Κάθε που η ασπρόμαυρη θεά τινάζει τα δίχτυα, συμβαίνει κάτι μεταξύ μυστηρίου και τρέλας.
Το γκολ, όπως κι αν είναι, με όποιον τρόπο κι αν επιτευχθεί, θα συνοδεύεται πάντοτε από το μακρόσυρτο «γκοοοοολ», την υπερβολή των σχολιαστών, θα φέρνει ανατριχίλα στους πιο φανατικούς οπαδούς στο πέταλο.
Κάποτε σείονταν τα τσιμέντα των κερκίδων, ο ήχος ήταν τόσο εκκωφαντικός και τα κύματα των ντεσιμπέλ θαρρείς κι έκαναν το σκυρόδεμα να αποσπάται από το έδαφος, η εξέδρα αιωρείτο στον αέρα. Ένα Doppler effect ηδονής, αδρεναλίνης και πολλαπλών συναισθημάτων.
Το γκολ είναι μοναδικό γιατί είναι σπάνιο, αποτελεί την κεντρική ιδέα κάθε αγώνα, είναι το πιο ακριβοθώρητο στοιχείο του παιχνιδιού. Και το ευτελίσαμε.
Παρασυρθήκαμε όλοι από το συρμό της εποχής, απορροφήσαμε την προπαγάνδα της μετάλλαξης του ποδοσφαίρου, γίναμε συνένοχοι στην αλλοίωση του σπορ στο βωμό της ψηφιακής διασκέδασης και της εικονικής ψυχαγωγίας.
Επιτρέψαμε στο «νέο» ποδόσφαιρο να καταπιεί το παλιό.
Το ποδόσφαιρο ήταν ανέκαθεν κοινωνικό, πολιτιστικό, γεωγραφικό φαινόμενο, γοήτευε τις μάζες, γεννούσε ιστορίες. Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο «ψυχαγωγίας» απορρίπτεται αφ’ εαυτού ιδεολογικά, όπως και το αγαπημένο target group των διευθυντών marketing, οι λεγόμενοι «πελάτες-καταναλωτές».
Οι οπαδοί σιγά – σιγά εξαφανίζονται, τους «ρομαντικούς» τους έχει ξεπεράσει η ίδια η ιστορία. Έχει μείνει μια δράκα ανίατων περιπτώσεων, η οποία μοιάζει πια με θλιβερή αντιπολίτευση. Η ρητορική του ποδοσφαίρου του παρόντος και του μέλλοντος είναι πιο ελιτίστικη, πιο ιδιωτικοποιημένη και δεν είχε φροντίσει να την εξετάσει κανείς διεξοδικά προ πανδημίας.
Άδεια γήπεδα, αλλόκοτοι ρυθμοί, VAR, χαμηλότερη ποιότητα. Αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε ανέδειξε ένα παράδοξο που αδειάζει την προπαγάνδα της «παράστασης».
Η επανέναρξη των πρωταθλημάτων φώτισε το σκοτάδι του πάρτι, η αγωνιστική εικόνα των ομάδων τρεμοσβήνει σαν στρόμπο σε club της δεκαετίας του ’80. Η διαπίστωση κοινή: ποδόσφαιρο ως «ψυχαγωγικό προϊόν» δεν υφίσταται χωρίς κόσμο, εντάσεις, «ατμόσφαιρα».
Δεν είναι καν ευγενικό και δόκιμο να προσπαθούμε να το πουλήσουμε έτσι, γιατί εξαπατούμε το θεατή.
Το «προϊόν» ξεγυμνώθηκε, αποδείχτηκε πολύ φτωχό και κενό περιεχομένου. Γιατί πολύ περισσότερο από την αντιμοντέρνα κριτική, το «προϊόν» έγινε βαρετό, ξεφτισμένο, άδειο.
Η παράσταση δεν έχει φόντο (το κοινό), δεν έχει χρώμα και ζεστασιά, είναι ένα θέαμα χωρίς μέτρο, δυσαρμονικό, γυμνό. Όταν στέκεις απέναντι στη γυμνή αλήθεια τα ελαττώματα τονίζονται, η πραγματικότητα παύει να έχει περιτύλιγμα.
Το καλοκαίρι του 2020 βιώσαμε το σοκαριστικό 2-8 της Μπαρσελόνα με την Μπάγερν. Μετά από ένα ακόμα πιο σοκαριστικό πρώτο ημίχρονο που τελείωσε 1-4 και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ολοκληρωθεί στο 3-6. Δεν είναι «αποθέωση του ποδοσφαίρου» όλο αυτό, δεν είναι φυσιολογικό και σίγουρα δεν ενέχει κανονικότητα.
Τα μεγάλα σκορ, τα παιχνίδια που ξεφεύγουν σε τόσο υψηλό επίπεδο είναι ομολογία αποτυχίας. Δεν είναι ιδεολογική η προσέγγιση, πρόκειται για ένσταση καθαρά αισθητικού και συναισθηματικού επιπέδου.
Θα υπάρχει πάντα ο αδαμισμός των όψιμων κονφερασιέ του αθλήματος, των ανθρώπων που άνευ λόγου και αιτίας «διδάσκουν» το κοινό εδώ και χρόνια ότι «το μεγαλύτερο σκορ κάνει πιο απολαυστικό το παιχνίδι». Ξεφτιλίστηκε το γκολ. Καταργήθηκε η έννοια του «σκορ – σοκ». Χάθηκε η μαγεία και η συγκέντρωση προσοχής.
Σε αυτό το νεοποδόσφαιρο, πολύ σύντομα ξεπεράστηκαν τα όρια και το τηλεοπτικό κοινό βαριέται. Οι περισσότεροι τηλεθεατές ασχολούνται με το κινητό, άλλοι ανοίγουν δεύτερο tab στον υπολογιστή, η συντριπτική πλειοψηφία σχολιάζει και χαζεύει τα real time σχόλια στα social.
Πού πήγαν ο ηλεκτρισμός, η αδρεναλίνη, η αγωνία, η ταχυπαλμία; Πότε είναι η τελευταία φορά που θυμόμαστε τον εαυτό μας να κραυγάζουμε τόσο δυνατά για το εξαγνιστικό γκολ που παγώνει το αίμα στον εγκέφαλο και κάνει τα μηνίγγια να παραλύουν;
Ακόμα και ένα παιχνίδι με ανατροπές είναι πια καθημερινότητα. Οι πέντε αλλαγές καταστρέφουν την όποια γραμμικότητα, ο ποδοσφαιριστής πλέον δεν έχει ερεθίσματα από μια εχθρική κερκίδα, ένα ντοπάρισμα από τον κόσμο της ομάδας, μια εσωτερική ανάγκη να δείξει για να αποδείξει.
Ηθοποιοί σε άδεια θέατρα είναι πια οι ποδοσφαιριστές, εξαναγκασμένοι να κάνουν πρόζα για τα fav στο Instagram. Ο πρωταγωνιστής δεν δίνει πια την παράσταση για τους εκλεκτούς καλεσμένους του, δεν υπάρχει κανείς να πληρώσει εισιτήριο, πολλώ δεν να αγοράσει διαρκείας για να μην χάσει αγώνα της ομάδας του.
Είδηση γίνεται μόνο ο διασυρμός του αντιπάλου, δευτερόλεπτα δημοσιότητας κερδίζει μόνον όποιος κάνει το εξεζητημένο είτε εκούσια/ακούσια συμμετέχει σε τρολιά.
Ο τελικός της ΑΕΚ με τον Ολυμπιακό που έληξε μετά από 35 πέναλτι έχει μείνει στην ιστορία σαν «ο καλύτερος όλων των εποχών» ακριβώς επειδή συνέβη άπαξ. Είχε εναλλαγές στο σκορ, παράταση, οκτώ γκολ, ανατροπές.
Η βιομηχανία βάλθηκε αυτού του είδους τις εξαιρέσεις να τις μετατρέψει με το ζόρι καθημερινότητα. Δεν γίνεται και δεν είναι σωστό να γίνει. Το πρόβλημα είναι ότι η ασθένεια δεν διαγνώστηκε νωρίς, όλοι παρασυρθήκαμε από το θέαμα, λιμπιστήκαμε το τυρί, αλλά δεν είδαμε τη φάκα.
Το «πακέτο» ποδόσφαιρο που πωλείται είναι μόνο το θεαματικό, το εξεζητημένο, το μονομερές και το μονοδιάστατο. Περισσότερα γκολ – καλύτερο προϊόν. Αυτή ήταν η μόνιμη επωδός.
Και καταλήξαμε στα σκορ πόλο, στο 2-5 της Σίτι με τη Λέστερ, στο 7-2 της Βίλα με τη Λίβερπουλ και στο επαίσχυντο 0-13 της Φένλο με τον Άγιαξ.
Πέραν των 30 δευτερολέπτων της κουβέντας στο μετρό, στο καφέ, στη δουλειά, στο σχολείο και του φαινομενικού «σοκ» από το σκορ, τί ακριβώς προσέδωσε στο ποδόσφαιρο το μια ντουζίνα+1 γκολ του Άγιαξ;
Θα μείνει στην ιστορία για στατιστικούς λόγους, ο ιστορικός του μέλλοντος θα αναζητήσει τα στιγμιότυπα και θα αντικρύσει ένα δυστοπικό, παντελώς αντι-ερωτικό περιβάλλον και αν αγαπάει πραγματικά το ποδόσφαιρο, θα προσπεράσει.
Η αξία του γκολ είναι ακριβώς η δυσκολία και η δραματουργία που προηγείται. Η γοητεία της κατάκτησης κάνει το στόχο ζωντανό. Δεν είναι η ίδια η πράξη το ζητούμενο, είναι όλα όσα την περιβάλλουν.
Το γκολ είναι μια έμπνευση, μια έκφραση ταλέντου σε μια στιγμή, μια ανατροπή του κώδικα. «Τα γκολ είναι αναπόφευκτα, είναι μη αντιστρέψιμα, μας κεραυνοβολούν, μας εκπλήττουν. Όπως ακριβώς ο ποιητικός λόγος», που έλεγε και ο Παζολίνι.
Έκπληξη. Το οδυνηρό σύμπτωμα της εποχής μας. Ο κόσμος έχασε την έκπληξη για οτιδήποτε, συνήθισε τα πάντα, τα βρίσκει όλα βαρετά. Όλα περνούν μπροστά από τα μάτια μας με ταχύτητα video clip, κάνουμε scroll και προσπερνάμε αναζητώντας το ακόμα πιο εξεζητημένο, το αμέσως πιο εντυπωσιακό.
Η έκπληξη κρατά τις φλόγες μας αναμμένες. Η φωτιά μέσα μας, δίνει νόημα στη ζωή μας. Το σπάνιο είναι το εκλεκτό, το δυσεύρετο προσφέρει ηδονή και ικανοποίηση, το αναπάντεχο χαρίζει το πολυτιμότερο αγαθό που διατηρούμε ως κοινωνίες: τις στιγμές.
Αυτές τις λίγες, μοναδικές στιγμές.
Οι στιγμές είναι πολύτιμες, γιατί μέσα τους κρύβονται όλα.
Παιδικές αναμνήσεις, χαρές, λύπες, θύμησες, αγαπημένα πρόσωπα που δεν είναι πια εδώ, καινούρια που ήρθαν και θέλουμε να μείνουν για πάντα.
Στιγμές είναι αυτό που ορίζει καθένας μας ως ευτυχία.
Μην καταστρέφετε τις στιγμές.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro