Η «πάπια στο βράχο» είναι ένα από κείνα τα πολύ παλιά παιχνίδια των εμιγκρέδων, τους δύσκολους καιρούς που τα παιδιά έψαχναν τρόπους να επικοινωνήσουν και να αφομοιώσουν τις διαφορετικές κουλτούρες μεταξύ τους.
Συνδυάζει (συνδύαζε είναι το ορθότερο, αφού κανένα παιδί πλέον δεν παίζει το παιχνίδι) σημάδι, άμυνα και συντονισμό και το μόνο που απαιτεί είναι δυο πέτρες, μια μικρή και μια μεγάλη που παίζει το ρόλο της βάσης.
Ο στόχος είναι με εύστοχες βολές να πέσει η μικρή πέτρα ξεπερνώντας την άμυνα του «φρουρού» της βάσης. Duck on a Rock. Αυτό το παιχνίδι που έπαιζε πιτσιρίκος στο Οντάριο θυμήθηκε εκείνο το πρωινό του Δεκέμβρη του 1891 ο γυμναστής Τζέιμς Νέισμιθ στο παγωμένο κλειστό της YMCA (η δική μας ΧΑΝΘ) του Springfield στη Μασαχουσέτη.
Προσπαθούσε να βρει έναν πιο ευχάριστο και εναλλακτικό τρόπο προπόνησης για να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον των αθλητών του football και του baseball, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να μείνουν indoor για να αποφύγουν το ψύχος. Το μόνο που χρειάστηκε να προσθέσει ο Καναδός καθηγητής φυσικής αγωγής, ήταν να αδειάσει τα δυο ψάθινα καλάθια που βρήκε στην αποθήκη από τα ροδάκινα και να τα τοποθετήσει αντικριστά στις δυο άκρες του κλειστού γυμναστηρίου.
Και εγένετο μπάσκετ.

Ο Naismith στην YMCA.
Δεν υπάρχει απόδειξη ότι η παραπάνω ιστορία είναι πέρα για πέρα αληθής, όλες οι ωραίες ιστορίες όμως χρειάζονται έναν γενεσιουργό μύθο, μια παραμυθένια αρχή. Συνηθίζουμε να λέμε ότι το μπάσκετ είναι επιστήμη, ότι περικλείει δεκάδες επιστήμες και εξελίσσει τα υπόλοιπα σπορ. Δεν είναι αιρετική άποψη, δεν είναι υπερβατική. Είναι η αλήθεια. Αλλά ανέκαθεν στα πράγματα που αγαπάμε, η μυθοπλασία είναι απαραίτητο συστατικό επιτυχίας.
Από τα κοφίνια με τα ροδάκινα λοιπόν ξεκίνησε το καραβάνι του μπάσκετ, από ένα παγωμένο κλειστό και την ιδέα ενός τύπου με παχύ μουστάκι που δεν ήταν καν βέβαιος τι επινόησε, καταλήξαμε στο pick ‘n’ roll, το hedge out, το isolation, όλους τους τεχνικούς όρους που πέφτουν σαν βροχή ανά τις δεκαετίες. Διότι το μπάσκετ και δη το αμερικάνικο μπαίνει φέτος στην «τρίτη ηλικία», θα διανύσει φέτος το 70ο έτος της ηλικίας του και μοιάζει πιο σφριγηλό, πιο νεανικό, πιο αθλητικό από ποτέ. Κι ας πέρασε από σαράντα κύματα.
Το 1904 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Saint Louis έγιναν οι πρώτοι αγώνες επίδειξης, το ’32 στη Γενεύη ιδρύθηκε η παγκόσμια Ομοσπονδία, το ’37 η National Basketball League δημιούργημα των General Electric, Firestone και Goodyear στις ΗΠΑ, το ’46 το αντίπαλο δέος, η Basketball Association of America.
Και το φθινόπωρο του ’49, αυτές οι δυο λίγκες συγχωνεύθηκαν. Και εγένετο NBA. National Basketball Association. Δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα στις πληγωμένες μεταπολεμικές ΗΠΑ, με το ρατσισμό να κυριαρχεί σε όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις.
Γιατί το ΝΒΑ από νεογνό -αρχές του ’50- διέθετε αφρο-αμερικανούς στις τάξεις του: “Sweetwater” Clifton στη Νέα Υόρκη και τους Knicks, Earl Lloyd στην πρωτεύουσα Ουάσιγκτον και τους Capitols, Chuck Cooper στη Βοστόνη των Celtics.
Το ’48 εμφανίστηκε και ο πρώτος μη Αμερικανός, ο Ιάπωνας Wataru Misaka, στις αρχές του ’50 ήρθε και η πρώτη «μίνι δυναστεία» από τους Minneapolis Lakers. Ολόκληρη τη δεκαετία το πρωτοεισαγόμενο και «μοντέρνο» άθλημα προσπάθησε να μπουσουλήσει, το κοινό απαίδευτο ακόμα δυσκολευόταν να το παρακολουθήσει, παρόλα αυτά η σπίθα ήταν εκεί.
Και μετά, όλα πήραν τον πορτοκαλί δρόμο τους…

Earl Lloyd, ο πρώτος αφρο-μερικανός παίκτης του μπάσκετ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: