Ο Όντιν ήταν ο πατέρας όλων των θεών.
Καταγόταν από Γίγαντες γονείς και απέκτησε τη σοφία του, θυσιάζοντας το ένα του μάτι στο θαυματουργό πηγάδι του Mimir, για το οποίο κανείς άλλος δεν έμαθε ποτέ πού βρισκόταν. Απεικονιζόμενος στη σκανδιναβική μυθολογία ως ένας μονόφθαλμος γέρος, μπορούσε να εξαπολύσει το θρυλικό δόρυ του, το επονομαζόμενο «Gungnir», και χτύπαγε ό,τι στόχευε. Δεν έκανε ποτέ λάθος και δεν είχε καμία αδυναμία. Βασικά ίσως είχε μία, αν θεωρήσουμε ότι είναι αδυναμία το να μην μπορείς να συγχωρήσεις. Στη δική του Σάγκα (οι επικές αφηγήσεις της αρχαίας σκανδιναβικής μυθολογίας), οτιδήποτε τον ενόχλησε ή τον πλήγωσε δεν το ξέχασε ποτέ και δεν του χάρισε καμία άφεση.
Γεννημένος στο Στάβανγκερ, σε μία από τις πιο ιστορικές γωνιές των Βίκινγς, ο Αλφ-Ίνγκε Ράσνταλ Χάαλαντ μυήθηκε από νωρίς στα κατορθώματα του πατέρα όλων των θεών αλλά και του δικού του αγαπημένου.
Από παιδί στα παιχνίδια της γειτονιάς ήθελε να είναι ο Θορ, ο οποίος έβρισκε και εξολόθρευε τους εχθρούς των θεών, τους Γίγαντες, και είχε επίσης μία άρνηση στη συγχώρεση. Είχε όμως και τη δυνατότητα να ξαναβρίσκει το νόημα της ζωής. Να το ανακαλύπτει είτε μέσα του είτε μέσα στην ομορφιά όλων των πραγμάτων της ζωής. Κάπως έτσι λοιπόν ο Άλφι Χάαλαντ μπολιάστηκε και με τις δύο αυτές ιδιαιτερότητες.
Το μάτι του Μπράιαν Κλαφ
Ήταν Οκτώβρης του 1992, όταν η Νότιγχαμ Φόρεστ έκανε την πρώτη προσέγγιση στην Μπρίνε. Ο 20χρονος Άλφι είχε κάνει εντύπωση στο Euro U19, αλλά ακόμη δεν είχε παίξει στη μεγάλη κατηγορία της χώρας του. Η βιντεοκασέτα στάλθηκε συστημένη και μπήκε στη VHS συσκευή. Το έμπειρο μάτι δεν χρειάστηκε δεύτερη ανάγνωση ώστε να δώσει το “πράσινο φως”. Για τον Μπράιν Κλαφ ήταν ξεκάθαρο. Ο μικρός μπορούσε να βοηθήσει.
Τα χρόνια της βασιλείας του κόουτς έμοιαζαν να δύουν και η Φόρεστ έδινε τη μάχη της για την παραμονή. Τα μεγαλεία των διαδοχικών κατακτήσεων του Πρωταθλητριών (1979, 1980) ανήκαν στο πολύ μακρινό παρελθόν και τα πράγματα για εκείνον στο club ήταν άσχημα. Ο υποβιβασμός θα έφερνε και την ντροπιαστική απομάκρυνση. Ένα χείριστο φινάλε ενός υπέροχου παραμυθιού, από τα πιο όμορφα στον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Στη θέση του βρέθηκε ο Φρανκ Κλαρκ, ο οποίος πήρε την μεταγραφική ατζέντα του Κλαφ και υλοποίησε δύο από τις προεπιλεγμένες δουλειές. Ο Στιούαρτ Πιρς και ο Άλφι Χάαλαντ πήραν βίζα για το City Ground, με τον δεύτερο να φτάνει τελικά εκεί τον Δεκέμβριο του 1993 και να καλείται να καλύψει το κενό μίας μεγάλης πώλησης.
Ο Ρόι Κιν μόλις ξεκινούσε το μαγικό ταξίδι στο Old Trafforf, καθώς η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τον καθιστούσε την ακριβότερη αγορά στο Νησί. Παραλίγο δηλαδή να είχαν βρεθεί συμπαίκτες.
Τελικά βρέθηκαν να μισούν για πάντα ο ένας τον άλλον, καθώς ταυτόχρονα αμφότεροι έγιναν Όντιν, Θορ και κάθε άλλος θεός που δεν ήξερε πώς να θάβει την οργή του και το δόρυ του πολέμου.
Μίζες και American Dream
Μέχρι όμως να συμβούν όλ’ αυτά, ο Χάαλαντ βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκανδάλου για το οποίο δεν έφταιγε ποτέ και παραλίγο να ακυρώσει το δικό του ταξίδι προς το Νότιγχαμ. Μία έρευνα για παράνομες μεταγραφικές μίζες τον τοποθέτησε στο στόχαστρο, μαζί με τον Τέντι Σέριγχαμ και τη δική του μετακίνηση στην Τότεναμ. Το όνομα του βασικού ύποπτου συγκλόνισε τους πάντες.
Ο Μπράιαν Κλαφ φερόταν ότι λάμβανε χρήματα από ατζέντηδες. Τελικά βγήκε καθαρός και την πλήρωσε ο βοηθός του, Ρον Φέντον, που αποβλήθηκε δια παντός από το ποδόσφαιρο. Έναν χρόνο αργότερα, ο μάνατζερ και συμπατριώτης του Χάαλαντ, Ρούνε Χάουγκε, θα εξοριζόταν από το ποδοσφαιρικό Νησί, όπως θα συνέβαινε για λίγο και με τον προπονητή της Άρσεναλ, Τζόρτζ Γκρέιαμ.
Η πρώτη σεζόν του στη Φόρεστ δεν ήταν τόσο επιτυχημένη σε ατομικό επίπεδο. Δυσκολευόταν να παίξει δεξιός μπακ και τις περισσότερες φορές καθόταν στον πάγκο. Ωστόσο, πήρε μία πρώτη γεύση αγγλικού παιχνιδιού και στο φινάλε πανηγύρισε την άνοδο στη φρέσκια Premier League.
Επίσης, το όνομά του βρέθηκε στις βασικές επιλογές του Έγκιλ Όλσεν. Το αμερικανικό όνειρο τον έστελνε στο Μουντιάλ του 1994 και μάλιστα ως βασικό.
Θα γινόταν ο ένας εκ των τριών διεθνών στην ιστορία της χώρας που φόρεσαν το εθνόσημο δίχως να παίξουν ποτέ στο Πρωτάθλημά της.
Στη μεσαία γραμμή, δίπλα του, ο Έρικ Μίκλαντ, ο οποίος μελλοντικά θα ερχόταν να κάνει τα φοβερά του στον Παναθηναϊκό. Στον Ε’ όμιλο θα παίξει κόντρα σε Μεξικό, Ιταλία, αλλά θα δεχτεί κάρτες και θα χάσει τη συνάντηση με την Ιρλανδία. Για ακόμα μία φορά η γνωριμία με τον Ρόι Κιν θα πάρει παράταση.
Η γνωριμία
Έχει μπει ο Δεκέμβριος του 1994, όταν η Φόρεστ υποδέχεται τη Γιουνάιτεντ. Ένας δαιμονισμένος νεαρός, ονόματι Σταν Κόλιμορ, διαλύει την άμυνα των «Κόκκινων Διαβόλων» (2-1). Κανείς δεν θα ασχοληθεί με τους δύο δεξιούς μπακ του παιχνιδιού (τότε ακόμα ο Κιν έπαιζε συχνά στη θέση). Ήταν η εποχή που ο Ιρλανδός μέσος αντιμετώπιζε συχνά μυϊκά προβλήματα και μετρούσε απουσίες. Θα χρειαστεί να περιμένουν τρία περίπου χρόνια ώστε να ανταμώσουν στο χορτάρι. Ο Χάαλαντ έχει πάρει αέρα, έχει ανθίσει και μετράει τρεις γεμάτες σεζόν στη μεγάλη κατηγορία, με 75 ματς και επτά γκολ. Ωστόσο, το τέλος του 1996-1997 θα βρει την ομάδα ουραγό και υποβιβασμένη. Ο Τζορντ Γκρέιαμ, ο οποίος έχει ακόμη επαφές με τον μάνατζερ Χάουγκε, θα δώσει τη λύση και θα τον πάρει κοντά του στη Λιντς.
Τα «Παγόνια» έχουν απομακρυνθεί από τον τίτλο του 1992 και βρίσκονται σε διαδικασία αναδόμησης, μα παραμένουν μία άκρως ανταγωνιστική ομάδα. Με τον Νορβηγό να έχει καθιερωθεί πλέον ως βασικός μέσος, θα τερματίσουν στην πέμπτη, τέταρτη και τρίτη θέση αντίστοιχα (74 ματς, οκτώ γκολ). Είναι ακόμη Σεπτέμβριος του 1997. Η Γιούναιτεντ, αήττητη στις πρώτες επτά αγωνιστικές, πηγαίνει στο Elland Road. Ο Ερίκ Καντονά έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση και ο Κιν είναι ο νέος αρχηγός. Έχει αρχίσει ούτως ή άλλως από καιρό να εξωτερικεύει την πανίσχυρη προσωπικότητά του και να γίνεται ολοένα και πιο κυριαρχικός-οξύθυμος στο γήπεδο.
Τότε ο 25χρονος Άλφι αλλά και ο 26χρονος Ρόι δεν γνώριζαν όσα θα ακολουθούσαν και θα σημάδευαν κυρίως την καριέρα και τη ζωή του πρώτου.
Κανείς τους δεν μπορούσε να υποπτευθεί όσα οι λόγιοι λένε για την τέχνη της ζωής. Εκείνη η συνάντηση θα τους έβαζε να βιώσουν κάτι που έμοιαζε περισσότερο με πάλη παρά με χορό. Ο Άλφι και ο Ρόι σίγουρα δεν θα μπορούσαν να είναι έτοιμοι, ακλόνητοι, για όσα θα συνέβαιναν απροειδοποίητα…
Το πρώτο χτύπημα
Στο 34’ ο Γουέδεραλ με κεφαλιά έβαλε μπροστά τη Λιντς. Οι φιλοξενούμενοι πίεσαν δαιμονισμένα. Ο Κιν άρχισε επίσης να προωθείται. Στο 80’ κυνήγησε μία κάθετη στην αντίπαλη περιοχή. Μία κόκκινη φανέλα ανάμεσα σε πολλές λευκές. Δίπλα του έτυχε να τρέχει ο Χάαλαντ. Η επαφή ήταν απειροελάχιστη, ίσως και μηδαμινή. Ο Ιρλανδός στραβοπάτησε και έπεσε.
Θυμωμένος ο Νορβηγός έτρεξε από πάνω του και άρχισε να του φωνάζει ότι κάνει θέατρο για να πάρει πέναλτι. Δεν έκανε. Ο χιαστός του είχε πάθει ζημιά. Τόσο μεγάλη, ώστε να τον αφήσει εκτός δράσης για περίπου έναν χρόνο. «Γάμ@@σέ τον. Έκανε αυτό που ήθελε. Σε όλο το ματς με έβριζε και μου δημιουργούσε εκνευρισμό. Αυτό που ήθελε το πέτυχε», θα έγραφε λίγα χρόνια αργότερα σε μία πρώιμη αυτοβιογραφία του ο Κιν. Μόνο που η ιστορία δεν θα τελείωνε εκεί.
Συγγνώμη δεν υπήρξε καν από τον αντίπαλό του. Ούτε καν ένα τηλεφώνημα για να δει πώς είναι με τον τραυματισμό του. Ο Όντιν και ο Θορ ήταν χαρούμενοι και η εξέλιξη της αφήγησης θα τους άφηνε ικανοποιημένους.
Ο Άλφι Χάαλαντ δεν ήταν εύκολος τύπος. Ζόρικος και αντιδραστικός στο γήπεδο. Γερό κορμί, τρεχαλατζής που έκανε τάκλιν με… όλα και αθυρόστομος. Δεν είχε φόβο να τα βάλει με άλλους ζόρικους όπως ο Κιν. Είχε μαλώσει ακόμα και με τον σκληροπυρηνικό Βίνι Τζόουνς, ενώ είχε σπάσει τη μύτη του Ρέι Πάρλιουρ της Άρσεναλ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το τράβαγε ο οργανισμός του.
Μόνο που ο Κιν δεν ήταν από εκείνους που αφήνουν κάτι τέτοια αναπάντητα. Και μπορεί να του πήρε καιρό. Δεν ξέχασε όμως. Και την κατάλληλη στιγμή σέρβιρε στον εαυτό του το παγωμένο πιάτο της εκδίκησης.
Η εκδίκηση
Από εκείνο το απόγευμα στο Λιντς θα περνούσαν τέσσερα χρόνια και ισάριθμες ακόμα μεταξύ τους αναμετρήσεις. Κανείς δεν μπορούσε να διακρίνει ιδιαίτερη ένταση στις μονομαχίες τους. Ήταν όλες στο πλαίσιο του αθλητικού εγωισμού. Το τέλος του 2000 θα βρει τον Χάαλαντ αναπληρωματικό στα εξαιρετικά «Παγόνια» του Ντέιβιντ Ο’ Λίρι, τα οποία θα κερδίσουν την έξοδο στο Champions League και θα φτάσουν στα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA, όπου τους άφησε εκτός η μετέπειτα κάτοχος, Γαλατάσαραϊ του μυθικού Γκιόργκι Χάτζι.
Καθώς ο Γκάρι Κέλι τού έχει φάει τη θέση στα δεξιά και ο Ντέιβιντ Μπάτι στη μεσαία γραμμή, θα χρειαστεί να αναζητήσει μία διέξοδο. Η Μάντσεστερ Σίτι θα πληρώσει 3 εκατ. ευρώ και θα τον ντύσει στα γαλάζια. Μία Σίτι σε ρόλο ασανσέρ που παλεύει μόνιμα για τη σωτηρία της και τίποτα παραπάνω. Θα βρεθεί ακόμα πιο κοντά στο πεπρωμένο.
Στο πρώτο ντέρμπι της πόλης ο Κιν θα είναι φρόνιμος. Τον Απρίλιο όμως στο Old Trafford θα βγάζει αφρούς από τα ρουθούνια. Σε μία ανύποπτη μονομαχία θα μυρίσει αίμα. Ο Χάαλαντ θα προλάβει να τσιμπήσει την μπάλα, μα ο αντίπαλός του είναι ξεκάθαρο πως δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτήν. Απλωμένο επίτηδες, το δεξί πόδι του Κιν θα προσγειωθεί με τις τάπες στο απροστάτευτο δεξί γόνατο του Νορβηγού. Και καθώς εκείνος θα σφαδάζει στο έδαφος, ο Ιρλανδός θα πάει από πάνω του και θα του βρίσει τα πάντα.
Πέραν της επί τόπου αποβολής, η τιμωρία θα είναι ελαφριά (δύο αγωνιστικές και 5.000 λίρες πρόστιμο).
Κάποιους μήνες αργότερα, σε συνέντευξή του θα αφήσει ένα ξεκάθαρο υπονοούμενο εκδίκησης. «Ίσως να το έκανα επίτηδες, ίσως και όχι. Απλώς να τον ενημερώσετε ότι εγώ δεν ξεχνάω. Άλλωστε, ό,τι συμβαίνει έχει και την απάντησή του. Μην με παρεξηγείτε πάντως, δεν είμαι κακός τύπος, αλλά, τι να κάνω, είμαι απλώς ένας κανονικός άνθρωπος», θα πει με θυμωμένο και μπλαζέ ύφος και δίχως να τον απασχολεί ότι τον έχει αφήσει ήδη για καιρό εκτός δράσης.
Μόνο που η -σχεδόν- ανθρώπινη προσέγγισή του θα ακυρωθεί από τον ίδιο στην αυτοβιογραφία του λίγο αργότερα. «Το περίμενα καιρό, δεν γινόταν άλλο. Η μπάλα νομίζω ήταν εκεί, αλλά δεν είχε σημασία. Τον χτύπησα σκληρά και σκέφτηκα “Πάρ’ τα, γαμ@@νο μ@@νί. Για να μάθεις να φωνάζεις από πάνω μου ότι προσποιήθηκα τον τραυματία!”». Πέντε αγώνες και 150.000 λίρες πρόστιμο ήρθαν σαν επιβράβευση της ειλικρίνειάς του από την Αγγλική Ομοσπονδία.
Φινάλε, αλλά για το άλλο πόδι
Έπειτα από αυτό, ο Χάαλαντ ουσιαστικά δεν ξανάπαιξε ποτέ κανονικά. Ωστόσο, αντιθέτως απ’ ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι απ’ όσους γνωρίζουν την ιστορία του, δεν ήταν αυτό το χτύπημα που τερμάτισε την καριέρα του. Στο ίδιο το ματς σηκώθηκε και το ολοκλήρωσε κανονικά. Έπαιξε για 68 λεπτά και την επόμενη αγωνιστική κόντρα στη Γουέστ Χαμ.
Στην πραγματικότητα ήταν το άλλο γόνατο που είχε τη ζημιά από πριν. Το αριστερό πόδι του είχε πρόβλημα στον πρόσθιο χιαστό, είχε βγει στην επιφάνεια. Αποφασίστηκε ότι θα έπρεπε να γίνει επέμβαση. Μόνο που δεν πέτυχε. Μία ακόμα που θα ακολουθήσει θα είναι εξίσου ανεπιτυχής.
Θα χρειαστεί να φτάσουμε στα μέσα Δεκεμβρίου του 2002 ώστε να πατήσει επισήμως το χορτάρι. Η Σίτι έχει υποβιβαστεί κι εκείνος θα μπει για μόλις 12 λεπτά κόντρα στη Μπράντφορντ. Θα ακολουθήσουν 15 λεπτά με τη Γουέστ Μπρομ και ακόμα επτά με τη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ.
Κάθε φορά όμως θα νιώσει ότι δεν μπορεί. Πονάει στις προπονήσεις και έχει χάσει πολλές από τις ικανότητές του. «Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν είχα έκρηξη, φοβόμουν στις αλλαγές κατευθύνσεων, όπως και να το βάλω στη φωτιά. Κατάλαβα ότι δεν πρέπει να είμαι εγωιστής». Η απόφαση της απόσυρσης ήρθε νομοτελειακά, δίχως όμως να υπάρξει κάποια επίσημη τοποθέτηση. Ηταν κρίμα, μόλις στα 30 χρόνια του.
Ο Άλφι σταμάτησε την μπάλα, δίχως να το φωνάξει ποτέ. Πάντα μέσα του πίστευε ότι κάπως, κάπου, κάποτε θα επέστρεφε. Και το έκανε. Μπορεί να χρειάστηκε να περάσουν 10 χρόνια, μα μπήκε και πάλι σε επίσημο αγώνα. Σαραντάρης πατημένος πλέον, φόρεσε για 18 λεπτά τη φανέλα της πρώτης αγάπης του. Μπήκε με τη Μπρίνε σε ένα ματς Κυπέλλου, νίκησε το πείσμα του και νικήθηκε από αυτό. «Μου αρκεί. Τώρα είμαι κάπως χαρούμενος. Τώρα μπορώ να ησυχάσω κάπως αυτή τη φωτιά μέσα μου», θα δηλώσει συγκινημένος και θα συγκινήσει ταυτόχρονα και τα τρία παιδιά του που πνίγονται στην αγκαλιά του. Το ένα θα το πάρει κάπως πιο ζεστά από τα άλλα δύο.
«Όχι, δεν τον κατηγορώ. Ήταν ένας φοβερός ποδοσφαιριστής. Δεν τελείωσε εκείνος την καριέρα μου. Αυτό πιστεύουν οι περισσότεροι, επειδή εκείνο ήταν το τελευταίο 90λεπτο της καριέρας μου. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είμαι καλά μαζί του. Δεν τον συμπαθώ καν. Το έκανε επίτηδες, με πλήγωσε, μα δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι είχα ανάγκη τη συγγνώμη του. Δεν θέλω καν να τον δω», θα δηλώσει το καλοκαίρι του 2022, καθώς θα συνοδεύει το καμάρι του πίσω στο παλιό ποδοσφαιρικό σπίτι του.
Το μέλλον…
Η δική του καριέρα υπήρξε ενδιαφέρουσα. Όχι κάτι αξιοπρόσεκτο όμως. Ένας καλός ποδοσφαιριστής, δίχως σπουδαία επιτεύγματα, ούτε καν έναν τίτλο στο ενεργητικό του. Η ιστορία της Premier League τον καταγράφει όχι τόσο για όσα έκανε εκείνος στο γήπεδο μα για τα τριγύρω που του συνέβησαν.
Το πιο πιθανό είναι να μην ασχολούμασταν μαζί του, εάν δεν είχαν συμβεί τα δύο σημαντικότερα ή, αν θέλετε, τα δύο διασημότερα γεγονότα της ζωής του. Η καρατιά του Κιν και η γέννηση του Έρλινγκ.
«Μέσα από την πορεία του Έρλινγκ νιώθω να ξαναζώ το όνειρο. Το δικό μου μάλιστα δεν θα έφτανε ποτέ τόσο ψηλά όσο μπορεί να πάει το δικό του. Καμαρώνω, συγκινούμαι και εκστασιάζομαι. Και βρίσκομαι και πάλι εδώ. Στην Αγγλία, στη Σίτι. Είναι απίστευτο».
Για τον Άλφι Χάαλαντ ουδέποτε τέθηκε σε ισχύ το αξίωμα που θέλει τους ανθρώπους να συγχωρούν, όχι για να αλλάξουν το παρελθόν μα για να μεταβάλουν το μέλλον. Το δικό του μέλλον το βρήκε στη διαδοχή. Κι αυτό μερικές φορές μπορεί να είναι ακόμα σπουδαιότερο.
Άλλωστε, στη δική του Σάγκα, μπορεί να μην είναι ο πατέρας όλων των θεών μα ο μπαμπάς ενός ποδοσφαιρικού Γίγαντα που ανατέλλει…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: