Ο κορμός γερμένος προς τα αριστερά της. Δεξιά, όπως βλέπουμε εμείς.
Η μέση “σπασμένη”. Η μπάλα στο αριστερό χέρι, κρύβοντας τον καρπό και με μερικά δάχτυλα ίσα που να αφήνουν ένα ίχνος πάνω της. Το ένα πόδι μπροστά από το άλλο, λες και έχει ένα.
Η λευκή σιλουέτα στο διάσημο logo του ΝΒΑ, με τα τρία κεφαλαία γράμματά του να αναπτύσσονται χαμηλά, στον χώρο που αφήνουν τα κάτω άκρα. Θα μπορούσαν και να μην υπάρχουν καν το Ν, το Β, το Α. Όλη η δουλειά γίνεται από την εν κινήσει φιγούρα.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, πόσα ανάμεσα στα εκατοντάδες πασίγνωστα λογότυπα είναι εκείνα που δεν βασίζονται σε γράμματα; Που δεν βασίζονται σε λέξεις, σε φράσεις; Η γλώσσα των Rolling Stones, το δαγκωμένο μήλο της Apple… Σίγουρα και ο μπασκετμπολίστας στο σήμα της καλύτερης λίγκας του πλανήτη. Ο Τζέρι Γουέστ δηλαδή.
Το όνομά του δεν απαθανατίστηκε ποτέ ως προς τη συγκεκριμένη παράμετρο. Ίσως για να μην ταυτιστεί ένα κλασικό σχεδόν εν τη γενέσει του (όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται) σύμβολο με έναν παίκτη, μπορεί για θέματα δικαιωμάτων. Μα είναι ο Γουέστ, όπως επιβεβαιώνει και ο Άλαν Σίγκελ.
Πατώντας σε μια φωτογραφία του θρύλου των Λέικερς, τραβηγμένη από τον συνεργάτη τους από το 1960 (όταν πήραν και τον Γουέστ!), Γουέν Ρόμπερτς, ο σχεδιαστής Σίγκελ δημιούργησε το logo που συντροφεύει το ΝΒΑ δεκαετίες τώρα.
Ψάχνοντας στα φωτογραφικά αρχεία του περιοδικού «Sport» για να αντλήσει έμπνευση, το “κλικ” μέσα του έγινε βλέποντας τον λευκό γκαρντ στη συγκεκριμένη στάση από έναν αγώνα των «Λιμνανθρώπων». Έχοντας παίξει μπάσκετ και ο ίδιος στο χάι σκουλ, έχοντας λόγο προηγουμένως στη δημιουργία τού -παρόμοιας λογικής και ίδιας τριχρωμίας- logo του MLB, εντόπισε την εικόνα της κάθετης μορφής που αποδίδει όσο ελάχιστες την αίσθηση της κίνησης. Και μετέτρεψε (και) σε σύμβολο έναν ήδη τεράστιο μπασκετμπολίστα.
Δεκατέσσερα χρόνια, όλα στους Λέικερς. Με μέσο όρο καριέρας 27 πόντους. Πάνω από 29 στα πλέι οφ. Ένας σούπερ σκόρερ γκαρντ, με νούμερα ψηλού συχνά στα ριμπάουντ. Τόσο καλός αμυντικός που, όταν οι σχετικές πεντάδες άρχισαν να ψηφίζονται και ο Γουέστ ήταν πια 32 ετών, δεν γινόταν παρά να συμπεριλαμβάνεται κάθε χρόνο (μέχρι σχεδόν να σταματήσει) το όνομά του.
Τρεις εντάξεις στο Hall of Fame (!), εννιά τελικοί ΝΒΑ. Μα μόλις ένας τίτλος. Ένας Σίσυφος με κίτρινη φανέλα, ο οποίος κουβάλαγε την παρέα του μέχρι την κορυφογραμμή, για να συμβεί κάτι την τελευταία στιγμή και να ανακράξει «φτου κι απ’ την αρχή». Που πρόλαβε ωστόσο να εναποθέσει για μία φορά τον βράχο στην κορυφή, προτού αποσυρθεί.
Κι όταν λέμε «αποσυρθεί», εννοούμε από την ενεργό δράση. Διότι τα πιο επιτυχημένα χρόνια του, με άλλα οκτώ δαχτυλίδια και δύο βραβεία Κορυφαίου Παράγοντα της Χρονιάς, θα έρθουν πιο μετά…
Όπλο στο μαξιλάρι
Γεννηθείς στις 28 Μαΐου 1938 στο Σίλιαν της Γουέστ Βιρτζίνια, πέμπτο από τα έξι παιδιά της νοικοκυράς Σεσίλ Σου και του Χάουαρντ Στιούαρτ, δεν περίμενε ακριβώς με ανυπομονησία να γυρίσει από τα ορυχεία ο μπαμπάς του. Στην βιογραφία του, «West by West», αναφέρεται πως ο πατέρας τον ξυλοφόρτωνε σε τέτοιον βαθμό που από ένα σημείο και μετά κοιμόταν με γεμάτο όπλο κάτω από το μαξιλάρι. Για αυτοπροστασία…
Ανέπτυξε καταθλιπτικά συμπτώματα, η κατάστασή του επιδεινώθηκε από τη στεναχώρια για τον θάνατο ενός αδερφού του στον πόλεμο της Κορέας το 1951. Βρήκε διαφυγή στο υπόστεγο ενός γείτονα, όπου εκείνος είχε καρφώσει μια στεφάνη.
Το καχεκτικό παιδί, στο οποίο οι γιατροί συνέστηναν να παίρνει βιταμίνες και να αποφεύγει αθλήματα με σωματική επαφή, έμενε/κρυβόταν με τις ώρες εκεί. Γύριζε με λασπωμένα παπούτσια, όταν έβρεχε, με κοκκινίλες στα χέρια παρά τα γάντια που φορούσε, όταν χιόνιζε. Αν το παράκανε με την αργοπορία και έχανε το δείπνο, αποκτούσε κοκκινίλες και σε άλλα μέρη του σώματος. Από τα μαστιγώματα της μητέρας του για τιμωρία…
Τα λογοπαίγνια με το επώνυμό του αρχίζουν από το Λύκειο. Στην αρχή δεν έπαιζε στο τοπικό Ιστ Μπανκ, επειδή δεν ήταν ούτε 1.80μ. Όταν πήρε ελάχιστο μπόι, έγινε ο βασικός σμολ φόργουορντ της ομάδας. Την έφτασε με το χαρακτηριστικό του τζαμπ σουτ μέσης απόστασης στον πολιτειακό τίτλο και στις επετείους του τα επόμενα χρόνια το σχολείο άλλαζε όνομα. Από «East Bank» σε «West Bank»!
Δεν αποχωρίστηκε την… ομώνυμη πολιτεία του ούτε στο κολέγιο: West Virginia University (WVU) η επιλογή του το 1956, Τελικός NCAA τρία χρόνια αργότερα. Ο μοναδικός των Μαουντενίρς μέχρι σήμερα. Παρά την ήττα στον πόντο από το Καλιφόρνια, ψηφίστηκε πολυτιμότερος παίκτης του Final 4.
Με ύψος 1.91μ., έβγαζε τις σεζόν με διψήφιο μέσο όρο ριμπάουντ. Κατέβαζε 16.5 στην τελευταία του, έριξε 40άρα στο ντέρμπι με το (σκέτο) Βιρτζίνια. Δουλευταράς όσο ελάχιστοι, τελειομανής, μέσα σε λίγα χρόνια εξάλειψε τις οφθαλμοφανείς αδυναμίες του και μετατράπηκε σε έναν από τους καλύτερους παίκτες της αμερικανικής επικράτειας.
Συνώνυμος του Λ.Α.
Επελέγη δεύτερος στο ντραφτ του ΝΒΑ το 1960, πίσω μονάχα από τον Όσκαρ Ρόμπερτσον. Τον ντράφταραν οι Μινεάπολις (εξ ου και το παρατσούκλι τους που έμεινε, από τις εκεί λίμνες) Λέικερς, ντεμπούταρε λίγους μήνες αργότερα στους… Λος Άντζελες Λέικερς. Ηταν το καλοκαίρι της μετακόμισης του συλλόγου στην Καλιφόρνια.
Μια και ο λόγος για δαύτην, προπονητής του ομώνυμου κολεγίου που είχε στερήσει τον τίτλο του ΝCAA από τον Γουέστ ήταν ο Πιτ Νιούελ. Ως Ομοσπονδιακός τεχνικός των ΗΠΑ, δεν θα μπορούσε να μην τον καλέσει για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης. Όπως και τον Ρόμπερτσον φυσικά.
Προτού λοιπόν γίνει επαγγελματίας, ο Γουέστ φόρεσε Χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο στο στήθος. Όχι με όποια κι όποια ομάδα, αλλά με αυτή που θεωρούνταν η καλύτερη όλων των εποχών, πριν την ορίτζιναλ «Dream Team» του 1992.
Με 42.4 πόντους διαφορά κέρδιζαν τα κολεγιόπαιδα τους αντιπάλους τους στην Ιταλία, με αποτέλεσμα εκείνη η πιτσιρικαρία του Νιούελ να μπει… αυτούσια πολύ αργότερα στο Hall of Fame.
Ο άνθρωπός μας θα περάσει στο πάνθεον του Σπρίνγκφιλντ και για τα γενικότερα επιτεύγματά του ως μπασκετμπολίστας. Δηλαδή ως Λέικερ. Αφού δεν μάσησε από τις ειρωνείες των ίδιων των συμπαικτών του, οι οποίοι κορόιδευαν την ψιλή και βλάχικη φωνή του, δεν είχε να φοβηθεί τίποτα. «Τουίτι» τον φώναζε το αστέρι της ομάδας, ο Έλτζιν Μπέιλορ. «Σόρι, μπορείς να μιλήσεις στα αγγλικά;», τον διέκοψε ένας προπονητής, μία από τις πρώτες φορές που πήρε τον λόγο στα αποδυτήρια.
Πρώτος προπονητής, για καλή του τύχη, προσλήφθηκε εκείνο το σημαδιακό καλοκαίρι του 1960 ο Φρεντ Σάους. Ο δικός του κόουτς στο Γουέστ Βιρτζίνια! Την προφορά του Τζέρι Γουέστ από τα Απαλάχια μπορεί να μην την καταλάβαιναν πολλοί, την αξία του πάνω στο παρκέ την εκτίμησαν άπαντες. Άμεσα!
Ήδη από τις προπονήσεις, στις οποίες έφτανε 40 εκατοστά πάνω από τη στεφάνη με το επιτόπιο άλμα του, εντυπωσίασε κόσμο μέσα στις τάξεις των «Λιμνάνθρώπων». Με τους 17.6 πόντους του στη ρούκι σεζόν, οι οποίοι έγιναν 30.8 την αμέσως επόμενη (!), καθιερώθηκε και ως ένας από τους νέους σταρ της λίγκας.
Κάτω από τους 26 πόντους δεν έμελλε να πέσει παρά στα δύο τελευταία χρόνια της καριέρας του. Το τζαμπ σουτ που ισοδυναμούσε με… καλάθι γινόταν πλέον και από πολύ μακριά, σε εποχές βέβαια που τρίποντο δεν υπήρχε. Δίχως ιδιαίτερο μέγεθος και φυσική δύναμη, ήταν ίσως ο καλύτερος ΝΒΑer σε hustle καταστάσεις. Έβαζε τα χέρια του παντού, έκλεβε και κέρδιζε με κάθε τρόπο μπάλες, έσπαγε… τη μύτη του (εννιά φορές!), μάρκαρε παίκτες από το “1” έως το “3”.
Σούτινγκ γκαρντ πλέον στα επαγγελματικά του χρόνια αλλά και “άσος”, όταν χρειαζόταν. Κι ας μην είχε ούτε την άρτια τεχνική ούτε αρκετά καλό χειρισμό της μπάλας.
Και τι έγινε; Το αποτέλεσμα μετρούσε. Το δε τελικό αποτέλεσμα συνήθως ήταν νικηφόρο. Με δικά του καλάθια συχνά στην τελευταία φάση, εξ ου και το νέο παρατσούκλι, «Mr. Clutch», με νονό τον θρυλικό εκφωνητή στο γήπεδο, Τσικ Χερν. Το ομώνυμο βραβείο, το οποίο λάνσαρε το ΝΒΑ το 2023, φέρει το όνομά του. Δίχως… ντροπές εδώ.
Τραγικός ήρωας και εξιλέωση
Για τους Λέικερς ήταν και ο «Mr. Outside». Ο σουτέρ από μακριά, σε αντιπαραβολή με τον άρχοντα του λόου ποστ, Μπέιλορ. Τον «Mr. Inside». Μαζί, οι δυο τους, έγιναν και πελάτες των Σέλτικς. Η μεγαλύτερη δυναστεία του ΝΒΑ ήταν “πράσινη”, εντούτοις κανείς δεν μπορούσε να κατηγορήσει τον μοναδικό παίκτη που έφτανε κοντά στο να την γκρεμίσει.
Στην κυριαρχία της στους ψηλούς στηρίχτηκε κυρίως η Βοστώνη του (σέντερ φυσικά) Μπιλ Ράσελ. Μα και σε μία σειρά συγκυριών στους τελικούς. Συνήθως με τους Λέικερς… Η διασημότερη κόντρα άλλωστε δύο συλλόγων στην ιστορία της λίγκας, η δική τους με τους «Κέλτες», ξεκίνησε το 1962. Στους ΝΒΑ Finals που κρίθηκαν στο έβδομο ματς. Στην παράταση. Με την ομάδα του Λος Άντζελες να έχει αστοχήσει δις στην κανονική διάρκεια…
Ο Γουέστ; Είχε κρίνει το Game 3, με καλάθι ισοφάρισης στα 3’’, κλέψιμο και νικητήριο λέι απ σε νεκρό χρόνο! Το επόμενο έτος, στο “πράσινο” 4-2, προερχόμενος από τραυματισμούς, περιορίστηκε στους…. 27.8 πόντους στη σειρά.
Το 1965 αντιθέτως έφτασε στους τελικούς βάζοντας 46.3 πόντους απέναντι στους Μπάλτιμορ Μπούλετς. Μέχρι σήμερα κανένας άλλος παίκτης δεν έχει ολοκληρώσει σειρά πλέι οφ με τόσο πολλούς.
Μια ακόμα επικράτηση των Σέλτικς, μία από τα ίδια και το 1966. Στο έβδομο ματς, με σκορ 95-93… Άντε πάλι οι δυο τους και το 1968 αντιμέτωποι. Η χρονιά που οι «Λιμνάνθρωποι» μπήκαν στο Forum. Οι τελικοί “μέγεθος vs ταχύτητα”. Το “πράσινο” 4-2, με τον Γουέστ να παίζει με γυρισμένο αστράγαλο…
Οι ΝΒΑ Finals του 1969 (μη ρωτάτε μεταξύ ποιων) ξεκίνησαν με “διπλό” στη Βοστώνη, χάρη σε 53άρα του Γουέστ. Ολοκληρώθηκαν με τριπλ-νταμπλ του (42-13-12), αλλά “διπλό” των Λέικερς στο έβδομο ματς. Στο Forum, με την οροφή γεμάτη κίτρινα και μωβ μπαλόνια, έτοιμα να λυθούν στο φινάλε. Μα καλά, δεν ήξεραν;
Παίζοντας (ξανά…) τραυματίας στον προσαγωγό, ο Γουέστ έβραζε με την επιπόλαιη κίνηση των διοικούντων που εκνεύρισε τους συνήθεις Πρωταθλητές.
Αν παρηγορήθηκε με το νεοσύστατο βραβείο του MVP των τελικών; Που για πρώτη και τελευταία φορά απονεμήθηκε σε χαμένο; Ναι, πώς…
Εδώ οι αντίπαλοί του, αντί να πανηγυρίζουν, είχαν πέσει πάνω του. Συναισθανόμενοι το πώς ένιωθε… Ο Ράσελ δεν τον άφηνε από την αγκαλιά του, ο Τζον Χάβλιτσεκ ήταν πιο γλαφυρός, μιλώντας του. «I love you, Jerry!».
Το 1970 άλλαξε ο αντίπαλος. Και ο… Πρωταθλητής. Θύμα των Νικς οι Λέικερς, παρά το καλάθι του «Mr. Clutch» από τη μια μεριά του παρκέ στην άλλη στο τρίτο ματς! Τρίποντο, ξαναλέμε, δεν υπήρχε. Παράταση, τραυματισμός του στο αριστερό χέρι, ήττα. Με ενέσεις στο δεξί του χέρι παρουσία στον έβδομο τελικό, άλλη μια ήττα σε αγώνα τίτλου…
Το καλοκαίρι του 1971, πονώντας σε όλο του το κορμί, σκεφτόταν να ακολουθήσει τον Μπέιλορ στην αποχώρηση από την ενεργό δράση. Νέος προπονητής ο Μπιλ Σάρμαν. Παίκτης των Σέλτικς στους πρώτους τους τίτλους! Έμφαση στη σκληρή άμυνα, συνεχείς αιφνιδιασμοί, ανάσταση! Με τον Γουέστ κανονικά παρόντα, ως κορυφαίο πασέρ του ΝΒΑ, με τις 9.7 ασίστ του!
Σκούπισμα των Μπουλς, αποκαθήλωση των Πρωταθλητών Μπακς, ρεβάνς από τους Νικς στην τελική σειρά του ’72 (4-1). Άστοχος ο ίδιος, μα όλοι έπεσαν πάνω του στο φινάλε και όχι στον MVP, Γουίλτ Τσάμπερλεϊν. Πάνω του για να πανηγυρίσουν, όχι για να (τον) παρηγορήσουν…
Ο Μάτζικ, ο Κόμπι, ο Σακίλ…
Περνώντας πλέον αποκλειστικά στο “1”, ο γκαρντ με την αριστερή χωρίστρα έζησε άλλη μία αποτυχία σε τελικούς (και σε ρόλο θυτών πάλι τους Νικς), για να σταματήσει το 1974, στα 36 του. Ολιγόμηνη ξεκούραση, αποκατάσταση των σχέσεών του με τον σύλλογο, μια και είχε αποσυρθεί, επειδή δεν τα βρήκε στα λεφτά για νέο συμβόλαιο, εκτόξευση.
Νέα εκτόξευση, στην κορυφή του ΝΒΑ με νέα ιδιότητα. Και στον πληθυντικό να βάλετε το τελευταίο ουσιαστικό, μέσα θα είστε. Προπονητής των Λέικερς την τριετία 1976-1979, με πορείες μέχρι τα πλέι οφ (όχι όμως και τους τελικούς), σκάουτερ εν συνεχεία, εμβληματικός Tζένεραλ Mάνατζερ από το 1982.
Αφότου επιχειρήθηκε από τον σύλλογο να επανέλθει στην τεχνική ηγεσία και ο ίδιος (που δεν την γούσταρε) την απέφυγε με… ντρίμπλα, γνωστοποιώντας live στους δημοσιογράφους, στη συνέντευξη Τύπου, πως πρώτος προπονητής θα είναι ο Πατ Ράιλι και αυτός απλώς θα βοηθάει, συνδράμει και στη νέα δυναστεία του ΝΒΑ. Tη χρυσομώβ…
Στην περίοδο του “Showtime” και μέχρι το 1988 πανηγυρίζει πέντε ακόμα Πρωταθλήματα, αφανής ήρωας πίσω από την παλιά του ρεζέρβα στην περιφέρεια των Καλιφορνέζων, ακόμα πιο πίσω από τον Μάτζικ Τζόνσον, τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ και τα άλλα αστέρια της εποχής.
Η τελειομανία του διαποτίζει κάθε μέλος των Καλιφορνέζων, προσεγμένες μεταγραφικές (και από το ντραφτ) κινήσεις εξασφαλίζουν τη συνέχεια. Ακόμα και στα ‘90s, όταν εύλογα έρχεται η παρακμή, το γυρίζει γρήγορα. Επαναφέρει την ομάδα του Λος Άντζελες στα πλέι οφ, στηριζόμενος σε έναν αργό μα άκρως τεχνικό και πανέξυπνο σέντερ από την Ευρώπη, τον Βλάντε Ντίβατς, ψηφίζεται κορυφαίος παράγοντας του ΝΒΑ το 1995.
Την επόμενη χρονιά ανταλλάσσει την “κολώνα” του για το 13ο πικ, το οποίο το έχει στο ντραφτ η Σάρλοτ. Έτσι καταφτάνει στο Λ.Α. ένα ανήλικο λυκειόπαιδο που το λένε Κόμπι Μπράιαντ. Ο Ντίβατς λέει ότι προτιμά να κρεμάσει τη φανέλα του παρά να πάει στους Χόρνετς, ο Γουέστ τον μαλακώνει και το deal ολοκληρώνεται.
Όταν αυτό συμβαίνει, ο GM του συλλόγου φεύγει για την Ατλάντα. Στο περιθώριο των Ολυμπιακών Αγώνων, υπογράφει (ως ελεύθερο από το Ορλάντο!) και τον Σακίλ Ο’Νιλ. Κάπως έτσι, μέσα σε μερικές ημέρες, δημιουργεί και την επόμενη μεγάλη ομάδα των «Λιμνάνθρώπων». Φέρνει στον πάγκο και τον Φιλ Τζάκσον το 1999, ιδού πώς έρχεται το three-peat από το 2000 έως και το 2002.
Μετά τον πρώτο εξ αυτών των τίτλων ο Γουέστ έχει αποχωρήσει. Δεν τα βρίσκει στην καθημερινή συνεργασία με τον «Ζεν Μάστερ», καμαρώνει εν συνεχεία εκ του μακρόθεν τις επιτυχίες της αγαπημένης του ομάδας. Οι δικές του είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Τζένεραλ Μάνατζερ των Γκρίζλις την πενταετία 2002-2007, τους πετυχαίνει νεοσσούς στο Μέμφις (έναν χρόνο μετά τη μετακόμιση από το Βανκούβερ) και τους “χτίζει”» γύρω από τον επίσης πιτσιρικά Πάου Γκασόλ. Τους επαναφέρει στα πλέι οφ, με προπονητή δικής του επιλογής, τον βετεράνο και ξεχασμένο (από το 1987 και τους Νικς είχε να προπονήσει…) Χιούμπι Μπράουν, ο οποίος ψηφίζεται και Κόουτς της Χρονιάς!
Ο Γουέστ ψηφίζεται τότε, το 2004, κορυφαίος παράγοντας πάλι (Executive of the Year), για να βρεθεί το 2011 πίσω στην Καλιφόρνια. Για λογαριασμό ωστόσο των Γουόριορς. Σε συμβουλευτικό ρόλο των ιδιοκτητών, Τζο Λέικομπ και Πίτερ Γκούμπερ, προσθέτει στο βιογραφικό του και τους τίτλους του 2015 και του 2017. Έτος κατά το οποίο γυρίζει και στο Λος Άντζελες, έχοντας πια ανάλογο ρόλο στους Κλίπερς. Πώς να μην μπει στο Hall of Fame (το 2024) και με τις ιδιότητες του Τζένεραλ Μάνατζερ και του συμβούλου;
Εν τέλει, το πιο αναγνωρίσιμο από τα πέντ’-έξι παρατσούκλια του είναι εκείνο που τον συνόδευσε μετά το 1969. «The Logo».
Η λευκή σιλουέτα με το κυκλικό περίγραμμα που ήταν όντως μια μπάλα και όχι βράχος. Αυτός ο τελευταίος έμεινε επιτέλους το 1972 πάνω στην κορυφή, από την οποία ο Τζέρι Γουέστ ατένισε ολόκληρες δυναστείες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πατ Ράιλι: Τα διαφορετικά δόντια της τσατσάρας
Φιλ Τζάκσον, Ένας Διανοούμενος «Αποκρυφιστής»
Ο Μάτζικ Τζόνσον κοίταξε κατάματα τον HIV και άλλαξε τη συζήτηση για το AIDS