Αναμονή, αγωνία, προσμονή.
Κάθε φορά που καταλογίζεται ένα φάουλ σε απόσταση βολής έξω από τη μεγάλη περιοχή, ο χρόνος γίνεται σχετικός. Εχθρός και σύμμαχος εκείνου που καλείται να εκτελέσει, ατελείωτος για τον θεατή, τον οπαδό, εκείνους που παρακολουθούν από τον πάγκο.
Από τον νου του σπεσιαλίστα περνάνε χίλιες σκέψεις, θα ήθελε τα δευτερόλεπτα να κρατήσουν λίγο περισσότερο, να δει το όραμα της προσδοκίας του, ολόκληρη τη συναρπαστική και μεθυστική τελετουργία της εκτέλεσης. Συνήθως διώχνει τους συμπαίκτες, στήνει την μπάλα, επιλέγει σχεδόν ιερά την τούφα από το γρασίδι που τοποθετεί την μπάλα, περιμένει τον διαιτητή να ψεκάσει την γραμμή στο τείχος και μετράει αργά τα βήματα. Το βλέμμα του είναι στο τέρμα, σχεδιάζει την τέλεια τροχιά, νιώθει την καρδιά να χτυπάει πιο δυνατά, γιατί “ακούει” την αγωνία του κοινού, διαβάζει στο βλέμμα των παρατεταγμένων στο τείχος τον φόβο. Κι εκείνος φοβάται. Είναι το βάρος της ευθύνης, το επιφώνημα αποδοκιμασίας που θα ακολουθήσει από τους οπαδούς της δικής του ομάδας, εάν η εκτέλεση είναι αποτυχημένη.
Ο εκτελεστής, πριν αγγίξει την μπάλα, ξέρει ότι είναι ο θεματοφύλακας της ελπίδας. Και η ελπίδα είναι το μεγαλύτερο μέσο χειραγώγησης της μάζας.
Πολλές φορές εύχεται απλώς να περάσει το τείχος, να βρει εστία κι ας το βγάλει ο τερματοφύλακας. Στατιστικά μία στις πέντε εκτελέσεις βρίσκουν εστία. Το ξέρει, έχει επίγνωση ότι οι πιθανότητες δεν είναι μαζί του. Η δυσκολία του εγχειρήματος είναι μεγάλη, τα προαπαιτούμενα πολλά. Να μην φύγει ψηλά άουτ, να μην απογοητεύσει τους πάντες σουτάροντας στο τείχος, να εκτελέσει και δυνατά και τεχνικά και σημαδεύοντας. Είναι η στιγμή του, είναι από τις ελάχιστες φορές που απομονώνεται από το σύνολο. Είναι η άλλη διάσταση μιας προαναγγελθείσας ευκαιρίας, της απευθείας εκτέλεσης του φάουλ.
Μόνο όσοι είναι στο γήπεδο, όσοι έχουν βρεθεί σε αυτή τη θέση αντιλαμβάνονται την ιερουργία της στιγμής. Είναι από τις ελάχιστες φορές που μιλάνε τα μάτια. Εκεί κρύβεται ο διαχωρισμός των δυο κόσμων στο παιχνίδι. Τα μάτια του ανήσυχου τερματοφύλακα, τα μάτια του φοβισμένου τελευταίου στο τείχος, τα μάτια εκείνου που παίρνει φόρα να εκτελέσει. Καθηλωμένα, έντονα, πρόθυμα μάτια.
Οι αποστάσεις δεν είναι απλώς φυσικές, δεν είναι μέτρα. Είναι συναισθηματικά αυλάκια, μια σύγκρουση μεταξύ οικειότητας και συναισθηματικής επιθυμίας.
Το απευθείας φάουλ είναι κάθαρση. Μια άσκηση ζεν, κατά την οποία προσπαθείς να προσεγγίσεις το «Mu», το κενό.
Μόνο όσοι έχουν εξασκήσει το ταλέντο τους με ευλάβεια και εκνευριστική συνέπεια μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Εκείνοι που έμειναν μετά την προπόνηση να δοκιμάσουν εναλλακτικές εκτελέσεις, που “έψησαν” έναν από τους τερματοφύλακες να παραμείνει για να εξασκηθούν. Η φόρα, το τρέξιμο, η θέση, το πόδι στήριξης, η κίνηση του “καλού” ποδιού, το σημείο με το οποίο βρίσκει την μπάλα. Είναι όλα επιστήμη, όλα προϊόν επανάληψης, αηδιαστικής επανάληψης.
Ο Μέσι έμενε με τις ώρες μετά τις προπονήσεις στη Μασία για να εκτελέσει φάουλ. Έβλεπε σε βίντεο τα χτυπήματα του Ροναλντίνιο, του Μαραντόνα, του Πίρλο, προσπαθούσε να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίον χτυπούσε την μπάλα ο Πλατινί. Έναν δεν μπορούσε να “ξεπατικώσει” ο καλύτερος του κόσμου, τον Ζουνίνιο Περναμπουκάνο. Γιατί στις εκτελέσεις φάουλ εκείνος ήταν ο καλύτερος του κόσμου.
Μηχανική, “απλή”, “απέριττη” εκτέλεση. «Σαν ένα ποτήρι νερό», όπως έλεγε κι ένας δικός μας σπεσιαλίστας, ο “el Mago” Τσιάρτας.
Είναι διαφορετική η συναισθηματική εμπλοκή, όταν ο σουτέρ είναι αυτής της κατηγορίας. Δεν αρκεί να αναθεωρήσει για τα βήματα και το τελετουργικό, δεν χρειάζεται να απομνημονεύσει. “Βγαίνει”. Υπάρχει η μαγιά, η αρμονική σύνδεση νου και σώματος, η αδιόρατη σχέση με την αλχημεία της στιγμής, το άδειασμα του σώματος από την ένταση και η είσοδος στην άλλη διάσταση. Μετά απλώς ζωγραφίζει την γραμμή με προσοχή και ακρίβεια στον καμβά του εγκεφάλου. Δεν είναι η εκτέλεση αυτή καθ’ εαυτήν η μεγαλύτερη δυσκολία. Η προετοιμασία και η νιρβάνα είναι το ζητούμενο.
Είναι πάρα πολύ ιδιαίτερη η γοητεία της απευθείας εκτέλεσης φάουλ. Το πιο κοινότοπο, το λιγότερο ελκυστικό είναι η γεωμετρική του τελειότητα, η κωνική τομή που σχηματίζεται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της μπάλας από το πόδι του σουτέρ μέχρι το τέλος της τροχιάς της στα δίχτυα.
Μέσα σε αυτήν την ψυχρή γεωμετρική εικόνα υπάρχει ένα είδος υπαρξιακού υποστρώματος μιας πλαστικής αναπαράστασης της ιδέας της ολοκλήρωσης. Ανέκαθεν, όταν ξεπερνούνται εμπόδια, προκύπτει ένα αίσθημα ολοκλήρωσης.
Ακόμα κι ο θεατής καθόλα τα δευτερόλεπτα της πορείας της μπάλας σηκώνεται βαθμηδόν από τη θέση. Η μπάλα φεύγει, περνάει το φράγμα, ταξιδεύει προς το τέρμα και, εάν υπερκεράσει και το εμπόδιο του τερματοφύλακα, όλα μοιάζουν να αποκτούν νόημα. Είναι το συναίσθημα της ολοκλήρωσης, αυτό που νιώθουμε, όταν βρίσκουμε την τέλεια λέξη για να εκφράσουμε μια έννοια, το κλειδί για τη λύση μιας δύσκολης εξίσωσης.
«Το σωστό σουτ, αυτό που θα στείλει την μπάλα στα δίχτυα, το νιώθεις μέσα σου, σαν μόλις χτυπήσεις την μπάλα. Αν πατήσετε “pause” σε μια από τις εκτελέσεις φάουλ μου, μπορώ να θυμηθώ ακριβώς πού θα πάει η μπάλα. Είναι σαν το καλύτερο σημείο στο κύμα. Ξέρει ο σέρφερ πότε έρχεται. Υπάρχουν κι άλλα, όμως μόνο ένα είναι το σωστό. Είναι μια υπέροχη στιγμή, ένας θρίαμβος, γιατί, μόνο χτυπώντας την μπάλα με συγκεκριμένο τρόπο, σε συγκεκριμένο σημείο και με συγκεκριμένη δύναμη, ξεπερνάς το τείχος και την στέλνεις εκεί όπου θέλεις».
Ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο μόλις έδωσε τη δική του ερμηνεία στην επιστήμη της φυσικής. Περιστροφή, αδράνεια, βαρύτητα, κεντρομόλος δύναμη.
Μπορεί οι δικές του εκτελέσεις να μην έγιναν αντικείμενο πανεπιστημιακής μελέτης, όπως η εκτέλεση φάουλ του Ρομπέρτο Κάρλος στον Μπαρτέζ, αλλά είναι διαφορετικό το να το κάνεις κάθε φορά από το una tantum. Η École Polytechnique στο Παλαιζώ αποφάνθηκε ότι έχουμε να κάνουμε με φαινόμενο «Μάγκνους», με δημιουργία κάθετων δυνάμεων επί ενός άξονα περιστρεφόμενου κυλίνδρου που εκτίθεται σε ρεύμα αέρος. Έτσι εξηγήθηκε το φάουλ του Ρομπέρτο Κάρλος.
Τα φάουλ του Ζουνίνιο έμειναν στην σφαίρα του ανεξήγητου, διότι ήταν επαναλαμβανόμενα. Εικάζεται ότι χτυπούσε την μπάλα στη βαλβίδα. Παλιοί του συμπαίκτες έχουν τονίσει πως χτυπούσε την μπάλα με τεντωμένο το κουντεπιέ, σχεδόν το “έσερνε” στο χορτάρι.
Μυστικιστικά πεδία, πραγματικές βαλλιστικές ουτοπίες. Στα μάτια του θεατή, απλώς έργα τέχνης. Η μπάλα που αποσπάται λοξά από το πόδι και σαν κομήτης ταξιδεύει λαμπερή και αδυσώπητη προς το τέρμα, κάνοντας κύκλους πάνω από το τείχος, πριν τινάξει τα δίχτυα. Αριστουργήματα, σμιλεμένες καλλιτεχνικές υπερβάσεις.
Οι μόνοι που ίσως πλησίαζαν αυτόν τον τρόπο ήταν ο Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, λόγω του χτυπήματος στη βαλβίδα, και ο Αντρέα Πίρλο. Κανένας από τους δυο όμως δεν μπορούσε να κάνει την τέλεια συγχώνευση δύναμης και εφέ, όπως ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο.
Υπήρχε μια ωμή κομψότητα στην τεχνική του Βραζιλιάνου, ολόκληρο το σώμα του υποβαλλόταν στην ορμή του ποδιού. Η χάρη στην κίνηση του ενός χεριού που έδινε την εικόνα του τοξοβόλου, η στροφή της λεκάνης προς την τροχιά, το σχεδόν ναρκισσιστικό τικ της εμβληματικής κίνησης με το αδύναμο πόδι να σηκώνεται για λίγα εκατοστά στον αέρα. Όλα σε ένα περίβλημα ψυχραιμίας, κρύου αίματος, μια μινιμαλιστική προσέγγιση της τελειότητας των συμβολισμών.
Κατέληξε μια γκροτέσκα ιστορία μίμησης η εκτέλεση του Ζουνίνιο. Άπιαστη και αδιανόητη. Και μετέτρεψε τον Βραζιλιάνο σε έναν από τους ελάχιστους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών που κατατάσσονται στην κατηγορία των world class δίχως να είναι ποτέ τέτοιοι.
Ο Ζουνίνιο εφηύρε τον ποδοσφαιριστή-εκτέλεση φάουλ. 135 γκολ σκόραρε σε ολόκληρη την καριέρα του, τα 75 ήταν με απευθείας εκτέλεση φάουλ, τα τέσσερα πίσω από τα 40 (!) μέτρα απόσταση. Καθόρισε μια ολόκληρη γενιά επιγόνων, δημιούργησε “σχολή”, απομόνωσε το φάουλ από όλους τους υπόλοιπους τομείς του παιχνιδιού, το έκανε μια τέχνη που οδηγεί στη δόξα.
Ποτέ άλλοτε, πριν τον Ζουνίνιο, ένα φάουλ πέριξ της περιοχής δεν ισοδυναμούσε με πανάκεια. Ο Βραζιλιάνος προσέφερε μια δυνατότητα λύτρωσης, έναν τρόπο διαφυγής. Οι συμπαίκτες ήταν κουρασμένοι, αποκαρδιωμένοι, καταπονημένοι, αλλά μόλις ο διαιτητής σφύριζε το φάουλ σε λογική απόσταση από την εστία, τα πρόσωπα φωτίζονταν, το άγχος πετούσε μακριά.
Με τα χρόνια, το ποδόσφαιρο άλλαξε, διαρκώς μεταλλάσσεται. Διαφορετικές μπάλες, νέοι κανονισμοί, το σπρέι για την απόσταση στο τείχος, η μόδα με τον ξαπλωμένο ποδοσφαιριστή πίσω από το τείχος για να αποφευχθεί και η εκτέλεση πάνω από το τείχος.
Αυτό που δεν έχει αλλάξει και δεν πρόκειται να αλλάξει καμία τεχνολογία, εξέλιξη ή πρόοδος, αυτό που κανένας νεωτερισμός δεν θα έχει ποτέ τη δύναμη να ξύσει είναι η μαγεία εκείνης της στιγμής, η εγγενής γοητεία της, η αναγωγή στην παιδική φαντασία μιας χειρονομίας γεμάτης ομορφιά και ποίηση:
Ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο παίρνει την μπάλα, τη θωπεύει και την στήνει ευλαβικά στην εκλεκτή του τούφα από χορτάρι. Γκολ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ένας Εναντίον Όλων
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro