Λίγα βήματα στην καρδιά της πόλης και θα τα δεις.
Δεν μπορεί, δεν υπάρχει περίπτωση. Αρκεί να σκύψεις το κεφάλι προς το έδαφος και να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Ουλές στο κορμί του τσιμέντου να θυμίζουν τις – εις τους αιώνας των αιώνων – ανίατες ουλές στο κορμί ενός λαού. Οι δρόμοι στο Σαράγεβο είναι γεμάτοι τρύπες, τρύπες που δεν έκλεισαν ποτέ, όπως ακριβώς και οι πληγές των ανθρώπων του. Τρύπες από τις αμέτρητες οβίδες που επί τρία χρόνια έπεφταν σαν τη βροχή σε κάθε σπιθαμή σχεδόν της πρωτεύουσας της Βοσνίας. Οβίδες που άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στην πόλη και τις ψυχές των κατοίκων της.
Στο Σαράγεβο δεν θέλησαν να κρύψουν τις πληγές, να τις μπαζώσουν, να τις θάψουν κάτω από ζεστή, φρέσκια άσφαλτο. Αντίθετα, τις ανέδειξαν, τις διακόσμησαν με κόκκινη ρητίνη και δημιούργησαν τα περίφημα Ρόδα του Σαράγεβο. Διακόσια εμβληματικά, μνημειώδη τέτοια “τριαντάφυλλα” υπάρχουν σκόρπια στην πόλη.
Ανάμνηση του πόνου, θύμηση της φρίκης, τιμή σε όλους τους αθώους που έχασαν απροειδοποίητα τη ζωή τους, απλώς και μόνο επειδή βρέθηκαν στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Κοντά σε ένα “τριαντάφυλλο”, όταν μια οβίδα προσγειώθηκε πάνω του. Χιλιάδες άμαχοι πέθαναν, εκατοντάδες χιλιάδες θρήνησαν, έζησαν τον τρόμο, σημαδεύτηκαν για πάντα.
Ευτυχώς για το ποδόσφαιρο -κατά τύχη, στα αλήθεια- ο Έντιν Τζέκο ανήκει απλώς στους δεύτερους. Ή μάλλον στους ελάχιστους. Αυτούς που βρήκαν τη δύναμη να σκίσουν το σκοτάδι και να φτάσουν στο φως, να μετατρέψουν το τραύμα εκείνης της αποτρόπαιας περιόδου σε κάτι πιο ισχυρό. Ομορφιά βγαλμένη από φρίκη. Σύμβολο θριάμβου βγαλμένο από απόγνωση. Όπως ακριβώς κι ένα Ρόδο στο Σαράγεβο, έτσι και ο Έντιν Τζέκο.

Ο Έντιν Τζέκο με το περιβραχιόνιο του αρχηγού της Εθνικής Βοσνίας / Photo by: INTIME.
Εκεί γεννήθηκε, εκεί μεγάλωσε, εκεί πέρασε την παιδική του ηλικία. “Παιδική”… Τυπικά μάλλον μπορεί κάποιος να την αποκαλέσει έτσι, μα στην πραγματικότητα τα πρώτα χρόνια στη ζωή του μικρού Έντιν δεν είχαν τίποτα παιδικό. Ανεμελιά, παιχνίδι, χαρά, ασφάλεια. Τίποτα από αυτά δεν υπήρχε. Τουλάχιστον όχι μετά την άνοιξη του 1992.
Λίγες ημέρες πριν κλείσει τα έξι του χρόνια, οι κάλπες του εθνικού δημοψηφίσματος χαμογέλασαν υπέρ της ανεξαρτησίας της Βοσνίας κι έτσι έγινε κι αυτή μέρος της πολεμικής χιονοστιβάδας που παρέσυρε κάθε κατάλοιπο της Γιουγκοσλαβίας στο διάβα της. Εμφύλιος πόλεμος, αίμα, θάνατος, τρόμος. Αυτά έγιναν η παιδική του ηλικία, με τον ίδιο τρόπο που η -μέχρι τότε πανέμορφη- πόλη του έγινε μια υπαίθρια φυλακή, ένα εφιαλτικό σπίτι χωρίς διαφυγή.
