Ήμουν παιδί της πλατείας. Και είμαι ακόμη.
Στην μπάλα δεν έχω πει ποτέ «Όχι». Σε καμία μπάλα.
Μεγάλωσα σε ένα χωριό της Άρτας και κάθε μέρα πήγαινα στην πλατεία με μια ελπίδα. Να υπάρχει μια παρέα παιδιών, στα οποία λείπει ένα άτομο για να “συμπληρώσουν” και να ξεκινήσουν να παίζουν ποδόσφαιρο. Ήμουν πάντα εκεί, σε μια γωνία, να περιμένω. Και τις περισσότερες φορές έβρισκα μια θέση, μέχρι που δεν χρειαζόταν να το κάνω αυτό. Τα αγόρια του χωριού με φώναζαν, όταν ήταν να πάνε για μπάλα. Αυτή ήταν η καθημερινή μου έννοια. Να ξετρυπώσω από το σπίτι, να βγω από το παράθυρο, για να πάω στην πλατεία του χωριού να παίξω μπάλα.
Μεγαλώνοντας, άρχισα να ψάχνομαι για το άθλημα με μπάλα, το οποίο θα ακολουθήσω. Με μπάλα! Δε με ένοιαζε το άθλημα, με ένοιαζε η μπάλα!
Και πουθενά να μην έβρισκα, και να έμεναν μόνο οι βόλοι, με βόλους θα έπαιζα.
Στην αρχή, ξεκίνησα μπάσκετ. Έφυγα στις τρεις εβδομάδες, δεν μου άρεσε καθόλου. Δεν κόλλησα. Πήγα στο βόλεϊ και εκεί έμεινα.
Έπαιξα βόλεϊ από τα 14 ως τα 16. Τότε ήταν που με καλέσανε στο κλιμάκιο της Εθνικής. Έφτασα να έχω πρόταση από τον Παναθηναϊκό, να μετακομίσω στην Αθήνα, να με έχουν σε κολέγιο και να είμαι στην ομάδα. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ήταν πολύ καλή πρόταση. Τότε, όμως, φοβηθήκαμε με τους γονείς μου να πούμε το «Ναι». Δεν το περιμέναμε, δεν το κυνηγήσαμε, δεν ξέραμε πολλά πράγματα, και το αφήσαμε να περάσει.
Ο αθλητισμός δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ως επάγγελμα.
Για μένα, το να παίζω ήταν η χαρά μου και όλο αυτό –με το βόλεϊ, το κλιμάκιο της Εθνικής, τον Παναθηναϊκό– μας βρήκε απροετοίμαστους.
Παράλληλα, το να παίζω ποδόσφαιρο δεν το άφησα ποτέ. Μια προπονήτρια της Αναγέννησης Άρτας στο χάντμπολ με είδε να παίζω ποδόσφαιρο με αγόρια στο Λύκειο και είπε «Αυτή εδώ μας κάνει σίγουρα για χάντμπολ». Η Αναγέννηση, τότε, είχε την καλύτερη ομάδα στην Ελλάδα, έχοντας φτάσει μέχρι και τους «8» του Champions League. Το να με ζητήσει μια ομάδα με εκπληκτικές αθλήτριες ήταν όνειρο. Ξεκίνησα -για πρώτη φορά- να παίζω χάντμπολ και μετά από τρεις μήνες ήρθε η κλήση στην Εθνική ομάδα. Πετούσα στα σύννεφα, έλεγα «Δεν μπορεί να το ζω αυτό, ονειρεύομαι»!
Στην Αναγέννηση έμεινα δυο χρόνια και πέρασα πολύ όμορφα. Αγώνες, ταξίδια στο εξωτερικό, μια εκπληκτική εμπειρία για μένα. Το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό ήταν στη Γερμανία, στο Λεβερκούζεν. Είχαμε μείνει στο ξενοδοχείο που έχει το γήπεδο της Μπάγερ. Παίξαμε με μεγάλες ομάδες και ήταν λες και το όνειρο συνεχιζόταν.
Έγιναν πράγματα στη ζωή μου που -όχι δεν τα περίμενα, αλλά- δεν φανταζόμουν ότι θα μπορούσα να τα ζήσω σε τέτοια ηλικία.
Στα 18 μου, έφυγα από την Άρτα και πήγα στη Θεσσαλονίκη για σπουδές στη διατροφολογία. Δημιουργήθηκε ένα θέμα με το δελτίο μου και έπρεπε να πάρω μια απόφαση. Είχα μόνο μια σκέψη στο μυαλό μου: «Δεν μπορώ να παίξω χάντμπολ; Το κόβω και συνεχίζω κάτι άλλο». Την μπάλα δεν θα μου την έκοβε κανείς! Ό,τι και αν γινόταν, εγώ θα έπαιζα μπάλα, είτε με τα χέρια είτε με τα πόδια! Ας μου κρεμάσουν το δελτίο στον τοίχο, ας το κάνουν αφίσα, δε με ένοιαζε. Εγώ θα έβρισκα να παίξω κάτι που να έχει μπάλα.
Τότε, με ήθελε ο ΠΑΟΚ στο χάντμπολ και, τελικά, με απέκτησε… στο ποδόσφαιρο!
Έπαιξα ποδόσφαιρο έναν χρόνο. Άλλη μια εκπληκτική εμπειρία, με μια ομάδα με την οποία πήραμε πρωτάθλημα. Τα κορίτσια με δέχθηκαν όλα. Βρέθηκα στην καλύτερη ομάδα της Ελλάδας και είχα την καλύτερη υποδοχή. Όλα τα κορίτσια με βοήθησαν, σε μια χρονιά που δεν πήγα για αγγαρεία.
Δεν πήγα να παίξω ποδόσφαιρο από πείσμα, επειδή δεν είχα το δελτίο χάντμπολ στα χέρια μου. Έπαιξα ποδόσφαιρο, επειδή το αγαπούσα και το αγαπάω. Δεν ήταν εκδίκηση, ήταν χαρά να παίξω ποδόσφαιρο, να συνεργάζομαι με πολύ καλές αθλήτριες, να είμαι κοντά σε μια μπάλα.
Τα κορίτσια με στήριξαν, διότι το είχα και ανάγκη.
Ήμουν 19 χρόνων, αλλά δεν ήμουν από τις ακαδημίες, όπως ήταν όλα τα κορίτσια που έπαιζαν χρόνια ποδόσφαιρο.
Μετά από έναν χρόνο στο ποδόσφαιρο και αφού καταλάβανε ότι δεν έχει νόημα να είναι το δελτίο μου στον τοίχο, με έδωσαν με υποσχετική στον Άρη, όπου και έπαιξα έναν χρόνο. Μετά, πήγα στον ΠΑΟΚ.
Μέσα σε τρία χρόνια είχα βρεθεί σε κλιμάκιο της Εθνικής ομάδας στο βόλεϊ, στην Εθνική ομάδα του χάντμπολ και με ένα πρωτάθλημα ποδοσφαίρου!
Ακούγεται κάπως τρελό, αλλά, κοιτάζοντας το πίσω, το μόνο που σκέφτομαι είναι το πόσο ταγμένη ήμουν στο αθλητισμό. Στην μπάλα. Στην οποιαδήποτε μπάλα. Τίποτα δεν θα μπορούσε να μου στερήσει την μπάλα και την αγάπη που είχα για αυτήν. Όποτε βρέθηκε μπροστά μου ένα πρόβλημα, εγώ πάντα έβλεπα τη λύση και η λύση ήταν η μπάλα!
Βρέθηκα στο χάντμπολ του ΠΑΟΚ, στα “πέτρινα” χρόνια. Και αυτό το λέω, διότι ήταν τα χρόνια, κατά τα οποία οι άνθρωποι του συλλόγου αποφάσισαν να ασχοληθούν με το χάντμπολ γυναικών. Η ομάδα ήταν στην Α2 και, όταν ανέβηκε στην Α1, πήγα εκεί. Ξεκινήσαμε με πολύ χαμηλές προσδοκίες και ανεβάζαμε λίγο-λίγο τον πήχη.
Πήγα σε μια ομάδα, στην οποία βρήκα ανθρώπους ίδιους με μένα. Με όρεξη, με διάθεση, με πάθος, με δυναμισμό, με αξίες. Είχα το ίδιο DNA με τον ΠΑΟΚ.
Ήμασταν μια ομάδα που δούλεψε πολύ, αγώνα με τον αγώνα, προπόνηση με την προπόνηση. Ένιωθα ότι ήμασταν οι στρατιώτες του ΠΑΟΚ. Ήμασταν σε μια ομάδα που είχε το DNA του μαχητή και θέλαμε αυτό να βγει σε νίκες, σε πρωτιές. Και ξεκινήσαμε από το χαμηλότερο σημείο, να μείνουμε στην κατηγορία, και φτάσαμε μέχρι την κατάκτηση Κυπέλλου και Πρωταθλήματος.
Ένιωθα στρατιώτης. Ότι δίνω όλο μου το είναι, δίνω το χέρι μου στην οικογένειά μου, στα υπόλοιπα κορίτσια, για να πάμε μαζί εκεί, όπου έχουμε βάλει στόχο, και να μη μπορεί να μας αποσπάσει τίποτα και κανένας.
Ο στόχος δεν ήταν ο τίτλος. Ο στόχος ήταν άλλος. Να τελειώνει ο αγώνας και να ξέρουμε όλοι ότι κάναμε υπερπροσπάθεια, ότι τα δώσαμε όλα, ότι πολεμήσαμε μέχρι τέλους.
Αυτό το είχα στο DNA μου και αυτό ήρθε και έδεσε με το DNA του ΠΑΟΚ.
Εγώ αυτό που αγαπάω, θα το στηρίζω μέχρι τέλους, θα πορεύομαι με αυτό και θα δίνω τα πάντα. Αυτό ένιωθα για την μπάλα, αυτό με ώθησε στον αθλητισμό, αυτό είχα σε όποια ομάδα έπαιζα, σε όποιο άθλημα έπαιζα.
Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από το να παίζεις σε γεμάτο γήπεδο. Δεν ξέρω αν μπορώ να το εκφράσω με λόγια, να το περιγράψω όλο αυτό που ένιωθα, κάθε φορά που παίζαμε σε γεμάτο γήπεδο, με φωνές, με συνθήματα. Μου ξυπνούσε ζωώδη ένστικτα. Να έχουμε ζήσει τίτλους με κερκίδα, να πηγαίνουμε με το τρόπαιο στην γεμάτη Τούμπα. Τι άλλο να ζητήσεις από το να το ζήσεις αυτό;
Πέρασα εννιά χρόνια στον ΠΑΟΚ. Εννιά γεμάτα χρόνια. Και στη διάρκεια αυτών, η στιγμή που αρχίζεις και σκέφτεσαι την επόμενη μέρα. Το μετά. Ξέρεις, είναι αυτό που είναι πάντα εκεί, αλλά πολλοί δεν το βλέπουν. Οι περισσότερες παρέες μου στον αθλητισμό ήταν αθλητές και αθλήτριες μεγαλύτεροι σε ηλικία από εμένα. Και αυτό το ήθελα, διότι πάντα πίστευα ότι από αυτούς θα μάθω πράγματα για τα χρόνια που έρχονται. Οι αθλητές, είτε είναι 18, είτε είναι 38, όσο είναι στον αθλητισμό, νιώθουν παιδιά. Και αυτό είναι μια μεγάλη παγίδα, στην οποία είναι πολύ εύκολο να πέσεις.
Δεν είναι εύκολο να δεχθείς και να διαχειριστείς ότι ο αθλητισμός έχει ημερομηνία λήξης.
Έχει deadline. Δε σου αρέσει ως σκέψη, αλλά αυτό είναι και, όσο φοράς σορτσάκι, ίσως και να μη θέλεις να το δεχθείς. Θα πρέπει από κάποιο σημείο και μετά να αρχίσεις να σκέφτεσαι το επόμενο κομμάτι της ζωής σου και αυτό με απασχολούσε αρκετά, όσο περνούσαν τα χρόνια. Δεν ήθελα να έρθει η μέρα που θα σταματούσα τον αθλητισμό και θα έλεγα «Τώρα δεν έχω να κάνω τίποτα στη ζωή μου». Διότι, έτσι, μπαίνεις και στη σκέψη ότι έχασες τα πιο παραγωγικά σου χρόνια, χωρίς να κάνεις τίποτα για το μετά.
Είχα μπει από νωρίς στη διαδικασία για το πώς θα ορθοποδήσω -επαγγελματικά- μετά. Το μυαλό μου ήταν πάντα να επιστρέψω στην Άρτα. Δεν ήθελα να φύγω από τον τόπο μου. Επέστρεψα στην Αναγέννηση και βοηθάω την ομάδα στους εντός έδρας αγώνες, μέχρι που προκριθήκαμε στο Final4 και μου είπαν «Θα κατέβεις στο Κύπελλο»; Πώς να αρνηθώ; Ουσιαστικά, πλέον συντηρώ τη χαρά που έχω για το άθλημα, για την μπάλα. Έχω δικό μου μαγαζί και βοηθάω παράλληλα τον πατέρα μου, ο οποίος έχει αποθηκευτικά ψυγεία.
Τον κύκλο μου, αυτόν που ήθελα να κάνω, τον έχω κλείσει. Τον αθλητισμό δεν τον έχω κλείσει και είναι νωρίς να τον κλείσω. Αλλά ξέρεις ποια είναι η μεγαλύτερή μου χαρά; Ποια είναι η έννοια του κύκλου; Πώς κατάλαβα ότι το τέλος του κύκλου είναι η αρχή του; Ακόμα και τώρα, υπάρχουν φορές που με έχουν φωνάξει παιδιά να πάμε να παίξουμε μπάλα στη πλατεία!
«Μυρτώ, πάμε στην πλατεία για ποδόσφαιρο. Θα έρθεις»;
Ε-ξα-φα-νί-ζο-μαι!
Ούτε που τρώω! Πηγαίνω κατευθείαν!
Αυτή είναι η ευτυχία του αθλητισμού! Η ευτυχία μου…
Η Μυρτώ Νούλα είναι αθλήτρια του χάντμπολ.
Επιμέλεια κειμένου: Αντώνης Τσακαλέας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στέλιος Μαλεζάς: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
Ευθύμης Ρεντζιάς: Να έκλεβα λίγο χρόνο
Αντώνης Μέρλος: Επιστροφή Στο Μέλλον
Βαγγέλης Νανιτζανιάν: Εγώ και ο Σάκος