτρεψαν. Στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του οι τρελοί της «La 12» ξήλωσαν όλη την εστία και του την πήγαν στο σπίτι του, ένδειξη όχι απλώς αγάπης και σεβασμού αλλά υπέρτατης ποδοσφαιρικής ονείρωξης. Όπως οι αναμνήσεις που τους γέμισε εκείνος.
Και τον λάτρεψαν ισότιμα με τον Χουάν Ρομάν Ρικέλμε. Σε έρευνα που έστησε η εφημερίδα «Ole», τον ψήφισαν πιο αγαπημένο ακόμα και από το απόλυτο “10άρι”. Και μπορεί ο συνοδοιπόρος του να ήταν ένας μάγος στο χορτάρι, αλλά ο Μαρτίν Παλέρμο αντιπροσώπευε την ψυχή, το πάθος, την καρδιά, την πόρωση και όλα αυτά δίχως όμως την ίντριγκα, τον θυμό, τις εντάσεις και το ψώνιο.
Ήταν απλώς ένας από εκείνους, αλλά στη συνολική εικόνα της δικής του “Τιτανομαχίας” δεν νικήθηκε από κανέναν “Δία”. Έμεινε για πάντα εκεί, να παλεύει και να δημιουργεί τη δική του “Θεογονία”. Και ανάμεσα στους 12 Τιτάνες της μυθολογίας και την εξέδρα με το Νο 12 της Μπόκα, να παραμένει ένας παντοτινός 13ος θεός…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Χουάν Σεμπάστιαν Βερόν: Εκπληρώνοντας την προφητεία μιας τσιγγάνας