Ο Μιχάλης ανήκει στον πολύ στενό κύκλο φίλων μου με τους οποίους επικοινωνώ με μεγάλη συχνότητα και βρισκόμαστε κάθε βδομάδα.
Όταν ήμασταν νεότεροι, πηγαίναμε κάθε χρόνο διακοπές, μια παρέα τεσσάρων κολλητών, συνήθως στα Χανιά. Αυτό που μου έχει μείνει από εκεί, είναι ότι, ενώ όλη την υπόλοιπη μέρα περνούσαμε εξαιρετικά, εγώ και εκείνος δεν παραμελούσαμε να κάνουμε καθημερινά δυο πράγματα: το πρωί ενδυνάμωση στη ταράτσα του ξενοδοχείου και το απόγευμα 10 χιλιόμετρα τρέξιμο, ξυπόλυτοι στην άμμο. Αυτό που καταλάβαινα από τη συνύπαρξή μας είναι πως αν κάποιος έχει μάθει στον πρωταθλητισμό, το κουβαλάει παντού μαζί του.
Τη βδομάδα που μας πέρασε, στον καθιερωμένο μας καφέ στο “Νιαρχος”, υπήρχε και ένα κασετοφωνάκι στο τραπέζι. Ό,τι ειπώθηκε είναι στην παρακάτω συνέντευξη και ελπίζω να την απολαύσετε. Καλή ανάγνωση.
-Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με το άθλημα;
Η πρώτη επαφή με το άθλημα ήρθε μέσα από τις ταινίες πολεμικών τεχνών της εποχής με ήρωες τον Bruce Lee και τον Jackie Chan. Ήμουν, τότε, 7 χρονών. Είχε ανοίξει μια σχολή ακριβώς απέναντι από το σπίτι μου. Περνώντας απ’ έξω και βλέποντας παιδιά της ηλικίας μου με την άσπρη φόρμα τους να κάνουν κάποιες κινήσεις, που τότε δεν ήξερα αν είναι Τάε κβον ντο ή καράτε, μου φάνηκε πάρα πολύ δελεαστικό και το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πω στους γονείς μου ότι θέλω να γραφτώ. Έτσι κι έγινε. Θυμάμαι, μετά το πρώτο μάθημα, να έχω εκστασιαστεί και τον προπονητή να μου δίνει συγχαρητήρια. Φεύγοντας, περίμενα πώς και πώς την επόμενη μέρα.
-Θεωρείς ότι σε αυτές τις ηλικίες είναι πιο σημαντικό να είναι καλός προπονητής ή να είναι καλός παιδαγωγός, ο δάσκαλος;
Πρέπει να έχει και τα δύο στοιχεία. Θα πρέπει να είναι κυρίως παιδαγωγός αλλά και ένας ενημερωμένος, σύγχρονος προπονητής. Το πρωτεύον όμως είναι κάνει το παιδί να αγαπήσει αυτό που κάνει και να του βγάζει τον καλύτερο του εαυτό. Το κίνητρο να θέλει να συνεχίσει.
-Η πρώτη φορά που κατέβηκες σε αγώνες πού ήταν;
Το 1990, σε ηλικία 10 χρόνων, όταν οργανώθηκε το πρώτο τοπικό πρωτάθλημα Αττικής και Νήσων. Αγωνίστηκα στην κατηγορία των -28 κιλών που είναι η πιο μικρή κατηγορία σε κιλά στην κατηγορία των Παίδων και κατέκτησα την πρώτη θέση…
-Γιατί, πόσα κιλά είχες δηλαδή;
Αν δεν κάνω λάθος, πρέπει να ήμουνα γύρω στα 23 κιλά. Σχεδόν με έπαιρνε ο αέρας (γέλια)…
-Την προηγούμενη νύχτα του πρώτου αγώνα που κατέβηκες, πώς τη βίωσες;
Την προηγούμενη νύχτα, δεν την θυμάμαι. Αλλά θυμάμαι πως όταν ο δάσκαλος μας ανακοίνωσε ότι έχει πρωτάθλημα, είχα μια αγωνία για το αν θα παίξω ή όχι. Όταν τον ρώτησα, «δάσκαλε, θα παίξω εγώ σε αυτούς τους αγώνες;» μου είπε: «παιδί μου, αν δεν παίξεις εσύ ποιος θα παίξει;». Ήταν κάτι που με έκανε να νιώσω πολύ καλά και με γέμισε αυτοπεποίθηση.
-Ο πρώτος πανελλήνιος τίτλος που πήρες;
Ήταν το 1994. Την ίδια χρονιά, αγωνίστηκα στο πανελλήνιο παίδων αλλά και εφήβων, γιατί, όταν είσαι 14, έχεις τη δυνατότητα να παίξεις και στις δύο κατηγορίες. Κατέκτησα την τρίτη θέση. Ήταν η στιγμή που άρχισα να καταλαβαίνω πως τα πράγματα σοβαρεύουν και πως -αν κατάφερνα να πάρω την 1η θέση- θα μπορούσα να συμμετάσχω στην Εθνική ομάδα.
-Άρα, όταν έβαλες το μετάλλιο στο λαιμό, άλλαξε η ματιά σου προς το άθλημα; Το είδες πιο επαγγελματικά;
Κατάλαβα ότι όσο πιο σημαντικές οι διοργανώσεις, τόσο μεγαλύτερη σημασία έχει ο τρόπος που προπονείσαι. Ήμουν αφοσιωμένος στο άθλημα από την αρχή, αλλά από εκείνη τη στιγμή απέκτησα πιο επαγγελματική προσέγγιση.
-Ταυτόχρονα, στο σχολείο, πώς τα πηγαίνεις;
Η αλήθεια είναι πως δεν μου άρεσε πολύ το διάβασμα. Ήμουν όμως δραστήριος σαν μαθητής. Ασχολούμουν με την οργάνωση και εκδρομών και εκδηλώσεων και γενικά συμμετείχα σε πολλές ομάδες δραστηριοτήτων. Μου άρεσε περισσότερο από το διάβασμα η κοινωνικοποίηση και η προσφορά μου μέσα στο σχολείο. Όμως, ποτέ δεν έχασα χρονιά, ποτέ δεν έμεινα μετεξεταστέος και ένιωθα ότι όφειλα τουλάχιστον να περνάω τις τάξεις αξιοπρεπώς.
-Νομίζεις ότι συνδυάζονται ο πρωταθλητισμός και το σχολείο; Δηλαδή είναι κάτι που δεν σε εξέφραζε εσένα το διάβασμα ή δεν μπορούν να συνδυαστούν;
Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι οι οποίοι ήταν πάρα πολύ καλοί αθλητές αλλά και πολύ καλοί μαθητές. Χρειάζεται πειθαρχία και προγραμματισμός. Αν έχεις σωστό προγραμματισμό, μπορείς να καταφέρεις τα πάντα. Απλώς, εμένα δεν μου άρεσε το διάβασμα. Είναι κάτι για το οποίο μετανιώνω ακόμη και σήμερα. Το έχω βρει σε πολλές περιπτώσεις μπροστά στη ζωή μου και, αν γυρνούσα το χρόνο πίσω, σίγουρα, θα έκανα πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια.
-Οι γονείς σου σε όλο αυτό το εγχείρημα;
Οι γονείς μου ήταν αόρατοι υποστηρικτές μου. Νιώθω πολύ περήφανος για τον τρόπο που με αντιμετώπισαν στην πορεία μου στον πρωταθλητισμό. Πάντα ήταν δίπλα μου, χωρίς να μπαίνουν στα πόδια μου. Εμπιστεύτηκαν από την πρώτη στιγμή το δάσκαλό μου και οι στιγμές που βρίσκονταν μαζί μου ήταν μόνο αν το επιθυμούσα εγώ κι αυτό πάλι με πολύ διακριτικό τρόπο. Έρχονταν στο γήπεδο και κάθονταν στην πιο απόμερη γωνία του σταδίου. Και κανένας δεν γνώριζε καν ότι ήταν οι γονείς μου.
-Είπες για τον προπονητή. Ποιος είναι ο προπονητής σου, ο μέντοράς σου, και ποια η σχέση σου μαζί του;
Δάσκαλος μου ήταν και είναι ο Θανάσης Πραγαλός. Είναι μια σχέση που δημιουργήθηκε από το 1987 και κρατάει μέχρι και σήμερα. Είναι ουσιαστικά ο άνθρωπος που μου άλλαξε τη ζωή. Με έκανε να νιώθω νικητής. Του οφείλω ακόμα και σήμερα πάρα πολλά. Δεν με έμαθε απλώς πως να κλωτσάω και να μάχομαι αλλά κυρίως πως να φέρομαι σαν άνθρωπος.
-Σε αντίθεση με τα ομαδικά, πόσες πτυχές έχει η σχέση δάσκαλου μαθητή σε ένα ατομικό άθλημα; Περνάτε όλες τις ώρες μαζί ή είναι μόνο προπονητής σου;
Έχει πάρα πολλές πτυχές. Μια σχέση καθαρά προπονητική δεν αρκεί για την επιτυχία ενός αθλητή. Παίζει καθοριστικό ρόλο η διαπαιδαγώγησή του από το δάσκαλο. Είναι ο “πατέρας”. Πρέπει να ξέρει πώς θα φερθεί στην κάθε περίπτωση. Πώς να σου φερθεί όταν είσαι στεναχωρημένος, όταν αρχίσεις να φέρεσαι αλαζονικά. Πώς θα σε κάνει να παραμείνεις ταπεινός, να ξεπεράσεις τους τραυματισμούς σου, να βρεις τη δύναμη να αντέξεις σε όλα τα εμπόδια και όλη τη σκληρή ρουτίνα που σου επιβάλλει ο πρωταθλητισμός.
-Η μεγάλη διαφορά, βέβαια, με τον πατέρα έγκειται στο ότι τον πατέρα δεν μπορείς να τον αλλάξεις. Τον προπονητή μπορείς να τον αλλάξεις. Σκέφτηκες ποτέ να πας σε κάποιον άλλον, είτε από θυμό της στιγμής είτε για κάποιον άνθρωπο από το εξωτερικό;
Η αλήθεια είναι ότι δεν σκέφτηκα ποτέ να αλλάξω δάσκαλο, σε αντίθεση με τη σημερινή εποχή που οι μαθητές αλλάζουν τους δασκάλους σαν τα πουκάμισα. Η ταχύτητά μας να τα αλλάζουμε όλα άμεσα είναι τέτοια, που πιστεύω δείχνει την πορεία των αθλητών σήμερα αλλά και της κοινωνίας. Ότι δεν μπορούν, δηλαδή, να εμπιστευτούν και πολύ εύκολα πουλάνε ανθρώπους που τους δίνουν αγάπη και γνώσεις. Γενικότερα, οι αθλητές πιστεύουν πάντα πως κάτι άλλο φταίει, εκτός από τον ίδιο τους τον εαυτό.
Εγώ, όταν ήμουν στην ηλικία των 15 ετών, και παίρνοντας το πρώτο μου χρυσό Πανελλήνιο Πρωτάθλημα τον Ιούλιο, γύρισα τον Σεπτέμβριο στη σχολή μου και τη βρήκα κλειστή. Σοκαρίστηκα. Τότε, δεν υπήρχαν ούτε κινητά ούτε social media. Προσπάθησα να βρω το δάσκαλό μου για να μου δώσει εξηγήσεις. Είχα μάθει ότι σύχναζε σε ένα καφέ στο Παγκράτι. Πήγαινα κάθε απόγευμα και μια μέρα κατάφερα να τον πετύχω. Ξαφνιάστηκε με το που με είδε και μου λέει: «τι θες, μικρέ;». Του απαντώ: «δάσκαλε, ήρθα να σε βρω. Πήγα στη σχολή και τη βρήκα κλειστή. Τι θα γίνει;». Μου λέει: «δεν ξέρω ακόμη. Δεν έχω αποφασίσει αν θα ανοίξω τη σχολή ή όχι. Όταν είναι, θα σε ενημερώσω».
Την επόμενη μέρα, εγώ ξανά στο καφέ. Την ίδια ώρα. Κάθε μέρα, προσπαθούσα να τον πείσω να την ανοίξει. Κάποια στιγμή, μετά περίπου από ένα μήνα, μου είπε ότι δεν πρόκειται να ανοίξει τη σχολή, γιατί είχε αποφασίσει να στηρίξει αυτό το άθλημα από ένα άλλο πόστο, σαν παράγοντας. Επίσης μου είπε: “να γνωρίζεις ότι έχεις φτάσει σε ένα επίπεδο που εγώ δεν μπορώ πια να σε προπονήσω. Σε διαβεβαιώ όμως ότι θα είμαι δίπλα σου σε όλη σου την πορεία και αν θέλεις να πας ακόμα παραπάνω πρέπει να φύγεις και να πάρεις κι άλλες παραστάσεις».
Το επόμενο διάστημα, κάθε φορά που τελείωνα τη προπόνηση χωρίς εκείνον, γύριζα σπίτι μου κλαίγοντας, λόγω του ότι δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να προπονείται με έναν άλλο άνθρωπο. Έτσι, αποφάσισα να κάνω προπόνηση μόνος μου. Συνοδοιπόρος στην προσπάθεια που έκανα ήταν ο αδερφός μου. Κάναμε σχολή το ίδιο μας το σπίτι. Κάναμε τα έπιπλα στην άκρη σε ένα πολύ μικρό σαλόνι και κάναμε προετοιμασία μόνοι μας. Κατεβήκαμε στο Πανελλήνιο πρωτάθλημα και εγώ ξαναβγήκα πρωταθλητής Ελλάδος.
Μετά, όμως, δεν είχα άλλη επιλογή και έπρεπε να πάω να προπονηθώ σε έναν άλλο χώρο για να βρω κι άλλα ζευγάρια. Αυτό που έκανα ήταν να πηγαίνω σε άλλες σχολές και η συνεννόηση με τους δασκάλους της σχολής ήταν να μου δίνουν 10 τετραγωνικά από το χώρο τους και παράλληλα την ώρα που κάνανε το δικό τους μάθημα, εγώ έκανα στην άκρη με τον αδερφό μου. Στη συνέχεια, κάποιοι αθλητές από άλλους συλλόγους, οι οποίοι ήθελαν να προπονούνται μαζί μου, δημιουργήσαμε μια μικρή ομάδα και ουσιαστικά εγώ ήμουν ο προπονητής και ο δικός τους αλλά και του εαυτού μου.
-Ατομικό άθλημα και συνέχεια λες “ήμουν μόνος μου εκεί, ήμουν μόνος μου εδώ». Πώς τη βίωνες αυτή τη μοναχικότητα σε μια ηλικία που έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη την αποδοχή και την κοινωνικοποίηση; Ζήλεψες ποτέ ένα ομαδικό άθλημα, στο οποίο θα μπορούσες να παίζεις με τα άλλα τα παιδιά και να πανηγυρίζετε;
Δεν ζήλεψα ποτέ ένα ομαδικό άθλημα, παρόλο που μου αρέσει ο αθλητισμός γενικότερα. Αγαπώ πάρα πολύ και το ποδόσφαιρο και συγκεκριμένα, παράλληλα με το Τάε κβον ντο, βρέθηκα και στον ΑΟ Δάφνης στην ομάδα ποδοσφαίρου. Ο λόγος που το σταμάτησα ήταν γιατί ο προπονητής με πίεσε να διαλέξω άθλημα. Τα ζύγισα τα πράγματα και κατάλαβα ότι δε μπορώ να φανταστώ μια μέρα της ζωής μου χωρίς το Τάε κβον ντο και έτσι από την επόμενη μέρα σταμάτησα το ποδόσφαιρο.
Όσον αφορά τη μοναχικότητα, μου άρεσε πάρα πολύ το ότι ήμουν εγώ πρωταγωνιστής σε αυτό που έκανα, μου άρεσε που αν θα κέρδιζα ή αν θα έχανα θα οφειλόταν αποκλειστικά και μόνο σε εμένα. Οπότε, ουσιαστικά, την τύχη σου την έχεις στα χέρια σου και στα πόδια σου. Φυσικά, παρόλο που είναι ένα ατομικό άθλημα, χρειάζεται η κοινωνικότητα και η ομαδοποίηση διότι στο τερέν μέσα είσαι μόνος σου αλλά στην προπόνηση δεν είσαι μόνος σου. Πρέπει να μάθεις να συνεργάζεσαι με το δάσκαλό σου, με όποιον προπονητή έχεις πάνω σου, να μάθεις να συνεργάζεσαι με τους συναθλητές σου, ακόμα και με τους αντιπάλους σου, να μάθεις να φέρεσαι, να ξέρεις να δείχνεις σεβασμό, να ξέρεις πώς να αντιμετωπίζεις τη νίκη, την ήττα σου.
-Πότε το συνειδητοποίησες ότι ο φυσικός σου προορισμός είναι αυτό το άθλημα;
Από την πρώτη εβδομάδα συνειδητοποίησα ότι έχω ταλέντο ως προς αυτό το άθλημα. Όχι όμως ταλέντο ως προς τα σωματικά μου χαρίσματα. Αλλά ως προς το ότι μου άρεσε να παλεύω και μου άρεσε να κερδίζω. Αυτό ήταν ουσιαστικά το μεγαλύτερο ταλέντο που είχα. Δεν φοβόμουνα, γιατί ήταν ένα άθλημα που είχε επαφή και ταυτόχρονα ήθελα να κερδίσω τους πάντες.
Όσον αφορά τα σωματικά μου ταλέντα – προσόντα, κάποιοι πίστευαν ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να γίνω αθλητής υψηλού επιπέδου, διότι ήμουν πάρα πολύ δύσκαμπτος και δεν είχα καθόλου ευλυγισία. Είναι ένα άθλημα που έχει χτυπήματα και που απαιτεί να μπορείς να ανοίγεις τα πόδια σου, ώστε να μπορείς να χτυπάς εύκολα στο κεφάλι. Εγώ αυτό που μπορούσα να κάνω ήταν να κλοτσήσω μόνο με το αριστερό μου πόδι μέχρι το στομάχι και τίποτα παραπάνω. Επομένως, δούλεψα πάρα πολύ για να μπορώ να κλοτσάω και με τα δύο πόδια το ίδιο εξίσου, είτε στο στομάχι είτε στο κεφάλι.
-Σου άρεσε πάρα πολύ η νίκη. Το είπες πάρα πολλές φορές. Ποια είναι η κόκκινη γραμμή; Τι δεν θα έκανες για να πάρεις τη νίκη;
Το πρώτο πράγμα που είχα μέσα στο κεφάλι μου και η μεγαλύτερη αξία που μου έμαθε ο δάσκαλος μου είναι να σέβομαι. Επομένως, δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι που θα έφευγε από το πλαίσιο του “ευ αγωνίζεσθαι”.
Το να ξέρω ότι έχω κάνει κάτι άτιμο σε σχέση με τον αντίπαλό μου θα με έκανε να υποφέρω από ενοχές. Είχα μάθει να δέχομαι και την ήττα, άσχετα αν με στεναχωρούσε πάρα πολύ. Στον αθλητισμό, σίγουρα, θα έρθουν και οι ήττες και δεν μπορεί κανένας αθλητής να φτάσει σε υψηλό επίπεδο, αν δεν έχει μάθει πρώτα να χάνει και να διαχειρίζεται την ήττα του.
-Πότε υπήρξε αντίπαλος σου ο εαυτός σου; Πότε τον ένιωσες να λειτουργεί ως τροχοπέδη σε εσένα τον ίδιο;
Συνεχώς ένας αθλητής που έχει κάνει πρωταθλητισμό έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του. Είναι μια συνεχόμενη μάχη. Μια μάχη που έχει να κάνει με την υπομονή σου και τα όρια σου. Δεν υπάρχει πρωταθλητισμός χωρίς πόνο. Δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να προετοιμάζομαι για αγώνες και να μην με ενοχλεί κάτι. Είτε ήταν γόνατο, είτε ήταν μια θλάση στο δικέφαλο, είτε ήταν πόνος στη μέση ή πόνος στον αυχένα. Πρέπει να μάθεις να ζεις με τον πόνο, γιατί στον πρωταθλητισμό κατά κάποιο τρόπο βιάζεις το σώμα σου. Οπότε, αν δεν το αντέχεις αυτό, δεν κάνεις για πρωταθλητισμό.
-Ας αφήσουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, θα το δούμε μετά. Μέχρι τότε, ποια ήταν η πιο οδυνηρή ήττα και ποια η πιο σημαντική νίκη σου;
Όπως σου είπα και πριν, είχα την ικανότητα να είμαι νικητής. Αυτή η ανταγωνιστικότητα που είχα με έκανε στα πρώτα μου πρωταθλήματα στους Παίδες να είμαι συνεχώς πρώτος. Μετά τα έξι πρώτα χρυσά που είχα πάρει, σε έξι διαφορετικές διοργανώσεις, ήρθε μια διοργάνωση στο Περιστέρι στην οποία στον τελικό έκανα την πρώτη μου ήττα. Όταν έχασα αυτόν τον αγώνα, έκλαιγα όλο το βράδυ, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι έχασα έναν αγώνα. Νόμιζα μέχρι εκείνη τη στιγμή πως είμαι ανίκητος και με προσγείωσε απότομα αυτό. Μετά από αυτήν την ήττα, έκανα μια κοιλιά σαν αθλητής, αλλά ευτυχώς βρήκα τα πατήματα μου σύντομα και επέστρεψα πιο ώριμος και δυνατός.
-Η μεγαλύτερη νίκη μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες;
Αυτό που θυμάμαι περισσότερο μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι η στιγμή που πήρα το πρώτο Ευρωπαϊκό μου μετάλλιο. Προέκυψε μέσα από μια πολύ μεγάλη περιπέτεια που είχα, διότι στον πρώτο αγώνα δέχτηκα ένα πολύ μεγάλο χτύπημα από τον αντίπαλό μου στο χέρι, με αποτέλεσμα να μου βγει το κόκαλο έξω από το δέρμα. Χρειάστηκε να κάνω τέσσερις αγώνες με το κόκαλο έξω για να κατακτήσω το πρώτο μου χρυσό μετάλλιο. Ήταν κάτι το οποίο με σημάδεψε πολύ στην αθλητική μου καριέρα. Ήταν μια γραμμή που έπρεπε να αποφασίσω αν θα συνεχίσω τον αγώνα ή θα σταματήσω κι ευτυχώς που συνέχισα γιατί αυτό το χρυσό μετάλλιο μου έδωσε την ώθηση να πάω στους Ολυμπιακούς Αγώνες με πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση και να καταφέρω αυτόν τον μεγάλο άθλο.
-Επέτρεπες στον εαυτό σου μετά από νίκες να τις απολαύσει ή με το που τελείωνε ο αγώνας το μυαλό σου πήγαινε αμέσως στην επόμενη προπόνηση και στον επόμενο αγώνα;
Επέτρεπα στον εαυτό μου να χαρεί μέχρι την έναρξη της επόμενης μέρας. Ήξερα πολύ καλά ότι με το που τελειώνει ένας αγώνας ένας άλλος κύκλος ανοίγει για τον επόμενο στόχο. Επομένως, είχα μάθει να το διαχειρίζομαι πολύ καλά αυτό γιατί ήξερα ότι κάθε φορά ξεκινάς από το μηδέν.
-Σε ποια κατηγορία ένιωθες καλύτερα να αγωνίζεσαι;
Πέρασα από όλες τις κατηγορίες μεγαλώνοντας. Στην κατηγορία των αντρών, έπαιζα στην κατηγορία των 58 κιλών, όπου και έμεινα για πάρα πολλά χρόνια. Ο λόγος που δεν τα κατάφερα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, ήταν γιατί επέλεξα να αγωνιστώ πάλι στην ίδια κατηγορία, ενώ είχα μεγαλώσει και είχε αλλάξει ο μεταβολισμός μου, με αποτέλεσμα να τον ζορίσω πολύ. Ο τρόπος που επιλέγεις μια κατηγορία είναι ότι ζυγίζεις τα πράγματα, βλέπεις στην κάθε κατηγορία τι πλεονεκτήματα και τι μειονεκτήματα έχεις και πιθανούς αντιπάλους.
Επειδή το Τάε κβον ντο είναι ένα άθλημα που κυρίως αγωνιζόμαστε με τα πόδια μας, παίζει μεγάλο ρόλο όταν είσαι ψηλότερος σε σχέση με τον αντίπαλο σου. Αυτό σου δίνει ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα,όσο αφορά την απόσταση που μπορείς να έχεις από εκείνον και, επομένως, τα 58 κιλά ήταν μια κατηγορία που με ευνοούσε πάρα πολύ. Επίσης, αγωνιζόμουν παρά πολλά χρόνια σε αυτή και ένιωθα ασφάλεια με το ότι γνωρίζω όλους τους παίκτες από όλο τον κόσμο. Ο αθλητής ουσιαστικά αποφασίζει αν θα πρέπει να χάσει κάποια κιλά, για να αγωνιστεί σε μια κατηγορία που του δίνει περισσότερα πλεονεκτήματα, με βάση τις προηγούμενες παραμέτρους που αναφέραμε.
-Και η διαδικασία για να κατέβεις στα κιλά ποια ήταν; Υπήρχαν μέρες που έτρωγες ελάχιστα;
Δυστυχώς, δεν εμπιστευόμουν ανθρώπους που γνώριζαν το αντικείμενο και αντί να τρέξω σε έναν διαιτολόγο να μου βγάλει ένα σωστό πρόγραμμα, προσπαθούσα να κάνω ότι θεωρούσα εγώ σωστό, εμπειρικά κυρίως, το οποίο κάποιες φορές ήταν εγκληματικό για το σώμα. Έφτανα στο σημείο να στερούμαι ακόμη και το νερό για να πιάσω τα νούμερα της ζυγαριάς που ήθελα.
-Δηλαδή, σε μια περίοδο που ήθελες να πιάσεις τα νούμερα, τι έτρωγες;
Για περίπου δυο μήνες, δεν καθόμουν ποτέ σε τραπέζι, παρά μόνο πέρναγα δίπλα και τσίμπαγα με το χέρι μου μικροποσότητες φαγητού. Λίγο καλαμπόκι, λίγο βραστό ρύζι, λίγο βραστό κοτόπουλο, με πάρα πολλές ώρες προπόνηση, αφυδατώνοντας τον εαυτό μου συνεχώς. Τις τελευταίες μέρες, θυμάμαι τον εαυτό μου να τρώει ένα μήλο ή ένα πορτοκάλι την ημέρα.
-Δεν ένιωθες εξαντλημένος;
Υπήρχαν στιγμές που τα πόδια μου έτρεμαν και δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω, αλλά ο στόχος που είχα μπροστά μου μου έδινε τεράστια δύναμη. Κρατούσα την ενέργειά μου όλη την ημέρα για να μπορέσω αυτές τις τέσσερις ώρες ή τις έξι να μπορέσω να τις κάνω σωστά και τις υπόλοιπες να είμαι στο σπίτι λες και ήμουν σε κώμα.
-Πάμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δώσε μου όλο το concept της Ολυμπιάδας. Πώς το έχεις καταγράψει;
Θα σου πω ότι ήταν κάτι που το ονειρευόμουν από μικρό παιδί.
Δεν θα ξεχάσω τη μέρα που μπήκα μέσα στη σχολή της Δάφνης και το πρώτο πράγμα που μου ανακοίνωσε ο δάσκαλος μου είναι ότι το Τάε κβον ντο θα γίνει Ολυμπιακό Άθλημα το 2000 στο Σίδνεϊ. Αν δεν κάνω λάθος, ήμουν ή 10 ή 11 ετών. Του λέω: «δάσκαλε, τότε, θα παίζω στα 54 κιλά» και μου είπε «δεν έχει σημασία το πόσα κιλά θα είσαι, αλλά το ότι -αν θα προπονηθείς από τώρα γι αυτό το στόχο- ίσως και να είσαι ένας από τους αθλητές που θα αγωνιστούν σε αυτούς τους Ολυμπιακούς». Το έλεγα από τότε στους φίλους και στην παρέα μου σε σημείο που γελούσανε όταν το άκουγαν.
Οπότε, όταν ήρθε η στιγμή να πάρω το εισιτήριο μετά από μια πολύ δύσκολη πρόκριση, ένιωθα ότι το όνειρο αυτό σιγά σιγά πραγματοποιείται. Η πρόκριση ήταν το 1999. Για να πάρω την πρόκριση, θα έπρεπε να είμαι στον τελικό των Ευρωπαϊκών. Αυτή ήρθε με πολύ μεγάλη περιπέτεια, διότι στο δεύτερό αγώνα, αντιμετωπίζοντας τον προηγούμενο πρωταθλητή Ευρώπης, έναν φίλο μου από την Τουρκία, έσπασα το πόδι μου στο κουτεπιέ μου και χρειάστηκε ν’ αγωνιστώ και σε αυτόν τον αγώνα με σπασμένο πόδι για να καταφέρω να πάρω αυτό το εισιτήριο.
Με το που τελείωσε η πρόκριση το 1999, και παίρνοντας το εισιτήριο, έβαλα γύψο για έναν μήνα και στη συνέχεια ξεκίνησε η προετοιμασία μου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ. Ήρθε μια σειρά από πρωταθλήματα προετοιμασίας στα οποία, αν δεν ήμουν πρώτος, ήμουν πάντα πάνω στο βάθρο, οπότε ένιωθα πως είμαι σε πάρα πολύ καλό επίπεδο.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες υπήρχαν μόνο 16 αθλητές, οι 16 καλύτεροι του κόσμου, οι οποίοι είχαν προκριθεί, τέσσερις από την παγκόσμια πρόκριση και οι δύο καλύτεροι από κάθε ήπειρο. Οπότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι το επίπεδο ήταν πάρα πολύ υψηλό. Υπήρχαν δύο τρία φαβορί που αν μπορούσες να κάνεις μια προσευχή, ήταν αυτούς τους αθλητές η κλήρωση να τους φέρει στην άλλη μεριά, ώστε να τους πετύχεις μόνο στον τελικό.
Έξι μήνες πριν τους Ολυμπιακούς, συμμετείχα σε ένα παγκόσμιο κύπελλο στη Λυών στη Γαλλία στο οποίο έφερα την μεγαλύτερη ήττα της ζωής μου. Αγωνίστηκα με έναν Αιγύπτιο, ο οποίος πήρε και την κατηγορία, και έχασα 6-0. Τότε, οι πόντοι που έμπαιναν στο Τάε κβον ντο ήταν το κάθε χτύπημα ένας πόντος και στο κεφάλι και στο στομάχι, και το να τελειώσει ένα παιχνίδι 6-0 ήταν μια εξευτελιστική ήττα.
Ο λόγος που πιστεύω ότι είχα αυτήν την επίδοση είναι γιατί ήμουν πάρα πολύ εξαντλημένος από τις προπονήσεις και τα πάρα πολλά ταξίδια που έκανα εκείνη την περίοδο. Ακριβώς τρεις εβδομάδες πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο, είχαμε το Ευρωπαϊκό και κατά τη διάρκεια του είχα την τύχη, όσο και να ακούγεται παράδοξο, να πάθω ένα διάστρεμμα. Αυτό με έκανε να απέχω από τις προπονήσεις μια εβδομάδα και ουσιαστικά ξεκουράστηκα, καθάρισε το μυαλό μου, και γι αυτό το λόγο κατάφερα να βγω πρωταθλητής Ευρώπης. Πηγαίνοντας λοιπόν στους Ολυμπιακούς παρακαλούσα να μη μου τύχει στους πρώτους αγώνες ο Αιγύπτιος και ο αθλητής από την Ταιπέι, ο οποίος ήταν για τέσσερα χρόνια ανίκητος. Δεν είχε καταφέρει κανένας να τον κερδίσει και όλα τα στοιχήματα δίνανε ότι θα έπαιρνε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς.
Είχα ένα τετράδιο, τότε, στο οποίο σημείωνα όλες μου τις προπονήσεις. Το τι έκανα ακριβώς. Σε κάθε προπόνηση έκρινα τον εαυτό μου αυστηρά, γράφοντας το πώς είχα πάει σε αυτή. Μέσα σε αυτό το τετράδιο, κατά περιόδους, έγραφα και ότι με εξέφραζε εκείνη τη στιγμή. Την ημέρα που ήταν η τελετή έναρξης, έγραψα «το όνειρο πραγματοποιείται». Όταν ήρθε η στιγμή της κλήρωσης, ένιωθα μια τεράστια ταχυκαρδία και ότι κάτι δεν θα πάει καλά. Όταν έφτασα στο δωμάτιο μου και είδα το πρόσωπο του Kορεάτη προπονητή μου, κατάλαβα ότι δεν πήγε καλά. Οι λέξεις του ήταν οι εξής. «Αλέξης καλό. Μιχάλης, Αρετή, κακό». Αναφερόταν στους τρεις αθλητές που εκπροσωπούσαν την Εθνική ομάδα, τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη, την Αρετή Αθανασοπούλου κι εμένα για την κλήρωση την οποία είχαμε. Μου είχε τύχει στον πρώτο αγώνα ο Αιγύπτιος, ο οποίος έξι μήνες πριν με είχε κερδίσει με την μεγαλύτερη ήττα της ζωής μου, και αν θα τον κέρδιζα στο δεύτερο αγώνα θα αντιμετώπιζα τον αθλητή από την Ταϊπέι ο οποίος ήταν ανίκητος. Μέσα, μου ένιωσα ότι το όνειρο τελείωσε, γιατί δεν μπορούσα να έχω χειρότερη κλήρωση και δεν το κρύβω ότι εκείνη την ώρα τα πόδια μου “κόπηκαν”.
Ξάπλωσα στο κρεβάτι, κοιτούσα το ταβάνι και μέσα μου έλεγα «δεν μπορεί, ρε φίλε, να είσαι τόσο άτυχος. Δεν μπορεί να έχεις κάνει τόση προσπάθεια και η τύχη να σου επιφυλάσσει αυτό το δώρο».
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ο Αλέξανδρος Νικολαίδης ήταν με διαφορετικό προπονητή, ενώ εγώ και η Αρετή είχαμε τον Κορεάτη. Κάποια στιγμή, ήρθε στο δωμάτιο ο προπονητής του Αλέξανδρου και είδα χαρά στο πρόσωπο του. Η προφανής χαρά του ήταν γιατί ο Αλέξανδρος είχε πάρα πολύ καλή κλήρωση. Εγώ, εκείνη την ώρα, το εισέπραξα ότι ήταν για τη δική μου κακή κλήρωση, φυσικά αργότερα κατάλαβα πόσο τον αδίκησα τον άνθρωπο, αλλά ήταν και το κουμπί που μου πατήθηκε ώστε ν’ ανέβω ψυχολογικά. Με το που τον είδα με ρώτησε «Μικρέ, πως είσαι;», «Είμαι πάρα πολύ καλά και σε λίγες μέρες θα κάνω πολλούς ανθρώπους να κλαίνε από περηφάνια», του απάντησα.
Για έναν μήνα που ήμουν στο Σίδνεϊ, δεν είχα μιλήσει με κανέναν δικό μου άνθρωπο. Μετά από αυτό το σκηνικό, βγήκα έξω πήρα μια τηλεκάρτα και πήρα όλους τους αγαπημένους μου τηλέφωνο. Πήρα τον αδερφό μου. Ο Γιάννης ήταν φαντάρος, θα απολυόταν την επόμενη μέρα και θα έπαιρνε το αεροπλάνο για να φτάσει την πρώτη μέρα που θα αγωνιζόμουν. Αισθάνθηκα αμέσως ότι είναι πολύ άσχημα ψυχολογικά αφού είχανε μάθει την κλήρωση. Με ρώτησε: «είσαι καλά; Δεν έχεις επηρεαστεί από την κλήρωση που έχεις;». Του απάντησα: «τι τον πέρασες τον αδερφό σου, looser; Αύριο, θέλω να μου φέρεις την κασέτα με τα τσάμικα».
Στη συνέχεια, παίρνω τη μάνα μου τηλέφωνο. «Σε τι κατάσταση είναι το σπίτι; Γιατί μεθαύριο που θα αγωνιστώ θα έχουμε γιορτή. Ο μπαμπάς έχει λεφτά; Πες του να έχει, να πάει να αγοράσει κρασιά, μπίρες, αναψυκτικά για να μπορέσετε να κεράσετε τον κόσμο, γιατί το σπίτι θα γεμίσει κόσμο…». Ξαφνικά, μου είχε αλλάξει όλο το σκεπτικό και μονολογούσα “είναι η πρώτη σου συμμετοχή σε Ολυμπιακούς αγώνες. Είναι κάτι το οποίο ονειρευόσουν. Είσαι σε πάρα πολύ καλή αγωνιστική φόρμα. Επομένως, μπορείς να κερδίσεις τον οποιονδήποτε».
Ήρθε η μέρα που αγωνίστηκα. Ήρθε στα αποδυτήρια ο δάσκαλος μου ο Θανάσης Πραγαλός ο οποίος στην αποστολή ήταν σαν Πρόεδρος της ελληνικής αποστολής του Τάε κβον ντο και μου λέει: «Για να δω, μικρέ, το μάτι σου γυαλίζει; Σε βλέπω έτοιμο. Φεύγω. Πάω πάνω να σε απολαύσω».
Αγωνίζομαι στον πρώτο αγώνα με τον Αιγύπτιο και τον κερδίζω 6-0. Με το ίδιο ακριβώς σκορ που είχα χάσει τότε.
Στη συνέχεια, κατεβαίνω κάτω και συγκεντρώνομαι για τον πιο δύσκολο αγώνα που είχα στην καριέρα μου με τον αθλητή από την Ταϊπέι.
Πιστεύω ότι αν έπαιζα εκατό φορές μετά με αυτόν τον αθλητή θα με κέρδιζε τις 99. Αλλά ο τρόπος που διαχειρίστηκα αυτόν τον αγώνα ήταν μοναδικός.
Προηγήθηκε στο πρώτο γύρο 1-0 και στη συνέχεια, χωρίς να βιαστώ, ήμουν πολύ πιο επιθετικός από εκείνον με αποτέλεσμα ο γύρος να λήξει 0-0, αλλά ο διαιτητής να μου δώσει την υπεροχή γιατί ήμουν πιο επιθετικός.
Αυτό σήμαινε ότι στον τρίτο γύρο, αν σκόραρα ένα πόντο, τον αγώνα θα τον έπαιρνα εγώ, γιατί θα είχα δύο γύρους υπεροχή και εκείνος τον έναν. Έτσι κι έγινε, στον τρίτο γύρο μου κάνει μια ξαφνική επίθεση. Του παίρνω μια άμυνα με το δεξί μου πόδι, η οποία δεν ήταν μέσα στα μεγάλα προσόντα που είχα, και κατάφερα να του πάρω έναν πόντο. Έγινε το 1-1 και στη συνέχεια έπρεπε να με κυνηγήσει. Του έστησα άλλες δύο καλές άμυνες και προηγήθηκα με 3-1. Ο αθλητής από την Ταϊπέι δεν είχε πια το χρόνο να μου γυρίσει πίσω το αποτέλεσμα. Θεωρώ πως αν αυτό συνέβαινε στον πρώτο γύρο, είχε την εμπειρία και την κλάση να μου το γυρίσει.
-Έρχεται λοιπόν η στιγμή του ημιτελικού…
Στον ημιτελικό, αντιμετώπισα έναν αθλητή από την Αργεντινή. Ηλικιακά εμείς οι δύο ήμασταν οι πιο μικροί της κατηγορίας και με παρόμοια άγνοια κινδύνου. Ήταν ο αγώνας που με δυσκόλεψε πιο πολύ από όλους και κρίθηκε σε πολύ μικρές λεπτομέρειες, στο τέλος. Αφού κέρδισα και τον ημιτελικό, μου έφυγε ένα πολύ μεγάλο άγχος, γιατί αυτός ο αγώνας μου έδινε το εισιτήριο για τον τελικό που σήμαινε ότι -είτε έχανα είτε κέρδιζα- θα ήμουν τουλάχιστον δεύτερος. Αν όμως έχανα στον ημιτελικό, θα έμπαινα σε έναν καινούριο τουρνουά τον renaissance στον οποίο θα έδινα ξανά αγώνες για να καταφέρω να βγω μέχρι τρίτος. Επομένως, μου “λύθηκαν” τα πόδια.
-Ήσουν σίγουρα στο βάθρο, ήδη.
Ναι. Η χειρότερη περίπτωση ήταν να βγω ασημένιος Ολυμπιονίκης.
Είχα ένα διάστημα 5-6 ώρες μέχρι να αγωνιστώ στον τελικό και σε αυτό το διάστημα, επειδή πονούσα πάρα πολύ από τα χτυπήματα σε σημείο που δεν μπορούσα να περπατήσω, πήγα στο Ολυμπιακό χωριό για να λάβω τις πρώτες βοήθειες. Όπως ήμουν εκεί, εμφανίστηκε η Βουλα Πατουλίδου, η μεγάλη χρυσή Ολυμπιονίκης, την οποία δεν την είχα ξαναδεί από κοντά και ήταν μια γυναίκα την οποία θαύμαζα συνολικά πάρα πολύ. Μπαίνει, με χαιρετάει και μου λέει “γεια σου, αγόρι μου, πώς τα πήγες σήμερα;». “Είμαι ήδη στον τελικό», της είπα. “Συγχαρητήρια”, αναφώνησε. “Και πόσοι άνθρωποι είστε στον τελικό;». “Δύο», της λέω και δε θα ξεχάσω ποτέ την έκπληξη που ένιωσε. “Δηλαδή τώρα είσαι ήδη ασημένιος Ολυμπιονίκης; Μπράβο σου, αγόρι μου».
Ήμασταν ένα άθλημα που στην Ελλάδα δεν το ήξερε άνθρωπος και κανένας δεν πίστευε ότι το Τάε κβον ντο θα χαρίσει ένα μετάλλιο στην Ελλάδα. Ξαφνιάστηκε ιδιαίτερα, επίσης, γιατί ο τελικός στο στίβο αποτελείται από οκτώ άτομα, οπότε της φάνηκε πολύ περίεργο ότι ο δικός μας είναι με μόνο δύο.
Έφτασα λοιπόν στο γήπεδο και προσπάθησα να κάνω ζέσταμα. Δεν μπορούσα όμως να το κάνω, γιατί πονούσα και δεν μπορούσα να στηριχτώ στα πόδια μου. Πήγα, κάθισα έξω ακριβώς από την πόρτα του σταδίου, κέντραρα ένα σημείο απέναντι στον τοίχο και για 45 λεπτά δεν άλλαξα το βλέμμα μου από αυτό το σημείο. Το μόνο που έκανα ήταν να επαναλαμβάνω νοερά κάποιες φράσεις. “Θα μπω μέσα και θα κερδίσω. Τώρα θα γίνω χρυσός Ολυμπιονίκης. Δεν πρόκειται να χάσω. Κανείς δε μπορεί να με νικήσει». Όταν ήρθε η στιγμή να μπω στο τερέν, έσταζα από ιδρώτα και την ώρα που πάτησα το τερέν αισθάνθηκα ότι είχα κάνει το καλύτερο ζέσταμα της ζωής μου.
Πέντε λεπτά πριν μπούμε στον αγωνιστικό χώρο, βλέπω με την άκρη του ματιού μου τον Ισπανό αντίπαλό μου να καρφώνει το βλέμμα του πάνω μου. Προσπαθούσε να καταλάβει τι ακριβώς κάνω. Τη στιγμή που αντιλήφθηκα ότι με κοίταζε, είπα από μέσα μου ότι δεν υπάρχει περίπτωση να χάσω, παρότι αυτός ο άνθρωπος στο παρελθόν με είχε κερδίσει με 2-0. Ήταν η ώρα να βγω εγώ χρυσός Ολυμπιονίκης.
Τελικά, κατάφερα να τον κερδίσω με 4-2 και να στεφθώ ο πρώτος χρυσός Ολυμπιονίκης σε όλη την ιστορία του αθλήματος, καθώς το Τάε κβον ντο έκανε την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στους Ολυμπιακούς του Σίδνεϊ. Συγκυριακά, αγωνίστηκα την πρώτη μέρα και στην πρώτη κατηγορία. Οπότε, ιστορικά, είμαι ο πρώτος άνθρωπος που φόρεσε το πρώτο χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο στο άθλημα.
-Ποια ήταν τα συναισθήματά σου την ώρα της ανάκρουσης του Εθνικού ύμνου;
Η χαρά μου ήταν τεράστια, γιατί το μεγαλύτερο όνειρο της ζωής μου είχε επιτευχθεί, χωρίς όμως να αντιλαμβάνομαι ακριβώς το μέγεθος αυτής της επιτυχίας. Ανέβηκα λοιπόν στο βάθρο νιώθοντας πως είμαι ο νικητής σε μια πολύ μεγάλη διοργάνωση. Η πιο μεγάλη στιγμή για ένα αθλητή είναι όταν ανεβαίνει στο πιο ψηλό σκαλί και ακούει τον Εθνικό ύμνο, γνωρίζοντας πως, πολλά χιλιόμετρα μακριά, ένα ολόκληρο έθνος θα αισθάνεται υπερήφανο για αυτήν την επιτυχία.
Ξαναλέω όμως και τώρα ότι δεν καταλάβαινα με τίποτα το μέγεθος αυτής της επιτυχίας. Το αντιλήφθηκα όταν επέστρεψα στην Ελλάδα και από εκεί που ήμουν εντελώς άγνωστος ξαφνικά με ήξερε όλη η χώρα. Ακόμη και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, με σταματάνε στο δρόμο πάρα πολλοί άνθρωποι και με ευχαριστούν για αυτήν την επιτυχία.
Σήμερα, όπως το σκέφτομαι, μου φαίνεται αδιανόητο το πώς, πραγματικά, τα κατάφερα.
Βλέποντας αθλητές να γυμνάζονται και να κάνουν αθλητισμό και να προσπαθούν να βγουν -όχι χρυσοί ολυμπιονίκες, αλλά- πρωταθλητές Ελλάδος, πραγματικά δεν μπορώ να διανοηθώ το πώς κατάφερα να φτάσω σε αυτό το σημείο.
-Η ανταμοιβή και το τίμημα αυτής της καριέρας ποια ήταν;
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανταμοιβή για έναν άνθρωπο που έχει έναν στόχο ζωής, να τον πραγματοποιεί. Σου δίνει δύναμη για τη μετέπειτα ζωή σου και σίγουρα αυτή η επιτυχία μου έχει ανοίξει πάρα πολλούς δρόμους. Η ηθική και κοινωνική ανταμοιβή είναι πάρα πολύ μεγάλη συνολικά. Το τίμημα είναι ότι από πολύ μικρή ηλικία δουλεύεις πολύ σκληρά και στο σώμα σου μένουν κατάλοιπα τραυματισμών που, ακόμα και σήμερα, τα βιώνω.
-Ελλοχεύει κίνδυνος έπαρσης, έπειτα από τέτοια επιτυχία;
Σε πολλές περιπτώσεις είναι κάτι που μπορεί να σε αποπροσανατολίσει. Μπορείς να χάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Μπορεί να σε κάνει να χάσεις τα πάντα και κυρίως ανθρώπους που αγαπάς και θα το μετανιώσεις αργότερα. Δεν σου κρύβω πως έπιασα τον εαυτό μου κάποια στιγμή να έχει έπαρση αλλά ευτυχώς κράτησε ελάχιστα.
-Κάτι που σπάνια αναφέρεται είναι το πόσο αλλάζουν οι άλλοι απέναντι σε αυτόν που γίνεται αναγνωρίσιμος. Εσύ πώς το βίωσες αυτό;
Ο περισσότερος κόσμος σε αντιμετωπίζει πολύ περισσότερο φιλικά και κολακευτικά σε σημείο που νιώθεις ότι δεν είναι αληθινό. Αυτό που με έκανε να στεναχωριέμαι πάρα πολύ μέσα μου ήταν η διαφορετική αντιμετώπιση στον αδερφό μου σε σχέση με μένα και ειδικά από ανθρώπους που είχαμε μεγαλώσει όλοι μαζί. Υπήρξαν και αρκετοί που προσπάθησαν να καρπωθούν είτε ηθικά είτε οικονομικά την επιτυχία μου, αλλά ευτυχώς το κατάλαβα νωρίς και το απέφυγα.
-Ποια ήταν η σχέση σου με τον κόσμο μέσα στο γήπεδο;
Την ώρα που αγωνιζόμουν, δεν με επηρέαζε τίποτα. Η δυσκολία ήταν στο ότι οι φίλαθλοι, μετά τους Ολυμπιακούς, με αντιμετώπιζαν ως νικητή, πριν καν αγωνιστώ. Κάποιες φορές, αυτό ήταν ένα φορτίο που με κατέβαλε και μου έκανε τα πόδια ασήκωτα. Εν τέλει, αυτές οι προσδοκίες λειτούργησαν ως ένας ακόμη εμπόδιο που όφειλα να ξεπεράσω.
-Εκτός γηπέδου, έγινες πιο κοινωνικός ή παρέμεινες μοναχικός;
Κράτησα όλες τις επαφές και τις φιλίες τις οποίες είχα από παλιά και για τις οποίες ακόμα και σήμερα και αισθάνομαι πολύ περήφανος. Έγινα λίγο πιο απόμακρος και επιφυλακτικός, σε σχέση με τους ανθρώπους που γνώριζα εκείνη τη στιγμή, χωρίς όμως προκατάληψη.
-Πώς είναι η ζωή μετά την ολοκλήρωση της καριέρας;
Η ζωή μετά τον αθλητισμό είναι πάρα πολύ δύσκολη. Τόσα χρόνια, κάνεις κάτι το οποίο σε γεμίζει και καταλαμβάνει όλο το χρόνο σου. Και, ξαφνικά, όλα αυτά παύουν. Ξημερώνει μια μέρα που είναι πάρα πολύ άγνωστη σε σένα και δεν ξέρεις ακριβώς τι θέλεις να κάνεις, ενώ είσαι ακόμη πολύ νέος. Εγώ παρέμεινα στο χώρο σαν δάσκαλος πια Τάε κβον ντο, βοηθώντας συνεχώς ανθρώπους που έχουν όνειρα και στόχους. Θεώρησα υποχρέωση μου να μεταδώσω όλα αυτά τα πράγματα τα οποία έχω αποκομίσει από τον πρωταθλητισμό. Το θεώρησα χρέος μου και ως προς αυτούς τους ανθρώπους από τους οποίους αποκόμισα πράγματα κατά το παρελθόν. Οπότε, αυτό που κάνω είναι να προσπαθώ να βοηθάω τα νέα παιδιά και να τους δίνω ότι μπορώ από αυτά που έχω κερδίσει. Προσπαθώ είτε με τεχνικά θέματα είτε με τον τρόπο ζωής που με έκανε να φτάσω να γίνω πρωταθλητής.
-Την απολαμβάνεις την καθημερινότητά σου ή λείπει κάτι;
Απολαμβάνω τον ποιοτικό χρόνο που έχω για εμένα. Μου αρέσει, βέβαια, η σωματική δραστηριότητα και γι αυτό παίζω ποδοβόλεϊ και κάνω χορό. Είναι κάτι που με ευχαριστεί και τα κάνω σαν χόμπι. Ταυτόχρονα, δεν έχω φύγει από το κομμάτι του Τάε κβον ντο, όπως είπα και πριν.
-Το σώμα σου -παρατηρώ- έχει μια διαρκή ανάγκη να κινείται. Ο νους;
Σίγουρα και ο νους έχει πολύ μεγάλη ανάγκη. Η αλήθεια είναι ότι, επειδή δυσκολεύομαι να διαβάζω, δεν έχω καταφέρει να του δώσω πολύ λογοτεχνική τροφή. Προσπαθώ, όμως, με άλλους τρόπους, όπως ένα θέατρο ή μια ταινία. Παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή το με ποιους ανθρώπους συναναστρέφεσαι, οπότε, μεγαλώνοντας, επιλέγω να περνάω περισσότερο χρόνο με ανθρώπους που έχουν να μου δώσουν πράγματα, και συναισθηματικά αλλά και πνευματικά.
-Τελειώνει, λοιπόν, η καριέρα. Τα ποσοστά των αθλητών υψηλού επιπέδου που περνούν κατάθλιψη είναι εκτοξευμένα στις μέρες μας. Φλέρταρες ποτέ με την κατάθλιψη, μετά την καριέρα σου;
Όχι, δεν φλέρταρα ποτέ με την κατάθλιψη. Δεν έχω σταματήσει ποτέ να δημιουργώ σαν άνθρωπος. Έχω βρει πάρα πολλούς τρόπους για να γεμίσω αυτό το κενό που δημιουργήθηκε, όταν σταμάτησα την καριέρα μου. Το έχω αποδεχτεί και δεν μου λείπει καθόλου το κομμάτι του πρωταθλητισμού. Αντίθετα, νιώθω ότι είμαι γεμάτος διάθεση για ζωή και, ακόμα και τώρα, νιώθω πάρα πολύ δυνατός και έτοιμος να κάνω καινούρια πράγματα.
-Ποια φράση σε έχει στιγματίσει και την ακολουθείς;
Όλα τα όνειρα πραγματοποιούνται, αρκεί να τα κυνηγάς.
-Η κόρη σου, η Έλενα, τι αλλαγές έφερε στη ζωή σου;
Η Έλενα είναι το ωραιότερο μετάλλιο που έχω πάρει στη ζωή μου. Η διαφορά με τον πρωταθλητισμό είναι ότι στον πρωταθλητισμό κάνεις μια προσπάθεια και στο τέλος έρχεται το χρυσό μετάλλιο. Στην περίπτωση της Έλενας, έρχεται πρώτα το χρυσό μετάλλιο και μετά αρχίζει η προσπάθεια και ο αγώνας. Είναι πολύ μεγάλη η ευθύνη ενός πατέρα, είναι τεράστια. Δεν υπάρχουν κανόνες στο πώς πρέπει να φερθείς σε ένα παιδί. Δεν υπάρχει εγχειρίδιο που να λέει τι σημαίνει καλός πατέρας.
Προσπαθώ να φέρομαι με το συναίσθημα μου, με τη συνείδηση που έχω και με τις αξίες που έχω στη ζωή μου, είτε από την οικογένεια μου είτε από αυτές που μου δίδαξε το άθλημα και έχουν διαμορφώσει την προσωπικότητά μου. Προσπαθώ να είμαι δίπλα της με κάθε τρόπο και να της δίνω όση αγάπη έχω μέσα μου.
-Τι θέλεις να ξέρει από την καριέρα σου;
Θέλω να ξέρει ότι θα ήθελε η ίδια να μάθει. Θέλω να με βλέπει απλά σαν τον πατέρα της και τίποτα παραπάνω. Θέλω να με αγαπήσει γι’ αυτό που εισπράττει και που ζει μαζί μου και όχι γι’ αυτό που κατάφερα στη ζωή μου σαν αθλητής. Δεν έχω καμία απαίτηση ως προς εμένα. Έχω μόνο την επιθυμία να κάνω το παιδί μου ν’ αγαπήσει την ίδια τη ζωή, να προσπαθήσει για τον εαυτό της, να φτιάξει έναν πολύ δυνατό χαρακτήρα και να πατάει στα πόδια της, ώστε να μπορεί σε λίγα χρόνια να πάρει τη ζωή στα χέρια της.
-Θα ήθελες να ασχοληθεί με τον αθλητισμό;
Θα ήθελα να ασχοληθεί με τον αθλητισμό μόνο και μόνο γιατί ξέρω ότι ο αθλητισμός βοηθάει πολύ ένα παιδί στο χτίσιμο του χαρακτήρα του. Το πραγματικό όμως «θέλω» είναι να ασχοληθεί με αυτό που επιθυμεί εκείνη η ίδια. Την παρότρυνα και την ώθησα να πάρει μια γεύση από το Τάε κβον ντο. Όταν η ίδια, όμως, μου εξέφρασε ότι δεν θέλει να κάνει αυτό το άθλημα, το αποδέχτηκα κατευθείαν, χωρίς να με επηρεάσει αρνητικά. Ασχολείται με το χορό και τη στηρίζω πολύ σε αυτό που κάνει.
-Τα παιδιά έχουν τη μαγική ικανότητα να σου κάνουν ερωτήσεις που δεν έχεις απαντήσεις. Ποιες είναι οι πιο δύσκολες ερωτήσεις που σου έχει κάνει;
Οι πιο δύσκολες ερωτήσεις που μου έχει κάνει αφορούν το διαζύγιο με την πρώην σύζυγό μου. Η απάντηση που της έχω δώσει είναι ότι “δεν θα πρέπει να σε ενδιαφέρει για ποιο λόγο δεν είμαι με τη μαμά, αλλά το αν εισπράττεις αγάπη κι από τους δύο κι αν το κλίμα από το κάθε σπίτι που μένεις είναι αυτό που επιθυμείς να έχεις».
-Μιλάτε για κοινωνικά ζητήματα; Υπάρχουν πολλοί άστεγοι στο κέντρο της Αθήνας που κοιμούνται στους δρόμους. Υπάρχουν μετανάστες και, δυστυχώς, ένα ρατσιστικό κίνημα το οποίο ολοένα και αυξάνεται.
Ναι, πολλές φορές.
Είναι εικόνες που σοκάρουν τον κάθε άνθρωπο και πόσο μάλλον ένα παιδί. Προσπαθώ να την κάνω να καταλάβει ότι αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται σε ένα πεζοδρόμιο με μια κουβέρτα, θα μπορούσαν πολύ εύκολα να είναι κάποιοι πολύ κοντινοί μας ή ακόμη και εμείς οι ίδιοι. Προσπαθώ να την κάνω να καταλάβει ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, ανεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας και κοινωνικού επιπέδου.
-Αν άλλαζες κάτι στη ζωή σου, τι θα ήθελες να γίνει διαφορετικά;
Θα ήμουν αχάριστος αν ήθελα να αλλάξω κάποια πράγματα στη ζωή μου, ακόμα και αυτά που βίωσα αρνητικά ή τις στιγμές που στεναχωρήθηκα και πληγώθηκα, γιατί η ίδια η ζωή είναι ένα σχολείο. Η ζωή έχει πολλές διαστάσεις και πρέπει την κάθε διάσταση να την βιώνεις διαφορετικά, γιατί από το κάθε τι μπορείς να έχεις κέρδος. Εξαρτάται, βέβαια, από το τι ορίζει ο καθένας ως κέρδος αλλά συνολικά νιώθω ευλογημένος.