Η ελληνική κοινωνία είναι ακόμη υπερπροστατευτική.
Από την άλλη, επειδή ταξιδεύω συχνά στην Αμερική, έχω καταλάβει τη διαφορά στη φιλοσοφία των παιδιών των δύο χωρών.
Στην Ελλάδα, οι έφηβοι μεγαλώνουν σ’ ένα προστατευτικό περιβάλλον. Ενώ στις Η.Π.Α. ανατρέφονται σ’ ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον και αυτό διαμορφώνει διαφορετικούς χαρακτήρες.
Όταν μιλώ με γονείς που σκέφτονται να ζητήσουν τη βοήθειά μου να για να σπουδάσουν και να αγωνιστούν τα παιδιά τους στην Αμερική, παραθέτω όλες τις καταστάσεις.
Διότι και τα δύο παιδιά μου ζουν εκεί.
Πρέπει και ο γονέας να αποφασίσει αν θέλει κοντά του ένα παιδί δυστυχισμένο και με λίγες προοπτικές μπροστά του ή έναν έφηβο χαρούμενο, αν και μακριά του.
Αυτή είναι η ερώτησή μου.
Ο πρώτος μπορεί να επιλέξει να δει τον γιο ή την κόρη του να τελειώνει ένα ελληνικό πανεπιστήμιο, να επιστρέφει στο πατρικό και κάθε πρωί να ζητά χαρτζιλίκι.
Κάτι που στην πορεία θα ενοχλήσει και τον ίδιο τον γονιό…
Κάθε γονέας, ή τουλάχιστον οι περισσότεροι, στο μυαλό του έχει ως προτεραιότητα το παιδί του να σπουδάσει και όχι να ασχοληθεί επαγγελματικά με τα σπορ.
Μ’ αυτό τον τρόπο, στη New Academies System προσπαθούμε να «παντρέψουμε» τις δύο ιδιότητες, για λύσεις στο υψηλότερο επίπεδο.
Για χρόνια, δεν γνωρίζαμε πολλά για τον αμερικανικό πανεπιστημιακό αθλητισμό.
Οι πρώτες εικόνες και πληροφορίες μας ήταν από την άφιξη του Νίκου Γκάλη στην Ελλάδα, το 1979, από το Σίτον Χολ.
Η N.A.S. δημιουργήθηκε πριν από περίπου δέκα χρόνια, όταν διαπίστωσα την ανάγκη που υπήρχε για να βρεθεί μία εναλλακτική πρόταση σπουδών, στις Η.Π.Α..
Σκοπός της είναι να δώσει μία ακόμη δυνατότητα φοίτησης στη νεολαία.
Έναν ακόμη δρόμο.
Η λογική της N.A.S. είναι ότι υπάρχει μία επιπλέον δυνατότητα για να σπουδάσω. Μία επιλογή πέρα από εκείνη που προσφέρει η ελληνική πραγματικότητα.
Όταν ένας αθλητής φτάσει σε ηλικία 22 ετών και δεν έχει επαγγελματική πρόταση από ομάδα, οφείλει ν’ αρχίσει να σκέφτεται διαφορετικά.
Η Αμερική είναι η μοναδική χώρα στην οποία μπορείς να πας για ακαδημαϊκούς λόγους και να είσαι κυριολεκτικά αναποφάσιστος.
Την πρώτη χρονιά, φτάνοντας στο πανεπιστήμιο, ένα παιδί μπορεί ν’ απαντήσει «δεν ξέρω» στην ερώτηση: «Τι θέλεις να σπουδάσεις;»…
Αυτό το «δεν ξέρω» σημαίνει ότι κάνει γενικά μαθήματα σαν πρωτοετής, έχει συμβούλους που το κατευθύνουν και μετά το τέλος και της δεύτερης χρονιάς μπορεί να επιλέξει ειδικότητα.
Κοινώς, σε αντίθεση με την ελληνική πίεση, όπου συχνά επιτάσσει να «πρέπει» να ξέρεις από τα 15 σου τι θα σπουδάσεις, στις Η.Π.Α. έχεις το δικαίωμα να λάβεις αυτή την απόφαση σε ηλικία 20 ετών.
Για να πας στην Αμερική με μία καλή υποτροφία, οφείλεις να πληροίς τρεις προϋποθέσεις. Να είσαι καλός μαθητής, να μιλάς καλά αγγλικά και να ξεχωρίζεις και στο άθλημα/τομέα με το(ν) οποίο ασχολείσαι.
Καταρχάς, δεν θα έπρεπε να το ζητάμε από κανέναν μαθητή-αθλητή κάτι τέτοιο, διότι αυτό είναι αυτονόητο παντού.
Έχοντας ως κίνητρο ότι με αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί να ταξιδέψει στην Αμερική, κάθε παιδί αρχίζει και σκέφτεται διαφορετικά.
Ακούγοντας κάποιον να μιλά και να σου λέει ότι μπορείς να πας και να σπουδάσεις στις Η.Π.Α., μπορεί να σου φανεί εξωπραγματικό.
Ενδεχομένως να θεωρήσει κάποιος ότι είναι μακριά ή πως είναι πολλά τα χρήματα…
Η αμέσως επόμενη ερώτησή μου σε έναν γονιό είναι ότι αν το παιδί του περνούσε σε ένα πανεπιστήμιο εκτός της πόλης που ζει, θα πήγαινε;
Το 99% των γονέων απαντούν ότι θα πάει.
Ένα παιδί στη Θράκη ή την Κρήτη, ενώ η οικογένειά του μένει σε Αθήνα ή Θεσσαλονίκη, έχει ένα κόστος από 8.000 έως 12.000 ευρώ ετησίως.
Η δική μας άποψη και εγγύηση σ’ έναν γονιό είναι ότι θα στείλει το παιδί του στην Αμερική να σπουδάσει με περίπου όσα χρήματα θα χρειαστεί για να φοιτήσει και να ζήσει «εκτός έδρας», σε ελληνικό πανεπιστήμιο.
Πληρώνοντας, αν δεν προκύψει υποτροφία, από 14.000 ως 20.000 ευρώ τον χρόνο, για δίδακτρα, διαμονή και διατροφή.
Επιπλέον, ένας στόχος σπουδών στην Αμερική με αυτές τις προϋποθέσεις, δεν καταργεί τον στόχο φοίτησης στην Ελλάδα.
Όλη η «φασαρία» που κάνουμε για να δούμε ποιο πανεπιστήμιο θα δεχθεί ένα παιδί, τελειώνει στο τέλος Δεκεμβρίου-αρχές Ιανουαρίου, της Γ΄ Λυκείου.
Λαμβάνουμε τις απαντήσεις των κολεγίων στο τέλος Μαρτίου, πριν ολοκληρωθεί η τελευταία τάξη και φτάσει ένα παιδί στις Πανελλήνιες εξετάσεις.
Κοινώς, πριν τελειώσει ο/η νεαρός/ή το Λύκειο, γνωρίζει ποιο πανεπιστήμιο τον/την έχει δεχθεί και τι προσφέρει.
Υπάρχει κάτι στην άκρη, πριν λάβει το παιδί μέρος στις Πανελλήνιες.
Μάλιστα, αν το παιδί δώσει Πανελλήνιες και περάσει και στη σχολή προτίμησής του, υπάρχει η εξής δυνατότητα: Μπορεί να στείλει ένα γράμμα στο πανεπιστήμιο στο οποίο τον έχει επιλέξει, να ενημερώσει ότι για οικογενειακούς ή οικονομικούς λόγους δεν μπορεί να μεταβεί άμεσα εκεί και να παρατείνει για έναν χρόνο την υποτροφία του.
Επομένως, διατηρεί την υποτροφία και έχει την ευχέρεια να φοιτήσει στη σχολή που πέρασε στην Ελλάδα, ώστε να διαπιστώσει αν τον ικανοποιεί αυτή η πραγματικότητα.
Αν μείνει ευχαριστημένος, συνεχίζει στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Αν όχι, μπορεί την επόμενη χρονιά να αρχίσει τη φοίτηση στις Η.Π.Α..
Αποκτά, δηλαδή, ένα κίνητρο και μία εναλλακτική πρόταση σπουδών στην Αμερική, η οποία βεβαίως ανοίγει κι άλλες πόρτες.