Χίλιες τετρακόσιες είκοσι πέντε ημέρες (1.425). Τόσες διήρκησε η πολιορκία του Σαράγεβο, χαραγμένη στην ιστορία ως σήμερα για τη σκληράδα, τη φονικότητα, τη διάρκειά της. Χίλιες τετρακόσιες είκοσι πέντε ημέρες (1.425) ημέρες κόλασης.
Οι σερβικές δυνάμεις άρχισαν από το Κοινοβούλιο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, το βομβάρδισαν, το τύλιξαν στις φλόγες και σύντομα συνέχισαν σκοπεύοντας ό,τι στην πραγματικότητα τύχαινε να διακρίνουν στο οπτικό τους πεδίο. Ελεύθεροι σκοπευτές βρέθηκαν εγκατεστημένοι στους γραφικούς λόφους της πόλης, ανοίγοντας πυρ κατά βούληση προς άμαχους πολίτες, σαν να μην κρατούσαν τουφέκια αλλά τηλεχειριστήρια σε κάποιο βιντεοπαιχνίδι. Βόμβες έπεφταν από αέρος σαν χαλάζι, σαν χοντρές πύρηνες στάλες θανατηφόρας βροχής. Όσο ο βοσνιακός στρατός ήταν πλήρως εξουδετερωμένος, όσο απλός κόσμος έσβηνε έτσι απλά, όσο οι σειρήνες ηχούσαν.
Έμαθε να τις υπακούει πιστά αυτές τις σειρήνες, ήταν μια από τις πρώτες αντανακλαστικές λειτουργίες της ζωής του. Ήξερε πως, με το που τις άκουγε, έπρεπε να τρέξει, έπρεπε να κρυφτεί. Όμως πού; Πού μπορούσε να είναι ασφαλής; Μάλλον πουθενά. Ούτε καν στο σπίτι του. Ποιο σπίτι;

Ο Έντιν Τζέκο / Photo by: INTIME.
Ένα απόγευμα γύρισε σε αυτό, στη γειτονιά Μπρεγίτσε, και βρήκε τους γονείς του ανάμεσα στα χαλάσματά του. Διαλύθηκε σε μια ξαφνική καταιγίδα πυρών, θάφτηκε στον χρόνο, Τουλάχιστον οι δικοί του τη γλύτωσαν. Κι έτσι όλοι τους εγκαταστάθηκαν στο σπίτι των παππούδων του, δεκαπέντε άτομα σε 35τμ. Για μέρες χωρίς νερό, χωρίς θέρμανση, χωρίς ρεύμα. Ανάλογα με τις σαδιστικές διαθέσεις του στρατού.
«Ως μικρό παιδί, είναι δύσκολο να αντιληφθείς πλήρως τον κίνδυνο. Ήμουν έξι χρόνων και ήξερα τι συνέβαινε, αλλά ειλικρινά δεν μπορούσα να το καταλάβω εντελώς. Οι γονείς είναι αυτοί που σε τέτοιες καταστάσεις σκέφτονται κι ανησυχούν για τα πάντα. Αυτοί κουβαλούν το φορτίο», θα εξιστορήσει ο ίδιος.
Τους λάτρευε τους γονείς του. Ο πατέρας του, πάλαι ποτέ επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη Βοσνία, φρόντισε από νωρίς να τον κολλήσει με το ίδιο μικρόβιο, αυτό της μπάλας. Και η μητέρα του τον πρόσεχε σαν τα μάτια της και πιο προσεκτικά. Ακόμα κι αν έπρεπε συχνά να γίνεται σκληρή. Δεν της κράτησε ποτέ κακία ο Έντιν. Δεν θα μπορούσε να το κάνει, ειδικά μετά από την ημέρα που του άλλαξε τη ζωή.
Θυμάται να κλαίει γοερά, να ουρλιάζει και να τραβά με παιδική οργή το φόρεμα της μαμάς του. Ήθελε απλώς μια ελάχιστη διαφυγή, λίγο αθώο παιχνίδι με τους φίλους του. «Όχι, δεν πρόκειται να πας για μπάλα σήμερα. Τελείωσε», του απάντησε εκείνη απότομα. Ήταν κάθετη, του απαγόρευσε να φύγει από το σπίτι. Ή μάλλον του έσωσε τη ζωή. «Λίγο μετά, μάθαμε ότι μια βόμβα έπεσε κάπου κοντά και σκότωσε τους φίλους μου που έπαιζαν μπάλα στον δρόμο», θα πει ο Τζέκο χρόνια μετά.
«Η μνήμη σου δεν σε αφήνει σε ησυχία. Δεν μπορείς καν να φανταστείς πώς είναι να ζεις έτσι, αν δεν το έχεις ζήσει».

Τα “τριαντάφυλλα” του Σαράγεβο στην Πλατεία της Ελπίδας στην πρωτεύουσα της Βοσνίας.
Δυνάμει νεκρός. Ζωντανός στις λεπτομέρειες. Έτσι έμαθε να ζει ο Έντιν, έτσι να κινείται, έτσι να σκέφτεται. Λίγα να χάσεις, πολλά να κερδίσεις. Και βασικά λίγα και να επιθυμήσεις. Δεν είναι απλό να βρεις το θάρρος να ονειρευτείς μέσα στα χαλάσματα. Πρέπει να είσαι ή εξαιρετικά γενναίος ή εξαιρετικά αδαής. Κι ο Τζέκο δεν ήταν τίποτα από τα δύο, γιατί δυσκολευόταν να ονειρευτεί.
Θυμάται ότι τίποτα δεν τον ευχαριστούσε περισσότερο από το ότι μπορούσε να παίζει ανέμελος ποδόσφαιρο, όταν ο πόλεμος τελείωσε. Δεν υπήρχε τίποτα, μια διαλυμένη πόλη γεμάτη ανίατες ουλές ήταν το Σαράγεβο, αλλά εκείνος είχε όσα του είχαν λείψει. Μια μπάλα στα πόδια συνέχεια κι έναν ασφαλή καθάριο ουρανό.
Ξεκίνησε προπονήσεις με τη Ζελέζνιτσαρ, έπαιζαν στο προαύλιο ενός γυμνασίου, μιας και το γήπεδο της ομάδας είχε βομβαρδιστεί. Ο πατέρας του τον πήγαινε σε κάθε προπόνηση, τον έπαιρνε από κάθε προπόνηση, παρότι δούλευε κι έπρεπε να κάνει μια ώρα δρόμο. Ήταν η δική τους κοινή δραστηριότητα, η δική τους κοινή διέξοδος. Κι ένα κοινό -ταπεινό στα αλήθεια- όνειρο.
«Όταν ξεκινούσα, ήθελα απλώς να παίξω στη Ζελέζνιτσαρ. Όχι κάτι παραπάνω. Ήταν για τον πατέρα μου, ήθελα να τον κάνω περήφανο, γιατί έπαιζε όλη του τη ζωή εκεί. Θυμάμαι ότι, όταν ήμουν 17 ετών, ήμασταν κάπου έξω μαζί. Ήταν μια κανονική ημέρα και τότε το τηλέφωνό μου χτύπησε. Ήταν ένας από τους προπονητές μου και μου είπε πως την επόμενη μέρα έφευγα για προετοιμασία με την ομάδα Ανδρών. Δεν πρόλαβα να το χωνέψω κι ο μπαμπάς μου πήδηξε πάνω μου ενθουσιασμένος», θα πει.

Ο Έντιν Τζέκο με τη φανέλα της Ζελέζνιτσαρ.
Οι ταπεινές φιλοδοξίες του Τζέκο δεν συμβάδιζαν ποτέ στην πραγματικότητα με το ταλέντο και τις δυνατότητές του, όπως συμβάδιζαν και με το επίπεδο και τις συνθήκες του ποδοσφαίρου στη Βοσνία. Γρήγορα πήρε την απόφαση να αφήσει την πατρίδα του και να δοκιμάσει την τύχη του στη δεύτερη κατηγορία της Τσεχίας και την Τέπλιτσε. Σχεδόν αλλόκοτη απόφαση, μα έπειτα πλήρως δικαιωμένη. Εκεί, εξελίχθηκε με ηρεμία, βελτιώθηκε, άρχισε να γίνεται όλα όσα έγινε. Και κυρίως εκεί μαγνήτισε το βλέμμα του Φέλιξ Μάγκατ.
Ο Γερμανός είδε στον γεροδεμένο και πανύψηλο Έντιν την τέλεια επένδυση για τον σέντερ φορ που χρειαζόταν στη Βόλφσπουργκ και τον προσγείωσε στην Bundesliga. Ούτε ο Μάγκατ, ούτε ο ίδιος ο Τζέκο, ούτε κανένας άλλος. Ουδείς μπορούσε να φανταστεί όσα θα ακολουθούσαν. Όλα ξεκίνησαν, όταν άρχισε να σκοράρει. Και να σκοράρει και να σκοράρει κοκ.
Τα γκολ έρχονταν σαν βροχή, σαν τις οβίδες της παιδικής του ηλικίας, και απρόσμενα έφεραν τους «Λύκους» σε μια θέση που φάνταζε ψέμα.
Στις αρχές του Φλεβάρη η ομάδα βρισκόταν όγδοη στην Bundesliga, στο πέπλο της μετριότητας. Μα δέκα διαδοχικές νίκες, με την ευγενική χορηγία του ασταμάτητου Έντιν, την εκτόξευσαν κοντά στην κορυφή και κατέστησαν την επίσκεψη της Μπάγερν Μονάχου στο σπίτι της ντέρμπι που -όλως παραδόξως- θα μπορούσε να ξεκαθαρίσει το πεδίο γύρω από τον τίτλο.
Η Βόλφσμπουργκ είχε νικήσει τους Βαυαρούς μόλις δύο φορές στις 23 τελευταίες του συναντήσεις και άπαντες ανέμεναν πως η βασίλισσα του γερμανικού ποδοσφαίρου θα βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Οι «Λύκοι» ξεκίνησαν την αγωνιστική στην 3η θέση.
Δυνάμει νεκρός. Ζωντανός στις λεπτομέρειες. Ο Τζέκο και η Βόλφσμπουργκ. Ένα άπιαστο όνειρο που απειλούταν σοβαρά. 1-1 γράφει ο πίνακας του σκορ στο 62ο λεπτό. Η Μπάγερν έχει ισοφαρίσει και προειδοποιεί πως μπορεί να πάρει το μομέντουμ.
Ο Τζέκο σκοράρει. Σεντερφορίσια μονοκόμματη προβολή από την καρδιά της περιοχής για το 2-1 στο 63’. Και σκοράρει ξανά. Τέλειο κατέβασμα της μπάλας στον αιφνιδιασμό και άψογο πλασέ για το 3-1 στο 65’. Δύο γκολ που γύρισαν τούμπα όλες τις λεπτομέρειες που απειλούσαν να σκοτώσουν την ομάδα του. Δύο γκολ που κράτησαν στη ζωή ένα τρελό όνειρο. Ο φανταστικός Γκραφίτ, ο απόλυτος “Διόσκουρος” του Έντιν εκείνη την απίθανη σεζόν, βάζει κι αυτός την υπογραφή του στην ανεπανάληπτη πεντάρα.
Η Βόλφσμπουργκ ανεβαίνει στην κορυφή και δεν πέφτει ποτέ ξανά, ο Τζέκο κι η παρέα του χαρίζουν στην πόλη την πρώτη -και μοναδική ως σήμερα- Bundesliga της ιστορίας της.

Μάιος 2009: Ο Έντιν Τζέκο πανηγυρίζει με τους συμπαίκτες του στη Βόλφσμπουργκ την κατάκτηση της Bundesliga / Photo by: INTIME (Firo).
Τι επιτυχία κι αυτή. Ο Βόσνιος εισβάλει απότομα στην ελίτ με τα φοβερά κατορθώματά του στη Γερμανία και πείθει την ανερχόμενη τότε Μάντσεστερ Σίτι πως αξίζει να τον κάνει τη δεύτερη πιο ακριβή μεταγραφή των χρονικών της. Και, ω τι σύμπτωση, στον αγγλικό Βορρά θα βρεθεί ξανά στην ίδια, γνώριμη, θέση.
Δυνάμει νεκρός, ζωντανός στις λεπτομέρειες. Ο Τζέκο και η Μάντσεστερ Σίτι. Μια νίκη κόντρα στην αδύναμη Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς χρειάζονταν για την πρώτη Premier League της ιστορίας της, αυτή τη λύτρωση, την εκκωφαντική προσγείωση στο status quo του αγγλικού ποδοσφαίρου που τόσο λαχταρούσαν. Μα η ταπεινή τους αντίπαλος τούς κρέμασε στα σχοινιά. Ανατροπή, σοκαριστικό προβάδισμα με δέκα παίκτες μέσα στο Etihad. Το έχει πει κι ο ίδιος: «Ήμασταν νεκροί. Έτσι αισθανόμασταν».
Μα ποιος καλύτερος για να γείρει ξανά τις λεπτομέρειες; Μπήκε αλλαγή στο ματς στο 69ο λεπτό. Πήδηξε πιο ψηλά από όλους και κάρφωσε την μπάλα στα δίχτυα στο 90+2′. Ούρλιαξε προς τους συμπαίκτες του, έσφιξε τις γροθιές του προς την αλαλάζουσα κερκίδα, άλλαξε τα πάντα. «Ίσως τελικά δεν ήμασταν ακόμη νεκροί. Τα υπόλοιπα τα ξέρετε…», θα γράψει κάποια χρόνια μετά. Όλοι θυμούνται το ανεπανάληπτο «Αγουέροοοοοοο», όμως το πραγματικό φιλί της ζωής δεν το έδωσε ο Κουν αλλά ο Έντιν με εκείνη την κεφαλιά.
Κάπως παρόμοιος ήταν κι ο ρόλος του στη λαμπερή Μάντσεστερ Σίτι. Αθόρυβος μα κομβικός στις κρίσιμες στιγμές. «Super-sub» το λένε στην Αγγλία.
Στη Βοσνία βέβαια δεν νοιάζονταν για τίποτα. Έβλεπαν έναν παίκτη, ένα δικό τους παιδί, να έχει τη δική του πολύτιμη σημασία σε μια από τις κορυφαίες ομάδες του πλανήτη, να σκοράρει, να διακρίνεται, να πανηγυρίζει τίτλους, να κάνει πασίγνωστο το όνομά του, να εκπροσωπεί τη χώρα του σε πρωτόγνωρα υψηλό επίπεδο, να κατακτά τον κόσμο. Αυτό έκανε σε όλη του τη γεμάτη θητεία στο Νησί. Και οι συμπατριώτες του ήξεραν πως, όταν έπρεπε, θα έκανε και για αυτούς το ίδιο.

Ο Έντιν Τζέκο μαζί με τον Κάρλος Τέβες στη Μάντσεστερ Σίτι / Photo by: Eurokinissi (Motion Team).
Για ακόμα μια φορά, δυνάμει νεκρός. Ζωντανός στις λεπτομέρειες. Αυτός και η Εθνική Βοσνίας. Τελευταία αγωνιστική, τελευταίο βήμα για μια – ξανά – ανεπανάληπτη κορυφή. Μια νίκη μένει, ένα ίδιο ή καλύτερο αποτέλεσμα από την Ελλάδα, η οποία την ίδια ώρα αντιμετώπιζε το Λίχτενσταϊν στο «Γ. Καραϊσκάκης».
Δοκιμασία; Στο Κάουνας, απέναντι στη Λιθουανία. Διακύβευμα; Το ίσως σπουδαιότερο δυνατό. Η πρώτη ιστορική πρόκριση της Βοσνίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Όταν εκείνος μεγάλωνε, δεν είχε γήπεδα να παίξει, ήταν όλα βομβαρδισμένα. Και τώρα αυτός και οι συμπαίκτες του, συνοδοίποροί του μάλλον στο ίδιο εφιαλτικό ταξίδι, ετοιμάζονταν να διοχετεύσουν όλο τους το κοινό αποτρόπαιο βίωμα σε κάτι σπουδαίο. Σε κάτι που κανείς συμπατριώτης τους δεν είχε καταφέρει ποτέ ξανά.
Μια νίκη ήθελαν μόνο, μια στιγμή. Είχε μπόλικο ταλέντο εκείνη η έκδοση της Βοσνίας, μα έναν πρωταγωνιστή. Τον Έντιν. Οι Βόσνιοι πατούν το γκάζι από το πρώτο λεπτό. Πιέζουν, τρέχουν, απειλούν, αλλά σπαταλούν τις ευκαιρίες τους. Εκνευρίζονται, αγχώνονται, πιέζονται. Μαθαίνουν στο ημίχρονο πως η Ελλάδα προηγείται, πως είναι έτοιμη να τους κλέψει την κορυφή.
Μα δεν θα μπορούσαν να την αφήσουν να ξεγλιστρήσει απλά από τα δάκτυλά τους. Και με τους δείκτες του ρολογιού να πλησιάζουν στα 70 λεπτά, η μπάλα πέφτει ξανά στα πόδια εκείνου που πάντα αψηφά τις πιθανότητες του θανάτου, που γέρνει τις λεπτομέρειες με τον τρόπο που πρέπει για να μείνει ζωντανός, να επιβιώσει.
Δεν γινόταν να σκοράρει ξανά, δέκα γκολ είχε βάλει μέχρι εκείνο το σημείο των προκριματικών για την Εθνική του, περισσότερα από κάθε άλλον. Μια φοβερή, γεμάτη θράσος και αποφασιστικότητα, “μπούκα” από τα αριστερά και ένα δυνατό γύρισμα, ακριβώς εκεί όπου ο Ιμπίσεβιτς θέλει μπάλα για να τη στείλει στα δίχτυα.
Ο Τζέκο ξεσπά, η Βοσνία ανοίγει τα φτερά της για το πρώτο Μουντιάλ της ιστορίας της, ο Έντιν χαλυβδώνει το ηρωικό του status στις καρδιές των συμπατριωτών του. Με τον πιο λαμπρό τρόπο.
«Όταν ήμουν μικρός, όλα τα ποδοσφαιρικά μας ινδάλματα ήταν από άλλες χώρες. Τώρα, από το Μουντιάλ του 2014 και μετά, επιστρέφουμε στο Σαράγεβο και όλα τα παιδιά μιλούν για εμάς, για Βόσνιους κορυφαίους παίκτες. Με κάνει πολύ χαρούμενο αυτό», θα πει.

Οκτώβριος 2012: Έντιν Τζέκο εναντίον Σωκράτη Παπασταθόπουλου σε αναμέτρηση Ελλάδα – Βοσνία για τα προκριματικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου / Photo by: ΙΝΤΙΜΕ.
Είναι αλήθεια πως, όταν μεγάλωνε, δεν μπορούσε να νιώσει θαυμασμό, να αντλήσει κίνητρο από κάποιον στην πατρίδα του κι έτσι το εφηβικό έπεφτε αναπόφευκτα στον αγαπημένο του Αντρέι Σεβτσένκο και την απαστράπτουσα τότε Ιταλία, τη χώρα όπου θα συνέχιζε την ιστορία του. Η Ρόμα τού άνοιξε την αγκαλιά της, τον υποδέχθηκε σαν αυτοκράτορα κι αυτός, όπως πάντα έκανε, ανταπέδωσε όσα πήρε. Με τον ίδιο τρόπο, από την ίδια θέση.
Δυνάμει νεκρός. Ζωντανός στις λεπτομέρειες. Ο Τζέκο και η Ρόμα. Με μια καμπούρα τεσσάρων γκολ που ζύγιζε τόνους. 4-1 είχε ηττηθεί στη Βαρκελώνη. Νίκη με τρία γκολ διαφορά έψαχνε στο σπίτι της κόντρα στην Μπαρτσελόνα.
Μέχρι και οι πιο αρρωστημένα αισιόδοξοι «Giallorossi» δυσκολεύονταν να φανταστούν πως το θαύμα μπορεί να συμβεί. Μάλλον επέλεξαν να κλείσουν τα μάτια τους στο παρελθόν του δικού τους σταρ.
Δεν είχε καλύτερο. Βάλτε τον κάπου όπου δεν έχει να χάσει τίποτα. Εκείνο το βράδυ στο Olimpico δεν είχε το παραμικρό να χάσει. Κι ήταν ο πρώτος που το πίστεψε. Πιο νωρίς, πιο έντονα από κάθε άλλον.
Μόλις στο 6′ ξέφυγε ανάμεσα από τις συμπληγάδες των Ουμτιτί και Άλμπα, μπήκε στην περιοχή και πλάσαρε με τον καλύτερο τρόπο. Άνοιξε το σκορ, τον δρόμο για το ανεπανάληπτο, πήρε την μπάλα και την έστησε στη σέντρα, έδωσε το μήνυμα, έσφιξε ξανά τη γροθιά του.
Και έπειτα άφησε την ψυχή του στο γήπεδο για να δει τη Ρόμα, με το επικό γκολ του Μανωλά, να κάνει ό,τι δεν έκανε ποτέ και να προκρίνεται στα ημιτελικά του Champions League για πρώτη φορά στην ιστορία της.

Ο Έντιν Τζέκο με τη φανέλα της Ρόμα μαζί με τον Φραντσέσκο Τότι.
Η μισή του ποδοσφαιρική ζωή το ίδιο πράγμα, το ίδιο μοτίβο. Δυνάμει νεκρός, μα πάντα στο τέλος, στα πιο σημαντικά, ζωντανός στις λεπτομέρειες. Όπως εκείνο το εφιαλτικό απόγευμα που είδε τους φίλους του να χάνονται. Ξεκίνησε από τα χαλάσματα κι έφτασε στα παλάτια. Νίκησε, κατέκτησε, γεύτηκε δόξα, έλαβε τόνους αγάπης. Όπου κι αν βρέθηκε. Στη Γερμανία, την Αγγλία, την Ιταλία, φυσικά την Εθνική Βοσνίας.
Δεδομένη αφοσίωση, δεδομένη αυταπάρνηση, δεδομένη κλάση. Κάποτε ο Λουτσιάνο Σπαλέτι είπε για αυτόν πως είναι «Το τέλειο αρχέτυπο του σέντερ φορ. Δυνατός, ψηλός, γρήγορος για το ύψος του, μαχητικός, με καλή τεχνική και έφεση στο γκολ». Και όντως αυτό ήταν. Και ακόμα περισσότερα.
Γιατί, όταν είδε τον χρόνο να τον χτυπά, βρήκε τον τρόπο να αλλάξει, να βάλει το μυαλό και την κλάση πάνω από τα φυσικά χαρακτηριστικά και να παραμείνει ανεκτίμητος για κάθε προπονητή, κάθε συμπαίκτη του. Το έκανε στην Ίντερ, το έκανε στη Φενέρμπαχτσε. Από wonderkid μεταλλάχθηκε σε πρωταγωνιστή κι έπειτα σε αειθαλή, πολύτιμο βετεράνο. Τόσο φυσικά, τόσο ουσιαστικά.
Άλλωστε, πάντα ο Έντιν Τζέκο ήξερε να μεταλλάσσεται. Να βρίσκει τον δρόμο του, όταν τα πάντα έδειχναν χαμένα.
Διακόσια “τριαντάφυλλα” διακοσμούν σήμερα την άσφαλτο στο Σαράγεβο, τιμώντας τον πόνο, υπενθυμίζοντας πως οι ουλές του πολέμου δεν θα εξαφανιστούν αλλά και πως μέσα από αυτές κάτι όμορφο μπορεί να ανθίσει.
Όπως το έκανε κι εκείνος, το σπουδαιότερο από τα Ρόδα του Σαράγεβο, ο Έντιν. Αυτός που επέζησε στον πόλεμο, έσκισε το σκοτάδι και βγήκε στο φως, αυτός που δεν αρνήθηκε το τραύμα του αλλά το πήρε και το άγγιξε με τα μαγικά του πόδια για να δημιουργήσει κάτι πολύ πιο ισχυρό. Ομορφιά βγαλμένη από φρίκη. Σύμβολο θριάμβου βγαλμένο από απόγνωση.

Photo by: INTIME.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: