Tο στερεότυπο αναφέρει πως ένας αθλητής είναι καλός μοναχά για να τρέχει γοργά. Για να στέλνει τη μπάλα σε ένα τέρμα χρησιμοποιώντας τα πόδια του.
Ή να την πετά, δια χειρός, με ευστοχία σε ένα καλάθι. Ενας υψηλά αμειβόμενος διασκεδαστής του πλήθους. Τελεία και παύλα.
Ή μήπως όχι;
Στις περασμένες δεκαετίες, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, οι αθλητές παρέμειναν σιωπηροί. Αμέτοχοι σε διάφορα κοινωνικά φαινόμενα. Για την ακρίβεια, επέλεγαν να κρατούν τη γνώμη τους στους εαυτούς τους. Νοιάζονταν με έναν περίεργο τρόπο.
Ο κόσμος άλλαξε. Το ίδιο και το μπάσκετ στο ΝΒΑ. Ο υποτιθέμενος καθωσπρεπισμός περασμένων ετών έχει…φθαρεί ανεπανόρθωτα. Και το ΝΒΑ πραγματικά νοιάζεται, όπως διαλλαλεί και το περίφημο σύνθημά του (σ.σ.: NBA Cares).
Η εκλεκτή κάστα των επαγγελματιών της αμερικάνικης λίγκας είναι άκρως πολιτικοποιημένη. Δεν διστάζει να μιλήσει. Να αντιμιλήσει. Και να εκφράσει την άποψή της για καθετί στραβό συμβαίνει στη χώρα “των ελεύθερων και των γενναίων”.
Η ενασχόληση με θέματα ταμπού δεν έχει πάντοτε υποστηρικτές. Υπάρχει και άλλη πλευρά του νομίσματος. Όπως σε κάθε τομέα του βίου μας.
Ρωτήστε γι’ αυτό τον Κόλιν Κάπερνικ. Ο Αμερικανός αθλητής του φούτμπολ τοποθετήθηκε με σχεδόν…βίαιο τρόπο στο αθλητικό περιθώριο, τη στιγμή που αποφάσισε να καταδείξει την αγανάκτησή του γονατίζοντας στην ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου των Ηνωμένων Πολιτειών. Μία μορφή τιμωρίας στη γωνία για έναν κακό… μαθητή. Μονάχος. Και με γυρισμένη την πλάτη σε ό,τι συμβαίνει στο άθλημα.
Σε μια παραλλαγή, την πλάτη επέλεξε να την γυρίσει ο ίδιος ο Κάπερνικ, όταν αντιλήφθηκε πως το σύστημα έχει επιλέξει την επιθετική πολιτική του. Πλέον, ο 30χρονος άνεργος έχει αδράξει το ρόλο ενός πολιτικού ακτιβιστή. Η κίνησή του διέθετε προσωπικό κόστος, αλλά απέφερε ακόλουθους και μιμητές.
Ο ΛεΜπρόν Τζέιμς και η πολιτική…κουστωδία του (βλέπε Καρμέλο Αντονι, Κρις Πολ, Ντουέιν Γουέιντ για να ονομάσουμε μερικούς) δεν θέλησαν να γονατίσουν κατά την ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου των ΗΠΑ. Προνόησε γι’ αυτό η λίγκα του ΝΒΑ, αφού συζήτησε με τους παίκτες πιθανούς και διαφορετικούς τρόπους αντίδρασης.
Οι μπασκετμπολίστες προτιμούν να επιχειρηματολογούν. Να αντιδρούν. Και να (φαίνεται πως) νοιάζονται.
Ερεθίσματα υπάρχουν πολλά. Πάρτε για παράδειγμα την ομαδική αντίδραση των παικτών στον θάνατο του Αφροαμερικανού Έρικ Γκάρνερ απο ασφυξία, έπειτα από από τη λαβή ενός αστυνομικού, το 2014. Τα τελευταία λόγια του, η ύστατη έκκληση προς το όργανο της τάξης (“δεν μπορώ να αναπνεύσω”) αποτυπώθηκαν σε κατάμαυρες μπλούζες, τις οποίες φόρεσαν κάμποσοι αθλητές του ΝΒΑ κατά τη διάρκεια της προθέρμανσης, “σπάζοντας” με αυτο τον τρόπο το πρωτόκολλο.
Τα όσα έχουν ειπωθεί για τον Ντόναλντ Τραμπ είναι ένα διαφορετικό κεφάλαιο. Δημοφιλές σε όσους το αντιπαθούν, αρα και πιασάρικο, μα εξαιρετικά αληθινό.
Κατά τον ΛεΜπρόν Τζέιμς, ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών πέρα από ένας κοινός “αλήτης”, δεν δίνει…μία (σε μία περισσότερο ευγενική εκδοχή των λεγόμενων του “Μπρον”) για τις ζωές των Αμερικανών πολιτών.
Ο προπονητής του Σαν Αντόνιο, Κρεγκ Πόποβιτς -με δηλωμένη την αντιπάθειά του για τον Ντόναλντ Τραμπ- σύγκρινε τον σταρ των Καβαλίερς με τον “Μαύρο Πάνθηρα” (σ.σ.: χαρακτήρας των κόμικς της Marvel), καθώς “αποτελεί έναν υπερήρωα εδώ και πολλά χρόνια, ένα παράδειγμα για χιλιάδες παιδιά”.
Μία τρόπον τινά πολιτική δήλωση δεν απαιτεί λόγια. Μπορεί να αναπαραχθεί και με πράξεις.
Οι Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς διέλυσαν την παράδοση και δεν συνάντησαν (όπως συνηθίζεται) τον Πρόεδρο των ΗΠΑ. Αντ’ αυτού – έπειτα από απόφαση των παικτών – πέρασαν χρόνο με πιτσιρίκια από την πόλη της Γουάσινγκτον και γιόρτασαν μαζί τους “την ισότητα, την ποικιλομορφία και την ένταξη”.
Η σύντομη παρένθεση κλείνει κάπου εδώ. Επιστρέφουμε σε εκείνον που φροντίζει να μιλά πιο συχνά: τον ΛεΜπρόν Τζέιμς. Μερικές φορές δεν χρειάζεται να ξεστομίσει ούτε μία λέξη. Όπως εκείνο το βράδυ που επέλεξε να αφήσει τα υποδήματά του να μιλήσουν γι’ αυτόν. Το ένα παπούτσι λευκό. Το άλλο μαύρο. Και τα δύο μαζί ανέφεραν τη λέξη ισότητα.
Ο Τζέιμς δεν πρόκειται να ασχοληθεί μόνο με την πορτοκαλί μπάλα, όπως τον προέτρεψε μία Αμερικανίδα δημοσιογράφος του τηλεοπτικού δικτύου Fox News (γνωστού για τις αμφιλεγόμενες πρακτικές του). Θα επιμείνει να μιλά, αν και το κάνει από την ασφάλεια του πλουτισμού του. Μία σχεδόν ατελείωτη περιουσία, την οποία συνηθίζει να διαθέτει σε καλούς σκοπούς. Όπως εκείνο το σχολείο που θέλει να χτίσει στη γενέτειρά του, το Ακρον.
Η αλήθεια είναι πως ο Τζέιμς φρόντισε να “χτίσει” επάνω σε ό,τι βρήκε ως (πολιτική) κληρονομιά από τους μπασκετικούς…προγόνους του. Όπως σας αναφέραμε παραπάνω, επέλεγαν να σιωπούν, αλλά δεν αδιαφορούσαν.
“Θυμάμαι τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ο κόσμος λέει πως ήμασταν αδιάφοροι, αλλά πώς μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι όταν αποτελούσαμε μέρος της κοινωνίας;”.
Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 υπήρχαν λόγοι: τα ναρκωτικά που είχαν κατακλείσει την αμερικάνικη κοινωνία, ο φυλετικός διαχωρισμός, η αστυνομική βία.
Κατά τον Ντομινίκ Γουίλκινς, άλλοτε μέλος των Ατλαντα Χοκς, των Μπόστον Σέλτικς και του Παναθηναϊκού, η μεγαλύτερη διαφορά του παρελθόντος με το παρόν είναι τα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης. “Θυμάμαι τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ο κόσμος λέει πως ήμασταν αδιάφοροι, αλλά πώς μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι όταν αποτελούσαμε μέρος της κοινωνίας;”.
Οι περισσότεροι σταρ εκείνης της εποχής φρόντισαν να είναι… κρυφοί ακτιβιστές. Ενίσχυαν οικονομικά τις κοινότητες τους, αλλά και τα σχολεία που λειτουργούσαν σε αυτές.
Υπήρχαν και οι εξαιρέσεις. Εκείνοι που δεν τρόμαξαν να πράξουν στα φανερά. Όπως ο γκαρντ των Σικάγο Μπουλς, Κρεγκ Χότζες. Σε μία από τις επισκέψεις των πρωταθλητών στο Λευκό Οίκο, ο Χότζες παρέδωσε μία επιστολή του στον τότε Πρόεδρο, Τζορτζ Μπους. Σε αυτήν ζητούσε μεγαλύτερη πρόνοια για τα προβλήματα των Αφροαμερικανών.
Για τον Χότζες δεν προέκυψε “ούτε γάτα, ούτε ζημιά”. Δεν ισχύει το ίδιο και για τον Μαχμούτ Αμπντούλ Ραούφ.
Ο Κρις Τζάκσον ασπάστηκε τον μουσουλμανισμό, άλλαξε το όνομα του και αποφάσισε να φανερώσει τη δυσαρέσκειά του.
Τη σεζόν 1995-1996 εκκίνησε την…κοπάνα από την ανάκρουση του Εθνικού ύμνου. Αρχικά, τιμωρήθηκε με μία αγωνιστική. Έπειτα, μόλις οι αγωνιστικές υποχρεώσεις ολοκληρώθηκαν, η ομάδα του το Ντένβερ τον αντάλλαξε. Και δύο έτη αργότερα, το ΝΒΑ σφάλισε τις πόρτες του γι’ αυτόν!