Τον Αύγουστο του 2017, ο Νεϊμάρ παρουσιάστηκε στο κατάμεστο Parc des Princes.
Βγήκε στον αγωνιστικό χώρο σχεδόν τρομαγμένος, με πυροτεχνήματα να κατακλύζουν τον ουρανό του Παρισιού και τον κόσμο σε παροξυσμό.
Ο περιχαρής ιδιοκτήτης της PSG, Νασσέρ Αλ Κελαϊφί, είχε ένα χαμόγελο όμοιο μ’ εκείνα των Αράβων που ξεφτιλίζοντας το χρήμα, δεν αρκούνται στην καινούρια Bugatti, αλλά την επιχρυσώνουν κιόλας «για να είναι η μοναδική στον κόσμο».
Ο επικεφαλής του beIN Media Group από το Κατάρ, δεν κατόρθωσε καν να ακουστεί κατά την παρουσίαση του Βραζιλιάνου μάγου. Άντρες, γυναίκες και παιδιά, σαν σε τρανς κραύγαζαν «Νεϊμάρ-Νεϊμάρ» αποζητώντας λίγη από τη χρυσόσκονη του ειδώλου.
Ο Νεϊμάρ ντα Σίλβα Σάντος τζούνιορ φανερά ψαρωμένος πήρε το μικρόφωνο και πρόλαβε να πει ότι «είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας μου, μαζί θα γράψουμε ιστορία».
Σε δυο ημέρες, πουλήθηκαν δέκα χιλιάδες φανέλες με τ’ όνομά του. Σε δυο μέρες.
Ήταν 25 ετών, ο πιο ακριβοπληρωμένος ποδοσφαιριστής του πλανήτη και είχε όλο τον κόσμο στα πόδια του: 222 εκατομμύρια ευρώ ήταν το ποσό που δαπάνησε η PSG για να τον αγοράσει από την Μπαρσελόνα αλλάζοντας για πάντα τα δεδομένα στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια, ο κόσμος του ποδοσφαίρου «σοκαριζόταν» από τα 90+ εκατομμύρια της μεταγραφής του Γκάρεθ Μπέηλ στην Ρεάλ Μαδρίτης, από τη μεταγραφή Νεϊμάρ και εντεύθεν δεν μας σοκάρει τίποτα.
Ούτε καν εκείνα τα 222 εκατομμύρια δεν μπορούσαν να αποτυπώσουν τη σημασία εκείνης της μεταγραφής, το μέγεθος της οποίας έμοιαζε με αντίστοιχο ιστορικό γεγονός που αλλάζει γεωπολιτικά δεδομένα.
Αν όμως το ποδόσφαιρο σε επίπεδο μεταγραφών, μετακινήσεων, αμοιβών και προμηθειών, εκτοξεύθηκε, ο Νεϊμάρ κατέρρευσε, γκρεμίστηκε, επαγγελματικά και επικοινωνιακά σχεδόν εξαϋλώθηκε.
Δυο χρόνια μετά από εκείνη την παρουσίαση, ο Βραζιλιάνος ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τον αντίστροφο δρόμο, να επιστρέψει στην Μπαρσελόνα που επρόκειτο να δαπανήσει ένα δυσθεώρητο ποσό, το οποίο όμως πλέον δεν εντυπωσιάζει κανέναν, γιατί πλέον θεωρούμε φυσιολογική την κάθε τρέλα.
Ο άνθρωπος που θα έγραφε ιστορία στη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του, ήταν διατεθειμένος να τσοντάρει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για να επιστρέψει στη Βαρκελώνη, είχε συμφωνήσει με την Μπαρσελόνα για ένα συμβόλαιο που θα του απέφερε δώδεκα εκατομμύρια ευρώ λιγότερα σε σχέση με την αμοιβή του στην Παρί.
Αναλογιστείτε τα νούμερα.
Αναλογιστείτε κυρίως πόσο άλλαξε αυτό το κακομαθημένο παιδί που ήθελε να φύγει από τη σκιά του Μέσσι και θεωρούσε ότι μόνο με την αύρα και το ταλέντο του θα μετέτρεπε την PSG σε φαβορί για την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ.
Γιατί, κακά τα ψέματα, αυτή είναι η μέγιστη καταξίωση: η μεγάλη κούπα. Η Παρί τη μεγάλη κούπα δεν την έχει καν ακουμπήσει τα δυο τελευταία χρόνια, έφτασε μέχρι τους “16” του θεσμού και το μεγάλο της αστέρι συμμετείχε μόνο σε ένα παιχνίδι των νοκ άουτ φάσεων.
Ένα.
Η «ομάδα του Νεϊμάρ» κατακτούσε μεν το πρωτάθλημα στη Γαλλία, αλλά μιλάμε για μια διοργάνωση που σχεδόν στερείται νοήματος.
Η PSG πραγματικά είχε γίνει η ομάδα του Νεϊμάρ, αλλά με τη χειρότερη δυνατή έννοια.
Έντεκα προνομιούχοι άνθρωποι, μια εξατομικευμένη ομάδα αστέρων που παίζουν ποδόσφαιρο κοιτώντας τον εαυτό τους στον καθρέφτη τους, δίχως την παραμικρή επίγνωση του οτιδήποτε.
Η ομάδα απόλυτη έκφραση της εκκοσμίκευσης του σύγχρονου ποδοσφαίρου, ασυμπάθηστη, ανίκανη να παραγάγει το παραμικρό αγνό συναίσθημα.
Μια ομάδα που, σε κινηματογραφικά δεδομένα, θα είχε το ρόλο του κακού που στο τέλος πρέπει να πεθάνει. Κι αυτή η ομάδα έχει σύμβολο τον Νεϊμάρ.
Το 2015 και το 2017, το σύμβολο έφτασε δυο ανάσες από την ύψιστη τιμή να θεωρείται ο καλύτερος στον κόσμο, οι ειδικοί ήταν βέβαιοι ότι αργά ή γρήγορα θα σκαρφαλώσει στην κορυφή.
Το 2018, ο Νεϊμάρ μετά βίας τρύπωσε στην 15άδα για τη Χρυσή Μπάλα.
Το 2019, η υποψηφιότητά του είναι ανέκδοτο.
Τα πιο παραγωγικά χρόνια της καριέρας του χαμένα, δυο χρόνια που τον μετέτρεψαν στο απόλυτο παράδειγμα που επισημαίνει κανείς όταν προσπαθεί να εξηγήσει το πρόβλημα στο ποδόσφαιρο.
Είναι όμως και δυο χρόνια που μας στέρησαν την ευκαιρία να απολαύσουμε ένα από τα πιο εντυπωσιακά και μοναδικά ταλέντα στην ποδοσφαιρική ιστορία.
Ναι, το έχουμε ξεχάσει, αλλά ο Νεϊμάρ είναι ταλαντούχος και εντυπωσιακών προσόντων ποδοσφαιριστής.
Ίσως γιατί στα μεγάλα ραντεβού της Παρί στη διετία ήταν απών λόγω τραυματισμού, περισσότερο όμως διότι στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας, στο πρώτο της prime καριέρας του, κατέρρευσε σαν τραπουλόχαρτο και διέλυσε την ίδια του την εικόνα.
Στη διοργάνωση-παλκοσένικο που όλα τα φώτα ήταν στραμμένα επάνω του, στη γιορτή του ποδοσφαίρου που ευνοεί επιθετικούς και είδωλα, με τη μοναδική φανέλα μέχρι στιγμής στην καριέρα του που αισθάνεται «δική του», ο Νεϊμάρ συνετρίβη.
Ο Τίτε είχε χτίσει την ομάδα γύρω του, δήλωνε στην πατρίδα τους ότι η Βραζιλία έχει την τύχη να διαθέτει έναν ποδοσφαιριστή ικανό να κατακτήσει το μουντιάλ μόνος του.
Και ο Νεϊμάρ παρουσίασε σε ολόκληρο τον πλανήτη τη χειρότερη εκδοχή του εαυτού του.
Ποτέ και κανείς μεγάλος ποδοσφαιριστής δεν έχει ξαναχρησιμοποιήσει το ίδιο του το ταλέντο για να καταστρέψει και όχι για να δημιουργήσει.
Απομόνωσε τον εαυτό του αριστερά στη γραμμή αποφασίζοντας να μετατρέψει κάθε παιχνίδι σε ένα προσωπικό western, μια μονομαχία με τον αντίπαλο μπακ με σκοπό να τον ταπεινώσει.
Αυτήν την αίσθηση άφηνε στο θεατή, ότι τον ενδιαφέρει μόνο το «κόλπο», η τρίπλα, να μείνει η κάμερα όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο κολλημένη επάνω του.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι δεν είχε την παραμικρή συναίσθηση του εγκλήματος που διέπραττε.
Είχε μετατρέψει το ποδόσφαιρο σε ατομικό άθλημα όπου φάουλ, θεατρικές πτώσεις, σκηνές υστερίας και παραλογισμοί ήταν μέρος του ρεπερτορίου του.
Το κοινό αντί να περιμένει ένα τακουνάκι, μια τρίπλα, ένα γκολ, περίμενε το επόμενο σκληρό τάκλιν για να καγχάσει με την υπερβολική αντίδραση.
Πνιγμένος στο άγχος και στο western του, ολοκλήρωσε το Μουντιάλ με μια ντροπιαστική πρωτιά: ήταν ο κορυφαίος στα λάθη. Μακράν του δεύτερου, με 22 λάθη περισσότερα.
Πρώτευσε και στα κερδισμένα φάουλ, απλούστατα διότι το επιδίωξε. Όλα του τα παιχνίδια ήταν ένα φεστιβάλ αισθητικής, μια καλοπληρωμένη παράσταση.
Το κοινό εν γνώσει του χρυσοπλήρωνε το εισιτήριο, περνούσε από το μπαρ του σταδίου, φρόντιζε να έχει μπαταρία στο smartphone και περίμενε από τον Νεϊμάρ «να κάνει κάτι».
Δεν ενδιέφερε αν το κοινό μετά θα ήταν αγανακτισμένο ή ενθουσιασμένο. Το ζητούμενο ήταν να προκύψει κάτι στην αρένα και να βγει καλό το story στα social.
Υπάρχει μια πολύ χαρακτηριστική φωτογραφία του Νεϊμάρ από εκείνο το Μουντιάλ.
Σωριασμένος στο χορτάρι σε εμβρυακή στάση, με τη μπάλα σφιχταγκαλιασμένη, σφαδάζοντας από τον πόνο με έκφραση που του εξασφάλιζε το βραβείο α΄ ανδρικού ρόλου, όχι στα Όσκαρ, αλλά στο Μπόλιγουντ.
Από πάνω του σπεύδει ο ταπεινός Μπεχράμι.
Πιθανόν, δεν τον έχετε ξανακούσει ποτέ, πρόκειται για έναν γυρολόγο αλβανόφωνο του Κοσσυφοπεδίου -πολιτογραφημένο Ελβετό- ποδοσφαιριστή με λειψό ταλέντο, αλλά μεγάλο σθένος.
Ο Μπεχράμι, σχεδόν οικτίροντάς τον, δείχνει στο διαιτητή και γελάει. Δεν αποζητά καν κάρτα, απλώς κοροϊδεύει τον Νεϊμάρ για τη σκηνή.
Η εικόνα ταξίδεψε σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, ο Νεϊμάρ σε ένα κόσμο που έχει μάθει να ηθικολογεί ανέξοδα για τους άλλους και ποτέ για τον εαυτό του, ο Βραζιλιάνος είναι η προσωποποίηση της απάτης, το ευκολότερο θύμα.
Ο Νεϊμάρ έγινε αμέσως viral στην πυρά της υπερβολής, το πιο δημοφιλές meme στα smartphones εφήβων και ενηλίκων, ακόμα κι αν δεν ασχολούνται με το ποδόσφαιρο.
Κανένας δεν φρόντισε να αναλογιστεί για ποιο λόγο ο Βραζιλιάνος δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την ανταγωνιστική διάσταση του ποδοσφαίρου σε ένα τουρνουά που είχε την ευκαιρία να αποδείξει ότι είναι στο ίδιο επίπεδο με Μέσσι και Ρονάλντο.
Οι ενδοσκοπήσεις, βλέπετε, δεν είναι ποτέ ανέξοδες.
Ελάχιστα πράγματα δεν συγχωρούνται στο ποδόσφαιρο, ένα απ’ αυτά είναι η κραυγαλέα αδιαφορία για το ίδιο το σπορ.
Ο Νεϊμάρ έκανε το τεράστιο σφάλμα να μην σεβαστεί το σπορ και να προτάξει τον εαυτό του, την εικόνα του, το ταλέντο του.
Μέσα του είχε την ψευδαίσθηση ότι προσφέρει στο κοινό αυτό που θέλει, ότι υπηρετεί το μύθο γύρω απ’ το όνομά του, ότι δικαιολογεί εκείνα τα 222 εκατομμύρια.
Ο Νεϊμάρ είχε χαθεί στο λαβύρινθο του κοινού. Ενός κοινού αδηφάγου, ηθικολάγνου, αλλά πιο διεστραμμένου από ποτέ.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο ακόμη και για υψηλής ευφυίας ανθρώπους να διαχειριστούν καταστάσεις εκτός πλαισίου, να τα βάλουν με τις μεγάλες προσδοκίες και τις απαιτήσεις του κοινού που τους περιβάλλει.
Ο Νεϊμάρ δεν σταμάτησε στιγμή να τροφοδοτεί το κοινό με την κακή πλευρά του εαυτού του.
Φρόντισε να επιβεβαιώνει συνεχώς την εικόνα ενός κακομαθημένου, αλλοιωμένου, αφόρητου και αδύναμου χαρακτήρα.
Έχανε την προπόνηση και κατόπιν εμφανιζόταν στη συνέντευξη Τύπου με δάκρυα στα μάτια ζητώντας μια συγχώρεση από τον προπονητή του, την οποία είχε ήδη λάβει κατ’ ιδίαν στα αποδυτήρια.
Χαστούκιζε έναν οπαδό που τον προκαλούσε.
Έβριζε τον διαιτητή του Γιουνάιτεντ – Παρί στο instagram και τιμωρείτο από την ΟΥΕΦΑ.
Μέχρι που φτάσαμε στην πολύ σοβαρή υπόθεση και την κατηγορία για βιασμό που του κόστισε τη συμμετοχή στο Copa America, παρά το γεγονός ότι επισήμως η βραζιλιάνικη ομοσπονδία έκανε λόγο για αποκλεισμό του ποδοσφαιριστή «εξ αιτίας ενός προβλήματος στο ισχίο».
Η Βραζιλία κατέκτησε το Copa America. Χωρίς εκείνον.
Γιατί, πλέον, η συζήτηση έχει καταλήξει σε τέτοια συμπεράσματα. Ότι οι ομάδες του Νεϊμάρ, αποδίδουν καλύτερα χωρίς τον Νεϊμάρ.
Τι κι αν το παλμαρέ του είναι γεμάτο τίτλους;
Επικοινωνιακά «δεν έχει κερδίσει τίποτα».
Προφανώς ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα Λιμπερταδόρες, ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, επτάπρωταθλήματα, οκτώ κύπελλα, ένα Confederations Cup και δεκάδες προσωπικοί τίτλοι είναι «τίποτα».
Πιο ορθό θα ήταν να τονίσει κανείς την απουσία σοβαρού κινήτρου στη Γαλλία -πλην Τσάμπιονς Λιγκ- παρά να ισοπεδώνει την καριέρα του.
Το πρόβλημα του Νεϊμάρ είναι ότι οι αξίες και το όραμά του για το ποδόσφαιρο, έμειναν αμετάβλητα στο ηθικό σύστημα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Δεν φρόντισε να ενσωματωθεί, δεν κατόρθωσε, αν θέλετε, να ενσωματωθεί.
Η ισοπέδωση όμως ενός από τους καλύτερους και πιο εντυπωσιακούς ποδοσφαιριστές στον κόσμο είναι άδικη.
Ακόμα και στη χειρότερη εποχή του, μιλάμε για έναν ποδοσφαιριστή με 45 γκολ και 25 ασίστ σε 49 παιχνίδια με παρουσία σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες -εννοείται και στα λάθη.
Δεν είναι όμως το κύριο ζητούμενο η απαρίθμηση στατιστικών στοιχείων. Δεν μπορεί όμως και η στατιστική να λέει πάντοτε ψέματα.
Ο Νεϊμάρ εξακολουθεί να αποπνέει εκείνο το thrill κάθε που πατάει χορτάρι.
Είναι από τους ελάχιστους στον κόσμου που διαθέτουν την τέχνη του περιττού, την ικανότητα να προσφέρουν το επόμενο αραβούργημα στο ποδοσφαιρικό κοινό.
Εξαιρώντας τον Λίονελ Μέσσι, πιθανότατα, πρόκειται για τον πιο δημιουργικό ποδοσφαιριστή της εποχής, ικανό να δημιουργήσει από το τίποτα.
Το πρόβλημά του στην PSG είναι ότι αισθάνθηκε μεγαλύτερος από το ίδιο το club και το club δεν κατάφερε να τιθασεύσει το “εγώ” του, ίσως επειδή εξ αρχής η μετακίνησή του υπήρξε ατυχής.
Στις καλές του μέρες, η Παρί διαθέτει μια δημιουργική οντότητα χωρίς όρια, στις κακές έναν έκπτωτο άγγελο που δρα και αντιδρά στη φρίκη.
Κυνηγά σεληνιασμένος την μπάλα σε κάθε σπιθαμή του γηπέδου, την κερδίζει, δεν πασάρει ποτέ και καταλήγει σε έναν εναλλασσόμενο στροβιλισμό ματαιότητας και απογοήτευσης.
Στην Μπαρσελόνα δεν θα μπορούσε να το κάνει ποτέ αυτό. Στα χρόνια του στους blaugrana ξεδίπλωνε το ταλέντο του με πολύπλευρο και ενίοτε ορθολογικό τρόπο, χωρίς να παραλείπει εντυπωσιακά τεχνικά στοιχεία.
Οι Καταλανοί δεν ξέχασαν και ήταν έτοιμοι να (ξανα)πάρουν το ρίσκο, όχι μόνο για να τον εντάξουν στην ομάδα, αλλά για να τον στερήσουν και από την Ρεάλ που επίσης συζήτησε σοβαρά την απόκτησή του.
Δυστυχώς καμία προσφορά δεν ικανοποίησε τον Αλ Κελαϊφί, ο οποίος έμεινε κολλημένος στο αρχικό αίτημα των 300 εκατομμυρίων ευρώ για την εξαγορά του ποδοσφαιριστή που έκανε κυριολεκτικά ό,τι περνούσε από το χέρι του για να φύγει από την Παρί.
Γιατί, πέρα από όλη την κακία που τον περιβάλλει, πέρα από τον αρνητισμό, το αυτοκαταστροφικό ένστικτο, την εγωπάθεια και τον χαρακτήρα του, αυτός ο κακομαθημένος «κάγκουρας» παραμένει το μεγαλύτερο ταλέντο του παγκόσμιου ποδοσφαίρου μετά τον Μέσσι και τον Κριστιάνο Ρονάλντο και έχει πολλά να μας προσφέρει.
Το ζήτημα είναι αν το θέλει.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro