Την πρώτη φορά που είδα τον Λευτέρη Μαντζούκα, ήταν δεν ήταν επτά ετών. Από εκείνη τη μέρα, από την πρώτη στιγμή που έπιασε τη μπάλα και τον τρόπο που την άγγιξε, έδειχνε ξεχωριστός.
Είμαι στον χώρο του μπάσκετ εδώ και χρόνια. Αρχικά ως παίκτης και πλέον ως προπονητής. Δεν χρειάστηκαν πολλά λεπτά για να διαπιστώσω ότι αυτό το παιδί ήταν διαφορετικό και είχε ήδη αξιοζήλευτη επαφή με το άθλημα.
Σούταρε σαν έφηβος, δίχως να του έχει δείξει ποτέ κανένας πώς να το κάνει.
Αντικρίζοντας ένα τέτοιο παιδί με ολοφάνερο ταλέντο, κλίση και προοπτική, σκέφτηκα το δικό μου ξεκίνημα, διότι εγώ δεν είχα εύκολα παιδικά χρόνια στο μπάσκετ.
Δεν είχα κάποιον να με στηρίξει πρακτικά και, κυρίως, ψυχολογικά. Από τη μέρα που ίδρυσα την ακαδημία μου στα Ιωάννινα, είχα στο μυαλό μου να προσφέρω σε παιδιά τη βοήθεια για να εξελίξουν το ταλέντο και την προσωπικότητά τους. Αποφεύγοντας κάποια λάθη που έγιναν με εμένα στα πρώτα βήματά μου.
Ο Λευτέρης ξεχώριζε. Αμέσως θυμήθηκα, από την εμπειρία μου στο κολεγιακό πρωτάθλημα των Η.Π.Α., το πώς προσέγγιζαν οι Αμερικανοί ένα ταλέντο.
Έτσι θα ήθελα να έχουν προσεγγίσει εμένα. Δεν συνέβη και επιθυμώ πια να μεταφέρω αυτή την εμπειρία στα νέα παιδιά.
Η Αμερική, τα χρόνια που ήμουν εγώ εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ήταν μεγάλο σχολείο.
Βεβαίως, συχνά ήταν και… στρατός! Προπονήσεις σε συνθήκες στρατοπέδου. Αν απουσίαζες από το μάθημα, όλη η ομάδα έτρεχε την επόμενη φορά τρία ή έξι μίλια στο κρύο!
Αυτά τα πράγματα, τότε, δεν φανταζόσουν ότι θα μπορείς να τα εφαρμόσεις σε παιδιά δέκα ή έντεκα ετών στην Ελλάδα.
Όταν στο πανεπιστήμιο ζήτησαν από εμένα και κάποιους συμπαίκτες μου να προπονήσουμε ομάδες juniors, «σφηνώθηκε» στο μυαλό μου η ιδέα της προπονητικής και της ενασχόλησης με ακαδημίες, όταν επιστρέψω στη χώρα.
Ο Λευτέρης Μαντζούκας έδειχνε να είναι ο ίδιος, από μόνος του, αφοσιωμένος από την ηλικία του δημοτικού. Λάτρευε την προπόνηση και δεν ήθελε να βγει από το γήπεδο.
Από μικρός μπορούσε να παίξει σε πολλές θέσεις. Ήταν ο ψηλότερος στην ηλικιακή κατηγορία του, δεν είχε μεγάλο ανταγωνισμό, λόγω της έφεσης στο σκοράρισμα και πάντα αγωνιζόταν εναντίον μεγαλύτερων αντιπάλων. Ομολογώ ότι, κοιτώντας τον, έλεγα από μέσα μου «εδώ είμαστε. Εδώ υπάρχει κάτι ιδιαίτερο».
Μεγάλο πλεονέκτημα ήταν πως, σε αντίθεση με άλλα παιδιά, για τον Λευτέρη δεν χρειαζόταν τα δύο-τρία πρώτα χρόνια της ενασχόλησής του να τον πείσουμε να αγαπήσει το άθλημα.
Ήταν εκεί επειδή ήδη το λάτρευε και είχε αποκτήσει έναν σκοπό. Ήταν αφοσιωμένος και αυτό τον έφερε πια ως τον Παναθηναϊκό.
Από την ηλικία των οκτώ ετών, ο Ματζούκας ήταν πιο ώριμος από τους συνομήλικούς του. Είχε τη σκέψη και τη νοοτροπία ενός εφήβου. Δεν το συναντάς εύκολα αυτό στα σύγχρονα πιτσιρίκια.
Ήταν πειθαρχημένος δίχως να του το επισημαίνεις. Ήξερε πως από τον τρόπο που δούλευε ήθελε να φτάσει ψηλά και κανένας δεν μπορεί να προσδιορίσει το «ταβάνι» του.
Αυτό συνεχίζεται και στις μέρες μας και κάθε χρόνο κάνει άλματα βελτίωσης. Κάθε χρόνο γίνεται καλύτερος σε κάτι, είτε αγωνιστικά είτε σωματικά.
Είναι παιδί που αυτή τη στιγμή παίζει στις θέσεις «3» και «4», ωστόσο έχω την αίσθηση πως μπορεί να βγει και πιο έξω από το καλάθι και να ανεβάσει κι άλλο τη δημιουργία του. Αυτό που έλεγα πάντα ήταν πως θα ήθελα να τον δω να εξελίσσεται στον ρόλο του Θοδωρή Παπαλουκά.
Ακόμη ψηλώνει, «δένει» το κορμί του και τον βοήθησε και η απόφαση να ακολουθήσει την προτροπή μας να ασχοληθεί στα πρώτα εφηβικά χρόνια του και με τον στίβο.
Ο στίβος τού επέτρεψε να «χτίσει» το κορμί του. Εκεί έμαθε να τρέχει, να σταματά. Και η όλη διαδικασία έγινε λίγο… μπελάς, διότι κατέβαινε σε αγώνες και κέρδιζε διαρκώς μετάλλια. Λέγαμε χαριτολογώντας ότι θα ζοριστούμε να τον πείσουμε τελικά να αφοσιωθεί στο μπάσκετ!
Είχε ταλέντο και στα σπριντ και στα άλματα, ενώ κατέκτησε μετάλλια και στη σφαιροβολία.
Σε ηλικία 12 ετών ο Προμηθέας τον απέκτησε από τον Θρύλο Ιωαννίνων και δεν κρύβω ότι αρχικά είχα μία ανασφάλεια για τη μετακόμισή του στην Πάτρα.
Ήταν μία περίοδος στην οποία τον είχαν στα μπλοκάκια τους και ομάδες όπως η Ρεάλ Μαδρίτης και ο Ολυμπιακός.
Όμως, εκτός από την εξαιρετική προσπάθεια που γίνεται στις ακαδημίες του Προμηθέα, ο ίδιος ο Λευτέρης δεν είχε καμία δεύτερη σκέψη, πολύ απλά γιατί εξαρχής αυτός ήταν ο στόχος του.
Προσαρμόζεται παντού, δεν έχει τον φόβο να τον «πάρει από κάτω» σε ένα νέο περιβάλλον και δεν αισθάνεται καμία ψυχολογική πίεση. Παράλληλα, είναι τέτοιος ο χαρακτήρας του που δεν τον επηρεάζει αρνητικά η προβολή ή τα social media. Έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση η οποία δεν πηγάζει μόνο από το ταλέντο, αλλά και από τους τόνους ιδρώτα που έχει ρίξει στο παρκέ.
Γνωρίζει ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα με τη μπάλα στα χέρια και το ότι το όνομά του ακουγόταν εδώ και δύο-τρία χρόνια δεν τον άγγιζε. Με τον ίδιο τρόπο, δεν πιστεύω πως η μετεγγραφή του στον Παναθηναϊκό θα τον αφήσει να επαναπαυτεί.
Είναι τόσο αφοσιωμένος που δεν επιτρέπει στον εαυτό του να εφησυχάσει. Αντίθετα, κοιτά πάλι το επόμενο βήμα, τη νέα πρόκλησή του. Όπως κάθε παιδί στη θέση του, ο Μαντζούκας πρέπει να μείνει ταπεινός, να μη νομίζει ότι έφτασε κάπου. Άλλωστε, τίποτα δεν χαρίζεται σε κανέναν.
Δεν υπάρχει περίπτωση να «ψωνιστεί», όπως λέμε, και θα δει και τον Παναθηναϊκό ως ένα νέο «σκαλοπάτι» για να γίνει καλύτερος.
Σε έναν σύλλογο όπως ο Παναθηναϊκός θα τον βοηθήσουν και οι νέοι συμπαίκτες του. Θα συναντήσει έμπειρους αθλητές, τους οποίους μόνο και μόνο να παρατηρείς πώς αντιμετωπίζουν την προπόνηση, μαθαίνεις κάτι πολύτιμο.
Θα δει πώς εκείνοι προσέχουν τον εαυτό τους και αυτό μόνο καλό μπορεί να του κάνει.
Με τον ίδιο τρόπο, ο Προμηθέας εξελίχθηκε στο ιδανικό σκαλοπάτι για τον Λευτέρη Μαντζούκα, διότι του πρόσφερε χρόνο συμμετοχής. Μάθαινα ότι πολλές φορές έκανε τρεις προπονήσεις τη μέρα, με το παιδικό, το εφηβικό τμήμα και με την ανδρική ομάδα.
Ήταν ηλικιακά στην κατηγορία των Παίδων και αγωνιζόταν με τους Εφήβους. Έλαβε τις ευκαιρίες του με την πρώτη ομάδα και τον Φεβρουάριο του 2018, εναντίον του Πανιωνίου, έγινε ο νεαρότερος σκόρερ στην Α1 σε ηλικία 14 ετών και επτά μηνών!
Μία πρώτη παρακαταθήκη του είναι πως αν και έφηβος, έχει πολλά ματς στα πόδια του και στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ο Παναθηναϊκός με τον σχεδιασμό και τους στόχους που έχει, μπορεί να του προσφέρει χρόνο.
Βάζω το χέρι μου στη φωτιά για την εργατικότητα του Λευτέρη και λίγοι αθλητές στην Ελλάδα δουλεύουν τόσο σκληρά όσο εκείνος.
Το έκανε και το αγαπούσε από πιτσιρικάς, όταν έκανε προπόνηση με τρία τμήματα της ομάδας μας, πήγαινε για στίβο και το βραδάκι έπαιρνε τον παππού του και πήγαινε στην παιδική χαρά για σουτάκια!
Προέρχεται από μία εξαιρετική οικογένεια, πολύ «δεμένη». Οι γονείς του βρίσκονταν πάντα δίπλα του, με τον σωστό τρόπο. Αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή του.
Δεν υπάρχει περίπτωση να «καθίσει» πάνω σε συμβόλαια και στην αρχική καταξίωση μίας ομάδας όπως ο Παναθηναϊκός.
Αν κρατήσει το κεφάλι του χαμηλά, μπορεί να μπει στην ίδια πρόταση για ξεκίνημα καριέρας με ονόματα σαν των Μποντίρογκα, Ρίκι Ρούμπιο και Λούκα Ντόντσιτς, οι οποίοι ήταν βασικοί στις ομάδες τους από τα 17 τους.
Θα είναι πολύτιμες οι συμβουλές παραγόντων του Παναθηναϊκού όπως οι Δημήτρης Διαμαντίδης και Φραγκίσκος Αλβέρτης, οι οποίοι και έμπειροι είναι και προφανώς κάτι είδαν μαζί με τον κόουτς Γιώργο Βόβορα, για να επιλέξουν τον Λευτέρη.
Ο σύλλογος δείχνει να είναι σε κατάσταση «ελληνοποίησης». Αυτό ενδεχομένως θα δώσει ευκαιρίες στο παιδί και γι’ αυτό εκτιμώ πως ο Παναθηναϊκός ήταν μία πολύ καλή καλύτερη επιλογή.
Υπάρχουν μεν πολλά παραδείγματα νέων παικτών που, κατά το κοινώς λεγόμενο «κάηκαν» γιατί αποκτήθηκαν κυρίως για να μην τα πάρει ένας αντίπαλος. Όμως είναι στο χέρι του Μαντζούκα να πείσει για να κερδίσει τις ευκαιρίες του.
Στο εξωτερικό οι ομάδες ρίχνουν τα παιδιά «στα βαθιά» βάσει νοοτροπίας. Εκεί υπάρχει υπομονή, συγκεκριμένες απαιτήσεις και για αυτό τα ταλέντα δεν πάνε χαμένα.
Οι κορυφαίες ομάδες στην Ελλάδα δεν έδιναν μεγάλη βάση στις ακαδημίες, αν και τα τελευταία χρόνια αυτό έχει αλλάξει. Ελπίζω να έχει γίνει με στόχο την ανάδειξη παικτών και όχι για το πρεστίζ ενός τίτλου στο εφηβικό πανελλήνιο πρωτάθλημα…
Το βασικό θέμα είναι το κάθε παιδί, ο κάθε Λευτέρης Μαντζούκας και τα υπόλοιπα 100 παιδιά που έρχονται από την παραγωγική διαδικασία του ελληνικού μπάσκετ να μην μπουν στη λογική ότι μία μετεγγραφή στον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό στα 15 ή τα 16 τους είναι το παν.
Να μην μετρά η «λεζάντα», ώστε να εξακολουθήσουν να κάνουν σταθερά βήματα προόδου. Είναι σημαντικό οι ίδιοι και οι οικογένειές τους να επιλέγουν ομάδες που θα βοηθούν τους νέους στην εξέλιξή τους.
Να αποφασίσουν να παίξουν σε συλλόγους που μπορούν να γίνουν για αυτά τα παιδιά «σκαλοπάτι» για κάτι περισσότερο. Είτε αυτό λέγεται Θρύλος Ιωαννίνων είτε μία ομάδα μικρότερης κατηγορίας.
Ο Μαντζούκας άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά διότι βρέθηκε σε ομάδες που του έδωσαν αυτή την ευκαιρία και το παιδί ζούσε από τα οκτώ χρόνια του για ό,τι επακολούθησε. Αυτό θα κάνει και τώρα στον Παναθηναϊκό.
Είναι πολύ δύσκολο στις μέρες μας να «βγάλεις» νέα ταλέντα και αυτό προαπαιτεί εξαιρετική συνεννόηση προπονητή-γονέων.
Όταν αυτές οι δύο πλευρές συμβαδίζουν και βρίσκονται στην ίδια σελίδα, δεν θα αναδείξεις απλώς έναν καλό αθλητή, αλλά έναν καλό μαθητή και έναν ακόμη καλύτερο άνθρωπο.
Όπως είναι μέχρι σήμερα ο Λευτέρης Μαντζούκας, ο οποίος αναζητά τον κερδισμένο και όχι τον χαρισμένο σεβασμό. Σέβεται τα παπούτσια που φορά, την μπάλα που κρατά, τον συμπαίκτη στην ομάδα του και, πάντοτε, κάθε προπονητή του.
Αυτή είναι η βάση του. Η σωστή βάση για να προκόψει ο καθένας μας, σε κάθε τομέα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: Κυνήγησε το όνειρό σου
Βαγγέλης Τζόλος: Ο ξεχωριστός Αλεκσέι Ποκουσέφσκι
Γιάννης Σιούτης: Ο πρώτος μου κόουτς» / Ανδρέας Κουτσούρης: Ακολουθώντας Τα Όνειρά Τους