Ο Γιάννης είναι οι στιγμές του. Αλλά δεν είναι μόνο λίγες στιγμές.
Ο Γιάννης είναι μεγαλύτερος από τις στιγμές του. Όχι εγωιστικά. Ίσα-ίσα. Απλώς γιατί είναι δημιουργημένος από τις στιγμές του. Δούλεψε πολύ γι’ αυτές. Μόχθησε. Όμως, από την άλλη, έμοιαζε πάντα έτοιμος γι’ αυτές.
Είναι Φεβρουάριος του 2017.
Ετοιμάζεται για το παρθενικό All Star Game της καριέρας του στο ΝΒΑ.
Δεν είναι μόνο ο πρώτος Έλληνας σε αυτή τη θέση. Είναι και βασικός!
Μόλις 22 ετών και ανάμεσα στους καλύτερους.
Κατά την παρουσίασή του, κοιτάζει ψηλά και χαμογελά. Σκέφτεσαι ότι μοιάζει με ένα παιδί δέκα ετών σε ένα ζαχαροπλαστείο!
Πέρασαν δύο και κάτι χρόνια. Είναι ξημερώματα 25ης Ιουνίου 2019. Αυτή τη φορά, το συναίσθημα είναι διαφορετικό. Περιλαμβάνει δάκρυα, αλλά δάκρυα χαράς, περηφάνιας.
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο αναδείχθηκε MVP του ΝΒΑ! Ο Γιάννης, ο Γιαννάκης, ο συμπαίκτης μας στον Φιλαθλητικό. Παρακολούθησα πολλές φορές το βίντεο της βράβευσής του. Μόνο συγκίνηση μπορείς να αισθανθείς μ’ αυτά τα υπέροχα λόγια για την οικογένειά του, τους συνεργάτες του, τον πατέρα του που του λείπει. Μεγαλώσαμε μαζί, λίγο μετά την εφηβεία μας. Το να ξέρεις πόσα έχει περάσει, για να φτάσει στην κορυφή, να κατακτά μία ακόμα κορυφή, γιατί δεν υπάρχουν αρκετές κορυφές για εκείνον, είναι μοναδικό.
Τον Απρίλιο του 2013, λίγες ημέρες μετά το τέλος της σεζόν στην Α2, στην οποία χάσαμε την άνοδο την τελευταία αγωνιστική και σε ισοβαθμία, ξέραμε ότι ο κύκλος αυτής της ομάδας κλείνει. Είχαμε υποσχεθεί ο ένας στον άλλον, ωστόσο, ότι η τελευταία κοινή “εμφάνισή” μας θα είναι να παρακολουθήσουμε μαζί τη βραδιά του draft του ΝΒΑ. Μαζευτήκαμε σε μία καφετέρια του Ζωγράφου, ένα ξημέρωμα Ιουνίου, με ευχή και ελπίδα να πανηγυρίσουμε την επιλογή του Γιάννη.
Όταν το όνομά του ακούστηκε στο Νο15 από το Μιλγουόκι, αντιδράσαμε σαν να πανηγυρίσαμε το σπουδαιότερο καλάθι στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ!
Είναι καταπληκτικό και, όταν μιλούν τα έργα, δεν υπάρχουν λόγια ικανά να περιγράψουν την πορεία του. Εκτός, ίσως, από τις λέξεις «ταπεινότητα» και «δουλειά». Άξιζε πέρα για πέρα το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη και είναι θέμα χρόνου να φτάσει και στον επόμενο μεγάλο στόχο του. Έναν τίτλο στο ΝΒΑ με τους Μπακς. Άλλωστε, το μότο «the sky is the limit» (=«ο ουρανός είναι το ταβάνι») των Αμερικανών είναι άκρως αντιπροσωπευτικό για τον Γιάννη.
Όσα πει κάποιος για τον καταπληκτικό παίκτη, άλλα τόσα μπορεί να αναφέρει και για τον άνθρωπο. Σεμνός παρά την επιτυχία του, ένας άνθρωπος κυριολεκτικά «της διπλανής πόρτας». Ο κόσμος δεν μπορεί να το καταλάβει, γιατί πολλοί τον θεωρούν υπέρ-ήρωα. Το μυαλό του δεν έχει ξεφύγει. Συμπεριφέρεται στους φίλους του, όπως όταν ήταν 16-17 χρόνων. Αυτό είναι σημαντικό κομμάτι της επιτυχίας του…
Ο Γιάννης είναι μόνιμα στη φιλοσοφία «να γίνομαι καλύτερος». Πριν από την εκδήλωση των βραβείων, δήλωσε ότι «αν δεν κερδίσω φέτος, θα επιστρέψω γι’ αυτό του χρόνου». Οι καταστάσεις, τα λόγια ακόμα και των haters τού δίνουν κίνητρο.
Όταν ο δημοσιογράφος Στίβεν. Α. Σμιθ δεν συμπεριέλαβε τον Αντετοκούνμπο στους πέντε κορυφαίους παίκτες του ΝΒΑ, παρακολουθούσα το βίντεο και σκεφτόμουν τις αντιδράσεις του Γιάννη. Χαμογελούσα, φέρνοντας στο μυαλό του τον Γιάννη να λέει «α, ΟΚ». Δεν θα αντέδρασε καν. Τουλάχιστον φανερά, αν και μέσα του θα “έβραζε”. Αν είχε μπροστά του τον Σμιθ, θα του έλεγε: «Δώσε μου σε παρακαλώ λίγο χρόνο. Και αν δεν είμαι στο Top-5, Top-3 ή ο καλύτερος, θα το παραδεχθώ και θα συνεχίσω τη δουλειά για να το πετύχω».
Αυτό δεν σημαίνει ότι θέλει να δίνει απαντήσεις για τους άλλους. Το κάνει για τον εαυτό του.
Ξέρει ότι δεν φοβάται τίποτα. Πήρε μία μέτρια ομάδα και φέτος την έφτασε στις 60 νίκες κανονικής περιόδου και ένα βήμα πριν από τους τελικούς.
Δεν πέτυχε όσα επιθυμούσε στα play-offs και δεν ξέρω ποιος θα… την πληρώσει!
Δεν ξέρω αν θα “ξεσπάσει” στους αντιπάλους του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Κίνας ή την επόμενη σεζόν στο ΝΒΑ.
Όταν χάνει, καλύτερα να μην είσαι κοντά του. Δεν αντιδρά, δεν ξεσπά, απλώς κλείνεται στο εαυτό του. Τη φετινή σεζόν, παρότι “έφαγε” πολύ μπασκετικό ξύλο, το βλέμμα και οι κινήσεις του έκρυβαν μία ηρεμία. Υποδήλωναν την αυτοπεποίθησή του. Ακόμα και όταν τον προκαλούσαν, ήταν αφοσιωμένος στην ομάδα.
Στη νίκη, το πρώτο πράγμα που θα κάνει θα είναι να δει τα λάθη του. Θα χαρεί για λίγο και μετά πάλι δουλειά.
Στην ήττα, παρακολουθεί απευθείας το βίντεο, για να κάνει σωστά ό,τι πήγε λάθος.
Ο Γιάννης ήταν ήρεμος ακόμα και ως έφηβος, όταν οι αγώνες και οι προπονήσεις του Φιλαθλητικού ήταν γεμάτοι από σκάουτερ του ΝΒΑ και ευρωπαϊκών ομάδων.
Τη σεζόν 2012-13 ζήσαμε σουρεαλιστικά σκηνικά. Είναι περιβόητη πλέον η ιστορία στον Βόλο, κόντρα στην τοπική Νίκη, όπου το κοινό άρχισε να βρίζει τον Πρόεδρο τον Σέλτικς, Ντάνι Έιντζ, γιατί νόμιζε ότι είναι παράγοντάς μας, επειδή καθόταν κοντά στον πάγκο μας! Επιπλέον, όταν έμαθαν ποιος είναι, από την εξέδρα ακούγονταν υβριστικά συνθήματα κατά των Σέλτικς κι υπέρ των Λέικερς…
Στα ματς και τις προπονήσεις υπήρχε “παρέλαση” ξένων παραγόντων. Στον Φιλαθλητικό οι προπονήσεις ήταν απλές. Χωρίς πολλά συστήματα, με στόχο του προπονητή μας, Τάκη Ζήβα, ο παίκτης να αναδεικνύει το ταλέντο του. Συνεπώς, άξιζε να… πληρώσεις εισιτήριο, για να τις παρακολουθήσεις, γιατί υπήρχε πολύ θέαμα! Θέαμα σαν αυτό που στην πορεία άρχισε να προσφέρει ο Γιάννης στην Αμερική.
Ο Γιάννης δεν αισθάνθηκε ποτέ πίεση από τα “πεινασμένα” βλέμματα πάνω του. Ήταν και παρέμενε απλός. Ήθελε απλώς να βελτιώνεται και μάλιστα ζητούσε την πίεση, προ(σ)καλώντας όλους τους συμπαίκτες του να τον μαρκάρουν. Φώναζε εμένα, τον Νίκο Γκίκα, τον αδερφό του τον Θανάση. Ήθελε και ο ίδιος να μαρκάρει τους καλύτερους. Δεν το έκανε ως επίδειξη για τους σκάουτερ, αλλά γιατί ήθελε να κερδίζει εμάς που τότε μας θεωρούσε τα πρώτα είδωλά του.
Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να είναι στην προπόνηση.
Οι πρώτες ημέρες στο Μιλγουόκι, το 2013, ήταν δύσκολες. Ήταν η πρώτη φορά, οπότε έφυγε μακριά από το σπίτι, την οικογένειά του. Δεν είχε κάνει ποτέ τόσο μεγάλο ταξίδι με το αεροπλάνο. Όλα ήταν πρωτόγνωρα. Μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα, είχε βγάλει διαβατήριο.
Για χρόνια, ο ίδιος και οι συγγενείς του δεν είχαν χαρτιά.
Ως τότε, αυτός και η φαμίλια σου ήταν σαν “φαντάσματα”. Ήταν σαν μην υπήρχαν πουθενά…
Όταν έφτασε στις Η.Π.Α., όμως, μάλλον δεν είχε πολύ χρόνο να σκεφτεί, αφού τον έστρωσαν αμέσως στην προπόνηση.
Τον πρώτο μισθό του τον έστειλε μέχρι τελευταίο cent στην Αθήνα, στους δικούς του. Μία μέρα ξέχασε ότι δεν είχε χρήματα πάνω του και νόμιζε ότι το προπονητικό κέντρο είναι κοντά στο διαμέρισμά του, όμως έκανε λάθος. Μην έχοντας λεφτά για ταξί, άρχισε να τρέχει, μέχρι που τον αναγνώρισε ένα ζευγάρι και προσφέρθηκε να τον μεταφέρει στο γήπεδο! Είναι ολιγαρκής, θέλει να φροντίζει τους ανθρώπους του και δεν θέλει να ξεχνά όσους τον στήριξαν.
Στη αρχή στο Μιλγουόκι ήταν τελείως μόνος του. Είναι αλήθεια ότι τον πρώτο καιρό, όταν δεν αγωνιζόταν και πολύ, σκέφτηκε να φύγει και να επιστρέψει στην Αθήνα! Η μητέρα του, η κυρία Βερόνικα, του είπε να μην τολμήσει να το κάνει, για έναν λόγο. Επειδή εκείνος είναι πια πρότυπο για τα αδέρφια του και δεν γίνεται εκείνα να τον δουν τα παρατάει…
Η οικογένεια του Γιάννη είναι πράγματι τόσο δεμένη, όσο φαίνεται. Υπήρχαν μέρες, όταν όλοι μαζί, οι γονείς του και εκείνος με τον Θανάση και τον Κώστα και τον Άλεξ, είχαν δέκα ευρώ για να περάσουν μία ολόκληρη εβδομάδα! Θα συζητούσαν για το πώς θα τα ξόδευαν όλοι μαζί.
Υπήρχαν μέρες, κατά τις οποίες στο τραπέζι υπήρχε μόνο ένα πιάτο φαγητό, αλλά θα το μοιράζονταν.
Πολλές φορές, πήγαινα σπίτι τους και η μητέρα τους μου συμπεριφερόταν σαν να είμαι ένα ακόμα παιδί της. Άνοιγε το σπίτι της για μένα, μου έστρωνε να κοιμηθώ και μου πρόσφερε το λίγο φαγητό τους.
Το δέσιμο που έχουν τα τέσσερα αδέρφια μεταξύ τους είναι απίστευτο. Το καλοκαίρι του 2018 πήγαμε μαζί για διακοπές και ο Γιάννης φορούσε κάθε μέρα τη φανέλα του Κώστα από τους Ντάλας Μάβερικς! Ο καθένας χαίρεται, όταν ο άλλος αδερφός πετυχαίνει. Ο Θανάσης είναι το είδωλο του Γιάννη και στην ομιλία του για το βραβείο του MVP, ενώ κοιτούσε χαμηλά, σήκωσε το βλέμμα, μόνο όταν μίλησε για τα αδέρφια του. Μαζί αντιμετώπισαν όλες τις δυσκολίες και μαζί απολαμβάνουν τις στιγμές επιτυχίας τους.
Η οικογένεια Αντετοκούνμπο δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Οι μέρες, όταν δεν είχαν χαρτιά, όταν ήταν “φαντάσματα” στην πόλη, όπου γεννήθηκαν τα παιδιά, ήταν δύσκολες. Όμως δεν απογοητεύτηκαν.
Ο Φιλαθλητικός, η δεύτερη οικογένειά του, τον στήριξε πολύ. Εμείς, οι συμπαίκτες του, θέλαμε να τους στηρίζουμε και δεν εννοώ οικονομικά. Ακόμα και μία καλή κουβέντα βοηθά. Ήμασταν “ένα”. Γι’ αυτό και ο Γιάννης με τον Θανάση έμεναν συχνά όλη μέρα στο γήπεδο. Δεν είχαν χρήματα και χρόνο να γυρίσουν το μεσημέρι σπίτι τους στα Σεπόλια και να επιστρέψουν το απόγευμα πάλι στου Ζωγράφου για προπόνηση. Ο Γιάννης κοιμόταν στο κλασικό μπλε στρώμα γυμναστικής στο κλειστό.
Όταν αυτά τα δύο παιδιά ήταν στο παρκέ, ένιωθαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι και αυτό το συναίσθημα δεν μπορούσε να τους το στερήσει κανένας. Ούτε η γραφειοκρατία.
Όσα άσχημα κι αν πέρασαν, στο παρκέ γίνονταν όλα, όσα ήθελαν να γίνουν.
Στα αεροπορικά ταξίδια για εκτός έδρας αγώνες, ο Γιάννης δεν επιβιβαζόταν, διότι δεν είχε ταυτότητα. Ο Θανάσης ταξίδευε με επίδειξη του δελτίου του στην ομάδα. Όμως, ο Πρόεδρος, Γιάννης Σμυρλής, δεν ήθελε να ρισκάρει να κάνει το ίδιο και με τον Γιάννη, ώστε να μην χάσει και αυτό το “παράθυρο” με τον αδερφό του.
Ο Γιάννης ερχόταν συχνά οδικώς στην πόλη, όπου παίζαμε.
Μια φορά, όμως, ενώ θα παίζαμε με το Στρατώνι στη Χαλκιδική, εμείς θα φεύγαμε με το αεροπλάνο. Στην τελευταία προπόνηση πριν από το ταξίδι, οι δύο παράγοντες που συνήθως έρχονταν αυθημερόν με το αυτοκίνητο και τον έφερναν, τον ενημέρωσαν ότι εκείνη τη φορά δεν θα μπορέσουν να έρθουν. Ήταν η μοναδική φορά, όταν ο Γιάννης δεν έκανε προπόνηση. Πήγε στην αίθουσα με τα βάρη και έβαλε τα κλάματα… Δεν τον ενδιέφερε, επειδή τότε ακόμη δεν αγωνιζόταν πολύ και ήταν συχνά απλώς ο 12ος παίκτης. Ήθελε να είναι εκεί και το πήρε “βαριά”. Πήγαμε από πάνω του. Δεν σταματούσε το κλάμα και δεν μπορούσαμε να τον ηρεμήσουμε.
Θυμάμαι ότι του είπαμε ότι δεν χρειάζεται να κάνει έτσι, εξηγώντας του πως «έχεις να παίξεις τόσα πολλά ματς στη ζωή σου, ώστε κάποτε αυτό θα το θυμάσαι και θα γελάς»!
Ήταν ένα παιχνίδι, για τον Γιάννη, όμως, ήταν η ζωή του και όλα αυτά τα θυμάται. Γι’ αυτό και έφτασε εκεί που έφτασε.
Τα μυαλά του δεν παίρνουν αέρα ούτε στο ελάχιστο.
Νιώθει όμορφα, αισθάνεται και ξέρει ότι είναι ο MVP, αλλά δεν έχει αλλάξει.
Δεν έχει αλλάξει απέναντι στους φίλους του.
Σε κοινές διακοπές, αρχίσαμε να μιλάμε για ανθρώπινες σχέσεις. Είμαι πέντε χρόνια μεγαλύτερός του και του εξήγησα κάτι. Ήταν εντυπωσιακό ότι ένας ηγέτης ομάδας του ΝΒΑ, από τους κορυφαίους σκόρερ και -τότε μελλοντικός- πολυτιμότερος παίκτης, απλώς με άκουγε. Δεν παρενέβαινε, χωρίς λόγο. Δεν επιχειρούσε να “επιβάλλει” τις δικές του μεγάλες παραστάσεις από την Αμερική. Δεν σε διέκοπτε και απλώς άκουγε έναν φίλο.
Πάντα άκουγε και αυτός είναι ένας ακόμα ένας λόγος για την επιτυχία του. Αυτός είναι ο Γιάννης, ταπεινός ακόμα και σήμερα, οπότε είναι ο καλύτερος παίκτης στο ΝΒΑ. Δεν είναι αλαζόνας και θέλει να “μιλά” στο γήπεδο. Έφτασε να έχει άμεση επικοινωνία με τον Κόμπι Μπράιαντ. Με τον Κόμπι Μπράιαντ ρε φίλε! Ο φίλος σου μιλάει με τον Κόμπι!
Το success story του Γιάννη είναι τόσο μεγάλο, το hype γύρω από το όνομα και το ταλέντο του το ίδιο, όμως αυτό το παιδί δεν έχει αλλάξει.
Κάνει προπονήσεις με τον Γκαρνέτ και τον Μπράιαντ, απορρίπτει έναν ρόλο στην ταινία Space Jam 2 και σκέφτεσαι: «Ώπα, αυτός είναι φίλος μου»!
Εμείς χαιρόμαστε για εκείνον και απολαμβάνουμε τα κατορθώματά του. Δεν χρειάζεται να λες πολλά περισσότερα και θα ήμασταν περήφανοι, ακόμα και αν δεν ήταν φίλος μας.
Η επικοινωνία μας είναι τακτική, κυρίως στην κανονική περίοδο. Στα play-offs συχνά κλείνει κινητά και αφοσιώνεται στο παιχνίδι. Το καλοκαίρι του 2018, όταν επέστρεψε από τις Η.Π.Α. και τον συνάντησα, μου έδωσε συγχαρητήρια για το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη στην Α1. Το είχε διαβάσει, το ήξερε και με συνεχάρη. Λίγο αργότερα, στην πρώτη κλήση τη δική μου και του Νίκου Γκίκα στην Εθνική, μας είπε «μπράβο μάγκες» και θυμηθήκαμε όλοι μαζί από πού και πώς ξεκινήσαμε.
Ένα βράδυ βρεθήκαμε όλοι μαζί σε μία βάφτιση του ατζέντη μας, Γιώργου Πάνου. Όλη η παλιοπαρέα του Φιλαθλητικού και πολλά παιδιά της Εθνικής, όπως ο Λαρεντζάκης, ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος, ο Μαυροειδής, ο Αθηναίου, πριν από τους αγώνες με Εσθονία και Ισραήλ, ήταν εκεί. Ο χαβαλές δεν σταματούσε και κάποια στιγμή ο Γιάννης μάς είπε ότι, αφού περνούσαμε ωραία, ήθελε να έρθει σε μία προπόνηση κι ας μην έπαιζε σε εκείνο το καλοκαιρινό “παράθυρο” των προκριματικών.
Εγώ, ο Γκίκας και ο Γιάννης με τον Θανάση έχουμε μεγαλώσει παρέα και ο Γιάννης αισθανόταν περήφανος, επειδή όλοι μαζί καταφέραμε να φτάσουμε και να παίζουμε στην Εθνική ομάδα.
Ο καθένας έχει το “ταβάνι” του, όμως αυτό που πετύχαμε ομαδικά και ατομικά, συχνά ρίχνει μία “σκιά” στους υπόλοιπους συμπαίκτες μας στον Φιλαθλητικό, οι οποίοι το 2013 “ακούμπησαν” την Α1, αλλά δεν το κατάφεραν. Δεν το πέτυχαν για ένα σουτ, για μία παράταση, όμως όλοι μας νοιαζόμαστε για το πώς πηγαίνει ο Φιλαθλητικός. Είμαστε περήφανοι, καθώς από εκείνη τη διαδικασία αυτού του συλλόγου ο ένας εξελίχθηκε σε MVP του ΝΒΑ, ο Θανάσης βρέθηκε στην Ευρωλίγκα και εγώ με τον Νίκο Γκίκα φτάσαμε ως την Εθνική και το 2018-19 τους τελικούς της Α1, με τον Προμηθέα Πάτρας.
Θα έχουμε να το λέμε για χρόνια, αλλά λυπόμαστε, γιατί ο κόουτς Τάκης Ζήβας και ο Γιάννης Σμυρλής δεν κατάφεραν να δουν την ομάδα στην Α1 και να ζήσουμε όλοι μαζί αυτή την εμπειρία. Ήταν η αρχή των ονείρων μας.
Και από τότε, το κίνητρο που χαρίζει ο Γιάννης, είτε είναι φίλος σου είτε όχι, είναι τεράστιο.
Εκείνος με έκανε πολλές φορές να σηκωθώ με περισσότερη όρεξη από το κρεβάτι, για να πάω στην προπόνηση.
Ακόμα και μία μέρα, όταν δεν είχα πολλή όρεξη ή πονούσα. Τον σκεφτόμουν, διάβαζα ή παρακολουθούσα τι είχε κάνει το προηγούμενο βράδυ και έλεγα ότι πρέπει κι εγώ να κάνω το ίδιο, στο δικό μου “σκηνικό”. Ένα παιδί που δεν είχε τίποτα. Όλοι μας πρέπει να τον βλέπουμε ως παράδειγμα. Παράδειγμα του τι πρέπει να κάνω, για να πετύχω σε κάθε τομέα.
Παράδειγμα για το πώς πρέπει να κυνηγάς τα όνειρά σου και ότι τίποτε δεν είναι αδύνατο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: