Στις αρχές Ιουνίου του 1999 ο Παναθηναϊκός ανακοινώνει τη συνεργασία του με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ο οποίος διαδέχεται τον Σούμποτιτς.
Ο αρχηγός, Φραγκίσκος Αλβέρτης, εγώ αλλά και οι περισσότεροι παίκτες έχουμε ενημερωθεί για τις εξελίξεις από τον μάνατζερ της ομάδας, Μάνο Παπαδόπουλο.
Είναι μια εποχή που ο Παναθηναϊκός έχει κατακτήσει δύο σερί Πρωταθλήματα Ελλάδος, παίρνοντας τα ηνία εντός συνόρων από τον Ολυμπιακό, αλλά έχει παράλληλα και δύο ευρωπαϊκές αποτυχίες.
Νομίζω, εκείνη τη στιγμή κανένας άνθρωπος, πόσο μάλλον εγώ, ένας παίκτης 23 ετών, δεν μπορεί να αντιληφθεί τι θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια, το αποτύπωμα αλλά και την κληρονομία που θα αφήσει αυτός ο άνθρωπος στον Παναθηναϊκό αλλά και το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Είναι ένας μύθος που χτίστηκε μέρα με τη μέρα, βδομάδα με τη βδομάδα, χρόνο με τον χρόνο.
Η πρώτη εντύπωση
Τις μέρες που ανακοινώνεται η πρόσληψη Ομπράντοβιτς, είμαι διακοπές στη Σαντορίνη, καθώς οι τελικοί των πλέι οφ έχουν ολοκληρωθεί πριν από δύο εβδομάδες.
Η πρώτη μας συνάντηση και η δική μου γνωριμία μαζί του γίνεται στα τέλη του καλοκαιριού, στο ξεκίνημα της προετοιμασίας ενόψει της νέας σεζόν.
Η πρώτη εντύπωση που αφήνει είναι ενός προσιτού ανθρώπου αλλά ταυτόχρονα σοβαρού επαγγελματία, απόλυτα προσηλωμένου στον στόχο. Αμέσως κέρδισε τον σεβασμό όλων, με τον τρόπο που φερόταν και λειτουργούσε. Είχε βασικές αρχές και ως προπονητής και ως άνθρωπος και καταλάβαινες από την πρώτη στιγμή ότι δεν είναι διατεθειμένος να τις διαπραγματευτεί για κανέναν λόγο.
Ήταν, για παράδειγμα, αδιαπραγμάτευτο για εκείνον πως ό,τι ειπωθεί ανάμεσά μας, είτε σε μια ομιλία στο κέντρο του γηπέδου στο τέλος μιας προπόνησης, είτε μιλώντας μας στα αποδυτήρια πριν από ένα ματς, είτε στο βίντεο, μένει μεταξύ μας. Ήταν επίσης αδιαπραγμάτευτο για εκείνον πως ό,τι συμβεί σε εμάς μέσα κι έξω από το γήπεδο, στο σπίτι μας ή στην οικογένειά μας, ό,τι ενδεχομένως συμβεί και ανάμεσα σε μέλη της ομάδας, ακόμα κι αν τύχαινε να παίξεις μπουνιές μαζί του, αυτός θα έμπαινε μπροστά για να σε υπερασπιστεί προς τους έξω, με κάθε κόστος. Και, αφού το έκανε αυτό, μετά θα σε έθετε προ των ευθυνών σου.
Είναι πράγματα αυτά που πολλοί υπόσχονται και λίγοι κάνουν. Ο Ομπράντοβιτς είναι ο μοναδικός στη δική μου καριέρα που δεν έμεινε στα λόγια, αλλά το έπραξε με συνέπεια. Και αυτό τον έκανε μοναδικό στα μάτια όχι μόνο τα δικά μου αλλά και όλων όσοι ήταν στην ομάδα.
Προσωπικά δεν είχα καμία αμφιβολία περί όλων αυτών, όντας υποψιασμένος για το τι θα συναντήσω, καθώς είχα την εμπειρία από τη συνεργασία μου λίγα χρόνια πριν με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς στον Πανιώνιο. Ήμουν έφηβος ακόμη τότε, αλλά είχα καταλάβει τι σημαίνει να σέβεσαι και ταυτόχρονα να… “φοβάσαι” έναν προπονητή με τέτοια προσωπικότητα.
Στα δικά μου μάτια λοιπόν, ο Ομπράντοβιτς ήταν ένας… Ίβκοβιτς 20 χρόνια νεότερος, ο οποίος μου “έβγαζε” τα ίδια χαρακτηριστικά, αλλά σίγουρα πιο “προσβάσιμος” και προσιτός σε σχέση με τον «Ντούντα».
Χτίζοντας σχέσεις εμπιστοσύνης
Ήταν τα χρόνια που οι προετοιμασίες στο εξωτερικό διαρκούσαν σχεδόν έναν μήνα. Φεύγαμε, παίρνοντας μαζί μας δύο βαλίτσες πράγματα, και το πρόγραμμα ήταν φουλ. δύο ή και τρεις προπονήσεις την ημέρα. Πρωινό ξύπνημα και τρέξιμο, μετά προπόνηση και το απόγευμα ξανά στο γήπεδο.
Σε εκείνο το διάστημα όμως χτίστηκε η ομάδα και σφυρηλατήθηκε η σχέση μας, η δική μου αλλά και όλων των παικτών, με τον νέο προπονητή.
Ο Ομπράντοβιτς ήταν ένας προπονητής που πάντα έβρισκε τον χρόνο να σου μιλήσει κατ’ ιδίαν δύο-τρία λεπτά, είτε μετά το βίντεο, πηγαίνοντας για προπόνηση, είτε μετά. Όχι τυπικά, με ραντεβού στο γραφείο του, αλλά ουσιαστικά. Περπατώντας δίπλα σου και βάζοντας το χέρι του στον ώμο σου.
Αυτό το έκανε με όλους τους παίκτες και μέσα σε αυτόν τον λίγο χρόνο είχε τον τρόπο να σου δώσει το στίγμα. πού είσαι αγωνιστικά, πού ήσουν και πού θέλει ο ίδιος να πας, τι έκανες λάθος, τι έκανες σωστά, τι θέλει να ξανακάνεις, μια παρατήρηση για κάτι που είδε σε σένα στην προηγούμενη προπόνηση ή στον αγώνα, μια συμβουλή για να κάνεις και κάτι ακόμα. Με αυτό τον τρόπο έχτιζε την προσωπική σχέση του με τον κάθε παίκτη, δημιουργώντας έναν ξεχωριστό κώδικα επικοινωνίας με τον καθένα.
Σε προσωπικό επίπεδο, είχα πάντα την αίσθηση ότι τον καταλάβαινα και με καταλάβαινε.
Σε όλη μου την καριέρα, όχι μόνο στον Παναθηναϊκό, προσπαθούσα πάντα να είμαι απόλυτα τυπικός και επαγγελματίας και να δουλεύω όσο περισσότερο γίνεται.
Ήμουν λοιπόν πολύ τυχερός, γιατί αυτή η σκληρή δουλειά αναγνωρίστηκε από έναν προπονητή του μεγέθους του Ομπράντοβιτς. Νομίζω, αυτό ήταν κάτι που είχε πάρει από τον Ίβκοβιτς, γιατί και εκείνος λειτουργούσε με τον ίδιο τρόπο. όσο περισσότερο δούλευες, τόσο περισσότερο το αναγνώριζε και σε επιβράβευε. Συμπεριφερόταν σε όλους το ίδιο, άσχετα με το όνομα που έγραφε το πίσω μέρος της φανέλας καθενός.
Τα βασικά πράγματα που έκανα εγώ στο γήπεδο, ή ο οποιοσδήποτε παίκτης με τα δικά μου χαρακτηριστικά, δηλαδή το να δώσεις ρυθμό, να παίξεις άμυνα, πιέζοντας τον αντίπαλο πλέι μέικερ, να οργανώσεις σωστά το παιχνίδι, τα θεωρούσε πολύ σημαντικά. Εξίσου σημαντικά με το να βάλει κάποιος 20 πόντους ή να πάρει κάποιος άλλος 15 ριμπάουντ. Και όλο αυτό το είχε περάσει με τον δικό του τρόπο και στην υπόλοιπη ομάδα.
Με είχε κάνει δηλαδή στα μάτια των συμπαικτών μου το ίδιο απαραίτητο και σημαντικό για τη λειτουργία του συνόλου.
Δεν θυμάμαι ποτέ να με έχει βρίσει, προσβάλει ή υποβιβάσει στα μάτια των άλλων, αλλά θεωρώ ότι κι εγώ ποτέ δεν τον… έβγαλα από τα ρούχα του!
Στην πορεία των χρόνων λοιπόν ο σεβασμός, η προσήλωση και η σοβαρότητα έφεραν την αμοιβαία εκτίμηση. Χωρίς να είμαστε ποτέ κολλητοί φίλοι, ένιωθα, και το νιώθω ακόμη αυτό, πως, αν θέλω να του πω κάτι, είτε αφορά στο μπάσκετ είτε σε κάποιο προσωπικό θέμα, ξέρω ότι θα με ακούσει με προσοχή και ό,τι ειπωθεί θα μείνει μεταξύ μας.
Ο προπονητής Ομπράντοβιτς
Για το επίπεδο, την κλάση και την ποιότητά του ως προπονητή δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω από αυτά που ξέρει όλος ο κόσμος. Δεν νομίζω ότι υπήρξε παίκτης που δεν τον βοήθησε να βελτιωθεί στη θέση του και να γίνει καλύτερος.
Είτε είσαι κοντός είτε ψηλός, γκαρντ ή σέντερ, σου μεταδίδει με μοναδικό τρόπο το τι θέλει από σένα. Και μη νομίζει κάποιος ότι ζητάει πράγματα ανέφικτα ή αδύνατα, αν και τις περισσότερες φορές τα απλά είναι πράγματι και τα πιο δύσκολα.
Δίνει τεράστια σημασία στη λεπτομέρεια, στο πού θα βρίσκεσαι ακριβώς στο γήπεδο σε κάθε χρονική στιγμή, σε άμυνα και επίθεση, είναι λάτρης της σκληρής δουλειάς και της καλής συνεργασίας.
Η προετοιμασία ενός αγώνα άρχιζε αμέσως μετά τη λήξη του προηγουμένου. Κάθε μέρα μέχρι το επόμενο παιχνίδι έλεγε και κάτι για τον αντίπαλο και τη φιλοσοφία του αντίπαλου προπονητή, ανέλυε το τι πρέπει να προσέξουμε στους αντίπαλους παίκτες, έβαζε και κάτι ακόμα στην προπόνηση, ένα στοιχείο πάνω στο οποίο πρέπει να δουλέψουμε.
Ο Ομπράντοβιτς είναι ένας προπονητής που δείχνει εμπιστοσύνη στους περιφερειακούς του και τους δίνει την ελευθερία να αποφασίσουν για το σύστημα που θα ακολουθήσει η ομάδα, χωρίς να κοιτάξουν τον πάγκο. Τον θυμάμαι χαρακτηριστικά να λέει «αν ο κοντός φωνάξει “1” και ο προπονητής φωνάξει “2”, εσείς θα ακολουθήσετε αυτό που λέει ο συμπαίκτης σας». Σου έδινε λοιπόν την ελευθερία στην απόφαση, την πρωτοβουλία, αλλά παράλληλα και την ευθύνη της επιλογής σου.
Κάθε παιχνίδι το ζει στον απόλυτο βαθμό και αυτό είναι επίσης κάτι που το ξέρει όλος ο κόσμος.
Ό,τι βλέπουν οι φίλαθλοι στις εξέδρες ή οι τηλεθεατές στην τηλεόραση, οι αντιδράσεις του, οι εκφράσεις του, όλα είναι 100% αληθινά.
Αυτός είναι ο Ομπράντοβιτς. Σου μεταδίδει την ένταση και το πάθος που έχει ο ίδιος και μπαίνεις στο γήπεδο από το πρώτο δευτερόλεπτο στο 100%.
Αν μπορούσα να βάλω έναν βαθμό, όσον αφορά στο πόσο επηρεάζει και επιδρά στην εξέλιξη και την έκβαση ενός αγώνα, θα του έβαζα τον μεγαλύτερο που μπορεί να πάρει κάποιος από όλους τους προπονητές όλων των ομαδικών αθλημάτων!
Δεν ακολουθεί ποτέ το ίδιο μοτίβο, δεν καθοδηγεί ποτέ με τον ίδιο τρόπο την ομάδα. Κάνει στοχευμένες κινήσεις, προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις του κάθε αγώνα. τι ικανότητες έχει η δική του ομάδα και η αντίπαλη, ποια είναι η φιλοσοφία του προπονητή που έχει απέναντί του.
Και πάντα, ανεξάρτητα από το βασικό πλάνο που έχει ετοιμάσει για μια αναμέτρηση, δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρει τη λύση στο οποιοδήποτε πρόβλημα τού βάλει ο αντίπαλος ή που θα του παρουσιαστεί λόγω συνθηκών, στη διάρκεια του αγώνα. Έχει στο μυαλό του και δεύτερο και τρίτο πλάνο, και τέταρτη και πέμπτη εναλλακτική λύση για το καθετί.
Η διαχείριση της νίκης και της ήττας
Ποτέ μετά από νίκη δεν τον θυμάμαι να πανηγυρίζει έξαλλα. Έδειχνε βέβαια με τον τρόπο του ότι είναι χαρούμενος και ευχαριστημένος, σου περνούσε αυτό το συναίσθημα.
Άλλωστε ο Παναθηναϊκός ήταν χτισμένος με τέτοιον τρόπο που πάντα μετά από ένα παιχνίδι όλοι ήξεραν τι είχαν κάνει. Ήξερες αν έχεις παίξει καλά ή όχι, τι είχες κάνει και τι όχι, δεν περίμενες την επιβεβαίωση από τον προπονητή, γιατί μέσα στο παιχνίδι με τον τρόπο του σου τα είχε δείξει όλα. Επίσης, αν δεν είχες παίξει καλά και δεν είχες κάνει αυτά που έπρεπε, αν το αποτέλεσμα δεν ήταν καλό, πάλι το ήξερες.
Ειδικά μετά από σημαντικές νίκες, δεν σε άφηνε να ξεφύγεις ή να πανηγυρίσεις περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε. Κατάφερνε να… “σβήσει” όλο αυτό το συναίσθημα ευφορίας, πολύ γρήγορα.
Για παράδειγμα, μπορεί να έχεις παίξει καλά στην Ευρωλίγκα την Πέμπτη, να έχεις βάλει 20-25 πόντους, και στην προπόνηση της Παρασκευής να είσαι λίγο…. “ανάλαφρος” στο περπάτημά σου, να νομίζεις ότι είσαι και λίγο… Μάικλ Τζόρνταν! Εκεί φρόντιζε να σε προσγειώσει πολύ γρήγορα, να σε επαναφέρει στην πραγματικότητα, χωρίς να σε ειρωνευτεί ή να σε μειώσει.
Είναι χαρακτηριστικό το δημόσιο ξέσπασμά του σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου το 2009, μετά από ένα ματς Ευρωλίγκας με την Πρόκομ. Αν και δεν ήμουν τότε στην ομάδα, μπορώ να το καταλάβω και να το εξηγήσω.
Το να κερδίσεις κάποιον 20 πόντους, απλώς και μόνο επειδή έχεις καλύτερους παίκτες και όχι επειδή έπαιξες όπως έπρεπε, ήταν κάτι που δεν τον ικανοποιούσε.
Αυτό λοιπόν που ζούσαμε εμείς μέσα στην ομάδα, κάθε φορά που ο Ομπράντοβιτς θεωρούσε ότι παρά τη νίκη δεν ήμασταν αυτοί που έπρεπε, εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου το μετέφερε και στον κόσμο, στους φιλάθλους.
Κακά τα ψέματα, οι παίκτες προσμετρούν και τη γνώμη του περίγυρού τους. Των συγγενών, των φίλων, του Τύπου, των ΜΜΕ και του γενικότερου περιβάλλοντός τους. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν, με τη δημόσια τοποθέτησή του, φρόντισε όλη αυτή την ευφορία που υπήρχε να την βάλει σε σωστές διαστάσεις και να προσγειώσει τους πάντες.
Στις ήττες, γιατί και αυτές είναι μέσα στο παιχνίδι, αλλά και στις κακές στιγμές που είχαμε στον Παναθηναϊκό, ποτέ δεν “έδειχνε” κάποιον παίκτη ως υπεύθυνο της ήττας. Ποτέ δεν είπε «ο Καλαϊτζής, ο Αλβέρτης, ο Μποντιρόγκα έχασαν τα σουτ». Έβγαινε εκείνος μπροστά, έλεγε «η ομάδα» και ήταν εκείνος που θα φρόντιζε να σε ανεβάσει και πάλι και να σε φέρει στο επίπεδο που ήθελε.
Μετά τα παιχνίδια σχεδόν ποτέ δεν μιλούσε στα αποδυτήρια, πέρα από τα τυπικά. Πάντα όμως υπήρχε άμεσα έτοιμο ένα βίντεο για να μας δείξει τι έγινε στο παιχνίδι, τι δεν έγινε, τι κάναμε σωστά και τι δεν κάναμε. Αυτό συνήθως το βλέπαμε την επόμενη μέρα.
Πολλές φορές όμως, και ειδικά μετά από ήττες, το βίντεο το βλέπαμε και το ίδιο βράδυ. Ήταν ο δικός του τρόπος να μας δείξει την ενόχλησή του για την εμφάνιση ή το αποτέλεσμα.
Για παράδειγμα, μπορεί να παίζαμε στις 17:00 εκτός έδρας, γυρίζαμε 20:30-21:00 ή 22:00 στο ΟΑΚΑ και καθόμασταν μέχρι και μετά τα μεσάνυχτα για να δούμε στο βίντεο το τι έγινε στο παιχνίδι. Το επόμενο πρωί στις 10:00 έπρεπε να είμαστε πάλι στο γήπεδο για κανονική, δυνατή και στο 100% προπόνηση. έτοιμοι, δεμένοι με τέιπ για διπλό και φουλ ένταση.
Από την άλλη πλευρά, επιβράβευε την ομάδα δίνοντας ρεπό, ακόμα και σε καταστάσεις που άλλοι προπονητές δεν θα έδιναν. Γενικά ήταν πολύ γενναιόδωρος προς τους παίκτες του και μάλιστα απαιτούσε από τη διοίκηση η ομάδα να έχει τα καλύτερα. να πετάξει με την καλύτερη πτήση, να μείνει στο καλύτερο ξενοδοχείο, να έχει το καλύτερο φαγητό, τις καλύτερες μπάλες, τις καλύτερες εμφανίσεις. Θεωρούσε ότι όλα αυτά δημιουργούν τις συνθήκες για να λειτουργεί η ομάδα απρόσκοπτα, έχοντας στο μυαλό της μόνο τον στόχο της.
Ο άνθρωπος Ζέλικο
Ως άνθρωπος ο Ομπράντοβιτς είναι εξαιρετικά προσιτός. Ανοιχτός και έξω καρδιά, μπορούσες να κάτσεις μαζί του, να φας, να πιεις, να μιλήσεις, όπως θα έκανες με τον οποιονδήποτε φίλο σου. Σου έδινε αυτή την αίσθηση. Χαιρετούσε πάντα τους δικούς σου ανθρώπους και την οικογένειά σου, σου γνώριζε τους δικούς του ανθρώπους, εξαιρετικά φιλικός, χωρίς να είναι καθόλου σνομπ.
Πέρα από το αθλητικό κομμάτι, στο οποίο αναμφίβολα με έκανε καλύτερο παίκτη, με άλλαξε και ως άνθρωπο, με έκανε να σκέφτομαι διαφορετικά και πιο πολύπλοκα. Να βλέπω το καθετί από πολλές και διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Και σίγουρα θα έχουν πάντα ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και στο μυαλό μου όσα είπαμε πριν από το παιχνίδι στη Βιτόρια, αμέσως μετά το χαμό της μητέρας μου. Εκεί ήρθαμε πολύ κοντά σε ανθρώπινο επίπεδο και αισθάνθηκα να μου μιλά σαν πατέρας προς τον γιο του. Ήταν η στιγμή που επιβεβαίωσε ουσιαστικά και στην πράξη αυτό που είχε πει από την πρώτη μέρα, ότι θα είναι πάντα εκεί, πάντα παρών, τη στιγμή που θα τον χρειαστεί οποιοσδήποτε παίκτης του.
Η κληρονομιά
Κάνοντας μια συνολική αποτίμηση της θητείας του στον Παναθηναϊκό, θα έλεγα ότι ο Ομπράντοβιτς από την πρώτη μέρα που ήρθε στην ομάδα, πέρα από την αδιαμφισβήτητη ικανότητά του ως προπονητής, έκανε με άριστο τρόπο μια γενικότερη διαχείριση καταστάσεων αλλά και προσώπων.
Βελτίωσε τον κάθε παίκτη ξεχωριστά και έχτισε ένα συμπαγές σύνολο, παίρνοντας το καλύτερο από τον καθένα, βγάζοντας την καλύτερη εκδοχή του μπασκετικού εαυτού του καθενός από εμάς που παίξαμε για τον Παναθηναϊκό όλα αυτά τα χρόνια.
Κατάφερε να φτιάξει μια ομάδα που κέρδιζε με απόλυτο και πειστικό τρόπο και ακριβώς αυτά τα κατορθώματα έχτισαν τον μύθο του. Πέντε ευρωπαϊκά, 11 Πρωταθλήματα και επτά Κύπελλα, μεγάλες νίκες και άπειρες αξέχαστες στιγμές μέσα κι έξω από το παρκέ που θα θυμόμαστε όσοι τα ζήσαμε… για πάντα!
O Γιώργος Καλαϊτζής είναι πρώην διεθνής παίκτης του μπάσκετ.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
CHECK IT OUT: Ζέλικο Ομπράντοβιτς: Πέντε σπάνια κλικ στα 90’s
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δημήτρης Παπαδόπουλος: Ο Ζέλικο, όπως τον έζησα