Όταν ήμουν μικρός, δεν ήθελα καν να μπω στη θάλασσα!
Ούτε μου άρεσε να κολυμπάω!
Τρεις μήνες κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε στη Λήμνο, απ’ όπου κατάγομαι, και με πήγαινε η μητέρα μου στη θάλασσα μέχρι έξι-επτά χρόνων, αλλά δεν έμπαινα.
Με πήγαινε και κολυμβητήριο, αλλά τα ίδια…
Σταμάτησαν λοιπόν οι απόπειρες και, όταν, σε ηλικία πια εννέα ετών, ξαναπήγα στο κολυμβητήριο, τότε μπήκα σε ομάδα και σιγά-σιγά, με την παρέα και τα παιδιά, προσαρμόστηκα στο κλίμα.
Έτυχα μάλιστα και σε μια πολύ σπουδαία ομάδα εκείνης της εποχής, τον ΑΝΟ Αργυρούπολης.
Παρόλ’ αυτά, από πολύ μικρός μέχρι και τώρα πχ στις διακοπές μου, όπου κι αν είμαι δεν κολυμπάω, δεν κάνω τίποτα, κάθομαι στην παραλία και δεν μπαίνω ούτε χεριά να κάνω.
Το μόνο πράγμα που μου αρέσει είναι με φίλους μου κολυμβητές να πάμε κολυμπώντας σε μακρινά νησάκια ή κάτι παρόμοιο.
Αλλά μόνος μου να μπω να κολυμπήσω, όχι, δεν το κάνω.
Στο ξεκίνημα της πορείας μου λοιπόν με είδε ο κύριος Βαγγέλης Κοζομπόλης, ο προπονητής με τον οποίον πήγα και στους Ολυμπιακούς Αγώνες, και είπε στη μητέρα μου «ο Άλκης δεν είναι ακόμη έτοιμος να μπει στην ομάδα την προαγωνιστική».
Οπότε πρέπει να πάω για κάποιους μήνες στους επίλεκτους.
Εμένα είχαν αρχίσει ήδη να μου αρέσουν το νερό και το κολυμβητήριο.
Μου έμαθαν κολύμπι και μετά σιγά-σιγά, όταν έφτασα σε ένα επίπεδο καλό, ανέβηκα κατηγορία.
Στα 19 μου πήγα ταξίδι στην Αυστραλία και έμεινα εκεί περίπου έναν μήνα, με φιλοξένησε ένας φίλος και πρώην συναθλητής μου, ο Θεόδωρος Μπενεχούτσος.
Εκεί λοιπόν που έκανα προπόνηση στα 200μ. πεταλούδα, ήρθε ένα κλιμάκιο της Εθνικής Αυστραλίας open water και είδα ότι οι χρόνοι που έκανα εν συγκρίσει με αυτούς δεν ήταν τόσο καλοί.
Εκείνη την εποχή ο Σπύρος Γιαννιώτης είχε ήδη γράψει ιστορία, λειτούργησε ως επιρροή και άρχισε να με βασανίζει αυτή η σκέψη, έπαιζε στο μυαλό μου. Οπότε επιστρέφω στην Ελλάδα και λέω «θα ασχοληθώ με αυτό».
Σε όλες τις επιλογές που έχω κάνει οι γονείς μου με έχουν εμπιστευτεί, δεν μου έχουν σηκώσει τοίχους, οπότε μου ήταν εύκολο να πάρω πολλά ρίσκα, δεν με κράτησαν πίσω, μου έλεγαν «αν πιστεύεις ότι θα λειτουργήσει, κάν’ το».
Και πλέον είναι περήφανοι για εμένα.
Βέβαια η μητέρα μου, η οποία μάλιστα είναι και πρώην κολυμβήτρια, δεν ήθελε να κολυμπάω τα 10 χλμ., ήξερε τη μεγάλη πίεση και τη διάρκεια και ότι θα ήταν πολύ επιβαρυντικό για εμένα.
Αντιθέτως, οι άνθρωποι της ομάδας με παρότρυναν πολύ να κάνω τις μεγάλες αποστάσεις, έβλεπαν ότι μπορώ να κολυμπάω γρήγορα για 800μ. και 1.500μ., αλλά εγώ έμενα ανένδοτος, έλεγα ότι θέλω να κολυμπάω 200άρι πεταλούδα και σκεφτόμουν ότι δεν με αφήνουν να κάνω αυτό που θέλω.
Κολυμπούσα πάντα τα 1.500μ. πολύ γρήγορα από μικρή ηλικία, οπότε υποστήριξαν αυτήν την αλλαγή και οι προπονητές μου, την αντοχή την είχα έμφυτη.
Τον Σπύρο Γιαννιώτη δεν τον είδα να κλαίει για την τέταρτη θέσης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012, ήμουν πολύ μικρός, 14 ετών, είχα δει την κούρσα, αλλά δεν είχα καταλάβει και πολλά πράγματα. Η επίδραση του Σπύρου ήρθε αργότερα στη ζωή μου, ήταν την επόμενη χρονιά, το 2013 (ένας χρόνος σημαίνει πολλά σε αυτές τις ηλικίες), τότε που κατέκτησε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βαρκελώνης το Χρυσό μετάλλιο.
Και μετά, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο το 2016, ήρθε κορύφωση.
Αργότερα άρχισα να καταλαβαίνω τι πέτυχε ο Σπύρος, δεν είχα συναίσθηση πιο πριν του τι έκανε, δεν αντιλαμβανόμουν την σπουδαιότητά του.
Αν δεν ήταν ο Σπύρος, πιθανότατα δεν θα έκανα ανοιχτή θάλασσα, έχει παίξει μεγάλο ρόλο στη ζωή μου ο άνθρωπος αυτός.
Η ανοιχτή θάλασσα είναι εξοντωτικό αγώνισμα, πρέπει να είσαι ψύχραιμος και να κρατάς το μυαλό σου χωρίς περισπασμούς.
Από το 4ο έως το 7ο χιλιόμετρο υπάρχει μια διαδικασία στην οποία πρέπει να ηρεμήσεις και να ακολουθήσεις το ρυθμό. Αν μπεις στη λογική, για παράδειγμα, ότι έχεις να κάνει ακόμα άλλα πέντε χιλιόμετρα και αρχίσεις και κουράζεσαι, είναι λίγο τρομαχτικό, λες «πώς θα το βγάλω τώρα;», αλλά είναι ένα τρυπάκι στο οποίο δεν πρέπει να μπαίνεις.
Πρέπει να είσαι απόλυτα συγκεντρωμένος, εκεί έχω καταλήξει, να μην κοιτάς έξω τι γίνεται, μόνο την κούρσα σου και τι κάνουν οι υπόλοιποι συναθλητές σου.
Αν ασχοληθείς με άλλα πράγματα, πώς αισθάνεσαι κτλ, αυτά θα σε καταβάλουν.
Και γενικά παίζει ρόλο το τι υπάρχει μες στο μυαλό σου.
Δεν βαριέσαι τα ατελείωτα χιλιόμετρα μες στην πισίνα, να βλέπεις μόνο μια γραμμή, να μετράς πλακάκια, δεν είναι καθόλου βαρετό, αν σκέφτεσαι το πού θες να φτάσεις, χεριά με τη χεριά υπάρχει κάποιο κίνητρο.
Όταν χαθεί το κίνητρο, υπάρχει το πρόβλημα, τότε φαίνονται ατέλειωτα η πισίνα και τα πλακάκια.
Όταν καθημερινά παλεύεις για έναν σκοπό, έναν στόχο, δεν το αισθάνεσαι αυτό το πράγμα, δεν το βαριέσαι. Και η πισίνα μού κλείνει συνέχεια το μάτι!
Στην ανοιχτή θάλασσα η εμπειρία είναι μεγάλη, βλέπω τον βυθό, μάλιστα σε αγώνα στο Ισραήλ τον Νοέμβριο του 2022, στον ωραιότερο βυθό που έχω κολυμπήσει μέχρι τώρα, έτυχε να δω και ναυάγιο και έπαθα την πλάκα μου.
Συνήθως όμως μας πάνε σε άσχημα μέρη, σε λιμάνια, σε περίεργες θάλασσες, στο Τόκιο πχ η θάλασσα ήταν καφέ.
Κι αναφέροντας το Τόκιο, να πω πως για τους Ολυμπιακούς του 2021 δούλευα πολλά χρόνια, το πίστευα πάρα πολύ, δεν θα το ξεκινούσα, αν δεν το πίστευα.
Από την αρχή αυτός ήταν ο στόχος, οραματιζόμουν κάθε μέρα αυτήν την στιγμή, ήμουν έτοιμος για αυτήν την στιγμή. Εγώ δεν έζησα τους Ολυμπιακούς Αγώνες εκείνες τις 10 συγκεκριμένες μέρες, ζούσα τους Αγώνες τέσσερα χρόνια, από τότε που ξεκινούσα.
Μπορεί ο στόχος των Αγώνων να ήταν αυτός, εκείνη την ημέρα, αλλά εγώ τα είχα όλα ετοιμάσει στο μυαλό μου, ήμουν έτοιμος συναισθηματικά για να αντιμετωπίσω κάτι τέτοιο, είχα μελετήσει πάρα πολύ, έκανα και νοερή προπόνηση.
Κολυμπούσα 1 ώρα και 49 λεπτά και σε όλη τη διάρκεια δεν πέρναγε τίποτα από το μυαλό μου, τίποτα απολύτως, ήταν η μόνη κούρσα που μπορώ να πω ότι δεν σκέφτηκα τίποτα άλλο εκτός από τους αντιπάλους μου και το πώς να διαχειριστώ την κατάσταση και μέχρι την τελευταία χεριά πάλευα να πάρω ό,τι περισσότερο μπορούσα.
Ο Κυνηγάκης μετά το Τόκιο είναι διαφορετικός από εκείνον πριν τους Ολυμπιακούς, έχω αποκτήσει εμπειρία μέσα από ένα πρότζεκτ που πέτυχε, ξέρω πλέον τι πρέπει να κάνω για να τα πετύχω.
Ωστόσο, ψυχολογικά μετά τους Αγώνες έπεσα λίγο, καθώς τόσα χρόνια προετοιμασίας για έναν αγώνα σού στερούν πάρα πολλά πράγματα μέσα σου. μια έξοδος είναι ένα παράδειγμα, αλλά δεν ήταν ακριβώς στέρηση, απλώς έπρεπε και λόγω κορωνοϊού να μείνεις πίσω, σπίτι σου, πράγμα που μετά τους Ολυμπιακούς είχε αντίκτυπο στην κοινωνική ζωή ενός αθλητή.
Ταυτόχρονα, υπήρχαν κάποια αγωνιστικά θέματα που δεν με άφησαν να χαλαρώσω, συνέβαλε κι αυτό στην πτώση της ψυχολογίας μου, καθώς δεν υπήρχε σταθερό περιβάλλον για να συνεχίσω την καλή μου πορεία.
Όταν είμαι σε ένα προπονητικό περιβάλλον που δεν με “αφήνει” και έχω πάρα πολλές ελλείψεις, τότε υπάρχει πτώση.
Και το να προσπαθείς να βρεις ένα καινούργιο μετά από τόσα χρόνια είναι μια διαδικασία που στοιχίζει και εμένα μου έχει στοιχίσει αρκετά.
Πλέον η σταθερότητα σε αυτό το κομμάτι έχει επιτευχθεί και, αν δεν έχουμε άλλες μεταπτώσεις, υπάρχουν αρκετές πιθανότητες η πέμπτη θέση του Τόκιο να γίνει βάθρο στο Παρίσι!
Στη Λήμνο πάντως, την ιδιαίτερη πατρίδα μου, θα εξακολουθώ να πηγαίνω τα καλοκαίρια, ενώ στο χωριό μου, την Πλάκα, δύο χιλιόμετρα απ’ τη θάλασσα, όλοι με ξέρουν!
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Άλκης Κυνηγάκης: Τα όνειρά μου ήταν ακριβώς αυτό που κατάφερα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Σπύρος Γιαννιώτης: Επιστροφή Στο Σχολείο
Γιάννης Δρυμωνάκος: Ζεις Μόνο Μια Φορά
Νίκος Ξυλούρης: Όνομα βαρύ σαν ιστορία
Καρολίνα Πελενδρίτου: Ενάντια Στις Πιθανότητες
Νέρι Νιανγκουάρα: Οξυγόνο / Η Αξία Του Αθλητισμού
Χαράλαμπος Ταϊγανίδης: Ένας Ευτυχισμένος Άνθρωπος
Αλεξάνδρα Σταματοπούλου: Η αποδοχή αρχίζει από μέσα σου
Δημοσθένης Μιχαλεντζάκης: Από τον Έβρο μέχρι το Τόκιο
Απόστολος Παπαστάμος: Το Τέλος Της Εφηβείας
Ανδρέας Βαζαίος: Η τέλεια κούρσα!
Κέλλυ Αραούζου: Η θάλασσα μέσα μου
Ντενίζ Δημάκη: Δεν ήταν θυσία, ήταν επιλογή
Σπύρος Χρυσικόπουλος: Επιμονή / Χωρίς Όρια / Πρόκληση / Στις παραισθήσεις των ονείρων