AthleteStories
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ
    • ABOUT
  • ΦΑΚΕΛΟΙ
    • ΓΕΝΙΚΑ
    • ΑΚΑΔΗΜΙΕΣ
    • TOP STORIES
    • ΒΙΒΛΙΑ
  • ATHLETESTORIES TV
  • ΑΘΛΗΜΑΤΑ
    • ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
    • ΜΠΑΣΚΕΤ
    • SPORTS
  • ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
    • ΑΘΛΗΤΕΣ / ΠΡΟΠΟΝΗΤΕΣ
    • GUESTS / EXPERTS
    • GLOBAL
  • ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

AthleteStories

  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ
    • ABOUT
  • ΦΑΚΕΛΟΙ
    • ΓΕΝΙΚΑ
    • ΑΚΑΔΗΜΙΕΣ
    • TOP STORIES
    • ΒΙΒΛΙΑ
  • ATHLETESTORIES TV
  • ΑΘΛΗΜΑΤΑ
    • ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
    • ΜΠΑΣΚΕΤ
    • SPORTS
  • ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
    • ΑΘΛΗΤΕΣ / ΠΡΟΠΟΝΗΤΕΣ
    • GUESTS / EXPERTS
    • GLOBAL
  • ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
LEGEND STORYΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

Αγιούμπ Ελ Κααμπί: Από σκόνη σε χρυσό

Zastro 29 Μαΐου, 2025
Αγιούμπ Ελ Κααμπί: Από σκόνη σε χρυσό

Η Καζαμπλάνκα δεν είναι πόλη. Είναι πληγή.

Μια χαρακιά ανοιχτή που αιμορραγεί βαβούρα, αλμύρα και σκουριασμένα όνειρα.

Στο Ντερμπ Μιλά οι τοίχοι στέκονται σαν ραγισμένα κόκαλα, θαρρείς και κουβαλούν μαζί τους λαχτάρες και μυστικά αιώνων. Εκείνο το καλοκαίρι του 1993 ο Αγιούμπ δεν είδε το πρώτο φως περιστοιχισμένος από χαμόγελα και χειροκροτήματα σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον. Ένα μωρό που έκλαιγε σ’ ένα σπίτι με στέγη από τσίγκο, χάρτινους τοίχους και πάτωμα που ανέδυε υγρασία και ανέχεια.

Η φαμίλια του είχε αφήσει τη Ζαγορά, μια κοιλάδα στον νότο του Μαρόκου, όπου ο ήλιος καίει τη γη, μέχρι να γίνει στάχτη, κι έψαχνε σωτηρία κι ελπίδα στο Μεντιούνα, στα περίχωρα της Καζαμπλάνκα. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος, δεν υπήρχε επιλογή.

Ο πατέρας του, ένας άνθρωπος με ροζιασμένα χέρια, έχτιζε σπίτια για ξένους –σπίτια με παράθυρα που δεν θα ‘βλεπαν ποτέ τα παιδιά του, με πόρτες που δεν άνοιγαν για τη δική του οικογένεια. Η μάνα του, μια συγκλονιστική γυναίκα με τεράστια εκφραστικά μάτια, μάζευε τις μέρες σαν ψίχουλα απ’ το σπασμένο ψωμί, ράβοντας ρούχα, με χέρια που τρέμαν απ’ την κούραση.

Κοίταζε τον Αγιούμπ με μια σιωπή που έλεγε όσα θα λέγανε όλες οι κουβέντες μαζί. Κι ο πιτσιρικάς, ο πρωτότοκος γιος της, γύριζε το βλέμμα του στις χαραμάδες, ψάχνοντας ένα αστέρι που δεν έλαμπε για εκείνον, ένα φως που η σκόνη της Καζαμπλάνκα δεν άφηνε ποτέ να φανεί.

Στα πέντε του, τα πόδια του δεν ήξεραν τη μπάλα, την αίσθηση του δέρματος στο γυμνό πόδι. Ήξεραν τα χαλίκια και τις πέτρες. Σκληρές, γκρίζες, σπασμένες απ’ τον δρόμο, πεταμένες από φορτηγά που πέρναγαν βιαστικά για το λιμάνι.

Στα σοκάκια του Χέι Χαντίτζα τα παιδιά δεν είχανε πετσί να κλωτσήσουν. Κουρέλια, πλαστικά μπουκάλια, σκισμένες κάλτσες που κάποτε ήταν άσπρες, δεμένες με σπάγγο για να μοιάζουν με κάτι σαν μπάλα.

Ο Αγιουμπ Ελ Κααμπί με τη φανέλα της Εθνικής Μαρόκου.

Ο Αγιούμπ δεν έτρεχε πιο γρήγορα από τα άλλα παιδιά, δεν πηδούσε πιο ψηλά.

Είχε όμως τα μάτια του, το βλέμμα που μπορεί να δει πέρα από τη σκόνη, πέρα από τους τοίχους, πέρα από τη φτώχεια που έσφιγγε τον λαιμό της γειτονιάς. Ήθελε “να γίνει κάτι”. Απροσδιόριστο ακόμη τότε, αδιαμόρφωτο, ατελές. Καθισμένος σ’ ένα σπασμένο πεζοδρόμιο, με γόνατα ματωμένα και χέρια λερωμένα απ’ τη λάσπη. Με δόντια κίτρινα απ’ τον ήλιο και την πείνα, πετούσε τις πέτρες στον αέρα σαν να ‘ταν όνειρα που δεν θα γίνονταν ποτέ αληθινά.

Στα οκτώ του, ένας γείτονας και ντόπιος θρύλος, ο Αμπντέλ (Αμπντελχάκ Ρίζκαλα “Μεντόζα”), του έδωσε μια μπάλα. Όχι καινούργια ασφαλώς. Ξεφτισμένη, με το δέρμα να κρέμεται, τις ραφές ξηλωμένες, μπαλώματα από παλιές ταινίες που κρατούσαν όμως την ψυχή της μέσα αναλλοίωτη, κι ας ήταν μισοξεφούσκωτη από τα χρόνια.

Η φωνή του Αμπντέλ σκουριασμένη, όπως τα καράβια με τα οποία μπάρκαρε στο λιμάνι της Καζαμπλάνκα, τα μάτια του θολά απ’ τη σκόνη και τη ζωή που δεν ήθελε να δει καθαρά.

Ο μικρός Αγιούμπ την πήρε, την κράτησε στην αγκαλιά του σαν να ‘ταν χρυσός. Την έσφιξε στο στήθος του, ένιωσε το βάρος της, τη μυρωδιά του παλιού δέρματος, τον ήχο, όταν χτυπούσε στο χώμα. Ήταν ένα «τακ» που έμοιαζε με χτύπο καρδιάς.

Και τότε άρχισε να τρέχει. Νοητά και κυριολεκτικά. Στα σοκάκια, εκεί που οι σκιές των χαμόσπιτων έπεφταν βαριές, σκοντάφτοντας σε σπασμένα πλακάκια, πέφτοντας και μαζεύοντας τη σκόνη με τα γόνατά του.

Ταξίδεψε στις αλάνες, έλιωνε το κορμί και το πρόσωπό του ο ήλιος, τα μαύριζε σαν κάρβουνο κι ο ιδρώτας έτρεχε στα μάτια του. Είχε συντροφιά εκείνη τη μπάλα στη βροχή, τη λάτρεψε περισσότερο, όταν μύριζε λάσπη και σκουριά, όταν χανόταν σε δρόμους ποτάμια κι εκείνος την κυνηγούσε σαν να ‘ταν η ζωή του. Η μπάλα έγινε ο καθρέφτης του. Και τα πόδια ο δρόμος του.

Όσο μεγάλωνε, οι φίλοι του στη γειτονιά τον έβλεπαν πια αλλιώς. Ήταν γρήγορος, ήταν ήδη ο καλύτερος από τα υπόλοιπα παιδιά. Αγρίμι γινόταν κάθε που κλωτσούσε μπάλα. Τίναζε το κορμί του στον αέρα, τα χέρια του κρατούσαν ισορροπία, τα μάτια του έμεναν καρφωμένα στον στόχο. Παιδιά που γίνονται έφηβοι, αγρίμια που μαθαίνουν να ενσωματώνονται στο περιβάλλον.

Η ζωή όμως δεν περίμενε, ποτέ δεν περιμένει.

blank

Μάρτιος 2024: Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί επιχειρεί ανάποδο ψαλιδάκι στην ιστορική αναμέτρηση Μακάμπι Τελ Αβίβ – Ολυμπιακός για τους “16” του UEFA Conference League / Photo by: Eurokinissi.

Μόλις είχε κλείσει τα 13, όταν ο πατέρας του τον πήρε μαζί του στη δουλειά. Του το ζήτησε μ’ εκείνη τη βαριά, σκληρή φωνή που δεν σηκώνει αντίρρηση, γιατί οι καιροί ήταν δύσκολοι. Κι ο Αγιούμπ τον άκουσε και πήγε. Έκοβε ξύλα με τον πατέρα του, κουβαλούσε σανίδια που μύριζαν πικρό ρετσίνι, μάθαινε να καρφώνει με δύναμη που δεν ήξερε ότι είχε κι έκαναν τα χέρια του να τρέμουν.

Από τα 15, το σχολείο ήταν ήδη παρελθόν. Δεν υπήρχαν λεφτά για τετράδια, για μολύβια, δεν υπήρχε φως κι ελπίδα για δασκάλους που μιλούσαν για κόσμους που ο Αγιούμπ δεν θα ‘βλεπε ούτως ή άλλως ποτέ. Η απόφαση έμοιαζε με σφυρί που χτυπάει για τελευταία φορά το καρφί. Θα μάθαινε καλά τη δουλειά, θα γινότανε τεχνίτης. Εδώ που τα λέμε, δεν είχε επιλογή.

Ξυλουργός. Τα χέρια του, λεπτά ακόμη κι ακατέργαστα, έμαθαν το πριόνι. Έκοβαν σανίδες ακόμη υγρές, σανίδες που γίνονταν σκαμνιά για φτωχούς, τραπέζια για οικογένειες όπως η δική του, πόρτες που άνοιγαν σπίτια σαν το δικό του, με τσίγκινες σκεπές και πατώματα με σκόνη.

Τ’ απογεύματα χτίστης. Τούβλα βαριά σαν τη ζωή που ‘χε μπροστά, τσιμεντόλιθοι που του έσπαγαν την πλάτη, που του έκοβαν τα δάχτυλα, όταν του γλιστρούσαν από τον ιδρώτα. Λάσπη που κόλλαγε στα δάχτυλα σαν δεύτερο δέρμα, που στέγνωνε κι έσπαγε σαν τη γη της Ζαγορά, που έμπαινε στα μάτια του και τον έκανε να δακρύζει.

Ιδρώτας που έτρεχε και χανόταν, πριν φτάσει στο έδαφος, αφήνοντας αυτή την αίσθηση του αλατιού στο πρόσωπο. Η δουλειά έγινε η αλήθεια του, τα καρφιά υποδέχονταν τον θυμό του, τα μανταλίδια σκέπαζαν τα όνειρα τ’ ανομολόγητα. Καρφιά σε σκληρό ξύλο, βαθιά, αμετάκλητα, σαν όρκος που δεν σπάει.

Μονάχα τα βράδια, όταν η Καζαμπλάνκα ησύχαζε και ο ήχος απ’ τα καράβια γινότανε ψίθυρος, ο Αγιούμπ θυμότανε την ξεφτισμένη μπάλα και την παράκληση του Αμπντέλ. Την κλώτσαγε στους τοίχους, αφήνοντας σημάδια από λάσπη και ιδρώτα, την πέταγε στον αέρα, πηδώντας να την πιάσει, να τη δαμάσει με το κεφάλι, σαν να ‘ταν όνειρο που μπορούσε να κρατήσει καλά κρυμμένο.

Σκιές πίσω από σκισμένες κουρτίνες και φθαρμένα όνειρα. Όταν τον έπαιρνε ο ύπνος, η μπάλα έμενε στον λογισμό, γινόταν ο φίλος που δεν θα τον πρόδιδε ποτέ. Τα παιδιά, οι έφηβοι έχουν φυλαχτά καλά κρυμμένα και τα κρατούν μέσα τους σαν υποσχέσεις που δεν σπάνε. Αρκεί να υπάρχει μέσα η φωνή, να μην θάβονται οι φιλοδοξίες και η παράλληλη ζωή που φαντάστηκαν και δεν τ’ άφησαν να αγγίξουν.

Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί με τον Αμπντελχάκ Ρίζκαλα “Μεντόζα”.

Flash Forward. 2014. Η Ρασίνγκ Καζαμπλάνκα δεν ήταν ευκαιρία. Ήταν ανάγκη. Στα 21 του πια, άντρας κανονικός. Τον σπρώξαν εκείνοι οι παλιοί φίλοι να δοκιμάσει επιτέλους πραγματικά, εκείνοι με τα πρόσωπα σκαμμένα απ’ τον ήλιο. Χωρίς αυτούς, πιθανόν να μην δοκίμαζε ποτέ, γιατί οι φωνές είχαν πια κουραστεί από τόση σκόνη, τα πνευμόνια είχαν γεμίζει ροκανίδια.

Και πήγε, διάολε. Πήγε. Δεν είχε τεχνική. Δεν είχε φινέτσα. Είχε μονάχα πείνα, αδημονία, τρέλα. Και μάτια που κοιτούσαν τον στόχο σαν γεράκι που καρφώνει το θήραμα. Η Ρασίνγκ τότε δεν ήταν κάτι το σπουδαίο στο ποδόσφαιρο που μετράει. Μισοάδειες κερκίδες, φώτα σβηστά, χορτάρι ξερό σαν την έρημο, πάγκους σπασμένους, αφημένους στη φθορά του χρόνου. Είχε όμως φανέλα και ιστορία από πολύ πίσω, από τις δεκαετίες του ’40 και του ’50.

Κάποια πράγματα στη ζωή είναι γραμμένα. Και στο τέλος εξηγούνται, αν ενώσεις τις τελείες. Επτά γκολ στην παρθενική χρονιά, σουτ που κρύβανε τον θυμό του, κεφαλιές που έσπαγαν τη σιωπή. Δώδεκα τη δεύτερη, με τρεξίματα αθλητή πια, κορμί προσαρμοσμένο, ποδοσφαιρική ευφυΐα. Και το 2016-2017 η σεζόν που έδιωξε το πρώτο στρώμα της σκόνης. Είκοσι πέντε γκολ σε 33 ματς, άνοδος στην πρώτη κατηγορία, τη Botola, όπως τη λένε στην πατρίδα του.

Ο κόσμος άρχισε να μαθαίνει τον «ξυλουργό». Τ’ όνομά του άρχισε να ηχεί σαν καμπάνα σε σπασμένη εκκλησία, όπως λέγανε οι παππούδες στα καφενεία, σαν ψίθυρος που γίνεται βουή.

Η Μπερκάν τον πήρε το καλοκαίρι του ’17. Ρεναισάνς Σπορτίβ («Αθλητική Αναγέννηση», επί το ελληνικότερον). Μια ομάδα μικρή, με γήπεδο που το ‘τρωγε η σκουριά και κερκίδες που γέμιζαν, μόνο όταν ο άνεμος φυσούσε δυνατά, φέρνοντας τη μυρωδιά της θάλασσας απ’ το ανατολικό Μαρόκο. Τέσσερα γκολ στο Κύπελλο Συνομοσπονδίας Αφρικής –κεφαλιές που έσκιζαν τα δίχτυα, σουτ που είχαν μαζεμένο όλον τον θυμό του, ξεπετάγματα και σπριντ που έκαναν το γήπεδο να τρέμει. Δεκαέξι γκολ σε 29 ματς – γκολ που έρχονταν από το πουθενά, από πάσες χαμένες, από μπαλιές που οι άλλοι δεν κυνηγούσαν.

Το Κύπελλο «Θρόνου του Μαρόκου», όπως το λένε, το σήκωσε το 2018. Ήταν το πρώτο της καριέρας του, κόντρα στη Γουιντάντ Φες. Πέναλτι ήταν. Ο Ελ Κααμπί στάθηκε μπροστά στη βούλα και κοίταξε τη μπάλα. Δεν κουνήθηκε. Απλώς κοίταξε ευθεία τον αντίπαλο τερματοφύλακα. Έτρεμε. Κοίταξε πίσω –όχι τον κόσμο αλλά τη σκόνη του Ντερμπ Μιλά, τη μπάλα του Αμπντέλ, τα χέρια του πατέρα του. Και σούταρε. Και η μπάλα μπήκε, έκοψε τα δίχτυα σαν μαχαίρι σε μαλακό ψωμί, σαν βέλος που βρίσκει καρδιά. Το πρώτο τρόπαιο ήρθε. Πού να ξερε… Πού να ξέραμε κι εμείς.

Ο Αγιουμπ Ελ Κααμπί MVP της Εθνικής Μαρόκου σε αγώνα του Κυπέλλου Εθνών Αφρικής 2018.

Κύπελλο Εθνών Αφρικής 2018. Copa Africa, όπως λανθασμένα έχει καταγραφεί στη μνήμη μας. CHAN, το φιλοξενούσε το Μαρόκο. Ο Αγιούμπ δεν μετείχε ως απλή αναφορά στο φύλλο αγώνος, πήγε ως «ο κυνηγός». Και δικαίωσε κάθε προσδοκία. Εννιά γκολ σε έξι ματς. Ρεκόρ. Γκολ με κεφαλιά στον ημιτελικό κόντρα στη Λιβύη, όταν ο ουρανός έσπασε στα δυο. Τον σκόρπισε τελείως στον Τελικό κόντρα στη Νιγηρία. 4-0, τα τρία γκολ δικά του –σουτ, κεφαλιά, πλασέ. MVP.

«Ο ξυλουργός που έγινε βασιλιάς», έγραψαν οι εφημερίδες και τα παιδιά στο Ντερμπ Μιλά κρατούσαν τα φύλλα σαν να ‘ταν εικόνισμα, τρέχοντας στα σοκάκια με τ’ ονόμά του τραγούδι στα χείλη.

Τότε σιγουρεύτηκε κι ο Ερβέ Ρενάρ, ο κοσμοπολίτης Γάλλος προπονητής της Εθνικής με το “ζινολά” μαλλί και το πανούργο βλέμμα. Δεν γινόταν να λείψει από τους εκλεκτούς του Μουντιάλ της Ρωσίας το 2018. Αγία Πετρούπολη. Κόντρα στο Ιράν. Ο Ελ Κααμπί πάτησε χορτάρι για πρώτη φορά σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Δεν σκόραρε. Αλλά έτρεξε, πάλεψε, μόχθησε να κρατήσει τη μπάλα, σαν να ‘ταν εκείνη η παλιά του ξεφτισμένη στη γειτονιά.

Τότε τον “πρωτομύρισε” για πρώτη φορά και η Ευρώπη, “το ποδόσφαιρο που μετράει”. Ψίθυροι για το ζωηρό ενδιαφέρον της Ατλέτικο, για πρόταση της Εσπανιόλ, φήμες που έτρεχαν στα στενά της Βαρκελώνης. Μάλαγα, Σεντ Ετιέν, βγήκαν μπροστά ουκ ολίγες ευρωπαϊκές ομάδες και διάφορα γραφεία και ατζέντηδες. Αλλά ο Ελ Κααμπί κοίταξε αλλού.

Κίνα. Χεμπέι Φόρτσουν. Οι Ασιάτες έβαλαν στο τραπέζι 6,5 εκατ. ευρώ. Δεν υπήρχε περίπτωση να αρνηθεί, ήταν η πρώτη φορά που ένιωθε ότι θα φύγει ολοκληρωτικά η σκόνη από πάνω του, παρασύροντας μαζί και τη φαμίλια του. Δύσκολη, πολύ δύσκολη η αλλαγή περιβάλλοντος και η προσαρμογή για έναν Αφρικανό στην Κίνα. Ένα γκολ σε 12 ματς. Διαφορετικές μέθοδοι, “άλλο»” ποδόσφαιρο. Ένιωσε μέσα του τη φωτιά να σβήνει. Η Κίνα δεν μπορούσε να γίνει σπίτι του, δεν μπορούσε να λειτουργήσει στους ρυθμούς της. Αν έμενε περισσότερο, θα γινόταν η φυλακή του κι εκείνος αλυσοδεμένος με μια κουλτούρα που δεν έκανε δική του ποτέ.

Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί στην Κίνα.

Και γι’ αυτό άφησε τα λεφτά και το 2019 γύρισε πίσω. Γουιντάντ Καζαμπλάνκα. Επιτέλους, η πρώτη μεγάλη ομάδα, μια μεγάλη δόξα για το ποδόσφαιρο του Μαρόκου. Δεκαοκτώ γκολ σε 47 ματς, πρώτος σκόρερ το 2020-2021. Αλλά και πάλι σκόνη. Δεν τον αγκάλιασαν, δεν τον “ένιωσαν” ποτέ οι οπαδοί. Κατηγορήθηκε για αδιάφορος, «υπερβολικά επαγγελματίας», ότι παίζει μόνο για τα νούμερά του και την επόμενη μεταγραφή.

Η ήττα από την Κάιζερ Τσιφς στα ημιτελικά του Αφρικανικού (CAF) Champions League το ’20 έκοψε και τον τελευταίο κόμπο που κρατούσε το τεντωμένο σχοινί. Εξαιτίας ενός σουτ που πέρασε άουτ, μιας μπάλας που πέρασε δίπλα απ’ το δοκάρι, σαν να ‘χε χάσει τοΝ δρόμο. Έτσι είναι η ζωή του επιθετικού. Δοκάρι και μέσα, ήρωας. Δοκάρι και έξω, αποδιοπομπαίος. Η κερκίδα πολύ σκληρή μαζί του, χρήσιμο ήταν κι αυτό στην εξέλιξή του. Ξανά σκόνη. Ξανά σκοτάδι. Ξανάγινε ο θηρευτής που περίμενε τη στιγμή του, που ζούσε για το αίμα, όχι για το χειροκρότημα.

Η Χατάισπορ πήρε το ρίσκο το 2021. Επόμενος σταθμός Τουρκία, σε μια πόλη που μύριζε θάλασσα και μπαχάρια, με δρόμους στενούς σαν τα σοκάκια της Καζαμπλάνκα, με ανθρώπους που έμοιαζαν με τη δική του φυλή, σκληρούς, πεινασμένους, ζωντανούς. Είκοσι έξι γκολ σε 53 ματς. Είδωλο.

Οι οπαδοί φώναζαν «Αγιούμπ» και γέμιζε η ψυχή τους, εκείνος ένιωθε καλά. Η φωτιά ξανάναψε. Μέχρι που η γη μίλησε. Φεβρουάριος 2023. Ο σεισμός στην Αντιόχεια. Μια πόλη που έγινε στάχτη. Χιλιάδες νεκροί. Ο Κρίστιαν Ατσού, ο Γκανέζος με το χαμόγελο ζωγραφισμένο πάντα στα χείλη, κάτω από τα χαλάσματα. Δυστυχία, πόνος, καμιά σκέψη για ποδόσφαιρο.

Το λιμάνι της Χατάισπορ, το δεύτερο σπίτι του Αγιούμπ, έσβησε. Μάρτη μήνα βρήκε ένα συμβόλαιο στο Κατάρ μέχρι τέλος της σεζόν, στην Αλ Σαντ στη Ντόχα. Επτά ματς όλα κι όλα, ένα πέρασμα σαν κουκίδα στην καριέρα του.

Γύρισε πίσω στο Μαρόκο. Εκεί τον βρήκε ο «Θρύλος». Κι αν δεν τον είχε βρει, θα τον κυνηγούσε ξανά ο εγκέλαδος. Τη νύχτα της 8ης Σεπτεμβρίου του 2023 ένας σεισμός με μέγεθος 6.8 ρίχτερ έπληξε την περιοχή του Μαρακές-Σάφι. Γι’ αυτό η σκοτείνια στην όψη, γι’ αυτό λιγομίλητος, γι’ αυτό απόμακρος. Παλεύει μια ζωή να διώξει τη σκόνη.

blank

Οκτώβριος 2023: Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί με τη φανέλα του Ολυμπιακού / Photo by: Eurokinissi.

Ο Ολυμπιακός δεν τον έφερε επ’ ουδενί σαν βασιλιά. Αθόρυβα Αύγουστο του ’23 κλήθηκε να καλύψει το κενό του Σεντρίκ Μπακαμπού. Το Καραϊσκάκης τον κοίταξε στραβά, έτσι κάνει πάντα με τους φορ, γιατί στον Ολυμπιακό πρέπει να παίζει (και να σκοράρει) πάντα ο καλύτερος. Ήταν «μεγάλος», τριαντάρης, δεν είχε λάμψη, δεν τον συνόδευε φανταχτερό βιογραφικό. Ούτως ή άλλως ο Ολυμπιακός δεν το είχε “βρει” ακόμη, δεν υπήρχε ο Βάσκος με το τζιν πουκάμισο να κάνει βόλτες και να μυρίζει το χορτάρι τότε.

Πολύ γρήγορα κατάλαβε ο Αγιούμπ ότι ο Πειραιάς δεν είναι Καζαμπλάνκα, το Καραϊσκάκης δεν είναι εύκολο γήπεδο. Ο Αγιούμπ δεν μιλούσε, προσπαθούσε να ενσωματωθεί. Τον ηρεμούσε η θάλασσα, παρατηρούσε τον οργανισμό, ένιωθε τη δίψα του κόσμου γύρω του. Αλλά δεν καταλάβαινε ακόμη. Πρώτο ματς κόντρα στη Γκενκ, Αύγουστος του ’23. Κεφαλιά. Γκολ. Προεόρτιο μιας σεζόν που ξεκίνησε γεμάτη αμφισβήτηση και κατέληξε απίθανη με ένα τρομερό turning point.

Μακάμπι Τελ Αβίβ. Μάρτιος ’24. 1-4 στο Καραϊσκάκης. Κλαυθμός και οδυρμός. Η πρόκριση για όλους νεκρή. Τριάντα εννέα ψυχές το πίστεψαν και ταξίδεψαν με την ομάδα για τη ρεβάνς. Αυτοί οι 39 είναι ο Μεντιλίμπαρ σε οπαδούς. Μόνο εκείνοι πίστεψαν ότι “γίνεται”. Κι έγινε. Ο Αγιούμπ πέταξε. Ανάποδο ψαλίδι. Μια φάση που ένωσε γενιές ολόκληρες, εκείνους που είδαν τον Αναστόπουλο κι εκείνους που είδαν το ψαλιδάκι του Μπακούλα στα χρυσά παιδιά του Youth League.

Ο Ολυμπιακός το πήγε στην παράταση. Το έκλεισε στο 6-1, αδιανόητο, ανείπωτο. Η φωτιά μιας καμένης σεζόν ξαναζωντάνεψε.

Villa Park, Μάιος. Το Μπέρμιγχαμ υποκλίνεται. Οι υπερόπτες από την πανάκριβη Premier League υποτάχθηκαν στον νόμο του Ελ Κααμπί. Τρία γκολ σαν τρεις σφαίρες στη θαλάμη. Ο Ολυμπιακός συγκλονίζει την Ευρώπη με εκείνο το 2-4 και στη ρεβάνς καθαρίζει τη Βίλα, χωρίς να ανησυχήσει δευτερόλεπτο. Το 2-0 ήταν σαν φυσική ροή των πραγμάτων. Εννοείται και τα δύο δικά του.

Πέντε γκολ συνολικά σε ημιτελικούς. Τους διέλυσε. Ο «ξυλουργός» τούς λιάνισε. Δεκαπέντε γκολ στην Ευρώπη. Ρεκόρ. Ανεπανάληπτο. Όπως και “εκείνη” η βραδιά.

Μάιος 2024: Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί πανηγυρίζει το ένα από τα δύο γκολ του στην αναμέτρηση Ολυμπιακός – Άστον Βίλα για τον ημιτελικό του UEFA Conference League / Photo by: INTIME.

29 Μαΐου 2024. Αθήνα. Νέα Φιλαδέλφεια. Τελικός Conference League 2024.

Απέναντι μια Φιορεντίνα πληγωμένη από τον ακριβώς προηγούμενο Τελικό, αλλά αποφασισμένη “να το κάνει”. Δεν ήξεραν οι δύσμοιροι Τοσκάνοι, αλλά, και να ήξεραν, δεν θα καταλάβαιναν ποτέ. Ο Μέντι φορούσε κοστούμι εκείνη τη βραδιά. Ήταν ήρεμος, το είχε ξαναζήσει στη Σεβίλλη άλλωστε. Του είπαν ότι μόνο ο Μπενίτεθ είχε ξανακάνει back to back. Ούτε που νοιάστηκε ο Βάσκος.

Το ματς στην κόψη του ξυραφιού, έχει πάει στην παράταση. Το γήπεδο κοχλάζει, θαρρείς και στις φωνές των μέσα έχουν προστεθεί και οι κραυγές όσων δεν μπόρεσαν να βρεθούν εκεί. Δεν πειράζει, όλοι τους ήταν νοητά εκεί, ακόμα κι εκείνοι που δεν πρόλαβαν, όπως ο Σάββας.

Η ένταση έκοβε σαν λεπίδα. 116ο λεπτό, τέσσερα λεπτά πριν την ψυχοφθόρο διαδικασία των πέναλτι. Ο Αγιούμπ την πήρε απ’ το διώξιμο στο ημικύκλιο του κέντρου. Γύρω του τρεις, στα δεξιά του ο Όρτα, με όση δύναμη απέμενε μέσα του, τρέχει σαν δαιμονισμένος. Σέντρα με το εξωτερικό. Κόβεται. Η μπάλα διεκδικούμενη στο κέντρο, ο Ιμπόρα τινάζεται στον αέρα και την στέλνει μπροστά, πριν σωριαστεί αποκαμωμένος στο έδαφος.

Ο Σαντιάγο Έσε μόνος του στα αριστερά, έχει τον χρόνο να τη φέρει στο δεξί και να σεντράρει με εσωτερικά φάλτσα. 115 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα. Στα επόμενα τέσσερα δευτερόλεπτα, όσον χρόνο χρειάστηκε η μπάλα για να ταξιδέψει στο κεφάλι του Αγιούμπ και να καταλήξει στα δίχτυα, όλη η σκόνη της ζωής του Ελ Κααμπί παρασύρθηκε από τον ισχυρότερο άνεμο της ζωής του.

Τέσσερα λεπτά. Τόσο διήρκησε το VAR check. Φάνηκαν αιώνες, στο γήπεδο σιγή, η αγωνία κοβόταν με το μαχαίρι. Γκολ. Ο Μέντι έσφιξε τις γροθιές, έσκυψε το κεφάλι, αναστέναξε ανακουφισμένα. Ήξερε. Πάντα ξέρει. Παρόλο που αυτό δεν ήταν απλώς γκολ. Ήταν κραυγή, εξαγνισμός, καρφί στην ιστορία.

blank

Μάιος 2024: Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί πανηγυρίζει το νικητήριο γκολ του στον Τελικό του UEFA Conference League ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τη Φιορεντίνα / Photo by: Eurokinissi.

Όσα κι αν ακολούθησαν μετά, όσα (πολλά) κι αν έκανε ο Αγιούμπ, αυτό είναι το γκολ που θα τον συνδέει για πάντα με την ιστορία του Ολυμπιακού, αυτό θα τον διατηρεί στις χρυσές σελίδες του Συνδέσμου εις τους αιώνας των αιώνων.

Επιτέλους χαμογέλασε, είδαμε τα λακάκια στα μάγουλα, καθάρισε το βλέμμα του, νιώσαμε την αλήθεια του. Δεν τον θυμάμαι στους πανηγυρισμούς, η μορφή του χάνεται, την παρασύρει ο καπνός από τις φωτιά που πήρε ο Πειραιάς.

Μοιραία το όνομά του γράφτηκε πρώτο σε ατζέντες και μπλοκάκια, ήταν σαν την πολύφερνη νύφη του καλοκαιριού. Δεν έψαξε να πάει αλλού, πού να πάει; Εδώ είχε φύγει πια η σκόνη, είχε γίνει ορατός και αόρατος χρυσός που δεν μετριέται σε πετροδόλαρα και δεν τον ξεγελούν οι σειρήνες από την Αραβία.

Παραήταν σοφός για να εγκαταλείψει τη Γη Χαναάν του. Περιπλανήθηκε αρκετά, η χάρη του έφτασε μέχρι την Κίνα, διάολε. Ήξερε να ξεχωρίζει πια τις σκεπές, κι ας μην έβλεπε πια τσίγκο αλλά χρυσό που δεν είχε ποτέ στο Ντερμπ Μιλά και δεν μύρισε ποτέ στα σοκάκια της Καζαμπλάνκα.

Εκείνο το γκολ δεν σβήνει, μένει στα σώψυχα, όπως η ξεφούσκωτη μπάλα του Αμπντέλ.

Ο αόρατος μίτος συνέχισε το ταξίδι και στη σεζόν της συμπλήρωσης των 100 ετών από την ίδρυση του Ολυμπιακού. Το ένα γκολ μετά το άλλο, ο πολιορκητικός κριός της ομάδας πολεμιστών του Μέντι, αυτό το ανεπανάληπτο αμάλγαμα πιτσιρικάδων από τα σπλάχνα του συλλόγου και έμπειρων παικτών που “νιώθουν”.

Ο Αγιούμπ τη δουλειά του. Γκολ, γκολ, γκολ. Με το τροπάριο να συνεχίζεται αδιάλειπτα στο ευρωπαϊκό παλκοσένικο. Tο γκολ-πρωτάθλημα επίσης δικό του. Γκολ και ασίστ στον Τελικό Κυπέλλου. Γκολ παντού, πολυτιμότερος σε όλα. Κάθε παράγραφος την τελεία της, κάθε κεφάλαιο κλείνει αρμονικά, για κάθε λεπτομέρεια υπάρχει η εξήγηση – κυριολεκτική και αλληγορική. Μικρή σημασία έχουν πια τα δυσνόητα. Η σκόνη έγινε χρυσός, η ψυχή της μπάλας ζωντανή. Του Αγιούμπ Ελ Κααμπί το γραμμένο.

blank

Μάιος 2024: Ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί πανηγυρίζει με τη φανέλα του Ολυμπιακού την κατάκτηση του UEFA Conference League / Photo by: INTIME.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Η κόκκινη θάλασσα του Μεντιλίμπαρ

Ο Νόμος του Ελ Αραμπί

CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro

Follow us
2024CONFERENCE LEAGUEOPAP ARENAΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑΑΓΙΟΥΜΠ ΕΛ ΚΑΑΜΠΙΑΛ ΣΑΝΤΓΟΥΙΝΤΑΝΤ ΚΑΖΑΜΠΛΑΝΚΑΕΘΝΙΚΗ ΜΑΡΟΚΟΥΕΛΛΑΔΑΚΑΤΑΡΚΙΝΑΜΑΡΟΚΟΜΠΕΡΚΑΝΝΕΑ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣΟΠΑΠ ΑΡΕΝΑΟΣΦΠΡΑΣΙΝΓΚ ΚΑΖΑΜΠΛΑΝΚΑΤΕΛΙΚΟΣΤΟΥΡΚΙΑΦΙΟΡΕΝΤΙΝΑΧΑΤΑΪΣΠΟΡΧΕΜΠΕΪ ΦΟΡΤΣΟΥΝ
0
Facebook Twitter Google + Pinterest

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Πώς να μεταφέρεις αυτό που γίνεται, όταν δεν...

29 Μαΐου, 2025

Τα βραχνό παίξιμο στο “μπαντονεόν” του Ντανιέλ Πασαρέλα

25 Μαΐου, 2025

Αντέλ Τααράμπ: Φαγωμένα μούτρα

24 Μαΐου, 2025

Ροζέ Μιλά: Μια ιστορία θα σας πω

20 Μαΐου, 2025

Αναμνήσεις που φωνάζουν

16 Μαΐου, 2025

Ρομέλου Λουκάκου: Τώρα ξέρουν το όνομά του

13 Μαΐου, 2025

Αντρές Ινιέστα: ο Ηγεμόνας των Ψευδαισθήσεων

11 Μαΐου, 2025

Μεγάλο σχολείο στη Λιβαδειά

9 Μαΐου, 2025

Νταν Μπερν: Αόρατη κλωστή

9 Μαΐου, 2025

Το… τριαντάφυλλο στα τάκλιν του Χουάν Πάμπλο Σορίν

5 Μαΐου, 2025
Promotion Image
Promotion Image
Promotion Image
Promotion Image
Promotion Image
Promotion Image
Promotion Image

Follow Us

Facebook Twitter Youtube

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

  • Πώς να μεταφέρεις αυτό που γίνεται, όταν δεν υπάρχουν λόγια;

  • Αγιούμπ Ελ Κααμπί: Από σκόνη σε χρυσό

  • Η πυγμαχία μού έσωσε τη ζωή

  • Η πυγμαχία μού έσωσε τη ζωή

  • «FIGHT FOR GLORY» – Εκεί που η γροθιά γίνεται φωνή

  • «FIGHT FOR GLORY» – Οι ιστορίες πίσω από τα γάντια

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ Newsletter

Εγγραφείτε και λάβετε πρώτοι όλα τα τελευταία άρθρα.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

  • ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
  • ΜΠΑΣΚΕΤ
  • SPORTS
  • Φάκελοι
  • Multimedia

FOLLOW US

Facebook
Facebook Twitter Youtube

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

  • Όροι Χρήσης & Προϋποθέσεις
  • Ποιοι Είμαστε
  • Επικοινωνία

@2018 - Athletestories.gr All Right Reserved.
Powered by ADVISABLE