Εκείνο το φθινόπωρο του 2006 που έφυγα από το κολυμβητήριο, είχα αποφασίσει να κλείσω οριστικά την πόρτα πίσω μου.
Να μην την ανοίξω ξανά.
Ο Βόικο (Ράτσε) βέβαια προσπάθησε πολλές φορές μέσα στις επόμενες εβδομάδες να μου αλλάξει γνώμη.
Ήμουν ανένδοτη.
Τα προηγούμενα χρόνια είχα πιεστεί τόσο πολύ, ώστε ήθελα πια να κάνω άλλα πράγματα.
Αν και δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι είχα κάνει θυσίες για χάρη της αθλητικής πορείας μου, ήθελα να πάρω τον χρόνο μου.
Να συνεχίσω να ταξιδεύω αλλά με άλλον τρόπο.
Να βγαίνω έξω χωρίς να κοιτάω το ρολόι.
Να κολυμπάω χωρίς να αγωνιώ για το αποτέλεσμα.
Το σημαντικότερο για μένα ήταν να “αδειάσει” το μυαλό μου. Να “καθαρίσει”. Να επικεντρωθώ στην ολοκλήρωση των σπουδών μου που είχαν μείνει πίσω και να αποφασίσω τι θα κάνω στο μέλλον.
Ήμουν 23 ετών στα 24 κι έπρεπε να βρω αυτά που ήθελα να κάνω στην πορεία της ζωής μου. Κυρίως πώς θα τα έκανα.
Παρά την απόφαση που είχα πάρει να κρατήσω αποστάσεις από την κολύμβηση, τελικά μπήκα στην προπονητική.
Η σκέψη προέκυψε από τον Βόικο. Εκείνος μου έβαλε την ιδέα. Κι όταν το αποφάσισα, πέρασα στην πράξη.
Έκανα το ίδιο πράγμα, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο αλλά από διαφορετικό πόστο.
Ασχολήθηκα με την προπονητική περίπου 13 χρόνια, ξεκινώντας πρώτα με την εκμάθηση κολύμβησης στα παιδιά που ήταν στον ΑΝΟ Γλυφάδας.
Αργότερα συνεργάστηκα και με άλλους συλλόγους. Τον Παναθηναϊκό, το Δελφίς και τον Ιωνικό Νίκαιας, στους οποίους ανέλαβα τα τμήματα των προ-αγωνιστικών ομάδων.
Λατρεύω τα παιδιά. Ανέκαθεν τα λάτρευα.
Και, όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να συνδυάσω την αγάπη μου για τα παιδιά με την κολύμβηση, δέχτηκα με μεγάλη ευχαρίστηση.
Στα 13 χρόνια που συνεργάστηκα μαζί τους πήρα πολύ αγάπη. Υπερβολική θα έλεγα. Και αληθινή.
Το ίδιο όμως έκανα κι εγώ. Έδωσα όλη την αγάπη μου σε κάθε παιδί ξεχωριστά. Αφοσιώθηκα σ’ αυτά.
Μπορεί ως προπονήτρια να μην αισθανόμουν την πίεση που ένιωθα ως αθλήτρια για το αποτέλεσμα και τις επιδόσεις μου, ωστόσο πάντα υπήρχε η αγωνία για το αποτέλεσμα της συνεργασίας μου μαζί τους.
Το γεγονός ότι ένας αθλητής ήταν καλός σε αυτό που έκανε δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και καλός προπονητής.
Αν με ρωτούσε κάποιος αν θα μπορούσα να είμαι προπονήτρια στις κατηγορίες των Ανδρών ή των Γυναικών, η απάντηση θα ήταν «όχι». Δεν θα μπορούσα να το κάνω τόσο καλά.
Με τα παιδιά όμως μπορούσα. Γιατί είχα το μεράκι μα πάνω απ’ όλα την αγάπη!
Προτεραιότητά μου ήταν να μάθω στα παιδιά να απολαμβάνουν αυτό που κάνουν, γιατί ο αθλητισμός πρώτα απ’ όλα πρέπει να είναι ευχαρίστηση, διασκέδαση.
Αρχικά λοιπόν τα παιδιά, τα οποία ήταν ηλικίας 9-12 ετών, έπρεπε να περνούν καλά.
Από εκεί και πέρα, εξίσου σημαντικό ήταν να τους μεταδώσω, με τον σωστό τρόπο, τη νοοτροπία που οφείλει να έχει ένας αθλητής.
Το ευ αγωνίζεσθαι. Την αλληλεγγύη. Τη θέληση. Τη μαχητικότητα.
Έχω πει πολλές φορές πως στη δική μου περίπτωση ο αθλητισμός (και στη συνέχεια ο πρωταθλητισμός) ήταν δώρο για τη ζωή μου.
Μέσα από αυτόν διδάχτηκα να διαχειρίζομαι και να αντιμετωπίζω καταστάσεις εκτός του αθλητικού χώρου.
Το ίδιο μήνυμα προσπαθούσα να περάσω και στα παιδιά. Ότι οι αθλητικές αξίες ίσως θα είναι η βάση για τη ζωή τους.
Δεν είναι λίγοι οι γονείς εκείνοι που θέλουν τα παιδιά τους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό μόνο και μόνο για να μάθουν αυτές τις αξίες.
Υπήρχαν περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς ωθούσαν τα παιδιά τους στην κολύμβηση, έχοντας ως βασικό στόχο να διδαχτούν όσα μπορεί να μάθει και να πάρει ένας άνθρωπος μέσα από τον αθλητισμό. Τις αξίες της ζωής.
Κι αυτό είναι, κατά την άποψή μου, το στοιχείο που μετράει περισσότερο.
Οι συνεργασία τώρα με τους γονείς ήταν μια άλλη “πίστα”. Εξίσου δύσκολη.
Μην ξεχνάμε ότι είχα την ευθύνη των παιδιών τους και, όταν ένας γονιός σού εμπιστεύεται το παιδί του, η ευθύνη του προπονητή είναι πολύ μεγάλη.
Πρέπει να υπάρχει “κλίμα” εμπιστοσύνης. Κάτι το οποίο θέλει χρόνο και δουλειά, μέχρι να δημιουργηθεί.
Εκείνοι που με γνώριζαν ως αθλήτρια και ήξεραν την πορεία μου στον χώρο του αθλητισμού ίσως ήταν πιο εύκολο να με εμπιστευτούν.
Εκείνοι όμως που δεν είχαν ιδέα ποια ήμουν ίσως αναρωτιόντουσαν, λόγω του νεαρού τότε της ηλικίας μου, τι θα μπορούσα να μάθω στα παιδιά τους.
Δεν έδινα σημασία ποιος με ξέρει και ποιος όχι. Απλώς από την αρχή έθετα τα όρια.
Στο κομμάτι που αφορούσε στην κολύμβηση, τους εξηγούσα ότι σε μια προπόνηση τα πράγματα γίνονται μ’ έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο και τους ανέλυα ποιος ήταν αυτός. Αν κατανοούσαν μέχρι πού ήταν τα όρια, θα υπήρχε μια καλή συνεργασία και όλα θα κυλούσαν ομαλά.
Το καλό κι αυτό που με ευχαριστούσε περισσότερο απ’ όλα ήταν ότι τους κέρδιζα ως άνθρωπος. Ακόμα κι εκείνους που μπορεί να ήθελαν να κάνουν την παρέμβασή τους.
Το ζητούμενο πάντα ήταν τα παιδιά. Να καταλαβαίνεις τις ανάγκες τους. Τις επιθυμίες τους. Αυτό που ήθελε καθένα ξεχωριστά. Τις φιλοδοξίες τους καθώς έμπαιναν στη φάση της εφηβείας τους.
Στα χρόνια που εργάστηκα ως προπονήτρια είδα πολλές περιπτώσεις παιδιών.
Παιδιά που ήθελαν πολύ να κάνουν παραπάνω βήματα στο άθλημα, αλλά δεν ήθελαν οι γονείς.
Παιδιά των οποίων οι γονείς ήθελαν πολύ να κάνουν περισσότερα πράγματα στην κολύμβηση, αλλά δεν ήθελαν τα ίδια.
Αλλά και περιπτώσεις στις οποίες το παιδί πιεζόταν από μόνο του ή από το περιβάλλον του να κάνει κάτι καλύτερο στην κολύμβηση.
Κάθε τέτοια περίπτωση που προκύπτει πρέπει να αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο.
Αρκεί ο προπονητής να έχει αντοχές. Παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Δεν είναι πάντα εύκολο για κάποιον να κρατήσει διαφορετική στάση σε κάθε περίπτωση.
Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για την κολύμβηση. Ισχύει για όλα τα αθλήματα.
Στα παιδιά ηλικίας 9 έως 12 ετών χρειάζεται μεγάλη υπομονή. Κάποιοι την έχουν. Κάποιοι άλλοι προτιμούν να αντιμετωπίζουν όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο.
Προσωπικά, ήμουν ένας άνθρωπος που εξέταζε κάθε περίπτωση διαφορετικά.
Είχα την ευκαιρία να το κάνω, τον χρόνο αλλά κυρίως τη θέληση και τη διάθεση. Για να είμαι ειλικρινής, είχα και λίγο “θάρρος-θράσος”. Έλεγα ανοιχτά κάποια πράγματα στο παιδί και τους γονείς. Πάντα με ευγένεια, με σεβασμό και μέχρι εκεί όπου μπορούσαν να ακούσουν. Ίσως και λίγο περισσότερο, σε ορισμένες περιπτώσεις.
Έψαχνα τον τρόπο με τον οποίον θα τους έκανα να ακούσουν αυτά που έλεγα.
Πώς θα μπορούσα να βοηθήσω το παιδί τους, ώστε να δώσει κάτι παραπάνω στην προπόνηση, εφόσον φυσικά το ίδιο το παιδί επιθυμούσε.
Κάποιοι ήταν ανοιχτοί στον διάλογο και άκουγαν. Κάποιοι άλλοι όχι…
Προσωπικά, νιώθω καλά, γιατί θεωρώ ότι έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω.
Η μεγαλύτερη δικαίωση για μένα είναι ότι σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, υπάρχουν γονείς οι οποίοι, όταν τους συναντήσω, θα πουν ευχαριστώ για τη συνεργασία που είχα με το παιδί τους.
Αυτό είναι το σημαντικότερο απ’ όλα!
Αυτό είναι που μένει στο τέλος!
Η Νέρι Νιανγκουάρα είναι πρώην αθλήτρια της κολύμβησης, Πρωταθλήτρια στα 50μ. και 100μ. ελεύθερο.
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
Photo Credits: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Άννα Ντουντουνάκη: Συναισθήματα που δεν είχα ζήσει ποτέ
Αλεξάνδρα Σταματοπούλου: Η αποδοχή αρχίζει από μέσα σου / Δημοσθένης Μιχαλεντζάκης: Από τον Έβρο μέχρι το Τόκιο / Χαράλαμπος Ταιγανίδης: Ένας Ευτυχισμένος Άνθρωπος
Απόστολος Παπαστάμος: Το Τέλος Της Εφηβείας / Ανδρέας Βαζαίος: Η τέλεια κούρσα!
Σπύρος Χρυσικόπουλος: Χωρίς Όρια / Επιμονή / Στις παραισθήσεις των ονείρων