Χέρι-πούπουλο. Πηγαίνει και από τα αριστερά και από τα δεξιά. Ξέρει τι κάνει, δεν χρονοτριβεί. Πρόκειται για ρουτίνα άλλωστε.
Τον λένε Ντικ Κέλογκ και είναι ο μπαρμπέρης στο Razor’s Edge της Αλαμίντα, στην Καλιφόρνια. Αρχές δεκαετίας του ’90. Στην καρέκλα ένας από τους πιο πιστούς του πελάτες. Ο Κρις Μάλιν.
Τα παίρνει σύριζα πάνω από τα αφτιά, γενικότερα στους κροτάφους. Στρατιωτικό το κούρεμα. Έτσι όπως εσχάτως του αρέσει του δίμετρου Νεοϋορκέζου. Ένα τελευταίο σκούπισμα, έτοιμος.
Χέρι-πούπουλο, το αριστερό, έχει και ο Μάλιν στην εργασία του. Σουτέρ από τους λίγους. Αλλά και με πρόσφατα θέματα αλκοολισμού. Θεματάρες, για την ακρίβεια. Διότι, ακόμα κι αν είσαι ένας από τους καλύτερους παίκτες του ΝΒΑ, ακόμα κι αν απολαμβάνεις αναγνώριση και δόξα, χρήματα και τρυφηλή ζωή, η ευτυχία μπορεί να μη σε έχει βρει ακόμη.
Εκεί, στο παλιομοδίτικο μπαρμπέρικο που συγκεντρώνει διάφορες γενιές Καλιφορνέζων, έχει συντελεστεί η αλλαγή στο κούρεμα και συνάμα στην ψυχοσύνθεση του Μάλιν. Σε ένα ρολό κωλόχαρτου, πάνω σε μια εταζιέρα, ζωγραφισμένο το πρόσωπο του Αλ Ντέιβις. Προπονητή του (αμερικανικού) φούτμπολ, τοπικού θρύλου στο Όκλαντ.
Παραδίπλα κολλημένη στον τοίχο η φανέλα ενός παιδιού που φαίνεται ότι θα γράψει ιστορία στο μπάσκετ. Του Τζέισον Κιντ, που τρελαίνει κόσμο με όσα κάνει στο χάισκουλ Σεντ Τζόζεφ Νοτρ Ντέιμ, εκεί στην Αλαμίντα κι αυτός.
Ο Μάλιν δεν είναι ούτε φτασμένος θρύλος ούτε ανερχόμενος νεαρός. Βρίσκεται στο ενδιάμεσο. Γράφει την επαγγελματική ιστορία του, ως αστέρι των Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς. Και ξεγράφει το πρόσφατο, βουτηγμένο στο αλκοόλ, παρελθόν.
Όταν η καριέρα του βρίσκεται λίγα χρόνια νωρίτερα στην κόψη του ξυραφιού, έχει την εσωτερική δύναμη και παίρνει τις σωστές αποφάσεις, ώστε να επουλώσει τις ψυχικές πληγές. Και καθιερώνει το κούρεμα με το οποίο γίνεται γνωστός. Ως ένα από τα μεγαλύτερα βρομόχερα του ΝΒΑ, ως επιφανές μέλος ακόμα κι αυτής της «Dream Team».
Το flattop μαλλί είναι αυτό του… δεύτερου εαυτού του. Εκείνου που έχει αφήσει πίσω τους δαίμονες και βλέπει μόνο μπροστά. Κάθε 10 μέρες, όσο τουλάχιστον διαμένει στην Καλιφόρνια, πηγαίνει λοιπόν στο Razor’s Edge. Το μπαρμπέρικο με την ίδια ονομασία με το μυθιστόρημα του Σόμερσετ Μομ, το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Η ταινία του 1946 είχε κερδίσει Όσκαρ Β’ γυναικείου ρόλου. Για την Αν Μπάξτερ, η οποία υποδυόταν την εξαρτημένη από το ποτό και τα ναρκωτικά Σόφι!
Θρύλος των playgrounds και ω… Μάλιν-Μάλιν
Καμία σχέση με Καλιφόρνια βέβαια ο Μάλιν. Τέκνο της Νέας Υόρκης και δη του Μπρούκλιν, γεννηθείς στις 30 Ιουλίου του 1963, μεγαλώνει με τους τρεις αδερφούς του παίζοντας μπάσκετ στο γηπεδάκι της πίσω αυλής. Ο χτύπος της πορτοκαλί μπάλας παύει, μονάχα όταν ο μπαμπάς Ροντ γυρίζει από 16ωρη βάρδια στο αεροδρόμιο. ή όταν τα πιτσιρίκια στήνονται στην τηλεόραση για να παρακολουθήσουν τους Νικς.
Γουστάρει τα κόλπα που κάνει με την μπάλα ο Ερλ «δε Περλ» Μονρό, αγαπημένος του παίκτης ωστόσο ανάμεσά τους είναι ο Γουόλτ Φρέιζιερ. Το ίνδαλμα δηλαδή που έχει την ίδια εποχή κι ένας ελληνικής καταγωγής νεαρός στα ίδια μέρη, ο Νίκος Γκάλης. Ο Κρίστοφερ Πολ Μάλιν, όπως είναι το πλήρες όνομά του, είναι ιρλανδικής. Λευκός σαν το γάλα στο δέρμα, ξεχωρίζει κυριολεκτικά στα πιο απαιτητικά playgrounds.
Καθημερινά παίρνει το μετρό και πηγαίνει στο Μπρονξ, στο Χάρλεμ. Στις πιο δύσκολες, μαύρες γειτονιές. Παίρνει και τον Μάριο Έλι μαζί του. Τον κατοπινό τρις Πρωταθλητή του ΝΒΑ και καλό του φίλο παιδιόθεν, που όμως δεν είχε τη δική του σπάνια επαφή με το καλάθι. Γρήγορα βέβαια αντιλαμβάνεται ότι δεν χρειάζεται προστασία σε τέτοια μέρη.
Κερδίζει την αναγνώριση των αντιπάλων του στα ανοιχτά γήπεδα και αποκτά “ελευθέρας” για κάθε γήπεδο, σε κάθε συνοικία. Δεν πηδάει ψηλά, δεν είναι αθλητικός, με κάποιον τρόπο όμως στέλνει την μπάλα συστημένη στο καλάθι και ταυτόχρονα έχει τον τρόπο του αμυντικά.
Βάζει τα πρώτα μούσκουλα στο γυμναστήριο του Αγίου Θωμά του Ακινάτη, πέντε βήματα από το σπίτι του. Έχει το κλειδί, περνάει κι εκεί πολλές ώρες σε εβδομαδιαία βάση.
Στο κατόπι του βρίσκονται τα μεγαλύτερα πανεπιστημιακά προγράμματα των ΗΠΑ. Ολόκληρος Μάικ Σιζέφσκι σκάει σπίτι, με ένα μπουκέτο λουλούδια για τη μαμά Αϊλίν. Από την αδερφή της, παρεμπιπτόντως, την Ντολόρες, παίρνει τα γονίδια του… αριστερόχειρα ο Κρις. Όλοι οι υπόλοιποι στη δική του οικογένεια είναι δεξιόχειρες.
Ο «κόουτς Κ» γυρίζει άπραγος στο Ντούραμ και το Ντιουκ. Ο Μάλιν επιλέγει το 1981 το Σεντ Τζονς, για να μείνει κοντά στους δικούς του. Προπονητής ο ήδη θρυλικός Λου Καρνεσέκα (από το 1958 εκεί…), ο μικρός βάζει 16.6 πόντους ως φρέσμαν. Τους περισσότερους πόντους ever στο πρόγραμμα από ρούκι…
Το 1983 προστίθεται στην παρέα ο Μαρκ Τζάκσον, επί 17 χρόνια αργότερα ένας από τους συνεπέστερους πόιντ γκαρντ του ΝΒΑ, το δε 1984 έρχεται κι άλλος ένας ζερβοχέρης στην παρέα. Με πιο περίεργο στυλ στην εκτέλεση. Γουόλτερ Μπέρι τον λένε, προτού φυσικά τον γνωρίσουμε στην Ελλάδα. Οι Ρέντμεν μπαίνουν στο τελικό τουρνουά ως το Νο 1 για πρώτη φορά από το 1951, φτάνουν στο Final 4 για δεύτερη -και τελευταία έως σήμερα- φορά, μετά από εκείνη το 1952.
Το τρελό πρώτο 48ωρο στο ΝΒΑ, οι 48 μέρες στην απεξάρτηση
Η πορεία του Σεντ Τζονς σταματά στον ημιτελικό από το Τζορτζτάουν ενός θηριώδους τύπου, ο οποίος μέχρι τότε είχε μόνο ακουστά τη Νέα Υόρκη, αλλά θα γίνει σύντομα πρώτη μούρη σε αυτήν. Του Πάτρικ Γιούιν.
Αντιθέτως, ο γέννημα-θρέμμα Νεοϋορκέζος Μάλιν, ο οποίος καλά-καλά δεν έχει ξεμυτίσει από την πολιτεία πέρα από τις αγωνιστικές υποχρεώσεις του κολεγίου από το Κουίνς, στέλνεται στην άλλη άκρη της Αμερικής. Μέσω του ντραφτ φυσικά.
Είναι παικταράς και σούπερ σκόρερ, για την ακρίβεια ο πρώτος πλέον στην ιστορία του Σεντ Τζονς, αλλά βρισκόμαστε ακόμη σε εποχές που κυριαρχούν οι ψηλοί. Οι Νικς επιλέγουν πρώτοι και τσιμπάνε φυσικά τον Γιούιν, τα επόμενα πέντε πικ αφορούν επίσης σε σέντερ ή πάουερ φόργουορντ. Ανάμεσά τους μάλιστα συναντάμε άλλους δύο παίκτες με ελληνικά περάσματα, τον Μπενόιτ Μπέντζαμιν και τον Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ, διάδοχο του Μπέρι το 1995 στον Ηρακλή!
Ο σμολ φόργουορντ (με ευχέρεια χρησιμοποίησης και στο “2”) Μάλιν ακούει το όνομά του έβδομος, ενώ ο πρώτος γκαρντ που επιλέγεται είναι στο Νο 14 κάποιος Αλφρέντικ Χιουζ. «Κάποιος» υποτιμητικά για το ΝΒΑ, διότι και δαύτος θα περάσει το 1993 από τον Ηρακλή. Τέλος πάντων, σε ένα ντραφτ με διψήφια γνώριμά μας πικ (Βίνσεντ, Κάτλετζ, Σμρεκ, ΜακΚλέιν, Ροθ, Ραντ, ο “βίος και πολιτεία” Σκάρι…), ο Κρις επιλέγεται από το Γκόλντεν Στέιτ.
«Δεν ήξερα ούτε πού, στον Διάβολο, εδρεύει», θυμάται χρόνια αργότερα.
Στο Όκλαντ της Καλιφόρνια, φίλε… Από την Ανατολή στη Δύση, από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό, από τη Νέα Υόρκη στο Σαν Φρανσίσκο, την Αλαμίντα και τα άλλα στέκια του πια κοντά στο Λος Άντζελες.
Δεν πετάει τη σκούφια του, δεν βάζει καν έγκαιρα την υπογραφή του στο συμβόλαιο με τους Γουόριορς. Απέχει από το βασικό στάδιο της προετοιμασίας, χάνει και τα έξι πρώτα παιχνίδια της σεζόν 1985-1986. Κάποια στιγμή βάζει τζίφρα, την επομένη ντεμπουτάρει και βάζει στα 15’’ το καλάθι προσπεράσματος στο 105-101 επί των Σουπερσόνικς του ΜακΝτάνιελ (και των επίσης παλιόφιλών μας, Ροντ Χίγκινς και Ντάνι Βρέινς).
Σημειώνει συνολικά 15 πόντους ερχόμενος από τον πάγκο, δεν αργεί να γίνει βασικός. Χρησιμοποιείται όμως στο “2” και σχεδόν αποκλειστικά ως spot shooter, κάτι που αλλάζει με την έλευση του Τζορτζ Καρλ στο τιμόνι την επόμενη σεζόν. Αναλαμβάνει περισσότερες ευθύνες, είναι βασικός και στα 82 ματς της ρέγκιουλαρ σίζον, φτάνει μέχρι τον δεύτερο γύρο των πλέι οφ και το 4-1 των κραταιών Λέικερς.
Θα περάσει και στο “3”, του αρέσει περισσότερο, κάτι όμως δεν πάει καλά.
Δεν του αρέσει η ζωή στην Καλιφόρνια, του λείπουν οι φίλοι του από τη Νέα Υόρκη. Βασικά, έχει πετύχει πάρα πολλά πάρα πολύ νωρίς και νιώθει άδειος.
Μέχρι και Χρυσός Ολυμπιονίκης είχε στεφθεί το 1984. Τότε που με τους (κολεγιακούς) συμπαίκτες του τραγούδαγαν πριν τα τζάμπολ «If the beer is cold, we ‘ll win the gold».
Γερό ποτήρι, ο Μάλιν πήρε τότε το Χρυσό, πήρε όμως -προτού περάσουν τρία-τέσσερα χρόνια- και την κάτω βόλτα. Το ρίχνει στο πιοτό, αρχίζει να χάνει προπονήσεις, μαζί και τον κόσμο κάτω από τα πόδια του. Οι Γουόριορς δεν κάνουν τα στραβά μάτια. Τον θέτουν προ των ευθυνών του, τον στέλνουν τον Δεκέμβριο του 1987 στην κλινική Σεντινέλα, στο Ίνγκλγουντ της Καλιφόρνια.
Ο νεαρός ακόμη μπασκετμπολίστας περνάει 48 μέρες στο εξειδικευμένο κέντρο απεξάρτησης από το αλκοόλ. Διάστημα κατά το οποίο αναθεωρεί κάμποσα πράγματα και αλλάζει προτεραιότητες. Γυρίζει νηφάλιος, σε μια ομάδα βέβαια… ζαλισμένη από τις συνεχείς σφαλιάρες. Τα εσωτερικά προβλήματα την καθηλώνουν στον πάτο της Δύσης, ο Καρλ απολύεται, ο Ντον Νέλσον πιάνει δουλειά.
Βιονικός «μπόμπερ», σε ρυθμούς Run-TMC
Είναι ώρα για το «Nellie ball» στο Όκλαντ. Ο Νέλσον γουστάρει run ‘n’ gun παιχνίδι, οι παίκτες του απολαμβάνουν τις αγωνιστικές ελευθερίες που τους αφήνει, οι 20 νίκες γίνονται 43 στην αμέσως επόμενη σεζόν και αυτό δεν είναι τίποτα ακόμη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Μάλιν εκτοξεύεται στους 26.5 πόντους μέσο όρο, έχοντας ταυτόχρονα περισσότερα από 5 ριμπάουντ και 5 ασίστ. Σταθερά πάνω από 25 πόντους, θα έχει και τις τέσσερεις επόμενες περιόδους. Είναι πια ένας από τους καλύτερους σκόρερ του ΝΒΑ, ταυτόχρονα και ένας από τους βιονικούς παίκτες της λίγκας.
Σε αυτές τις πέντε συνεχείς σεζόν δεν χάνει παιχνίδι! Στα πλέι οφ του 1989 οι πόντοι του είναι 29.4, η παρέα του καθιερώνεται ως η πιο διασκεδαστική ομάδα του Πρωταθλήματος. Μαζί με τον ρούκι σούτινγκ γκαρντ, Μιτς Ρίτσμοντ, βάζουν 48.5 πόντους, τους περισσότερους από οποιοδήποτε άλλο ζευγάρι συμπαικτών στο ΝΒΑ.
Το 1989 επιλέγεται στον πρώτο γύρο του ντραφτ και ο Τιμ Χάρνταγουεϊ και… δένει η περιφέρεια. Οι τρεις τους συνεργάζονται αρμονικά. Σε μεγάλες ταχύτητες, με ανάλογα ψηλά τα σκορ της ομάδας.
Αποκτούν και παρατσούκλι, που χαρακτηρίζει γενικά το Γκόλντεν Στέιτ. Είναι οι «Run-TMC». Από τα αρχικά των μικρών τους (Τιμ, Μιτς, Κρις), ακολουθώντας το όνομα του γκρουπ Run-DMC, που κάνει θραύση.
Η τοπική εφημερίδα «The San Francisco Examiner» θέτει προς διαγωνισμό, προκηρύσσοντας και χρηματικό αντίτιμο, ένα προσωνύμιο για την περιφερειακή τριάδα των Γουόριορς και 1.500 διαφορετικά προτείνονται. Στην τελική τριάδα (των προσωνυμίων) υπάρχουν και τα πεζά «The Marks Brothers» και «Three-Mendous». Οι ίδιοι οι νεαροί παίκτες επιλέγουν για τους εαυτούς τους το παρατσούκλι που παραπέμπει στο συγκρότημα του χιπ-χοπ, με έδρα το… Κουίνς της Νέας Υόρκης. Το μέρος όπου είχε ξεκινήσει να μεγαλουργεί, με το Σεντ Τζονς, ο Μάλιν.
Με τον Χάρνταγουεϊ και τον Ρίτσμοντ απάρτιζαν εκείνη την εποχή το πιο παραγωγικό τρίο της λίγκας και οι «Πολεμιστές» έδιναν τρελό ρυθμό στα παιχνίδια τους, σε βαθμό που κάμποσες φορές ξεπερνούσαν και τους 150 πόντους. «Small ball» δεν εφαρμόζουν μόνο στη σύγχρονη εποχή. Το αποτόλμησε ο Νέλσον και τότε, με τους (“πλάγιους”) Σαρούνας Μαρτσουλιόνις και Μάλιν στις θέσεις των φόργουορντ και “5άρι” τον (φόργουορντ) Ροντ Χίγκινς!
Το σόου με την «Dream Team», το νέο σμίξιμο με τον Μπερντ
Ως κολεγιακός σταρ, είχε πάρει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984 και μαζί το Χρυσό μετάλλιο. Στη μοναδική φορά που είχε μείνει για αρκετές ημέρες μακριά από τη Νέα Υόρκη. Όχι σε κάποια άλλη χώρα αλλά στο Λος Άντζελες. Στην Καλιφόρνια, που ήταν εν τέλει το πεπρωμένο του.
Μαζί του ο Γιούιν αλλά και κάποιος Μάικλ Τζόρνταν. Οι τρεις τους ήταν και οι πρώτοι σκόρερ στο τουρνουά. Μαζί τους για… λίγο, διότι κόπηκαν λίγες ημέρες πριν τους Αγώνες, οι Τζον Στόκτον και Τσαρλς Μπάρκλεϊ.
Εν έτει 1992, με τους ΝΒΑers να παίρνουν επιτέλους το πράσινο φως και να εκπροσωπούν τις ΗΠΑ στις μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις, και οι πέντε προαναφερθέντες είναι εκεί. Στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, όπου δίνει σόου σε κάθε εμφάνισή της η μία, η αυθεντική, η ορίτζιναλ «Dream Team».
Παίρνει το «13» ο Μάλιν και το απολαμβάνει, δίπλα στον «MJ» και τον Μάτζικ Τζόνσον, δίπλα στον Καρλ Μαλόουν και τον Σκότι Πίπεν. Και στον Λάρι Μπερντ, βεβαίως βεβαίως. Το άλλο ίνδαλμά του.
Αν ο Φρέιζιερ ήταν το είδωλό του στα παιδικά του χρόνια, ο βλάχος από την Ιντιάνα ήταν το ίδιο στα εφηβικά του. Μελετούσε το παιχνίδι του, αντέγραφε κινήσεις, καταλάβαινε πώς μπορείς να επιβιώσεις στον κόσμο των θηρίων δίχως να έχεις ιδιαίτερα σωματικά προσόντα.
Ένας “Μπερντ των (όχι και τόσο) φτωχών του ΝΒΑ” ήταν σε τελική ανάλυση ο Μάλιν. Γιατί πέρα από τη δεινότητά του στο σκοράρισμα, ξεχώριζε για το έξυπνο παιχνίδι του. Γρήγορη σκέψη, γρήγορα χέρια στην άμυνα, παιχνίδι με το μυαλό των προσωπικών του αντιπάλων, ηγετική φυσιογνωμία δίχως να είναι ο πιο vocal παίκτης στα αποδυτήρια.
Και όχι, είναι μύθος ότι έζησε το όνειρό του στην ισπανική πόλη, επειδή ήταν τραυματίας ο Ντόμινικ Γουίλκινς. Όντως ο αργότερα Πρωταθλητής Ευρώπης με τον Παναθηναϊκό είχε διαλύσει το πόδι του και όντως θα ήταν παρών, αν ήταν υγιής, εντούτοις ο Μάλιν είχε ήδη προεπιλεγεί. Στους 10 παίκτες του Τσακ Ντέιλι που θα ταξίδευαν στη Βαρκελώνη, με τον Κλάιντ Ντρέξλερ να γίνεται μήνες αργότερα ο 11ος και το 12ο εισιτήριο να πηγαίνει στα χέρια ενός φρέσκου ντραφτ πικ. Εν προκειμένω, στον Κρίστιαν Λέτνερ.
O γερο-Μπερντ παρακολουθούσε τα περισσότερα παιχνίδια στη Βαρκελώνη ξαπλωμένος μπρούμυτα, ελέω μέσης, ο Μάλιν μπουμπούναγε τρίποντα και ήταν ο τρίτος σκόρερ της κορυφαίας ομάδας μπάσκετ που εμφανίστηκε ποτέ. Το όνειρό του για έναν τίτλο στο ΝΒΑ δεν το πραγματοποίησε. Έζησε όμως άλλη μια συνεργασία με τον Λάρι Μπερντ.
Όταν το 1997 έφτασε το πλήρωμα του χρόνου και της αποχώρησης από το Όκλαντ, νέα του ομάδα έγιναν οι Πέισερς. Έμεινε στην Ιντιανάπολις μέχρι το 2000. Ποιος ήταν προπονητής τους ακριβώς την ίδια τριετία; Μα ναι, ο Μπερντ…
Το σπίτι του άλλαξε, αλλά και το Σεντ Τζονς είναι ένα
Από το 1997 έως το 2000 ήταν και ο πλέι μέικερ Μαρκ Τζάκσον στην Ιντιάνα, καλός του φίλος από το Σεντ Τζονς. Την πρώτη του χρονιά εκεί ο Μάλιν αναδείχθηκε πιο εύστοχος ΝΒΑer στις βολές με 93.9%, μετά έγινε ο δεύτερος ευστοχότερος στα τρίποντα με 46.5%.
Έζησε επιτέλους και τελικούς. Το 2000, χάνοντας 4-2 από τη “νέμεσή” του, τους Λέικερς. Ερχόταν όμως πια από την άκρη του πάγκου, για ελάχιστα λεπτά. Στα 37 του, το μόνο που έμενε ήταν να γυρίσει στο Όκλαντ, ώστε να κλείσει την καριέρα του στο μέρος που έγινε το δεύτερο σπίτι του.
Το 2001 κρέμασε τη φανέλα ως «Πολεμιστής», συνεχίζοντας στον οργανισμό με διάφορες ιδιότητες. Έφτασε να γίνει Αντιπρόεδρος, δούλεψε ως σύμβουλος και στους Σακραμέντο Κινγκς. Δις πια Hall of Famer (ως μέλος της «Dream Team» και για τη σπουδαία καριέρα του), γύρισε και στο κανονικό του σπίτι.
Πίσω στη Νέα Υόρκη, δοκίμασε το προπονητιλίκι για μία τετραετία στο Σεντ Τζονς, το οποίο παρεμπιπτόντως έχει αναλάβει πλέον ο Ρικ Πιτίνο.
Πιστός Καθολικός, με τη θρησκεία να θεωρεί ότι τον βοήθησε αποφασιστικά στις μαύρες στιγμές του, είδε στην επιστροφή του στο Κουίνς και τις δύο μεγαλύτερες γκρούπις του παρούσες. Μη βιαστείτε να τις κάνετε εικόνα. Για 90χρονες καλόγριες μιλάμε, την αδερφή Μερσέντες και την αδερφή Τέρενς. Είχαν να πατήσουν στο γήπεδο από το 1985, το έκαναν πάλι για χάρη του το 2015.
Τότε λεγόταν Alumni Hall και ο Μάλιν ήταν το πρωτοπαλίκαρο του Καρνεσέκα μέσα στις τέσσερεις γραμμές. Τριάντα χρόνια μετά, Carnesecca ήταν η ονομασία του γηπέδου και ο ίδιος ο Λου καμάρωνε από τα επίσημα τον Κρις ως προπονητή.
Τρεις σεζόν με αρνητικό ρεκόρ, η τέταρτη με θετικό και ο κύκλος της ιδιαίτερης πατρίδας του σε επαγγελματικό επίπεδο είχε ολοκληρωθεί. Άφησε ξανά τη Νέα Υόρκη για χάρη της Καλιφόρνια. Η αγαπημένη του ομάδα, εδώ και καιρό πια, δεν ήταν οι Νικς. Ούτε οι Σέλτικς, τους οποίους παρακολουθούσε για τον Μπερντ και, νωρίτερα, τον Τζον Χάβλιτσεκ. Προς τιμήν του τελευταίου άλλωστε φορούσε το «17».
Τηλεοπτικός και ραδιοφωνικός σχολιαστής των αγώνων των Γουόριορς, με τη δική του φανέλα με το «17» αποσυρμένη, στον ουρανό του Chase Center. Ποιος να του το ‘λεγε, όταν έφευγε για την άλλη άκρη των ΗΠΑ και έναν σύλλογο που είχε να μπει στα πλέι οφ από το 1977. Σε ένα μέρος στο οποίο δεν έβρισκε κανένα ενδιαφέρον, χαλώντας καθημερινά 600 δολάρια σε τηλεφωνικές κλήσεις στον πατέρα του και τη μελλοντική σύζυγό του, Λιζ. Σύννεφα που είχαν φέρει την μπόρα του αλκοολισμού.
Αφού βρήκε και νέο μπαρμπέρικο, διότι ο μίστερ Κέλογκ συνταξιοδοτήθηκε, η ζωή του είναι πια στο ηλιόλουστο Σαν Φρανσίσκο.
CHECK IT OUT: Η επανάσταση του Στεφ Κάρι
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Λάρι Μπερντ, ο Άνθρωπος του Βιτρούβιου
Σκότι Πίπεν: Η Σκιά Του Ινδιάνου
Τζον Στόκτον: Στη Γη των Γενναίων
Ο «Πρώτος Χορός» του Μάικλ Τζόρνταν / Η απογείωση του Μάικλ Τζόρνταν / Νόμος Τζόρνταν