Στα δάκρυα του Μέσι. Στο διαλυμένο του πρόσωπο, στην καρδιά που έσπασε σε χίλια κομμάτια, μετά από ακόμα ένα χτύπημα.
Αυτά βέβαια δεν ήταν ακριβώς δάκρυα, ήταν πόνος, ήταν πληγή, ήταν σπαραγμός. Και ήταν η αλήθεια ενός ολόκληρου έθνους, η απόλυτα ακριβής απεικόνισή της. Εκείνη τη στιγμή, για όσα προηγήθηκαν αλλά και για αυτά που θα ακολουθούσαν. Πόνος, πληγή, σπαραγμός.
Το πέναλτι του Φρανσίσκο Σίλβα είχε μόλις καταλήξει στα δίχτυα, η Χιλή ήταν Πρωταθλήτρια Νότιας Αμερικής. Για τρίτο διαδοχικό καλοκαίρι η Αργεντινή αποτύγχανε. 2014, 2015, 2016. Βραζιλία, Χιλή, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Τρεις χαμένοι Τελικοί, τρία βέλη στις ψυχές αμέτρητων οπαδών.
Ο διαλυμένος Μέσι δείχνει να έχει αποδεχθεί τη μοίρα του: «Se termino para mi la Seleccion» ή «Η Εθνική έχει τελειώσει για μένα», θα πει μετά τον Τελικό του 2016. Η Αργεντινή καταρρακωμένη προσπαθεί να συμφιλιωθεί με ένα σκοτωμένο όνειρο που συνεχώς γλιστρά μέσα από τα χέρια της.
Άλλοι τα βάζουν με τον «Λίο» και την υποτιθέμενη αποτυχία του να οδηγήσει την «Albiceleste» σε έναν τίτλο και άλλοι τον παρακαλούν να το σκεφτεί ξανά, τον εκλιπαρούν να μείνει.
Ανάμεσα στους τελευταίους και ένας άλλος Λιονέλ, ο οποίος μόλις είχε βάλει τέλος στην ταπεινή, οριακά άνοστη, ποδοσφαιρική του καριέρα. Ο Σκαλόνι πόσταρε μια φωτογραφία, ήταν ο Μέσι να παλεύει μόνος του ανάμεσα σε πέντε Χιλιανούς. «Αυτή η εικόνα τα λέει όλα… μη φύγεις Λίο», έγραψε. Φυσικά τότε δεν μπορούσε να φανταστεί… Τίποτα από όσα το μέλλον τού επεφύλλασσε.
Ο Μέσι εν τέλει δεν έφυγε ποτέ, δεν θα μπορούσε να το κάνει. Μα το ίδιο ίσχυσε και για την πληγή. Έμεινε εκεί, το ίδιο ανοιχτή, το ίδιο οδυνηρή, το ίδιο ευάλωτη στη μόλυνση ενός λαού που ζει και αισθάνεται έντονα, πολλές φορές με υπερβολή, ειδικά στο ποδόσφαιρο. Που βυθίζεται στην εσωστρέφεια και δεν αντέχει να βλέπει το μεγαλύτερο καμάρι του, τη «Seleccion», να μην εκπέμπει περηφάνια.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018 στη Ρωσία αχνοφαινόταν στον οριζόντα, από την πρώτη στιγμή απέκτησε τον χαρακτήρα της τελευταίας ευκαιρίας του prime Μέσι να χαρίσει στη χώρα το πιο γλυκό τρόπαιο, να θυμίσει κάτι από Ντιέγκο.
Ο Χόρχε Σαμπάολι πήρε το χρίσμα του “Comandante”, του “Στρατηγού”, μα οδήγησε το στράτευμά του σε βέβαιο θάνατο, παρουσιάζοντας ακόμα ένα συνονθύλευμα, χωρίς ρόλους, χωρίς προσωπικότητα, χωρίς ελπίδα. Η δική του «Albiceleste» ίδρωσε ακόμα και για να προκριθεί στα τελικά του Μουντιάλ και απογοήτευσε ασύλληπτα σε αυτά. Ταπεινώθηκε από την Κροατία, ο Τύπος της χώρας γέμισε με φήμες απόλυσης του Σαμπάολι μεσούσης της διοργάνωσης, με θεωρίες συνωμοσίας για την τραγική κατάσταση στα αποδυτήρια. Η ομάδα τελικά πέρασε με θρίλερ κόντρα στη Νιγηρία στα νοκ άουτ, μα το όνειρο πέθανε νωρίς στη συντριβή από τη Γαλλία.
Η Αργεντινή ήταν και πάλι στο ίδιο σημείο, θαμώνας στην απογοήτευση, τον πόνο, την πίκρα. «Είναι λάθος τόσα πολλά πράγματα, που δεν ξέρουμε τι πραγματικά είναι λάθος», έγραψε τότε ο θρύλος Χόρχε Βαλντάνο, μιλώντας για «κρίση ταλέντου», «έλλειψη ηγετών», «χαμένη υπομονή».
Τα πράγματα ήταν απλά. «Κανένας δεν ήθελε να αναλάβει την Εθνική ομάδα». Ο Νικολάς Ταλιαφίκο το έθεσε ξεκάθαρα και περιεκτικά. Δεν υπήρχε ούτε ένας καμικάζι διατεθειμένος να αναλάβει αυτή την αποστολή αυτοκτονίας, να βουτήξει στον λαβύρινθο μιας ομάδας εμποτισμένης στη συνήθεια της αποτυχίας.
Ακούστηκαν ονόματα λαμπερά, όπως του Σιμεόνε, του Ποτσετίνο, του Γκαγιάρδο, μα η Ομοσπονδία δεν θα μπορούσε να πείσει κανέναν από αυτούς. Κι έτσι χρειάστηκε να κρεμαστεί από το φιλότιμο ενός. Του μόνου που πίστεψε σε εκείνη.
Το τηλέφωνο του Λιονέλ Σκαλόνι χτύπησε το φθινόπωρο του 2018, λίγο μετά από μια προπόνηση με την U20, στο ξενοδοχείο της ομάδας. Η πρόταση ακούστηκε κι εκείνος κατευθείαν γύρισε στον Πάμπλο Αϊμάρ που βρισκόταν δίπλα του: «Εγώ θα βουτήξω κατευθείαν, είσαι μαζί μου;». Ούτε κι αυτός το σκέφτηκε. «Κάποιοι θα το πουν τρέλα, άλλοι γενναιότητα. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Περπατούσαμε στην παραλία και προσπαθήσουμε να σχεδιάσουμε την ομάδα. Ήταν πράγματι λίγο τρελό. Αλλά το συναίσθημα, ο ενθουσιασμός ήταν τεράστιος», είπε στον «Guardian».
Ο ίδιος ενθουσιασμός πάντως δεν υπήρχε σε κανέναν άλλον. Ο Σκαλόνι ορίστηκε υπηρεσιακός προπονητής. Δεν είχε υπάρξει ποτέ ξανά πρώτος προπονητής στη ζωή του, όμως ήξερε τους παίκτες και την ομάδα. Ήταν μέλος του team του Σαμπάολι στο Μουντιάλ του 2018, μα κανένας δεν τον είχε για κάτι παραπάνω. Ίσως γιατί ποτέ δεν έδωσε αυτή την εντύπωση. Ποτέ δεν έλαμψε ποτέ δεν τράβηξε τα βλέμματα.
Νιούελς, Εστουδιάντες, Ντεπορτίβο Λα Κορούνια και Πρωτάθλημα, Γουέστ Χαμ, Ρασίνγκ Σανταντέρ, Λάτσιο, Μαγιόρκα, Αταλάντα. Στην καριέρα του ως παίκτης δεν έκανε πουθενά τη διαφορά, δεν εντυπωσίασε, μέτρησε κάποιες σκόρπιες συμμετοχές με την Εθνική. Μα ποτέ δεν έπεισε πραγματικά κανέναν. Και αυτό δεν θα άλλαζε. Τουλάχιστον όχι στην αρχή.
Έφτιαξε το δικό του προπονητικό τμήμα. Εκείνος, ο Αϊμάρ που «είναι πάντα ήρεμος», ο Βάλτερ Σάμουελ, ο «παιδικός του φίλος», ο Ρομπέρτο Αγιάλα που «πάντα έχει τις σωστές λέξεις». Αυτοί ήταν. Αυτοί απέναντι σε ένα σχεδόν αδιαπέραστο κύμα αμφισβήτησης. «Ξεκινήσαμε για έξι παιχνίδια, βασικά για δύο στην αρχή, αυτά κόντρα στη Γουατεμάλα και την Κολομβία», είπε ο Σκαλόνι.
Όμως η θητεία των υπηρεσιακών όλο και μάκραινε, η Ομοσπονδία της Αργεντινής δεν μπορούσε να βρει τη λύση, δεν μπορούσε να βρει κάποιον καλύτερο, ο χρόνος κυλούσε, το Copa America του 2019 πλησίαζε. Κι έτσι, απλώς αρκέστηκε, στην πραγματικότητα, στον Σκαλόνι. Σε έναν προπονητή χωρίς εμπειρία, τον έριξε στην αρένα, βορά στα πεινασμένα θηρία της κριτικής. Μέχρι και ο Μαραντόνα εξοργίστηκε. «Είναι ωραίος τύπος, εντάξει. Αλλά δεν μπορεί να κάνει ούτε τον τροχονόμο. Πώς μπορείτε να δώσετε την Εθνική ομάδα στον Σκαλόνι; Είμαστε τρελοί; Μπορεί να προπονήσει την Εθνική ομάδα; Είναι πολύ μεγάλη για εκείνον», είπε ο Ντιέγκο, ο πιο σπουδαίος από τους αμέτρητους αμφισβητίες.
Βουλώνοντας με κερί τα αφτιά του και γεμίζοντας με πίστη την ψυχή του, ο Σκαλόνι άρχισε να δουλεύει για τη δική του Αργεντινή, για τη δική του ομάδα. Είχε αρχίσει να γεννά τη «Scaloneta». Έδωσαν σε αυτή την ομάδα το συγκεκριμένο χαϊδευτικό, συνδυάζοντας το όνομά του με το «camioneta», το οποίο είναι κάτι σαν λεωφορείο, αντλώντας έμπνευση από μια τέτοια ζωγραφιά. Ο ίδιος ποτέ δεν συμφώνησε με αυτόν τον τίτλο, ποτέ δεν ένιωσε μόνο δικιά του την ομάδα. «Νιώθω λίγο άβολα, όταν μιλούν για τη “Scaloneta”, ακόμα κι αν είμαι ευγνώμων για όλη την αγάπη που λαμβάνω», είπε.
Ο ίδιος πάντα πίστευε στο σύνολο με όλη τη σημασία της λέξης, στη χημεία, στη σύνδεση. Στη δική του σύνδεση με τους παίκτες και των παικτών με τον κόσμο. Τη σύνδεση του κόσμου με τη «Seleccion». Τα πάντα άρχισαν από εκεί. Αυτή ήταν η αφετηρία, το μυστικό από την αρχή της πορείας μέχρι το όποιο τέλος της.
«Στο Copa America του 2019 χάσαμε από τη Βραζιλία στον ημιτελικό, αλλά είχαμε παίξει καλά. Στην Αργεντινή το να σεβαστείς μια διαδικασία είναι δύσκολο κι εμείς αρχίσαμε ως υπηρεσιακοί, χωρίς καμία στήριξη. Όμως κάτι παράξενο συνέβη. Αρχίσαμε να έχουμε αυτή την εμπιστοσύνη. Σταδιακά, μέσα από αποτελέσματα, μέσα από τον τρόπο δουλειάς μας. Ο κόσμος εδώ αναπνέει ποδόσφαιρο 24 ώρες το 24ωρο και αυτή η ομάδα τούς άγγιξε. Ταυτίστηκαν με εμάς κι εμείς βρήκαμε τη χημεία».
Το πρώτο βήμα είχε ήδη γίνει, ο Σκαλόνι στην πραγματικότητα είχε ήδη πετύχει τον στόχο του. Προτού νικήσει, προτού πανηγυρίσει τον οποιονδήποτε τίτλο. Αυτή η ομάδα έπαιζε για τον κόσμο της, τον έκανε ξανά περήφανο, εκπληρώνοντας μια ανάγκη βαθιά χωμένη στο DNA του αργεντινικού futbol, του πάθους αυτού του λαού για την μπάλα. Ενός λαού που είχε ξεχάσει την αίσθηση αυτής της ταύτισης. Τη σύνδεση σε κάθε τάκλιν, σε κάθε μονομαχία, σε κάθε γκολ. Και αυτό τού είχε λείψει περισσότερο από τους τίτλους.
Η αλλαγή ήταν φανερή, στα χαμόγελα των παικτών, την αύρα, την ατμόσφαιρα, τα κεφάλια τους. «Το πιο σημαντικό είναι το κεφάλι. Είναι όλοι τους καλοί παίκτες, αν βρίσκονται σε καλή πνευματική κατάσταση. Αν μπορέσεις να τους σβήσεις τους φόβους, αυτό είναι σημαντικό. Ερχόμασταν από τρεις χαμένους Τελικούς. Η αίσθηση ήταν: “Δεν θα νικήσουμε τίποτα, δεν θα νικήσουμε, δεν θα νικήσουμε”. Τους είπαμε πως, είτε νικήσουμε είτε χάσουμε, ο ήλιος θα ανατείλει. Η νίκη αλλά και η ήττα δεν είναι ποτέ μόνιμες», θυμάται ο Σκαλόνι.
Πόσο δίκιο είχε. Η πληγή δεν μένει για πάντα ανοιχτή, η ήττα δεν είναι ποτέ μόνιμη. Ακόμα και για αυτή την Αργεντινή, την Αργεντινή της κρίσης και της εσωστρέφειας, του καταραμένου Λιονέλ Μέσι. Την Αργεντινή που είχε πεθάνει, γιατί στη θέση της είχε πια γεννηθεί η Αργεντινή του Λιονέλ Σκαλόνι.
Το άδειο Maracanã ήταν η πιο λάθος εικόνα για την πιο σωστή στιγμή. Όμως κι αυτό δεν είχε σημασία για τη στιγμή που όλοι περίμεναν μα είχαν σχεδόν αποδεχθεί πως δεν θα έρθει. Τρία σφυρίγματα, να ξεριζώνουν από τις «albicelesti» καρδιές τα τρία βέλη, τα βέλη του 2014, του 2015, του 2016.
Ο Τελικός είχε λήξει. Μέσα στη Βραζιλία και κόντρα στη Βραζιλία, η Αργεντινή ήταν πια βασίλισσα Νότιας Αμερικής, πανηγύριζε το πρώτο της τρόπαιο μετά από 28 ολόκληρα χρόνια. Με εκείνον να κινεί τα νήματά της, να δίνει την πλατφόρμα στους παίκτες του, κι αυτούς να παίζουν για χάρη του. Για χάρη του Σκαλόνι, ο οποίος έδειξε τον δρόμο σε εκείνους και μια ολόκληρη χώρα.
Ο Λιονέλ τα άλλαξε όλα για χάρη του άλλου Λιονέλ. Έδωσε ευκαιρίες σε νέους παίκτες, πιο φρέσκους, πιο πεινασμένους, και έχτισε γύρω από τον Μέσι την τέλεια φρουρά. Ο «Pulga» ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής, ο απόλυτος ηγέτης, αλλά το βάρος που τον καταπλάκωνε για χρόνια είχε πλέον εξαφανιστεί, είχε αντικατασταθεί από χαμόγελο, το σύμβολο της «Scaloneta». Ο ίδιος έζησε την απόλυτη λύτρωση, πλάνταξε σαν μικρό παιδί, δικαιώθηκε και ηρέμησε. Ησύχασε από το “πρέπει”. Κι όμως αυτό που φάνταζε ως η απόλυτη κορυφή για τον Σκαλόνι, τον Μέσι, ολόκληρη την Αργεντινή, ήταν απλώς η αρχή.
Η «Scaloneta» έτρεξε ένα απίθανο αήττητο σερί 36 αγώνων, με το δικό της παιχνίδι. Ένα παιχνίδι με συγκέντρωση και αρχές, χωρίς την μπάλα και μπόλικη ελευθερία με αυτή, προσαρμοσμένο στην έκφραση του ταλέντου των παικτών του Σκαλόνι, στη δημιουργικότητα και το ένστικτό τους.
Γρήγορα ο επόμενος στόχος τέθηκε. Με μεγαλύτερη αισιοδοξία, πίστη, παράνοια από ποτέ. Η ιδέα της επιστροφής της Αργεντινής στην κορυφή του κόσμου, στην απόλυτη ευκαιρία της, είχε μεθύσει εκατομμύρια φίλους της. Κατάρ, 2022. Η ομάδα βρισκόταν στην καλύτερη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της από κάθε άποψη, κανένας δεν έδειχνε πιο δυνατός από εκείνη. «Muchachos, τώρα είμαστε ξανά ενθουσιασμένοι, θέλω να κατακτήσουμε το τρίτο, θέλω να γίνουμε Παγκόσμιοι Πρωταθλητές», τραγουδούσαν δυνατά όλοι οι οπαδοί της «Albiceleste» σε κάθε γωνιά της γης. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.
Μόνο που, όπως είπε ο ίδιος ο Σκαλόνι, όπως η ήττα, η νίκη δεν είναι ποτέ μόνιμη. Και το αμύθητο σοκ ήρθε. Το τρομακτικό αήττητο σερί έσπασε ήδη από την πρεμιέρα του Μουντιάλ. Από τη Σαουδική Αραβία, αν είναι δυνατόν. Με ανατροπή, με δύο γκολ σε πέντε λεπτά. Τα όρνια έπεσαν ξανά να καταβροχθίσουν τη «λίγη», «άψυχη» Αργεντινή, τον «loser» Μέσι, τον Σκαλόνι που «δεν έχει αποδείξει τίποτα».
Εντός των συνόρων πάντως, η αγάπη ήταν εκεί, το ίδιο και η πίστη. Την είχε κερδίσει με το σπαθί της αυτή η ομάδα. Σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή στον χωροχρόνο, τα πάντα θα μπορούσαν να διαλυθούν μετά από αυτό το σοκ, η Αργεντινή θα μπορούσε να μην το ξεπεράσει ποτέ, να τη φάει ξανά η πίεση και το άγχος, ο φόβος της αποτυχίας. Όχι όμως, όσο ήταν εκεί ο Σκαλόνι. Δεν μπορούσε να συμβεί.
Τα είπε όλα, μιλώντας σε έναν από τους βοηθούς του, στον γυρισμό εκείνης της ασύλληπτα απρόσμενης ήττας:
«Τα παιδιά δεν ήξεραν τι συνέβη. Τα ρώτησα. Αλλά έτσι είναι η κουλτούρα μας, ακόμα κι αν δεν είχαμε χάσει για 36 παιχνίδια. Αυτή είναι η Αργεντινή. Ακόμα και οι οπαδοί. Άρχισαν να τραγουδούν, αλλά, όσο κυλούσε ο χρόνος, έχαναν και αυτοί. Έτσι είναι. Πρέπει να ξέρουμε ότι μπορούμε να χάσουμε, γιατί πρώτον δεν έχουμε νικήσει τόσα χρόνια και δεύτερον γιατί είναι μέρος του παιχνιδιού, μέρος του μαθήματος. Διάολε, αν δεν ήταν έτσι, θα ήταν πάρα πολύ εύκολο. Όχι, κανείς δεν θα παίξει ποτέ ήρεμα. Ήρθαμε στο Μουντιάλ. Και δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος να ξεκινήσουμε. Δυστυχώς ή ευτυχώς συνέβη και, αν ανακάμψουμε, μείνουμε ήρεμοι ότι θα παίξουμε,… προσοχή. Προσοχή, αν ανακάμψουμε μετά από αυτό το χτύπημα. Αν ανακάμψουμε από αυτό, φίλε,… τότε δεν μπορεί να μας σταματήσει κανείς».
Πώς να σταματήσει κάποιος μια ομάδα που έχει αυτόν για ηγέτη;
Ο Σκαλόνι βάφτισε το σοκ από τη Σαουδική Αραβία «ιδανικό ξεκίνημα» και εστίασε σε αυτό που είπε, στην ανάκαμψη.
Η Αργεντινή δεν ήταν η καλύτερη ομάδα του Μουντιάλ, δεν ήταν η ομάδα με τα πιο δυνατά όπλα, με το μεγαλύτερο ταλέντο. Ήταν όμως η πιο βελτιωμένη στη διάρκειά του, η πιο αλύγιστη. Αυτή που έμαθε να ανακάμπτει μετά από κάθε χτύπημα. Είτε αυτό ήταν από τη Σαουδική Αραβία στην πρεμιέρα, την Ολλανδία στον προημιτελικό-πόλεμο, τη Γαλλία στον πιο συγκλονιστικό Τελικό όλων των εποχών.
Ο Σκαλόνι δεν φοβήθηκε να αλλάξει το ίδιο του το οικοδόμημα μέσα στο τουρνουά, να βελτιωθεί, να χτίσει μια γέφυρα, περπατώντας ταυτόχρονα πάνω της, να ρίξει στην αρένα τους άπειρους Άλβαρες, Φερνάντες και Μακ Άλιστερ, να μπερδέψει τον Ντεσάν με τη χρήση του Ντι Μαρία.
Δεν φοβήθηκε, γιατί ο ίδιος πάντα έλεγε στους παίκτες του να παίζουν χωρίς φόβο. «Ό,τι κι αν γίνει, ο ήλιος θα ανατείλει ξανά». Και ανέτειλε. Με τον πιο υπέροχο τρόπο, στο εύστοχο χτύπημα πέναλτι του Μοντιέλ. Η Αργεντινή Πρωταθλήτρια Κόσμου. Παράνοια, στο Κατάρ, στο Μπουένος Άιρες, σε αμέτρητα άλλα μέρη.
Και μέσα στην παράνοια εκείνος να στέκεται παγωμένος. Ακριβώς μετά το πέναλτι του Μοντιέλ. Ανέκφραστος. Σκάει ένα μικρό χαμόγελο, όταν τρέχει να τον αγκαλιάσει ο Αγιάλα, μα παραμένει παγωμένος, ακόμα και όταν ο Αϊμάρ πηδάει πάνω του. Έχει αδειάσει, ο σκοπός έχει εκπληρωθεί και ο Σκαλόνι οριακά δεν ξέρει τι να κάνει. Όλο του το “είναι” ήταν για τόσον καιρό, με τέτοια ένταση, αφοσιωμένο σε αυτόν τον σκοπό. Και πλέον τα είχε καταφέρει.
Γυρίζει, κάθεται στον πάγκο, προσπαθεί να διαχειριστεί το βάρος τη στιγμής. Πίνει λίγο νερό, χαμογελά, σκύβει το κεφάλι και αρχίζει να σπάει. Δακρύζει, σηκώνεται, προσπαθεί να συνέλθει. Μα δεν μπορεί, δεν γίνεται, δεν είναι ανθρωπίνως δυνατό. Κουνά το κεφάλι του χαρακτηριστικά, αδυνατώντας να πιστέψει.
Κι έπειτα… Έπειτα απλώς διαλύεται. Δεν κλαίει. Αυτά δεν ήταν δάκρυα. Σπαράζει, σαν να πονά, μα δεν είναι πόνος, δεν είναι πληγή, δεν είναι απόγνωση. Είναι ευτυχία. Η απόλυτη ευτυχία, παγιδευμένη σε αναφιλητά, ποτάμια κλάματος που διακόπτονται από μικρά χαμόγελα. Η απόλυτη ευτυχία παγιδευμένη στον σπαραγμό του Σκαλόνι. Η ακριβής αποτύπωση της αλήθειας της Αργεντινής εκείνη τη στιγμή.
Από δάκρυα σε δάκρυα, από σπαραγμό σε σπαραγμό. Μα αλλιώς. Ο Σκαλόνι πήρε την Αργεντινή των δακρύων του Μέσι και την έφτασε στα δικά του δάκρυα. Από τον πόνο στον παράδεισο με τον ίδιο σπαραγμό. Τον σπαραγμό που συνοδεύει κάθε αδιανόητα γιγαντιαία στιγμή, όπως όλο το ταξίδι της «Albiceleste» με εκείνον στην άκρη του πάγκου, στο μυαλό των παικτών, στις καρδιές των Αργεντινών.
Ο άνθρωπος που δεν πίστεψε κανείς, μέχρι να τους κάνει όλους να πιστέψουν… Και να διαλυθούν από ευτυχία, όπως ακριβώς κι εκείνος.
Some events in life defy expressed emotions.
Scaloni had one of those ‘I don’t know how to feel’ moments last night.Credit to FIFA/TyCSports for the Video.
Peter Drury for the Voicing. pic.twitter.com/JCvAoYzRV7— Archie (@archiecomicz) December 19, 2022
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πάμπλο Αϊμάρ: Η πρόκληση του Πικάσο
Ντιέγκο Σιμεόνε, κάτι παραπάνω από ένας προπονητής
Μαρσέλο Γκαγιάρδο, η «Κούκλα» που έφτιαχνε διαστημόπλοια