Το πρώτο που χτυπάει στο μάτι είναι η ηλικία του.
Μόλις 30. Ακριβώς. Τον Μάρτιο του 2024 τα συμπλήρωσε ο Μαρσέλ Ζάμπιτσερ. Δεν συμπεριφέρεται ως μεγαλύτερος. Δεν μοιάζει καν στο γήπεδο μεγαλύτερος. Και ποδοσφαιρικά και φυσιογνωμικά, με αυτή τη χαρακτηριστική -μάλλον άλλης εποχής- κοτσίδα.
Είναι όμως, πραγματικά, πολλά χρόνια στο κουρμπέτι. Έχει ξεπεράσει αισίως τη μια ντουζίνα ως επαγγελματίας. Πρωτόπαιξε ως τέτοιος, χωρίς καν να έχει ενηλικιωθεί.
Κι ήταν από τους λίγους που, όταν η παντοκράτειρα (ειδικά) στην πατρίδα του Red Bull τον ξεχώρισε, δεν το έκανε για χάρη της ντόπιας Ζάλτσμπουργκ, αλλά κατευθείαν τον έφερε στη Λειψία.
Αυτονόητο, ναι, πως το… αγροτικό θα το πέρναγε στον τόπο της Μελωδίας της Ευτυχίας, αλλά μόνο και μόνο για έναν χρόνο έμεινε εκεί. Ενδεικτικό και αυτό. Ενδεικτικότερο ότι τόσο την επιλογή όσο και τη… διαλογή, τον καταμερισμό της εργασίας, τον έκανε ο Ραλφ Ράνγκνικ, πρώτα έχοντας το γενικό κουμάντο σε όλον τον οργανισμό και μετά ως προπονητής των «Ταύρων» της Bundesliga. Η πρώτη χρονιά του Αυστριακού εκεί με τον νυν εκλέκτορα των Αυστριακών στον πάγκο ήταν.
Το «Gegenpressing» ναι μεν έχει προπονητικό πατερούλη, αλλά δεν εφαρμοζόταν -αποκλειστικά- στην Βεστφαλία. Το έμαθε λοιπόν -στις δύο φορές που συνεργάστηκε, σε διαφορετικές θητείες του- με τον Ράνγκνικ και στη Λειψία. Και σε δαύτο θέσεις δεν υπάρχουν. Μόνο τρέξιμο και κίνηση. Επένδυση. Έξι χρόνια. Γεμάτα. Παίζοντας, κυρίως, αλλά χαρακτηριστικά όχι μόνο, στα άκρα.
Υπηρετώντας όμως πολλά περισσότερα στο γήπεδο. Γι’ αυτό και ακολούθησε την (επίσης) συνηθισμένη διαδρομή. Ο Γιούλιαν Νάγκελσμαν είχε προλάβει να τον ξεχωρίσει ως τον «παίκτη-όνειρο» (του), για αυτό που ήθελε να παρουσιάσει στην Μπάγερν. Μια που το είπε ο πλέον εκλέκτορας της «Nationalmannschaft», μία που τον αγόρασαν οι Βαυαροί.
Από αυτό όμως μέχρι να παίξεις στο Μόναχο, η απόσταση είναι τεράστια. Κίμιχ και Γκορέτσκα ήταν ακλόνητοι στο κέντρο. Στα άκρα οι επιλογές και τα χαρακτηριστικά ήταν διαφορετικά, οπότε… πάγκος. Και διαθεσιμότητα όπου, όπως και όποτε χρειαζόταν. Έτσι όμως χαΐρι στους Βαυαρούς δεν γίνεται. Γι’ αυτό και γρήγορα τον έβγαλαν ξανά στην αγορά.
“Τσίμπησε” ο Τεν Χαχ. Άλλος που καψουρεύεται πολυεργαλεία. Τον πήρε δανεικό στο Μάντσεστερ (Ιανουάριος ’23). Τίμιος. Αξιοπρεπής. Του έκανε δουλειές, του έκανε πολλά. Χτύπησε όμως στο τέλος της σεζόν και η option που είχαν οι «Κόκκινοι Διάβολοι» δεν εξασκήθηκε.
Ούτε λόγος για επιστροφή-παραμονή στο Μόναχο. Λύση η Ντόρτμουντ. Διάδοχο του Μπέλινγχαμ αναζητούσαν οι Βεστφαλοί το καλοκαίρι του 2023. Ευτυχώς (για τον ίδιον περισσότερο), όχι, δεν λανσαρίστηκε ως τέτοιος.
