Έχει περάσει σχεδόν μισός χρόνος από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο κι όμως ακόμη δεν έχω καταφέρει να απολαύσω στον βαθμό που θα ήθελα την επιτυχία της κατάκτησης της όγδοης θέσης.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν είμαι ευτυχισμένη. Αντιθέτως, είμαι πολύ χαρούμενη και απόλυτα ικανοποιημένη!
Απλώς, μετά το τέλος της διοργάνωσης βίωσα μία στρεσογόνο κατάσταση.
Για να καταλάβετε πόσο στρεσαρισμένη ήμουν, ενώ κανονικά εκείνο το διάστημα θα έπρεπε να ξεκουράζομαι και να έχω χαλαρώσει, συνέχισα κανονικά να γυμνάζομαι για να καταπολεμήσω το άγχος μου!
Δεν ξέρω γιατί μου βγήκε τόσο στρες. Ούτε μπορώ να εξηγήσω πώς γινόταν να μην είμαι αγχωμένη την περίοδο της διοργάνωσης και να αγχωθώ μετά την ολοκλήρωσή της! Την στιγμή μάλιστα που είχα πετύχει ό,τι είχα στο μυαλό μου κι ακόμα περισσότερα!
Γιατί για μένα η όγδοη θέση ήταν κάτι πολύ περισσότερο! Δεν περίμενα ότι μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο στα 37 χρόνια μου! Ίσως και οι άλλοι να μην το περίμεναν από μένα.
Με εξαίρεση βέβαια τον προπονητή μου, Ναπολέοντα Κεφαλόπουλο, ο οποίος έβλεπε λίγο πιο μακριά και πολύ πιο ξεκάθαρα από μένα.
Ήταν σίγουρος ότι είχα τις δυνατότητες να πάρω μία θέση από την έβδομη έως τη 12η. «Αν πάνε όλα όπως πρέπει», μου είχε πει στη διάρκεια της προετοιμασίας μας, «το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να μπεις στην επτάδα». Μπήκα στην οκτάδα! Κοντά έπεσε!
Συνήθως, αυτές τις επιδόσεις τις περιμένουν από μικρότερους σε ηλικία αθλητές.
Η κούρσα μου όμως ήταν πολύ μελετημένη από τον προπονητή μου, ο οποίος σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας μας με βοήθησε σημαντικά, ώστε την ημέρα του αγώνα να φτάσω τελικά σε πολύ υψηλό επίπεδο απόδοσης, πάνω από το 90% θα έλεγα.
Μπορώ να πω μάλιστα πως, αν είχα μπροστά μου ακόμα δύο χιλιόμετρα, ίσως να είχα καλύψει άλλες δύο θέσεις. Να είχα μπει μέσα στην εξάδα, μπορεί και την πεντάδα.
Στα τελευταία μέτρα ένιωθα και ήμουν πολύ δυνατή!
Και να φανταστεί κάποιος ότι, την πρώτη φορά όπου ο κ. Κεφαλόπουλος μού είπε τι μπορούσα να πετύχω στο Τόκιο, θεώρησα πως ήταν πολύ δύσκολο.
Ωστόσο, το 2021 ήταν μια πολύ καλή χρονιά, με πάρα πολύ καλή προετοιμασία, αρκετά ρεκόρ και μία ανοδική πορεία που συνεχίστηκε μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Φτάνοντας στο Τόκιο, ήξερα ότι μπορούσα να πετύχω το καλύτερο δυνατό.
Επαναλαμβάνω όμως ότι δεν περίμενα την όγδοη θέση.
Ο αρχικός και βασικός στόχος εξάλλου ήταν απλώς να βελτιώσω τη θέση στην οποία είχα τερματίσει στο Ρίο Ντε Τζανέιρο (15η).
Αλλά στους Ολυμπιακούς Αγώνες οι αθλητές δύσκολα μπορούμε να προσεγγίσουμε με σιγουριά μία κατάσταση.
Άλλοι προετοιμάζονται με σκοπό να πετύχουν το “εξωπραγματικό” και άλλοι με στόχο να κάνουν την καλύτερή τους εμφάνιση και ό,τι τους βγει.
Κάποιοι μπορεί να τα καταφέρουν. Κάποιοι άλλοι ίσως να εγκαταλείψουν.
Εγώ πήγα με το μυαλό συγκροτημένο και τον προπονητή στο πλάι μου να μου υπενθυμίζει πάντα την θέση που μπορούσα να πάρω.
Ήταν απίστευτο αυτό που έγινε! Δέκα χρόνια μετά την επιστροφή μου στο βάδην, όχι μόνο είχα πετύχει να αγωνιστώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες αλλά ταυτόχρονα να πάρω και την όγδοη θέση!
Αρκετά χρόνια πριν, όταν ήμουν 20 χρόνων, είχα αποφασίσει να σταματήσω την ενασχόλησή μου με το άθλημα. Για διάφορους λόγους, σπουδές, προσωπικές υποχρεώσεις, οικογενειακά ζητήματα.
Υπήρχαν γεγονότα και καταστάσεις που εκείνη την περίοδο με έκαναν να μην θέλω να ασχοληθώ με τον αθλητισμό. Δεν είχα και τον χρόνο άλλωστε.
Στα 27 μου όμως ένιωσα την επιθυμία να αρχίσω ξανά να “χτίζω” το σώμα μου. Είχα χάσει και πάρα πολλά κιλά. Ήμουν τόσο αδύνατη, ώστε εκείνη την περίοδο είχα φτάσει να ζυγίζω 43 κιλά! Βρέθηκα στο όριο της νευρικής ανορεξίας. Δεν έτρωγα σχεδόν τίποτα.
Παρά το γεγονός ότι ψυχολογικά ήμουν καλά, είχα παραμελήσει λίγο τον εαυτό μου.
Η αλήθεια βέβαια είναι πως δεν ήμουν και πολύ του φαγητού.
Έπρεπε όμως να κάνω κάτι, να φτιάξω το σώμα μου.
Ξεκίνησα λοιπόν να ασχολούμαι ξανά με τον αθλητισμό.
Στην αρχή χαλαρά και ερασιτεχνικά.
Μέχρι την στιγμή που “έπεσε” ένα στοίχημα με έναν πολύ καλό φίλο μου.
Το στοίχημα αφορούσε στην ολική επαναφορά μου ή μη στον αθλητισμό σε επίπεδο πρωταθλητισμού.
«Μπορείς;», με ρωτούσε.
«Μπορώ!», του απαντούσα.
Κι αυτό έγινε το κίνητρό μου, ώστε να μπω μέσα σ’ ένα διάστημα περίπου τεσσάρων-πέντε μηνών σε ρυθμούς πρωταθλητισμού.
Μετά την επιστροφή μου, η συμμετοχή μου στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και κυρίως η κατάκτηση της δεύτερης θέσης με βοήθησαν να διαπιστώσω ότι ακόμη “περνούσε η μπογιά μου”.
Ώριμη πλέον, καθώς ήμουν 27 χρόνων, άρχισα να βλέπω τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο.
Να προσπαθώ περισσότερο και να θέλω περισσότερο την συμμετοχή μου σε αγώνες, χωρίς ωστόσο να θέτω ως στόχο την συμμετοχή μου στους Ολυμπιακούς.
Αρχικά εκείνο που είχα στο μυαλό μου ήταν να πιάσω το όριο για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, γιατί, όταν ήμουν νεότερη, δεν είχα πάει ποτέ σε καμία διεθνή διοργάνωση.
Η πρώτη φορά που πήγα ήταν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ως γυναίκα. Πήρα την 30η θέση σε σύνολο 60 αθλητριών και “πετούσα” από την χαρά μου! Είχα κάνει ένα βήμα μπροστά κι αυτό μου αρκούσε.
Μέχρι πριν από ένα διάστημα δεν με απασχολούσε η θέση που θα έπαιρνα στους αγώνες. Δεν ήταν αυτός ο στόχος άλλωστε.
Εκείνο που με ενδιέφερε ήταν απλώς να είμαι παρούσα στις μεγάλες διοργανώσεις.
Δεν αναζητούσα κάτι παραπάνω. Γιατί δεν ήθελα να κουραστώ περισσότερο; Δεν είχα το κίνητρο να διεκδικήσω κάτι παραπάνω; Πίστευα ότι δεν μπορούσα να το κάνω ή ότι μέχρι εκεί μπορούσα; Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Περνούσαν διάφορες σκέψεις από το μυαλό μου…
Το καλό είναι πως, παρά το γεγονός ότι δεν έθετα υψηλούς στόχους και αποσκοπούσα απλώς στη συμμετοχή, η πορεία μου ήταν πάντα ανοδική.
Στο πρώτο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα τερμάτισα στην 30η θέση, στο δεύτερο στην 24η, στο τρίτο στην 22η.
Πετύχαινα να συμμετέχω σε κάθε μεγάλη διοργάνωση, αυτό δηλαδή που χρειάζεται κάθε αθλητής που θέλει να λέγεται υψηλού επιπέδου, χωρίς ωστόσο να έχω ως στόχο να μπω, για παράδειγμα, μέσα στην 10άδα. Πήγαινα απλώς στη διοργάνωση κι αυτό ήταν όλο.
Ενδεχομένως αυτή η νοοτροπία να λειτούργησε και θετικά, από την άποψη ότι δεν υπήρχε πίεση.
Αν και ουδέποτε αισθάνθηκα πιεσμένη. Δεν είμαι άλλωστε από τους ανθρώπους που εξετάζουν τι περιμένουν οι άλλοι από μένα. Το θέμα είναι τι περιμένω και τι μπορώ να κάνω εγώ για τον εαυτό μου.
Η αλλαγή του προπονητή όμως και η έναρξη της συνεργασίας μου με τον κ. Κεφαλόπουλο, έναν άνθρωπο με πολύ μεγάλη εμπειρία στο αγώνισμα, ήταν ένα κίνητρο για να δω διαφορετικά τα πράγματα.
Το γεγονός ότι (ο κ. Κεφαλόπουλος) στο παρελθόν έχει συνεργαστεί με αθλήτριες που έχουν πάρει πολύ υψηλές θέσεις σε παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, ακόμα και σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ήταν και παραμένει μια πρόκληση για μένα. Με κάνει να θέλω να πετύχουμε μαζί τα καλύτερα!
Είναι φοβερός άλλωστε και ο τρόπος με τον οποίον μπορεί να σε πείσει να πιστέψεις ότι είσαι καλή σ’ αυτό που κάνεις. Να διαπιστώσεις ότι είσαι αντάξια μίας θέσης στην πρώτη 10άδα.
Θέλω και η ίδια να πετύχω κάτι καλύτερο. Για μένα. Γιατί στους υπόλοιπους δεν χρωστάω τίποτα!
Η μοναδική στην οποία οφείλω κάτι είναι η οικογένειά μου, η οποία “μ’ έχει χάσει” και δεν μπορώ να τη βοηθήσω στην οικογενειακή ταβέρνα, όπου εργάζομαι. Αν δεν πάω καλά στην πορεία, θα πρέπει να… απολογηθώ.
Ευτυχώς που εργάζομαι σε μια οικογενειακή επιχείρηση. Θα ήταν πολύ δύσκολο, αν δούλευα κάπου αλλού.
Δεν είναι καθόλου εύκολο για κάποιον που κάνει πρωταθλητισμό παράλληλα να εργάζεται.
Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν γίνεται να ζήσεις από τον αθλητισμό. Όχι τουλάχιστον από το άθλημα με το οποίο ασχολούμαι. Σε αυτό είμαστε εντελώς μόνοι.
Κάποια στιγμή μάλιστα παραλίγο να χάσω λόγω ηλικίας και την Ολυμπιακή υποτροφία. Είχε μπει ηλικιακό όριο στους αθλητές που θα έπαιρναν τα χρήματα.
Θεώρησα ότι αυτό ήταν άδικο.
Πώς ήταν δυνατόν, από την στιγμή που έφερα στην Ελλάδα την όγδοη θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, να λένε από την Ολυμπιακή Επιτροπή ότι δεν μπορούσα λόγω ηλικίας να πάρω την υποτροφία για να συνεχίσω την προσπάθειά μου;
Μου “χτύπησε” πολύ άσχημα. Ήταν πολύ υποτιμητικό και γι’ αυτό και αντέδρασα.
Κι όπως φάνηκε από την απόφαση που πάρθηκε λίγες ημέρες αργότερα, κάποιες φορές πρέπει να αντιδράς για να πετυχαίνεις πράγματα, όχι μόνο για σένα αλλά και για το μέλλον του αθλητισμού.
Κι ας μην σε βλέπουν μετά με καλό μάτι.
Προσωπικά, δεν με απασχολεί καθόλου πώς θα με δουν.
Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ανοίξει λίγο περισσότερο το μυαλό κάποιων ανθρώπων που σκέφτονται μόνο πώς θα πετύχουν συγκεκριμένα πράγματα, με συγκεκριμένη δομή και για συγκεκριμένο λόγο.
Υπάρχουν αθλητές που δεν μπορούν να βιοποριστούν από πουθενά. Ενώ έχουν ταλέντο, δεν έχουν χορηγό ή άλλη οικονομική στήριξη που θα τους βοηθήσει να κάνουν το όνειρο της συμμετοχής τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες πραγματικότητα.
Αυτή η χώρα όπου ζούμε και για την οποία αγωνιζόμαστε πρέπει να μας δίνει κάτι για να μπορούμε να της δίνουμε πίσω κι εμείς. Πόσο μπορεί να αντέξει κάποιος, όταν προσπαθεί συνέχεια μόνος του;
Δεν γίνεται, για παράδειγμα, εγώ να έχω (που στην πραγματικότητα δεν έχω) 100 χορηγούς και η συναθλήτριά μου στο ίδιο αγώνισμα, με την οποία συμμετέχουμε στις ίδιες διοργανώσεις, να μην έχει καμία οικονομική στήριξη και την ευκαιρία να βελτιωθεί, επειδή υποτιμάται ως αθλήτρια.
Με αυτόν τον τρόπο επηρεάζεται και το αγωνιστικό κομμάτι γιατί δεν υπάρχει το κίνητρο του εσωτερικού ανταγωνισμού, το οποίο θα βοηθήσει αφενός στη δημιουργία μίας νέας Πρωταθλήτριας και αφετέρου στη βελτίωση της αθλήτριας που είναι ήδη Πρωταθλήτρια.
Πρέπει να βοηθήσεις τον νέο αθλητή να εξελιχθεί, να φτάσει τον Πρωταθλητή και κάποια στιγμή να τον ξεπεράσει!
Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο θα υπάρχει ενδιαφέρον και συνέχεια στον αθλητισμό στην Ελλάδα.
Δεν είναι αθλητισμός το να υπάρχει μόνον ένας αθλητής σ’ ένα αγώνισμα!
Εγώ σιγά-σιγά θα μπω προς την τελική ευθεία για την ολοκλήρωση της πορείας μου. Το θέμα είναι τι θα γίνει μετά. Πώς θα βοηθηθούν οι νέοι αθλητές.
Στο βάδην υπάρχουν αθλήτριες που έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους.
Κι αυτό είναι πολύ θετικό, γιατί από την εποχή της Αθανασίας Τσουμελέκα και μετά υπήρχε ένα μεγάλο κενό.
Πλέον υπάρχουν άλλες τρεις κοπέλες στην Ελλάδα που είναι σε πάρα πολύ καλό επίπεδο και μπορούν να πετύχουν πολύ σπουδαία πράγματα.
Έχουν όλον τον χρόνο μπροστά τους να δουλέψουν, να πετύχουν και να αποδείξουν τις ικανότητές τους.
Αρκεί να έχουν δίπλα τους ανθρώπους που θα τους στηρίξουν να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Γιατί χωρίς στήριξη θα είναι δύσκολα.
Εύχομαι η θέση που πήρα στο Τόκιο να προσελκύσει το ενδιαφέρον των χορηγών και να ωθήσει την πολιτεία να δώσει κίνητρα στους νέους για να παραμείνουν στο άθλημα και να πετύχουν τους στόχους τους.
Αν δεν δώσεις κίνητρο -μικρό ή μεγάλο, δεν έχει σημασία- σ’έναν αθλητή, δεν μπορείς να τον κρατήσεις μέσα στον αθλητισμό. Αυτό είναι κάτι που θα συνεχίσω να λέω, μέχρι να γεράσω!
Ακόμα και μία συγχαρητήρια επιστολή είναι ένας τρόπος για να του δείξεις ότι δεν τον αγνοείς.
Η ενασχόλησή μου με το βάδην ξεκίνησε τυχαία. Με είδε κάποιος, όταν έδινα εξετάσεις για το αθλητικό σχολείο, να βαδίζω γρήγορα και μου είπε ότι “μου πάει” αυτό το άθλημα.
Η νίκη που πέτυχα στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα ήταν το κομβικό σημείο.
Όταν κερδίζεις, θέλεις να συνεχίζεις. Αγαπάς περισσότερο αυτό που κάνεις και κάνεις μεγαλύτερη προσπάθεια. Κακά τα ψέματα. Η επιτυχία είναι αυτή που σε κρατάει.
Και εμένα αυτή με κράτησε από το 2016 και μετά. Στο Ρίο Ντε Τζανέιρο σημείωσα, όπως μου είπαν, μία σημαντική επιτυχία με την 15η θέση και με παρότρυναν να συνεχίσω.
Και συνεχίζω, βάζοντας σε κάθε προπόνηση και κάθε αγώνα την ψυχή μου.
Μετά το Τόκιο άρχισα να σκέφτομαι την επόμενη μέρα, το Παρίσι και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024.
Το βασικότερο κι αυτό που αποτελεί ένα επιπλέον κίνητρο είναι η στήριξη που έχω από την οικογένειά μου.
Όσο ο σύζυγός μου μου λέει «πάμε κι εγώ είμαι δίπλα σου!», εγώ θα συνεχίζω.
Βλέπει πόσο ευτυχισμένη και χαρούμενη με κάνει αυτό με το οποίο ασχολούμαι και με στηρίζει.
Κάποιες φορές έρχεται μαζί μου και στην προπόνηση.
Είναι πάντα δίπλα μου.
Από την στιγμή λοιπόν που είναι κοντά μου, μπορεί να φτάσω μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2024.
Σίγουρα θα ήθελα να είμαι εκεί, αλλά αυτό θα το δούμε στην πορεία.
Χρόνο με τον χρόνο…
Αγώνα με τον αγώνα…
Η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη είναι Πρωταθλήτριας Ελλάδος στο βάδην.
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Αθανασία Τσουμελέκα: Περπατώντας Στην Άγρια Πλευρά / Ο Άλλος Εαυτός
Σπυριδούλα Καρύδη: Ψήφος Εμπιστοσύνης
Γιώργος Πομάσκι: Στη ζωή μου έμαθα τρία πράγματα / Άγγελος Παυλακάκης: Ο πιο γρήγορος Έλληνας
Γιώργος Παναγιωτόπουλος: Δύο Κόσμοι
Μιρέλα Μανιάνι: Καινούργια Εγώ
Πηγή Δεβετζή: Δέκα Χρόνια Μετά
Ελένη Κλαούντια Πόλακ: Άλμα Πάνω Από Τον Πήχη
Ελίνα Τζένγκο: Ιδρώτας και κόπος!
Κατερίνα Στεφανίδη: Βαθιά Ανάσα
Νικόλ Κυριακοπούλου: Το Άγγιγμα του Θεού