Ένας πιονιέρος του ποδοσφαίρου και εκ των «Πατριαρχών» της ΑΕΚ, είναι ο Γιώργος Νταϊσπάγγος.
Γεννήθηκε το 1910 στον Πειραιά και η μοίρα τον έφερε σε ηλικία 14 ετών στο Νέο Φάληρο ως ποδοσφαιριστή τότε του Αστέρα Πειραιώς, να παρακολουθήσει μια νεοϊδρυθείσα ομάδα με καταβολές από την Κωνσταντινούπολη: την Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως.
Ο 14χρονος Νταϊσπάγγος «μαγεύτηκε», έβαλε σκοπό να φορέσει κάποια μέρα τη φανέλα αυτής της τεχνικής ομάδας και να γίνει συμπαίκτης με τους παίκτες που στα παιδικά του μάτια φάνταζαν ήρωες.
Τον κάλεσε στην ΑΕΚ το 1929 ο Ούγγρος διαιτητής/προπονητής Γιόζεφ Σβεντ και αγωνίστηκε στην ομάδα για έξι συναπτά έτη δίπλα σε ιερά τέρατα του συλλόγου, όπως ο Κώστας Νεγρεπόντης, ο Σταύρος Εμμανουηλίδης, ο Μάλλιος Γκάλιτς, ο Θωμάς Ασδέρης.
Ήταν παρών στον πρώτο τίτλο του συλλόγου το 1932 με την κατάκτηση του κυπέλλου κόντρα στον Άρη Θεσσαλονίκης, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, πρωταγωνιστής του τελικού μαζί με τον Γιώργο Γιάμαλη, τον Κώστα Νεγρεπόντη και τον δις σκόρερ Μπαλτά.
Παράλληλα με το ποδόσφαιρο, εργαζόταν στο οικογενειακό ραφείο στον Πειραιά, μάλιστα υπήρξε ιδιαιτέρως τεχνίτης ως ράφτης, μέχρι που στα τέλη της δεκαετίας του ’20 -το 1928 συγκεκριμένα- εκλήθη μέσω της ΑΕΚ να εργαστεί στην «ΟΥΛΕΝ» (μετέπειτα ΕΥΔΑΠ), προκειμένου να έχει περισσότερο ελεύθερο χρόνο να αφιερώνει στο ποδόσφαιρο.
Ταυτόχρονα με τη δουλειά στην «ΟΥΛΕΝ», ο Νταϊσπάγγος εργάζεται και στην ΑΕΚ, βοηθώντας όπου του ζητηθεί. Θα θητεύσει από φροντιστής μέχρι… μασέρ και υπεύθυνος ιματισμού.
Ο ίδιος δήλωνε ιδιαίτερα ευτυχισμένος για εκείνη την περίοδό του στην ΑΕΚ, τη θεωρούσε το διάστημα που δέθηκε με το σύλλογο, αφού ουσιαστικά είδε κάτι μεγάλο να γεννιέται στα χέρια του. Εγκατέλειψε την ενεργό δράση σε ηλικία 25 ετών και ξεκίνησε να δουλεύει και σαν προπονητής όσο η εποχή επέτρεπε το δόκιμο του όρου.
Γνώρισε τη χρυσή εποχή για το σύλλογο, πριν η κατοχή τα καταστρέψει όλα, μαζί και την ΑΕΚ. Ήταν ο άνθρωπος που μάζεψε τα υπάρχοντα της ΑΕΚ στο σπίτι του, ο άνθρωπος που διατήρησε την περιουσία της ΑΕΚ στο μικρό δωματιάκι στο σπίτι του στον Πειραιά, προτού μεταφερθούν όλα στο (μεγαλύτερο) σπίτι του Ραγκαβή στην πλατεία Καπνικαρέας.
Οι δρόμοι του με την ΑΕΚ προς στιγμήν χάθηκαν, εκείνος εξακολουθούσε να ασχολείται με το ποδόσφαιρο, προπονώντας τις Κουκουβάουνες, μέχρι που ήρθε η απελευθέρωση και η ΑΕΚ τον ξανακάλεσε κοντά της.
Ανέλαβε να (ξανα)οργανώσει τις ακαδημίες από την αρχή, τις πιο φημισμένες ακαδημίες στην Ελλάδα, αφού και εκεί η ΑΕΚ υπήρξε πρωτοπόρος και το 1934 είχε δημιουργήσει ένα εκπληκτικό φυτώριο από το οποίο ξεπετάχθηκαν τεράστιες μορφές της ιστορίας της όπως ο Κλεάνθης Μαρόπουλος, ο Μιχάλης Δελαβίνιας, ο Τρύφων Τζανετής.
Ταυτόχρονα με την επιστροφή του και την οργάνωση των ακαδημιών της ομάδας, ο Νταϊσπάγγος ουσιαστικά εκτελεί χρέη προπονητή όλων των ομάδων, όλων των τμημάτων.
Όλα αυτά μέχρι το 1948 που καταφθάνει στην Αθήνα ο «Τζακ» Μπέμπυ, ο Άγγλος τεχνικός που παραλαμβάνει μια αξιοζήλευτη και νεανική ομάδα από το Νταϊσπάγγο με ήδη διεθνείς ποδοσφαιριστές όπως ο Εμμανουηλίδης, ο Δαράκης, ο Παπαθεοδώρου, ο Πούλης.
Όλοι τους τεράστιες μορφές στην ιστορία της ΑΕΚ και «προϊόντα» του Γιώργου Νταϊσπάγγου. Δίπλα του, καθ’όλη τη διάρκεια της πορείας του, ο έφορος τότε Νίκος Γκούμας και ο Αντιπρόεδρος της ΑΕΚ Κωνσταντίνος Σκούρας, παππούς του Πέτρου Σ. Κόκκαλη, γιου του μετέπειτα Προέδρου του Ολυμπιακού Πειραιώς.
Κάπου εκεί ήρθε η πρώτη ρήξη με την ΑΕΚ.
Απολύθηκε και κατέληξε στον ΑΟ Κηφησιάς, δούλεψε και στη Δάφνη Αθηνών, προτού τον καλέσει ο Απόλλων Αθηνών το 1951 για να αντικαταστήσει τον Άγγλο Γκέιμπλς.
Δύο χρόνια αργότερα, τον καλεί και πάλι η μεγάλη του αγάπη, η ΑΕΚ. Αναλαμβάνει και πάλι όλες τις ομάδες του συλλόγου, με ιδιαίτερη έμφαση στα τμήματα των ακαδημιών, αλλά και πάλι απομακρύνεται το 1955.
Θα περιπλανηθεί έξι χρόνια σε Χαλάνδρι, Αθηναϊκό, Ατρόμητο Αθηνών, Άργος και ξανά στον Ατρόμητο το 1960.
Έναν χρόνο αργότερα το 1961, στην ΑΕΚ έχει σημάνει συναγερμός: έχουν επιστρέψει στη διοίκηση και στις αποφάσεις οι Γκούμας και Σκούρας και ο Νταϊσπάγγος αρνείται τις προτάσεις του ΠΑΟΚ και του Άρη για να επιστρέψει στην ΑΕΚ υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι προπονητής μαζί με τον Τρύφωνα Τζανετή.
Ζητά από το Νίκο Γκούμα να αναλάβει τις ακαδημίες που είναι η αδυναμία του και ο Πρόεδρος των Προέδρων της ΑΕΚ δεν διστάζει στιγμή να του αναθέσει όλα τα τμήματα.
Το έργο του Γιώργου Νταϊσπάγγου στις ακαδημίες της ΑΕΚ μιλάει από μόνο του: την πρώτη του περίοδο από το 1945 έως το 1949 προωθεί ιερά τέρατα όπως ο Πούλης, ο Εμμανουηλίδης, ο Παραγυιός, ο Παπαθεοδώρου, ο Οικονόμου, ο Σεβαστιάδης, ο Δαράκης.
Όλοι τους διεθνείς με τα εθνικά κλιμάκια. Η δεύτερη «φουρνιά» της τριετίας 1953/55 θα βγάλει τον Βερνέζη, τον Μελίσση, τον Αλαφογιάννη, τον Αδαμαντίδη, τους αδερφούς Αργυρόπουλους.
Η τρίτη του μεγάλη ομάδα βγάζει «τοτέμ» της ΑΕΚ, όπως ο Καραφέσκος, ο Σταθόπουλος, ο Σιμιγδαλάς, ο Σεβαστόπουλος, ο Πομώνης, ο Καγιανάς, ο Ανδρίκουλας, ο Κρητικός.
Συνεχίζει την τριετία 1963/66 με τους Λαβαρίδη, Μανιατέα, Καραπουλιτίδη, Σαρρή, Κυρμιζά, Καρακίδη, Στεφάνου, το 1966/69 τους Θηβαίο, Τριανταφύλλου, Λιάκουρη, Ιστόριο, Ψυχογυιό, Θεοδωρίδη, Μοσχάκη, Παπαϊωάννου, Γιαννόπουλο και κλείνει με τους Καρούλια, τους αδερφούς Καρυπίδη, Παπαγιάννη, Κοντόπουλο την τριετία 1969/71.
Στα 19 χρόνια της προπονητικής του παρουσίας στα τμήματα υποδομής, η ΑΕΚ θα κατακτήσει 18 τίτλους.
-Αήττητοι πρωταθλητές Αθηνών στους Εφήβους το 1946/47, χρυσό μετάλλιο ΕΣΠΑ 1946/47.
-Αήττητοι και πάλι πρωταθλητές Αθηνών στους Εφήβους το 1948/49.
-Η β’ ομάδα της ΑΕΚ πρωταθλήτρια Αθηνών το 1953/54.
-Οι Έφηβοι και πάλι αήττητοι πρωταθλητές το 1953/54.
-Πρωταθλητές Νότου στο πρωτάθλημα της ΕΠΟ το 1963/64 με μια θρυλική ομάδα που στη συνέχεια κέρδισε και το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων αήττητη.
-Πρωτάθλημα Εφήβων 1964/65 και το Πανελλήνιο και τη Νοτίου Ελλάδος.
-Πρωτάθλημα, η β’ ομάδα της ΑΕΚ επίσης Πρωταθλήτρια Νότου και πάσης Ελλάδος και το 1964/65 και το 1965/66 και το 1966/67 (πρωτάθλημα ερασιτεχνών) αήττητη και το επίσης αήττητο πρωτάθλημα Εφήβων του 1967/68.
Αρχιτέκτονας όλων αυτών των επιτυχιών, ο Γιώργος Νταϊσπάγγος.
Ο ίδιος υπήρξε εκ των ιδρυτικών μελών του Συνδέσμου Ελλήνων Προπονητών, τον οποίο υπηρέτησε πλέον δεκαετίας ως Γενικός του Γραμματέας.
Έχει καθίσει ως «πρώτος» στον πάγκο της ανδρικής ΑΕΚ και μετά τη δεκαετία του ’40 και του ’50, το 1967 στα Σκόπια εναντίον της Βαρντάρ και στην Κοστάντσα εναντίον των Ρουμάνων της Φαρούλ εξ αιτίας του ότι δεν μπορούσε να εισέλθει στα κράτη του Ανατολικού μπλοκ ο Γένε Τσάκναντυ.
Και από τις δύο έδρες η ΑΕΚ έφυγε αήττητη, αποσπώντας ισόπαλα αποτελέσματα.
Τελευταία φορά που κάθισε στο πάγκο της ΑΕΚ, στα τέλη του 1967 στη Λουμπλιάνα (πάλι λόγω του «κωλύματος» του Τσάκναντυ), όπου η ΑΕΚ χρειάστηκε να μείνει με 9 πάικτες στο τέλος για να ισοφαριστεί από την τοπική Ολίμπια στο τελικό 3-3.
Δεν υπάρχουν όρια για την προσφορά του Γιώργου Νταϊσπάγγου, η λατρεία του για την ΑΕΚ υπήρξε παροιμιώδης, με χαρακτηριστικό ανέκδοτο όπως έχει αφηγηθεί ο ίδιος το «σκασιαρχείο» του το 1927 σε ηλικία 17 ετών από το σπίτι του στον Πειραιά, για να ακολουθήσει την ομάδα σε μια εκδρομή στη «Χελιδονού».
Ήταν Καθαρή Δευτέρα και ο Νταϊσπάγγος είπε ψέμματα στη μητέρα του ότι πηγαίνει στο ραφείο για να ακολουθήσει τον Νεγρεπόντη και την παρέα του από τον Πειραιά στη «Χελιδονού» στην Κηφισιά, απόσταση που εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ μεγάλη (η Κηφισιά εθεωρείτο εξοχή για τους Αθηναίους, πολλώ δε για τους Πειραιώτες όπως ο Νταϊσπάγγος).
«Έφυγε» με το παράπονο ότι η ΑΕΚ ποτέ δεν τον τίμησε και μέχρι σήμερα δεν έχει αναγνωριστεί η προσφορά και η αφοσίωσή του στο σύλλογο, γεγονός που καθιστά την ΑΕΚ έκθετη απέναντι στην ίδια της την ιστορία.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro