«Ο Έρβιν “Μάτζικ” Τζόνσον σωριάστηκε στον πάγκο, αφότου έδωσε το χέρι σε κάθε συμπαίκτη που καθόταν εκεί. Ένα χαμόγελο κάλυπτε ολόκληρο το παιδικό του πρόσωπο».
Είναι η εισαγωγική παράγραφος στην εφημερίδα «Lansing State Journal» για τον αγώνα του Λυκείου Έβερετ με το Πάρκσαϊντ. Είναι η πρώτη φορά, το 1975, που στο όνομα του συγκεκριμένου μπασκετμπολίστα κοτσάρεται το μαγικό παρατσούκλι. Έστω σε εισαγωγικά. Τα οποία πολύ σύντομα θα φανούν αχρείαστα και θα εξαφανιστούν.
Μάτζικ Τζόνσον. Έτσι, απλά και (όμως) μαγικά. Ο ταχυδακτυλουργός του μπάσκετ, ο άνθρωπος με τα χίλια κόλπα, κρατώντας μια μπάλα του μπάσκετ. Τέτοια έβλεπε από τον μικρό, παρακολουθώντας διά ζώσης τα παιχνίδια του σχολείου του, ο Φρεντ Στέιμπλι Τζούνιορ. Ο νεαρός δημοσιογράφος και “νονός” του.
Σκεφτόταν καιρό να δώσει ένα προσωνύμιο στον Earvin Johnson Jr. Του το εξήγησε μάλιστα, πλησιάζοντάς τον. «Άκου, Έρβιν, πρέπει να αποκτήσεις παρατσούκλι. Το “Dr. J” είναι πιασμένο από τον Τζούλιους Έρβινγκ, το “Big E” από τον Έλβιν Χέιζ. Τι λες για το “Μάτζικ”»;
Αυτήκοοι μάρτυρες οι συμπαίκτες του θαυματουργού πιτσιρικά. Ένιωσε άβολα μπροστά τους, το μόνο που ήθελε ήταν να ξεφορτωθεί τον επίμονο ρεπόρτερ. «Μια χαρά είναι», τον κατευόδωσε, θεωρώντας πως ο επιθετικός προσδιορισμός θα γραφτεί δυο-τρεις φορές στο τοπικό φύλλο και θα ξεχαστεί. Έκανε λάθος.
Ούτε 16 ετών, με 36 πόντους, 18 πόντους και 16 ασίστ είχε μόλις σπάσει σερί εννιά νικών του χάι σκουλ από το γειτονικό Τζάκσον. Ο Έρβιν, ο οποίος γινόταν Μάτζικ, έπαιζε ακόμη στη γενέτειρά του. Δηλαδή λίγο βορειότερα από το Τζάκσον, στο Λάνσινγκ του Μίσιγκαν. Ένα επαρχιωτόπουλο από ένα μέρος 80χλμ. έξω από το Ντιτρόιτ, όταν oι περισσότεροι αστέρες του ΝΒΑ προέρχονταν από (ή είχαν έδρα) μητροπόλεις, τη Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες, το Σικάγο.
Η τσουγκράνα, το φτυάρι, το τόπι…
«I ’m a garbageman – aw, jump on and ride
Yeah it’s just what you need when you ’re down in the dumps».
Ακόμα και σε εκείνο το ιστορικό φύλλο της «LSJ» για τα κατορθώματα του εφήβου με την αφάνα στο Πάρκσαϊντ-Έβερετ 61-80, ο Μάτζικ (στο βασικό κείμενο) Τζόνσον αναγράφεται στη λεζάντα της φωτογραφίας ως «Big E». Προφανώς ο υλατζής δεν είχε ενημερωθεί για την… αλλαγή.
Προτού γεννηθεί ο Μάτζικ, είχε γεννηθεί κυριολεκτικά ο Έρβιν. Στις 14 Αυγούστου 1959 στο Λάνσινγκ. Τον φώναζαν πρώτα «E», «EJ», «Junior». Από τα μικρά του και άλλα ονόματα. Και «June Bug», το πράσινο σκαθάρι με τη στιλπνή επιφάνεια, το οποίο, για έναν περίεργο λόγο, στα ελληνικά το λέμε χρυσόμυγα. Επειδή ήταν τσουπωτός και ταυτόχρονα πάντα λαμπερός, με το χαμόγελο που φώτιζε το πρόσωπό του.
Και τότε πώς κατέληξε να έχει το παρατσούκλι «σκουπιδιάρης», πριν το «Μάτζικ»; «Garbageman», έτσι τον φώναζαν για τον πειράξουν τα άλλα παιδάκια, βλέποντάς τον να βοηθάει τον οδοκαθαριστή πατέρα του, Έρβιν Σίνιορ, στην πρωινή εργασία του.
Πρωινή, διότι μετά έπιανε βάρδια ως συγκολλητής στην General Motors. Και μετά τα μεσάνυχτα πεταγόταν έως μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων να καθαρίσει κι εκεί.
Ύπνος; Τι να ‘ταν αυτό; Όπως και για τη μητέρα του, την Κριστίν. Μεγάλωσε δύο μικρότερα αδέρφια, όταν πέθανε η μητέρα τους, σύντομα είχε και επτά δικά της παιδιά. Και τη δουλειά ως επιστάτρια σε σχολείο. Το βράδυ πλυντήρια, σιδέρωμα, μαγείρεμα.
Όχημα, το οποίο καβάλησε και έφυγε από τις χωματερές, κατά πώς τραγουδούσαν οι σαϊκομπίληδες Cramps στο «Garbageman», το μπάσκετ. Ο μικρός Έρβιν κοιμόταν στο ένα δωμάτιο με τους τρεις αδερφούς του. Στο άλλο οι τρεις αδερφές τους. Από τρυφερή ηλικία, όταν στελνόταν σε θελήματα, είχε μια μπάλα μπάσκετ στα χέρια. Για την ακρίβεια, την είχε στο δεξί (και ντρίμπλαρε στα πεζοδρόμια) πηγαίνοντας και στο αριστερό επιστρέφοντας σπίτι.
Εκτός από την εργατικότητα, οι γονείς του του πέρασαν και την αγάπη για το μπάσκετ. Αμφότεροι είχαν παίξει σε γυμνασιακό επίπεδο. Ειδικά ο μπαμπάς του τόνιζε τη σημασία των μικρών πραγμάτων, των λεπτομερειών που (μπορούν να) κάνουν έναν καλό παίκτη μεγάλο. Στα ρεπό του έβλεπαν αγώνες στην τηλεόραση.
Τις υπόλοιπες ημέρες δούλευαν και οι μπόμπιρες. Ο Σίνιορ ήταν της άποψης ότι με δικά τους λεφτά έπρεπε να αγοράζουν τα φανταχτερά μπουφάν, τους αγαπημένους δίσκους τους.
Τον Έρβιν Τζούνιορ τον έβλεπες με μια τσουγκράνα να μαζεύει φύλλα δέντρων το φθινόπωρο, με ένα φτυάρι να μαζεύει το χιόνι τον χειμώνα. Με μια μπάλα μπάσκετ κολλημένη πάνω του, όταν έφτιαχνε ο καιρός.
Αντίπαλός του στα πρώτα μονά ο μεγαλύτερος και πολύ ψηλότερος αδερφός του, Λάρι. Με το σημαδιακό όνομα… Τον πέρναγε ο μικρός χάρη στον άριστο χειρισμό που διέθετε και δεν αστοχούσε ποτέ από κοντά. Αντί να σουτάρει από μακριά, όπως κάνουν οι περισσότεροι πιτσιρικάδες, εστίασε επί χρόνια (πρώτα) να τελειοποιήσει τα τελειώματά του από κοντινή απόσταση. Και με τα δύο χέρια.
Ταυτόχρονα, δουλειά. Και μακριά από τα γήπεδα. Έστησε δική του (που λέει ο λόγος) επιχείρηση φύλαξης αυλών, πιο μετά βρέθηκε να καθαρίζει τα γραφεία δύο Αφροαμερικανών επιχειρηματιών. Σε μια κοινότητα λευκών, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, είχαν τις βίλες τους, τις αμαξάρες τους, την άνεση να πηγαίνουν διακοπές σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη. «Θα γίνω σαν αυτούς», υποσχέθηκε στον εαυτό του, σύμφωνα με τη βιογραφία του από τον Κρις Ροζέλιους («Magic Johnson: Basketball star and Entrepreneur»).
Kατακτητής των (αρνητών) λευκών
Στα εννιά του παραλίγο να πνιγεί σε μία πισίνα, από την οποία τον έβγαλαν αναίσθητο. Στα 16 του η τραγωδία χτύπησε τον κολλητό του. Τον έναν χρόνο μεγαλύτερο Ρέτζι Τσαστίν, ο οποίος σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Συνήθως στο κάθισμα του συνοδηγού βρισκόταν ο Έρβιν Τζόνσον. Όχι εκείνη τη μέρα.
Ο φίλος του ήταν ο μεγαλύτερος φαν του. Εκείνος που στοιχημάτιζε ότι ο «ΕJ» θα κάνει μεγάλη καριέρα στο μπάσκετ, όταν αμφέβαλλε ακόμα και ο τελευταίος για τον εαυτό του. Στο Γυμνάσιο είχε πάρει δύο τοπικούς τίτλους με το Ντουάιτ Ριτς, αλλά έλεγε ότι απλώς ήταν ο πιο ψηλός, ο πιο δυνατός ανάμεσα στους συμπαίκτες και τους αντιπάλους του. Ότι στο επόμενο επίπεδο μπορεί να μην ξεχώριζε ανάλογα.
Πώς… Το 1974 πήγε Λύκειο και, αν ήταν άλλος στη θέση του, μπορεί και να τα είχε παρατήσει. Στο Σέξτον με την πολύ καλή ομάδα μπάσκετ, πέντε τετράγωνα μάλιστα από το σπίτι του, σκόπευε να φοιτήσει. Με παιδιά που γνώριζε καλά, με φίλους του από τα ανοιχτά γήπεδα.
Αντ’ αυτού, Έβερετ. “Λευκό” χάι σκουλ, πολύ πιο μακριά. Στο πλαίσιο της σταδιακής κατάργησης (στην πράξη) του φυλετικού διαχωρισμού, στις ΗΠΑ έγινε μια προσπάθεια διαφοροποίησης και της φυλετικής σύνθεσης στα σχολεία. Ανάμιξης ουσιαστικά λευκών με μαύρων.
Προσπάθεια αποτυχημένη, για την ιστορία. Το desegregation busing (με τα λεωφορεία που πήγαιναν τα παιδιά στις νέες τους εγκαταστάσεις να θεωρούνται μέσα περαιτέρω ενσωμάτωσης) έδωσε πενιχρά αποτελέσματα.
Ο Τζόνσον έγραψε τη δική του ιστορία, με τους Βίκινγκς (πόσο εύγλωττο των καταβολών…) του Έβερετ. Δύο αδέρφια του που είχαν ήδη πάει εκεί δεν είχαν και την καλύτερη εμπειρία. Ο Λάρι μάλιστα είχε εκδιωχτεί από την ομάδα μπάσκετ, ύστερα από έναν καβγά. Ούτε ο μικρός αδερφός έτυχε καλής μεταχείρισης. Δεν του έδιναν καν την μπάλα, άρχισε τα coast-to-coast. Την έπαιρνε στο ένα καλάθι, την έβαζε μόνος του στο άλλο.
Οι συμπαίκτες του αντιλήφθηκαν κάποια στιγμή όχι απλώς την ανωτερότητά του μα το ότι είχαν να κάνουν με κάτι μοναδικό. Έκανε κυριολεκτικά τα πάντα, έπαιζε σε κυριολεκτικά όλες τις θέσεις. Ένας πόιντ γκαρντ 206 εκατοστών και 97 κιλών, ο οποίος με σχεδόν 29 πόντους και 17 ριμπάουντ (!) μέσο όρο οδήγησε το Λύκειό του στον πολιτειακό τίτλο του 1977.
«Η ένταξή μου στο Έβερετ εξελίχθηκε σε μάθημα και σε ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που συνέβησαν στη ζωή μου. Βγήκα από τον μικρό μου κόσμο, έμαθα να κατανοώ τους λευκούς συνανθρώπους μου, να τους αντιμετωπίζω και να τους κάνω να με κατανοούν κι εκείνοι», θα πει πολύ αργότερα στην αυτοβιογραφία του, «Life».
Πλέον ο μεγαλύτερος φαν του και από κοντά ήταν ο πατέρας του. Λόγω της βραδινής δουλειάς του, δεν είχε παρευρεθεί επί χρόνια σε κανέναν αγώνα του Τζούνιορ. Όταν ζήτησε πρώτη φορά να σχολάσει νωρίτερα και το αίτημά του απορρίφθηκε από τον προϊστάμενο, το πήρε προσωπικά. Έφτασε στον Διευθυντή, εγένετο το θέλημά του. Άπαξ και βρέθηκε στο γήπεδο, βλέποντας όλο τον κόσμο μαγεμένο από τον… μάγο, το θεώρησε υποχρέωσή του (τροποποιώντας το ωράριό του) να μην ξαναλείψει.
Κατακτητής (και αναμορφωτής) του NCAA
Από «Βίκινγκ» «Σπαρτιάτης». Δεν γινόταν να μην εμπεριέχει… δράμα κι η ένταξή του σε κολέγιο το 1977. Έριξε πόρτα σε προγράμματα επιπέδου UCLA και Ιντιάνα, επειδή ήθελε να μείνει σπίτι του. Άρα Μίσιγκαν, θα έλεγε κανείς. Η μεγάλη πανεπιστημιακή ομάδα της περιοχής του, αυτή της οποίας ήταν οπαδός ο πατέρας του. Στους Γούλβερινς ήθελαν να τον δουν και οι φίλοι του.
Αμ δε. Επέλεξε το μικρότερο (και δίπλα στο σπιτικό του, στο Ιστ Λάνσινγκ συγκεκριμένα) Μίσιγκαν Στέιτ, επειδή ο κόουτς Τζαντ Χίθκοουτ τού υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται κατά βάση ως “άσος” -κι ας ήταν πάλι από τους ψηλότερους παίκτες.
Στους Σπάρτανς λοιπόν. Έχοντας αρχικά την πρόθεση να γίνει τηλεοπτικός σχολιαστής, όχι επαγγελματίας μπασκετμπολίστας!
Μοιραία, ελέω των αγωνιστικών του κατορθωμάτων, οι σπουδές στην Επικοινωνία έμειναν πίσω. Ως φρέσμαν (κολεγιακός ρούκι δηλαδή) είχε μέσους όρους της τάξης του 17-8-7 σε πόντους, ριμπάουντ και ασίστ. Να και το Μίσιγκαν Στέιτ στην πρώτη του εμφάνιση στο τελικό τουρνουά μετά τα ‘50s.
Δεύτερη και τελευταία χρονιά, θρίαμβος. Και έκρηξη του ενδιαφέροντος για το κολεγιακό μπάσκετ στις ΗΠΑ. Το αντίπαλον δέος λεγόταν Λάρι Μπερντ και ο Τελικός με το δικό του Ιντιάνα Στέιτ, ο οποίος φαινόταν από μακριά να έρχεται και είχε διαφημιστεί καταλλήλως, δεν… χάλασε.
Οι δύο προσεχείς σούπερ σταρ του ΝΒΑ αναμετρήθηκαν στο Σολτ Λέικ Σίτι και τον τίτλο δεν τον πήραν οι αήττητοι έως εκείνη τη στιγμή, Σίκαμορς, του 33-0.
Τον πήραν οι Σπάρτανς ψιλοάνετα (75-64), χάρη στο 24-7-5 του ηγέτη τους -μετά το 29-10-10 του ημιτελικού… Ο βλάχος από το Φρεντς Λικ περιορίστηκε στα 7/21 σουτ, κάνοντας και 6 λάθη.
Η κόντρα τους, διαπνεόμενη πάντα από αλληλοσεβασμό, μόλις είχε ξεκινήσει. Θα συνεχιζόταν στα κλασικά ντέρμπι των Λέικερς με τους Σέλτικς, τα οποία επρόκειτο να αναβιώσουν για τα καλά τη δεκαετία του ’80.
Για τον Μάτζικ ειδικά, μόλις είχε ξεκινήσει η πορεία του στην κορυφογραμμή του τοπ επιπέδου. Ήταν ο πρώτος του Τελικός από τους 10 (σε σειρές βέβαια στο ΝΒΑ) σε βάθος 13 σεζόν που έδωσε το «παρών»! Άλλωστε μεγάλωσε θαυμάζοντας τον Μπιλ Ράσελ (ναι, των Σέλτικς!), επειδή η ομάδα του κέρδιζε συνέχεια. Επειδή ήταν winner, πρωτίστως. Όχι επειδή τον εντυπωσίαζε τόσο πολύ ως παίκτης.
Το δε NCAA έζησε τον πιο εμπορικό Τελικό όλων των εποχών, βάσει τηλεθέασης. Το σχετικό ποσοστό επί των ανοικτών δεκτών παρέμεινε ρεκόρ και έκτοτε! Σύντομα οι συμμετέχουσες ομάδες στα τελικά τουρνουά του κολεγιακού Πρωταθλήματος αυξήθηκαν σε 64 από 40. Ήταν πια ώρα να αλλάξει τα δεδομένα και στο ΝΒΑ ο μαγικός πλέι μέικερ.
«Και τον Τζαμπάρ κάνω, λέγετε…»
Ακόμα και το επαγγελματικό Πρωτάθλημα την ίδια εποχή συγκέντρωνε λιγοστό ενδιαφέρον, συγκριτικά με τις αντίστοιχες λίγκες του μπέιζμπολ, του (αμερικανικού) football, ακόμα και του χόκεϊ. Πολύ μαύρο (sic) στα μάτια των λευκών φιλάθλων, κακόφημο από τη χρήση ναρκωτικών αρκετών παικτών του. Ο μύθος του Μάτζικ στο ΝΒΑ εδράστηκε χρονικά στην εποποιία των τελικών του 1980, οι οποίοι μεταδόθηκαν μαγνητοσκοπημένοι ή και… καθόλου στην τηλεόραση.
Μονάχα στο Λος Άντζελες (ούτε καν σε ολόκληρη την Καλιφόρνια) οι φίλοι των Λέικερς τούς είδαν live να επιστρέφουν στους τίτλους, μετά το 1972. Στον δεύτερο τίτλο τους, αν θέλετε, σε βάθος 26 ετών.
Ο δικός τους μύθος είχε ξεφτίσει. Τον γιγάντωσε ένας 20χρονος με αστραφτερό χαμόγελο, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές.
Σε μια σεζόν κατά την οποία ο κόουτς Τζακ ΜακΚίνι παραλίγο να σκοτωθεί, πέφτοντας από το ποδήλατό του, που ολοκληρώθηκε με τον Πολ Γουέστχεντ να μη βγάζει ποτέ από πάνω του την ταμπέλα του υπηρεσιακού τεχνικού και με τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ νοκ άουτ λόγω τραυματισμού, ο Μάτζικ έβγαζε λαγούς από το καπέλο.
Επελέγη πρώτος φυσικά στο ντραφτ και έχασε μονάχα το βραβείο του Ρούκι της χρονιάς, το οποίο πήγε στον (επιλεγέντα έναν χρόνο νωρίτερα, αν και παρέμεινε στο Ιντιάνα Στέιτ το 1978-1979) Μπερντ. Ο Τζόνσον κέρδισε κάθε τι άλλο. Πρώτα απ’ όλα, τους νέους συμπαίκτες του. Με την ενέργεια που έβγαζε στις προπονήσεις, τα hi-5 με κάθε αφορμή, τον μεταδοτικό παιδικό -και καθόλου αφελή- ενθουσιασμό του.
Έχοντας και νέο ιδιοκτήτη, τον Τζέρι Μπας, οι «Λιμνάνθρωποι» υποτίθεται ότι επιχειρούσαν κι ένα νέο ξεκίνημα. Δεν χρειάστηκε να περιμένουν ώσπου να φτάσουν στην κορυφή. Το έκαναν με τη… μία, χάρη στον τύπο που μοίραζε απίθανες πάσες πίσω από την πλάτη και το κεφάλι, ακόμα και κάτω από τα πόδια, επαναφέροντας σε πρώτη φάση το θέαμα στο Forum.
Τα νούμερά του (18 π., 7.7 ρ., 7.3 ασ., 2.4 κλεψ.) έγιναν ακόμα καλύτερα από το κολέγιο, για να αγγίξουν το τριπλ νταμπλ οι αντίστοιχοι μέσοι όροι στα πλέι οφ (18.3, 10.5 και 9.4). Στους ΝΒΑ Finals, απέναντι στους Σίξερς του «Doctor J» και του Ντάριλ Ντόκινς, οι Καλιφορνέζοι προηγήθηκαν 3-2. Μα έχασαν με διάστρεμμα τον Τζαμπάρ των 33 πόντων μέσο όρο στα πέντε πρώτα ματς. Για μια βραδιά ο Μάτζικ έπρεπε να περάσει από το “1” στο “5”.
Πώς ανταποκρίθηκε, μετά το χαμένο τζάμπολ στην έναρξη της αναμέτρησης; Με 42 πόντους, 15 ριμπάουντ, 7 τελικές πάσες και 3 κλεψίματα! Επιβλήθηκε κόντρα στον θηριώδη Ντόκινς, έβαζε σε κάθε φάση το κορμί του (μέσα στη ρακέτα) στη φωτιά, δεν αμέλησε τη δημιουργία. Στο τέλος του 123-107 και του 4-2, αναδείχθηκε και MVP της τελικής σειράς. Back-to-back τίτλος, παρά τη μετάβαση από το κολεγιακό Πρωτάθλημα στο ΝΒΑ.
Ακόμα και στη Φιλαδέλφεια τα παιχνίδια εκείνου του Μαΐου μεταδόθηκαν μετά τα μεσάνυχτα. Η λίγκα άλλαξε το καλεντάρι ώστε οι τελικοί να διεξάγονται Ιούνιο μήνα, οπότε οι περισσότερες σαπουνόπερες και τα talk shows έχουν τελειώσει. Απαίτησε την prime time για τους αγώνες σε παναμερικανικό δίκτυο, διαφήμισε τη νέα εποχή με κεντρικό πρόσωπο το χαμογελαστό του Μάτζικ.
Είχε γεννηθεί, πια, και το Showtime στο Λος Άντζελες.
CHECK IT OUT: Ο Μάτζικ Τζόνσον κοίταξε κατάματα τον HIV και άλλαξε τη συζήτηση για το AIDS
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: