Είναι διαφορετικό να παίζει πλέον κάποιος στη σύγχρονη Α1.
Πολύ απλά, διότι έχουν υπάρξει ιστορίες για το πόσο μεγάλο ήταν κάποτε το να αγωνίζεται κάποιος στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Πόσο μεγάλο ήταν να παίζει κάποιος σε γεμάτα γήπεδα, με πολύ κόσμο, με παιδάκια, με οικογένειες στην εξέδρα.
Έχει αλλάξει λίγο το μπάσκετ, όπως και το να παίζεις στην Α1.
Θεωρώ ότι το επίπεδο έχει πέσει.
Όχι πάρα πολύ.
Αλλά δεν υπάρχουν πια Έλληνες να βγαίνουν και να ακούγονται έντονα.
Τουλάχιστον, όπως κάποτε.
Τότε, όταν κάθε ομάδα είχε τουλάχιστον έναν Έλληνα.
Τότε, όταν έλεγες: «Πω, πω… Ο Φάνης ο Χριστοδούλου!».
Γενικά, κάποτε ακούγονταν πολύ οι Έλληνες παίκτες των ομάδων.
Τώρα, αυτό έχει πέσει αρκετά.
Ο Γκάλης, ο Γιαννάκης…
Έλεγαν «πάμε να δούμε τον Γκάλη και τον Γιαννάκη».
Πλέον, τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Ίσως και επειδή δεν υπάρχουν πια μεγάλα ονόματα σε Έλληνες.
Ίσως επειδή ο κόσμος δεν παρακολουθεί τόσο πολύ το μπάσκετ.
Υπάρχει και η τηλεόραση…
Η τεχνολογία που δεν σε “αναγκάζει” να πας στο γήπεδο.
Μπορείς απλώς να παρακολουθήσεις από το σπίτι σου.
Παίζοντας σε ανοικτά γήπεδα, το κάθε παιδί έχει το όνειρό του.
Το όνειρο να φτάσει σε ένα επίπεδο να παίζει σε κλειστά με διαιτητές.
Είχα τέτοια όνειρα, αλλά θέλει κυνήγι.
Είναι κάτι διαφορετικό το να ξεκινάς και να θυμάσαι όλη τη διαδρομή σου.
Είμαι πολύ τυχερός, διότι η διαδρομή μου έχει υπάρξει από ανοικτά γήπεδα, από ακαδημίες, σε μίνι τμήματα, σε παιδικά, σε εφηβικά και φτάνοντας στο επίπεδο να παίζω μπάσκετ επαγγελματικά.
Καλώς ή κακώς, στα 16 μου έλαβα το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο και είμαι σε αυτό το επίπεδο.
Η σεζόν 2018-19 στην Α1 ήταν μεγάλη δυσφήμιση.
Για μένα, ήταν διαφήμιση προσωπικά, διότι έπαιξα πολύ καλά και η ομάδα μου έκανε κάτι ιστορικό.
Όλα τα παιδιά στον Χολαργό πήγαν μπροστά.
Μένει, όμως, μία πικρή γεύση, γιατί το πρωτάθλημα δεν τελείωσε με όλες τις ομάδες.
Δεν τελείωσε πλήρες, όπως έπρεπε να τελειώσει, και να θυμούνται, όπως πρέπει τον πρωταθλητή.
Θεωρώ ότι αυτή η σεζόν τελείωσε και δεν θα θυμούνται τον πρωταθλητή, αλλά πράγματα τα οποία δεν έγιναν σωστά.
Πράγματα που δεν θα βοηθήσουν και δεν θα ωθήσουν τα παιδιά να ξεκινήσουν το μπάσκετ.
Και θέλει μία προεργασία, ώστε να επιστρέψει το άθλημα σε φυσιολογικά επίπεδα.
Ακόμη κι έτσι, αποτρεπτικό για κάποιον το να παίξει στην Α1 δεν πρέπει να υπάρχει ούτε σαν σκέψη.
Είναι αποτρεπτικό για τους γονείς να “σπρώξουν” τα παιδιά τους στο άθλημα…
Αλλά νομίζω ότι αυτό, το οποίο πρέπει να κρατήσουν οι γονείς που θέλουν να βάλουν τα νέα παιδιά στον χώρο του αθλητισμού, είναι πως ο αθλητισμός μετράει, στο κάτω – κάτω.
Έχεις μία μπάλα μπροστά σου, θέλεις να την βάλεις στο καλάθι, έχεις τον αντίπαλο, τον ανταγωνισμό και είναι τόσο απλό το άθλημα.
Το ότι υπάρχει ο επαγγελματισμός, ο πρωταθλητισμός, όλα αυτά είναι δεύτερα…
Ο οπαδός και ο καθένας που είναι εκτός χώρου, θεωρώ πως πλέον κρίνει πάρα πολύ εύκολα.
Κρίνει άμεσα, τη στιγμή, όταν γίνεται κάτι.
Πολλές φορές, για να φτάσεις σε μία επιτυχία, περνάς από πολλά στάδια.
Έτσι και η αποτυχία.
Όμως, πολύ εύκολα “γκρεμίζεται” μία επιτυχία, στην πρώτη αποτυχία.
Σε ένα δευτερόλεπτο!
Είναι παράδειγμα το περσινό, καθώς πιο εύκολα φτάνει στα αφτιά του κόσμου κάτι κακό παρά κάτι καλό.
Κι έτσι κρίνει.
Το να μην γνωρίζεις πότε θα παίξεις τον επόμενο αγώνα πρωταθλήματος, ξεκινά από την οργάνωση και από το πόσο καλά έχει προετοιμαστεί μία σεζόν.
Στον Χολαργό είχαμε δύο περιόδους, στις οποίες δεν αγωνιστήκαμε για τρεις εβδομάδες…
Είναι μαζικό το πρόβλημα.
Ο κάθε παίκτης θα ήθελε να βλέπει μία οργάνωση.
Και όσοι είναι εντός του χώρου μπορούν, να βγουν και να πουν ότι κάτι δεν είναι ωραίο. Κάτι δεν πηγαίνει καλά, αλλά στραβά.
Θα πρέπει στο πρωτάθλημα να μπουν αρμόδιοι, οι οποίοι θα νοιάζονται για την πλήρη εικόνα ενός αθλήματος.
Αρμόδιοι, οι οποίοι θα έχουν λύσεις στα προβλήματα και μάλιστα άμεσες.
Όταν μία κατάσταση μεγαλώνει, πρέπει να βρεις τρόπο να την κλείσεις γρήγορα.
Όταν κάτι το αφήνεις, έτσι κι αυτό θα σε αφήσει, αργά ή γρήγορα.
Και η κατάσταση θα φτάσει αδιέξοδο…
Αθλητές, προπονητές, φροντιστές, δημοσιογράφοι κ.α. είναι σε έναν χώρο, όπου αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πληρωθούν.
Πρέπει να καταλάβουν πολλοί πως δεν είναι μόνο δύο – τρεις οικογένειες των 12-15 παικτών μίας ομάδας που θα πρέπει να ζήσουν από όσα τους φέρνει το μπάσκετ.
Όμως, επειδή δεν πρέπει να αναφέρουμε μόνο τα άσχημα της υπόθεσης αλλά και τα καλά, πιστεύω ότι εκεί έξω υπάρχει κόσμος που αγαπάει το άθλημα, μπορεί να βγει μπροστά και να φέρει λύσεις στο μπάσκετ.
Είναι στο χέρι εκείνων που θέλουν να το κάνουν αυτό, να εμφανιστούν τώρα.
Στην κρίση μπορεί να βρεθεί η λύση.
Στη «βράση κολλάει το σίδερο», με λίγα λόγια…
Υγιεία υπήρχε και υπάρχει ακόμη στο μπάσκετ.
Όταν ένα παιδάκι σε βλέπει και λέει ότι «θέλω να πάω να παίξω, να προπονηθώ, να σουτάρω», βγάζεις υγιεία και μάλιστα άμεσα.
Τα παιδιά δεν βλέπουν την προχειρότητα.
Όσο οι γονείς προστατεύουν τα παιδιά, θα τους κάνουν καλό.
Τα παιδιά βλέπουν το θέαμα, το κάρφωμα, το τρίποντο και δεν ασχολούνται με το «γιατί αυτό; γιατί εκείνο»;
Όσο τους προσφέρεις απλόχερα το θέαμα, τα παιδιά είναι χαρούμενα και θα τα ωθήσεις να παίξουν μπάσκετ.
Για να υπάρξει εξέλιξη, βεβαίως, πρέπει να υπάρξει κάτι νέο.
Να βρεθεί “νέο αίμα”, “φρέσκα μυαλά”.
Άνθρωποι συγχρονισμένοι με την πραγματικότητα και με το έτος, στο οποίο ζούμε.
Ακούγεται λίγο βάρβαρο, λίγο δυνατό, λίγο σκληρό, πρέπει, όμως, ο άλλος να ξέρει να χειριστεί μία κατάσταση.
Η ευχέρεια παρέμβασης των ίδιων των παικτών πάντα είναι μεγάλη και εύκολη.
Κι εγώ από αυτό ζω.
Εγώ πρέπει να προστατεύσω το άθλημά μου και τη χώρα, όπου θα ζήσει η οικογένειά μου.
Είμαι κι εγώ, ως αθλητής, αλλά και όλοι συναθλητές μου, συνυπεύθυνοι γι’ αυτή την κατάσταση.
Πρέπει και εκείνοι, με έναν τρόπο που τον προσδιορίζουν οι ίδιοι, να δράσουν.
Εγώ τον δικό μου τρόπο τον προσδιορίζω, βγαίνοντας και μιλώντας ελεύθερα.
Λέγοντας «Παιδιά, έχουμε πρόβλημα. Κάντε κάτι. Λάβετε δράση».
Στην Ελλάδα, πάντως, ο παίκτης δεν μιλάει εύκολα, διότι, με λίγα λόγια, τον ενδιαφέρει να είναι χαμηλών τόνων.
Δεν θέλει να κρίνεται, δεν θέλει να βγαίνει στο κοινό και να είναι δακτυλοδεικτούμενος.
Προσπαθεί να αποφύγει την φθορά, την καθημερινή φθορά.
Δεν λέω να πάμε στο άλλο άκρο και να δείχνεις με τα δάκτυλα και να κοροϊδεύεις.
Όμως, το σωστό στην υπόθεση είναι να έχεις κι εσύ λόγο. Να έχεις σκέψη και να την λες.
Διότι, ουσιαστικά, εσύ είσαι το άθλημα.
Αν δεν υπήρχαν οι αθλητές, οι μπασκετμπολίστες, δεν θα υπήρχε άθλημα.
Αν δεν παίζαμε, δεν θα υπήρχε άθλημα.
Εμείς είμαστε το μπάσκετ.
Πάντα ισχύει το «βολεύομαι στη θέση μου. Βολεύομαι με το συμβόλαιό μου, είμαι άνετος, χαλαρός, ικανοποιημένος, μου κάνει…».
Αυτά πάντα υπάρχουν.
Αναλόγως με τον χαρακτήρα του καθενός και σε ποια φάση της ζωής σου βρίσκεσαι.
Αν είσαι στα 35, θα πεις «Γιατί να ασχοληθώ εγώ; Σιγά μην ασχοληθώ».
Αν είσαι στα 19, θα ασχοληθούν οι μεγαλύτεροι.
Κάπως το αφήνεις…
Έχω υπάρξει ενεργό μέλος του ΠΣΑΚ.
Ο ρόλος του συνδέσμου των παικτών -είναι αλήθεια ότι- είναι αρκετά υποβαθμισμένος.
Δεν έχει, όμως, βοήθεια από κάπου εκτός μπάσκετ.
Δεν του έχει δώσει κάτι τη δύναμη.
Θα μου πεις… «Αθλητές είστε. Πρέπει εσείς να πάρετε και να δώσετε τη δύναμη».
Πολλές φορές, όταν βγαίνει ο αθλητής ή ο σύνδεσμος και λέει ότι «έτσι πρέπει να γίνει» και δεν συμφωνούν οι αρμόδιοι, τότε πρέπει να δυναμώσεις σ’ αυτόν τον τομέα.
Πρέπει στον ΠΣΑΚ να υπάρχουν και πιο ισχυρά άτομα.
Προ ετών, έγιναν προσπάθειες με παίκτες και από τις μεγάλες ομάδες.
Αλλά υπάρχουν πιέσεις και από τους συλλόγους.
Όταν υποκύπτεις στις πιέσεις των ομάδων, διότι από αυτές αμείβεσαι ως ενεργός αθλητής, είναι πιο δύσκολο να επέμβεις κάπου.
Ενώ, αν στον σύνδεσμο υπήρχαν περισσότεροι μη ενεργοί παίκτες, εννοώντας παιδιά που έχουν τελειώσει την καριέρα τους και θα μπορούσαν να είναι πρόεδροι, αντιπρόεδροι και μέλη, θα ήταν πιο εύκολο να περάσεις κάτι.
Πολύ απλά, διότι δεν υπάρχει η άμεση φθορά με την ομάδα που σε πληρώνει.
Στην Αμερική, Εκτελεστική Διευθύντρια της Ένωσης Παικτών ΝΒΑ είναι η δικηγόρος, Μισέλ Ρόμπερτς.
Στην Ισπανία, Πρόεδρος του Συνδέσμου των παικτών είναι ο αδερφός του Ρέγες της Ρεάλ, ο οποίος έχει αποχωρήσει εδώ και πολλά χρόνια από την ενεργό δράση.
Υπάρχουν πράγματα που μπορούν να διορθωθούν.
Αυτή τη στιγμή, η κατάσταση είναι πολύ row material.
Τα πράγματα παραμένουν πολύ πίσω, πολύ αρχικά.
Για να λέμε και το καλό του μπάσκετ, όμως, το άθλημα έχει άπειρο χώρο βελτίωσης σε όλα τα επίπεδα και όλους τους τομείς.
Υπάρχει άπειρο κενό για να φτιάξει η κατάσταση…
Έχω μιλήσει με παλαίμαχους παίκτες για το θέμα της ενασχόλησής τους με τα κοινά του μπάσκετ. Με τον ΕΣΑΚΕ ή την ομοσπονδία.
Δεν θα ήθελα να πω ονόματα. Δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος.
Όταν έχεις περάσει μία δεκαπενταετία σ’ αυτό τον χώρο και έχεις φάει και τα σκ…ά και έχεις περάσει και καλά, κάποια στιγμή έχεις ένα limit και λες «φτάνει».
Και όταν λες «φτάνει», έρχεται το «γιατί»;
Αναρωτιέσαι «Γιατί να ασχοληθώ; Τι να κάνω»;
Πρέπει να υπάρχει και κάποιος λόγος, για να το κάνει αυτό κάποιος.
Να το κάνει “για την ψυχή της μάνας του”; Δεν θα το κάνει “για την ψυχή της μάνας του”!
Πρέπει να υπάρχει κάποιος λόγος, κάποια διαδρομή και κάποιος στόχος.
Πάντα υπάρχει κίνδυνος για έναν παίκτη ή προπονητή, όταν κατακρίνει τα κακώς κείμενα, να “μείνει στην απ’ έξω”.
Δεν χρειάζεται να είσαι 35 ετών ή 28 ή και 19. Πάντα υπάρχει αυτός ο κίνδυνος.
Με το που βγει κάποιος και πει κάτι, άμεσα κατακρίνεται. Είναι δακτυλοδεικτούμενος.
Αν πει κάτι που δεν ισχύει ή κάτι που ακούγεται κακό στο αφτί εκείνου που το διάβασε και γενικά στο κοινό, κατακρίνεται αμέσως.
Συνεπώς, είναι ουσιαστικά δίκοπο μαχαίρι να μιλήσεις.
Προέρχομαι από οικογένεια αθλητών.
Και η μητέρα μου και ο πατέρας μου ασχολήθηκαν με το μπάσκετ.
Εγώ δοκίμασα πολλά αθλήματα, πριν καταλήξω στο μπάσκετ.
Το παιδί μου θα το ενθαρρύνω να ασχοληθεί με τον αθλητισμό, γενικότερα.
Είναι κάτι που βγάζει υγιεία και βοηθά το σώμα σου να εξασκηθεί.
Ωστόσο, δεν μπορώ και δεν θέλω να τον πιέσω.
Μπορώ να τον καθοδηγήσω να πάει σε μία ακαδημία μπάσκετ, ποδοσφαίρου η τένις.
Από εκεί και πέρα, θα επιλέξει το ίδιο τι του αρέσει, τι το βολεύει, τι του ταιριάζει.
Του δίνεις μία καθοδήγηση, αλλά δεν το πας αναγκαστικά.
Του δίνεις μία “σπίθα” και είναι δική του επιλογή, αν θα πάει προς τα εκεί.
Έχω παρακολουθήσει ακαδημίες ομάδων, προπονητών και παιδιά να δουλεύουν.
Το θέμα των ακαδημιών -είναι αλήθεια πως- είναι κάτι μαζικό. Προς το παρόν, τουλάχιστον.
Βεβαίως, υπάρχουν ακαδημίες, και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, οι οποίες λειτουργούν εξαιρετικά.
Ακαδημίες που ανεβαίνουν σταδιακά και άλλες που ανεβαίνουν “μπαμ” – άμεσα, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που ασχολούνται.
Το θέμα είναι να ασχολείσαι. Να ξέρεις να μάθεις τα βασικά.
Τα βασικά είναι τα σημαντικά, σε κάθε άθλημα.
Και αν μπορείς να μάθεις τα βασικά σ’ ένα παιδί, του δίνεις γερές βάσεις.
Δίνοντας γερές βάσεις σ’ ένα παιδί, είσαι μία πετυχημένη ακαδημία.
Στο παρελθόν είχα μία εμπειρία, προσπαθώντας να αναλάβω μία ακαδημία.
Δεν συνέβη, αλλά δεν απογοητεύτηκα.
Αργά ή γρήγορα, είτε εγώ είτε δικοί μου άνθρωποι θα αναλάβουμε μία ακαδημία.
Είμαι πάρα πολύ αισιόδοξος.
Μπορούμε να παρέχουμε, είτε εγώ είτε άνθρωποι, με τους οποίους θα συνεργαστώ, τα θεμέλια, ώστε να παίξει ένα παιδί μπάσκετ.
Γιατί πολύ απλά αγαπάω πολύ αυτό το άθλημα.
Μπορώ να “σπρώξω” αυτά που έχω μάθει, τις εμπειρίες που έχω, και να τα δώσω στο παιδί.
Γιατί όσο πιο γρήγορα δώσεις τέτοιες εμπειρίες στα παιδιά ή βοηθώντας τα προς τον σωστό δρόμο, και καθώς είμαι νεαρός σε ηλικία και “πιο κοντά τους”, τόσο περισσότερα μπορείς να τους περάσεις.
Όταν είσαι ακόμη στην ενεργό δράση και παίζεις μπάσκετ, είναι πιο άμεση και εύκολη η επαφή με το παιδί.
Ο Βλάντο Γιάνκοβιτς είναι διεθνής καλαθοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
Επιμέλεια βίντεο: Λουκάς Μαστροδήμος
Βίντεο / Μοντάζ: Θόδωρος Κώτσικας
CHECK IT OUT:
Βλάντο Γιάνκοβιτς: «Πόνος με χαμόγελο»
Βλάντο Γιάνκοβιτς: Πιο έτοιμος από ποτέ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: