Το καλοκαίρι του 2010, η ξεκούραση είναι πολύ λίγη, είναι δεν είναι δύο εβδομάδες.
Αυτό γιατί ο Παναθηναϊκός έχει κλείσει φιλικούς αγώνες στις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι εντολή της ομάδας να ακολουθήσουν και οι διεθνείς.
Είναι παιχνίδια με συλλόγους όπως η Μίλαν και η Ίντερ και στην ομάδα έχουν έρθει και κάποιοι νέοι παίκτες όπως ο Λουίς Γκαρσία, ο Γκοβού και ο Μπουμσόνγκ.
Η ομάδα αρχίζει πολύ καλά, αλλά μετά από λίγους μήνες κάνει μια κοιλιά, νομίζω ήταν και λίγο αναμενόμενο αυτό. Εγώ και ο Λέτο έχουμε περάσει μικροτραυματισμούς, αλλά και σωματικά και ψυχολογικά είμαι καλά και βασικός.
Στους ομίλους του Champions League, η πορεία μας δεν είναι καλή, με μόλις δύο ισοπαλίες. Είναι περίπου μέσα Νοέμβρη όταν αποχωρεί ο Νίκος Νιόπλιας.
Ένας προπονητής που πάντα εκτιμούσα και θεωρούσα δικό μου άνθρωπο καθώς με έχει βοηθήσει σημαντικά. Με κατανοούσε πάντα, ένιωθα εμπιστοσύνη να του ανοιχτώ και είχαμε πολύ καλή σχέση. Όχι μόνο εγώ, πιστεύω και όλα τα παιδιά στην ομάδα.
Δυστυχώς, όταν έρχονται αρνητικά αποτελέσματα σε μια ομάδα, ο πρώτος που την πληρώνει είναι ο προπονητής.
Έρχεται ο Ζεσουάλδο Φερέιρα. Άλλος τρόπος αντιμετώπισης, άλλος τρόπος προσέγγισης του παιχνιδιού. Πορτογαλική φιλοσοφία, την οποία έχω ξαναδεί με τον Πεσέιρο, αλλά με επιρροές από το ισπανικό ποδόσφαιρο.
Πολύ καλός προπονητής με πολλές γνώσεις και κυρίως καλός άνθρωπος. Έχω μόνο καλές αναμνήσεις από αυτόν, γιατί είναι εκείνος που όχι μόνο μου άλλαξε θέση, αλλά και σκεπτικό για το ποδόσφαιρο.
Πριν, έπαιζα 10άρι ή δεξιά. Αυτός με έβαλε αριστερό αμυντικό χάφ. Αυτό που παλιά λέγαμε «8άρι». Από τις πρώτες προπονήσεις μού είπε ότι έχω τα στοιχεία της νέας μου θέσης: κάθετη μπαλιά, πάσα, αίσθηση του χώρου, κίνηση, χειρισμό μπάλας.
«Αυτή είναι η θέση σου στο σύγχρονο ποδόσφαιρο», μου είπε. Και είχε δίκιο γιατί σιγά σιγά οι ομάδες εγκατέλειπαν αυτό το στιλ παιχνιδιού. Σήμερα σχεδόν κανένας δεν παίζει με «10άρι». Ούτε κι εγώ θέλω να λογίζομαι ως τέτοιο.
Οι περισσότεροι παίζουν πια με τρεις στο κέντρο σε σχήμα ρόμβου: ένας πίσω και δύο μπροστά. Έτσι άρχισα να βάζω άλλα πράγματα στο παιχνίδι μου, δυνάμωσα και έδωσα πολύ σημασία στο τακτικό κομμάτι. Αυτό ήθελε ο κόουτς από μένα. Περισσότερο τη θέση, παρά την ασίστ, τη φάση.
Σίγουρα, είχα την επιθυμία να φαίνομαι στο γήπεδο και να έχω ενεργό ρόλο, αλλά από την άλλη ήταν κάτι καινούργιο που μου τραβούσε το ενδιαφέρον.
Είχα από πίσω μου τον Σιμάο ή τον Ζιλμπέρτο, να «μαζεύουν» ότι περνούσε σαν κόφτες και να αφήνουν εμάς στο κέντρο να κάνουμε το παιχνίδι. Ομολογώ ότι μου άρεσε η αλλαγή και η νέα θέση.
Αριστερά μου είχα τον Λέτο, δεξιά μου τον Κατσουράνη ή τον Καραγκούνη, σπουδαίοι όλοι γύρω μου, έπρεπε απλά να προσαρμοστώ στις συνθήκες. Έπαιξα όλη τη χρονιά, με πολλές συμμετοχές, αρκετά γκολ και ασίστ.
Κάνουμε τρομερό come back στο πρωτάθλημα, αλλά στο «Καραϊσκάκης», το γκολ του Κατσουράνη που ακυρώνεται και όλα τα γεγονότα που συνέβησαν μας σταματάνε και χάνουμε την ευκαιρία να διεκδικήσουμε το πρωτάθλημα με μια μεγάλη ανατροπή.
Στην Εθνική ομάδα συμμετέχω κανονικά, έχω παίξει σχεδόν σε όλα τα ματς με προπονητή πια τον Φερνάντο Σάντος, ο οποίος με βάζει μεν δεξιά, αλλά αυτό δεν μου δημιουργεί κανένα πρόβλημα.
Είχα καλές εμφανίσεις με έναν προπονητή που ήταν ο πιο απαιτητικός από όσους έχω συνεργαστεί και ζητούσε απόλυτη πειθαρχία από τους παίκτες του στο κομμάτι της τακτικής.
Θυμάμαι ότι αρχίζουμε τα προκριματικά του EURO 2012 τον Σεπτέμβριο μουδιασμένα, με δύο ισοπαλίες και μετά ανεβάσαμε ρυθμούς. Θεωρώ συνολικά ότι ήταν μια γεμάτη χρονιά για μένα, όχι τόσο φαντεζί, αλλά ουσιαστική.
Όμως, όταν η ομάδα μου δεν είναι πρώτη ή μένει με τέτοιο τρόπο εκτός τίτλου, κανείς δεν θυμάται τι έχεις κάνει ή τα καλά δικά σου παιχνίδια.
ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ «ΠΡΑΣΙΝΟ» ΦΙΝΑΛΕ
Τον Ιούνιο ξεκουράζομαι όσο θα ήθελα, δεν έχω υποχρεώσεις. Νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά μετά από 4-5 χρόνια που κάνω 20 μέρες διακοπές.
Η προετοιμασία με τον Φερέιρα αρχίζει πολύ νωρίς, πάμε καλά και γενικά είναι σημαντικό ότι συνεχίζει ο ίδιος προπονητής και δεν έχουμε πάλι αλλαγή.
Μπαίνουμε τέλη Ιουλίου σε ρυθμό αγώνων και αποκλειόμαστε από το Champions League από την Οντένσε. Πρώτο σοκ! Πολύ κακό κλίμα.
Μετά παίζουμε πλέι-οφ Europa League. Αποκλεισμός από τη Μακάμπι. Δεύτερο σοκ. Ξέραμε από κει και πέρα ότι θα είμαστε κάθε Κυριακή στο πρωτάθλημα με την πλάτη στον τοίχο. Δεν υπάρχει άλλος στόχος.
Ευτυχώς, αρχίζουμε με νίκη στην Κέρκυρα και ακολουθεί η διακοπή για την εθνικές ομάδες. Αγώνας στο Τελ Αβιβ με το Ισραήλ. Στο 60ο λεπτό σκοράρω το γκολ με το οποίο νικήσαμε 1-0, πολύ σημαντική νίκη για να βγούμε πρώτοι στον όμιλο, πάνω από την Κροατία.
Μετά από λίγο, τραυματίζομαι στο γόνατο. Συνεχίζω να παίζω για περίπου 8-10 λεπτά, γιατί δεν το έχω καταλάβει. Δεν έχω ακούσει «κρακ», δεν έχω ακούσει τίποτα. Μόνο ένα μούδιασμα ένιωσα από το δυνατό χτύπημα. Πώς χτυπάς στο νεύρο; Κάτι τέτοιο. Μου φεύγει, ξαναμπαίνω.
Κατάλαβα ότι έχω κάτι σοβαρό όταν μου έρχεται η μπάλα, πάω να την αλλάξω από το ένα πόδι στο άλλο και νιώθω το γόνατο να «φεύγει», δεν έχω καθόλου δύναμη να πασάρω. Ζητάω αλλαγή. Βάζω πάγο.
Το ματς τελειώνει, είναι όλοι χαρούμενοι κι εγώ μαζί, γιατί έχω βάλει το νικητήριο γκολ. Λέω στον Χρήστο Καρβουνίδη, τον φυσιοθεραπευτή μας: «Δες το λίγο, έχει κρυώσει πλέον και δεν μπορώ να περπατήσω».
Ξαπλώνω, μου κάνει κάποιες κινήσεις και βλέπω το γόνατο να «παίζει». Το έχω δει παλαιότερα σε συμπαίκτες μου και παγώνω. Ο Χρήστος δεν μου λέει κάτι, αλλά βλέπω τον Καραγκούνη και τον Τζαβέλλα παγωμένους κι αυτούς δίπλα, γιατί το έχουν πάθει πιο παλιά.
Εγώ παραμένω αισιόδοξος ότι δεν έχω κάτι σοβαρό, γιατί θυμάμαι ένα σκηνικό επί Ρεχάγκελ με τον Σωτήρη Κυργιάκο. Είχα δει τότε στα αποδυτήρια το γόνατό του να «τζογάρει», αλλά τελικά δεν ήταν κάτι σοβαρό, μια απλή κάκωση. Έχω κι εγώ στο μυαλό μου ότι έχω το ίδιο.
Πάμε σε ένα ιδιωτικό κέντρο, γιατί στο Ισραήλ είναι «Σαμπάτ» και δεν λειτουργεί τίποτα. Κάνουμε μαγνητική και περιμένουμε. Το βράδυ στο ξενοδοχείο με ειδοποιεί ο Τάκης Φύσσας ότι θέλει να με δει με το γιατρό, τον Χάρη Χριστόπουλο.
Μου λένε ότι πράγματι είναι χιαστός. Τεράστια στεναχώρια. Ξέρω ότι αυτό σημαίνει έξι μήνες εκτός δράσης, που μου κόβουν τη σεζόν στη μέση. Είναι ότι χειρότερο μου έχει τύχει, ως εκείνη τη στιγμή.
Προέχει όμως η υγεία μου. Όλη η ομάδα το βράδυ είναι δίπλα μου. Ο Κατσούρ, ο Κάρα, ο Λύμπε, όλοι. Μιλάω και με τον Παναθηναϊκό, που μου συμπαραστέκεται σ’ όλο αυτό.
Επιστρέφω στην Ελλάδα, από το αεροδρόμιο κατ’ ευθείαν στο νοσοκομείο για νέες εξετάσεις. Τη Δευτέρα το πρωί μπαίνω χειρουργείο με τον γιατρό του Παναθηναϊκού, Παναγιώτη Κουλουμέντα.
Από τη στιγμή που ξυπνάω, έχω ένα στόχο: να επιστρέψω όσο πιο γρήγορα γίνεται, να παίξω με την ομάδα μου και να πάω με την Εθνική στο EURO.
Ακολουθεί ένα μεγάλο και δύσκολο διάστημα. Δεν το είχα ξαναζήσει. Ο πρώτος μήνας με τις πατερίτσες, αφόρητος. Μετά, αρχίζω περπάτημα και ασκήσεις.
Σβήνω τις μέρες, τις εβδομάδες, τους μήνες, μετρώντας αντίστροφα. Κάθε μέρα θεραπεία και ενδυνάμωση δύο φορές, τρεις ώρες το πρωί και τρεις το απόγευμα. Για πέντε μήνες αυτό.
Από τον Κωτσή στον Καρβουνίδη και το ανάποδο. Με δυνάμωσε όλο αυτό. Δούλεψα το σώμα μου τόσο πολύ, σε απίστευτο βαθμό… Ένιωθα πιο δυνατός από πριν και ήξερα ότι θα γυρίσω ακόμα καλύτερος.
Είμαι έτοιμος τον Φεβρουάριο. Είχα φτάσει να παρακαλάω να μπω γρηγορότερα από ότι όριζε το πρωτόκολλο. Από τους 4,5 μήνες κιόλας. Τελικά με έβαλαν στους 5,5.
Στο εξάμηνο πάνω, που μπαίνω καλά, ο Λέτο είναι ασταμάτητος σαν σέντερ-φορ και η ομάδα σε τρομερό ρυθμό. Κάπου εκεί, ο Αργεντινός αρχίζει να πονάει και δεν αντέχουμε γιατί δεν έχουμε βάθος στο ρόστερ.
Ενδιάμεσα, έχω αρχίσει τις συζητήσεις για την ανανέωση του συμβολαίου μου που λήγει το καλοκαίρι. Η πρόταση που έχω δεν είναι αυτή που θέλω, γιατί κανείς στον Παναθηναϊκό δεν πιστεύει ότι μετά από χιαστό θα γυρίσω απόλυτα καλά ή θα έχω άλλη πρόταση.
Γενικότερα, οι συνθήκες στην ομάδα δεν είναι ιδανικές καθώς έχουν ήδη φανεί τα πρώτα σύννεφα στην πολυμετοχικότητα και έχω αποφασίσει ότι αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά να φύγω.
Εκτιμούσα ότι η ομάδα έχει κάνει τον κύκλο της, ένιωθα από και προς εμένα κορεσμό, ότι κι εγώ έχω κάνει τον κύκλο μου στην ομάδα και δεν έβλεπα προοπτική.
Ο Φερέιρα, προς τιμήν του, μου λέει ότι εκείνος, ανεξάρτητα από τι θα γίνει τελικά, θα με χρησιμοποιεί κανονικά και αυτό ήταν πολύ μεγάλο αβαντάζ για μένα.
Επανήλθα το Μάρτιο σε ένα ματς με τον ΟΦΗ και έπαιξα από και πέρα σχεδόν σε όλα. Επέστρεψα πολύ καλά, χωρίς φόβο για το γόνατό μου, δυνατός.
Το να μη φοβάμαι, το είχαμε δουλέψει από τις πρώτες μέρες της αποθεραπείας και της ενδυνάμωσης. Να μη διστάζω στις επαφές. Και αυτό το δούλεψα επιπλέον από τις πρώτες προπονήσεις με την ομάδα. Έκανα τάκλιν ή έπεφτα δυνατά για να το αποβάλλω. Ζητούσα να με σπρώχνουν λίγο παραπάνω.
Είχα στόχο να μην μπω με φόβο και το πέτυχα. Η επιστροφή μου έγινε σε τόσο καλό βαθμό που ο Φερνάντο Σάντος με επέλεξε για το EURO 2012.
Στην τελική φάση, είχα πολλές απαιτήσεις από τον εαυτό μου. Ένιωθα καλά, αλλά είχα πολύ πολύ άγχος. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το νοκ-άουτ παιχνίδι με τη Γερμανία. Πολύ σημαντικό σημειολογικά για όλη την Ελλάδα, ως το τελευταίο χωριό. Και όχι μόνο ποδοσφαιρικά, καθώς έχουμε ήδη μπει στα χρόνια της κρίσης.
Κι εμείς θέλαμε να δείξουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Το πιστεύαμε, ειδικά μετά τη νίκη επί της Ρωσίας, όπου ανατρέψαμε την κατάσταση. Νιώθουμε τη ζεστασιά και το «σπρώξιμο» του κόσμου.
Άλλωστε, και πριν και μετά τη διοργάνωση, στα εντός έδρας ματς στο «Καραϊσκάκης» έχουμε συνέχεια 25 και 30 χιλιάδες κόσμο. Και εκτός Ελλάδας μας ακολουθούν παντού.
Ήμουν τυχερός που έζησα όλα αυτά τα καλά χρόνια από το 2009 ως και το 2014. Δυστυχώς, το παιχνίδι με τη Γερμανία δεν μας πάει όπως θέλουμε. Κι εγώ δεν είμαι καλός κι όλη η ομάδα.
Πριν από την τελική φάση, έχω υπογράψει στην Πάρμα. Υπάρχουν αρκετές ομάδες που περίμεναν να δουν πώς θα γυρίσω, αλλά η Πάρμα με είχε προσεγγίσει πρώτη απ’ όλους πριν καν επιστρέψω, δείχνοντάς μου ότι με ήθελε. Το θεωρώ πολύ μεγάλο βήμα στην καριέρα μου και είμαι ενθουσιασμένος.
Δεν υπήρχε στο μυαλό μου το ενδεχόμενο να πάω σε άλλη ελληνική ομάδα, οπότε το εξωτερικό ήταν η μόνη λύση. Ήταν μια πολύ δύσκολη απόφαση, αλλά δεν γινόταν αλλιώς.
Ο Παναθηναϊκός ήταν και θα είναι η ποδοσφαιρική οικογένειά μου στην Ελλάδα.
Όταν έφυγα, συνειδητοποίησα το δέσιμο που είχα με τους ανθρώπους, τους συμπαίκτες μου και τον κόσμο.
Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΟΚ
Γυρίζοντας στην Ελλάδα από το EURO, ταξιδεύω για Ιταλία. Όλα πρωτόγνωρα για μένα. Νέα ομάδα, άλλοι άνθρωποι, άλλο περιβάλλον, άλλη νοοτροπία, ξένη γλώσσα αν και έχω κάνει λίγα μαθήματα πριν φύγω.
Αρχίζουμε κατ’ ευθείαν προετοιμασία και η προσαρμογή μου θέλει χρόνο. Πρέπει να ενσωματωθώ το συντομότερο δυνατό. Είμαι μόνος μου και εκεί. Δύσκολες μέρες στην προετοιμασία που ήταν πολύ δυνατή, η πιο έντονη που είχα κάνει ως τότε.
Αισθανόμουν στιγμές να «χάνομαι». Πολύ δουλειά στο τακτικό κομμάτι, που βγήκε από τα πρώτα κιόλας παιχνίδια. Είχα πολύ καλή φυσική κατάσταση. Φαινόταν αυτό όποτε επέστρεφα για τα ματς της Εθνικής, η οποία είχε μπει στο μεταξύ στο δρόμο για το Μουντιάλ της Βραζιλίας με τα προκριματικά.
Έπαιζα και ένιωθα διαφορετικός. Έτσι κύλησαν οι πρώτοι έξι μήνες, με αρκετές συμμετοχές, λίγο πάνω από το 50% των αγώνων συνολικά. Σίγουρα, δεν με ικανοποιούσε αυτό απόλυτα, αλλά από την άλλη ήμουν 22 ετών, πρώτη φορά στο εξωτερικό.
Έκανα συνολικά 14 παιχνίδια, κυρίως σαν «8άρι», πίστευα όμως ότι μπορούσα παραπάνω. Δεν ήθελα με τίποτα να βγω εκτός Εθνικής ομάδας, λόγω απραξίας.
Ήδη, ο Σάντος μου είχε στείλε το μήνυμα, σε ένα φιλικό τον Φεβρουάριο δεν με κάλεσε, γιατί ήμουν ένα μήνα εκτός αγώνων. Ήταν ένας προπονητής που έδινε πολύ σημασία σ’ αυτό.
Εδώ, πρέπει να πω ότι όταν εγώ είχα μιλήσει με την Πάρμα αρχικά, είχαν άλλο προπονητή, ενώ όταν πήγα το καλοκαίρι είχαν άλλο, τον Ρομπέρτο Ντοναντόνι.
Όσο κυλούσε η σεζόν, άρχιζε να μπαίνει στο μυαλό μου η ιδέα να πάω κάπου ώστε να αγωνίζομαι περισσότερο. Στη μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου τέθηκε θέμα να πάω δανεικός στην Ισπανία, αλλά δεν προχώρησε, δεν με άφησε η ομάδα, γιατί ήθελε να βάλει υποχρεωτική οψιόν αγοράς κι όχι προαιρετική.
Μένω λοιπόν, αλλά παίζω πλέον αισθητά λιγότερο. Δεν μου άρεσε που έμενα εκτός και δεν είχα θέση και ρόλο, ένιωθα θηρίο στο κλουβί. Είπαμε λοιπόν με την ομάδα ότι εφόσον μένει ο Ντοναντόνι και έρχεται χρονιά Μουντιάλ να πάω κάπου να παίξω δανεικός.
Επιστρέφω το καλοκαίρι στην Ελλάδα για διακοπές και γυρίζω πάλι για προετοιμασία στην Πάρμα.
Στο μυαλό μου δεν υπήρχε ο ΠΑΟΚ και γενικά δεν είχα στα πλάνα μου την επιστροφή στην Ελλάδα, άλλωστε ο Παναθηναϊκός που θα ήταν θεωρητικά σε μια τέτοια περίπτωση η μόνη μου επιλογή, δεν μπορούσε να καλύψει ούτε στο μισό το συμβόλαιό μου, γιατί είχε μπει σε καθεστώς οικονομικής εξυγίανσης.
Επιπλέον, είχα και προβλήματα με την εκπροσώπησή μου και δεν υπήρχε εκείνο το διάστημα κάποιος άνθρωπος κοντά μου, ώστε να μου βρει ομάδα στο εξωτερικό. Ο ΠΑΟΚ έχει μπει στην εποχή Σαββίδη και έχει ήδη δείξει έντονο ενδιαφέρον για μένα, θέλοντας να τονώσει το ελληνικό στοιχείο στο σύλλογο.
Έτσι, αποφάσισα να κάνω αυτό το βήμα και να επιστρέψω.
Ήξερα πόσο δύσκολο θα είναι, πώς θα αντιμετωπιστώ, αλλά δεν με πτόησε. Έκλεισα τα αυτιά μου και τα μάτια μου και προχώρησα.
Στην αρχή, όντως, ήταν δύσκολα με τον κόσμο. Στην Θεσσαλονίκη υπάρχει πολύ μεγάλη πίεση και αντιμετώπισα δυσπιστία, γιατί η ομάδα είχε στόχο το πρωτάθλημα.
Στα πρώτα παιχνίδια δεν το σκεφτόμουν πολύ όλο αυτό και δεν το αντιμετώπισα κιόλας για να είμαι ειλικρινής. Ο προπονητής, ο Χουμπ Στέφενς, με χρησιμοποίησε αρχικά ως αμυντικό χαφ, μετά λίγο δεξιά, μετά αριστερό χαφ. Δεν είχα θέση. Με έβαζε λίγο στο πρωτάθλημα και πολύ στα ευρωπαϊκά ματς.
Αργότερα, δεν έπαιζα καθόλου στην Ελλάδα και μόνο στην Ευρώπη. Άλλη αντιμετώπιση τελείως. Ο κόσμος περίμενε από μένα γκολ και ασίστ, αλλά εγώ έπαιζα κόφτης σε πολλά ματς, μαζί με τον Τζιόλη.
Η πρώτη πολύ δύσκολη στιγμή ήταν όταν παίξαμε με τον Παναθηναϊκό στην Τούμπα, αρχές Οκτωβρίου. Είχα ζήσει την Τούμπα ως αντίπαλος σε ντέρμπι, τώρα ήταν η ώρα να το δω και από την πλευρά του γηπεδούχου.
Ήταν πολύ έντονα τα συναισθήματά μου. Έπρεπε να το καταπολεμήσω αυτό. Να μην το δείξω. Σκεφτόμουν τι θα γινόταν αν έβαζα γκολ. Ξέρω σίγουρα ότι δεν θα το πανηγύριζα. Ήταν μια από τις πιο άσχημες στιγμές που έχω ζήσει στην καριέρα μου.
Ο ΠΑΟΚ νίκησε, παίζω βασικός και έχω καλή απόδοση, παρότι ένιωθα αμήχανα και νευρικά. Ακόμα χειρότερα ήταν στο δεύτερο γύρο στην Λεωφόρο.
Ο Παναθηναϊκός με τον Αναστασίου πήγαινε «τρένο», έπαιζε σαν δαιμονισμένος, εμείς δεν ήμασταν σε καλή κατάσταση. Ο κόσμος δεν με υποδέχθηκε, φυσικά, με ανοικτές αγκάλες. Περίμενα ότι θα υπάρχουν αποδοκιμασίες, ήταν φυσικό.
Παρ’ όλα αυτά, όταν το έζησα, με πείραξε, με ενόχλησε. Ένιωσα άσχημα. Τα πόδια μου κομμένα. Όμως δεν κατακρίνω τον κόσμο, είναι μέσα στο πρόγραμμα αυτά. Προσπαθούσα να συγκεντρωθώ στο παιχνίδι και να μην ακούω την κερκίδα.
Τέλη Φεβρουαρίου, παίζουμε με Μπενφίκα, απολύεται ο Στέφενς και αναλαμβάνει ο Γιώργος Γεωργιάδης. Μέσα σε ένα βράδυ, βγήκα εκτός αποστολής. Σταμάτησα να παίζω.
Μίλησα μαζί του από την πρώτη στιγμή που με άφησε εκτός. Του είπα ότι έχω έρθει στην ομάδα για να παίζω κι όχι για να κάθομαι, εφόσον το αξίζω.
Μου απάντησε ότι είμαι πολύ καλός ποδοσφαιριστής κι αν είμαι καλός στις προπονήσεις θα παίζω. Με ικανοποίησε η απάντηση γιατί αυτό ήθελα κι εγώ: εφόσον είμαι καλός, να έχω ενεργό ρόλο στην ομάδα.
Ένιωσα ότι ένας πρώην παίκτης, όπως αυτός, που έχει κατακτήσει μάλιστα το EURO, το 2004, κατάλαβε την επιθυμία μου να είμαι στην Εθνική ομάδα στο Μουντιάλ, πόσο μάλλον αφού είχα παίξει σε όλα τα προκριματικά.
Τον επόμενο μήνα, τα δίνω όλα στις προπονήσεις. Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Το παραδέχεται και ο προπονητής. Όμως, συνεχίζει να με αφήνει εκτός αποστολής. Κάποια στιγμή, καταλαβαίνω ότι δεν υπάρχει μέλλον. Έτσι κι αλλίως, εγώ δεν είχα οψιόν στο συμβόλαιό μου για να μείνω.
Ότι και να γινόταν, θα γυρνούσα στην Ιταλία. Αντιλαμβάνομαι ότι κάνουν εκκαθάριση υλικού και ότι εμένα και κάποιους άλλους μας κάνουν στην άκρη. Φτάνει η ώρα του τελικού κυπέλλου Ελλάδος και δεν θα παίξουν για διάφορους λόγους ο Κατσουράνης, ο Αθανασιάδης, ο Νάτχο και άλλοι.
Έρχεται ο Γεωργιάδης στην αρχή της εβδομάδας και μου λέει: «Επειδή έχουμε απουσίες, θα παίξεις με τον Παναθηναϊκό σαν αμυντικό χαφ». Ανεβάζω ακόμα περισσότερο ρυθμό για να είμαι έτοιμος.
Μια μέρα πριν από το ματς, βλέπω ότι στην προπόνηση με αλλάζει στο δίτερμα και από τους βασικούς με πάει στους αναπληρωματικούς. Την επομένη, ανακοινώνει την ενδεκάδα. Δεν είμαι μέσα.
Πριν από το παιχνίδι μου λέει: «Δεν σε ξεκινάω, αλλά θα σε χρησιμοποιήσω στο δεύτερο ημίχρονο. Να είσαι έτοιμος».
Λέω «ΟΚ, κανένα πρόβλημα».
Στο ημίχρονο χάνουμε και πιστεύω ότι επειδή δεν είμαστε καλοί, θα πάρω έστω κι έτσι την ευκαιρία μου. Σηκώνει όλους τους παίκτες για ζέσταμα εκτός από εμένα και τον δεύτερο τερματοφύλακα.
Εκεί καταλαβαίνω ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναπαίξω. Επιστρέφουμε και έχει αγώνα πλέι-οφ. Με αφήνει εκτός αποστολής. Εκεί δεν άντεξα. Του είπα ότι αυτό που γίνεται είναι κοροϊδία.
Έχω καταλάβει ότι πλέον με 2,5-3 μήνες εκτός ομάδας, δύσκολα θα πάω με την εθνική στο Μουντιάλ. Πώς να με πάρει ο προπονητής με τόσους μήνες απραξίας; Με πείραξε πάρα πολύ αυτό.
Μίλησα με τον Τάκη Φύσσα που μου εξήγησε την κατάσταση. Του είπα ότι καταλαβαίνω απόλυτα την απόφαση και ότι ο Σάντος έχει δίκιο. Με τον Πορτογάλο μίλησα λίγες μέρες πριν η αποστολή αναχωρήσει για Βραζιλία.
Πήγα στο ξενοδοχείο για να χαιρετήσω τους συμπαίκτες μου, τους προπονητές και το τιμ και να τους ευχηθώ καλή επιτυχία. Του είπα ότι κατανοώ απόλυτα αυτό που έγινε.
Αλλά με πείραξε πολύ. Ένιωσα ότι άφησα κάτι ανολοκλήρωτο.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟ
Είναι το τρίτο καλοκαίρι που αρχίζω προετοιμασία με τη Πάρμα. Νωρίτερα έχω δουλέψει ατομικά στη Γαλλία, γιατί αισθανόμουν με όλο αυτό που έγινε στον ΠΑΟΚ ότι έχω μείνει λίγο πίσω.
Στην Ιταλία και εγώ και η ομάδα και ο προπονητής ξέρουμε ότι δεν θα συνεχίσω εκεί, αν και είμαι πολύ καλά αγωνιστικά. Αυτό που θέλω είναι να πάω σε μια ομάδα και να παίζω. Δεν συμμετέχω στα φιλικά, με πιάνει άγχος να βρω σύντομα μια λύση για την καριέρα μου.
Πανικοβάλλομαι. Δεν ήθελα να περιμένω ως τις 30 Αύγουστου, όπως είχε γίνει με τον ΠΑΟΚ. Ήθελα να ξέρω τι θα γίνει το συντομότερο. Αποφασίζω από μόνος μου να λύσω το συμβόλαιό μου. Να μην «κάτσω» πάνω σ’ αυτό. Εκ των υστέρων, αποδείχθηκε μια λάθος, κίνηση γιατί έπρεπε πρώτα να βρω μια ομάδα και μετά να το κάνω αυτό.
Εκείνη τη στιγμή, όμως, θεώρησα πως έκανα το σωστό. Πίστευα ότι έτσι θα ήταν πιο εύκολο να πάω κάπου γρήγορα εφόσον ήμουν σε καλή αγωνιστική κατάσταση.
Όμως δεν είχα μάνατζερ και δεν βρήκα τίποτα. Ο καιρός περνούσε και δεν υπήρχε τίποτα αξιόλογο. Μένω σχεδόν τρεις μήνες χωρίς ομάδα, μόνο με ατομικές προπονήσεις.
Εν τω μεταξύ, ο Τάκης Φύσσας έχει γυρίσει στον Παναθηναϊκό. Έχουμε μιλήσει τέλη Σεπτέμβρη και μου κάνει κρούση να σκεφτώ την επιστροφή, εφόσον δεν έχω βρει κάτι. Ομολογώ ότι και με όσα είχαν γίνει στον ΠΑΟΚ δεν θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα, δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή.
Μου ευχήθηκε να βρω κάτι καλό, του είπα ότι περιμένω από μέρα σε μέρα. Αυτό το κάτι δεν ήρθε ποτέ. Ο καιρός πέρασε και κάποια στιγμή βρεθήκαμε τυχαία με τον Γιάννη Αναστασίου. Είχα κάνει και μια ακόμα επαφή με τον Φύσσα και το θέμα μου αναθερμάνθηκε.
Αυτοί οι δύο άνθρωποι ουσιαστικά συνέβαλλαν στην επιστροφή μου.
Εγώ το μόνο που ζητούσα ήταν μια ευκαιρία να παίξω. Δεν με ένοιαζε τίποτε άλλο. Είπα ναι σε όλα. Ήθελα να μπω σε ένα περιβάλλον που θα με αγκαλιάσει, που θα με κάνει να νιώσω καλά για να παίξω. Αυτό μου έλειπε.
Επέστρεψα στις προπονήσεις τον Νοέμβριο με κέφι, αγάπη και όρεξη και τον Ιανουάριο άρχισα να παίζω. Ένιωσα να επιστρέφω σπίτι μου. Υπό άλλες συνθήκες, βέβαια. Όλα ήταν διαφορετικά, άλλη διοίκηση, άλλο προπονητικό κέντρο, αλλά εγώ έτσι αισθανόμουν.
Η υποδοχή των φιλάθλων ήταν «ούτε κρύο, ούτε ζεστή». Η αίσθησή μου είναι ότι πλέον ο κόσμος της ομάδας με όσα έχουν συμβεί έχει αλλάξει. Έχει περάσει πίκρες, είναι πιο επιφυλακτικός, πιο αποστασιοποιημένος. Όχι μόνο προς εμένα, αλλά και προς σε όλη την ομάδα.
Έχω την ατυχία στο δεύτερο παιχνίδι που παίζω να τραυματιστώ και να μείνω έξω για ένα μήνα. Επέστρεψα 100% καλά πλέον από τον Απρίλιο και μετά στα πλέι-οφ.
Εκεί είμαστε πρώτοι με διαφορά, κερδίζουμε εισιτήριο για το Champions League και όλο αυτό συνοδεύτηκε με την επιστροφή μου στην Εθνική ομάδα, με προπονητή τον Σέρχιο Μαρκαριάν.
Δυστυχώς δεν πήγαμε καλά, παίξαμε στα νησιά Φερόε, χάσαμε. Ήμουν και στο φιλικό με την Πολωνία, φάνηκε κάτι να κάνουμε, δείχνουμε σημάδια ανάκαμψης. Προσωρινά, όπως αποδείχθηκε.
Αρχίζω την επόμενη σεζόν, 2015-16, με τον Παναθηναϊκό. Η Μπριζ μας στέλνει στο Europa League κι εκεί έρχεται ο αποκλεισμός-σοκ από την Γκαμπάλα. Μας πνίγει αυτό.
Όσο καλά κι αν έχω παίξει σε προσωπικό επίπεδο, η εικόνα της ομάδας δεν είναι καλή και ο στόχος χάνεται με τόσο σοκαριστικό τρόπο που δεν μπορείς να σταθείς στο ατομικό στοιχείο.
Θεωρώ ότι κάπου εκεί αρχίζει η κατάρρευση. Μετά από ένα 0-0 με την ΑΕΚ υπάρχει μεγάλη πίεση και ο Γιάννης Αναστασίου φεύγει από την ομάδα. Ακολουθεί ματς της Εθνικής, το πρώτο του Σκίμπε, ο οποίος δεν με χρησιμοποιεί ούτε δευτερόλεπτο.
Στο μεταξύ, έχει αναλάβει τον Παναθηναϊκό ο Στραματσόνι. Μας γνωρίζει αργότερα από την υπόλοιπη ομάδα, εμένα και τον Νίκο Καρέλη.
«Σε ξέρω από την Ιταλία. Σε έχω παρακολουθήσει και ξέρει τι ποδοσφαιριστής είσαι. Εγώ δεν θέλω κάτι τέτοιο. Θα σου εξηγήσω τι ακριβώς ζητάω από σένα», μου λέει.
Έχω ένα μεγάλο ελάττωμα σαν άνθρωπος. Δεν μπορώ να κρύψω το πώς αισθάνομαι. Όταν ξέρω ότι αξίζω και ο προπονητής μού λέει «δεν παίζεις», η απογοήτευση φαίνεται στο πρόσωπό μου. Φαίνεται η στεναχώρια μου.
Έχω αισθανθεί στην καριέρα μου ότι κάποιοι το έχουν κάνει και επίτηδες, να με «τσιγκλήσουν» για να δουν το πώς θα αντιδράσω. Εγώ ποτέ δεν έχω τσακωθεί, ούτε έχω αντιμιλήσει σε προπονητή.
Με τον Στραματσόνι αλλάζει και πάλι η φιλοσοφία της προπόνησης και στην τακτική και σε όλα. Ένιωθα ότι δεν έβρισκα τη θέση μου σ’ αυτή την ομάδα. Δεν με έβαζε ούτε αμυντικό χαφ, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, ούτε πουθενά.
Μετά από 2-3 εβδομάδες, παροπλίστηκα. Και μετά από το παιχνίδι κυπέλλου με την Παναχαϊκή, κατάλαβα ότι δεν με θέλει. Ό,τι και να έκανα, δεν έβλεπε τίποτα θετικό.
Προσπαθούσα να είμαι επαγγελματίας, παρ’ όλα αυτά, και να συνεχίσω να κάνω σωστά τη δουλειά μου. Μετά και από ένα ακόμα ματς κυπέλλου, τον Δεκέμβριο, με την Κέρκυρα, ήταν πλέον σαφές ότι άλλη εικόνα έχει για μένα κι άλλα πράγματα θέλει. Και ότι εμένα και κάποιους άλλους θέλει να μας βγάλει από την ομάδα.
Καταλαβαίνεις πάντα αν ο άλλος σε θέλει ή όχι, πώς σε χρησιμοποιεί, κι αν θέλει να πάρει το καλύτερο από σένα ή το χειρότερο.
Έχουμε λίγες μέρες άδεια για Χριστούγεννα. Μου μεταφέρουν ότι, με απόφαση του προπονητή, κάποιοι παίκτες θα απομακρυνθούν. Το μαθαίνουν και τα ΜΜΕ.
Επιστρέφοντας, μας μιλάει ο προπονητής και λέει ότι, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, κάποιοι θα πρέπει να μείνουν στην άκρη, γιατί δεν τους χρειάζεται.
Αν και έχω δει τα σημάδια, δεν θέλω να πιστέψω ότι θα είμαι ένας από αυτούς. Τελικά, ανάμεσα στα 5-6 ονόματα λέει και το δικό μου. Είμαστε, οι περισσότεροι, παίκτες βασικοί με ενεργό ρόλο επί Αναστασίου.
Μας στέλνουν να κάνουμε διαφορετικές ώρες προπόνηση. Μας φέρονται σαν να είμαστε παρείσακτοι. Το θεώρησα προσβλητικό, με έκανε να αισθάνομαι πολύ άσχημα.
Και ο Λεωνίδας Βόκολος που ήταν τότε στην ομάδα και ο Τάκης Φύσσας, μου μετέφεραν ότι έχουν ήδη μιλήσει στον προπονητή, ότι υπάρχει διαφορετική φιλοσοφία και ότι όλο αυτό είναι απόφαση του Ιταλού και μόνο, ο οποίος μιλά απ’ ευθείας με τον Γιάννη Αλαφούζο.
Έδωσα εντολή στον τότε μάνατζέρ μου, να μου βρει ομάδα να φύγω τον Ιανουάριο. Αν είχα βρει οποιαδήποτε ομάδα, θα είχα φύγει. Εκείνο το διάστημα κι ενώ κάναμε προπονήσεις μόνοι μας εκτός ομάδας, άλλες ώρες, το οποίο ξαναλέω είναι πολύ δύσκολο και πολύ ψυχοφθόρο, αποφασίζω να πάω οπουδήποτε για να παίξω.
Έρχεται μια πρόταση από τη Σαρλερουά, μια καλή ομάδα στο Βέλγιο, η οποία έμπαινε στα πλέι-οφ του πρωταθλήματός της. Ήταν μια καλή προοπτική, είχα ήδη μιλήσει με το φίλο μου τον Στέργο Μαρίνο που έπαιζε εκεί και αποφασίζω να λύσω το συμβόλαιό μου και να πάω.
Η ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ «ΛΑΘΟΣ ΣΤΟ ΛΑΘΟΣ»
Μπαίνω κατ’ ευθείαν στο κλίμα της ομάδας. Προσαρμόζομαι αμέσως σε όλα. Έχουμε ήδη μιλήσει για το ρόλο που θα έχω και γιατί με απέκτησαν, ο προπονητής με ξέρει και όλα είναι ιδανικά για μένα.
Νιώθω μια καλή αύρα, γιατί αυτό που με νοιάζει είναι να παίξω και εκεί θα το βρω αυτό. Το βελγικό πρωτάθλημα είναι πολύ καλό, διαφορετικό από το ελληνικό, αν και εδώ δεν το έχουμε σε μεγάλη υπόληψη.
Επίσης, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, παρακολουθείται από τους Eυρωπαίους. Μπορεί να μην είναι στο top-5, αλλά είναι δυνατό και γίνεται καλή δουλειά. Ίσως δεν είναι τόσο τεχνικό, αλλά επειδή οι περισσότεροι παίκτες είναι νέοι σε ηλικία, η μπάλα είναι πάνω-κάτω.
Γι’ αυτό και στην αρχή δυσκολεύτηκα λίγο από θέμα αντοχής, ένιωθα μετά το 60ο λεπτό να «μπουκώνω» κάποιες φορές. Αυτό έφυγε πολύ γρήγορα. Η παρουσία του Στέργου εκεί, με βοήθησε πολύ αν και παίξαμε μόλις 1-2 αγώνες μαζί καθώς είχε ένα πρόβλημα στον αχίλλειο, χειρουργήθηκε και έμεινε για μήνες εκτός.
Εγώ έπαιξα ως το τέλος και στα πλέι-οφ για έξοδο στην Ευρώπη, με αντίπαλο τη Γκενκ του Νίκου Καρέλη, αν και δεν προκριθήκαμε.
Ήταν οξύμωρο τώρα που το σκέφτομαι ότι ήταν μια χρονιά που αλλιώς ξεκίνησε κι αλλιώς κατέληξε, άρχισε με προκριματικά κόντρα σε μια βελγική ομάδα, τη Μπριζ και κατέληξε με πλέι-οφ, πάλι με μια βελγική ομάδα, αλλά εγώ με διαφορετικές φανέλες.
Όλο αυτό το διάστημα ο Σκίμπε δεν με έχει καλέσει ποτέ στην Εθνική ομάδα. Αρχίζω προετοιμασία το καλοκαίρι πάλι στη Σαρλερουά. Όταν έχω πάει εκεί, έχω υπογράψει για έξι μήνες με οψιόν ανανέωσης από την ομάδα για δύο χρόνια.
Αρχίζουν τα ματς του πρωταθλήματος. Μέχρι να λήξει η διορία, τέλη Αυγούστου, έχουμε ήδη παίξει πέντε παιχνίδια πρωταθλήματος, εγώ σε όλα βασικός και έχω βγει μάλιστα και πολλές φορές πολυτιμότερος παίκτης της αγωνιστικής. Όχι της ομάδας μου. Όλης της αγωνιστικής.
Είναι μια σεζόν που αρχίζει πολύ καλά και λέω από μέσα μου «αυτή είναι η χρονιά σου», βλέποντας ότι ο προπονητής, o Φελίς Μαζού, βασίζεται σε μένα.
Ξαφνικά και χωρίς να έχει γίνει κάτι, μένω εκτός αποστολής για δύο ματς.
Μιλάμε με τον προπονητή και μου λέει ότι δοκιμάζει παίκτες και σχήματα. Του απάντησα ότι όταν ο ίδιος μου λέει ότι παίζω καλά, δεν γίνεται να μένω έξω σε επίσημα παιχνίδια. Δεν ήταν φιλικά.
Το συζητάω με τον Μαρίνο που έχει ήδη επανέλθει σιγά σιγά και μου λέει κι εκείνος να μη μιλήσω ακόμα και να κάνω υπομονή.
Μετά από ένα μήνα, συνεχίζεται το ίδιο. Έρχονται κάποια άσχημα αποτελέσματα και επανέρχομαι στην 11άδα. Με επαναφέρει, γιατί βλέπει ότι δεν πήρε αυτό που ήθελε από όσους χρησιμοποίησε. Μιλάμε με τον προπονητή, μου λέει πολύ καλά λόγια και ότι εκτιμά την τεχνική μου.
Στην επιστροφή μου, συμπτωματικά, παίζουμε με τη Γκενκ. Σκοράρω και έχω και μια ασίστ, σκοράρει από την άλλη πλευρά και ο Καρέλης.
Στο δεύτερό μου ματς, πάλι γκολ, πάλι ασίστ. Παίζω άλλα τρια ματς, με κάνει αλλαγή στο ημίχρονο. Και από κει και μετά πάλι εκτός. Δεν ξαναπαίζω.
Τον ξαναπιάνω και του λέω: «Κόουτς, τι έκανα λάθος; Επειδή δεν σκοράρω, με βγάζεις;». Μου λέει ότι το κάνει για λόγους τακτικής και ότι θέλει να κάνει δοκιμές. Μιλάω και με τον πρόεδρο της Σαρλερουά. Τον ρωτάω γιατί δεν παίζω και μου λέει: «Είναι θέμα του προπονητή. Δεν μπορώ να παρέμβω. Μίλα με εκείνον».
Ξαναπάω στον προπονητή και του λέω: «Μίλησα με τον πρόεδρο. Δεν θέλει να παρέμβει. Μου λέει ότι όλα είναι δικές σου επιλογές». Έκανε τον ανήξερο και τα έριξε στον πρόεδρο. Ούτε λίγο ούτε πολύ, μου είπε ότι είναι εντολή άνωθεν η μη χρησιμοποίησή μου. Από τη μια γελούσα κι απ’ την άλλη έκλαιγα. Ένιωσα να με κοροϊδεύουν.
Ο ένας τα έριχνε στον άλλο. Κατάλαβα ότι παίζονται άλλα παιχνίδια εδώ και σκοπιμότητες που έχουν να κάνουν με μανατζερικά κόλπα και δεν θέλησα να ασχοληθώ περισσότερο.
Αργότερα, Έλληνες φίλοι μου, παιδιά που γνώρισα εκεί και έκανα παρέα μαζί τους, μου έστειλαν μια συνέντευξή του προέδρου σε τοπικές εφημερίδες. Σ’ αυτή, τον είχαν ρωτήσει γιατί δεν παίζει ο Νίνης που είναι από τους καλύτερους παίκτες της ομάδας και είχε απαντήσει ότι με τον παίκτη δεν έχουμε κανένα πρόβλημα, αλλά έχουμε πρόβλημα με τον μάνατζέρ του.
Δεν θέλησα να μπλέξω περισσότερο και αποφάσισα να αλλάξω ομάδα. Είχαμε κάποιες επαφές με τη Μαλίν, η οποία με ήθελε εξ αρχής, πριν πάω στην Σαρλερουά. Και εδώ όμως υπήρχε ένα πρόβλημα: με ήθελαν ο πρόεδρος και ο τεχνικός διευθυντής, αλλά όχι ο προπονητής, ο Γιανίκ Φερέρα.
Εκείνοι και ο δικός μου μανατζέρ προσπαθούν να πετύχουν τη συμφωνία. Επιστρέφουμε από ένα μικρό μπρέικ στις γιορτές και μου δίνουν να καταλάβω ότι με απόφαση του προέδρου, εγώ δεν θα ακολουθήσω την αποστολή της Σαρλερουά στην Ισπανία, όπου θα πάει για μίνι προετοιμασία. Δεν με θέλουν άλλο.
Επειδή υπάρχει μια προφορική συμφωνία με την Μαλίν δεν με στεναχωρεί πολύ αυτό, κάνουμε και ένα ραντεβού με τον προπονητή της νέας μου ομάδας, ο οποίος μπροστά μου δεν είναι αρνητικός, αλλά ούτε και θετικός. Μου λέει: «Η ομάδα μας είναι στρωμένη. Αν μπορέσεις να μπεις, καλώς». Υπογράφω και αρχίζω προπονήσεις.
Πιστεύω αυτό που μου έχει πει. Ότι αν είμαι καλός θα παίξω, γιατί πηγαίνω έτοιμος και προπονημένος. Με βάζει μια μόνο φορά, παίζω 20 λεπτά αλλαγή, χάνουμε. Δεν με ξαναβάζει. Εκτός αποστολής σε όλα τα υπόλοιπα.
Περνάει ο καιρός, φτάνουμε στο Μάρτιο, όταν έχει διακοπή το πρωτάθλημα. Καταλαβαίνω ότι εφόσον δεν έχω πάρει καμία ευκαιρία, δεν με θέλουν. Ο κόουτς έχει ένα κλειστό ρόστερ 12-13 παικτών και δεν κάνει αλλαγές. Όποια και να ήταν η απόδοση της ομάδας, πάντα οι ίδιοι.
Αμέσως μετά βγάζω ένα τραυματισμό στο γόνατο, μια μεγάλη φλεγμονή που δεν υποχωρούσε με τίποτα. Λέγεται «σύνδρομο του δρομέα». Δεν κάναμε τρέξιμο σε στίβο ή σε χορτάρι, αλλά σε δάση και δρόμους. Πρέπει να είμαι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που έχω χειρουργηθεί γι’ αυτό. Τόσο άτυχος…
Μένω μέχρι μέσα Μαΐου εκτός δράσης. Χάνω όλους τους αγώνες. Και για να προλάβω αν μη τι άλλο την επόμενη σεζόν, μπαίνω χειρουργείο.
Μένω στο Βέλγιο για να προλάβω να επανέλθω και να κάνω αποθεραπεία. Κάνω ενδυνάμωση, βγάζω κανονικά όλη την προετοιμασία, παίζω στα φιλικά της νέας σεζόν. Και μόλις έρχονται τα επίσημα στην έναρξη του πρωταθλήματος, με βάζει μόνο σε ένα ματς για δέκα λεπτά και είμαι σε όλα τα άλλα εκτός αποστολής.
Στις 28 Αυγούστου, με φωνάζει ο προπονητής και μου λέει: «Δεν θα σε χρησιμοποιήσω ξανά. Αν θες να φύγεις, φύγε τώρα». Του απαντάω: «Τώρα μου το λες; Που με έχεις ήδη χρησιμοποιήσει; Γιατί δεν με ενημέρωσες από τον Ιούνιο να ξέρω τι να κάνω;».
Μου απάντησε ότι εκείνος το είχε πει αλλά δεν μου το είχαν μεταφέρει. Του είπα και πάλι ότι δεν είναι δικό μου φταίξιμο, ότι εγώ πήγα κανονικά στην προετοιμασία και μάλιστα χειρουργημένος, έχοντας κάνει τα πάντα για να παίξω και να κερδίσω την εμπιστοσύνη του.
Λύνω το συμβόλαιό μου για να μείνω ελεύθερος και να μπορώ να πάω κάπου. Βγαίνω στο ψάξιμο, ουσιαστικά χωρίς να έχω παίξει 6-7 μήνες και με χειρουργείο πίσω μου. Σκέφτομαι ότι όποια ομάδα κι αν βρεθεί θα πάω να παίξω ένα χρόνο κι ότι γίνει.
Όντως, βρίσκεται μια ομάδα στο Ισραήλ, η Μακάμπι Πετάχ-Τίκβα. Αν και δεν ήθελα να πάω ποτέ εκεί, δεν ήταν στις επιλογές μου, μετά σκέφτηκα ότι από το να μείνω πάλι χωρίς ομάδα, θα πάω κι ότι γίνει.
«Να κάνω 25 συμμετοχές και να γυρίσω Ευρώπη», είπα μέσα μου. Πάω να δοκιμάσω, να δω αν θέλω να υπογράψω, τις συνθήκες και όλα αυτά. Ο προπονητής μού λέει ότι με θέλει, χρειάζεται ένα παίκτη-οργανωτή, που να μοιράζει το παιχνίδι, με τα δικά μου χαρακτηριστικά.
Του εξηγώ ότι θέλω να παίξω βασικός και γι’ αυτό κάνω αυτή την επιλογή. Συμφωνεί και υπογράφω. Παίζω δύο παιχνίδια και μετά, μέσα Σεπτεμβρίου, ο κόουτς απολύεται. Έρχεται ο νέος, πρώτη εβδομάδα, με αφήνει εκτός ενδεκάδας.
Βάζει 10 στους 11 ίδιους και αλλάζει μόνο εμένα. Ρωτάω τον τεχνικό διευθυντή για ποιό λόγο έγινε αυτό. Μου απάντησε ότι παίζουμε με μια πολύ σκληρή ομάδα και θέλει ο προπονητής παίκτες που να αντέχουν το ξύλο. Του απαντάω ότι κι εγώ μπορώ να αντεπεξέλθω στο σκληρό παιχνίδι και ότι αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία.
Τελικά, μπαίνω αλλαγή και στο επόμενο παιχνίδι ξεκινάω βασικός. Χάνουμε και αμέσως μετά πάλι είμαι εκτός αποστολής. Ξαναπαίζω ένα δεκάλεπτο και πάλι εκτός αποστολής. Αυτό συνεχίζεται κανένα δίμηνο σχεδόν.
Οι συμπαίκτες μου απορούν, παραδέχονται και οι ίδιοι ότι δεν γίνεται να μην παίζω, γιατί προερχόμουν από ένα καλύτερο πρωτάθλημα από το ισραηλινό και μπορούσα να κάνω τη διαφορά.
Τον Δεκέμβριο μου λέει ο πρόεδρος ότι θέλει να μιλήσουμε. Τον συναντώ και μου λέει να μην ξαναπάω για προπόνηση. Τον ρωτάω γιατί, δεν μου απαντά και συνεχίζει: «Βρες άλλη ομάδα». Του εξηγώ ότι ήδη έχω παίξει στη Μαλίν και τη Μακάμπι και δεν μπορώ να παίξω σε 3η ομάδα μέσα στη σεζόν. Μου λέει: «Δεν με νοιάζει. Δεν σε θέλω».
Δεν με άφηναν να κάνω προπόνηση, αν και εγώ πήγαινα κανονικά. Όλο αυτό ήταν του προέδρου που δεν ήθελε να φαίνομαι περισσότερο από κάποιον άλλο, ένα νεαρό παίκτη ο οποίος είχε συμβόλαιο και ήθελαν να τον πουλήσουν.
Τελικά, δεν είχε πρόβλημα ο προπονητής με εμένα, όπως αρχικά νόμιζα, αλλά ο πρόεδρος. Μάλιστα, δεν με πλήρωσε καν, έχουμε πάει στα δικαστήρια, αλλά η απόφαση θα βγει σε δύο χρόνια.
Όλο αυτό με επηρεάζει πάρα πολύ. Δεν έχω παίξει τόσους μήνες στο Βέλγιο, πάω στο Ισραήλ και μετά από 3-4 ματς πάλι μένω εκτός.
Αρχίζω να σκέφτομαι μήπως πρέπει να σταματήσω το ποδόσφαιρο. Να τα παρατήσω. Σκέφτομαι ότι δεν έχω ούτε καν την τύχη με το μέρος μου, όπου πάω κάτι γίνεται και φεύγω. Αναρωτιέμαι αν φταίω εγώ, σκέφτομαι αν έχω φταίξει κάπου, αν έχω αντιμιλήσει σε προπονητή ή αν έχω δώσει δικαίωμα.
Όλοι παραδέχονται ότι είχα πάντα πολύ καλή συμπεριφορά. Πάντα ήταν κάτι άλλο. Είναι πολύ ψυχοφθόρο όλο αυτό. Στην αρχή νόμιζα ότι ο χιαστός που έπαθα το 2011 ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στην καριέρα μου. Αλλά αυτό που περνάω τα τελευταία δύο χρόνια είναι ό,τι χειρότερο. Η περιπλάνηση, από τη μια ομάδα στην άλλη.
Αυτούς τους πρώτους μήνες στο Ισραήλ έγιναν πολλά άσχημα γεγονότα. Και προσωπικά και επαγγελματικά. Έπεσαν όλα μαζί. Επιπλέον ήταν και πολύ δύσκολη η προσαρμογή γιατί δεν μου έβγαλαν βίζα και γενικά η αντιμετώπιση από την ομάδα ήταν άκρως αντιεπαγγελματική.
Μέσα μου έλεγα ότι θα τα περάσω όλα, αρκεί να παίξω. Όλα τα στραβά μαζί. Τα ίδια έγιναν και το καλοκαίρι του 2018. Αποφασίζω να μην επιστρέψω στο Ισραήλ και να βρω ομάδα στην Ευρώπη. Δεν υπάρχει όμως τίποτα αξιόλογοστον ορίζοντα και δυστυχώς, παίρνω την απόφαση να γυρίσω.
Πήγα σε μια μικρή ομάδα, τη Χάποελ Ασκελόν, πάλι για να κάνω συμμετοχές και να παίξω. Ήταν πολύ χαμηλό το επίπεδο. Λάθος μου που δεν σκέφτηκα το ενδεχόμενο επιστροφής στην Ελλάδα, δεν το κοίταξα καθόλου.
O ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Ο κόσμος κρατάει μια εικόνα για σένα στα καλά. Έχει στο μυαλό του ότι εγώ πρωτοεμφανίστηκα 16 χρονών. Αυτή η πρώτη εικόνα, οι ντρίπλες, τα ξεπετάγματα έχουν μείνει σε όλους.
Ακόμα και τώρα, κανείς δεν μου αναφέρει τη χρονιά του νταμπλ. Δεν θυμάται τις εμφανίσεις μου, παρότι τότε ήμουν και πιο ολοκληρωμένος ποδοσφαιριστής και η προσφορά μου στην ομάδα ήταν πιο ουσιαστική.
Ίσως γιατί δεν σκόραρα πολύ τότε, λειτουργούσα περισσότερο ως οργανωτής και δημιουργός. Κανείς δεν λαμβάνει υπ όψιν ότι με τον Φερέιρα, έγινα τελείως διαφορετικός ποδοσφαιριστής.
Άλλες χρονιές η μια από την άλλη, άλλες θέσεις και διαφορετικά τα «θέλω» του κάθε προπονητή από μένα. Δεν θεωρώ ότι ήταν λάθος το 2012 να φύγω από τον Παναθηναϊκό. Το τάιμινγκ ήταν σωστό, ίσως η επιλογή ομάδας να ήταν λάθος.
Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, ίσως να μην επέστρεφα στην Ελλάδα και τον ΠΑΟΚ, ίσως να έμενα στο εξωτερικό. Νομίζω η καλύτερη κίνηση που έκανα τα τελευταία επτά χρόνια, ήταν ότι γύρισα στον Παναθηναϊκό, άσχετα τι έγινε μετά με τον Στραματσόνι.
Εκεί ένιωσα ότι ξαναγεννήθηκα κι έκανα καλά παιχνίδια. Ο κόσμος ενδεχομένως δεν το θυμάται γιατί και η πορεία της ομάδας δεν ήταν καλή. Όμως, εγώ ένιωθα πολύ καλά. Ότι είχα επανέλθει.
Γιατί, μετά την κακή χρονιά στον ΠΑΟΚ και το γεγονός ότι δεν είχα ομάδα για 3-4 μήνες, παίζοντας στον Παναθηναϊκό πήγα ξανά στην Εθνική και έπαιξα ευρωπαϊκά παιχνίδια με την ομάδα μου. Σημαίνει ότι η δουλειά που είχα κάνει σε ατομικό επίπεδο βγήκε.
Στο παρελθόν διάβαζα για μένα ότι «ο Νίνης δεν δουλεύει». Όταν τα διάβαζα, με πείραζε. Κι όχι μόνο εμένα. Κι αυτούς που δουλεύω μαζί τους. Γιατί αν τους ρωτούσε κάποιος, θα του έλεγαν άλλα πράγματα. Θα του έλεγαν ότι εκείνοι είναι μαζί μου και ξέρουν τι ιδρώτα χύνω στο γυμναστήριο, στο γήπεδο.
Στην Ιταλία και το Βέλγιο, έφερνα εγώ ο ίδιος άνθρωπο να με δουλεύει έξτρα από την ομάδα. Τώρα πλέον και εγώ και αυτός, που είμαστε χρόνια μαζί και συνεχίζουμε, γελάμε όποτε ακούμε κάτι τέτοιο.
Δεν κατηγορώ τον κόσμο. Είναι εύκολο κάποιος απ’ έξω να κρίνει. Και είναι κι εύκολο να ξεχνά, μόνο τις επιτυχίες θυμάται. Είναι λογικό αυτό. Στο ποδόσφαιρο, πλέον, δεν κοιτάει κανείς τι καριέρα έχεις κάνει πίσω. Κοιτάνε το χθες. Πού ήσουν χθες. Κάθε χρόνο, πήγαινα κάπου για να διορθώσω μια χρονιά και να παίξω και τελικά έμενα δύο χρονιές εκτός.
Επιπλέον, βασίστηκα σε λάθος ανθρώπους. Άλλα πράγματα περίμενα από κάποιους και άλλα προέκυψαν. Αυτή τη στιγμή, απλά, περιμένω μια ευκαιρία. Να παίξω. Να το χαρώ. Να υπάρχει κίνητρο. Να μπορέσω μέσα από τις προπονήσεις να βρω τα πατήματά μου, μέσα από τα ματς να βρω ρυθμό. Αυτό προέχει τώρα.
Ψυχολογικά ναι, είμαι πολύ καλύτερα τώρα γιατί έχω αποδεχθεί την κατάσταση, τις δυσκολίες. Δούλεψα πάνω σ’ αυτό. Πρέπει να το παλέψω. Και αγωνιστικά είμαι πολύ καλά, γιατί δουλεύω καθημερινά σε φυσική κατάσταση και δύναμη.
Γιατί δεν έχω ομάδα; Γιατί δεν έκανα το ίδιο λάθος των τελευταίων δύο ετών. Δεν θέλω να πάω κάπου μόνο και μόνο για να πάω και να περάσω τα ίδια. Για να λέω παίζω εκεί ή εδώ. Θέλω να βρω κάτι αξιόλογο, κάτι που θα με κάνει να πατήσω καλά στα πόδια μου, ώστε να επιστρέψω καλά.
Είχα προτάσεις, αλλά πλέον είπα «όχι», γιατί δεν ήθελα ξανά να διορθώσω το λάθος με ένα ακόμα λάθος.
Προσωπικά, κάνοντας τον απολογισμό μου, αυτά είναι τα λάθη μου: επιλογές και κινήσεις που δεν ήταν καλές. Βέβαια, ποτέ δεν ξέρεις από πριν πως θα πάνε τα πράγματα.
Αν έπαιρνα άλλες αποφάσεις, όμως, ναι, ίσως να ήταν όλα αλλιώς.
Πλέον, είμαι 29 ετών και πιστεύω ότι όπου και να πάω θα είμαι πολύ καλά. Έχω πολλά ακόμα να δώσω και δεν περνάει από το μυαλό μου να σταματήσω. Ακόμα και κακό να είναι και πάλι το επόμενο βήμα ή να μην έρθουν τα πράγματα όπως θέλω, δεν θα τα παρατήσω. Ούτε θα σταματήσω.
Ο μεγαλύτερός μου στόχος: μέσα από τη δουλειά και τις εμφανίσεις μου σε μια ομάδα, να επιστρέψω στην Εθνική.
Μόνο τότε θα πω ότι τα κατάφερα και δικαιώθηκα, μετά από ότι έχω περάσει τα τελευταία χρόνια.
Και για μένα αυτό, θα είναι σαν να έχω πάρει 10 πρωταθλήματα μαζί όλα αυτά τα χρόνια.
Ο Σωτήρης Νίνης είναι διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
Photo Credits: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: