Πριν τον Λεβ Γιασίν, ο τερματοφύλακας… καθόταν στο τέρμα και η επικοινωνία με τους συμπαίκτες του ήταν άγνωστη έννοια.
Εννοώ πως δεν υπήρχε καν ως σκέψη.
Μετά τον Λεβ Γιασίν, τον πρώτο sweeper πορτιέρο (τότε βέβαια, τον έλεγαν «τσίρκο»), οι τύποι που έπαιζαν στο τέρμα, έκαναν ακροβατικά, προσπαθούσαν να καθιερώσουν την κυριαρχία τους σε όλη την άμυνα και ούρλιαζαν (για) όσα ήθελαν από τους συμπαίκτες τους.
Κάποιοι δοκίμασαν να τον αντιγράψουν και στα σπριντ που έκανε, προς την κορυφή της μεγάλης περιοχής, ώστε να αναχαιτίσουν επιθετικούς που κινούνταν απειλητικά.
Δεν τα κατάφεραν.
Το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο που είχε τηλεοπτική μετάδοση (1958), ήταν και αυτό που τον σύστησε στον πλανήτη.
Και γνώρισε την παγκόσμια καταξίωση.
Συνήθιζε να ντύνεται στα μαύρα (φορούσε και καπέλο «γιατί είναι το φυλαχτό μου») και έτσι προέκυψε το «Black Spider» (=«Μαύρη Αράχνη»).
Αυτή είναι η ιστορία του ήρωα της Ρωσίας, την εποχή, όταν τους χρειαζόταν, όσο τίποτα άλλο.
Το BBC ετοίμασε και παρουσίασε για τον -ύψους 1,89μ.- Γιασίν ένα από τα πιο ωραία και πλήρη longreads που μπορείς να βρεις στο διαδίκτυο.
Για τον μοναδικό τερματοφύλακα που έχει κατακτήσει Ballon D’ Or (1963), που αναδείχθηκε ουκ ολίγες φορές Καλύτερος Γκολκίπερ της χρονιάς (1956, 1957, 1959, 1960, 1961, 1963, 1964, 1965, 1966), που διακρίθηκε σε διεθνείς διοργανώσεις, ενώ το 2000 κέρδισε και τον τίτλο του Καλύτερου Πορτιέρο του αιώνα από τη FIFA.
Η Παγκόσμια Ομοσπονδία τού έδωσε και μια θέση στην Dream Team της ιστορίας των Παγκόσμιων Κυπέλλων, καθώς είχε αποκρούσει 150 εκτελέσεις πέναλτι, τις περισσότερες από κάθε άλλον επαγγελματία.
Επιπροσθέτως, σε 270 ματς δεν δέχθηκε γκολ. Τα πήρε όλα, πλην ενός: του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Σε αυτό της Ρωσίας (2018), πάντως, η μορφή του κοσμεί το επίσημο πόστερ της διοργάρνωσης.
Τρεις φορές του απονεμήθηκε και το βραβείο για τον Καλύτερο Τερματοφύλακα της Σοβιετικής Ένωσης.
Εκεί, όπου η δουλειά του δεν ήταν μια απλή δουλειά. Είχε βαθύτερο νόημα.
Στη Ρωσία, ο πορτιέρο είναι το σύνορο. Ο υπερασπιστής των πάντων, ο υπέρτατος προστάτης.
Και αν μη τι άλλο, είχε μάθει για την παραβίαση των συνόρων, πριν μάθει για τη ζωή.
Το φθινόπωρο του 1941, όταν ήταν 12 χρόνων, υποχρεώθηκε μαζί με την οικογένεια του να εγκαταλείψουν τη Μόσχα.
Οι Ναζί βρίσκονταν μόλις 70 χιλιόμετρα μακριά και το Λένινγκραντ είχε περιτοιχιστεί από τη Βέρμαχτ.
Μια στάση εδώ…
Η πολιορκία του Λένινγκραντ (η Αγία Πετρούπολη τού σήμερα) πέρασε στην ιστορία ως «Πολιορκία των 900 ημερών».
Για την ακρίβεια, οι ημέρες ήταν 872 και επρόκειτο για τη μεγαλύτερη δημογραφική καταστροφή πόλης, μαζί με μια από τις μεγαλύτερες -σε διάρκεια και καταστροφή- πολιορκίες της σύγχρονης ιστορίας.
Διήρκησε από τις 8 Σεπτεμβρίου του 1941 έως τις 27 Ιανουαρίου του 1944.
Πριν αρχίσει η επιχείρηση της πλήρους ισοπέδωσης «της πόλης του Λένιν» (πρωτεύουσας της Ρωσίας, με μεγάλη βιομηχανία στην παραγωγή όπλων), την οποία είχε διατάξει ο Χίτλερ, οι κάτοικοι έφταναν τα 4,5 εκατ. Βάσει υπολογισμών που είχαν γίνει, η επάρκεια των τροφίμων έφτανε για 60 ημέρες.
Όταν “λύθηκε” (ο Κόκκινος Στρατός επιτέθηκε στους Γερμανούς και άνοιξε χερσαία δίοδο προς την πόλη), 1,1 εκατ. είχαν χάσει τη ζωή τους από την πείνα, 17.000 από μάχες και βομβαρδισμούς, 24.000 από πείνα και κρύο, ενώ 330.000 πέθαναν στο πεδίο των μαχών.
Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης αποκόπηκε από εφοδιασμό νερού και τροφής. Οι περισσότεροι θάνατοι προήλθαν από την πείνα. Η λιμοκτονία του πληθυσμού προκλήθηκε από την εξασφάλιση τροφίμων για τους στρατιώτες της Βέρμαχτ.
Οι πολιορκημένοι έπαιρναν σοβάδες από τους τοίχους, τους αραίωναν με νερό, έριχναν χαρτοπολτό και έφτιαχναν σούπες. Αυτές οδήγησαν πολλούς σε δυσεντερία και το θάνατο. Άλλη εκδοχή σούπας ήταν το νερό από το βράσιμο δερμάτινων ζωνών.
Υπήρξαν και περιπτώσεις κανιβαλισμού, μέχρι όταν ο Στάλιν διέταξε την επί τόπου εκτέλεση κλεφτών και κανιβάλων, «γιατί έθεταν σε κίνδυνο την ελευθερία και την αξιοπρέπεια όλων». Πολλά ήταν και τα θύματα από την παγωνιά (το θερμόμετρο έδειχνε για ημέρες -30 βαθμούς Κελσίου).
«Η παιδικότητα μου έληξε τότε, τη στιγμή όταν φτάσαμε στο Ulyanovsk, 800 χιλιόμετρα ανατολικά από τη Μόσχα. Οι υπεύθυνοι του εργοστασίου παραγωγής πυρομαχικών, στο οποίο εργαζόταν ο πατέρας μου, είχαν αποφασίσει να μετεγκατασταθούν εκεί. Πριν γίνω 13 χρόνων, δούλευα και εγώ εκεί».
Τα παιδιά της γενιάς του, όπως έχει γράψει στην αυτοβιογραφία του, περίμεναν στην ουρά για ένα κομμάτι ψωμί. Ονειρεύονταν τη νίκη και… ένα κομμάτι ζάχαρη. «Έπρεπε να κάνουμε θυσίες, πολύ πριν την ώρα μας».
Το φαγητό ερχόταν από χωριό που βρισκόταν σε απόσταση 12 χιλιομέτρων, πάνω σε έλκηθρα. Το 1944, οι φήμες, που ήθελαν τους Ναζί να έχουν αρχίσει την υποχώρηση, είχαν πια υπόσταση και μαζί με την οικογένειά του, επέστρεψε στη Μόσχα.
«Στον πόλεμο μάθαμε πράγματα, αποκτήσαμε εμπειρία που δεν θα μας πρόσφεραν μαθήματα. Μάθαμε πώς να δουλεύουμε, όχι από φόβο και γιατί μας είχαν δοθεί υποσχέσεις, αλλά για να τα έχουμε καλά με τη συνείδηση μας, να είμαστε συναδελφικοί. Όταν διεκδικούσαμε τίτλους και πρωταθλήματα, δεν σκεφτόμασταν την επιβράβευση που ενδεχομένως να ζούσαμε. Ήμασταν χαρούμενοι, απλά και μόνο επειδή μπορούσαμε να παίζουμε ποδόσφαιρο».
Σε όλη του την καριέρα, είχε πρόβλημα με το στομάχι. Οι δικοί του το απέδιδαν στα δεινά που πέρασε λόγω του πολέμου και στο κάπνισμα, το οποίο είχε ξεκινήσει, όταν άρχισε να δουλεύει.
Σίγουρα, δεν βοήθησε το γεγονός ότι κάθε λάθος («το οποίο, όταν γίνεται από τον τερματοφύλακα, γίνεται αντιληπτό και από όλον τον κόσμο») τον κρατούσε άυπνο.
Ακόμα και αν η ομάδα του είχε νικήσει στο όποιο ματς. «Τι είδους τερματοφύλακας είναι κάποιος που δεν βασανίζεται για γκολ που ‘χει δεχθεί; Πρέπει να βασανιστεί. Αν είναι ήρεμος, σημαίνει ότι έχει τελειώσει. Δεν έχει μέλλον», είχε πει χαρακτηριστικά.
«Ξαφνικά… “έσπασα”»
Στα 18, και ενώ ήδη έπαιζε ποδόσφαιρο, στην ομάδα του εργοστασίου του, έπαθε νευρικό κλονισμό.
«Δεν ξέρω αν ήταν κατάθλιψη. Σίγουρα έφταιξε η κούραση, όσων είχα περάσει τα προηγούμενα χρόνια και ξαφνικά… “έσπασα”. Δεν ένιωθα κάτι, παρά ένα τεράστιο κενό», έγραψε στην αυτοβιογραφία του.
Νομικά, ήταν αδικαιολογήτως απών. Ουσιαστικά, δεν ήθελε τίποτα και κανέναν.
Του πρότειναν να γίνει εθελοντής, στον στρατό. Αργότερα, χαρακτήρισε ως “λυτρωτική” αυτήν την κίνηση. Την ευκαιρία που άλλαξε τη ζωή του.
Βρήκε ξανά την αγάπη του για το ποδόσφαιρο και άρχισε να αφοσιώνεται περισσότερο στις προπονήσεις. Να παίρνει το θέμα πιο σοβαρά. Σύντομα, τον εντόπισε scout των ακαδημιών της Ντιναμό Μόσχας.
Τέσσερα χρόνια αργότερα (1953), είχε γίνει βασικός στην ανδρική ομάδα.
Το ίδιο έτος, πήρε το Soviet Cup με την ομάδα hockey, στην οποία αγωνιζόταν. Αυτό ήταν το πρώτο του τρόπαιο. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, πήρε και την πρώτη ποδοσφαιρική κούπα. Κάπου στο 1954, αποφάσισε πως δεν μπορούσε να τα κάνει όλα μαζί. Διάλεξε το ποδόσφαιρο.
Έμαθε τη θέση, όντας πάντα ταπεινός, με πολλές ώρες δουλειάς, με πόνο, με θυσίες. Άνθρωποι που έπαιξαν μαζί του, διαβεβαιώνουν ότι «δεν θα υπάρξει ποτέ άλλος σαν και αυτόν. Όχι μόνο λόγω ικανοτήτων, αλλά ουδείς πια μπορεί να ‘χει τόση ανθρωπιά μέσα του, όταν “παίζονται” τόσα πολλά χρήματα. Εκείνες οι εποχές ήταν διαφορετικές».
«Πριν κάθε ματς θέλω να ακουμπάω την μπάλα, όπως ο ξυλουργός ακουμπά την ξύλινη σανίδα, πριν αρχίσει τη δουλειά».
Το 1956, η Σοβιετική Ένωση κατέκτησε το χρυσό στους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης. Ο Γιασίν δεν δέχθηκε γκολ στον Τελικό και το 1-0 επί της Γιουγκοσλαβίας έδωσε στη χώρα του τον πρώτο διεθνή τίτλο.
Το 1957, η ΕΣΣΔ εκτόξευσε τον πρώτο δορυφόρο στο διάστημα. Είχε το μέγεθος μπάλας ποδοσφαίρου. Εκπροσωπούσε μια τεράστια νίκη επί των Αμερικανών, σε καιρό Ψυχρού Πολέμου.
Το 1958, η Σοβιετική Ένωση έμεινε εκτός ημιτελικών Παγκοσμίου Κυπέλλου, έπειτα από ήττα που υπέστησαν από τη Σουηδία, η οποία έφτασε έως τον Τελικό. Για να “μπει” στους οκτώ, είχε νικήσει την Αγγλία, στα play-off.
To 1959, η ΕΣΣΔ έστειλε στο φεγγάρι το πρώτο μη επανδρωμένο διαστημόπλοιο. Ήταν το πρώτο δημιούργημα ανθρώπων που προσγειώθηκε στο έδαφος άλλου ουράνιου σώματος.
Το 1960, η Σοβιετική Ένωση κατέκτησε το European Nation’s Cup, της πρώτης εκδοχής αυτού που ξέρουμε σήμερα έως Euro. Η παρέα του Γιασίν επικράτησε της Γιουγκοσλαβίας στον Τελικό.
Το 1961, ο Γιούρι Γκαγκάριν, ο πρώτος άνθρωπος που πάτησε στο φεγγάρι. «Το μόνο πράγμα που μου πρόσφερε μεγαλύτερη απόλαυση, από αυτήν την στιγμή, ήταν το να πιάνω εκτελέσεις πέναλτι», είχε δηλώσει ο Γιασίν.
Η ιδιαιτρότητα του 1962
Το 1962, η ΕΣΣΔ έμεινε εκτός Παγκοσμίου Κυπέλλου στα προημιτελικά, όπου έχασε από τη Χιλή. Η μοναδική αναφορά που υπάρχει από το παιχνίδι, στα ρωσικά (από δημοσιογράφο που ήταν πολιτικός συντάκτης), αναφέρει πως ο Γιασίν ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος.
Του ασκήθηκε δριμεία κριτική από εκνευρισμένους οπαδούς που απαιτούσαν να εγκαταλείψει το σπορ. Έσπασαν τα παράθυρα του σπιτιού του, έγραψαν προσβλητικά μηνύματα στους τοίχους και το αυτοκίνητο, απειλούσαν τη ζωή του λεκτικώς και εγγράφως με γράμματα που έστελναν σπίτι του.
«Αυτές ήταν οι πιο πικρές ημέρες της καριέρας μου», είπε, χρόνια μετά, ο ίδιος. Είχε σκεφτεί να εγκαταλείψει, αφότου σε κάθε του εμφάνιση τον αποδοκίμαζε όλο το στάδιο.
Δεν είπε ποτέ πως είχε πάθει διάσειση αλλά -παρόλα αυτά- συνέχισε το ματς. Επίσης, δεν τους έκανε το χατίρι. Έκανε ό,τι ήξερε καλύτερα: δούλεψε σκληρά για να γίνει καλύτερος.
Το 1962, ήταν και η χρονιά, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν στο πικ του και ο κόσμος φοβόταν πως θα γίνει η -πυρηνική- αποκάλυψη. Οι Αμερικανοί εκτόξευσαν πυραύλους στην Ιταλία και την Τουρκία. Η Σοβιετική Ένωση είχε προβεί σε ανάπτυξη πυραύλων στην Κούβα.
Το 1963, ο Γιασίν εντυπωσίασε το πλήθος που ήταν στο Γουέμπλεϊ ,και παρακολουθούσε το ματς για τον εορτασμό των 100 χρόνων της Football Association. Η Αγγλία είχε νικήσει 2-1, αλλά ο Λεβ δεν είχε δεχθεί γκολ στο ημίχρονο, στο οποίο έπαιξε. Την ίδια χρονιά, έγινε ο πρώτος -και τελευταίος μέχρι σήμερα- γκολκίπερ που πήρε Ballon D’ Or.
Το 1964, η Σοβιετική Ένωση έφτασε στον Τελικό του European Nations’s Cup, για δεύτερη διαδοχική φορά. Έχασε 1-2 από την Ισπανία. Ο Γιασίν αναδείχθηκε καλύτερος τερματοφύλακας της διοργάνωσης και πήρε ως δώρο από την πολιτεία ένα διαμέρισμα. Σε αυτό έμενε μέχρι το τέλος.
Το 1966, οι Σοβιετικοί έχασαν 1-2 από τη Δυτική Γερμανία, σε ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου, στο Γκούντισον Παρκ. Αντιμετώπισαν, στο Γουέμπλεϊ, την Πορτογαλία του Εουζέμπιο για την τρίτη θέση. Έχασαν 1-2.
To 1970, σε ηλικία 41 χρόνων, ο Γιασίν άρχισε να επεξεργάζεται το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τα γήπεδα. Η στιγμή, όταν του ήλθε αυτή η σκέψη, ήταν η εξής: σε απόπειρα για απόκρουση, έπειτα από “βουτιά”, προσγειώθηκε στον αγωνιστικό χώρο κατά τρόπο, ώστε έμεινε εκεί, ακίνητος για ώρα. Είχαν προηγηθεί τρεις διασείσεις. Είχε νοσηλευτεί για τρεις μέρες, κάθε φορά.
Όλοι πίστεψαν πως ήταν ακόμα μια τέτοια περίπτωση. Σιγά-σιγά στάθηκε στα πόδια του και επέστρεψε στο τέρμα.
Όταν γύρισε σπίτι, η σύζυγος του, Βαλεντίνα, τον ρώτησε «μα γιατί δεν σηκωνόσουν»; Της απάντησε «δεν το ήθελα πάρα πολύ. Το γρασίδι μύριζε τόσο ωραία. Ειλικρινά, δεν ήθελα να σηκωθώ».
Προς το τέλος της ζωής του, αντιμετώπισε τραγωδίες και προβλήματα υγείας. Ένα τού στοίχισε το πόδι. Έπαθε δύο ανακοπές καρδιάς και δύο εγκεφαλικά. Ξέδινε, πηγαίνοντας για ψάρεμα, με τους φίλους του, τους συναδέλφους του στο εργοστάσιο. «Αν άλλαξε από τα προβλήματα υγείας; Όχι»!, τόνισε η Βαλεντίνα στο BBC.
Ξεκάθαρα, δεν αμείφθηκε, όπως οι συνάδελφοί του σε άλλες χώρες, πόσω μάλλον για όσα είχε επιτύχει.
Ένας Ρώσος δημοσιογράφος, ο Ευγκένι Ρούμπιν, διηγήθηκε ένα περιστατικό, κατά το οποίο ο Γιασίν είχε πάει για φαγητό με τον Φέρεντς Πούσκας και, όταν έβγαλε το πορτοφόλι του να πληρώσει ο σταρ της Ρεάλ, ο Ρώσος του είπε «δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου ένα τόσο μεγάλο ποσό. Πολλώ δε, να μου το δώσουν ως αμοιβή».
Προτάσεις είχε από την Δύση «αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ καν πως θα ζω εκτός της Ρωσίας» . Για αυτό και έμεινε στην Ντιναμό από το 1950 έως το 1970. Δεν ζήτησε ποτέ μπόνους ή αύξηση.
Ήταν ντροπαλός και αναρωτιόταν «τα αξίζω; Και αν δεν τα αξίζω»;
Ναι, τόσο ταπεινός.
Στις 22 Οκτωβρίου του 1989, ανήμερα των 60ων γενεθλίων του, η Ντιναμό Μόσχας διοργάνωσε ματς προς τιμήν του. Σε μια ομάδα, αγωνίστηκαν παίκτες από όλα τα clubs της Ντιναμό κατά τη διάρκεια της Σοβιετικής Ένωσης (Μόσχα, Μινσκ, Κίεβο, Τμπίλισι).
Στην άλλη, ήταν τεράστιοι παίκτες, όπως ο Εουσέμπιο, o Μπόμπι Τσάρλτον, o Φραντς Μπενκεμπάουερ. Μόλις τελείωσε ο αγώνας, επιβιβάστηκε σε ανοιχτό αυτοκίνητο και έκανε το γύρο του Ντινάμο Στάντιουμ.
Όπως χαιρετούσε τον κόσμο, χαρούμενος, “άνοιξαν” οι ουρανοί. Αυτό δεν σταμάτησε τα media, τους παίκτες και τους φιλάθλους να φτάσουν κοντά του, για να τον χαιρετήσουν και να φωτογραφηθούν μαζί του.
Στο βλέμμα του υπήρχε θλίψη. Τρία χρόνια νωρίτερα, είχε γίνει η καταστροφή στο Τσέρνομπιλ. Ένα μήνα πριν το παιχνίδι, διαλύθηκε το Τείχος του Βερολίνου. Η Σοβιετική Ένωση ζούσε με δανεικό χρόνο.
Τότε, προέκυψε η είδηση πως ο Γιασίν είχε καρκίνο στο στομάχι. Είχε ήδη υποβληθεί σε ακρωτηριασμό ποδιού, πέντε χρόνια νωρίτερα, έπειτα από θρόμβωση κατά τη διάρκεια ταξιδιού στην Ουγγαρία.
Λίγες μέρες πριν πεθάνει (τον Μάρτιο του 1990), του απονεμήθηκε το χρυσό μετάλλιο του Ήρωα του Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Για πολλούς, ο Γιασίν ήταν ήρωας. Για τη Βαλεντίνα: «Κωμικοτραγικός! Λάτρευε το χιούμορ και να λέει αστείες ιστορίες. Το τραγικό αφορά όλα τα άλλα»!