Έργο ζωής του Μαρσέλ Προυστ, το πεζογράφημα «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» κυκλοφόρησε σε επτά διαφορετικούς τόμους σε βάθος 14 ετών και αριθμεί συνολικά 3.200 σελίδες, στην πρώτη γαλλική έκδοση.
Στο πεζογράφημα-ποταμό, το οποίο θεωρείται ένα από τα κορυφαία λογοτεχνικά έργα των τελευταίων αιώνων, ο συγγραφέας προβαίνει σε ανασκοπήσεις της παιδικής του ηλικίας και περνάει στην ενηλικίωσή του στην αριστοκρατική Γαλλία, όσο σκέφτεται τον χαμένο χρόνο, την απώλεια του νοήματος στον κόσμο. Ελάχιστοι άνθρωποι έχουν καταφέρει να το διαβάσουν ολόκληρο.
Για τον Πολ Τζορτζ, η καριέρα του αποτελεί μια αέναη μάχη με τον χρόνο. Μια μάχη ώστε να τον αναπληρώσει έγκαιρα, διότι ξεκίνησε αργά το οργανωμένο μπάσκετ, αγνοώντας βασικά πράγματα, ακόμα και φτασμένος παίκτης αργότερα.
Μια πιο συγκεκριμένη μάχη, να παραμείνει ενεργός μπασκετμπολίστας, όταν υπέστη τον φρικιαστικό τραυματισμό με το αμερικανικό εθνόσημο.
Κι άλλες μάχες, μικρότερες με τον χρόνο. Όχι για να ξαναπατήσει παρκέ, αλλά για να ξαναπείσει τους αρνητές, ακόμα και χλευαστές του, μετά από κάκιστες εμφανίσεις του σε σημαντικότατα παιχνίδια. Μια αέναη τραμπάλα επιτευγμάτων και φιάσκων, θετικών και αρνητικών συναισθημάτων.
Ελάχιστοι φίλαθλοι έχουν αποφασίσει πού έχει κάτσει η σιδερένια πλάστιγγα που πάνω της φέρει τον κωδικό «PG-13».
Η μεγάλη αδερφή και ο Κόμπι
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ο Πολ και η Πολέτ. Και όταν μετά από δύο κόρες έκαναν και έναν γιο, τον οποίον έφεραν στον κόσμο στις 2 Μαΐου του 1990, τον ονόμασαν κι αυτόν Πολ. Πολ Κλίφτον Άντονι Τζορτζ. Βέρος Καλιφορνέζος. Φίλαθλος των Κλίπερς, οπαδός… του Κόμπι Μπράιαντ.
Λίγο βορειότερα του Λος Άντζελες, στο Πάλμντεϊλ, έμενε η φαμίλια Τζορτζ και ο μικρός έβλεπε φανατικά τους αγώνες των Λέικερς και των Κλίπερς. Φανατικότερα (sic) των δεύτερων, παρότι ο αγαπημένος του μπασκετμπολίστας έπαιζε στους πρώτους. Ο Μπράιαντ.
Από το σαλόνι του σπιτιού του μέχρι τα μονάκια έξω με τη μεγάλη αδερφή του, η οποία του έριχνε αφειδώς τάπες, φαντασιωνόταν ότι ήταν ο «Black Mamba».
Η Τεϊόσα, περί ης ο λόγος, έφυγε να παίξει μπάσκετ στο κολέγιο Πέπερνταϊν, η Πορτάλα έγινε βολεϊμπολίστρια στο Σαν Μπερναρντίνο. Ακόμα και το να γίνει μπασκετμπολίστας σε επίπεδο NCAA, δεν διαφαινόταν στον ορίζοντα για τον Πολ.
Δεν είχε παίξει σοβαρό μπάσκετ σε ομάδα μέχρι το χάισκουλ Νάιτ Χάι. Ακόμα κι εκεί του πήρε πάνω από έναν χρόνο να ενταχθεί στην πρώτη ομάδα. Πήρε… και μερικά εκατοστά βέβαια, βελτιώθηκε σημαντικά και έγινε ξαφνικά το αστέρι του Λυκείου.
Στα 17 του είχε ξεκινήσει να ξεχωρίζει επιτέλους. Θόρυβο ιδιαίτερο δεν προκαλούσε. Σαν τον ΝτεΜαρ ΝτεΡόζαν ή τον Ντρου Χόλιντεϊ, ας πούμε, τα παιδιά-θαύματα της φουρνιάς του στην Καλιφόρνια. Στο ταπεινό Φρέσνο Στέιτ ήταν το επόμενο, κολεγιακό, βήμα του.
Ακολουθώντας το παράδειγμα των αδερφών του, έμεινε εντός των πολιτειακών συνόρων, ώστε να μην απομακρυνθεί από το σπίτι και να έχει τη συμπαράσταση των δικών του στους αγώνες. Κυρίως της μητέρας του, του μοναδικού ανθρώπου που θαύμαζε περισσότερο και από τον… Κόμπι.
Έχοντας αθετήσει προφορικές συμφωνίες με Σάντα Κλάρα και Πέπερνταϊν, ρίχνοντας πόρτα σε Τζορτζτάουν και Πεν Στέιτ, έγινε «Μπουλντόγκ» στο Φρέσνο και συνάμα αντικείμενο παναμερικανικού ενδιαφέροντος με το πολυσύνθετο παιχνίδι του.
Παρότι προερχόταν από μικρό συγκριτικά πρόγραμμα, δήλωσε διαθεσιμότητα στο ντραφτ στη διετία. και επελέγη δέκατος, πίσω από ταλέντα που είτε δεν είχαν ποτέ την επιθυμητή εξέλιξη (Έβαν Τέρνερ, Γουέσλι Τζόνσον, Έκπε Γιούντο, Αλ Φαρούκ Αμίνου) είτε έγιναν σταρ γρήγορα και ακόμα πιο απότομα έζησαν ελεύθερη πτώση στην καριέρα τους (Τζον Γουόλ, ΝτεΜάρκους Κάζινς, Γκρεγκ Μονρό).
«Θα πάρει χρόνο, θα πάρει χρόνο…».
Ανάμεσα στα ψηλότερα από τον ίδιο πικ του 2010, ο Ντέρικ Φέιβορς στο Νο.3. Οι Πέισερς επιχείρησαν να ανταλλάξουν τον Ντάνι Γκρέιντζερ και το Νο.10 για τον ψηλό, αλλά το τρέιντ χάλασε. Σε καλό τούς βγήκε. Τουλάχιστον ως προς τον ρούκι που κράτησαν…
Σούτινγκ γκαρντ (ακόμα) με άνοιγμα χεριών 210 εκατοστών, ο ύψους 2.03μ. Πολ Τζορτζ είχε τεράστια περιθώρια εξέλιξης σύμφωνα με τους ειδικούς. Εξαιρετικός αμυντικός και δεινός “κλέφτης”, καλός σκόρερ με διάφορους τρόπους αλλά και με υποχρέωση ραφιναρίσματος στο κάπως τσαπατσούλικο, άτεχνο κάποιες φορές παιχνίδι του.
Περισσότερο ξεχώριζε ακόμα για τα αθλητικά του προσόντα, τα καρφώματα-ανεμόμυλους, τη συμμετοχή του στον σχετικό διαγωνισμό του All Star Game, στον οποίον έχασε από τον μετέπειτα ψηλό του Παναθηναϊκού, Τζέρεμι Έβανς. Στη ζώνη του stardom μπήκε τη σεζόν 2012-2013. Ο ηγέτης Γκρέιντζερ τραυματίστηκε σοβαρά, ο άνθρωπός μας ανέβηκε στο “3” και μαζί στους 17.4 πόντους μέσο όρο. Το καλοκαίρι που είχε προηγηθεί, μετά τον αποκλεισμό στα πλέι οφ με τις τρεις συνεχείς ήττες από το Μαϊάμι και τις δικές του υποτονικές εμφανίσεις, υιοθέτησε ένα μάντρα.
«This is going to take time», μουρμούριζε επί βδομάδες, ξανά και ξανά. Ακόμα και στο άσχετο, περπατώντας στον δρόμο.
Αποφασισμένος να αλλάξει επίπεδο αλλά και υπομονετικός. Έφτανε στο γήπεδο τρεισήμισι ώρες πριν το τζάμπολ στα εντός έδρας ματς, για να κάνει 250 σουτ. Προσέλαβε προσωπικό προπονητή τον Τζέρι Πάουελ, πρώην των ΛεΜπρον Τζέιμς και Κέβιν Ντουράντ, για να τον βελτιώσει στην ντρίμπλα, γενικότερα στις κινήσεις μέσα στις τέσσερεις γραμμές.
Μα και στο Game 7 των ανατολικών τελικών το 2013 τα ίδια και χειρότερα! Επτά ποντάκια στη χειρότερή του εμφάνιση, συντριβή πάλι από το Μαϊάμι και αποκλεισμός. «Θα πάρει χρόνο»…
Αν και ψηφισθείς «ο Πιο Βελτιωμένος Παίκτης του ΝΒΑ», προσέλαβε και τον Μάικ Πένμπερτι, παλιό γκαρντ των Λέικερς, ώστε να βελτιώσει και το σουτ του.
Άκουγε και ιστορίες για τον Κόμπι από τους «Λιμνανθρώπους», ακόμα περισσότερες τέτοιες από τον ασίσταντ κόουτς της Ιντιάνα, Μπράιαν Σόου, επίσης παλιό συμπαίκτη του Μπράιαντ και μετέπειτα προπονητή του. Λάμβανε πολύτιμη βοήθεια και από τον Πρόεδρο, τον οποίον λέγανε Λάρι Μπερντ… Ο Πολ ήταν στο στοιχείο του. Ένιωθε καλά, προπονούνταν καλύτερα, το στάτους του επιτέλους άλλαξε.
Πήρε νέο συμβόλαιο, μαζί τους Πέισερς από το χεράκι και τους έφτασε στο Νο.1 της Ανατολής. Και όταν έφτασε ο… αναπόφευκτος αποκλεισμός από τους Χιτ στους τελικούς της, ο ίδιος είχε κάνει ό,τι μπορούσε. Με 37άρα είχε παρατείνει τη σειρά, με μια σχεδόν 30άρα παραλίγο και να ισοφαρίσει 3-3.
Οι 21.7 πόντοι και τα 6.8 ριμπάουντ, πάνω απ’ όλα η ηγετική του παρουσία τον έφεραν στην Team USA εν όψει Μουντομπάσκετ 2014. Η θέση του στη δωδεκάδα δεδομένη. Σε ένα προπονητικό διπλό, με ανοιχτές τις πόρτες και κόσμο στο γήπεδο, έτρεξε να προλάβει στην άμυνα τον Τζέιμς Χάρντεν. Πήδηξε από πίσω του, το δεξί πόδι προσγειώθηκε πρώτα στο κάτω μέρος της μπασκέτας και μετά στο παρκέ. Με μία λέξη, το τσάκισε. Κυριολεκτικά.
Με το πόδι του να κρέμεται, οι πάντες απέστρεψαν το βλέμμα και το μυαλό τους πήγε στο χειρότερο.
Στο ενδεχόμενο να σταματήσει έτσι άδοξα, άδικα την καριέρα του. Χρειαζόταν όμως απλώς χρόνος. Κι άλλος…
Παγκόσμιο ζενίθ, ποστ σίζον ναδίρ
Κόντρα ακόμα και στις αισιόδοξες προβλέψεις, ο Πολ Τζορτζ το φθινόπωρο έκανε ελαφριές προπονήσεις και προς το τέλος της περιόδου 2014-2015 επέστρεψε και στους αγώνες. Ποιος τερματισμός καριέρας; Ποιο load management την επόμενη σεζόν;
Σε εκείνη έπαιζε ανελλιπώς, ήδη στον πρώτο μήνα ψηφίστηκε καλύτερος παίκτης της ανατολικής περιφέρειας. Ανέβασε κι άλλο τα νούμερά του, για έναν πόντο δεν έσπασε και το αρχαίο ρεκόρ σκοραρίσματος σε All Star Game. Τους 42 του Γουίλτ Τσάμπερλεϊν το 1962 δηλαδή.
Μία θέση στο ρόστερ της Eθνικής τον περίμενε. Δικαιωματικά. Με σημαντικό ρόλο στο ροτέισιον του Μάικ Σιζέφσκι, άλλοτε πρώτος σκόρερ και άλλοτε πρώτος ριμπάουντερ, αναδείχθηκε Ολυμπιονίκης στους Αγώνες του Ρίο Nτε Ζανέιρο. Είχαν περάσει μόλις δύο χρόνια από την αποφράδα βραδιά, όταν και, φορώντας το αμερικανικό εθνόσημο, είχε διαλύσει το πόδι του.
Σιγά μην κρατούσε πολύ η ευφορία. Ως ένας από τους μεγαλύτερους σούπερ σταρ πλέον του ΝΒΑ, έπρεπε να οδηγεί ψηλά και τις ομάδες του. Κάτι που δεν έκανε. Η “Νέμεσή του”, ο ΛεΜπρον Τζέιμς, τον “σκούπισε” σε μία ακόμα ποστ σίζον, τούτη τη φορά (το 2017) με τους Καβαλίερς. Και ο φίλος μας άφησε την Ιντιανάπολις για την Οκλαχόμα.
Ανταλλάγματά του ήταν ο Βίκτορ Ολαντίπο, ο οποίος αμέσως έγινε εκείνος ο Most Improved Player της λίγκας (προτού τον τσακίσουν οι τραυματισμοί), και ένας νεαρός φόργουορντ-σέντερ ονόματι Ντομάντας Σαμπόνις, ο οποίος εμφάνισε αλματώδη βελτίωση και πολλά χρόνια αργότερα έφερε ως δικό του αντάλλαγμα στην Ιντιάνα τον μετέπειτα ηγέτη της, Ταϊρίς Χαλιμπέρτον.
Ο Τζορτζ; Αφενός συνέχισε να τα χαλάει στις ποστ σίζον, αφετέρου έφυγε ύστερα από μονάχα δύο χρόνια, σε ένα τρέιντ στο οποίο η νέα ομάδα του αποδείχθηκε, προϊόντος του χρόνου, ακόμα πιο ζημιωμένη.
Ως προς το πρώτο σκέλος, ο γνωστός πια και ως «PG-13» είχε 2/16 σουτ στην ήττα-αποκλεισμό το 2018 από τη Γιούτα (4-2, παρά το ντεζαβαντάζ έδρας η τελευταία)… Διάφορα ρεκόρ καριέρας στην (κανονική) περίοδο 2018-2019, με 28 πόντους, 8.2 ριμπάουντ και 2.2 κλεψίματα; Τρίτος σε ψήφους για MVP και «Αμυντικός της Χρονιάς»; Ε, πάρε άλλη μια έξοδο από τον πρώτο γύρο, με θύτες τους Τρέιλ Μπλέιζερς (4-1)…
Όσο για το δεύτερο σκέλος; Οι Θάντερ θα (ξανα)γίνουν μεγάλοι χάρη στον Σέι Γκίλτζιους-Αλεξάντερ. Τον Καναδό γκαρντ που έκανε το αντίθετο δρομολόγιο το 2019, μετά τη ρούκι σεζόν του στο Λ.Α. Για να γυρίσει επιτέλους στην αγαπημένη του Καλιφόρνια, φορώντας φανέλα και σορτσάκι, ο Τζορτζ “έφτιαξε” (ίσως περιττεύουν τα εισαγωγικά) για τα καλά την Οκλαχόμα. Στα ανταλλάγματά του ήταν και ο Ντανίλο Γκαλινάρι (αδιάφορο) μα και επτά μελλοντικά ντραφτ πικ!
Play off P ή Pandemic P;
Ύστερα από κάποιες, είναι η αλήθεια, εντυπωσιακές εμφανίσεις του τα προηγούμενα χρόνια σε ποστ σίζον (σίγουρα όχι σε αγώνες που έκριναν πρόκριση…), ο φίλτατος Πολ είχε βιαστεί να βγάλει για τον εαυτό του το παρατσούκλι «Play off P». Σε αυτά του 2020, εν μέσω πανδημίας, του έβγαλαν άλλοι το ειρωνικό προσωνύμιο «Pandemic P».
Στη φούσκα του Ορλάντο σούταρε για τέταρτη φορά στην καριέρα του με κάτω από 40% εντός παιδιάς σε πλέι οφ. Το 3-1 επί των Νάγκετς στους δυτικούς ημιτελικούς έγινε 3-4, στο Game 7 είχε 4/16 σουτ και 5 λάθη. Στον αδυσώπητο κόσμο των social media μεμιάς ξεχάστηκαν η 36άρα στην επιστροφή του στην Ιντιανάπολις, η 46άρα στους Τίμπεργουλβς, η 33άρα στο Game 6 με το Ντένβερ. Δεν υπολογίστηκαν ούτε οι ιδιαιτερότητες της ποστ σίζον σε ένα και μόνο μέρος επί κορωνοϊού ούτε οι δύο επεμβάσεις του στον ώμο το προηγούμενο καλοκαίρι.
Εκεί έσπασε. Εμφάνισε σημάδια κατάθλιψης, αναρωτήθηκε σε τι βαθμό φταίει ο ίδιος. Και αναγεννήθηκε, για πολλοστή φορά (sic).
Στην ποστ σίζον του 2021 εκτοξεύτηκε στους 27 πόντους (από τους 20), παίζοντας και στο “4”, είχε σχεδόν διψήφιο αριθμό ριμπάουντ (9.6), πάνω απ’ όλα οι Κλίπερς έφτασαν στους τελικούς της Δύσης για πρώτη φορά στην ιστορία τους.
Θα είχαν περάσει και το Φοίνιξ, αν δεν είχε χτυπήσει στο δεξί γόνατο -και χάσει όλη τη σειρά- ο Κουάι Λέοναρντ. Αυτό θα είναι και το μαράζι των φιλάθλων των Καλοφορνέζων τόσα χρόνια. Ότι σπανίως οι δύο σούπερ σταρ τους παραμένουν ταυτόχρονα υγιείς.
Ο Τζορτζ πάντως, ακόμα και εν έτει 2024, λίγες εβδομάδες ή μέρες προτού φυσήξει 34 κεράκια, ήταν ικανός να βάζει 23 πόντους στην τέταρτη περίοδο (!) και να υπογράφει ανατροπή 26 πόντων, τη μεγαλύτερη στην ιστορία του οργανισμού, όπως και να ρίχνει 33άρα μέσα στο Ντάλας, στην κλασική πια κόντρα των πλέι οφ με τους Μάβερικς, φλερτάροντας με τριπλ νταμπλ και βγαίνοντας νικητής σε μονομαχία με τον Λούκα Ντόντσιτς.
Η μεγαλύτερη νίκη του πάντως, το μεγαλύτερό του κατόρθωμα, είναι άλλο. Το ότι έχει γίνει ο ίδιος το ίνδαλμα για πολλούς νεαρούς συναδέλφους του, οι οποίοι παίζουν ήδη και διακρίνονται στο ΝΒΑ. Έχει γίνει, για την ακρίβεια, αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης εκ μέρους τους. Έχει καταστεί το μοντέλο πάνω στο οποίο “χτίζουν” και βελτιώνουν το δικό τους παιχνίδι, τις δικές τους κινήσεις.
Για τον Μπράντον Μίλερ, ας πούμε, τον εντυπωσιακό ρούκι των Χόρνετς (17.3 π. στην πρώτη του χρονιά), GOAT είναι, ναι, ο Πολ Τζορτζ. Ο καλύτερος, ο πιο πλήρης (sic) μπασκετμπολίστας της λίγκας στα δικά του μάτια. Φτασμένοι σούπερ σταρ όπως ο Καρλ-Άντονι Τάουνς, Πρωταθλητές όπως Άαρον Γκόρντον, συγκαταλέγονται στους θαυμαστές του.
Παιχνίδι στο ποστ, ακαταμάχητο σουτ με fade away, ευχέρεια χρησιμοποίησης και των δύο διαδρόμων, το χαρακτηριστικό του step back, αλλαγές κατεύθυνσης και ταχύτητας με κινήσεις δισταγμού (hesi moves), πάνω απ’ όλα αυτή η θανατηφόρα crossover ντρίμπλα συγκαταλέγονται στο επιθετικό του ρεπερτόριο.
Για το αμυντικό, αρκεί εκείνη η παλιά ατάκα του Μπράιαν Σόου: «Έχει το κορμί και την εξυπνάδα του Σκότι Πίπεν, τα ένστικτα του Άλεν Άιβερσον, για να πάρει την μπάλα από τον αντίπαλό του».
Συμπαίκτες του, όπως ο Μπράντον Μπόστον, ευλογούν την αγαθή τύχη που έχουν δίπλα τους καθημερινά «έναν τύπο με το dribbling και τις δεξιότητες του Κάιρι Έρβινγκ, αλλά ένα κεφάλι ψηλότερο». Αντίπαλοι όπως ο Μίλερ και ο επίσης φοβερός σκόρερ αλλά ακόμα μικρότερος, Τζι Τζι Τζάκσον, ομολογούν ότι κοπιάρουν όσο περισσότερες κινήσεις του μπορούν.
“Paste P”…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: