Το σκηνικό ήταν αν μη τι άλλο σουρεαλιστικό. Πεταμένα βάρη και παλιά μηχανήματα στη μία πλευρά του κλειστού του Φιλαθλητικού. Κάποιοι καλοντυμένοι κύριοι με «καρφωμένο» βλέμμα σε ένα κοκαλιάρικο παιδί από τα Σεπόλια, στην άλλη.
Θυμάμαι ότι στο γήπεδο του Ζωγράφου, τη σεζόν 2012-2013, άρχισε σιγά-σιγά να μαζεύεται κόσμος και κοσμάκης, σε κάθε προπόνηση. Εμείς κάναμε λίγα βάρη πριν αρχίσουμε και μετά βγαίναμε για το ζέσταμα.
Όταν ακουγόταν η σφυρίχτρα του κόουτς Τάκη Ζήβα οι καλοντυμένοι κύριοι με τάμπλετ και σημειωματάρια στα χέρια στριμώχνονταν σε μία γωνία. Εμείς, πιτσιρίκια, να μην καταλαβαίνουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Να είμαστε μερικές φορές νυσταγμένοι ή, κάποιες άλλες, να ρίχνουμε ο ένας φάπες στον άλλον μπαίνοντας στο παρκέ!
Στην αρχή ήταν δύο-τρεις σκάουτερ. Μετά έγιναν οκτώ και έπειτα από μία εβδομάδα καμία δεκαριά. Στον μήνα υπήρχαν περίπου 40, κάθε μέρα! Ο πρόεδρος, Γιάννης Σμυρλής, έτρεχε να ψάχνει να βρει καρέκλες για να τους βολέψει. Σε μία προπόνηση είχε περάσει ο τζένεραλ μάνατζερ των Θάντερ, Σαμ Πρέστι. Την επομένη ήρθε να δει το ματς στο κλειστό του Αμύντα και όταν φεύγαμε τον είδαμε να μπαίνει σε μία Mercedes 15 μέτρων!
Δεν μίλησε σε κανένα, μπήκε στη λιμουζίνα, εξαφανίστηκε κι εμείς κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον και απορούσαμε ποιοι είναι αυτοί οι τύποι και τι κάνουν.
Ήθελαν όλοι να δουν από κοντά τον Γιάννη, πριν γίνει ο «Giannis»… Για να διαπιστώσουν αν μπορεί να γίνει ο «Giannis».
Μπαίνεις στην προπόνηση και βλέπεις 40 ανθρώπους να σημειώνουν. Κι εμείς με τον Τάκη Ζήβα να κάνει άσκηση με επιθέσεις σε τρία δευτερόλεπτα για μία ώρα, ενώ την επομένη, π.χ. παίζαμε κρίσιμο ματς για την άνοδο στην Α1.
Οι σκάουτερ έδειχναν ενθουσιασμένοι, όμως ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, σε ηλικία 18 ετών, ήταν πολύ σοβαρός.
Στην αρχή δεν είχε καταλάβει πως όλοι αυτοί ήταν εκεί για εκείνον. Δεν μπορούσε να το συνειδητοποιήσει. Ωστόσο, γνώριζε πως πρέπει να δείξει κάποια στοιχεία του παιχνιδιού του, αν και ποτέ δεν τον κυρίευσε μεγάλο άγχος.
Υπήρξαν φορές που πίστευε πως δεν τα είχε πάει καλά, αλλά του λέγαμε ότι δεν τους ενδιαφέρει τι κάνει αυτή τη στιγμή, αλλά όλο το «πακέτο» και η προοπτική του. Το θετικό ήταν πως δεν του μιλούσε κανένας. Όταν ο Ζήβας έβαζε τη σφυρίχτρα στο στόμα για να τελειώσει η προπόνηση, όλοι τους τα μάζευαν άμεσα και έφευγαν χωρίς να πουν κουβέντα σε κανέναν.
Το γεγονός ότι δεν έπιασαν τον Γιάννη να του πουν τι κάνουν εκεί ή τι σκέφτονται, τον βοήθησε να μείνει συγκεντρωμένος και ήρεμος στον στόχο του και παράλληλα δεν επηρέασαν και την ομάδα.
Σε ένα ματς με τη Νίκη στον Βόλο, εμφανίστηκε στην εξέδρα ο παλαίμαχος γκαρντ και τότε πρόεδρος των Σέλτικς, Ντάνι Έιντζ.
Το περιστατικό με όσα άκουσε από τους οπαδούς των γηπεδούχων έγινε γνωστό ακόμη και στην Αμερική και προφανώς μας ρεζίλεψε διεθνώς…
Αρχικά κάθισε στην κερκίδα και αφού οι ντόπιοι κοιτούσαν ο ένας τον άλλον με απορία, γιατί δεν τον γνώριζαν, άρχισαν να ρωτούν ποιος είναι και κατέληξαν να τον βρίζουν!
Έστω και καθυστερημένα, οι παράγοντες της Νίκης κατάλαβαν ποιος είναι και τον… φυγάδευσαν!!! Φυγάδευσαν ολόκληρο Ντάνι Έιντζ στο γήπεδο του Βόλου και τον έβαλαν να καθίσει σε πλαστική καρέκλα -που έχουν στα ουζερί- δίπλα στον πάγκο μας.
Όταν κάποιος από τους γηπεδούχους πήγε στους οργανωμένους οπαδούς και τους εξήγησε ποιος είναι, εκείνοι άρχισαν να του φωνάζουν ρυθμικά τα ονόματα των Λέικερς και νομίζω και του Κόμπι Μπράιαντ…
Την επομένη, ο Έιντζ εμφανίστηκε στο κλειστό του Ζωγράφου. Εγώ πρέπει να είχα σουτάρει στο ματς 1/7 τρίποντα και ο Μπάμπης Σαμοθράκης 2/8. Μπαίνω στην προπόνηση και τον βλέπω μπροστά μου.
Τον κοιτάζω και σκέφτομαι να «στρίψω». Τι να του έλεγα εγώ του Ντάνι Έιντζ; Όπως αλλάζω κατεύθυνση, μου απευθύνεται και λέει: «Young man» (=«νεαρέ»).
Τον χαιρέτησα, μου είπε «καλό ματς, χθες» και απόρησα, με μία σκέψη κάτι σαν “καλά, ο τύπος άλλο παιχνίδι έβλεπε;”! Του απαντώ απλώς πως σημασία έχει που κερδίσαμε, αλλά θα έπρεπε να είχαμε νικήσει πιο εύκολα.
Όταν ήρθε δίπλα μου ο Σαμοθράκης, μας λέει «πρέπει να σουτάρετε περισσότερο! Έχετε καλή μηχανική στο σουτ». Κοιτάζω τον Μπάμπη και του λέω «καλά άκουσα; Είχαμε μαζί 3/15».
Αλλά ο Ντάνι Έιντζ, που στην καλή μέρα του δεν την πάσαρε ούτε στον Λάρι Μπερντ, γύρισε, μας έριξε ένα συμβουλευτικό και παράλληλα επικριτικό βλέμμα και πρόσθεσε: «Παιδιά, η γραμμή του τριπόντου δεν είναι για διακόσμηση. Πρέπει να την σουτάρετε την γ……η τη μπάλα!».
Η αμερικανική προφορά του έκανε όλη τη σκηνή ακόμη πιο γλαφυρή.
Οι αφίξεις των σκάουτερ στο γήπεδο έδειχναν ξεκάθαρα την πρόθεση των ομάδων του ΝΒΑ να δώσουν μία ευκαιρία στον Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Οι πρώτοι που πίστεψαν ότι ο Γιάννης μπορεί να παίξει μπάσκετ στην Αμερική ήταν ο Σμυρλής και ο Ζήβας, από τότε που αγωνιζόμασταν στη Β΄ Εθνική.
Όταν το έλεγαν σε κόσμο, κάποιοι γελούσαν. Ο Σμυρλής είναι ο καλύτερος σκάουτερ που έχω συναντήσει. Εκείνος μάς είχε μαζέψει όλους στον Φιλαθλητικό.
Ο κόουτς Ζήβας πίστευε πως και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο θα φτάσει ως εκεί, όμως ο Σμυρλής εκτιμούσε ότι ο Γιάννης θα σταθεί και θα έχει και ρόλο, όπως και συνέβη.
Ο Γιάννης, παρά το ύψος του, δεν έπαιζε σέντερ. Εγώ τον έβαζα να κατεβάζει ως το κέντρο και μετά μου την πάσαρε για να γίνει η επίθεση. Το γούσταρε. «Έβλεπε» μπάσκετ. Είχε ταλέντο και εκείνη την κοψιά που καταλαβαίνεις ότι αυτό το παιδί θα πάει μπροστά αν δουλέψει σωστά.
Το άθλημα το καταλάβαινε, ήθελε να παίξει και το μυαλό του «έκοβε». Του έλεγες κάτι και ακόμη και αν δεν σου απαντούσε ή δεν ζητούσε μία εξήγηση, ήξερες πως το έχει «πιάσει» ή θα σε ρωτούσε στο τέλος να του δείξεις κάτι σχετικό.
Ήταν ένα πιτσιρίκι που άκουγε. Όταν ο Γιάννης, ο Θανάσης και τα δύο μικρότερα αδέρφια τους, ο Κώστας και ο Άλεξ, ένιωθαν ότι είσαι κοντά τους, σου ανοίγονταν αμέσως.
Γινόταν πολύ εύκολο, στη συνέχεια, να τους μιλήσεις, να τους συμβουλεύσεις και να μπεις στον κύκλο τους, ο οποίος ακόμη και στις μέρες μας παραμένει ιδιαιτέρως «κλειστός».
Πέρασαν πάρα πολλά και ήταν εύλογο να αισθάνονται έτσι.
Είχαμε πάρει κοντά μας και τους δύο μικρούς, που τότε έμπαιναν ή πλησίαζαν στην εφηβεία και συχνά τους δίναμε και το φαγητό μας. Δεν ήταν υποχρέωση προς τον Γιάννη ή τον Θανάση. Θέλαμε να προσέχουμε και τον Κώστα και τον Άλεξ. Καταλαβαίναν πως τους αγαπούσαμε και δεν θέλαμε να τους εκμεταλλευτούμε. Έτσι, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους, γινόταν και πιο εύκολο να τους μιλήσουμε για μπάσκετ.
Γινόταν πιο εύκολο να πιάνουμε τον Γιάννη, που προπονούνταν με όλα αυτά τα βλέμματα πάνω του και να του λέμε να μην αγχώνεται.
Να του επισημαίνουμε απλώς να δουλεύει σκληρά και με αυτή τη νοοτροπία κατόρθωσε να αναδειχθεί MVP δύο φορές και το 2021, οκτώ χρόνια μετά την αποχώρησή του από τον Φιλαθλητικό, να είναι και πρωταθλητής, έχοντας σκοράρει 50 πόντους σε Τελικό ΝΒΑ!
Ο Γιάννης και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο δεν είχαν από την αρχή χαρτιά και έγγραφα για τα δελτία τους.
Αυτό, κάποιες φορές, άφηνε τον Γιάννη έξω από ταξίδια που πραγματοποιούνταν με αεροπλάνο, όμως δεν κράτησε για πολύ. Ζορίστηκαν ουσιαστικά για έναν χρόνο, πριν ανέβουμε στην Α2.
Ο Γιάννης είχε βάλει τα κλάματα όταν δεν μπόρεσε να ταξιδέψει έστω και οδικώς. Όμως όλοι μας ήμασταν πλάι του. Ο Γιάννης ήταν σεμνός.
Παραμένει σεμνός και μου κάνει εντύπωση που έχει διατηρήσει ένα τόσο «προσγειωμένο» προφίλ όχι από τον χαρακτήρα του, αλλά γιατί αυτά που πετυχαίνει και ζει δεν είναι δύσκολο να σε κάνουν να χάσεις το μυαλό σου.
Ήταν, ωστόσο, πάντα προσγειωμένος. Έχει περάσει δύσκολα, όμως είχε εξαρχής βάλει έναν στόχο και δεν τον ενδιαφέρουν τα γύρω-γύρω.
Δεν πίνει, δεν καπνίζει, γιατί είχε δει αυτές τις εικόνες μικρός και δεν του άρεσαν. Αν είσαι τόσο αφοσιωμένος, είσαι στο σωστό δρόμο και δεν φοβάσαι τους πειρασμούς που μπορούν να σε παρασύρουν.
Ήταν σημαντικό πως έφτασε στις Η.Π.Α. στα 18 του και είχε άμεσα πέντε ανθρώπους από πάνω του. Είχε καταλάβει τον στόχο και πήγε εκεί, όπως λένε, ως «Man on a mission». Σε μία δική του αποστολή.
Όταν έφτασε στο Μιλγουόκι, ήξερε πως πρέπει να προπονηθεί σκληρά, ώστε να βγάλει χρήματα για να βοηθήσει την οικογένειά του, να σώσει τους δικούς ανθρώπους και να πετύχει και όποιον στόχο είχε θέσει.
Σκεφτόταν τι έχει περάσει στους δρόμους της Αθήνας που δεν τον ένοιαζε κάτι άλλο και ήθελε μόνο να παίξει «μπασκετάκι». Αυτό έχω καταλάβει από όσα μας έχει πει. Ότι στην Αμερική είναι «απλώς μπασκετάκι». Εκεί δεν υπάρχει αυτό το «τοξικό» περιβάλλον που συναντάμε στα μέρη μας ή στα ματς Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, στα οποία όλα μοιάζουν «ζωής ή θανάτου»…
Στις Η.Π.Α. σου λένε «δώσε ό,τι έχεις» και το άγχος είναι εποικοδομητικό. Στον δεύτερο γύρο των φετινών πλέι οφς οι Μπακς έχασαν με 40 πόντους στο Μπρούκλιν και η ζωή συνεχίστηκε. Στην Ελλάδα θα είχε γίνει «επανάσταση».
Η νοοτροπία στην Αμερική επιτρέπει κακές μέρες. Εφόσον δουλεύεις και είσαι επαγγελματίας, θα συνεχίσεις την προσπάθεια.
Αυτό βοηθά τον παίκτη. Η εμπιστοσύνη ανταμείβεται και δίνει στον αθλητή τη δυνατότητα να ξεπεράσει και τις προσωπικές δυσκολίες του. Ο Γιάννης δεν σούταρε καλά στις βολές στα πλέι οφς, κι όμως στον 6ο Τελικό είχε 17/19, καθαρά από αυτοπεποίθηση.
Σούταρε με σιγουριά, γιατί ούτως ή άλλως σε αυτούς τους Σανς δεν είχε αντίπαλο στο μέγεθός του.
Από την αρχή έλεγε πως «έχω περπατήσει σε δύσκολο δρόμο στα παιδικά χρόνια μου και όλα τα άλλα, από εδώ και πέρα, είναι εύκολα».
Αυτή ήταν και είναι η φιλοσοφία του και σημασία έχει πάντα η οικογένειά του.
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο βίωσε αυτή την αγάπη στο Μιλγουόκι και θέλησε να την ανταποδώσει.
Ο βασικός λόγος που έμεινε στους Μπακς δεν ήταν τα χρήματα, αλλά το γεγονός ότι αυτή η ομάδα τον πίστεψε από την αρχή, από τα χρόνια που έπαιζε στην Ελλάδα και τον επέλεξε στο ντραφτ.
Ο Γιάννης όχι μόνο εκπλήρωσε τις προσδοκίες, αλλά έβαλε και πάλι το Μιλγουόκι στον μπασκετικό «χάρτη». Στη ρούκι σεζόν του οι Μπακς είχαν 15 νίκες σε όλη τη χρονιά. Παράλληλα, σε μία ομολογουμένως μικρή αγορά των Η.Π.Α., η αξία του οργανισμού «εκτοξεύθηκε».
Η πόλη τού άρεσε εξαρχής. Οι καταστάσεις της ζωής του και εκτός γηπέδου είναι τακτοποιημένες εκεί και δεν είχε κανέναν λόγο να τις αλλάξει, μετακομίζοντας σε μία άλλη περιοχή. Η πόλη ταιριάζει και στην οικογένειά του.
Επιπλέον, είχε ξεκαθαρίσει πως ένας τίτλος με τους Μπακς θα ήταν πιο «γλυκός» και το πέτυχε.
Η πορεία του κάνει κι εμάς, τους παλιούς συμπαίκτες του, περήφανους. Από εκείνη την ομάδα του Φιλαθλητικού πολλοί καταφέραμε, με σκληρή δουλειά, να πετύχουμε προσωπικούς στόχους και να βρούμε τον δρόμο μας.
Είχαμε όλοι όνειρα, όμως δεν είναι και εύκολο να συνδυαστούν και συχνά χρειάζεται να βοηθήσουν οι συγκυρίες.
Στην περίπτωση του Φιλαθλητικού, «κόλλησαν» Ρώσοι με Έλληνες και με τέσσερα μαύρα παιδιά από τη Νιγηρία που πουλούσαν CD στον δρόμο.
Ήταν μία παρέα στην οποία οι Έλληνες της ομάδας δεν ήταν μ…..ς. Δεν ήταν ρατσιστές και δεν είχαν κανέναν φόβο μήπως τους «κλέψουν» τις θέσεις οι άλλοι.
Μας ενδιάφερε μόνο να είμαστε παρέα και μας ένοιαζε μόνο η ομάδα. Αυτό βοήθησε ώστε, τελικά, τα όνειρα μας να γίνουν αληθινά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Χρήστος Σαλούστρος: «MVP, MVP!»
Το θαύμα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: «Κυνήγησε το όνειρό σου»