Η τακτική παιδεία του όμως σε συνδυασμό με τον φημισμένο επαγγελματισμό του -δεν τον έχει δει κανείς εκτός ωραρίου, προσέχει φανατικά τη διατροφή του, η ζωή του, με την επί χρόνια σύντροφό του και μητέρα της πεντάχρονης κόρης του, Κάτια (νικήτρια του αυστριακού «Bachelor», παρακαλώ, το 2014…), ως και… ασκητική, εκτός απαρέγκλιτα των καλοκαιρινών διακοπών- του επέτρεψαν να ανταποκριθεί, παίζοντας πιο πίσω από ποτέ στην καριέρα του στο γήπεδο.
Τη σούμα την κάνει πια στην Εθνική Αυστρίας. Εκεί όπου πλέον αντάμωσε ξανά με τον -κατά τον ίδιον- επιδραστικότερο τεχνικό που είχε στην σταδιοδρομία του, τον Ράνγκνικ. Πήρε το περιβραχιόνιο, πήρε και την απόλυτη ελευθερία να κινείται όπου και όπως θέλει στο γήπεδο.
Αντοχές έχει, πνευμόνια να τρέχει για τρία ημίχρονα, μπάλα ξέρει, εύστροφος σε βαθμό… παρεξήγησης, μαθαίνει ολοένα και αποτελεσματικότερα να καλύπτει χώρους και αντιπάλους, τελειώνει τις φάσεις, όταν πατάει περιοχή, παρότι περισσότερο γουστάρει να σερβίρει.
Προσωποποιεί εν ολίγοις αυτό που ο εκλέκτοράς της Αυστρίας παρουσιάζει (και) στο Eurο: μια ομάδα κωλοπετσωμένη, θαρραλέα, τακτικά ευπροσάρμοστη, συμπαγή, η οποία δεν βασίζεται μόνο σε έναν τομέα παιχνιδιού, που δεν διακρίνεται μόνο για συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που δεν είναι -κοινώς- μονοδιάστατη, που έχει βάθος και επιλογές.
Η ενδεκάδα με την οποία παρατάχθηκαν οι «Burschen» στο παιχνίδι με την Ολλανδία υπογραμμίζει αυτό το βάθος αλλά και την προπονητική προσέγγιση, την εμπιστοσύνη. Γεμάτη αλλαγές, σε παιχνίδι που, πρακτικά, θα καθόριζε την τύχη τους και στον όμιλο και, προφανώς δυναμικά, στο υπόλοιπο του τουρνουά.
Καμία διαφορά. Καμία αλλαγή. Τρεις φορές προηγήθηκαν οι Αυστριακοί. Η τρίτη αποδείχτηκε η φαρμακερή, η μόνη αναπάντητη. Τους χάρισε την πρώτη τους νίκη επί των «Oranje» εδώ και 30 χρόνια. Τους χάρισε την πρωτιά στον όμιλο, σε έναν όμιλο που πριν τη σέντρα καλά-καλά δεν έμοιαζε σίγουρο αν θα επιβίωναν. Και όμως, άφησαν πίσω, πέραν των τελευταίων αντιπάλων τους, και τους φιναλίστ του Παγκόσμιου Κυπέλλου.
Με τον Ζάμπιτσερ να βάζει το κερασάκι στην τούρτα, πετυχαίνοντας το νικητήριο γκολ τους. Με ενέργεια που ξεκίνησε από χαμηλά στο κέντρο, γρήγορη εναλλαγή, κίνηση στον χώρο, πάτημα στην περιοχή, άψογο τελείωμα. Όλη η γνώση, όλες οι παραστάσεις της ποδοσφαιρικής του ζήσης σε μια στιγμή, σε μια φάση.
Και ο πανηγυρισμός έπος. Τα χέρια του έτριψε, δείχνοντας πως κρυώνει, δείχνοντας πως, όσο και αν η θερμοκρασία σε εξέδρα και αγωνιστικό χώρο ανέβαινε από τους «Πορτοκαλί», είχε τον τρόπο να την κατεβάσει ξανά. Πολύτιμο εφόδιο για τη συνέχεια.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα για το EURO 2024