«Ship be sinkin’».
«Το πλοίο βυθίζεται». Σε αυτήν τη λανθασμένη γραμματικά απόδοση. Από το στόμα του Μάικλ Ρέι Ρίτσαρντσον, πηχυαίος τίτλος των «NY Times» .
Φράση που επανέρχεται στην επικαιρότητα, κάθε φορά που οι Νικς παραπαίουν. Προπαντός, ατάκα που κόλλησε σε εκείνον που την εκστόμισε, ακολουθώντας τον στην προσωπική καταβύθιση στα ναρκωτικά και τους εθισμούς, στην καταβαράθρωση από το ΝΒΑ, στην κατακρήμνιση της καριέρας του. Η οποία, ωστόσο με έναν μαγικό τρόπο πήρε πάλι τα πάνω της και έγινε παράδειγμα μακροβιότητας.
Μάικλ Ρέι Ρίτσαρντσον. «Σούγκαρ Ρέι», για τους ρέκτες του αμερικανικού, ιταλικού, γαλλικού μπάσκετ των περασμένων δεκαετιών.
«Sugar Ray», σαν τον περίφημο πυγμάχο (Σούγκαρ Ρέι) Ρόμπινσον της προηγούμενης γενιάς, σαν τον συνομήλικό του (επίσης μποξέρ) Λέοναρντ.
Γλυκός σαν ζάχαρη μέσα στις τέσσερεις γραμμές. Και πικρή, πολύ πικρή, η τροπή που πήρε η ζωή του στις ΗΠΑ, προτού αναγεννηθεί στην Ευρώπη. Ένας γκαρντ που επελέγη πάνω από τον Λάρι Μπερντ στο ντραφτ, που έβγαζε γούστα και νούμερα Μάτζικ Τζόνσον. Θαμώνας των All Star Game μα και κακόφημων μαγαζιών. Comeback και εξοβελισμοί, αναγεννήσεις και υποτροπές.
O γιος της μαμάς
Λούμποκ, Τέξας. Την ενδέκατη μέρα του Απριλίου του 1955 η φαμίλια Ρίτσαρντσον υποδέχεται ένα ακόμα μέλος. Το εξέχον, από τα δικά του μικράτα. Στα έξι του οι γονείς χωρίζουν. Η κυρία του σπιτιού, Λάντι Χικς, μετακομίζει στο Ντένβερ. Μαγείρισσα σε νοσοκομεία, μα πρέπει να ταΐσει κυριολεκτικά και τα επτά της κουτσούβελα.
Καλό και σεβαστικό παιδί, ο Ρέι με το ελαφρύ τραύλισμα, το οποίο δεν θα το ξεπεράσει ποτέ, γίνεται ο άντρας του σπιτιού. Φροντίζει και τις μεγαλύτερες αδερφές του, κάνει θελήματα, κάνει και εντύπωση παίζοντας μπάσκετ στα playgrounds. Όταν δεν πουλάει ποπ κορν και φιστίκι αράπικο, ώστε να συνδράμει στον οικογενειακό κουμπαρά, εφορμά προς καλάθια και καρφώνει. Όνειρό του να φορέσει τη φανέλα των Ντένβερ Ρόκετς, “προγόνων” των Νάγκετς στην εποχή ακόμη του ΑΒΑ.
«Εγώ θα φτάσω και στο ΝΒΑ και θα σου αγοράσω σπίτι», διαμηνύει σοβαρά-σοβαρά στη μητέρα του.
Στο τοπικό χάισκουλ Μάνιουαλ παίζει σέντερ και φτάνει μέχρι την κατάκτηση του πολιτειακού Πρωταθλήματος, στο Μοντάνα του NCAA γίνεται ο περιφερειακός πασπαρτού των 196 εκατοστών. Έχει συμβολή στην πρώτη χρονιά του στην πορεία μέχρι το «Sweet 16», όπου έκτοτε οι κολεγιακοί Γκρίζλις δεν θα ξαναφτάσουν ποτέ. Πριν την τρίτη σεζόν του, το 1976, χάνει το έδαφος από τα πόδια του.
Ο προπονητής Τζαντ Χίθκοουτ φεύγει για το Μίσιγκαν Στέιτ και ο μικρός Μάικλ χάνει μια πατρική φιγούρα. «Δεν το κάνουν αυτό οι πατέρες στα παιδιά τους, ξέρεις καλά ότι εγώ δεν έχω μπαμπά», προσπαθεί, κλαίγοντας και με μια παιδική αφέλεια, ο έφηβος σταρ της ομάδας να τον μεταπείσει.
Δεν το καταφέρνει. Ο κόουτς πηγαίνει ανατολικά για να πάρει σύντομα τίτλο με τον Μάτζικ Τζόνσον, ο Ρίτσαρντσον οδηγεί ανά δύο βδομάδες 18 ώρες προς νότο, για να δει στο Ντένβερ τη μαμά του, τους φίλους του, τη Ρενέ, η οποία θα γίνει και γυναίκα του.
Προπονείται με παίκτες των (πλέον) Νάγκετς, αντιλαμβάνεται ότι πραγματικά μπορεί να σταθεί στο τοπ επίπεδο.
Αποφοιτά από το Μοντάνα με 24.2 πόντους και 6.9 ριμπάουντ στην τελευταία χρονιά. Ένας από τους ελάχιστους μαύρους στην ομάδα ξεχωρίζει, πρωτίστως επειδή είναι κλάσεις ανώτερος από κάθε συμπαίκτη. Είναι πια ο «Sugar», παρά τη χρωματική αντίθεση. Και ανοίγει φτερά για εκεί όπου ανήκει. Σε αγωνιστικό επίπεδο…
The King of New York
Στο πρόσωπό του οι Νικς βλέπουν έναν Μάτζικ, πριν τον Μάτζικ του ΝΒΑ. Τον επιλέγουν στο Νο4 του ντραφτ του 1978, δύο θέσεις πάνω από τον Λάρι Μπερντ. Ειδικά ο κόουτς Γουίλις Ριντ, MVP στους τελικούς του 1970 και του 1973, τον βλέπει ως τον «νέο Γουόλτ Φρέιζιερ». Μαζί οι δυο τους είχαν χαρίσει στη Νέα Υόρκη τα δύο μοναδικά της Πρωταθλήματα.
Φεύγει όμως μετά από μόλις 14 αγώνες. Το μόνο που έχει προλάβει να κάνει ο Ρίτσαρντσον είναι να κινήσει τις διαδικασίες για να αγοράσει στη μητέρα του το σπίτι που της είχε υποσχεθεί. Το σοκ που έχει προκαλέσει η επιλογή τού σχετικά άγνωστου επαρχιωτόπουλου από το άσημο κολέγιο δίνει τη θέση του στον θαυμασμό.
Είναι ένας σούτινγκ γκαρντ που φτάνει μέχρι το καλάθι και τελειώνει φάσεις με σπασίματα της μέσης στον αέρα και τα χαρακτηριστικά του λέι απ με απόλυτη έκταση του δεξιού χεριού. Είναι ακόμα περισσότερο ένας μοντέρνος πόιντ γκαρντ, ο οποίος τη σεζόν 1979-1980 (που μπαίνει στο ΝΒΑ και ο Μάτζικ) τερματίζει πρώτος στις ασίστ με 10.1 ανά αγώνα αλλά και στα κλεψίματα με 3.2!
Κάνει συχνά τριπλ νταμπλ σε εποχή που αυτά σπανίζουν, επαναφέρει το 1981 τους Νικς στα πλέι οφ, συμπληρώνει το ’82 μια τριετία κατά την οποία βάζει σταθερά πάνω από 15 πόντους, μαζεύει σχεδόν 7 ριμπάουντ, καλείται ανελλιπώς στα All Star Game.
Και σκόρερ και καλός αμυντικός. Με τα μακριά άκρα του και την πονηριά του κλέβει μπάλες με τη σέσουλα, ψηφίζεται δις και στην καλύτερη αμυντική πεντάδα της λίγκας. Κάτι όμως είναι εμφανές ότι δεν πάει καλά με την πάρτη του.
Κοκαΐνη, θριαμβευτική επιστροφή, αποπομπή
«If you want to hang out, you ‘ve gotta take her out, cocaine
If you want to get down, down on the ground, cocaine»
Έχει αρχίσει να μην εμφανίζεται σε κάποιες προπονήσεις. Οι δικαιολογίες του είναι αστείες, η παρουσία του πάνω στο παρκέ περιλαμβάνει περισσότερες πάσες στην εξέδρα και χαμένα καρφώματα παρά καλάθια και μαγικές ασίστ.
Ο ίδιος άνθρωπος που στους πρώτους του μήνες στη Νέα Υόρκη διασχίζει μία λεωφόρο για να πάει από το ξενοδοχείο του στο Madison Square Garden και πάλι πίσω ενδίδει στην τρυφηλή ζωή της αμερικανικής μητρόπολης.
Δεν έχει μάθει να λέει «όχι» σε οτιδήποτε κι αν του προτείνεται.
Το ένα φέρνει το άλλο, τα μαλακά ναρκωτικά τα σκληρά. Κοινό μυστικό ότι κάνει κοκαΐνη. Τη μοδάτη ουσία στο «Μεγάλο Μήλο» την κάνουν φίλη τους κι άλλοι ΝΒΑers (γνώριμοί μας στην Ελλάδα κατόπιν ουκ ολίγοι), οι οποίοι θα δουν τον ίδιο δρόμο με δαύτον. Της εξόδου, της αποπομπής από το ΝΒΑ. Ένας όμως είναι ο σούπερ σταρ που εκδιώχνεται. Ο Ρίτσαρντσον.
Το 1981 φεύγουν σε τρέιντ οι δύο καλύτεροί του φίλοι στους Νικς και “κυλάει”. Μαζί και η ομάδα προς τα χαμηλά πατώματα. «Ship be sinkin’», όπως δηλώνει κι ο φίλος μας στους δημοσιογράφους μετά από ένα ματς. Μετά από μία ακόμα ήττα…
Ο προπονητής Ρεντ Χόλτζμαν, παρών και στους δύο τίτλους των ’70s, δεν είναι κανάς χθεσινός για να κάνει τα στραβά μάτια. Οι προειδοποιήσεις πάνε στον βρόντο, ο Ρέι την επόμενη χρονιά στο Golden State. Μονάχα ο ίδιος εκπλήσσεται, όταν ανακοινώνεται η ανταλλαγή με τον Μπέρναρντ Κινγκ.
Δεν του αρέσει στο Σαν Φρανσίσκο, παίρνει άδεια από τη σημαία και γυρίζει στο πατρικό του στο Ντένβερ. Κλείνει τη σεζόν στο Νιου Τζέρσεϊ, δηλαδή πίσω στην ευρύτερη περιοχή της Νέας Υόρκης. Πίσω στα πάρτι, στην αγορά κι άλλων πολυτελών αυτοκινήτων μετά την Πόρσε, τη Ρολς Ρόις, την Τζάγκουαρ και τις BMW.
Προπονητής στους Νετς ο Λάρι Μπράουν. Ξέρει τον «Σούγκαρ» από το Ντένβερ, όπου ήταν ο χεντ κόουτς την πενταετία 1974-1979. Μπαίνουν στον «Σκαραβαίο» του, κινάνε για κλινικές αποτοξίνωσης. Τζίφος. Από δύο τέτοιες την κοπανάει ο «Σούγκαρ», θεωρώντας εαυτόν θεραπευμένο μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Την κοπανάει μέσα στο όλο ζοφερό κλίμα και ο Μπράουν, αναλαμβάνοντας το Κάνσας στο NCAA. Κι άλλη πατρική φιγούρα που χάνει ο Ρίτσαρντσον. Παίρνει διαζύγιο, τον παίρνει για τα καλά από κάτω. Είναι και αφελής, μέσα στη γενικότερη απλοϊκότητά του. Οι ρεπόρτερ μυρίζονται αίμα και… θέμα. Τον ακολουθούν παντού, αυτός αποκαλύπτεται μόνος του. Αμάξι που εντοπίζεται έξω από στέκι ναρκομανών γράφει στην ταμπέλα «SUGAR», ενώ σε κακόφημο ξενοδοχείο κάνει check-in ως «Μάικλ Ρέι… Ρίτσαρντς».
Το γυρίζει πάντως. Πρόσκαιρα. Στα πλέι οφ του 1984 αποκλείει τους Πρωταθλητές Σίξερς με 24άρα και 6 κλεψίματα στο τελευταίο ματς, την επόμενη σεζόν εκτοξεύεται από τους 12 στους 20.1 πόντους, από τις 4.5 στις 8.2 ασίστ. Και κερδίζει το βραβείο για τον «Comeback Player» της χρονιάς. Κάτι σαν το σημερινό του «Πιο βελτιωμένου», με τη διαφορά ότι στο παλιό έπρεπε να έχει σπουδαίο παρελθόν κι εν συνεχεία πτώση ο βραβευθείς.
Τι τα θες… Τις ουσίες δεν τις σταματάει. Μια φορά θετικός σε χρήση, δύο, τρεις και (βάσει κανονισμού) η εκδίωξή του από το ΝΒΑ είναι γεγονός. Πρώτος σταρ της λίγκας που αποπέμπεται για ναρκωτικά.
Δεν έχει comeback και από την κοκαΐνη, όπως τραγούδαγε ο Τζέι Τζέι Κέιλ.
«Don’t forget this fact, you can’t get it back, cocaine
She don’t lie, she don’t lie, she don’t lie, cocaine»
Στις πόλεις της Αναγέννησης
Ούτε ο δεύτερος γάμος του, ούτε το παιδί του που έρχεται στον κόσμο, ούτε το συμβόλαιο των 3 εκατ. δολαρίων που έχει υπογράψει τον κάνουν να αφοσιωθεί στο μπάσκετ και να απομακρυνθεί από τα ναρκωτικά. Το άδοξο τέλος του από το ΝΒΑ υπογράφεται σε ένα αεροδρόμιο, όπου κατά την επιστροφή των Νετς αποτυγχάνει για τρίτη φορά να περάσει ένα ντραγκ τεστ.
Κλαίγεται ότι ο κομισάριος Ντέιβιντ Στερν δεν έχει φανεί τόσο αυστηρός στην περίπτωση του εθισμένου στο αλκοόλ (και με επίσης συχνές επισκέψεις σε κέντρα αποτοξίνωσης) Κρις Μάλιν, επειδή και καλά εκείνος είναι λευκός. Κανενός το αφτί δεν ιδρώνει. Τις δεύτερες και τρίτες ευκαιρίες τις έχει πετάξει στα σκουπίδια. “Υποβιβάζεται” σε μικρές επαγγελματικές λίγκες, το παίρνει απόφαση ότι το μέλλον του είναι στην Ευρώπη.
Το 1988 υπογράφει στη Βίρτους. Είναι πατημένα 33, θεωρητικά έρχεται να κολλήσει τα τελευταία ένσημα.
Και φτάνει να μείνει 14 χρόνια στη «Γηραιά ήπειρο» ως μπασκετμπολίστας!
Εκτός από τη Φλωρεντία, ως πόλη της Αναγέννησης πλασάρεται και η Μπολόνια. Εκεί ζει τη δική του ο Ρίτσαρντσον, οδηγώντας τη Βίρτους μέχρι την κατάκτηση του Κυπελλούχων το 1990. Πού; Στη… Φλωρεντία.
Στον Τελικό κόντρα στη Ρεάλ (79-74), ο παίκτης του Έτορε Μεσίνα κάνει όργια με 29 πόντους, αφότου έχει αποκλείσει στους ημιτελικούς τον ΠΑΟΚ με 37άρα στη Θεσσαλονίκη. Όπως θα πει πολλά χρόνια αργότερα στην «COSMOTE TV», ο κόσμος του «Δικέφαλου του Βορρά» τού έχει μείνει αξέχαστος.
Αξέχαστος μένει ο ίδιος στους τιφόζι του ιταλικού συλλόγου, με τον οποίον παίρνει και δύο Κύπελλα. Βάζει 46 πόντους σε ένα ματς με την Καζέρτα, 50 στο All Star Game, δεν σκέφτεται καν να επιστρέψει και να κλείσει την καριέρα του στο ΝΒΑ, όπου -από το ξεκίνημα μάλιστα της παρουσίας του στη γείτονα- έχει αποκτήσει εκ νέου δικαίωμα συμμετοχής.
Πιάνεται πάλι να έχει κάνει χρήση παράνομων ουσιών (…), περνάει το 1991 από το Σπλιτ στο χειρότερο δυνατό τάιμινγκ. Αμέσως μετά τα τρία συνεχή Πρωταθλητριών, με τους αστέρες της Γιουγκοπλάστικα να έχουν σκορπίσει στις τέσσερεις πλευρές της Γης.
Και γυρίζει στην Ιταλία, για λογαριασμό της Λιβόρνο. Ρίχνει 32άρα στην πρώην του τη Βίρτους, βάζει τη νέα του παρέα στα πλέι οφ. Μετά από δύο χρόνια την κάνει για Γαλλία.
Σαρανταρίζει το 1995. Όταν δηλαδή χαρίζει το Πρωτάθλημα στην Αντίμπ! Το εκρηκτικό πρώτο βήμα τον έχει εγκαταλείψει, στα ντράιβ δεν είναι τόσο αποτελεσματικός και θεαματικός όσο παλιά. Φροντίζει για όλα αυτά ο έτερος ξένος. Κάποιος… Ντέιβιντ Ρίβερς, αμέσως προτού έρθει στον Ολυμπιακό!
Ο υπεύθυνος για τη «Sugarmania» και στον γαλλικό Νότο εξακολουθεί να στέλνει αδιάβαστους τους αντιπάλους με έξυπνες αλλαγές κατεύθυνσης, εξακολουθεί να εκτελεί βολές, όποτε του την βαράει, στεκόμενος στην αριστερή πλευρά της σχετικής γραμμής, εξακολουθεί να κερδίζει. Το 3-1 στην τελική σειρά με την Ορτέζ έρχεται με σκορ 81-80. Το διαμορφώνει μέσα στο Πο ο ίδιος ο Ρίτσαρντσον 3’’ πριν το τέλος (!), με σουτ υπό πίεση από τα 6μ.
Δύο χρόνια αργότερα ανηφορίζει στο Παρίσι, όπου διεξάγεται το McDonald’s Open, με τη συμμετοχή των Μπουλς και εν τη παρουσία του Στερν.
Τον πλησιάζει, του συστήνεται και τον αφήνει κόκαλο. «Σε ευχαριστώ που με έδιωξες τότε από το ΝΒΑ. Μου έσωσες τη ζωή», ξεφουρνίζει στον εμβρόντητο κομισάριο.
Συνεχίζει μέχρι τα 47 του ανάμεσα στη Γαλλία και την Ιταλία. Το 2001 γυρίζει στην Αντίμπ και εκεί ακριβώς γεννιέται ο γιος του, ο Αμίρ Ρίτσαρντσον. Αν σας λέει κάτι το ονοματεπώνυμο, δεν είναι άλλος από τον μέσο της Ρεμς και διεθνή ποδοσφαιριστή με το Μαρόκο, ελέω της καταγωγής της μαμάς του.
Ο μπαμπάς το γύρισε έκτοτε στην προπονητική, σε μικρές λίγκες των ΗΠΑ και τον Καναδά, για να εγκατασταθεί τελικά στην Οκλαχόμα. Ταξιδεύει πλέον ως επισκέπτης στα μέρη όπου ζουν τα διψήφιου αριθμού εγγόνια του. Και οι ιστορίες που διηγείται δεν αποκρύπτουν τις δύσκολες στιγμές που έζησε.
Γέννημα-θρέμμα κατά σύμπτωση της Οκλαχόμα, ο Τζέι Τζέι Κέιλ το είχε τραγουδήσει κι αυτό με τον δικό του τρόπο («Hard Times»).
«Hard times is about to get me
Hard times, they hurt my hands»…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: