Δεν ήθελε να αισθάνεται παγιδευμένος σε ένα δόγμα που ζει μέσα από τις προσδοκίες των άλλων.
Από μικρό παιδί προσπαθούσε να ανυψώσει την εσωτερική φωνή που του έλεγε να είναι αυτόνομος στις επιθυμίες του. Μα δεν τα κατάφερε ποτέ. Ο θόρυβος των απόψεων όσων των περιτριγύριζαν ήταν εκκωφαντικός. Ακόμα και όταν δεν του μιλούσαν, οι φωνές τους ούρλιαζαν μέσα του και τον οδηγούσαν σε έναν μονόδρομο επιτυχίας.
Τελικά τους παραδόθηκε. Μα δεν του βγήκε σε κακό. Κάθε άλλο. Όταν αποφάσισε συνειδητά να ακολουθήσει το γενεαλογικό δέντρο, έβαλε καρδιά, διαίσθηση και λογική και κατάφερε να γίνει ευτυχισμένος και ξεχωριστός.
Δεν γινόταν να συμβεί διαφορετικά. Όπως εκείνη τη μέρα πριν μπει στο αεροπλάνο για να ταξιδέψει στη Νότια Αφρική. Το πρώτο του Μουντιάλ περιελάβανε ένα αποχαιρετιστήριο τηλεφώνημα από τον παππού.
Και ο Τομάς Μπαλκάσαρ δεν ήταν ένας τυχαίος παππούς. Τα επιτεύγματα και οι διηγήσεις του παρελθόντος στοίχειωναν τους πάντες στην οικογένεια. Εκείνο το γκολ κόντρα στη Γαλλία στο Μουντιάλ του 1954 το είχε περιγράψει απ’ όλες τις γωνίες και με κάθε διαφορετική προβολή και συναίσθημα στην εξιστόρηση. Ήταν το δικό του γκολ. Ο Τομάς ήταν ήρωας της Τσίβας και του μεξικανικού ποδοσφαίρου εκείνη την εποχή.
«Θα πας στο Μουντιάλ και θα βάλεις γκολ στους Γάλλους. Όπως έκανα εγώ. Και μετά θα με πάρεις τηλέφωνο να ακούσω τη φωνή σου. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην το κάνεις. Στο λέω εγώ. Εσύ φρόντισε να έχεις ανοικτές τις αισθήσεις σου για να καταλάβεις ότι είναι η στιγμή», ήταν η προφητεία-απαίτηση. Και ο εγγονός, Χαβιέρ Ερνάντες, αυτός που ο κόσμος έμαθε να αποκαλεί με το εύηχο ποδοσφαιρικά «Τσιτσαρίτο», φρόντισε να την εκπληρώσει.
Ήταν 17 Ιουνίου, όταν ζούσε τη σημαντικότερη στιγμή της μικρής ακόμη καριέρας του. Τα πάντα συνέβησαν ονειρικά αλλά και με τον τρόπο που θα τον έκανε διάσημο.
Το πρώτο ήταν ότι είχε μόλις μπει αλλαγή. Η μπαλιά από το ένα εκ των δύο ινδαλμάτων του, του Ράφα Μάρκες, τον βρήκε έτοιμο. Στη δεύτερη αγαπημένη συνήθεια του, αυτή της κίνησης στο όριο του οφσάιντ, βγήκε στην πλάτη της άμυνας και σκόραρε στο 1-0 επί της Γαλλίας.
Όπως είχε κάνει ο παππούς 56 χρόνια νωρίτερα, για να γίνει ο τρίτος στη σειρά της οικογένειας που έγινε διάσημος στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Ο δεύτερος ήταν ο πατέρας. Η ενδιάμεση γενιά. Ο Χαβιέρ Ερνάντες Γκουτιέρες υπήρξε από τους καλύτερους Μεξικανούς μέσους στα 80s και ως τέτοιος βρέθηκε να δίνει ασίστ στον Ούγκο Σάντσες και να αγωνίζεται στο Μουντιάλ της χώρας του το 1986.
Πώς θα μπορούσε επομένως ο μικρός να ξεφύγει από αυτό το τόσο προσδιοριστικό πεπρωμένο;
Τηλεφώνημα
Τόσο ο παππούς όσο και ο πατέρας είχαν αυτά τα καταπράσινα διαπεραστικά μάτια και την ίδια μικροκαμωμένη κοψιά. Τον μπαμπά τον αποκάλεσαν σχεδόν κοροϊδευτικά «Τσίτσαρο», θεωρώντας ότι είχε τα χαρακτηριστικά του αρακά.
Όταν λοιπόν ο βενιαμίν της οικογένειας έκανε την εμφάνισή του με τη φανέλα της Τσίβας Γκουαδαλαχάρα στην Apertura του 2006 και άρχισε να βρίσκει δίχτυα κατά συρροή, ήταν αναμενόμενο αυτό που θα ακολουθούσε. Ο γιος του «Τσίτσαρο» έγινε ο «μικρός αρακάς», δηλαδή ο «Τσιτσαρίτο». Και αυτό θα τον συνόδευε παντού για πάντα.
Η αλήθεια βέβαια ήταν ότι στην πρώτη τριετία του άργησε κάπως να γίνει matador. Αυτό συνέβη τη σεζόν 2009-2010, όταν έβαλε 21 γκολ σε 28 εμφανίσεις και έκανε όλους τους μεγάλους της Ευρώπης να ρωτήσουν γι’ αυτόν. Ρεάλ και Μπαρτσελόνα έκαναν την προσέγγιση, η Παρί και η Τότεναμ κατέθεσαν πρόταση και η Ίντερ πλειοδότησε.
Ωστόσο, τα πάντα άλλαξαν με ένα ανέλπιστο τηλεφώνημα, το οποίο ο Χαβιέρ πάντοτε απολαμβάνει να διηγείται ξανά και ξανά, φουσκώνοντας το στήθος του από υπερηφάνεια.
«Το τηλέφωνό μου είχε έναν περίεργο αριθμό στις εισερχόμενες. Όταν το σήκωσα, στην άλλη γραμμή άκουσα κάτι ακαταλαβίστικο. Το μόνο που πρόλαβα να πιάσω ήταν το όνομα. Ο Άλεξ Φέργκιουσον μόλις μου είχε συστηθεί με βαριά σκωτσέζικη προφορά και του είπα ότι, εάν κάνει πλάκα, τουλάχιστον να μιλήσει πιο απλά αγγλικά για να τον καταλάβω. Δεν πίστευα ότι ήταν αλήθεια. Ο Σερ Άλεξ γέλασε και προσπάθησε να μου εξηγήσει. Με έπεισε και δεν ήθελα να μιλήσω με καμία άλλη ομάδα».
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πλήρωσε 10 εκατ. ευρώ και έκανε μία κίνηση που δεν περίμενε κανείς. Με τους Μάικλ Οουεν, Ντάνι Γουέλμπεκ διαρκώς με προβλήματα τραυματισμών, αναζητούσε κάποιον να πλαισιώσει τους Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ, Γουέιν Ρούνεϊ. Και σε πρώτη ανάγνωση φάνηκε να έχει πετύχει διάνα.
Στο πρώτο φιλικό που πήρε μέρος μπήκε αλλαγή και 18 λεπτά αργότερα βρήκε δίχτυα. Αυτό ήταν κάτι που θα λειτουργούσε πλέον σαν status. Το ίδιο έκανε λίγο αργότερα στο Community Shield, κάνοντας το 3-1 επί της Τσέλσι.
Αυτή η ιστορία με τις αλλαγές και τα γκολ θα επαναλαμβανόταν σε όλη τη διάρκεια της σεζόν. Βασικά, σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του στα γήπεδα.
Γιουνάιτεντ
Θα το κάνει κόντρα στη Λίβερπουλ και τον Μάιο θα χαρίσει τη νίκη επί της Τσέλσι και θα σφραγίσει την κατάκτηση της Premier League. Με αυτό θα φτάσει τα 20 γκολ στη σεζόν και θα γίνει ο πρώτος πρωτάρης στο club που τα καταφέρνει μετά το ντεμπούτο του Ρούουντ Φαν Νίστελροϊ.
Συνολικά θα παίξει 45 ματς σε όλες τις διοργανώσεις και στα 18 θα μπει αλλαγή. Οι οπαδοί έχουν αρχίσει να τον λατρεύουν, καθώς τους θυμίζει τον Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ. Ένας δολοφόνος με αγγελικά χαρακτηριστικά προσώπου που έρχεται από τον πάγκο και κάνει τα δικά του. Θα τον ψηφίσουν κορυφαίο της σεζόν και στον Τελικό του Champions League θα επιβραβευτεί, παίζοντας σε όλη την αναμέτρηση στο 3-1 από την Μπαρτσελόνα.
Ωστόσο, η επόμενη χρονιά θα πάει κάπως χειρότερα. Θα συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο των αλλαγών (22 βασικός, 14 αναπληρωματικός) και θα σκοράρει λιγότερο (12 γκολ). Η Γιουνάιτεντ θα χάσει τον τίτλο στο φίνις από το θρυλικό γκολ του Σέρχιο Αγουέρο και θα αποκλειστεί στους ομίλους του Champions League.
Ο Σερ Άλεξ ξέρει ότι την επόμενη χρονιά, η οποία θα είναι η τελευταία του, θα χρειαστεί έναν πιο κανονικό επιθετικό, για να κλείσει με Πρωτάθλημα. Ο Ρόμπιν Φαν Πέρσι θα αφήσει ακόμα λιγότερο χρόνο στον «Τσιτσαρίτο», ο οποίος όμως πεισμώνει. Με 18 γκολ σε 36 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις θα σημειώσει τον καλύτερο μέσο όρο του με τους «Κόκκινους Διαβόλους», αλλά θα είναι και η τελευταία χαρά του εκεί.
Η έλευση του Ντέιβιντ Μόγιες θα αλλάξει τα πάντα τόσο στην ομάδα όσο και τον ίδιο προσωπικά. Η αδυναμία του Μεξικανού να συμβάλει στο χτίσιμο του παιχνιδιού, κάτι που απαιτεί ο νέος προπονητής, και η αδυναμία του τελευταίου να αξιοποιήσει αποτελεσματικά το ρόστερ του, εξαιτίας της πίεσης που αισθανόταν, θα διαλύσει την ψυχολογία του παίκτη του. Θα σκοράρει με την Άστον Βίλα και δεν θα το πανηγυρίσει.
Πλέον πρέπει να φύγει. Δεν τον θέλουν άλλο εκεί και δεν θέλει ούτε εκείνος να μείνει. Ωστόσο, κανείς δεν φαινόταν να ασχολείται και να θέλει να τον αγοράσει. Ώσπου την τελευταία ημέρα των μεταγραφών του 2015 συνέβη το απίθανο. Τον πήρε η Ρεάλ.
Εγωιστής
Αυτή η περιπέτειά του στη Μαδρίτη ήταν κάτι γνωστό γι’ αυτόν. Οι «Merengues» τον ήθελαν για τρίτη επιλογή και έπαιξε ελάχιστα. Έμπαινε αλλαγή και πού και πού έβρισκε δίχτυα. Έπαιξε συνολικά 33 φορές, έβαλε εννέα γκολ, αλλά το ένα ήταν άκρως σημαντικό. Το δικό του 1-0 επί της Ατλέτικο Μαδρίτης έστειλε τη Ρεάλ στα ημιτελικά του Champions League.
Ήταν εκείνη η στιγμή που κάπως θα μπορούσε να εξηγήσει τι είδους παίκτης ήταν τελικά ο «Τσιτσαρίτο» και γιατί δεν γινόταν να είναι βασικός σε αυτά τα δύο τεράστια clubs. Τη στιγμή που έβαζε εκείνο το γκολ, στο στούντιο του «Sky Sports» οι Τζέιμι Κάραχερ, Γκρέιαμ Σούνες έσπευδαν να τον αποθεώσουν στον αέρα. Ωστόσο, ο τρίτος της παρέας, Τιερί Ανρί, δεν συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό τους. Ήταν απλώς ακόμα ένα τέρμα από εκείνα που ο Μεξικανός συνήθιζε να βάζει. Είχε μπει αλλαγή και είχα καταφέρει για ακόμα μία φορά να βρίσκεται στο σωστό σημείο την κατάλληλη στιγμή.
Και για ακόμα μία φορά είχε δείξει ότι ήταν εγωιστής, τρέχοντας να πανηγυρίσει μόνος του. Ούτε καν με τον Κριστιάνο Ρονάλντο που είχε επιλογή να σκοράρει εκείνος, αλλά του είχε δώσει την ασίστ. Αυτό ήταν το ένα αρνητικό χαρακτηριστικό στον τρόπο του παιχνιδιού του. Ο «Τσιτσαρίτο» δεν ήταν ποτέ του ομαδικός. Δεν υπήρξε τέτοιος σε κανένα σημείο της καριέρας του.
Η αλήθεια βέβαια είναι πως δεν είναι εύκολο για έναν καθαρό φορ να μην είναι εγωιστής. Να μην κοιτάζει την εστία και να μην θαμπώνεται από τη λάμψη της. Από την άλλη, πάντοτε υπάρχουν και εκείνοι που παίζουν για το καλό της ομάδας.
Όχι όμως εκείνος. Ο ίδιος ανέκαθεν θεωρούσε ότι η δουλειά του ήταν αυτή και μόνο αυτή. Δεν είχε καμία δουλειά να κυνηγάει αντίπαλους αμυντικούς ούτε να μοιράζει ασίστ. Οπότε επιδόθηκε σε μία αέναη κούρσα σκοραρίσματος. Ούτε να σπάει μπάλες στα πλάγια, ούτε να ανοίγει χώρους, ούτε να μοιράσει έτοιμα στους συμπαίκτες του.
Ένας μοναχικός επιθετικός με την αίσθηση του γκολ-βαμπίρ. Της μίας και μοναδικής τροφής της ματαιοδοξίας του.
Αναγέννηση
Η Ρεάλ δεν τον κράτησε, αλλά εκεί ήταν που εμφανίστηκε η Λεβερκούζεν, για να του χαρίσει μία πραγματική δεύτερη ευκαιρία. Σε μία ομάδα με το δικό της μέγεθος, ναι, θα μπορούσε να είναι ο πρωταγωνιστής. Όχι ο κομπάρσος που ξεκούραζε τους άλλους ή ξελάσπωνε στα δύσκολα. Πλέον θα μιλούσαν μόνο για εκείνον. Και θα τον αγαπούσαν πραγματικά. Όπως συνέβη δηλαδή στη διετία του στην Bundesliga. Στη Λεβερκούζεν τού έδωσαν την εμπιστοσύνη που είχε ανάγκη.
Για να ξαναθυμηθεί και να ξαναθυμίσει ότι ήταν από τους κορυφαίους killers στα τελευταία επτά μέτρα του γηπέδου. Ένας πανέξυπνος επιθετικός με ένα σπάνιο ένστικτο. Ένας ποδοσφαιριστής που πήρε το όχι ξεχωριστό τεχνικά και σωματικά ταλέντο του και το πλαισίωσε με την πιο αγνή αίσθηση του γκολ. Ένα ξεγλίστρημα, οι λιγότερες δυνατές επαφές και τελειώματα σε πρώτο, άντε το πολύ σε δεύτερο, χρόνο.
Εάν ο οπορτουνισμός είναι η απόλυτη μορφή του ποδοσφαιρικού εγωισμού, ο «Τσιτσαρίτο» ήταν λες και δήλωνε πάντα παρών με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Λες και φώναζε αχόρταγα ως προς την τέχνη του τόπου και του χρόνου «Εγώ, όλα, με κάθε τρόπο, τώρα αμέσως».
Η Γερμανία τού ταίριαξε. Το 2015-2016 βρέθηκε στην καλύτερη 11άδα της Bundesliga και στη διετία που έμεινε εκεί, εκτός από τα 39 γκολ που σημείωσε, ψηφίστηκε πέντε φορές κορυφαίος παίκτης του μήνα. Ήταν η περίοδος που άρχισε να κάνει συλλογή ρεκόρ. Αρχικά έγινε ο Νο1 Μεξικανός σε συμμετοχές στο Champions League (47) και ο Νο1 σκόρερ στην ιστορία της Εθνικής Μεξικού, ξεπερνώντας τον Χάρεδ Μπορχέτι (52 γκολ σε 109 παρουσίες).
Όλ’ αυτά έφεραν ένα είδος ανάτασης υπερηφάνειας. «Αισθάνομαι δικαιωμένος. Τώρα μπορώ να επιστρέψω στην Αγγλία και να θυμίσω σε όλους τι μπορώ να κάνω», δήλωνε με στόμφο, καθώς η Γουέστ Χαμ τον έκανε την ακριβότερη αγορά στην ιστορία της (20 εκατ. ευρώ). Δύο μέτριες χρονιές με κάποιους τραυματισμούς και ξανά πολλές αλλαγές και στιγμές στον πάγκο θα τον κάνουν να θέλει να φύγει.
Στο φινάλε της μεταγραφικής περιόδου η Ισπανία θα του προσφέρει ακόμα μία διέξοδο και ακόμα μία αποτυχία. Τα οκτώ εκατ. ευρώ που θα πληρώσει η Σεβίλλη θα τα μετανιώσει. Θα βάλει μόνο τρία γκολ σε όλες τις διοργανώσεις και δεν θα βγάλει καν τη σεζόν.
Τον Γενάρη μία τρελή πρόταση από τις ΗΠΑ θα τον στείλει στους Λος Άντζελες Γκάλαξι, στους οποίους θα γίνει ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης του MLS. Εκεί θα βρει και πάλι τον καλύτερο εαυτό του. Στην Αμερική θα ευχαριστηθεί το ποδόσφαιρο, όπως το έκανε μόνο με τη Λεβερκούζεν, και θα βρει τους χώρους που θέλει στα τελευταία μέτρα. Ο κορυφαίος σκόρερ του Μεξικού σε Μουντιάλ (τέσσερα γκολ) θα παίξει ευτυχισμένα στα τελευταία ποδοσφαιρικά χρόνια του.
Πυραμίδα
Εάν σκεφτείς τελικά τι είδους ποδοσφαιριστής ήταν ο Χαβιέρ Ερνάντες, δεν θα μπορέσεις να τον τοποθετήσεις με τίποτα στους αγαπημένους σου. Είναι τρομερά δύσκολο να θυμηθείς έστω ένα φανταστικό γκολ ή μία σπάνιας ομορφιάς ενέργειά του.
Εάν θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε τον ρόλο του επιθετικού με μία πυραμίδα χωρισμένη σε τρία μέρη, θα τοποθετούσαμε το γκολ στην κορυφή της. Στα άλλα δύο επίπεδα ωστόσο θα βάζαμε τη δουλειά που κάνει για την ομάδα. Στη μέση θα βρίσκονταν οι ασίστ και στη βάση η θυσία για το σύνολο. Εκείνος λοιπόν είχε αυτή τη σπουδαία συνεισφορά στην κορυφή, αλλά του έλειπαν τα υπόλοιπα δύο που θα τον τοποθετούσαν πιο στέρεα στον κόσμο της μπάλας.
Το πρόβλημα του «Τσιτσαρίτο» έμοιαζε πάντα να είναι το μεσοδιάστημα. Ένα μεταίχμιο που τον έκανε πολύ καλό για να βρίσκεται στον πάγκο αλλά και όχι τόσο καλό για να πρωταγωνιστεί στις μεγάλες ομάδες.
Βέβαια, αυτό φαίνεται απλώς να είναι ένα δικό μας πρόβλημα αξιολόγησης. Για εκείνον η μπάλα κύλησε με διαφορετικό τρόπο. Θα μπορούσε στο τέλος της ημέρας να είναι ξεκάθαρα ευτυχισμένος. Έπαιξε το παιχνίδι, γνωρίζοντας ότι οι καιροί και οι ευκαιρίες δεν μπορούν να περιμένουν. Και ήταν εκεί για να τις αξιοποιήσει. Εκμεταλλεύτηκε ακόμα και το πιο μικρό που του δόθηκε, κάνοντάς το να μοιάζει σαν κάτι μεγάλο που ήρθε στην ώρα του.
Άλλωστε, είπαμε, το παιχνίδι του ήταν εγωιστικό. Όπως άλλωστε ίσως και να είναι η ευτυχία. Τουλάχιστον αυτή ενός γνήσιου επιθετικού που έμαθε να ζει στο πράσινο. Να είναι άλλοτε αρακάς και άλλοτε ο Χουλκ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: