Ταλκ στα χέρια, ένα ξεφύσημα προς τα πάνω, ίσα να του χαϊδέψει το τσουλούφι.
Τρία-τέσσερα δευτερόλεπτα ακινησίας, έχοντας ανεβεί στο πλατό. Αλλα τρία-τέσσερα βήματα, ψηλάφισμα της μπάρας, αναμονή πλέον για το άκουσμα της κόρνας. Το στόμα ορθάνοιχτο, καθώς μαζεύεται και η τελευταία ικμάδα της ηράκλειας δύναμής του.
Ένα βογκητό από τα έγκατα του οργανισμού του, κατά το σήκωμα της μπάρας. Μετά, το μόνο που ακούγεται είναι το χειροκρότημα. Των θεατών που έχουν μείνει αυτοί με το στόμα ανοιχτό. Μάρτυρες μιας ακόμα μοναδικής παράστασής του, τις περισσότερες φορές ενός ακόμα Παγκόσμιου ρεκόρ.
Ίδιο και απαράλλαχτο το τελετουργικό του Ναΐμ Σουλεϊμάνογλου μέσα στα χρόνια. Γεμάτη αλλαγές και ανατροπές η μυθιστορηματική ζωή του. Μέχρι και το ονοματεπώνυμό του άλλαζε, έρμαιο κοινωνικοπολιτικών συνθηκών.
Ο κορυφαίος αρσιβαρίστας όλων των εποχών γεννήθηκε Ναΐμ Σουλεϊμάνοφ, έγινε Ναούμ Σαλαμάνοφ κι αυτό το τελευταίο όνομα που του επιβλήθηκε στάθηκε η κινητήριος ψυχική δύναμη ώστε να γίνει (ονομαστικά και αγωνιστικά) ο θρύλος που γνωρίσαμε.
Αυτός που πέρασε στη σφαίρα του μύθου και της αθλητικής αθανασίας στις 18 Νοεμβρίου 2017. Νωρίς, πολύ νωρίς. Στα 50 του. Έχοντας σημαδέψει βέβαια για πάνω από μιάμιση δεκαετία μια ολόκληρη εποχή στην άρση βαρών.
Αμπατζίεφ σε ρόλο Αμφιτρύωνα
Σύμφωνα με τον αρχαιοελληνικό μύθο, ο ήρωας Ηρακλής έγινε μετά τον θάνατό του ο θεός της δύναμης, των αθλημάτων, της γονιμότητας, της ανταλλαγής, της ελπίδας. Όλα, μα όλα όμως, τα ενσαρκώνει και ο «Ηρακλής τσέπης», όπως θα γίνει γνωστός. Ήρωας τον Βουλγάρων, θεός των Τούρκων κατόπιν χρηματικού ανταλλάγματος.
Τρία διαδοχικά Ολυμπιακά μετάλλια στους Αγώνες, των οποίων η καθιέρωση αποδίδεται σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη, ναι, στον Ηρακλή. Η απαρχή της ιστορίας του όμως δεν έχει να κάνει με Ολυμπιακούς κύκλους. Έχει να κάνει με τους κύκλους που κόβει γύρω από το φτωχικό του στο Πτίτσαρ προς άγραν ξύλων για τη σόμπα. Φορτωμένος με κλαδιά, ανεβαίνει τρέχοντας τα δέκα σκαλιά για την υπερυψωμένη είσοδο της λιθόκτιστης οικίας.
Βρισκόμαστε στη Βουλγαρία. Νότος, λίγο πάνω από την Κομοτηνή. Στην καρδιά του Μουσουλμανικού πληθυσμού των προς βορράν γειτόνων μας. Τουρκικής καταγωγής το 75% των δημοτών στο Καρτζαλί, της προφανώς τουρκικής επίσης ονομασίας.
Ο μπαμπάς ανθρακωρύχος. Και ύψους 1.53μ. Η νοικοκυρά μαμά 1.40μ. Ο μικρός είναι ένα με το έδαφος, αλλά η ρώμη του ξεχωρίζει, ακόμα κι όταν χρειάζεται να μετακινήσει κοτρώνες. Ξεκινάει δειλά την άρση βαρών στη Γ’ Δημοτικού, ανεβάζει τολμηρά τους δίσκους στην μπάρα. Μετακομίζει στο Πλόβντιβ, ώστε να φοιτήσει σε αθλητικό σχολείο, σύντομα καλείται στα εθνικά κλιμάκια. Εκεί γνωρίζει τον Ιβάν Αμπατζίεφ.
Αν και γιος του Δία, ο Ηρακλής μεγάλωσε από τον θετό πατέρα του, Αμφιτρύωνα, ο οποίος τον δίδαξε και διάφορες τέχνες. Ο Ναΐμ “υιοθετείται” αθλητικά από τον «πατέρα της βουλγαρικής άρσης βαρών» και η συλλογή μεταλλίων ξεκινάει. Παγκόσμιο ρεκόρ Παίδων στα 15 του, Χρυσός σε Παγκόσμιο Εφήβων, διψήφιος αριθμός κορυφαίων επιδόσεων (σε παγκόσμιο επίπεδο πάντα), προτού γίνει Άνδρας.
Τον πατέρα του δεν τον φτάνει στο μπόι. Μένει στο 1.47μ., εντάσσεται στην κατηγορία φτερού. Για αθλητές (με μικροαποκλίσεις) 55 έως 61 κιλών. O μέντοράς του διαβλέπει ότι δεν θα έχει αντίπαλο στη συγκεκριμένη κατηγορία. Και έτσι είναι, για πάρα πολύ καιρό.
Πρώτος Βούλγαρος αρσιβαρίστας με μετάλλιο σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ο Αμπατζίεφ εφαρμόζει ως προπονητής καινοτόμες μεθόδους και τεχνικές, παίρνοντας ιδέες ακόμα και από το μπάσκετ. Η Εθνική του μπαίνει στο μάτι της Σοβιετικής Ένωσης που σάρωνε κάθε διοργάνωση, το πουλέν του αποκτά φήμη που εξαπλώνεται στα πέρατα της οικουμένης.
Το πρώτο Παγκόσμιο ρεκόρ σε επίπεδο Ανδρών έρχεται στις ΗΠΑ. Στη χώρα που θα σημαδέψει ξανά και ξανά την καριέρα και την ίδια τη ζωή του. Γίνεται στα 16 του ο νεαρότερος Παγκόσμιος ρέκορντμαν, λίγους μήνες αργότερα συστήνεται και στους Σοβιετικούς. Ως αυτός που έχει ήδη έρθει, ώστε να τους κλέψει τη δόξα.
Χρυσός στο ζετέ, Αργυρός στο σύνολο, αναγκάζει στη Μόσχα τον Όξεν Μιρζογιάν να βάλει κι αυτός τα αρχικά «WC» δίπλα από την επίδοσή του, ώστε να τον αφήσει στο δεύτερο σκαλί. Έκτοτε, πλην μιας φοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο (και προερχόμενος από αποχή ενάμισι έτους), δεν θα ξαναχάσει. Παρά μόνο στο αθλητικά γεράματα.
Το ίδιο έτος, το 1983, συμμετέχει και σε άλλους αγώνες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι άλλες τρελές επιδόσεις, να σου το «Sports Illustrated» να τον χαρακτηρίζει «Ηρακλή τσέπης». Το 1984 γίνεται ο δεύτερος άνθρωπος που σηκώνει τρεις φορές το βάρος του. Στο ζετέ, ανυψώνοντας 168 κιλά.
Η ενηλικίωσή του τον βρίσκει κάτοικο Σόφιας, με λουξ διαμέρισμα, δικό του αμάξι, σούπερ μισθό. Όχι ακριβώς συνηθισμένες απολαύσεις στην κομμουνιστική Βουλγαρία, ακόμα και για τοπ αθλητές. Τον βρίσκει παράλληλα δυσαρεστημένο με την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι Μουσουλμάνοι στη χώρα.
Αποσκίρτηση και άρση… τριών Ναΐμ
Εκστρατεία (ή διαδικασία) Αναγέννησης. Έτσι απαντάται στη βιβλιογραφία το κρατικό πρόγραμμα αφομοίωσης μειονοτικών πληθυσμών στη Βουλγαρία. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 το καθεστώς Ζίβκοφ τούς υποχρεώνει σε εκσλαβισμό των ονομάτων τους και τους απαγορεύει να μιλούν τη γλώσσα της καταγωγής τους.
Ο φίλος μας… μετατρέπεται σε Ναούμ Σαλαμάνοφ και καθόλου δεν του αρέσει. Ερχεται σε επαφή -μέσω κρυπτογραφημένων μηνυμάτων- με Τούρκους πολιτικούς και βρίσκει την ευκαιρία να αυτομολήσει τον Δεκέμβριο του 1986, μετά από μία ακόμα πρωτιά του σε Παγκόσμιο Κύπελλο.
Οι αγώνες λαμβάνουν χώρα στην Αυστραλία, όπου υπάρχει κι εκεί έντονο το τουρκικό στοιχείο διά των μεταναστών. O Nαΐμ/Ναούμ είναι ο αγαπημένος αθλητής των Βουλγάρων, αποτελεί τον βασικό λόγο που στη Βάρνα πριν από λίγους μήνες έχει αποκαθηλωθεί πρώτη φορά η ΕΣΣΔ, μα ταυτόχρονα έχει βαρεθεί την πίεση που υφίσταται, τα σημεία ελέγχου ολόγυρα από την ιδιαίτερη πατρίδα του, την απαγόρευση μετακίνησης δίχως τη χρήση συγκεκριμένων εγγράφων.
Το λοιπόν, κατά το επινίκιο γεύμα στη Μελβούρνη εξαφανίζεται. Κρύβεται σε σπίτια Τούρκων ομογενών, μερικές ημέρες μετά εμφανίζεται στην Τουρκική Πρεσβεία στην Καμπέρα. Oι εκεί αξιωματούχοι ενημερώνουν τον Τουργκούτ Οζάλ, αυτός σιγά μην αρνηθεί την παροχή πολιτικού ασύλου.
Πετάει στο Λονδίνο με το τζετ του Τούρκου Πρωθυπουργού ο βραχύσωμος αρσιβαρίστας, στην Άγκυρα γίνεται αντικείμενο αποθεωτικής αποδοχής. Παίρνει την ιθαγένεια των προς ανατολάς γειτόνων μας, παίρνει και νέο επίθετο. Σουλεϊμάνογλου. Επιστρέφοντας και στο Ναΐμ.
Τρία ονοματεπώνυμα, τρία Χρυσά σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Όλα με την ημισέληνο στο στήθος. Το 1984 “έκατσε” το μποϊκοτάρισμα των χωρών του ανατολικού μπλοκ. Αντ’ αυτών, είχαν διοργανωθεί οι «Αγώνες Φιλίας». Τότε που νίκησε τον Μιρζογιάν, σηκώνοντας 30 κιλά περισσότερα από τον Χρυσό Ολυμπιονίκη του Λος Άντζελες…
Ως Τούρκος πια, το 1988 παίρνει το πράσινο φως να αγωνιστεί την τελευταία στιγμή. Χάρη στο πράσινο των δολαρίων. Στέλνεται 1.25 εκατ. στη Βουλγαρική Κυβέρνηση για την… ελευθέρας του, ο ένας χρόνος που (εν είδει ποινής για την αλλαγή υπηκοότητας) μένει εκτός πλατό δεν τον επηρεάζει καθόλου.
Στη Σεούλ κάνει εννιά Ολυμπιακά ρεκόρ στα 60 κιλά! Τέτοια συνιστούν δηλαδή και οι έξι προσπάθειές του σε αρασέ και ζετέ, άρα και τα συνολικά του νούμερα. Κι εδώ, αν δεν είχε κατέβει, Χρυσός θα είχε στεφθεί αθλητής (εν προκειμένω, ο πρώην -πια- συμπατριώτης του, Στέφαν Τοπούροφ) με άρση 30 κιλών λιγότερων.
Τα 190 κιλά του Ναΐμ στην τρίτη προσπάθεια στο επολέ ζετέ είναι 3.15 φορές το βάρος του, κάτι που δεν είχε καταφέρει ποτέ κανείς και που δεν θα καταφέρει στο μέλλον ποτέ κανείς. Σύμφωνα με την κλίμακα Σινκλέρ (κάτι σαν την αξιολόγηση για την απόδοση των μπασκετμπολιστών), στη Νότια Κορέα καταγράφεται η κορυφαία περφόρμανς από έναν αρσιβαρίστα στην ιστορία του αθλήματος.
Λεωνίδης, το αντίπαλον δέος
Οι επιδόσεις του προκαλούν διεθνή εντύπωση και εθνικό παροξυσμό στην Τουρκία, η οποία δεν είχε δει Ολυμπιακό Χρυσό επί 20 χρόνια. Τον υποδέχονται σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι! Γίνεται εξώφυλλο στο «Time» και προσκαλείται από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρέιγκαν, εκθέτοντας τις δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης της μειονότητάς του στη Βουλγαρία.
Λιγότερο από έναν χρόνο μετά, με την ηγεμονία του Τόντορ Ζίβκοφ ούτως ή άλλως να πνέει τα λοίσθια (και τη Λαϊκή Δημοκρατία να τερματίζεται), 300.000 ομοεθνείς του είναι ελεύθεροι να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Ανάμεσά τους, κάνουν το ταξίδι και τον ξαναβλέπουν οι γονείς και οι αδερφοί του.
Είναι ακόμη 22 ετών, μα είναι σα να έχει ζήσει ήδη δέκα ζωές. Ένας τραυματισμός στον ωμοπλάτη τον ωθεί να ανακοινώσει την αποχώρησή του από την ενεργό δράση το 1989, εντούτοις το 1991 επιστρέφει και το 1992 ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου και στη Βαρκελώνη.
Δεύτερος μένει ξανά ένας άλλος μαθητής του Αμπατζίεφ, ο Νικολάι Πεσάλοφ, με τη χαρακτηριστική κατσαρή χαίτη. Ο Σουλεϊμάνογλου ξεκινάει τις προσπάθειές του μετά την ολοκλήρωση εκείνων του πρώην συμπατριώτη του και εξασφαλίζει τον τίτλο με την πρώτη δική του σε αρασέ και ζετέ.
Το… three-peat έρχεται στην Ατλάντα. Σε μία από τις συγκλονιστικότερες μονομαχίες που μας έχει χαρίσει η άρση βαρών. Ναΐμ εναντίον Βαλέριου. Παρών στον Τελικό των 60 κιλών στην Καταλωνία, ο Λεωνίδης είχε χάσει το Χάλκινο μετάλλιο στην ισοβαθμία. Από τον «Ηρακλή τσέπης» απείχε 25 ολόκληρα κιλά στο σύνολο.
Αυτά όμως έγιναν 10 στο Παγκόσμιο του 1993. Επτάμισι στο Ευρωπαϊκό που ακολούθησε, πέντε στην επόμενη κόντρα τους, μέχρι που η διαφορά μηδενίστηκε. Έχοντας ανεβεί αμφότεροι στην κατηγορία των 64 κιλών, σήκωσαν 327.5 έκαστος. Και κέρδισε ο Τούρκος, επειδή ήταν ελαφρύτερος.
Στην Ατλάντα λοιπόν ο Λεωνίδης κάνει τα κουμάντα του. Ζυγίζεται αυτός πιο ελαφρύς, έχει με το μέρος του το μισό Georgia World Congress Center. Μισό με Έλληνες φιλάθλους, μισό με Τούρκους βέβαια. Λες και συμμετέχουν μόνο οι δυο τους. Υπό το βλέμμα, πρώτο κάθισμα πίστα, του Προέδρου της ΔΟΕ, Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ.
Με προπονητή τον αδερφό του, αλλά έχοντας προετοιμαστεί υπό την επίβλεψη του Αμπατζίεφ, με τον οποίον ξανασμίγει, ο Σουλεϊμάνογλου σηκώνει 147.5 κιλά στο αρασέ, αφήνοντας στα 145 τον μεγάλο του αντίπαλο. Στο ζετέ ξεκινούν επιτυχημένα με 180. Με 185 ο Τούρκος σπάει το Παγκόσμιο ρεκόρ του Έλληνα. Και αυτός με 187.5 το ξαναπαίρνει πίσω.
Ο Χρήστος Ιακώβου τρελαίνεται. Κουνάει μπρος-πίσω το κεφάλι, προτού καν αφήσει την μπάρα ο αθλητής του, σφυρίζει κλέφτικα από τον ενθουσιασμό του. Τρίτη προσπάθεια του Ναΐμ. Στα ίδια κιλά. Τα σηκώνει. Ο αδερφός του κάνει κωλοτούμπα από τη χαρά του.
Ο λογαριασμός από τα Παγκόσμια ρεκόρ έχει χαθεί, ο Τελικός ολοκληρώνεται με την τρίτη προσπάθεια του Βαλέριου. Πρέπει να σηκώσει τα 190 κιλά, ώστε να ισοβαθμήσει στα συνολικά και να πάρει το Χρυσό ως ελαφρύτερος εκείνη τη μέρα. Φαίνεται να επιτυγχάνει την πρώτη κίνηση, αλλά η μπάρα γλιστράει από τα χέρια, πάνω που παλεύει με υπερπροσπάθεια να την ισορροπήσει στο στήθος του.
Για πρώτη φορά ένας αρσιβαρίστας στέφεται Ολυμπιονίκης επί τρεις συναπτές διοργανώσεις.
Είναι o Σουλεϊμάνογλου, σε έναν ακόμα Τελικό που ένα ελληνικό μετάλλιο, με οριακά ατυχήσαντα τον Γιώργο Τζελίλη, χάνεται στην ισοβαθμία.
Άδοξη επιστροφή, άδοξο τέλος
– Ναΐμ, είσαι ο καλύτερος.
– Όχι, Βαλέριε, και οι δύο είμαστε οι καλύτεροι.
Οι δύο υπεραθλητές ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις, επικυρώνοντας τη φιλία τους στην πιο δύσκολη περίσταση. Μέχρι την επόμενη, την οριστική… Ο Σουλεϊμάνογλου αναγνωρίζει πως «επί χρόνια δεν είχα σοβαρό αντίπαλο, μέχρι που εμφανίστηκε ο Λεωνίδης και μου έκανε δύσκολη τη ζωή». Μια ζωή που ήταν δύσκολη εξαρχής, παρά τα μεγαλεία που έζησε.
«Το αντίτιμο του να γίνω ο καλύτερος ήταν πως δεν απόλαυσα τα παιδικά μου χρόνια. Σχεδόν δεν τα έζησα. Έβλεπα τα άλλα παιδιά να παίζουν ανέμελα και τα ζήλευα».
Ως άλλος… Μάικλ Τζόρνταν, μετά το Ολυμπιακό three-peat σταματάει. Για να παίξει και αυτός, με καθυστέρηση κάμποσων ετών. Ζει τη μεγάλη ζωή, πηγαίνει στις τέσσερεις γωνιές του κόσμου για διακοπές και όχι για αγώνες, καταβροχθίζει τα γλυκά που τόσα χρόνια αποτελούσαν απαγορευμένο καρπό, αδιαφορεί για τις κουτσομπολίστικες φήμες περί ομοφυλοφιλίας του, επειδή ο φωτογραφικός φακός δεν τον συλλαμβάνει με γυναίκες.
Κάνει πάντως τρεις κόρες, χωρίς να παντρευτεί, λέει ότι «είμαι εδώ για τον κόσμο. Αφού θέλει να κερδίζω, το κάνω γι’ αυτόν». Ανοίγει παράθυρο επιστροφής, το δρασκελίζει το 1999. Στόχος του ένα τέταρτο Χρυσό σε Ολυμπιακούς. Εκεί όπου ξεκίνησαν όλα, ως προς το τουρκικό σκέλος της καριέρας του. Στην Αυστραλία.
Τα χρόνια όμως έχουν περάσει, οι επιτυχίες του έχουν ξεθωριάσει, υπό τη σκιά και κρουσμάτων ντόπινγκ που ενσκήπτουν και στην Τουρκική Ομοσπονδία. Ο ήρωάς της πλέον είναι ένα άλλο παιδί από την τουρκική μειονότητα του Καρτζαλί. Ο Χαλίλ Μουτλού.
Ο Σουλεϊμάνογλου προετοιμάζεται σε ένα παλαιϊκό γυμναστήριο, σχεδόν συνωστισμένος με παλαιστές και πυγμάχους. Σηκώνει μέχρι και 147.5 κιλά στις προπονήσεις, αλλά στο Σίδνεϊ αποτυγχάνει τρις στα 145 του αρασέ στην κατηγορία των 62kg και η καριέρα του τερματίζεται άδοξα σε ηλικία 33 ετών. Ο Πεσάλοφ (που στο μεταξύ έχει γίνει… Κροάτης από Βούλγαρος) γνωρίζει το 2000 και το ψηλότερο σκαλί του βάθρου. Στο δεύτερο ανεβαίνει όχι ο Λεωνίδης αλλά ένας Λεωνίδας (ο Σαμπάνης).
Μετά και από 22 Χρυσά μετάλλια σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα, 46 Παγκόσμια ρεκόρ, ένα σερί 25 πρωτιών σε μεγάλες διοργανώσεις και αναρίθμητες διακρίσεις, η ζώνη λύθηκε και τα χέρια καθάρισαν από το ταλκ.
«Θέλω να γίνω σαν τον Σβαρτζενέγκερ. Να παίζω σε ταινίες και να παντρευτώ μια Κένεντι», είχε πει το 1988 φρέσκος Ολυμπιονίκης, παρευρεθείς στην επίσημη πρεμιέρα της ταινίας «Οι δίδυμοι».
Μα σαν τον Άρνολντ, βρε Ναΐμ; Ενώ είχες ακριβώς το ίδιο ύψος (1.47μ.) με τον… δίδυμο αδερφό του, Ντάνι ΝτεΒίτο; Ο κοντός γούσταρε και το πινγκ πονγκ, το κολύμπι, μα περισσότερο απ’ όλα το πιοτό.
Έχοντας αποτύχει και (να εκλεγεί στην Εθνοσυνέλευση και σε δήμο της Κωνσταντινούπολης, ως υποψήφιος με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης) στην πολιτική σταδιοδρομία του, εθίστηκε στο αλκοόλ.
Άρχισε να μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία λόγω ηπατικής ανεπάρκειας, νοσηλεύτηκε επί μήνες με ανάλογο (ηπατικό) κώμα, υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση του κατεστραμμένου οργάνου του. Εις μάτην.
Υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία και τον Νοέμβριο του 2017 απεβίωσε. Στην κηδεία του έδωσαν το “παρών” και αξιωματούχοι της Βουλγαρικής Κυβέρνησης, όπως βέβαια και ο φίλος του ο Λεωνίδης, ο οποίος φίλησε συγκινημένος το φέρετρό του.
Ο τάφος του, τον οποίον κοσμούν οι πέντε Ολυμπιακοί κύκλοι, άνοιξε το 2018. Για να παρθεί με την εκταφή δείγμα DNA, με το οποίο αποδείχθηκε πως ο «Τζεπ Χερκιουλιού» (ο «Ηρακλής τσέπης» τουρκιστί) ήταν πατέρας κι ενός τέταρτου κοριτσιού. Της Σεκάι Μόρι, κόρης της Γιαπωνέζας δημοσιογράφου (και ρεπόρτερ το 1988 στη Σεούλ, όπου γνωρίστηκαν), Κιόκο Μόρι.
Στην αρχαία Ρώμη από την άλλη, την ώρα της στέψης του κάθε Αυτοκράτορα, υπήρχε πάντα δίπλα του κάποιος που του ψιθύριζε «memento mori». «Να θυμάσαι ότι είσαι θνητός», δηλαδή.
Ακόμα και ο σύγχρονος Ηρακλής κάποια στιγμή το αμέλησε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πύρρος Δήμας: Με την πόρτα ανοιχτή / Δέκα σπάνια κλικ