«Die Schwarzwaldklinik». Στα ελληνικά σημαίνει η «Κλινική του Μαύρου Δάσους».
Ήταν μια από τις πιο διάσημες τηλεοπτικές σειρές της χώρας, του δυτικού της κομματιού (όταν αυτό υπήρχε), από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μέχρι, ουσιαστικά, την πτώση του Τείχους.
Στον ρόλο του καθηγητή Κλάους Μπρίνκμαν πρωταγωνίστησε ένας από τους πλέον φημισμένους -εν πολλοίς τη δόξα του την οφείλει σε τούτη τη σειρά- Γερμανούς ηθοποιούς, ο Κλάους-Γιούργκεν Βούσοβ. Επιρροή δεν είχε μόνο στους συντοπίτες του. Για χρόνια μετανάστρια στο Φράιμπουργκ, η γιαγιά του Γιούργκεν, Γκιάσουλα, ήταν… κολλημένη με τη σειρά.
Απόδειξη τα ονόματα των δύο εγγονιών της. Γιούργκεν ο πρώτος, Κλάους ο δεύτερος. Καμία σχέση με αλβανικά ονόματα. Ο μεγάλος ήταν τεσσάρων χρόνων και ο Κλάους νεογέννητος, όταν η οικογένεια αποφάσισε να αφήσει τα Τίρανα, μετακομίζοντας στο Φράιμπουργκ, όπου περίμεναν οι πρόγονοί τους.
Γερμανική η ανατροφή καθ’ όλα. Και ποδοσφαιρικά. Αμφότεροι έπαιξαν/παίζουν ποδόσφαιρο, ο μικρός είναι που ακόμη, στα 35 του πια, κλωτσάει το τόπι. Έμεινε γνωστός, αναγνωρίζεται απανταχού στην πατρίδα που μεγάλωσε ως «Ο άνθρωπος με το κράνος».
Το 2013 έσπασε τα ζυγωματικά του. Έμεινε για καιρό εκτός, το πήρε όμως αψήφιστα. Και στο πρώτο παιχνίδι μετά την αποθεραπεία του χτύπησε ξανά στο κεφάλι. Από τότε φορούσε πάντα προστατευτικό κράνος. Για εννιά χρόνια, όπου, όπως, σε οποιαδήποτε συνθήκη πατούσε σε χορτάρι, το κράνος ήταν μόνιμα στο κεφάλι του.
Η πορεία, ομολογουμένως, εξελικτική. Θεριό αμυντικό χαφ (1.92 το μπόι του), χωρίς πολλή μπάλα ή ταχύτητα, είναι αλήθεια, αλλά με δυναμισμό, αυταπάρνηση, στοιχεία που στις μικρές κατηγορίες του γερμανικού ποδοσφαίρου χαρίζουν, ακόμη, μεροκάματο. Κίκερς Όφενμπαχ, Κίκερς Στουτγάρδης, Χάλεσερ, Πάντερμπορν, Αμβούργο, οι ομάδες που τον φιλοξένησαν, όσο φορούσε το κράνος.
Ταβάνι του η Zweite Bundesliga, η δεύτερη κατηγορία. Και αυτό, δείχνοντας πως… παραπάνω δεν (μπορεί να) έχει. Ενδεικτικό πως στη μεγαλύτερη -ως τότε- στιγμή της καριέρας του, στο δεύτερο παιχνίδι του με το Αμβούργο (σεζόν 2020-2021), το αδυσώπητο έτσι κι αλλιώς «Kicker» τον βαθμολόγησε με 6, το οποίο στη δική του κλίμακα ισοδυναμεί με μηδέν.
Δεν συνήλθε ποτέ. Στο άρρωστο έτσι κι αλλιώς περιβάλλον του Αμβούργου δεν μπόρεσε ποτέ να επιστρέψει, γι’ αυτό και έναν χρόνο έμεινε εκεί, προτού μετακομίσει στη Ντάρμσταντ. Εκεί τότε ήταν που αποφάσισε να παρατήσει το κράνος. Γούρι, σιχτίρι, ανάγκη, ό,τι κι αν ήταν, λειτούργησε, βοήθησε.
Μέχρι και το «Kicker» άλλαξε άποψη (και δεν συμβαίνει συχνά), χαρακτηρίζοντάς τον -σε περισσότερες από μια περιπτώσεις- καταπληκτικό στις αναφορές των αγώνων των «Κρίνων». Και παρότι -και πάλι- δεν κράτησε για πολύ, εν τούτοις, ως μέλος της Ντάρμσταντ, με ενεργό ρόλο στο rotation (έστω όχι αδιαμφισβήτητο), έσπασε το ταβάνι, εξασφαλίζοντας το 2022-2023 την άνοδο στην Bundesliga.
Αύτανδρη έπεσε η Ντάρμσταντ, με τον ίδιον να μοιράζει χρόνο και παιχνίδια στο rotation, ωστόσο το κομμάτι το έκανε, τη διαδρομή, γεμάτη περατζάδα στα άκρα και σκαμπανεβάσματα, τη βίωσε. Ρόλερ κόστερ όμως παρόμοιο με αυτό που έζησε -διάολε…- στο Αμβούργο στο δεύτερο παιχνίδι της Αλβανίας (διεθνής από το 2019, παρά τη γερμανική ανατροφή, κάπου αλλού εννοείται πως δεν μπορούσε να ελπίζει για ποδοσφαιρική εθνικότητα) στο Euro 2024 δύσκολα απαντάει στην επαγγελματική σταδιοδρομία του.
Μπήκε στο γήπεδο στο 72’, αντικαθιστώντας τον μοναδικό σκόρερ ως εκείνο το σημείο του παιχνιδιού με την Κροατία, Λάτσι. Ξεκάθαρη η στόχευση για να βοηθήσει, με ύψος και δύναμη, στην άμυνα της Αλβανίας. Δεν ήταν άλλωστε και λίγες οι φορές σε όλη αυτή την πορεία του που είχε κληθεί να υπηρετήσει και ρόλο κεντρικού αμυντικού.
Δεν πρόλαβε να ακουμπήσει μπάλα, δεν πρόλαβε να συμπληρώσει δίλεπτο στο γήπεδο και “συνέβαλε” στην ασυνεννοησία της άμυνας με αποτέλεσμα η «Hrvatska» να ισοφαρίσει. Δύο λεπτά αργότερα, προσωποποίησε πια και την τρικυμία των γειτόνων και την ανατροπή, με αυτογκόλ… σπόντα σε τρίμπαλο.
Στην τελευταία φάση του παιχνιδιού όμως βρέθηκε εκεί που ποτέ δεν συνήθιζε, εκεί που ποτέ δεν είχε αρμοδιότητα να βρίσκεται, όπου και αν έπαιξε, όσο και αν έπαιξε. Στην καρδιά της αντίπαλης περιοχής και, ακολουθώντας την μπάλα από “σπάσιμο”, την βρήκε όπως ακριβώς έπρεπε για να την στείλει στα δίχτυα και να ισοφαρίσει, σώζοντας τον βαθμό για την Αλβανία και μαζί και τις όποιες ελπίδες έχει για να συνεχίσει στα νοκ άουτ της διοργάνωσης.
Άλλο γκολ με το εθνόσημο δεν είχε σημειώσει. Τα τελευταία του, γενικά, ανάγονται σε εκείνη την παρθενική σεζόν του (2021-2022) στην Ντάρμσταντ. Τρεις φορές είχε βρει τότε δίχτυα. Οι δύο ήταν με… αυτογκόλ. Σε ένα παιχνίδι μάλιστα, κόντρα στην Καρλσρούη, είχε πετύχει και το τρίτο, αυτό που πιστώθηκε. Αυτογκόλ και γκολ τότε πάλι σε διάστημα 26 λεπτών. Και εκείνο το παιχνίδι 2-2 είχε τελειώσει.
Άντε τώρα, στα ποδοσφαιρικά στερνά, να μην του βγει τ’ όνομα…
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα για το EURO 2024