Ένα παιδί με ένα πτυχίο στην Ελλάδα, αν δεν κάνει μεταπτυχιακό στο εξωτερικό, δύσκολα θα βρει εργασία με ικανοποιητικές απολαβές. Ένα πτυχίο από αμερικανικό κολέγιο ανοίγει πόρτες σ’ όλο τον κόσμο.
Ένα παιδί που θα σπουδάσει τέσσερα χρόνια στην Κρήτη, με δεδομένο ότι δεν θα χάσει μάθημα και θα ολοκληρώσει κανονικά τη φοίτηση, θα χρειαστεί περίπου 40.000 ευρώ μαζί με τα έξοδα μετακίνησης από και προς το πατρικό του.
Ένα μεταπτυχιακό στην Ευρώπη, για δύο χρόνια, θα κοστίσει στην οικογένεια άλλες 40.000 ευρώ.
Οι 80.000 ευρώ «μεταφράζονται» σε 90.000 δολάρια.
Ποσό με το οποίο ένα παιδί έχει τη δυνατότητα να σπουδάσει στην Αμερική, λαμβάνοντας ένα πτυχίο που θα εγγυηθεί περισσότερες προοπτικές εργασίας.
Για εμάς, μετρούν ιδιαιτέρως οι προϋποθέσεις, καθώς ένα παιδί θα έχει βελτιωθεί σε κάποιο άθλημα, στα μαθήματά του και στα αγγλικά, διότι στην Αμερική δεν μπορείς να παραβλέψεις κάτι και να πεις «θα ασχοληθώ με τα μαθήματα ή με τα σπορ αργότερα στη χρονιά».
Μάλιστα, υπάρχει δυνατότητα σπουδών και για παιδιά που ασχολούνται και με άλλους τομείς, όπως σκάκι, χορός, ιππασία κ.α…
Η λογική μας δεν επιτάσσει ότι ένα παιδί πρέπει να φύγει από τη χώρα και να σπουδάσει στο εξωτερικό, ώστε να το «χάσουμε» επαγγελματικά.
Η λογική μας είναι ότι αντί ένα παιδί να είναι εδώ και να εργαστεί σε μία εταιρία για 500-600 ευρώ μηνιαίως, να σπουδάσει στο εξωτερικό και να επιστρέψει στην Ελλάδα με τους δικούς του όρους, ακόμη και για τριπλάσιες απολαβές.
Και, φυσικά, λόγω εργασιακού Μεσαίωνα στα μέρη μας, να έχει την επιλογή να εργαστεί εκτός Ελλάδας, με καλύτερες συνθήκες και αμοιβές.
Η διαδικασία για να ενταχθεί ένα παιδί στο πρόγραμμά μας δεν απαιτεί.
Αντίθετα, απλώς εξηγεί ότι ο/η νεαρός/ή να οφείλει να είναι καλός/ή στην αγγλική γλώσσα σε επίπεδο Proficiency, ώστε να μην χάσει μία χρονιά στην Αμερική με μαθήματα αγγλικών.
Η καλύτερη προοπτική είναι να έχει φτάσει στο επίπεδο του Proficiency στα μέσα της Β΄ Λυκείου.
Δεν μας ενδιαφέρει να έχει το πτυχίο του Proficiency, αλλά είναι σε αυτό το επίπεδο. Καθώς έχουμε στείλει παιδί στις Η.Π.Α. με Lower, αλλά μιλούσε άπταιστα τη γλώσσα.
Το εξαιρετικό επίπεδο της αγγλικής γλώσσας είναι απαραίτητο, διότι το παιδί που ενδιαφέρεται να σπουδάσει στην Αμερική, καλείται να δώσει αρχικά εξετάσεις στα αγγλικά εδώ στην Ελλάδα, σε εξεταστικά κέντρα στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη ή την Λάρισα.
Υπάρχουν διάφορα τεστ όπως το SAT, το SCT, το Toefl και το DuoLingo που το δίνει κάποιος και από το σπίτι, αλλά τα περισσότερα πανεπιστήμια δεν το δέχονται.
Τα SAT έχουν άριστα το 1.600. Αν το παιδί γράψει, για παράδειγμα 1.000, αυτή η επίδοση το τοποθετεί συνήθως απέναντι σε 200 πανεπιστήμια.
Για να γίνει αυτό πιο απτό, το φημισμένο Χάρβαρντ δέχεται ένα παιδί που γράφει 1.500+.
Ακόμη και αν ο πατέρας του παιδιού είναι διατεθειμένος να πληρώσει και ένα εκατομμύριο δολάρια στο σχολείο, αν το παιδί γράψει 1.400, δεν θα γίνει δεκτό…
Κάθε κολέγιο ένα συγκεκριμένο ακαδημαϊκό όριο.
Με επίδοση 1.000, περίπου 200 πανεπιστήμια δέχονται ένα παιδί. Να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν του προσφέρουν άμεσα υποτροφία, αλλά μπορούν ακαδημαϊκά να το δεχθούν.
Η υποτροφία μπορεί να έρθει μέσω του αθλήματος με το οποίο ασχολείται.
Στη συνέχεια, καθόμαστε με το παιδί και τους γονείς και συζητάμε σε ποιο από αυτά τα 200 σχολεία υπάρχει επιθυμία φοίτησης.
Μία διαδικασία του περιορισμού των επιλογών, με την οποία αποκλείουμε όποια σχολεία δεν ικανοποιούν την οικογένεια. Οι παράγοντες αποκλεισμού είναι κυρίως αν το πανεπιστήμιο έχει καλό επίπεδο -ή έστω- ομάδα στο άθλημα που ασχολείται το παιδί.
Ή αν δεν υπάρχει ο κλάδος σπουδών που ενδιαφέρει τον/ην νεαρό/ή.
Κάποια κριτήρια είναι και γεωγραφικά, για ευκολία μετακίνησης ή παρουσία συγγενών στην πόλη και η οικογένεια και ο μαθητής καταλήγουν σε 30-40 σχολεία.
Εμείς στέλνουμε ένα mail στο παιδί με τη λίστα και τις λεπτομέρειες κάθε πανεπιστημίου και στο τέλος κάθε μηνύματος υπάρχει ένας ηλεκτρονικός σύνδεσμος με στιγμιότυπα από το άθλημα με το οποίο ασχολείται το παιδί.
Στη συνέχεια, υπάρχει συζήτηση με τον προπονητή του για τις περισσότερες πιθανότητες να παίξει σ’ αυτά τα σχολεία.
Στατιστικά, από τα 30-40 επιλεγμένα πανεπιστήμια, ένα παιδί έχει δυνατότητα να αγωνιστεί στα 10-15.
Η N.A.S. δεν επιλέγει για κάθε νεαρό, αλλά εκείνος είναι που λαμβάνει την τελική απόφαση, συνήθως σε ένα από αυτά τα 10-15 πανεπιστήμια.
Πριν από τη δημιουργία της N.A.S., από τις γνωριμίες μου, θα μπορούσα να στείλω ένα παιδί σε συγκεκριμένο σχολείο, όπου εργάζονται φίλοι προπονητές.
Έτσι, όμως, θα μπορούσα να αδικήσω ένα παιδί, αν το πανεπιστήμιο ήταν χαμηλότερο από τις ακαδημαϊκές ικανότητές του.
Άλλωστε, το βασικό κομμάτι της δουλειάς μας είναι να σπουδάσει ο νέος.
Τα στοιχεία αναφέρουν ότι οι πιθανότητες να λύσει ένας παίκτης το οικονομικό πρόβλημα της ζωής του από τα σπορ -και όχι με αμοιβές 1.000 ευρώ το μήνα ή λιγότερες- είναι 1/500.000.
Γι’ αυτό, δίνουμε βάση στις σπουδές και τις εξετάσεις που έχει δώσει το παιδί.
Η λογική μας, για μία επίπονη είναι η αλήθεια διαδικασία, είναι ότι πρώτα πρέπει το παιδί να βρει σε ποιο πανεπιστήμιο ταιριάζει ακαδημαϊκά και μετά αθλητικά. Και έτσι ελαχιστοποιείται η πιθανότητα λανθασμένης επιλογής και είναι πιο πιθανός ο συνδυασμός ακαδημαϊκού και αθλητικού επιπέδου.
Είναι λογικό κάθε παιδί να αντιμετωπίζει στην αρχή μία δυσκολία προσαρμογής.
Αυτή η προσαρμογή μπορεί να κρατήσει από δέκα ημέρες ως δύο μήνες. Η εμπειρία μάς έχει διδάξει πως κανένα παιδί δεν αποφάσισε να επιστρέψει πίσω και όλα συνέχισαν τις σπουδές τους.
Γι’ αυτό κι επισημαίνουμε το θέμα της γλώσσας, εξαρχής. Διότι όσο καλύτερα αγγλικά μιλάει τόσο γρηγορότερα θα προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες.
Θα είναι πιο εύκολο να ανοιχτεί και να γίνει κοινωνικό.
Συχνά οι γονείς ανησυχούν, λέγοντας «πού θα πάει το παιδί μου;».
Τους επισημαίνουμε απλώς ότι το 80% των φοιτητών σε ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο δεν είναι από την πόλη του σχολείου.
Υπάρχουν άλλοι 5.000 «μόνοι τους».
Αυτό που λέω στα παιδιά είναι ότι εκτός από το πτυχίο που θα λάβουν, φεύγοντας από ένα μεγάλο κολέγιο, θα έχουν προσθέσει εκατοντάδες αριθμούς κινητών τηλεφώνων στη δική τους συσκευή, από παιδιά από δεκάδες χώρες του κόσμου.
Φίλοι που μπορούν να προσφέρουν ακόμη μία επιπλέον προοπτική ή λύση επαγγελματικής αποκατάστασης στο εξωτερικό.
Η δημιουργία της N.A.S. δεν ήταν εύκολη και άρχισε με άλλες προϋποθέσεις.
Προσπαθήσαμε να γίνει ένα ομαδικό εγχείρημα σε ακαδημίες ομάδων ποδοσφαίρου, μπάσκετμπολ ή άλλων αθλημάτων.
Διαπίστωσα άμεσα ότι αυτό δεν ήταν εφικτό, διότι υπήρχε διαφορετική νοοτροπία γονέων, προπονητών και προέδρων.
Από την αρχή αντιμετωπίσαμε μία εχθρική στάση από πολλούς προέδρους και παράγοντες.
Η λογική τους ήταν κάτι σαν, «δηλαδή εγώ θα “φτιάχνω” το παιδί για να το παίρνεις εσύ και να το πηγαίνεις στην Αμερική;».
Η απάντησή μου ήταν ότι καμία ακαδημία δεν βρίσκεται μέσα σε μία γυάλα. Κάθε παιδί μπορεί να μάθει από τον διπλανό του και να δει το δυνατότητες έχει.
Εγώ, από την πλευρά μου, είμαι κάθετος στο ότι κανένα παιδί δεν πρέπει να φεύγει νωρίτερα από τη Γ΄ Λυκείου. Πιστεύω πως κάθε νέος πρέπει να τελειώσει εδώ το σχολείο και μετά να αποφασίσει αν θα φύγει για τις Η.Π.Α..
Επομένως, ξέρουμε καλά ότι αν ένα παιδί που τελειώνει το Λύκειο σε ηλικία 18 ετών δεν κάνει ένα επαγγελματικό συμβόλαιο σε οποιοδήποτε άθλημα, πιθανότατα θα γίνει γυρολόγος για να μπορεί να ζει από το σπορ που αγαπά.
Εμείς συζητάμε γι’ αυτά παιδιά που δεν έχουν όλα ικανότητες και δυνατότητες να κερδίσουν άμεσα πολλά χρήματα από το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιό τους.
Άλλωστε, επαναλαμβάνουμε ότι η Αμερική δεν είναι μονόδρομος και δεν σημαίνει ότι ένα παιδί που έρχεται σε εμάς θα αποφασίσει να μεταβεί στην Αμερική, εφόσον βρει καλύτερες εκπαιδευτικές ή επαγγελματικές λύσεις στην Ελλάδα.
Ως φοιτητής, ο αθλητής παραμένει τυπικά παίκτης του συλλόγου του στην Ελλάδα.
Παρατείνει την ερασιτεχνική του καριέρα κατά τέσσερα χρόνια και αυτό που θα μπορούσε να του συμβεί στα 18 στην Ελλάδα, να αναζητά δηλαδή άμεσες λύσεις αν δεν λάβει επαγγελματικό συμβόλαιο, στην Αμερική θα το αντιμετωπίσει στα 22 και με άλλες προοπτικές.
Η δική μας οπτική είναι ότι αν ως τα 22 σου δεν έχει έρθει ένας αθλητικός μάνατζερ να σου πει «αγόρι μου, εγώ για του χρόνου, που παίρνεις το πτυχίο σου, σου έχω βρει ομάδα», στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Κίνα, τη Βραζιλία, να παίξει για εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ή δολάρια, τότε σαν παιδί πρέπει να κατανοήσεις ότι δύσκολα είσαι για το υψηλότερο επίπεδο και πρέπει να ψάξεις επαγγελματικές λύσεις, βάσει των σπουδών σου.
Αυτό, όμως, το αντιμετωπίζει ένας νέος στα 22 του και όχι στα 18 του, έχοντας ως εχέγγυο και «όπλο» και ένα πτυχίο.
Από την άλλη, ενημερώνουμε και κάθε ενδιαφερόμενο παιδί ότι η N.A.S.δεν αποτρέπει κανέναν νεαρό από το να γίνει επαγγελματίας αθλητής.
Όλοι ξέρουμε ότι το 80%-90% των παικτών που παίζουν στο ΝΒΑ προέρχονται από κάποιο πανεπιστήμιο.
Αν κάποιος από αυτούς βρέθηκε στο δίλημμα να εργαστεί σε μία εταιρία αντί 100.000-120.000 δολαρίων ετησίως ή να αγωνιστεί σε ομάδα του ΝΒΑ για 4.000.000-5.000.000 τον χρόνο, φυσικά και θα επιλέξει το δεύτερο.
Κάτι που σημαίνει ότι θεωρούμε τη N.A.S. μία δικλείδα ασφαλείας για οποιαδήποτε επιλογή του νεαρού ή της νεαρής.
Δυστυχώς, ή απλώς για πρακτικούς λόγους, δεν μπορούμε να κάνουμε σύγκριση ελληνικού -έστω και δίχως ανάπτυξη- σχολικού αθλητισμού με τον αντίστοιχο των Η.Π.Α.. Όχι μόνο πληθυσμιακά ή λόγω «αγοράς».
Αλλά κυρίως διότι η Αμερική είναι διαφορετικά δομημένη.
Εκεί υπάρχει οργανωμένο πρωτάθλημα στο γυμνάσιο και μετά στο NCAA, πριν τα ντραφτ για τα επαγγελματικά πρωταθλήματα.
Στην Ελλάδα, ο σχολικός αθλητισμός έχει αντικατασταθεί από τον σωματειακό αθλητισμό.
Και συχνά ενεργεί και εναντίον του πρώτου…
Καθώς πολλές ομάδες τοπικών πρωταθλημάτων έχουν στη σύνθεσή τους παίκτες άνω των 30-35 ετών και αυτό δεν εξυπηρετεί την ανάπτυξη των νέων αθλητών.
Δεν θέλω να πω πολλά, επίσης, για την (μη) παιδεία της κερκίδας.
Για τη συμπεριφορά που ενώ αρχικά παρατηρούσαμε σε σκληροπυρηνικές εξέδρες επαγγελματικών κατηγοριών, και ξαφνικά την βλέπουμε και σε σχολικούς αγώνες ή ματς τοπικών κατηγοριών, με ύβρεις, χυδαιότητες και ακραίες πράξεις.
Για δέκα χρόνια, ήμουν γενικός αρχηγός στην ομάδα μπάσκετμπολ του Ηρακλή και αποχώρησα το 2001.
Ίσως δεν κυνήγησα κι εγώ αυτή την προοπτική της ενασχόλησης και επέλεξα να ασχοληθώ με κάτι πιο υγιές.
Γιατί κάποτε θυμάμαι ότι ένας ατζέντης, ο οποίος δεν είχε σχέση με το μπάσκετμπολ, μου είπε ότι θα ασχοληθεί με αυτό «γιατί έχει πολλά χρήματα».
Και όπου υπάρχουν πολλά χρήματα, υπάρχει και βρωμιά…
Αυτό ισχύει για όλα τα σπορ.
Γι’ αυτό και αποφάσισα να ασχοληθώ με κάτι που είναι πιο κοντά στις ρίζες μου σαν άνθρωπος του μπάσκετμπολ και αυτό είναι το παιδί.
Η κατάσταση και σε αυτό το κομμάτι δεν είναι ιδανική, βεβαίως.
Κι εδώ περιλαμβάνονται παράγοντες όπως ομάδες, χρήματα και ατζέντηδες.
Όταν ακούς ότι ένα παιδί 14 ετών έχει μάνατζερ ή η οικογένειά του αγχώνεται που το παιδί δεν έχει μάνατζερ, αναρωτιέσαι «τι γίνεται εδώ;».
Κάτι λάθος γίνεται και μάλλον γι’ αυτό δεν ασχολούμαι με ομάδες και ακαδημίες, πλέον.
Πολλοί γονείς περηφανεύονται ότι τα παιδιά τους παίζουν σε κλιμάκια εθνικών ομάδων. Το κλιμάκιο με την τελική επιλογή απέχει αρκετά.
Διότι, για παράδειγμα, από τα 25 παιδιά που επιλέγονται από τη Βόρεια Ελλάδα και από τα ισάριθμα από τη Νότια Ελλάδα, μόνο 12 θα παίξουν στη «μικρή» Εθνική.
Συχνά ρωτώ τους γονείς να μου αναφέρουν αν από τα 100 παιδιά που τα τελευταία χρόνια έχουν περάσει από Εθνικές Παίδων και Εφήβων, γνωρίζουν πέντε -όχι παραπάνω- που να παίζουν στη βασική πεντάδα των συλλόγων τους.
Αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι ακόμη και να είναι μέλος «μικρών» Εθνικών ομάδων, ένα παιδί σε ομάδα της Α1 θα πρέπει να προσπεράσει παίκτες πιο έμπειρους και, φυσικά, και τους έξι ξένους της ομάδας, για να βρει χρόνο συμμετοχής.
Οι ομάδες, τουλάχιστον οι πιο γνωστές, δεν στηρίζονται στις ακαδημίες τους, διότι πολύ απλά είναι πιο εύκολο να πάνε σε μία μικρή ομάδα και να αγοράσουν ένα ταλέντο.
Όταν ήμουν στον Ηρακλή, μόνο εμείς και η ΑΕΚ στηρίζαμε πολλά στα τμήματα υποδομής.
Στον Ηρακλή επενδύσαμε και χρήμα και, κυρίως, χρόνο, αποκτώντας κάποτε τους Διαμαντίδη, Λάζαρο Παπαδόπουλο, Σχορτσιανίτη.
Οι περισσότεροι σύλλογοι, ωστόσο, θεωρούν ευκολότερη τη διαδικασία να αγοράσουν έναν έτοιμο παίκτη, από το να δουλέψουν πάνω σε ένα ταλέντο.
Οι περισσότερες ομάδες αναζητούν παίκτες που να μπορούν να παίξουν «τώρα». Στην αναζήτηση του άμεσου αποτελέσματος δεν υπάρχει υπομονή.
Ο κόουτς τον οποίο επισκέπτομαι κάθε χρόνο στις Η.Π.Α., ο Σταν Σπύρου, παραιτήθηκε από το πανεπιστήμιο Σάουθερν Νιου Χάμσιρ έπειτα από 39 χρόνια.
Παραιτήθηκε.
Στην Ελλάδα απολύουν προπονητές στις 39 ημέρες…
Τι όραμα μπορεί να έχει ένας προπονητής όταν παίζει με το άγχος για άμεσο αποτέλεσμα;
Και πώς μπορεί να εμπνεύσει έναν -ειδικά νεαρό- παίκτη;
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
CHECK IT OUT: Τ. Καρατζουλίδης: Η αρχή του μύθου