Πρωτοξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο σε ηλικία τεσσάρων ετών.
Αρχικά ήμουν στην ακαδημία της Γαλήνης Πατρών, στην οποία έμεινα οχτώ χρόνια, και στα 12 μου πήγα στη Θύελλα Πατρών. Ο πατέρας μου επέλεξε να με πάει τόσο νωρίς στην ακαδημία, καθώς έβλεπε ότι ασχολούμουν πολύ με το ποδόσφαιρο, θυμάμαι πως ό,τι έβρισκα στο σπίτι το κλώτσαγα, ίσως δηλαδή να είχα και το μικρόβιο.
Ο μπαμπάς μου με είχε πάρει μαζί του και είχαμε δει κάποια παιχνίδια της Παναχαϊκής, αν και γενικά δεν πήγαινα και τόσο στο γήπεδο, γιατί ήταν και ο πατέρας μου τότε προπονητής και τρέχαμε όλη μέρα. Είχε αναλάβει τη Γαλήνη και τώρα πλέον είναι στα τοπικά της Πάτρας.
Στη Θύελλα είχαν ήδη ξεκινήσει τα όνειρα, καθώς τότε πραγματοποιήθηκε μια συνεργασία με την ΑΕΚ Network, με την σχολή της ΑΕΚ δηλαδή, γεγονός που αποτέλεσε και την αφορμή για να φύγω από τη Γαλήνη. Επίσης, η επιλογή αυτή δεν σχετιζόταν με την αγάπη του μπαμπά μου προς την ΑΕΚ, υποστηρικτής της από τότε, καθώς, με όποια ομάδα κι αν γινόταν η συνεργασία, θα οδηγούμασταν στην ίδια επιλογή.
Στη Θύελλα Πάτρας λοιπόν ξεκίνησα από το Παιδικό. Επειδή μάλιστα ήμουν ήδη στις Μικτές και η Πάτρα είναι μικρή πόλη, ποδοσφαιρικά γνωριζόμαστε όλοι με όλους, ήξερα τα περισσότερα παιδιά, με πολλά κάναμε παρέα και έξω από το ποδόσφαιρο, οπότε κύλησε πολύ ομαλά η μετάβαση.
Υπήρχαν από τότε θετικά σχόλια για το ταλέντο που είχα και ήξερα, καθώς έπαιζα και στις Μικτές, ότι φεύγουν από εκεί παιδιά και πηγαίνουν στις μεγάλες ομάδες.
Βέβαια, σε εκείνη την ηλικία εμένα πιο πολύ μ’ ενδιέφερε να απολαύσω το ποδόσφαιρο παρά να φύγω για έναν μεγάλο σύλλογο.
Ταυτόχρονα, παρά το γεγονός ότι είχα κάνει δοκιμαστικά στα 13-14 μου στην ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό, δεν είχε προχωρήσει κάτι, δεν είχα φανεί έτοιμος, αν και αυτό που με χαρακτήριζε και που όλοι μου έλεγαν ήταν ότι είχα ευστροφία στο παιχνίδι μου, δηλαδή σκεφτόμουν γρήγορα, πέρα από τα καλά τεχνικά χαρακτηριστικά.
Στον Παναθηναϊκό με είχαν ήδη δει από τι Μικτές, αν και εκείνη τη χρονιά είχα πάει για να με δοκιμάσουν ξανά σε Ολυμπιακό, σε ΠΑΟΚ και σε άλλες μεγάλες ομάδες. Ε, δεν μπορώ να πω, η καρδιά μου χτυπούσε σε αυτά τα δοκιμαστικά, ήθελα να με επιλέξουν, καθώς, όταν παίζεις ποδόσφαιρο και ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, αυτός είναι ο στόχος σου.
Την πρώτη φορά που είχα ανέβει για δοκιμαστικά με τον Παναθηναϊκό, θυμάμαι ότι είχε έρθει ο κύριος Φραντζέσκος να με πάρει από το ΚΤΕΛ και με είχε πάει στο προπονητικό στο Κορωπί, διότι θα έμενα εκεί μια μέρα για προπόνηση και την επόμενη θα παίζαμε ένα φιλικό με την ΑΕΚ και πάλι στο Κορωπί.
Απ’ έξω ήταν ο κύριος Φύσσας και ο κύριος Λυμπερόπουλος, φυσικά ήξερα ποιοι ήταν και τους θαύμαζα, με τον κύριο Τάκη μάλιστα έχουμε πολύ καλές σχέσεις, με έχει συμβουλέψει πάρα πολλές φορές, ακόμα δηλαδή και όταν έφυγε, μια περίοδο που έληγε το συμβόλαιό μου με τον Παναθηναϊκό, τον είχα πάρει τηλέφωνο να ακούσω τη γνώμη του, είναι ένας άνθρωπος που μου έχει πει ότι θα με στηρίζει, όσο μπορεί, καθόλη τη διάρκεια της καριέρας μου. Εν τέλει ποιος με πίστεψε, ποιος με επέλεξε, δεν ξέρω, ξέρω όμως ότι ο κύριος Φύσσας έκανε μεγάλη προσπάθεια για να ενταχθώ στον Παναθηναϊκό, αν και ήξερε ότι είχα επαφές και με άλλες ΠΑΕ.
Η αλήθεια είναι ότι, αν και είχα δει καταστάσεις και πράγματα σε πολλούς συλλόγους, τελικά διάλεξα να πάω στον Παναθηναϊκό, γιατί μου είχε φανεί πιο ζεστό το κλίμα και πιο καλές οι συνθήκες, οπότε θεώρησα ότι ήταν το καλύτερο για εμένα και την οικογένειά μου.
Ήταν δηλαδή θέμα αίσθησης, ένιωσα διαφορετικά από ό,τι στις υπόλοιπες περιπτώσεις και προτίμησα τον Παναθηναϊκό, τη στιγμή που οι παίκτες από την Πάτρα πήγαιναν περισσότερο στον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ.
Αμέσως μετά τα δοκιμαστικά μάς είπαν ότι θέλουν να ενταχθώ στην ομάδα! Ένιωσα πολύ χαρούμενος, ένιωσα ότι ξεκινάω κάτι σωστό και μεγάλο για εμένα. Οι γονείς μου προσπαθούσαν να κρατήσουν χαμηλά τους τόνους, δεν έλεγαν μεγάλα λόγια, ήταν μια απόφαση μετρημένη και με δεδομένο ότι, επειδή υπήρχαν και άλλες δυνατότητες, έπρεπε να παρθεί τη σωστή στιγμή η σωστή απόφαση.
Ήταν η πρώτη φορά που ξεσπιτωνόμουν, ήμουν 15,5 ετών, αλλά μου είχε ήδη μπει η σκέψη του ονείρου εκείνη τη χρονιά, σκεφτόμουν ότι θα ξεκινήσω κάτι για εμένα και την οικογένειά μου. Η αλήθεια είναι ότι δεν μου φαινόταν δύσκολο, να φύγω από το σπίτι μου και να προσαρμοστώ, εξάλλου Πάτρα-Αθήνα δεν είναι και μεγάλη απόσταση. Επίσης, θυμάμαι ότι τότε στο Κορωπί με είχαν εντυπωσιάσει τα πολλά γήπεδα, οι ξενώνες, τα εστιατόρια, μεγάλη διαφορά σε σχέση με τις συνθήκες της Πάτρας. Ήμουν συγκεντρωμένος λοιπόν στο ότι ξεκινάει κάτι για τη ζωή μου.
Στον Παναθηναϊκό πήγα το 2017. Τότε μου άρεσε πολύ ο Κουρμπέλης, κάναμε παρέα με τον Μπότσαρη, τον τερματοφύλακα, και με τον Ζαγαρίτη, φυσικά όμως με όλα τα παιδιά είχαμε πολύ καλές σχέσεις.
Ο Γιώργος Δώνης ήταν ο προπονητής που πολλές φορές με συμβούλευε και μάλιστα με έβαλε να κάνω το ντεμπούτο μου στη Super League. Εννοείται πως δεν ξεχνάς ποτέ τον προπονητή που σε βάζει να παίξεις για πρώτη φορά στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για την πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού. Μια χαρά οι σχέσεις μου και με τον κύριο Αντωνίου στη Β’ ομάδα, μου είχε πει ότι με είχε σε εκτίμηση, κάτι που το επιβεβαίωσα και από αλλού.
Ντεμπούτο έκανα στο Πρωτάθλημα με τον Ατρόμητο στο Περιστέρι, ένα ημίχρονο είχα παίξει, σε εκείνο το παιχνίδι βέβαια είχαμε χάσει και σε, ό,τι αφορά στην απόδοσή μου, τότε ήμουν απλώς… νορμάλ. Έμαθα ότι θα ξεκινούσα βασικός στο ξενοδοχείο, λίγο πριν φύγουμε για το γήπεδο, και θυμάμαι σαν τώρα ότι έτρεμα ολόκληρος, δεν μου το είχε πει κάποιος την παραμονή, ώστε να προετοιμαστώ.
Γνωρίζω ότι υπάρχει η άποψη πως στον Παναθηναϊκό δεν μου δόθηκαν οι ευκαιρίες που μου αναλογούσαν, ότι δεν μπόρεσα να αποδείξω την αξία μου.
Ωστόσο, δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά στο γιατί δεν χρησιμοποιήθηκα περισσότερο. Αυτές είναι αποφάσεις των προπονητών. Αλίμονο, δεν ρίχνω το φταίξιμο σε προπονητές, θα έχω κάνει και εγώ κάποια λάθη σίγουρα. Απλώς ένα μικρό παράπονο που έχω είναι ότι κανείς δεν μου είπε ποτέ «Ξέρεις κάτι; Πρέπει να κάνεις αυτό και το άλλο για να παίξεις, να αλλάξεις αυτά τα στοιχεία, δεν μας αρέσει αυτό», θεωρώ δηλαδή ότι θα μπορούσα να έχω πάρει περισσότερες ευκαιρίες.
Ήταν μεγάλη τιμή για εμένα να φορέσω το περιβραχιόνιο του Παναθηναϊκού Β’, γιατί ουσιαστικά αυτή η επιλογή είχε προκύψει και με ψηφοφορία την πρώτη χρονιά. Είχα πάρει και τη στήριξη των συμπαικτών μου, ήταν κάτι πολύ συγκινητικό και σημαντικό, πόσο μάλλον εφόσον υπήρχαν παιδιά που ήταν περισσότερα χρόνια από εμένα στην ομάδα.
Έκανα υπομονή και πίστευα ότι κάποια στιγμή θα επανέλθω στη μεγάλη ομάδα. Εξακολουθούσα μέχρι το τέλος να ελπίζω, ίσως όχι τόσο τον τελευταίο χρόνο. Είχα την ελπίδα, γι’ αυτό εξάλλου και το 2022, όταν και είχε λήξει το συμβόλαιό μου, ανανέωσα πάλι με τον Παναθηναϊκό, πίστευα ότι θα καταφέρω να αλλάξω γνώμη στους ανθρώπους της ομάδας και θα ανέβω στην Α’.
Τελευταία φορά που είχα παίξει στη μεγάλη ομάδα ήταν με τον κύριο Μπόλονι, σε ένα Παναθηναϊκός-Λάρισα στη Λεωφόρο. Έκανα προετοιμασία με τον κύριο Γιοβάνονβιτς το 2021, υποθέτω με είχε δει, αλλά δεν με πίστεψε και κατέβηκα στη Β’ ομάδα, ουσιαστικά δηλαδή ο κύριος Γιοβάνοβιτς ήταν εκείνος που με κατέβασε στη Β’.
Με τον κόσμο του Παναθηναϊκού δέθηκα όλα αυτά τα χρόνια, είχα αρκετά θετικά μηνύματα φιλάθλων που με πίστευαν, ακόμα και στο αεροδρόμιο κάποια στιγμή αργότερα πέτυχα έναν φίλαθλο που μου είπε «περίμενα ότι θα έπαιζες περισσότερο, ότι θα έπαιζες στην πρώτη ομάδα, είσαι καλός παίκτης». Αυτά είναι που με κάνουν να χαίρομαι, γιατί θεωρώ ότι έκανα κάτι και εγώ σωστά.
Ουσιαστικά, μεγάλωσα και ανδρώθηκα στον Παναθηναϊκό, ήρθα παιδάκι κι έφυγα άντρας, τα έμαθα όλα εκεί. Και το ποδόσφαιρο, ως άθλημα, σου προσφέρει πολλά μαθήματα που αφορούν και στην ίδια τη ζωή. Καλλιέργησα δηλαδή, για παράδειγμα, την υπομονή, την επιμονή και την πειθαρχία μου, Πάντα ήμουν χαμηλών τόνων και πειθαρχημένος, αλλά σε μια τέτοια ομάδα πρέπει να είσαι πολύ περισσότερο, γιατί μπορεί να έρθουν τα χειρότερα.
Εννοείται ότι είμαι πολύ χαρούμενος με τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού, όπως με την κατάκτηση του Κυπέλλου, γιατί η ομάδα κάποια χρόνια πέρασε δύσκολα, ήταν μακριά από τους τίτλους και κάθε ένας είναι η επισήμανση ότι ο Παναθηναϊκός είναι εδώ και γυρίζει στον παλιό του εαυτό.
Και αυτή μου η χαρά είναι ανεξάρτητη από το γεγονός ότι γνώριζα πως θα αποτελούσα παρελθόν από την ομάδα, όταν αυτή πήρε το Κύπελλο. Δεν μου είχε γίνει πρόταση, αλλά κι εγώ πλέον είχα αποφασίσει ότι έπρεπε να αλλάξω παραστάσεις.
Από τη στιγμή που έμεινα ελεύθερος, η πρώτη μου σκέψη ήταν να πάω στο εξωτερικό, αλλά, επειδή δεν ήταν κάτι εύκολο, στράφηκα στο Πρωτάθλημα της Super League, καθώς σε θεωρούν ουσιαστικά πιο έτοιμο.
Πήγα λοιπόν στη Λαμία με μεγάλα όνειρα, να μπορέσω επιτέλους να υπολογίζομαι στην ομάδα, να αγωνίζομαι κάθε Κυριακή, να είμαι παρών. Ξέρω ότι ποδοσφαιρικά έχασα κάποια πράγματα με τη Β’ ομάδα του Παναθηναϊκού, οπότε ίσως να μου πάρει λίγο περισσότερο για να αποτελέσω βασικό μέλος στην ομάδα της Λαμίας, αλλά, ναι, στόχος μου πάντα είναι αυτός, να γίνω βασικός και να πάρω τα παιχνίδια μου.
Η ομάδα μου τη σεζόν 2024-2025 έχει ως προτεραιότητα να κάνει κάτι παρόμοιο με εκείνο της σεζόν 2023-2024, μπορεί να είναι λίγο δύσκολο, αλλά οπωσδήποτε να τερματίσει όσο πιο ψηλά μπορεί. Και μέσα σε αυτό θέλω αφενός να βοηθήσω την ομάδα μου, αφετέρου να βελτιωθώ κι ο ίδιος, γιατί στο βάθος του χρόνου μπορεί να προκύψει και μια καλή μεταγραφή.
Σκέφτομαι και τη στιγμή που θα παίξω στο ΟΑΚΑ κόντρα στην παλιά μου ομάδα, θα δω γνώριμα πρόσωπα, θα είναι ένα συναίσθημα, δεν θα το πω συγκινητικό, σίγουρα ωραίο.
Αντίστοιχα όμορφο είναι και το να ξέρω ότι οι γονείς μου μετά από όλα αυτά είναι περήφανοι για εμένα.
Σίγουρα θα ήθελαν να προχωρήσω περισσότερο με τον Παναθηναϊκό, γιατί είναι ο Παναθηναϊκός, γιατί είναι μεγάλη ομάδα, παρόλ’ αυτά καταλαβαίνουν και οι ίδιοι πλέον, καθώς έχουν μπει στο σκεπτικό του ποδοσφαίρου, ότι και η Λαμία αποτελεί μια ευκαιρία για εμένα, δεν είναι ότι «επειδή έφυγα από τον Παναθηναϊκό, τελείωσε το ποδόσφαιρο για εμένα», ότι δεν μπορώ να διακριθώ αλλιώς, και βέβαια θα έρχονται να με βλέπουν, κάτι που πάντα με κάνει πολύ χαρούμενο!
Ο Ανδρέας Αθανασακόπουλος είναι διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αντώνης Σιατούνης: Μαθαίνοντας το Κάλτσιο