Για τη σκηνική οικονομία, ειδικά στις στιγμές που η εξέλιξη έπαιρνε δυσάρεστη τροπή για το κύριο πρόσωπο του έργου, έκανε την επέμβασή του ένας από τους Ολύμπιους θεούς, ώστε να δώσει μιαν αναπάντεχη και ευνοϊκή τροπή.
Εννοείται πως ο θεός δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί ως κοινός θνητός από τον δρόμο των παρασκηνίων, γιατί θα έλειπε το στοιχείο του δέους από την εμφάνισή αυτή.
Προτιμήθηκε λοιπόν να παρουσιάζεται με ειδικό μηχάνημα από το επάνω μέρος της σκηνής ή καμιά φορά από καταπακτή, εάν επρόκειτο για θεότητα του Κάτω Κόσμου.
Αυτή λοιπόν η ειδική μηχανή (ένας γερανός) φρόντιζε ώστε ο θεός να κατέλθει την κατάλληλη στιγμή και να δώσει λύση σε κάποιο σοβαρό πρόβλημα που δημιουργούσε αδιέξοδο. Να γίνει δηλαδή ο «Από μηχανής θεός» της αρχαίας τραγωδίας. Όπως έγινε για μία φορά στη ζωή του ο Σαλβατόρε (Τότο) Σκιλάτσι.
Μία φορά που όμως θα μνημονεύεται για πάντα…
1.5 ευρώ για κάθε γκολ
Αφού πρώτα μπουσούλησε και άρχισε να περπατάει, έμπλεξε, όπως κάθε άλλο παιδί της γειτονιάς του Τσεπ, με τη συμμορία του Απόστολου Ιωάννη. Από εκεί, το San Giovanni Apostolo, κατέβαιναν όλοι μαζί αλητεία στην παραλία της Παρθένου Μαρίας. Εκεί τους περίμεναν τα αλάνια της αντίπαλης γειτονιάς, για να κυλιστούν στην άμμο και να ψηθούν στον ήλιο του Παλέρμο.
«Τα παιδικά μου χρόνια ήταν φυσιολογικά. Και με το “φυσιολογικά” εννοώ ότι ήταν όπως όλων στην πόλη τη δεκαετία του ’60 και του ’70, φτωχικά. Ευτυχώς, το όνειρό μου ήταν πάντα μόνο ένα, να γίνω ποδοσφαιριστής. Ακολούθησα αυτόν τον δρόμο και είδα τους φίλους μου να γίνονται κλέφτες ή και να δουλεύουν για τη μαφία. Το ποδόσφαιρο με πήρε μακριά απ’ όλ’ αυτά. Και σήμερα μπορώ να πω ότι πίσω από την επιτυχία κρύβεται ένα ανηφορικό ταξίδι γεμάτο δυσκολίες, τις οποίες ξεπέρασα με μεγάλη σοβαρότητα και αλύγιστη επιμονή».
Είχε ήδη φτάσει 15 ετών, όταν αποφάσισε να αφήσει τους δρόμους και τις παραλίες και να παίξει αληθινό ποδόσφαιρο. Η τοπική ΑΜΑΤ τον έβαλε στη Β’ ομάδα και του έδινε 1.5 ευρώ για κάθε γκολ που σκόραρε.
Πολλές φορές όμως εμφανιζόταν κουρασμένος στις προπονήσεις. Δεν είχε ξεκινήσει καλά. Το πρόβλημα ήταν ότι είχε παρατήσει το σχολείο και εργαζόταν σε βουλκανιζατέρ. Ο πατέρας του όμως, ο οποίος αντιλαμβανόταν την αγάπη του γιου του για την μπάλα, του είπε ότι θα στερηθεί, ώστε να του πληρώνει τα έξοδα, και ότι κάποτε ο Τότο θα τον ξεπλήρωνε, κάνοντας μεγάλη καριέρα.
«Η αλήθεια είναι ότι τότε δεν είχα προσδοκίες για μεγάλα πράγματα. Καταλάβαινα ότι θα μπορούσα να παίξω επαγγελματικά, αλλά όχι ότι θα ζούσα όσα θα συνέβαιναν». Το 1982 τον πλησίασε η μεγάλη ομάδα της πόλης, αλλά τελικά ήταν η Μεσίνα στην απέναντι πλευρά της Σικελίας που πλήρωσε τα ζητούμενα και τον έκανε δικό της. Επτά χρόνια έμεινε εκεί και μεγάλωνε μαζί της.
Καλύτερος του Πελέ
Μέχρι το 1987 σκόραρε κατά μέσο όρο 23 γκολ στη σεζόν και πανηγύρισε δύο ανόδους. Ωστόσο, το 1987 χρειάστηκε να μπει στο χειρουργείο για να φτιάξει τον μηνίσκο στο γόνατο.
«Είχα βάλει μόλις τρία γκολ και ένιωθα αποτυχημένος. Τότε όμως ήταν που εμφανίστηκε ο Ζντένεκ και όλα άλλαξαν». Ο Τζέμαν, ο οποίος μόλις είχε προσγειωθεί στο Νησί προερχόμενος από την Τσεχοσλοβακία, ακόμη δεν είχε φτιάξει το όνομά του στους πάγκους. Εκείνος ήταν που απογείωσε τη δυναμική του Τότο και τον έπεισε ότι μπορούσε να πετύχει όσα ονειρευόταν. «Μου έλεγε “Είσαι καλύτερος και από τον Πελέ” και με χτυπούσε στην πλάτη με το βαρύ χέρι του. Το φοβερό είναι ότι με έκανε να αισθανθώ κιόλας έτσι».
Βρήκε δίχτυα 24 φορές στη Serie B και προκάλεσε το ενδιαφέρον του γίγαντα. Η Γιουβέντους, η οποία βρισκόταν σε διαδικασία ανανέωσης στο φινάλε της ίσως πιο θρυλικής δεκαετίας της, έκανε τους πάντες να απορήσουν, πληρώνοντας 4 εκατ. ευρώ για έναν άγνωστο 25χρονο που δεν είχε παίξει ποτέ του στη Serie A. Το έκανε όμως και αμέσως δικαιώθηκε.
Γιουβέντους
Υπάρχει μία παροιμία που έλεγαν στην αρχαία Ιωνία και αφορούσε σ’ ένα φρούτο που είχε προέλευση από την Κασπία: «Υπάρχουν μόνο λίγα λεπτά στη ζωή ενός αχλαδιού που είναι τέλειο για φάγωμα». Και αυτή η φράση μπορεί να περικλύσει μέσα της και να ερμηνεύσει όλα όσα έμελλε να βιώσει συμπυκνωμένα σε έναν χρόνο ο Σκιλάτσι.
Η «Γιούβε» δεν ήταν σε καλή εποχή. Την προηγούμενη σεζόν (1988-1989) πρώτος σκόρερ της είχε αναδειχθεί ο Πορτογάλος μέσος, Ρουί Μπάρος, με μόλις 12 τέρματα. Μαζί με τον Τότο, πήρε επίσης από τη Serie B τον Πιερλουίτζι Καζιράγκι. Ο Ντίνο Τζόφ βρέθηκε με τον ψηλό Καζιράγκι και τον κοντό Σκιλάτσι, αλλά χωρίς έμπειρο φορ. Ο τελευταίος φρόντισε ωστόσο να του δώσει όλες τις λύσεις που απαιτούνταν. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί τη σεζόν που έστησε με τους «Bianconeri».
«Ανέκαθεν μου άρεσε να κάνω σπουδαία είσοδο. Δεν φοβήθηκα ούτε στιγμή. Μπήκα μέσα και έγινα αυτός που πάντοτε ονειρευόμουν».
Και σπουδαιότερη είσοδο με την ασπρόμαυρη φανέλα δεν θα μπορούσε να φτιάξει. Στη δεύτερη εμφάνισή του θα σκοράρει δύο φορές, ανοίγοντας τον λογαριασμό του με γκολ-φάουλ. Στις έξι πρώτες αγωνιστικές όχι μόνο θα έχει βάλει ακόμα ένα αντίστοιχο αλλά θα έχει προσθέσει στη συλλογή ένα ψαλιδάκι και ένα αριστούργημα στο νικηφόρο 3-2 επί της θρυλικής Μίλαν των Ολλανδών και του Αρίγκο Σάκι.
Το φινάλε της σεζόν θα κλείσει θριαμβευτικά για τον ίδιο και τη «Γιούβε», η οποία στο Πρωτάθλημα μπορεί να ξέμεινε στην τέταρτη θέση, μα είχε άλλα για να καμαρώνει. Ο Τότο ήταν εκείνος που έβαλε 15 στο Scudetto και 21 συνολικά στη χρονιά. Και δεν ήταν απλώς γκολ αλλά χρυσάφι, καθώς τα 11 εξ αυτών της χάρισαν τη νίκη.
Η κατάκτηση του Coppa Italia ήταν η αρχή για το εντυπωσιακό κλείσιμο. Το Κύπελλο UEFA, στο οποίο εκείνος έβαλε τέσσερα γκολ, τα οποία την έστειλαν στον εμφύλιο διπλό Τελικό με τη Φιορεντίνα και την κατάκτηση του τροπαίου.
Πλέον δεν γινόταν αλλιώς, ο Ατζέλιο Βιτσίνι όφειλε να τον συμπεριλάβει στα πλάνα του.
Η ευκαρία
Κοντός, όχι τόσο ταχύς και χωρίς σημαντικές ικανότητες στο “ένας εναντίον ενός”, ο Τότο κατάφερε να ξεπεράσει κάθε προσδοκία που μπορούσε να του παράσχει το καλούπι και το κάθε άλλο παρά αστείρευτο ταλέντο του.
Διέθετε όμως άλλα ποδοσφαιρικά καλούδια. Είχε την ιδανική γνώση του χώρου και του χρόνου και το ένστικτο του δολοφόνου στα τελευταία μέτρα. Γερά πόδια, κορμί τετραγωνισμένο που δεν λύγιζε στην πίεση, τελειώματα σε πρώτο χρόνο και πάνω απ’ όλα ένα απαράμιλλο πείσμα που τον έκανε να τα βάζει με τους σκληρούς αμυντικούς της εποχής.
Θα μπορούσες όμως να πεις και ότι οι μοίρες φρόντισαν να τον τοποθετήσουν εκεί που έπρεπε, τη στιγμή που του άξιζε. Και, επειδή τίποτε δεν μπορεί να αντισταθεί σε μια ιδέα που έχει έρθει η ώρα της, ο Τότο εμφανίστηκε από τις σκιές, για να γίνει ο ήρωας του έθνους. Ή, όπως θα το περιέγραφαν οι αρχαίοι Λατίνοι πρόγονοί του, ένας καθαρόαιμος «Deus ex machina».
Αμέσως μετά την κατάκτηση του UEFA, ο Βιτσίνι τον πήρε μαζί του δοκιμαστικά σε ένα φιλικό με την Ελβετία. Του άρεσε που ήταν ατρόμητος και του ζήτησε να μιλήσουν μετά το ματς. «Μου είπε ότι με ήθελε στο Μουντιάλ, αλλά ότι θα ήμουν πέμπτη επιλογή για την επίθεση. Του απάντησα ότι δεν με ένοιαζε, ακόμα και εάν με έβαζε αναπληρωματικό τερματοφύλακα, και ότι ήθελα σαν τρελός να βρίσκομαι εκεί».
Ήταν 23 Ιουνίου, όταν ξεκινούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας και ο Σκιλάτσι ήταν χαρούμενος. Ακόμα και γνωρίζοντας πως το πιθανό ήταν να μην έπαιζε ούτε για ένα λεπτό. Μπροστά του υπήρχαν άλλοι για τη γραμμή κρούσης. Ο Αντρέα Καρνεβάλε, ο οποίος μόλις είχε πάρει το Scudetto με τη Νάπολι, και ο Τζανλούκα Βιάλι της Σαμπντόρια, το νέο μεγάλο αστέρι της «Squadra Azzurra». Ακόμα και οι Ρομπέρτο Μαντσίνι, Άλντο Σρένα, οι οποίοι μπορούσαν να παίξουν σε διάφορες θέσεις μπροστά, και φυσικά ο εκκολαπτόμενος πασπαρτού θρύλος, Ρομπέρτο Μπάτζο, ο οποίος όμως ακόμη ήταν ένας άγουρος παίκτης, προερχόμενος από τη Φιορεντίνα.
Ήταν μάλιστα τέτοιο το σκάνδαλο και η φασαρία που είχε προκαλέσει η πρόσφατη μεταγραφή του στη Γιουβέντους, που ο Βιτσίνι αποφάσισε να μην τον ξεκινήσει.
Ο μύθος
Ήταν η δεύτερη ημέρα της διοργάνωσης και στο Olimpico υπήρχε ανησυχία στο τερέν και την εξέδρα. Όσο κυλούσε ο χρόνος και οι Αυστριακοί δεν λύγιζαν, άπαντες σκέφτονταν την τρελή ήττα της Πρωταθλήτριας Κόσμου, Αργεντινής, και του Μαραντόνα από το Καμερούν στην πρεμιέρα. Το παιχνίδι έχει φτάσει στο 75′, όταν ο Βιτσίνι κάνει την κίνησή του. Ο Σκιλάτσι δεν μπορεί να το πιστέψει. Ορμάει μέσα με το πάθος ενός αφηνιασμένου ταύρου, κάνει δύο ευκαιρίες σε ισάριθμα λεπτά και στο τρίτο σκοράρει. Χέρια απλωμένα ανοικτά, φλέβες να πετάγονται, έτοιμες να εκραγούν, στα χέρια και το μέτωπο. Νίκη 1-0 με δικό του γκολ, όπως έκανε όλη τη χρονιά με τη «Γιούβε».
«Λίγο πριν μπω στο ματς, ο Στέφανο Τακόνι (σ.σ.: τερματοφύλακας, συμπαίκτης του στη Γιουβέντους) μού είπε ότι θα σκοράρω με κεφαλιά. Βάλαμε τα γέλια. Είχα δύο χρόνια να σκοράρω με το κεφάλι. Και αποδείχτηκε προφητικός».
Ο Βιτσίνι αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να τον υπολογίζει. Στο 1-0 με τις ΗΠΑ θα σκοράρει νωρίς ο Τζανίνι, αλλά και πάλι θα τον πετάξει στο γήπεδο στο 51′. Είναι πιο ουσιαστικός και κινείται πιο σίγουρα και πιο μαχητικά από τον Καρνεβάλε.
Στο τρίτο ματς του ομίλου, το 2-0 κόντρα στην Τσεχοσλοβακία, ο Βιτσίνι θα τον ρίξει μαζί με τον Μπάτζο στην 11άδα από το ξεκίνημα. Και θα τον δικαιώσει, σκοράροντας και πάλι με το κεφάλι.
Ζει μία τρέλα, ακούγοντας τους Ιταλούς να φωνάζουν το όνομά του.
Η «Squadra Azzurra» βρίσκεται στους «16» και η απόφαση έχει ληφθεί. Ο Σκιλάτσι είναι τόσο καλός που ξεκινάει και πάλι. Στο 65′ με ένα σκαφτό αριστερό ανοίγει το σκορ στο 2-0 επί της Ουρουγουάης και στέλνει τη χώρα του στα προημιτελικά. Το πρωτοσέλιδο της «Gazzetta dello Sport» (σ.σ.: «Πόσο όμορφοι είστε») είναι ενδεικτικό του τι συμβαίνει γύρω του αλλά και από τον Μπάτζο.
Δικό του θα είναι και το 1-0 επί της Ιρλανδίας, με τον Βιτσίνι να μην τον ξεκουράζει καν και να τον αφήνει μέσα σε όλη τη διάρκεια. Οι παραλληλισμοί με τον «Από μηχανής ήρωα» της κατάκτησης του 1982, Πάολο Ρόσι, είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Η λύπη
Στα ημιτελικά τους περιμένει η Αργεντινή. Το ραντεβού είναι στο San Paolo της Νάπολι και οι -άρρωστοι με τον Μαραντόνα- Νότιοι γιουχάρουν τον Εθνικό ύμνο της ίδιας της πατρίδας τους για χάρη του χρυσού παιδιού τους.
Ο Τότο θα τους κάνει αρχικά να σωπάσουν. Ο ίδιος θα ξεκινήσει τη φάση και στην εξέλιξή της θα κάνει αυτό που ως εκπληκτικός οπορτουνιστής ξέρει καλύτερα από κάθε άλλον στο τουρνουά, θα σκοράρει στην επαναφορά της απόκρουσης. Το σκούρο βλέμμα, η κραυγή, αυτή που οι Ιταλοί αποκαλούν ενδεικτικά ως «grinda», αποτυπώνονται στο πρόσωπό του και όλη η χώρα ταυτίζεται.
Ωστόσο, ο Κλαούδιο Κανίγια θα γίνει ο πρώτος που νικάει τον Βάλτερ Ζένγκα. Ο ημιτελικός θα πάει στα πέναλτι. Εκείνος δεν θα εκτελέσει, καθώς έχει αισθανθεί ένα μικρό τράβηγμα στο πόδι. Θα ακολουθήσει η μεγάλη πίκρα, καθώς ο Σέρχιο Γκοϊκοετσέα θα νικήσει τους Ντοναντόνι, Σερένα και το όνειρο θα σβήσει κάτω από τον ουρανό της Νάπολης.
«Ακόμη το βλέπω στον ύπνο μου και εξακολουθεί να μου φαίνεται τόσο άδικο. Μέχρι τότε στο τουρνουά δεχτήκαμε μόλις ένα γκολ (Κανίγια), δεν ηττηθήκαμε ποτέ κι όμως αποκλειστήκαμε. Πίστευα ότι θα το σηκώναμε».
Με πέναλτι στο 86′ θα σφραγίσει το 2-1 επί της Αγγλίας στον Τελικό της παρηγοριάς και θα προσπαθήσει να βρει λίγη χαρά μέσα στη στεναχώρια του.
Πλέον, στα 26 του, τον γνωρίζει όλος ο κόσμος. Εκείνος ο άγνωστος που έναν χρόνο πριν έπαιζε στη Serie B έχει βρει δίχτυα έξι φορές και είναι ο πρώτος σκόρερ ενός Μουντιάλ. Και όχι όποιου κι όποιου, αλλά αυτό που παίχτηκε μπροστά στον λαό του. Και το έχει βιώσει στο έπακρο. Καθώς πολύ λίγα πράγματα συμβαίνουν στον σωστό χρόνο και τα υπόλοιπα δεν συμβαίνουν καθόλου, εκείνος λοιπόν φρόντισε να πάρει εκείνα που εμφανίστηκαν μπροστά του και να τα στύψει μέχρι το μεδούλι.
Η πτώση
Όσο παράδοξα ανήλθε στην κορυφή, τόσο απρόσμενα θα πέσει και θα το κάνει αμέσως. Τώρα είναι ο διάσημος επιθετικός που άπαντες προσμένουν από εκείνον τη λύτρωση. Σε αυτόν τον ρόλο δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί.
Την πρώτη χρονιά μετά το Μουντιάλ θα βάλει μόνο πέντε γκολ και την επόμενη έξι. Η απόκτηση του Βιάλι από τη «Γιούβε» θα τον οδηγήσει στην έξοδο και σε μία αδιάφορη διετία (1992-1994) στην Ίντερ (11 γκολ σε 30 αγώνες). Είναι 30 ετών, όταν θα φύγει μακριά. Στην Ιαπωνία θα σκοράρει συχνά για τρία χρόνια με τη Τζούμπιλο Ιβάτα, αλλά δεν θα ασχοληθεί κανείς με αυτό. Το πιο τρελό απ’ όλα είναι ότι θα παίξει ελάχιστα με την Εθνική και αυτό μόνο για έναν χρόνο μετά τον θρίαμβό του. Θα σκοράρει μόλις μία φορά και από το 1991 δεν θα κληθεί ποτέ ξανά.
Από το 1997 που θα κρεμάσει τα εξάταπά του, θα μπει σε μία περίεργη ζωή celebrity. Οι εμφανίσεις του σε εκπομπές life style θα τον οδηγήσουν σε πολλά reality και αυτό δεν θα σταματήσει ποτέ. Αφού πρώτα θα νικήσει τον καρκίνο στις αρχές του 2023, θα συμφωνήσει να μπει με τη σύζυγό του στο «Πεκίνο εξπρές» του 2023. Και θα το κάνει με στυλ. Εξακολουθεί να γυμνάζεται, έχει κάνει εμφύτευση μαλλιών και οι κακές γλώσσες ισχυρίζονται ότι φοράει και περουκίνι. Είναι ένας δραστήριος άνδρας, με όρεξη για τη ζωή και επιθυμία να βρίσκεται στο προσκήνιο. Συστατικά δηλαδή που τον οδήγησαν και στη δόξα.
Για πάντα…
Καθώς η Ιταλία προχωρούσε από νίκη σε νίκη με τα δικά του τέρματα στο Μουντιάλ, ο Τύπος είχε ξετρυπώσει τον πρώτο προπονητή του στα χρόνια της Μεσίνα, Φραντσέσκο Σκόλιο. Όταν του ζήτησαν να τον περιγράψει, είχε απαντήσει:
«Δεν έχει σημασία πόσο ταλαντούχος είναι αλλά ότι πραγματικά δεν έχω συναντήσει ξανά επιθετικό που να σκέφτεται όλη μέρα το πώς θα σκοράρει»!
Ίσως και αυτό να ήταν και το βασικό προσόν του. Ένα βίωμα απλής ευτυχίας, βασισμένης στο… “κάνε το σωστό, με το σωστό τρόπο, τη σωστή στιγμή”. Ένας ατόφιος «Deus ex machina» που επιτέλεσε στο έπακρο τον ρόλο του.
Και, εάν κάποιος σκεφτεί ότι η καριέρα του Τότο Σκιλάτσι υπήρξε μικρή, ας αναλογιστεί «πόσο μεγάλο είναι και το πιο μικρό που δόθηκε στην ώρα του»…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Αρίγκο Σάκι: Η γέννηση του «διαβόλου»
Τα post-it του Τζιανλούκα Βιάλι
Η μαγεία της μελαγχολίας του Ρομπέρτο Μπάτζο
Φαμπρίτσιο Ραβανέλι, Ο «Λευκός Ιππότης»