Από τον Αύγουστο του 2018, ζω και εργάζομαι στον ιταλικό Βορρά, ως προπονητής βόλεϊ.
Η πρώτη φορά ήταν πριν λίγα χρόνια, στο Τρέντο.
Τώρα, με τη σύζυγό μου και τα παιδιά μου, κατοικούμε σε μια μικρή κωμόπολη του Πιεμόντε, που απέχει 45 λεπτά από το Μιλάνο, την Ρομανιάνο Σέσια της Νοβάρα.
Βρισκόμαστε πολύ κοντά, δηλαδή, στο επίκεντρο της υγειονομικής κρίσης, εξαιτίας της εξάπλωσης του Κορονοϊού.
Πρόθεσή μου είναι απλώς να μεταφέρω όσα ζούμε εδώ αυτές τις ημέρες, ελπίζοντας πως θα φάνουν χρήσιμα σε όσους τα διαβάσουν έγκαιρα και θα αποφύγουν τα λάθη που κάναμε εμείς.
Γιατί η Ελλάδα -και η Ευρώπη, γενικότερα- έχει ένα «πλεονέκτημα» δύο εβδομάδων συγκριτικά με την Ιταλία.
Αν, λοιπόν, μπορούσα να πω δυο-τρεις «συμβουλές» από τη μεριά μου, επειδή τυχαίνει να βρίσκομαι εδώ, είναι: «ψυχραιμία», «ατομική ευθύνη» και «παραδειγματιστείτε».
Δυστυχώς, αυτό το διάστημα των τριών και πλέον εβδομάδων, η Ιταλία ζει καταστάσεις πρωτόγνωρες και σουρεαλιστικές!
Επειδή, ακριβώς, είναι πρωτόγνωρες, όμως, είναι πραγματικά δύσκολο να κατηγορήσει ο ένας τον άλλον…
Γυρίζοντας πίσω το χρόνο, το Σαββατοκύριακο 22-23 Φεβρουαρίου, έγινε πρώτη είδηση εδώ το «δείγμα 1». Το ότι, δηλαδή, και οι δέκα κοινότητες της μικρής επαρχίας Λόντι βρίσκονται σε «κόκκινη ζώνη».
Μάθαμε για μια γρίπη που πλήττει τους ασθενέστερους, έγινε ένα σχετικό «σούσουρο», αλλά κανείς δεν πανικοβλήθηκε. Μέχρι τότε, ότι γνωρίζαμε ήταν από τις ιστοσελίδες και όσα δημοσίευαν για τις εξελίξεις στην Κίνα.
Τρεις ημέρες μετά, έκλεισαν τα σχολεία, εν συνεχεία τα καταστήματα έκλειναν στις 18:00, ενώ τρεις εβδομάδες αργότερα έχουμε φτάσει στο σημείο να έχουν κλείσει τα πάντα, πλην των φαρμακείων και των σούπερ μάρκετ.
Παράλληλα, για την αντιμετώπιση των χιλιάδων περιστατικών, έχουν επιστρατευτεί στρατιωτικοί γιατροί και συνταξιούχοι γιατροί και έχουν ανοίξει και άλλα δωμάτια νοσοκομείων. Υπάρχουν, δε, περιπτώσεις, στην Λομβαρδία, όπου γίνεται «επιλογή» ασθενών ανάλογα με την ηλικία.
Όπως μαθαίνουμε, οι Ιταλοί θα διαμορφώσουν κρουαζιεροπλοια σε νοσοκομεία στην Γένοβα, ενώ υπάρχει η πρόθεση να χρησιμοποιηθεί η τεράστια έκταση του εκθεσιακού κέντρου της expo του Μιλάνο για μετατροπή σε κλίνες.
Στο διάστημα αυτό, είδαμε πολλούς να μην αντιλαμβάνονται το μέγεθος του προβλήματος που ερχόταν. Μία ημέρα πριν μπει σε «κόκκινη ζώνη» η Ιταλία, υπήρχαν εικόνες με γεμάτα χιονοδρομικά κέντρα από ανθρώπους που περίμεναν τα λιφτ. Το βράδυ που κηρύχθηκε σε «κόκκινη ζώνη» η Βόρειος Ιταλία, είδαμε γεμάτα τρένα με ανθρώπους, κυριολεκτικά, στοιβαγμένους, οι οποίοι, θέλοντας να αποφύγουν τον ιό, κατευθυνόμενοι στον Νότο, συνέβαλλαν τελικά στην εξάπλωσή του.
Εικόνες όπως αυτή, εύλογα, άνοιξαν μια κουβέντα σύγκρισης των Ιταλών με τους Νοτιοκορεάτες, γιατί εκεί, έχοντας τους ίδιους περίπου αριθμούς κρουσμάτων, έχουν πολύ μικρότερο αριθμό νεκρών.
Αυτό εξηγείται, όμως, από την «κουλτούρα της ατομικής ευθύνης» των Ασιατών, εν αντιθέσει με την έλλειψη πειθαρχίας των Ιταλών, οι οποίοι βρίσκονται στα δικά μας, «ελληνικά», επίπεδα νοοτροπίας.
Το ενθαρρυντικό είναι πως πλέον ακούγονται μόνο εμπεριστατωμένες απόψεις από σοβαρές φωνές στην Ιταλία και οι ελαφρόμυαλοι των πρώτων ημερών έχουν εξαφανιστεί.
Οι εικόνες πανικού είναι πολύ λιγότερες και επικρατεί ψυχραιμία.
Ο κόσμος είναι συνειδητοποιημένος και ενωμένος. Υπάρχει αναπτυγμένο το αίσθημα της αλληλεγγύης.
Αυτές τις ημέρες εξαπλώνεται το κίνημα «Io resto a casa», που σημαίνει «μένω στο σπίτι».
Πέρα από τους διάφορους «σελέμπριτι», αρωγός σε αυτό το κλίμα ομοψυχίας είναι και ο κόσμος του ιταλικού βόλεϊ.
Η ομοσπονδία έχει φροντίσει για τηλεδιασκέψεις καθημερινά με σημαντικά ονόματα της προπονητικής να μιλούν από την κάμερα του σπιτιού τους.
Ονόματα όπως ο προπονητής της Εθνικής γυναικών, Νταβίντε Ματσάντι στέκονται μπροστά σε μια κάμερα και μιλούν για τη διαχείριση της κρίσης από τη σκοπιά του προπονητή.
Έτσι και εμείς νιώθουμε ενεργοί επαγγελματικά, συνεχίζοντας να παίρνουμε ερεθίσματα για τη δουλειά μας και οι απλοί φίλαθλοι που παρακολουθούν παραδειγματίζονται.
Εδώ και λίγες ημέρες, οι αθλητικές υποχρεώσεις, όπως είναι λογικό, έχουν ανασταλεί.
Την πρώτη εβδομάδα, οι προπονήσεις της ομάδας μου γίνονταν κεκλεισμένων των θυρών και δεν επιτρεπόταν καν η είσοδος στα αποδυτήρια.
Τη δεύτερη εβδομάδα, η Περιφέρεια και οι σύλλογοι, θορυβημένοι από το μέγεθος του προβλήματος, αποφάσισαν την είσοδό μας στα γήπεδα μόνο με τη συνοδεία γιατρού, αλλά την ίδια κιόλας ημέρα πάρθηκε η απόφαση να μπει «λουκέτο».
Βεβαίως, για τους ανθρώπους του αθλητισμού, οι οποίοι έχουν μάθει να ζουν με πειθαρχία, μια τέτοιου είδους δοκιμασία είναι λιγότερο δύσκολη σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Στην περίπτωση της δικής μου οικογένειας, υπάρχει το πλεονέκτημα πως εδώ ζούμε σε μια μικρή πόλη 5.000 κατοίκων και είμαστε λίγο πιο χαλαρά, υπάρχουν και τα πάρκα μας.
Επιπλέον, στο Πιεμόντε των 5.5 εκατομμυρίων, τα κρούσματα είναι περίπου 500.
Καθημερινά, παρακολουθούμε με προσοχή το ρυθμό αύξησης των κρουσμάτων από ειδική ιστοσελίδα.
Πριν λίγο, μάθαμε πως η 11η Μαρτίου ήταν η πρώτη ημέρα χωρίς θετικό δείγμα στην πόλη Κοντόνιο στην επαρχία του Λόντι απ΄ όπου ξεκίνησαν όλα.
Οι υπόλοιποι βρισκόμαστε στην κορύφωση της καραντίνας, αυτές τις ημέρες.
Είπαμε: μένουμε σπίτι!
Δεχόμαστε καθημερινά κλήσεις και μηνύματα από φίλους και γνωστούς από την Ελλάδα και… συνεχίζουμε να ζούμε.
Δυστυχώς, τα νούμερα είναι τρομακτικά και θα χρειαστεί πολύς καιρός για να γίνει ο θλιβερός απολογισμός στην Ιταλία.
Η Ελλάδα, ωστόσο, και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να «εκμεταλλευτούν» το παράδειγμά της.
Οι κάτοικοι στην Ελλάδα δεν έχουν το δικό μας «άλλοθι». Το άλλοθι της άγνοιας.
Απέναντι στην πανδημία, πρέπει να αναλάβει ο καθένας την ατομική ευθύνη του.
Ελπίζω και προσβλέπω ότι και η αθλητική κοινότητα θα συμβάλει σε αυτή την κατεύθυνση προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Είναι χρέος μας.
Ο Κώστας Παπαδόπουλος είναι προπονητής βόλεϊ της ιταλικής Πάβικ.
Επιμέλεια κειμένου: Λουκάς Μαστροδήμος