Η πραγματικότητα είναι πάντα πιο περίπλοκη από τις ερμηνείες που της αποδίδει η ιστορία. Ειδικά όταν δεν είναι διακριτή η θέση των άκρων της.
Το Κοσσυφοπέδιο ήταν ανέκαθεν μια αμφισβητούμενη περιοχή, με πλούσια και εμβληματική ιστορία.
Από την ημέρα του Αγίου Βίτου, όπως έμεινε στη γιουγκοσλαβική ιστορία η Μάχη στο Κοσσυφοπέδιο το 1389, όταν έγινε η πολύνεκρη σύγκρουση των στρατευμάτων της Σερβίας του Μοράβα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θεωρείται το λίκνο του σερβικού εθνικισμού.
Εξακόσια χρόνια αργότερα μετατράπηκε και σε εδαφική προμετωπίδα της ιδέας για τη «Μεγάλη Αλβανία».
Δεν είναι εύκολο να αποτυπωθούν ιδέες, ακραίες πολιτικές εκφράσεις, ερμηνείες και συγκεκριμένες ιστορικές αναφορές για πατρίδες, ξεριζωμούς και ολοκληρωτισμούς στον δυτικό κόσμο του σήμερα. Ακόμα περισσότερο για εμάς τους Έλληνες που ανά τους αιώνες μας κυνηγούν λογής εδαφικές και μη διεκδικήσεις γειτόνων και μη.
Είναι τόσες οι παράμετροι, πολλαπλές οι αναγνώσεις, διαφορετικές οι οπτικές. Και το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι όταν στην κουβέντα παρεισφρέουν έννοιες όπως η εθνοκάθαρση, οι βίαιες πληθυσμιακές εκτοπίσεις και η δυσκολότερη περίοδος τον καιρό της μεταψυχροπολεμικής περιόδου.
Το 1995 ο Τζερντάν Σακίρι ήταν τεσσάρων ετών. Δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί τι συμβαίνει γύρω του, πολλώ δε να μεταβολίσει την απόφαση της οικογένειάς του να εγκαταλείψει το Τζιλάν (Γκνίλαν στα σερβικά) στο ανατολικό Κόσοβο, λόγω της επιδείνωσης της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης που θα οδηγούσε σε πόλεμο λίγα χρόνια αργότερα. Οι γονείς του δεν ήταν απλώς οι φτωχοί άνθρωποι που μπορεί να φανταστεί κανείς. Έτειναν στην εξαθλίωση, είχαν αγγίξει προ πολλού την απελπισία.
Ένα πράγμα δεν προφταίνει ο ανθρώπινος νους: την απελπισία, το συναίσθημα που οδηγεί σε πρωτόγονα και απολίτιστα ένστικτα.
Ο Σακίρι δεν ήταν πρόσφυγας πολέμου, όπως -όχι και τόσο εκ παραδρομής- έχει μεταφερθεί σε διάφορα αφιερώματα για τη ζωή του.
Δεν είχε ξεσπάσει πόλεμος ακόμη, αλλά, με τον Απελευθερωτικό Στρατό του Κοσσυφοπεδίου (γνωστό περισσότερο ως «UÇK» από τα αρχικά των λέξεων στην αλβανική γλώσσα) να έχει θεριέψει και το ΝΑΤΟ να καραδοκεί, ήταν θέμα χρόνου.
Το Κοσσυφοπέδιο τότε ήταν ακόμη μέρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, με μια πολύ περίεργη μορφή αυτόνομης περιοχής εξαιτίας της εθνικής αλβανικής πλειοψηφίας που το κατοικούσε. Ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος για πρώτη φορά το 2008, περίπου 20 χρόνια μετά το ξέσπασμα της σφοδρής σύγκρουσης.
Η Σερβία, με τη διπλωματική υποστήριξη της Ρωσίας, δεν αναγνώρισε ποτέ την ανεξαρτησία του, εξακολούθησε να το θεωρεί μέρος της επικράτειας, κομμάτι της ιστορίας της. Την ίδια στιγμή μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου της Αλβανίας που επιδιώκει την πραγμάτωση του εθνικιστικού σχεδίου της «Μεγάλης Αλβανίας» το συμπεριλαμβάνει στα αλβανικά εδάφη.
Δεν συμβαίνει μόνο με το Κόσοβο. Το ίδιο ισχύει για όλες τις περιοχές με αλβανικές πλειοψηφίες, όπως περιοχές στο Μαυροβούνιο, τη Βόρεια Μακεδονία, την ίδια την Ελλάδα. Μας ακούγονται εξωφρενικά, πιθανόν και απειλητικά. Είναι όμως η ιστορία που μάθαιναν τα παιδιά εκείνων των ανθρώπων, παιδιά που έβλεπαν τους γονείς τους ανήμπορους, χαμένους, κατακερματισμένους και κοινωνικά και οικονομικά και πολιτικά.
Σε αυτό το πλαίσιο μεγάλωσε ο Σερντάν (πια) Σακίρι στο Augst του Καντονιού της Βασιλείας, μια ανάσα από τα σύνορα με τη Γερμανία. Με έναν θυμό, μια πίκρα και μια ατέλειωτη δίψα για ρεβάνς μέσα του. Γιατί παρατηρούσε τον πατέρα του να μην μπορεί να βρει δουλειά, γιατί πετύχαινε τη μητέρα του να πλένει σκάλες, γιατί τα υπόλοιπα παιδιά δεν έπαιζαν μαζί του στο δρόμο, εάν δεν ήταν κι εκείνα παιδιά Αλβανών μεταναστών.
Σ’ αυτή την πλευρά της ιστορίας στέκεται ο Σακίρι, αυτό είναι το απαραίτητο και ξεκάθαρο πρελούδιο που επεξηγεί τις επιλογές του, τον πολιτικό του βίο και συγκεκριμένες συμπεριφορές. Για όλους μας οι συμπεριφορές είναι από ακατανόητες έως βαθύτατα προσβλητικές, για τον ίδιο είναι τα απόνερα της ζωής του.
Είναι πάρα πολύ συχνό το φαινόμενο “θυμωμένα” και φτωχά παιδιά μεταναστών να προοδεύουν και να βοηθούν το κάρο να ξεκολλήσει από τη λάσπη στις προηγμένες κοινωνίες και οικονομίες. Το έχουν βιώσει όλες οι δυτικές κοινωνίες, εξακολουθούν και το βιώνουν σε μια εποχή που είναι εντελώς αντιδημοφιλές.
Η ίδια η ζωή τα φέρνει έτσι τα πράγματα, τα γεγονότα οδηγούν την ιστορία. Το ποδόσφαιρο ως κατ’ εξοχήν λαϊκό άθλημα, ως δραστηριότητα που ουδείς έχων και κατέχων εύχεται για το παιδί του, σε μια οικογένεια που επαιτεί για να μην παρασιτεί, είναι ίσως και μονόδρομος.
Η Ελβετία είναι μια χώρα που ούτε ποδοσφαιρική παράδοση διαθέτει ούτε αγαπά στην πραγματικότητα το ποδόσφαιρο. Διαθέτει όμως οργάνωση, δομές και πόρους για όλα. Το νόμισμά της είναι η μόνη έκδοση φράγκου που εκδίδεται ακόμη στην Ευρώπη και είναι τόσο ισχυρό που είναι σχεδόν ισότιμο με το ευρώ.
Όταν ο Σερντάν εντάχθηκε στις ακαδημίες της Βασιλείας σε ηλικία οκτώ ετών, ονειρευόταν πρώτα απ’ όλα την κοινωνική αποδοχή. Σε δεύτερο στάδιο και την οικονομική ενίσχυση της οικογένειάς του. Και πάλι διότι έτσι έμαθε, αυτή ήταν η μοναδική εικόνα στο περιβάλλον του.
Όταν ο πατέρας του βρήκε μετά βασάνων την πρώτη του δουλειά ως χτίστης, τα μισά χρήματα ταξίδευαν με χίλιους τρόπους πίσω στο Τζιλάν, εκεί που 100 ελβετικά φράγκα ισοδυναμούσαν με ανεκτή ζωή. Όχι για μια ημέρα ή για μια βδομάδα. Για έναν μήνα. Στερείτο τα χρήματα μια οικογένεια, για να ζήσει μια άλλη.
Ο Σακίρι δεν βίωσε τον πόλεμο από πρώτο χέρι, η σύγκρουση όμως είχε συγκλονιστική επίδραση στη ζωή του, στον τρόπο σκέψης του, στα πιστεύω και τα ιδανικά του. Από έφηβος ακόμη, όταν δυσκολευόταν πάρα πολύ με τα πιο μεγαλόσωμα παιδιά στη Βασιλεία, ήξερε ότι, μόνον εάν διαπρέψει στο ποδόσφαιρο, θα τα καταφέρει.
Μικρός το δέμας, κοντά άκρα, μέσου μεγέθους κορμός, δυσανάλογο κεφάλι, κύρτωση της σπονδυλικής στήλης. «Γεωμετρικό νάνο» τον αποκάλεσε ο προπονητής της Βασιλείας, όταν τον ενέταξε στην τρυφερή ηλικία των 16 ετών στην πρώτη ομάδα, εντυπωσιασμένος από τη δύναμη και το πάθος του.
Ο Κρίστιαν Γκρος δεν ήταν όμως ένας απλός προπονητής για τη Βασιλεία. Έχοντας δουλέψει στην Αγγλία και την Premiership με την Τότεναμ, είχε αντιληφθεί εγκαίρως ότι το ποδόσφαιρο δεν έχει πατρίδα και είναι από τα ελάχιστα επαγγελματικά πεδία που ανέχονται τρόπον τινά προβληματικές προσωπικότητες.
Την ίδια στιγμή που οι απόψεις του Σερντάν προσιδίαζαν στις εθνοστρατιωτικές ακροβασίες του «UÇK», ο Γκρος διείδε ένα εκκολαπτόμενο ποδοσφαιρικό θαύμα. Όταν ο Σακίρι σκόραρε για πρώτη φορά και πέταξε τη φανέλα, ο Γκρος αστειεύτηκε λέγοντας ότι είδαν όλοι την “πανοπλία” του.
Το σώμα του Σακίρι μοιάζει σαν τεχνητό, σαν φτιαγμένο από σκυρόδεμα, με το επάνω μέρος και το κεφάλι να παραπέμπουν σε προτομή κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου από χαλκό και ψευδάργυρο. Μύες έτοιμοι να σκάσουν, να βγουν από το σώμα του, ακόμα και στη χαλαρή κατάσταση. Ο Σερντάν έμοιαζε και μοιάζει με γενετικό πείραμα, ένα τετράγωνο ζωντανό ον, ένα χαμηλό τείχος που κινείται με απίστευτες ταχύτητες.
Το καταπληκτικό εν προκειμένω είναι πως αυτή η βάναυση και αλλόκοτη σωματική διάπλαση δεν προϊδεάζει επ’ ουδενί για την εντυπωσιακή και ευαίσθητη συμπεριφορά του, όταν ελέγχει τη μπάλα.
Ο Σακίρι μοιάζει με καρτούν, με σούπερ ήρωα τσέπης κάποιου ευφάνταστου καλλιτέχνη. Δεν είναι τυχαίο ότι, πληκτρολογώντας «Shaqiri» στη μηχανή αναζήτησης, μια από τις πρώτες προτάσεις για την ολοκλήρωση είναι «Bodybuilder».
Εντυπωσιακοί τετρακέφαλοι, πόδια που συγκρίνονται μονάχα με τα θρυλικά πόδια του Σκωτσέζου Ολυμπιονίκη, Κρις Χόι, του ανθρώπου που θα μείνει στην ιστορία για την υπερφυσική του δύναμη στα πόδια, παρά για τα Χρυσά του μετάλλια στην ποδηλασία.
Ο Σακίρι είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής με ανάλογο σωματότυπο.
Η Μπάγερν επένδυσε πάνω από 11 εκατ. ευρώ για να τον κάνει δικό της. Λεπτομέρεια που ενισχύει το μεγαλείο του ποδοσφαιριστή, ότι αγοράστηκε προκειμένου να ανταγωνιστεί για μια θέση βασικού τους Τόνι Κρόος, Άριεν Ρόμπεν, Φρανκ Ριμπερί και Τόμας Μίλερ.
Ήταν ήδη διεθνής με την Ελβετία και ευρέως γνωστή περίπτωση στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα. Τρία γεμάτα χρόνια, η μεταγραφή στην Ίντερ, από την οποία έφυγε πολύ γρήγορα για να μην χαραχθεί και το όνομά του στο νεκροταφείο ποδοσφαιριστών του Appiano Gentile, η νέα μεταγραφή στη Στόουκ και τη φανταχτερή Premier League.
Ο «Μέσι των Άλπεων», όπως έγραψε η «Marca», ο «Μάγος τσέπης», το «Powercube». Μέχρι το 2018 και το παιχνίδι στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας εναντίον της Σερβίας. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι ενεργοποίησε μέσα του τα ξεχασμένα ή τα καλά κρυμμένα ελατήρια των καταβολών του.
Ο Σακίρι σκόραρε και πανηγύρισε με τον «αετό», πανηγυρισμός που παραπέμπει στη «Μεγάλη Αλβανία», αν είμαστε κακοπροαίρετοι, και στη σημαία, αν λογίζουμε ότι ποδόσφαιρο και πολιτική είναι δύο παράλληλοι δρόμοι που δεν συναντώνται ποτέ.
Ο δικέφαλος αετός προέρχεται από το θυρεό του εθνικού ήρωα της Αλβανίας, Γεωργίου Σκεντέρμπεη ή Καστριώτη, χρησιμοποιείται πιο πολύ με ενωτική διάθεση για να καταδείξει το ενωτικό πνεύμα ενός πληθυσμού με πολλαπλές θρησκευτικές αναφορές.
Ακόμα και στην ήπια Ελβετία, ο πανηγυρισμός ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Μέχρι τότε ελάχιστα ήταν τα σημάδια. Ήταν όμως όλα εκεί, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι τα αγνοούσαν ή τα παρέβλεπαν. Η ραμμένη σημαία του Κοσόβου στα παπούτσια, οι ολοένα και περισσότερες πληροφορίες για την ιστορία του και τις οικογενειακές καταβολές, η ας το πούμε “μη πίστη” στην εθνική ομάδα της χώρας όπου μεγάλωσε και η οποία τον ανέδειξε ποδοσφαιρικά.
Σε μια χώρα όπου το μεταναστευτικό είναι αντικείμενο πολύ σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης και το Λαϊκό Κόμμα (SVP) προώθησε και κέρδισε το δημοψήφισμα για περιορισμό της μετανάστευσης, η κίνηση του Σακίρι, μαζί με την ίδια ακριβώς που έκαναν και ο Τζάκα και ο Λιχστάινερ, ήταν αιτία μιας ατέρμονης συζήτησης που μπήκε σε πολύ περίεργα μονοπάτια.
Εξαρτάται σε ποια πλευρά της ιστορίας στέκεσαι. Αν ήταν μια διχαστική χειρονομία μίσους, ήταν προκλητική προς το σερβικό κοινό και αιτία τιμωρίας. Αν ήταν μια χειρονομία ενωτική, εξέπεμπε αλληλεγγύη, υπερηφάνεια, ολοκλήρωση.
Ο Σακίρι είχε μόλις πάρει τη μεταγραφή στη Λίβερπουλ του Κλοπ.
Με τους Ελβετούς “ξεμπέρδεψε” πολύ γρήγορα, δηλώνοντας στην κάμερα ότι «τα Μέσα Ενημέρωσης συχνά παρεξηγούν τα συναισθήματά μου για την Ελβετία. Νιώθω ότι έχω δύο σπίτια, είναι πραγματικά τόσο απλό». Δεν είπε «πατρίδες», είπε «σπίτια», για να διατηρηθεί η αμφιβολία.
Η FIFA δεν πείστηκε, ο πανηγυρισμός των ομογενών Ελβετών επέφερε την απαγόρευση των εν λόγω “εκδηλώσεων χαράς” ή όπως θέλετε πείτε τους. Πολύ περισσότερο δεν πείστηκαν οι Σέρβοι, με αποτέλεσμα η Λίβερπουλ να μην τον εντάξει στην αποστολή για το Βελιγράδι στον αγώνα του Champions League με τον Ερυθρό Αστέρα.
Ειλικρινά ακόμη και σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο αν η απόφαση ήταν ορθή ή όχι. Ένα κομμάτι της σερβικής κοινής γνώμης εξακολουθεί να κατηγορεί τη διεθνή κοινότητα ότι έχει επιλέξει την πλευρά των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου, ότι ο ΟΗΕ είναι προκατειλημμένος και κρίνει με δυο μέτρα και σταθμά τα διεθνή εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν, ξεχνώντας ότι ο «UÇK» έλαβε σημαντική οικονομική βοήθεια από οργανώσεις της αλβανικής διασποράς.
Υπήρξαν ισχυρισμοί σε διπλωματικό επίπεδο ότι χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι ναρκοτρομοκρατίας, ότι χρηματοδοτήθηκαν δραστηριότητες που οδήγησαν σε οδυνηρές ιστορικές καταστάσεις. Αναφορές σε σφαγές αμάχων, στρατόπεδα συγκέντρωσης, καταστροφή πολιτιστικής και εθνοτικής κληρονομιάς.
Μιλάμε για κατηγορίες και ζητήματα που άνοιξε και το ίδιο το Κόσοβο στο Κοινοβούλιό του, ιδρύοντας ειδικό δικαστήριο, υπεύθυνο για την εκδίκαση υποθέσεων σχετικών με εγκλήματα που φέρεται ότι διαπράχθηκαν από μέλη του «UÇK», πολλά από τα οποία είχαν ήδη “μεταταγεί” ή “απορροφηθεί” από τα σώματα ασφαλείας του νεοσύστατου κράτους, το οποίο η Σερβία δεν αναγνώρισε ποτέ.
Δεν ξέρω αν ο Σακίρι κατάλαβε. Δεν περιμένει κανείς από έναν ποδοσφαιριστή να καταλάβει πράγματα και καταστάσεις που δεν είναι σε θέση να μας εξηγήσουν επαρκώς ιστορικοί, ακαδημαϊκοί και παντός είδους επιστήμονες.
Υιοθέτησε ωστόσο την πάγια τακτική των ανθρώπων του αθλητισμού. Πείστηκε ότι υπάρχουν πολύ περίπλοκα πράγματα, ξένα με τον κόσμο του ποδοσφαίρου, τα οποία δεν πρέπει πλέον να συζητούνται. Οφείλουν να παραμένουν ιδιωτικά και να τα μοιραζόμαστε με πολύ λίγους.
Άθελά του ωστόσο κατέδειξε σε όλους μας ότι καταστάσεις όπως αυτές μάς επιτρέπουν να αφήσουμε ένα παράθυρο ανοικτό για τις σκέψεις και τα συναισθήματα παικτών και προπονητών.
Αφενός γιατί δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την ιστορία τους, αφετέρου γιατί είναι άνθρωποι, με σάρκα και οστά, με το αίμα να βράζει και με δύσκολα χρόνια πίσω τους.
Εντυπωσιάζουν τα φώτα, τα γκολ, το ταλέντο, η επιτυχία. Την αθέατη πλευρά των αθλητών και δη των Πρωταθλητών δεν την βλέπουμε (σχεδόν) ποτέ. Ό,τι δεν ακούγεται, ό,τι δεν φαίνεται, δεν σημαίνει ότι παύει να υπάρχει. Ακόμα και το φως, όταν στέκεσαι πολύ κοντά του σε τυφλώνει. Γεμάτη οξύμωρα είναι η ιστορία, ένα οξύμωρο από κάθε άποψη είναι ο Σερντάν Σακίρι.
Ελβετός; Κοσοβάρος; Αλβανόφωνος του Κοσσυφοπεδίου; Αλβανός;
Η απάντηση είναι όντως πολύ περίπλοκη.
Στην ουσία όμως είναι και πολύ απλή, από οποιαδήποτε πλευρά της ιστορίας κι αν την κοιτάξεις.
Ποδοσφαιριστής.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
EURO 2020 | Face Control: Σερντάν Σακίρι
Γκράνιτ Τζάκα: Τελειοποιώντας το δικό του πρωτότυπο
Φώτης Στρακόσια: Γράμμα στο γιο μου / Μπλένταρ Κόλα: Όσα δεν ξέρετε για μένα
Ελίνα Τζένγκο: Ιδρώτας και κόπος! / Μιρέλα Μανιάνι: Καινούργια Εγώ