Τον Δεκέμβριο του 2019 ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στην Ψυχολογία στο Νορθ Καρολάινα Στέιτ και το επόμενο φθινόπωρο θα συνεχίσω το μεταπτυχιακό μου στην Αγγλία, στην Αθλητική Ψυχολογία.
Αν και δεν διαθέτω ακόμα εμπειρία, θα μπορούσα να πω σε κάποιον που πιθανόν να ζητούσε την άποψή μου, τρόπους για το πώς θα διαχειριζόταν την κατάσταση του εγκλεισμού τόσες ημέρες στο σπίτι, λόγω κορονοϊού, και ποια θα μπορούσε να ήταν η λύση στις αλλαγές που είχαν προκύψει στην καθημερινότητά του.
Άλλωστε, δεν διαφέρω σε κάτι από τους ανθρώπους που είδαν τα πλάνα τους να αλλάζουν από τη μία στιγμή στην άλλη.
Όταν επί είκοσι δύο χρόνια έχεις μάθει να βρίσκεσαι μέσα στο νερό και μένεις στο σπίτι και εκτός πισίνας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, νιώθεις κάπως διαφορετικά…
Υπό άλλες συνθήκες, αυτή την περίοδο θα περνούσα ατελείωτες ώρες στο κολυμβήτηριο. Θα ετοιμαζόμουν για το ταξίδι στη Βουδαπέστη όπου στις 11 Μαΐου 2020 θα γινόταν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα υγρού στίβου. Στη συνέχεια θα επέστρεφα στην Αθήνα να προετοιμαστώ για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο.
Τελικά, δεν θα διεξαχθεί καμία από τις δύο διοργανώσεις. Η πρώτη αναβλήθηκε και μετατέθηκε για τον Μάιο του 2021, ενώ, όπως είναι ήδη γνωστό, οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα διεξαχθούν επίσης το καλοκαίρι του 2021.
Παραμένω, λοιπόν, εδώ.
Ήρεμος. Χωρίς προπονήσεις. Με αρκετά ερωτηματικά, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, για το μέλλον, αλλά υγιής. Ναι, υγιής! Γιατί πάνω απ’ όλα είναι οι άνθρωποι και η υγεία! Το λέω και θα συνεχίσω να το λέω.
Δεν είναι ούτε τα μετάλλια, ούτε οι ευρωπαϊκοί αγώνες, ούτε οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Είναι οι άνθρωποι!
Ένα από τα πράγματα που παρατήρησα στο διάστημα της καραντίνας ήταν ότι κυκλοφόρησαν αρκετά fake news. Ιστορίες που δημιουργούσαν σύγχυση στους πολίτες, στο τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν για τη διασφάλιση της υγείας τους και την αποφυγή της διασποράς του ιού.
Το σωστό, όμως, ήταν και είναι να ακούμε τους ειδικούς. Κυρίως, να έχουμε υπομονή. Η κατάσταση ήταν και παραμένει πέραν των δυνατοτήτων μας. Δυστυχώς, είναι ένας αόρατος εχθρός που έχει δημιουργήσει αγωνία και μεγάλο προβληματισμό.
Μέσα απ’ αυτήν την κατάσταση, όμως, ίσως βγει κάτι θετικό. Κάτι που ίσως να μας ωθήσει να μη μείνουμε άπραγοι στο μέλλον. Κάτι που μπορεί να μας κάνει να επαναπροσδιορίσουμε τα «θέλω» και τα «πρέπει» μας.
Άλλωστε, όλοι ή σχεδόν όλοι είχαμε άφθονο χρόνο στη διάθεσή μας, να ασχοληθούμε με πράγματα που δεν μπορούσαμε να κάνουμε στο παρελθόν.
Να αφιερώσουμε χρόνο στην οικογένειά μας, αλλά και στον εαυτό μας. Να τον δούμε καλύτερα, να σκεφτούμε περισσότερο, να κάνουμε την ανασκόπηση των πεπραγμένων μας.
Προσωπικά, μου δόθηκε η δυνατότητα να αγαπήσω ξανά το κολύμπι. Ναι, να το αγαπήσω! Όχι πως είχε σταματήσει η αφοσίωσή μου σ’ αυτό. Απλά οι αθλητές, όταν μπαίνουμε στη φάση του πρωταθλητισμού, πολλές φορές «χανόμαστε» μέσα σ’ αυτόν.
Χανόμαστε στον στόχο μας. Στις σκληρές προπονήσεις, στην κόπωση, στις οδηγίες των προπονητών, στην αγωνία για το αποτέλεσμα. Στην κατάθεση του σώματος και της ψυχής μας.
Στην κολύμβηση, ο αγώνας ενός αθλητή, διαρκεί μία στιγμή. Στο δικό μου αγώνισμα, το πολύ δύο λεπτά. Όταν έρθει, συνεπώς, αυτή η «στιγμή», πρέπει να είσαι έτοιμος για την τέλεια κούρσα. Σωματικά και ψυχολογικά.
Να μην σκέφτεσαι τίποτα. Να είσαι εκεί. Δε φαντάζεστε πόσες ώρες προπόνησης έχουν προηγηθεί για να τελειοποιήσω αυτά τα δύο λεπτά. Πόσο πολύ χρειάζεται να δουλέψω με τον εαυτό μου.
Η τελευταία διετία ήταν πολύ έντονη. Το πρόγραμμά μου ήταν γεμάτο υποχρεώσεις. Σπουδές-προπόνηση-αγώνες, προπόνηση-αγώνες-σπουδές. Είχα «χαθεί» μέσα σ΄αυτό.
Τώρα που η καθημερινότητά μου είναι διαφορετική, έχω τη δυνατότητα να δω τα πράγματα από την αρχή. Να δω το κολύμπι, να θυμηθώ γιατί ξεκίνησα, να μου λείψει. Ναι, να μου λείψει. Είναι άλλωστε 22 χρόνια από τη ζωή μου! Είναι 22 χρόνια αγάπης και πάθους.
Φυσικά, σ΄αυτό το διάστημα είχα τον χρόνο να ξεκουραστώ από τις συνεχείς αγωνιστικές υποχρεώσεις. Από το 2015, κι αφού είχαν ξεκινήσει και οι σπουδές μου στο πανεπιστήμιο, πρώτα στην Αθήνα και στη συνέχεια στην Αμερική, οι υποχρεώσεις μου έγιναν περισσότερες.
Η μία ή οι δύο εβδομάδες που είχα στη διάθεσή μου να ξεκουραστώ συνήθως δεν ήταν αρκετές. Κάποιες φορές δεν ήθελα κι εγώ να είναι παραπάνω.
Η κατάσταση αυτή, έγινε τελικά η «αφορμή» για να ξεκουραστώ. Να ηρεμήσει το σώμα και το μυαλό μου, ώστε, όταν μπω ξανά στους γνωστούς ρυθμούς, να κάνουμε με τον προπονητή μου, κ. Αλέξανδρο Νικολόπουλο, τον προγραμματισμό μας με ορίζοντα τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο.
Αυτός είναι ο μεγάλος στόχος για μένα. Η συμμετοχή μου στη μεγάλη γιορτή του αθλητισμού.
Η ενασχόλησή μου με την κολύμβηση ξεκίνησε σε ηλικία τριών ετών, όμως, ποτέ δεν είχα στο μυαλό μου όλα όσα έχουν συμβεί μέχρι σήμερα.
Αν μάλιστα γυρνούσα πίσω τον χρόνο στην ηλικία των δέκα ετών και με ρωτούσαν αν είχα ως στόχο να αγωνιστώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες, θα έλεγα «μπορεί». Τώρα, όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Η αρχή της διαδρομής στον αθλητισμό είναι περίπου ίδια με την αρχή όλων των αθλητών.
Ξεκίνησε με την κλασική ερώτηση που κάνουν οι μαμάδες στους γιατρούς («ποια θεωρείται ότι είναι η καλύτερη άσκηση για το παιδί μου;»), συνεχίστηκε με τη «γκρίνια» μου στους γονείς μου («γιατί η αδερφή μου κολυμπάει και όχι εγώ;») και κατέληξε τους χειμώνες να βρίσκομαι στο κολυμβητήριο της Γλυφάδας και τα καλοκαίρια στη θάλασσα και τη φουσκωτή πισίνα που είχε «στήσει» η οικογένειά μου στο εξοχικό.
Όσο περνούσαν τα χρόνια, η αγάπη που υπήρχε για το υγρό στοιχείο άρχισε να γίνεται μεγαλύτερη. Να είναι διαρκής και να κρατάει μέχρι σήμερα.
Ακόμα εξακολουθώ να ανυπομονώ για την ώρα της προπόνησης, ανεξαρτήτως της κόπωσης που νιώθω κάποιες φορές. Δε θα σας κρύψω πως υπάρχουν αθλητές, οι οποίοι λόγω αυτής της κόπωσης και της ψυχολογικής φθοράς που δημιουργεί ο πρωταθλητισμός, πολλές φορές μονολογούν «πάλι θα πάω για προπόνηση…», ή αναρωτιούνται «μήπως κουράζομαι τσάμπα; Μήπως δεν αγαπάω τόσο αυτό που κάνω;».
Προσωπικά δεν έχω βρεθεί σ΄αυτήν τη θέση. Ίσως επειδή έχω ήδη απαντήσει στον εαυτό μου στο ερώτημα γιατί κάνω αυτό που κάνω. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος: Την κολύμβηση την αγαπάω! Κι από τη στιγμή που την αγαπάω, δεν με κουράζει.
Θα έλεγα μάλιστα, ότι από ένα σημείο και μετά, το κολύμπι έγινε το πάθος μου.
Αν και γνωρίζω πως ο πρωταθληματισμός έχει ημερομηνία λήξης και κάποια στιγμή θα κλείσει ο κύκλος του, δεν μπορώ να με φανταστώ έξω από το νερό.
Θεωρώ σίγουρο πως θα συνεχίσω να αθλούμαι. Άλλωστε αυτό που αγάπησα ήταν η κολύμβηση. Ο πρωταθλητισμός ήταν απλά κάτι που προέκυψε.
Η μετάβαση από τον αθλητισμό στον πρωταθλητισμό άρχισε όταν έγινα 12 χρόνων. Την περίοδο που βρέθηκα από τον Α.Ν.Ο.Γ. στον Αθλητικό Ναυτικό Όμιλο Αργυρούπολης.
Εκεί γνώρισα τους προπονητές μου, τον κ. Βαγγέλη Κοζομπόλη, τον κ. Δημήτρη Αθυμαρίτη και τον κ. Αλέξανδρο Νικολόπουλο. Άνθρωποι οι οποίοι με έβαλαν στη διαδικασία να σκεφτώ και να δω πιο ψηλά, οδηγώντας με στο επίπεδο που έχω φτάσει σήμερα.
Ο κ. Αλέξανδρος Νικολόπουλος παραμένει προπονητής μου μέχρι σήμερα και στην τρέχουσα σεζόν, λόγω κάποιων θεμάτων που προέκυψαν με τον Α.Ν.Ο.Α., φύγαμε από την Αργυρούπολη και ενταχθήκαμε στο δυναμικό του Ομίλου Φιλάθλων Νέας Ιωνίας (Ο.Φ.Ν.Ι.).
Η σχέση που έχω μαζί του θα μπορούσα να πω ότι είναι σχέση πατέρα με γιο. Συνεργαζόμαστε τόσα χρόνια -πιο πολύ βλέπω εκείνον παρά τους γονείς μου! Περνάμε ατελείωτες ώρες μαζί. Μπορεί να βρίσκεται έξω από το νερό, αλλά κι αυτός παλεύει όσο κι εγώ. Ζούμε την ίδια αγωνία.
Τον συμβουλεύομαι ακόμα και σε θέματα που δεν αφορούν τον αθλητισμό. Απλές σκέψεις που με προβληματίζουν. Μιλάμε χωρίς να αλλάζουν οι ρόλοι μας. Εκείνος είναι πάντα ο προπονητής μου κι εγώ είμαι πάντα ο αθλητής του.
Μεταξύ μας έχει αναπτυχθεί μια σχέση ισορροπίας, κατανόησης και καλής συνεργασίας, κάτι πολύ σημαντικό για έναν αθλητή κι έναν προπονητή, ειδικά στα ατομικά αθλήματα στα οποία κάνεις πρωταθλητισμό.
Ο πρωταθλητισμός είναι πολύ δύσκολος. Έχει πολλές πλευρές. Έχει πολλά πρέπει. Πρέπει ο αθλητής να συμπεριφέρεται ως πρωταθλητής, μέσα κι έξω από το νερό.
Να ακολουθεί έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, να προσέχει τι τρώει, πότε τρώει, τι ώρα θα κοιμάται, πόσες ώρες χρειάζεται για να ξεκουραστεί το σώμα του. Να παρακολουθεί αν ενυδατώνεται σωστά ο οργανισμός του, να γυμνάζεται σωστά και να προσέχει να μην κάνει κάτι που θα οδηγήσει σε τραυματισμό.
Να είναι «στρατιώτης». Έχω πάντα στο μυαλό μου αυτό που έλεγε ο πατέρας μου: «Είσαι στρατιώτης»!
Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι δεν αρκεί μόνο η θέληση και η προσπάθεια του αθλητή. Χρειάζεται και η στήριξη, κατανόηση και συνεργασία από την οικογένειά του όχι μόνο σε πρακτικά θέματα, αλλά κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο.
Την ίδια στιγμή βέβαια, πρέπει να κρατάς και τις ισορροπίες στην κοινωνική σου ζωή. Να κρατάς την επαφή σου με τους δικούς σου ανθρώπους. Να βγαίνεις έξω, να κάνεις κάτι διαφορετικό για να «ξεφύγει» το μυαλό. Αν δεν το κάνεις, κινδυνεύεις να «χαθείς». Να μείνεις μόνος σου.
Μέσα σ’ ένα τέτοιο πρόγραμμα, φυσικά θα υπάρξουν και στιγμές μεγάλης πίεσης. Εκείνες που θα σε οδηγήσουν στα άκρα.
Μια τέτοια περίοδο βίωσα στη διάρκεια της εφηβείας μου. Στην αρχή του 2010. Εκείνη την περίοδο, αγωνιστικά δεν πήγαινα και τόσο καλά. Παράλληλα, είχε αρχίσει να με απασχολεί έντονα και το θέμα των σπουδών, το τι θα έκανα στο Λύκειο και τις Πανελλήνιες.
Κάποια στιγμή πιέστηκα αρκετά και σταμάτησα για μερικές ημέρες τις προπονήσεις. Δεν ήμουν και πολύ θετικός να ξεκινήσω ξανά. Σ’ αυτήν την ηλικία είναι σύνηθες φαινόμενο, κυρίως για τους μαθητές του Λυκείου που κάνουν πρωταθλητισμό, να πιέζονται παραπάνω.
Πολλοί μπαίνουν σε δίλημμα τι να διαλέξουν. Τον αθλητισμό ή τις σπουδές τους…
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, η εκπαίδευση δεν συμβαδίζει εύκολα με την άθληση. Δεν διευκολύνονται οι μαθητές-αθλητές κι έτσι, τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν και παράλληλα να συνεχίσουν να κάνουν πρωταθλητισμό, φτάνουν στα όριά τους. Στο τέλος, πρέπει να αποφασίσουν πού θα δώσουν προτεραιότητα.
Πολλοί ταλαντούχοι αθλητές έχουν σταματήσει εξαιτίας αυτής της κατάστασης. Όπως έχουν σταματήσει και αθλητές μικρότερης ή και μεγαλύτερης ηλικίας, γιατί δεν μπορούσαν οι οικογένειές τους ή οι ίδιοι να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές απαιτήσεις του πρωταθλητισμού.
Όσοι είναι «έξω από τον χορό», δεν γνωρίζουν τα έξοδα που υπάρχουν. Δεν είναι μόνο η συνδρομή στο κολυμβητήριο, η οποία συνήθως καλύπτεται από τους συλλόγους. Είναι η γυμναστική με ειδικά προγράμματα σε γυμναστήρια, οι φυσικοθεραπείες, η ειδική διατροφή, ο εξοπλισμός, τα έξοδα συμμετοχής σε διεθνείς αγώνες.
Είναι μια μεγάλη λίστα μ’ έναν σημαντικό προϋπολογισμό. Κάποιοι δεν αντέχουν. Η αλήθεια είναι δεν υπάρχει και η ανάλογη πρόβλεψη από την Πολιτεία για την ενίσχυση των αθλητών. Έτσι, μοναδική λύση είναι οι χορηγοί.
Αν δεν υπάρχουν χορηγοί, που ευτυχώς στη δική μου περίπτωση υπάρχουν -η Arena, η Generali, και πρόσφατα η W Marine και το My Market που καλύπτουν κάποιες από τις ανάγκες μου-, είναι πολύ δύσκολο να καλυφθούν όλα τα έξοδα.
Μέχρι, όμως, να φτάσεις στο σημείο να αποκτήσεις χορηγούς, θα έχεις περάσει από την πίεση που προανέφερα. Την πίεση την οποία αισθάνεσαι, όταν πρέπει να διαλέξεις μεταξύ σπουδών και αθλητισμού.
Προσωπικά, αυτή την πίεση την ξεπέρασα πολύ γρήγορα. Μόλις συνειδητοποίησα πως δεν υπήρχαν σοβαροί λόγοι για να αφήσω στη μέση αυτό που είχα ξεκινήσει. Όσο μεγάλη κι αν ήταν η κούρασή μου, όσο μεγάλη κι αν ήταν η πίεσή μου, δεν θα τα παρατούσα!
Από την άλλη βέβαια, δεν μπόρεσα να βγάλω εντελώς απ’ το μυαλό μου τις σκέψεις σχετικά με το πώς θα διαχειριζόμουν τις σχολικές υποχρεώσεις, ταυτόχρονα με τις προπονήσεις.
Κι από την στιγμή που στην Ελλάδα ήταν σχεδόν αδύνατο να κάνω αυτό που ήθελα όπως ήθελα, στο Λύκειο μου «μπήκε» η ιδέα να φύγω για την Αμερική.
Ίσως φανεί σκληρό αυτό που θα πω, αλλά έχω διαπιστώσει ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει σεβασμός από την Πολιτεία προς τους αθλητές. Υπάρχει πάντα ένας διαχωρισμός. Ο ερασιτεχνικός αθλητισμός και ο επαγγελματικός.
Αυτό δεν συμβαίνει σε άλλες χώρες. Στις περισσότερες όλα τα σπορ αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Σε όλα υπάρχουν χορηγοί, όλα έχουν προβολή. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως όλοι τυγχάνουν του σεβασμού όλων. Από τον αθλητή που ξεκινάει την προσπάθειά του μέχρι τον Ολυμπιονίκη, και από τον παγκόσμιο πρωταθλητή μέχρι τον πρωταθλητή Ευρώπης ή τον πρωταθλητή της χώρας.
Ο κόσμος του αθλητισμού δεν είναι μόνο το ποδόσφαιρο…
Όλα αυτά ήταν αρκετά να με βάλουν στη διαδικασία να αρχίσω από την Α’ Λυκείου να ψάχνω τι θα κάνω μετά την ολοκλήρωση του σχολείου.
Η επιθυμία μου ήταν να σπουδάσω Ψυχολογία, κι από την στιγμή που ήμουν αθλητής, σκέφτηκα να επεκτείνω τις σπουδές μου στην αθλητική ψυχολογία. Ο στόχος, λοιπόν, είχε μπει. Το ζητούμενο ήταν ο τρόπος για να τον πετύχω.
Τελείωσα το Λύκειο το 2012. Ήταν η χρονιά που συμμετείχα για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς Αγώνες στο Λονδίνο! Ήταν το πρώτο «βάπτισμα» στο σημαντικότερο αθλητικό γεγονός.
Ήμουν ο μικρότερος ηλικιακά αθλητής της ελληνικής αποστολής στο Λονδίνο και βρέθηκα να κολυμπάω δίπλα στα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας κολύμβησης. Η εμπειρία αυτή θα μείνει βαθιά χαραγμένη στο μυαλό μου.
Στη συνέχεια πήγα στον στρατό και μετά ακολούθησε το πρώτο έτος της φοίτησής μου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Στον δεύτερο χρόνο των σπουδών είχα αρχίσει ήδη να δυσκολεύομαι πολύ.
Λόγω του πρωταθλητισμού έχω μάθει να είμαι τελειομανής και επειδή η Ψυχολογία είχε αρχίσει να εξελίσσεται σ’ ένα νέο πάθος, σε μια νέα λατρεία, δεν μπορούσα να συμβιβαστώ με την ιδέα του να γίνουν όλα σε μέτριο βαθμό. Η Ψυχολογία είναι μια επιστήμη στην οποία συνεχώς προκύπτουν νέα στοιχεία κι εγώ ήθελα να τα ανακαλύψω.
Η θέλησή μου, λοιπόν, να ασχοληθώ σωστά με αυτήν την επιστήμη, δυσκόλευε πολύ την προσπάθειά μου να κάνω ταυτόχρονα και τα δύο πράγματα σε υψηλό επίπεδο. Στη σχολή δεν ήθελα να συμβιβαστώ μ’ ένα «5» στη βαθμολογία και στην κολύμβηση δεν ήθελα να χάσω ούτε μία προπόνηση, ειδικά τις χρονιές που υπήρχαν σημαντικές διεθνείς διοργανώσεις.
Όταν άρχισαν να συμπίπτουν οι ώρες των μαθημάτων στην σχολή με τις ώρες της προπόνησης και να «τρέχω» ώστε να προλάβω να είμαι συνεπής σε όλες τις υποχρεώσεις μου, η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο. Και τότε άρχισα πια να σκέφτομαι πολύ πιο σοβαρά το ενδεχόμενο της αναχώρησής μου στην Αμερική.
Οι αρχικές σκέψεις που είχα κάνει το 2012 δεν υλοποιήθηκαν για προσωπικούς λόγους. Επανήλθαν, όμως, πιο έντονες το 2016. Ήταν η χρονιά που πήρα το χρυσό μετάλλιο στα 200μ. μικτής ατομικής στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ανδρών, στο Λονδίνο.
Ο μόνος ενδοιασμός που είχα ήταν αν θα μπορούσα να βρω στην ηλικία την οποία βρισκόμουν -τότε 21 ετών- υποτροφία σε πανεπιστήμιο της Αμερικής. Διότι, μεταξύ των κανόνων που υπάρχουν για την συμμετοχή ενός φοιτητή-αθλητή στο κολεγιακό πρωτάθλημα της χώρας, είναι και το όριο ηλικίας.
Έψαξα τα πανεπιστήμια, βρήκα τις απαντήσεις στα ερωτήματα που είχα, συζήτησα και με τον προπονητή μου τον κ. Νικολόπουλο αν έπρεπε να κυνηγήσω αυτό το όνειρο, και τελικά πήρα την υποτροφία και πήγα στο πανεπιστήμιο Νορθ Καρολάινα Στέιτ.
Όταν μετακόμισα στην Αμερική, βρήκα όσα ήθελα. Μια δυνατή λειτουργική ομάδα στην οποία με έκαναν να αισθανθώ άνετα, κάτι που αποτελούσε βασικό παράγοντα στην τελική μου επιλογή. Αλλά και ένα περιβάλλον στο οποίο θα μπορούσα να νιώσω καλά για να κάνω αυτό που επιθυμούσα.
Χωρίς το άγχος πια της μετακίνησής μου από τη Γλυφάδα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο κι από εκεί στην Αργυρούπολη ή το ΟΑΚΑ, μπορούσα ελεύθερα πλέον να καταθέσω ξανά την ψυχή μου. Το κολυμβητήριο στην Αμερική ήταν μέσα στην πανεπιστημιούπολη, οι συνθήκες της προπόνησης ήταν ιδανικές, οπότε το μόνο που έπρεπε να κάνω στο «κομμάτι» της κολύμβησης, ήταν να δουλέψω τις αδυναμίες μου και να βελτιωθώ ώστε να γίνω καλύτερος.
Το σημαντικότερο όλων ήταν πως βρισκόμουν κάπου όπου με αντιμετώπιζαν με σεβασμό. Ως άθρωπο και ως αθλητή.
Θα υπάρχουν πάντα στη μνήμη μου κάποιες καταστάσεις που είχα ζήσει στο Πάντειο, όπως για παράδειγμα οι «χαμένες» εξεταστικές περίοδοι λόγω των αθλητικών υποχρεώσεων.
Ακόμα και η απάντηση που πήρα από έναν καθηγητή την ώρα του μαθήματος, όταν του ζήτησα ευγενικά να μιλήσει λίγο πιο δυνατά, γιατί δεν ακουγόταν η φωνή του στην αίθουσα… «Αυτή είναι η φωνή μου κι όποιος με ακούει!», μού είπε. Δεν το αναφέρω για να δυσφημίσω το πανεπιστήμιο. Το αναφέρω απλά γιατί είναι απ’ αυτά που μένουν.
Στην Αμερική, βεβαίως, τέτοια περιστατικά δεν συνέβαιναν ούτε γι’ αστείο. Όμως για να μη πιστέψει κάποιος ότι εκεί υπήρχε ένα ουτοπικό περιβάλλον, θα πω ότι και στις Η.Π.Α τα πράγματα δεν ήταν εύκολα.
Υπήρχαν υψηλές απαιτήσεις με συνέπεια να δυσκολεύει η καθημερινότητα. Και για να ανταπεξέλθεις στις απαιτήσεις, έπρεπε να είσαι πειθαρχημένος.
Εμένα αυτή η αλλαγή δεν με τρόμαζε. Ούτε με φόβιζε, επειδή μου ταίριαζε και γι’ αυτό το επιδίωξα.
Το μυαλό μου ήταν ανοιχτό να μάθει και να δεχθεί τον νέο διαφορετικό τρόπο δουλειάς και εκπαίδευσης. Είχα όλα όσα χρειαζόμουν για να πετύχω.
Αυτό, άλλωστε, σου προσφέρουν στην Αμερική. Τα «εργαλεία» για να πετύχεις. Από εκεί και πέρα, η επιτυχία εξαρτάται από σένα. Από τη δουλειά, την επιθυμία, την προσήλωσή σου στον στόχο.
Από τη στιγμή που είχα βάλει τις βάσεις με τον κ. Νικολόπουλο στην Αθήνα και έκανα το 2016 το βήμα στην Αμερική, έθεσα τον επόμενο μεγάλο στόχο: Να περάσω το 2019 στον τελικό των 200μ. μικτής ατομικής του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στη Γκουανγκζού, στη Νότια Κορέα, και ταυτόχρονα, να «πιάσω» το όριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο.
Δυστυχώς, τίποτα δεν πήγε καλά. Όπως αποδείχθηκε, με κατέβαλλε η πίεση και η κόπωση της προηγούμενης χρονιάς.
Ήμουν φοιτητής, αθλητής, επικεφαλής της αθλητικής κολυμβητικής ομάδας του πανεπιστημίου, δούλευα σε τρεις διαφορετικές πρακτικές και ταυτόχρονα στα μέσα του 2018 αντιμετώπισα και κάποια προβλήματα υγείας. Ήταν δύσκολο να το διαχειριστώ.
Δεν θα κρύψω, πως μετά την απώλεια της πρόκρισης στον τελικό, και ειδικά της ευκαιρίας να πάρω το εισιτήριο για το Τόκιο, αναστατώθηκα! Ξαφνιάστηκα. Στεναχωρήθηκα και απογοητεύτηκα.
Δεν το περίμενα, γιατί είχα κάνει πολύ καλή προπόνηση. Μερικές φορές, όμως, τα πράγματα δεν έρχονται έτσι όπως τα θέλουμε. Αυτή είναι η ζωή. Αυτός είναι ο πρωταθλητισμός. Πόσο μάλλον σ’ ένα άθλημα όπως η κολύμβηση, που είναι ανατρεπτική.
Δυσκολεύτηκα αρκετά μέχρι να βρω ξανά την ισορροπία μου, αλλά δεν το έβαλα κάτω.
Έπεσα και πάλι με τα μούτρα στη δουλειά. Είδα τα λάθη που είχα κάνει στη Νότια Κορέα και τι έπρεπε να διορθώσω, γιατί η χρονιά δεν είχε τελειώσει.
Μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ακολουθούσε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στην Αθήνα. Συνεπώς, είχα άλλη μια ευκαρία να «πιάσω» το όριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, και μάλιστα έναν χρόνο πιο νωρίς, όπως είχα κάνει και με τους Αγώνες στο Ρίο Ντε Τζανέιρο (το όριο είχε έρθει το 2015).
Αυτό, από την εμπειρία μου, θα μου έδινε και πάλι την ηρεμία να συνεχίσω απερίσπαστος την προετοιμασία μου χωρίς το άγχος σε κάθε επόμενο αγώνα να «πιάσω» το όριο. Στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα, τελικά, τα κατάφερα και πήρα το εισιτήριο για την Ολυμπιάδα στο Τόκιο. Έτσι, με καθαρό μυαλό, προετοιμάστηκα τους επόμενους μήνες για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα σε πισίνα 25μ., στη Γλασκώβη.
Η επιτυχία το 2017, με την κατάκτηση των δυο ασημένιων μεταλλίων στην Κοπεγχάγη, στα 200μ. πεταλούδα και τα 200μ. μικτή ατομική, με έκαναν να πιστεύω ότι και στη Γλασκώβη θα είχα μια πολύ καλή παρουσία, δηλαδή ότι θα ήμουν στα μετάλλια.
Ήξερα πως είχα δουλέψει πάρα πολύ, αφού και οι προπονήσεις στο πανεπιστήμιο γίνονταν σε 25άρα πισίνα (για την ακρίβεια σε 25 γιάρδες). Οι αγώνες, δε, του κολεγιακού πρωταθλήματος, με είχαν βοηθήσει αρκετά να εξοικειωθώ περισσότερο αλλά και να αποκτήσω μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
Πήγα στην Γλασκώβη έχοντας ξεκάθαρο στόχο: Ήθελα το χρυσό μετάλλιο! Στο μυαλό μου, όμως, ήταν και η κατάρριψη του ρεκόρ του Λάζλο Τσεχ, στα 200μ. μικτής ατομικής.
Ήλπιζα να το πετύχω. Ωστόσο, δεν περίμενα ότι θα έκανα χρόνο, 1:50:85. Ομολογώ πως αυτό εξέπληξε ακόμα και μένα!
Ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή. Όχι μόνο γιατί σημείωσα το νέο ρεκόρ Ευρώπης, αλλά και επειδή ο προηγούμενος κάτοχός του, ο Λάζλο Τσεχ, ήταν και παραμένει ένας αθλητής – πρότυπο για μένα.
Οι περισσότεροι κολυμβητές έχουν ως ίνδαλμα τον Μάικλ Φελπς. Εγώ έχω τον Τσεχ. Μπορεί να μην έχει πάρει κάποιο χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο, αλλά έχει πετύχει δεκάδες άλλα σημαντικά πράγματα στον αθλητισμό, χάρη στη μαχητικότητά του.
Αυτή η μαχητικότητα, όπως και η ταπεινότητα, είναι μερικά από τα στοιχεία που τον κάνουν να ξεχωρίζει μέσα και έξω από το νερό. Φαίνεται πως αυτό που κάνει το αγαπάει πραγματικά. Το κάνει με την ψυχή του.
Κι αυτό είναι σπουδαίο. Δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα από το να αγαπάς αυτό που κάνεις.
Δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα από το να εκπροσωπείς την χώρα σου στο εξωτερικό, να φοράς το εθνόσημο και να προσπαθείς να σηκώσεις τη ελληνική σημαία όσο γίνεται πιο ψηλά. Πόσο μάλλον όταν καταφέρνεις να ακουστεί ο εθνικός ύμνος. Είναι συγκλονιστικό!
Μετά την επιτυχία στην Γλασκώβη, με συνεχάρησαν ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλος και ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης.
Τους ευχαρίστησα και τότε είχα πει πως θα ήθελα κάποια στιγμή να είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με τον πρωθυπουργό. Όχι για να παραπονεθώ για τις συνθήκες που υπάρχουν στον ελληνικό αθλητισμό, αλλά να του μιλήσω για τους αθλητές της γενιάς μου, καθώς και των επόμενων.
Να πω τους προβληματισμούς μας και τις ανησυχίες μας. Τελικά το έκανα στη συνάντηση που είχα με τον κ. Αυγενάκη, αλλά, αν είχα τη δυνατότητα, θα το έκανα και με τον πρωθυπουργό.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα, η φωνή των αθλητών ακούγεται μόνο όταν παίρνουν μετάλλια. Ο κόσμος δεν γνωρίζει ποιοι είμαστε και τι κάνουμε. Μας θεωρούν ερασιτέχνες. Συγγνώμη, αλλά εγώ δεν θεωρώ τον εαυτό μου ερασιτέχνη.
Δεν νοείται ένας αθλητής που έχει κατακτήσει Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και έχει σημειώσει ρεκόρ να είναι ερασιτέχνης. Επιτυχία, όμως, δεν είναι μόνο η κατάκτηση ενός μεταλλίου.
Επιτυχία είναι και η πρόκριση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, στο Παγκόσμιο, στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επιτυχία είναι ακόμα και το πανελλήνιο ρεκόρ!
Το δικό μου ιδανικό ταξίδι στην κολύμβηση αλλά και παράλληλα στην εκπαίδευση θα συνεχιστεί το φθινόπωρο στην Αγγλία, στο πανεπιστήμιο του Λάφμπορο, κάνοντας μεταπτυχιακό στην αθλητική ψυχολογία.
Εκεί θα συνεχίσω και την προετοιμασία μου για τον μεγάλο στόχο, τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο.
Κάποια στιγμή, όμως, θα κάνω τον κύκλο μου στον πρωταθλητισμό. Και τότε θα μείνει μόνο ο αθλητισμός.
Ο αθλητισμός υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει. Μέχρι, όμως, να φτάσει εκείνη η στιγμή, θα συνεχίσω με υπομονή, επιμονή, πίστη και πειθαρχία τη σκληρή προπόνηση, για να πετύχω τους στόχους μου!
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